Παρασκευή, 19 Απρίλιος 2024

Γιατί οι δημοσκοπήσεις πέφτουν συχνά έξω;

Οι δημοσκοπήσεις, λίγο πριν από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, γέννησαν ελπίδες. Αρκετοί τις εξέλαβαν ως μέσο λαϊκής έκφρασης και εργαλείο για την εμβάθυνση της δημοκρατίας. Ως έκφραση της «κοινής γνώμης» οι κυβερνώντες θα τις έπαιρναν υπόψη και θα αναδιαμόρφωναν συνακόλουθα αποφάσεις και πρακτικές.

Η θεώρηση αυτή είχε ασφαλώς τα όριά της. Αυτά μπορούν να συμπυκνωθούν σε δύο σημεία: τη μεθοδολογική προσέγγιση και το παραγόμενο αποτέλεσμα.

Σε ό,τι αφορά τη μεθοδολογική προσέγγιση, οι δημοσκοπήσεις εκκινούν, κατά κανόνα, άρρητα από την υιοθέτηση της «ορθολογικής επιλογής». Θεωρούν ότι οι ερωτώμενοι εκφράζουν αυτό που σκέφτονται και αυτό που σκέφτονται είναι παράγωγο της ζυγισμένης επιλογής τους.

Ετσι, τίθενται όλοι οι ερωτώμενοι στην ίδια μοίρα αφήνοντας κατά μέρος κοινωνικές διαφορές και συνθήκες. Αυτό ισχύει ακόμη κι όταν οι ερωτώμενοι διακρίνονται σε υπο-κατηγορίες με βάση χαρακτηριστικά (εισόδημα, μορφωτικό επίπεδο...).

Οσο για το δεύτερο σημείο, οι δημοσκοπήσεις δεν συνιστούν, όπως λέγεται, «φωτογραφίες της στιγμής» αλλά κατασκευές που κατασκευάζουν πολλαπλά.

Οχι «φωτογραφία της στιγμής» που παραπέμπει σε μια αφελή θετικιστική προσέγγιση της πραγματικότητας της οποίας καταφέρνουμε να απομονώσουμε και να «παγώσουμε μία στιγμή». Δεν χρειάζεται να αναφερθώ εδώ στην ανάλυση του Μ. Φουκό «Αυτό δεν είναι μία πίπα».

Ακόμη και ένας ερασιτέχνης φωτογράφος θα διασκέδαζε με τη θεώρηση αυτή.

Οι δημοσκοπήσεις κατασκευάζουν μία «κοινή γνώμη», με ενδιαφέροντα και αγωνίες, που είναι αυτές που ορίζει η ίδια. Ετσι μπορούν να αναδείξουν ένα ζήτημα ή να μην το αναδείξουν, να αναδείξουν ένα πρόσωπο ή να μην το αναδείξουν.

Καλούμενοι να απαντήσουν σε ζητήματα που μπορεί να μη θεωρούν σημαίνοντα είτε δεν σκέφτηκαν ακόμη ποτέ, οι ερωτώμενοι βρίσκονται να «αγωνιούν» γι' αυτά, να συμφωνούν ή να διαφωνούν με άλλους οι οποίοι μπορεί να τα θεωρούν σημαίνοντα.

Κατασκευάζοντας έτσι την «κοινή γνώμη», η δημοσκόπηση λειτουργεί επιτελεστικά, φτιάχνει δηλαδή καταστάσεις και πιθανολογεί την έκβασή τους.

Προφανώς όλα αυτά είναι γνωστά στους κοινωνικούς επιστήμονες και φαντάζομαι, εν μέρει τουλάχιστον, στους δημοσκόπους. Συγκαλύπτονταν σ' ένα βαθμό όσο το πολιτικό πεδίο ήταν σχετικά παγιοποιημένο και οι εκλογικές συμπεριφορές λιγότερο ευμετάβλητες.

Βέβαια, και στη συνθήκη αυτή, οι αναλυτές όφειλαν να είναι προσεκτικοί για να διαβάζουν τις δημοσκοπήσεις όχι σαν «φωτογραφίες» αλλά ως πολυτροπικά κείμενα, επιδεκτικά πολλαπλών αναγνώσεων.

Ενα παράδειγμα. Πρόσφατη δημοσκόπηση σοβαρής, θεωρώ, εταιρείας έδινε στον ΣΥΡΙΖΑ λίγο παραπάνω από 15% και στη Ν.Δ. λίγο παραπάνω από 21%. Μπορούσε να λεχθεί, όπως ειπώθηκε, ότι στην πρόθεση ψήφου το δεύτερο κόμμα περνάει το πρώτο κατά 6 μονάδες και με την αναγωγή πολύ περισσότερο.

Φτάνει, όμως, αυτό; Στο ερώτημα ποιος κέρδισε τις εντυπώσεις από τη συζήτηση στη Βουλή για τη διαφθορά, το 55% των ερωτωμένων απάντησε κανένας, το 23% ο Α. Τσίπρας και το 18% ο Κ. Μητσοτάκης.

Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι ο ένας αρχηγός μπορεί να φέρει ψήφους πολύ πέρα από το ποσοστό εκείνων που προτίθενται να ψηφίσουν το κόμμα του, ο άλλος όχι. Ετσι, το 15 και το 21 διαβάζονται αλλιώτικα καθώς, υπό προϋποθέσεις, σε ενδεχόμενη εκλογική αναμέτρηση ο ΣΥΡΙΖΑ θα μπορούσε να φτάσει αν όχι να ξεπεράσει τη Ν.Δ.

Πέρα από την ικανότητα ανάλυσης, τα πράγματα έγιναν πολυπλοκότερα τα τελευταία χρόνια εντός και εκτός συνόρων εξαιτίας της κρίσης, των κοινωνικών αναταράξεων αλλά και νέων παραμέτρων όπως η μετανάστευση και η προσφυγιά.

Οι εκλογικές συμπεριφορές είναι λιγότερο προβλέψιμες και αποτυπώνουν στοιχεία της συγκυρίας αλλά και της κοινωνικής κατάστασης των ψηφοφόρων.

Η αβεβαιότητα χρησιμοποιήθηκε κατά κόρον ως επιχείρημα για τη συχνότατη αστοχία των δημοσκοπήσεων τα τελευταία χρόνια. Πρόκειται περισσότερο για άλλοθι. Παρά την αβεβαιότητα ξέρουμε μερικά βασικά πράγματα.

Στις ερωτήσεις απαντούν ευκολότερα όσοι είναι κοντά στα κόμματα και δυσκολότερα όσοι είναι μακριά. Στις δημοσκοπήσεις, συνεπώς, καταγράφονται αναλογικά περισσότερο κόμματα οργανωμένα (π.χ. ΚΚΕ) και λιγότερο μη καλά οργανωμένα (π.χ. ΑΝ.ΕΛΛ., Ενωση Κεντρώων).

Απαντούν ευκολότερα τα «μεσαία» και ευπορότερα στρώματα, γεγονός που ευνοεί τα κόμματα προτίμησής τους (π.χ. Ν.Δ. και Ποτάμι).

Τέλος, απαντούν δυσκολότερα τα λαϊκά στρώματα που είναι μακριά από τα κόμματα, γεγονός που επηρεάζει τις πολιτικές ισορροπίες γενικά και ειδικότερα τα κόμματα που ψηφίζουν, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα τα τελευταία χρόνια τον ΣΥΡΙΖΑ.

Δημοσιεύτηκε στην "Εφημερίδα των Συντακτών" στις 18/10/2016.

Τσίπρας: Μοράλες, Πούτιν ή Ερντογάν;

Ενας ενδιαφέρων διάλογος διεξήχθη πριν από λίγες μέρες ανάμεσα σε δύο γνωστούς σοσιαλδημοκράτες διανοούμενους. Πρόκειται για τον ομότιμο καθηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών Παναγιώτη Ιωακειμίδη και τον ομότιμο καθηγητή του London School of Economics Νίκο Μουζέλη.

Το αντικείμενο ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ. Η αφορμή πιθανολογώ πως ήταν η απόφαση του κ. Μουζέλη να δεχθεί την πρόταση της κυβέρνησης να συμμετάσχει στην Επιτροπή Διαλόγου για τη συνταγματική μεταρρύθμιση.

Στο άρθρο του στο «Βήμα» στις 10.10.2016 με τίτλο «Πού το πάει ο ΣΥΡΙΖΑ;» ο κ. Ιωακειμίδης αναρωτιέται αν το κόμμα και ο πρωθυπουργός αποδέχονται ότι «το εκλογικό αποτέλεσμα ανά τετραετία ή και συντομότερα προσδιορίζει τη θεσμική θέση του κόμματος στο πολιτικό σύστημα, αν με άλλα λόγια θα είναι στη θέση της κυβέρνησης ή της αντιπολίτευσης σε μια θεσμικά οριοθετημένη διαδικασία εναλλαγής των κομμάτων στην εξουσία;».

Ερώτημα δηλητηριώδες γιατί αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο ο Τσίπρας να φλερτάρει με την ιδέα της εκτροπής. Στη συνέχεια ο αρθρογράφος προσπαθεί να απαντήσει.

Απορρίπτει, όχι πάντως με σιγουριά, «ως μάλλον εσφαλμένες» και την προσέγγιση που υποστηρίζει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ επιχειρεί να εγκαθιδρύσει ένα ιδιόμορφο καθεστώς εξωευρωπαϊκού ή λατινοαμερικανικού τύπου (Βολιβίας ή κάτι παρεμφερές) και την προσέγγιση που εκτιμά ότι ο ΣΥΡΙΖΑ οδεύει σταθερά αν και επίπονα σε μετεξέλιξή του σε σοσιαλδημοκρατικό κόμμα ευρωπαϊκού τύπου χωρίς βασικές αντισυστημικές στοχεύσεις ή στοχεύσεις άμεσης ή έμμεσης στρέβλωσης των διαδικασιών κανονικής εναλλαγής των κομματικών δυνάμεων στην εξουσία.

Ούτε Μοράλες λοιπόν ο Τσίπρας (αυτό γιατί θα ήταν κακό, αλλά ας είναι, περί ορέξεως...) ούτε όμως και SPD ο ΣΥΡΙΖΑ (το σημερινό SPD και γενικώς τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα της Ευρώπης δεν έχουν πολλούς λόγους να υπερηφανεύονται).

Τότε, πού ακριβώς το πάνε ΣΥΡΙΖΑ και Τσίπρας; Κατά τον συγγραφέα, ο ΣΥΡΙΖΑ επιδιώκει να εγκαθιδρύσει το «σύστημα του ενός κυριαρχούντος κόμματος».

Επειδή όμως υπάρχουν διάφορες εκδοχές αυτού του μοντέλου -δημοκρατικές, ημιδημοκρατικές, αυταρχικές- ο Π. Ιωακειμίδης ξεκαθαρίζει πως σ' ότι αφορά τον ΣΥΡΙΖΑ δεν έχουμε να κάνουμε με τη δημοκρατική εκδοχή όπου ένα κόμμα παραμένει στην εξουσία για πολλά χρόνια γιατί οι ψηφοφόροι αναγνωρίζουν και επιβραβεύουν την αποτελεσματικότητα του, όπως είναι η περίπτωση του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος της Σουηδίας, αλλά με την αυταρχική εκδοχή του συγκεκριμένου συστήματος.

Εδώ, καθώς η αποτελεσματικότητα απουσιάζει το κόμμα καταφεύγει σε θεσμικές παρεμβάσεις, θεσμικές αλλοιώσεις και στρεβλώσεις, όπως στον έλεγχο των μέσων επικοινωνίας και των μέσων διαμόρφωσης της κουλτούρας, στον περιορισμό της πολυφωνίας, στον έλεγχο της Δικαιοσύνης και άλλων ερεισμάτων εξουσίας που θα του επιτρέψουν να παραμείνει στην εξουσία για μεγάλο χρονικό διάστημα.

Και για να μη χαθούμε στο ψάξιμο ο συντάκτης δίνει δύο παραδείγματα: Ο Τσίπρας το κάνει ή προσπαθεί να το κάνει στην Ελλάδα όπως ο Πούτιν στη Ρωσία και ο Ερντογάν στην Τουρκία. Σοβαρός αναλυτής ο κ. Ιωακειμίδης δεν βάζει στο πλάνο τη Βόρεια Κορέα, όπως άλλοι ομόδοξοί του, η εξαλλοσύνη των οποίων έναντι του ΣΥΡΙΖΑ έχει χτυπήσει κόκκινο. Και έτσι όμως ο κίνδυνος είναι υπαρκτός και μάλιστα προ των πυλών, για να μην πούμε εντός των τειχών.

Η κοινοβουλευτική δημοκρατία δυτικού τύπου απειλείται. Το άρθρο ωστόσο καταλήγει αισιόδοξα: «Και ενώ η ελληνική κοινωνία και φορείς έχουν καταπιεί πολλά τα τελευταία χρόνια, δεν φαίνεται ότι τελικά θα καταπιούν και τούτο, όπως κι αν σερβιριστεί». Ανακούφιση.

Προς Θεού όμως όχι εφησυχασμός, γιατί ο εχθρός είναι και ικανός και ύπουλος και δεν θα διστάσει να μετέλθει όλα τα μέσα προκειμένου να πετύχει τον στόχο του. Συνεπώς (δικό μου το συμπέρασμα) απαιτείται πανστρατιά όλων των δημοκρατικών δυνάμεων. Υπό την καθοδήγηση ποιου; Μα, του μοναδικού κόμματος που μπορεί στην παρούσα φάση να διεκδικήσει την εξουσία, δηλαδή της Ν.Δ. (κι αυτό δικό μου συμπέρασμα).

Η απάντηση ήρθε μία μέρα μετά από τον Νίκο Μουζέλη. Με επιστολή του στα πρώην μέλη της κίνησης των 58 (το βραχύβιο σχήμα που προσπάθησε να ενώσει τα κομμάτια της Κεντροαριστεράς) επισημαίνει ότι «δεν προσχώρησα στον ΣΥΡΙΖΑ» (θα το θεωρούσαν έγκλημα καθοσιώσεως οι σύντροφοί του), «αλλά ούτε είμαι φανατικά αντι-ΣΥΡΙΖΑ» (αυτό κι αν είναι έγκλημα καθοσιώσεως για τους περισσότερους στην ΚεντροΑντιαριστερά).

Ο κ. Μουζέλης αναφέρει ότι «η δαιμονοποίηση του ΣΥΡΙΖΑ και κυρίως η ιδέα πως το κόμμα έχει στόχο την κατάλυση του δημοκρατικού πολιτεύματος είναι λάθος».

Αφού καταθέτει την πρόβλεψή του ότι ο ΣΥΡΙΖΑ «ούτε θα καταρρεύσει ούτε θα συρρικνωθεί σε πολύ χαμηλά ποσοστά, όπως πολλοί το ελπίζουν», καλεί όλες τις δημοκρατικές αντιπολιτευτικές δυνάμεις να ακολουθήσουν μια πιο ισορροπημένη κριτική προς την κυβέρνηση «για να μη δημιουργηθεί η επικίνδυνη εντύπωση πως ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ένα κόμμα εκτός του λεγόμενου συνταγματικού τόξου» (σ.σ.: οι νοσηρές ανοησίες περί χούντας και τανκς δίνουν και παίρνουν, ενώ εσχάτως προστέθηκαν και τα περί ψυχοπάθειας!).

Κατά τον επιστολογράφο, «κάτι τέτοιο μπορεί να οδηγήσει σε έναν διχασμό που θα υπέσκαπτε το με θυσίες αποκτημένο μεταπολιτευτικό δημοκρατικό πολίτευμα της χώρας». Κίνδυνο βλέπει και ο κ. Μουζέλης.

Αλλου τύπου όμως. Ούτε αριστεριστής είναι ούτε εξτρεμιστής ούτε νοσταλγός του σταλινισμού ούτε οπαδός του Μαδούρο. Είναι, κατά δήλωσή του, «εδώ και δεκαετίες σοσιαλδημοκράτης». Αλλου τύπου πάντως.

Οι πληροφορίες, οι οποίες πάντως μέχρι τώρα δεν έχουν επιβεβαιωθεί, λένε ότι αν η Deutsche Bank αντιμετωπίσει σοβαρό κίνδυνο, το γερμανικό κράτος θα επέμβει, ακόμη και με την αγορά ενός ποσοστού της τράπεζας. Εδώ ισχύει το «είναι πολύ μεγάλη για να την αφήσουμε να πεθάνει», ενώ αλλού, για παράδειγμα με τις τράπεζες στην Κύπρο, ίσχυσε το «είναι πολύ μικρές για να νοιαστούμε για τις καταθέσεις».

Λογικό. Η κατάρρευση της D.B. θα προκαλέσει παγκόσμιο πανικό, η κατάρρευση των κυπριακών τραπεζών ζημίωσε τους καταθέτες. Κι αυτό που λέει ο Σόιμπλε ότι δεν πρέπει τα κράτη να σώζουν τις τράπεζες; Ε, καλά τώρα. Ισα και όμοια όλοι;

Δημοσιεύτηκε στην "Εφημερίδα των Συντακτών" στις 16/10/2016.

"Οι προοπτικές του Εθνικού Συστήματος Υγείας"

«Καινοτόμο φάρμακο, δεν είναι ότι καινούργιο βγαίνει στην αγορά. Η αλήθεια είναι ότι η φαρμακοβιομηχανία έχει πετύχει να καλύψει τις θεραπευτικές ανάγκες σε πολλούς τομείς. Μάλιστα, σε κάποιους από αυτούς έχει εξαντλήσει και τις δυνατότητές της. Για να θεωρήσουμε ένα φάρμακο καινοτόμο ή επαναστατικό, θα πρέπει να το έχουμε αξιολογήσει και να ξέρουμε ότι δίνει καλύτερα αποτελέσματα, από την καλύτερη εναλλακτική επιλογή που έχουμε. Κατά πόσο όμως οι δημόσιες αρχές στέλνουν συντονισμένα μηνύματα ότι θα αμείβουν περισσότερο την έρευνα για φάρμακα που θα καλύπτουν ακάλυπτες, μέχρι τώρα, θεραπευτικές ανάγκες;»
Αυτό ήταν το ερώτημα που έθεσε ο Έλληνας καθηγητής Πολιτικής της Υγείας και διευθυντής του LSE Health στο London School of Economics and Political Science Ηλίας Μόσιαλος στο περιθώριο του 19ου European Health Forum Gastein (EHFG),του ετήσιου φόρουμ-θεσμού για την πολιτική της υγείας, που διοργανώθηκε στην περιοχή BadhofGastein έξω από το Σάλτσμπουργκ από τις 28 Σεπτεμβρίου μέχρι την 1η Οκτωβρίου, με θέμα: "Demographics & Diversity in Europe"(Δημογραφικά στοιχεία και διαφορετικότητα στην Ευρώπη), με επικέντρωση στις νέες λύσεις για την υγεία.
Ηλίας Μόσιαλος: «Το πρόβλημα δεν είναι η έλλειψη ικανοτήτων, αλλά οι κλειστές πόρτες και τα κλειστά κυκλώματα»
Ο Έλληνας ειδικός ισχυρίστηκε ότι, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, οι δημόσιες αρχές έχουν αποτύχει να αξιολογούν καινούργια φάρμακα σχετικά με το κατά πόσο πραγματικά δίνουν καλύτερα κλινικά και θεραπευτικά αποτελέσματα, σε σύγκριση με την υπάρχουσα επιλογή. Και αυτό γιατί οι ρυθμιστικοί μηχανισμοί ελέγχουν τα φάρμακα μόνο όταν παράγονται και δεν στέλνουν σαφές μήνυμα ότι δεν θα πληρώνουν πλέον για φάρμακα που δεν είναι πιο αποτελεσματικά, αλλά μόνο για τη θεραπευτική εκείνη κατηγορία σκευασμάτων όπου δεν υπάρχει επαρκής έρευνα. Οι κυβερνήσεις, σύμφωνα με τον ίδιο, δεν έχουν το κατάλληλο ρυθμιστικό πλαίσιο και οι βιομηχανίες δεν ανταποκρίνονται. Ο ίδιος επισήμανε το πόσο απαραίτητα είναι τα καινοτόμα φάρμακα για τα δημόσια συστήματα υγείας σε περιόδους κρίσης και μεγάλων οικονομικών δυσκολιών, παροτρύνοντας τα κράτη μέλη της Ε.Ε να υιοθετήσουν μια κοινή στάση: «Μπορούν συνολικά οι Ευρωπαίοι, όχι απαραίτητα μέσω κοινού ευρωπαϊκού οργάνου, να συντονιστούν και να καταλήξουν στο τι είναι διατεθειμένοι να πληρώσουν στη φαρμακοβιομηχανία και τι όχι», καταλήγει.
Αναπτυξιακός τομέας
Ο καθηγητής υποστηρίζει επίσης ότι οι κλινικές δοκιμές είναι ένας μεγάλος αναπτυξιακός τομέας για μια χώρα και θα πρέπει να γίνονται με μεγαλύτερη διαφάνεια. Αναφερόμενος στην Ελλάδα θεωρεί πως τα 30 εκατομμύρια που δίνονται για έρευνα είναι ένα πολύ μικρό ποσό και επισημαίνει την ανάγκη για τη δημιουργία ενός ισχυρού θεσμικού πλαισίου. «Είμαστε ιδανική χώρα για επενδύσεις στην έρευνα και την ανάπτυξη και δεν έχουμε το κατάλληλο θεσμικό πλαίσιο. Σημαντικό είναι για την Ελλάδα να αξιοποιήσει το σημαντικό επιστημονικό δυναμικό που έχει και να δημιουργήσει ένα σταθερό θεσμικό πλαίσιο που δεν θα αλλάζει κάθε ώρα και στιγμή. Να κάνει συμφωνίες με φαρμακοβιομηχανίες ελληνικές και ξένες που θα επενδύσουν στη χώρα μας και θα αυξήσουν την εγχώρια παραγωγή και τις εξαγωγές. Μόνο έτσι η ελληνική φαρμακοβιομηχανία θα γίνει ανταγωνιστική»
Σχολιάζοντας την κατάσταση στο Εθνικό Σύστημα Υγείας ο καθηγητής Μόσιαλος εξακολουθεί να επισημαίνει τους διαρκείς ανορθολογισμούς και τα παράδοξα του ελληνικού συστήματος Υγείας. «Το Εθνικό Σύστημα Υγείας βρίσκεται σε πολύ δύσκολη κατάσταση και θα επιδεινωθεί με τη συνεχή μείωση δαπανών και με τη μη σωστή κατανομή τους. Η δυσλειτουργία εξακολουθεί να είναι η πολυδιάσπαση των υπηρεσιών υγείας και αυτό είναι αποτέλεσμα του πελατειακού συστήματος στη χώρα. Καμία έμφαση στην ποιότητα και καμία έμφαση στα αποτελέσματα. Δυστυχώς, δεν αλλάζει η νοοτροπία. Δεν έχει γίνει ποτέ μια σοβαρή συζήτηση μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, μόνο αποσπασματικές προσεγγίσεις «πυροσβεστικού χαρακτήρα». Ακόμη και μέσα στη κρίση πολλοί δεν έχουν συνειδητοποιήσει πως το καράβι βουλιάζει. Θα περίμενε κάποιος, ειδικότερα από μια αριστερή κυβέρνηση, γενναίες αποφάσεις. Πέρα από τις ιδιωτικοποιήσεις να φροντίσει για την ανάπτυξη ενός σοβαρού κράτους πρόνοιας. Τώρα που και η αντιπολίτευση κάνει λόγο για μείωση κοινωνικών ανισοτήτων η εκπαίδευση και το σύστημα υγείας θα έπρεπε να αμβλύνουν τις ανισότητες. Το ζητούμενο είναι ένα αληθινά δημόσιο σύστημα υγείας με εισαγωγή των στοιχείων της διαφάνειας και του ανταγωνισμού, έτσι ώστε να γίνει καλύτερο γι' αυτόν που υποτίθεται ότι πρέπει πάντα να υπηρετεί: τον ασθενή.
Διεθνής εμπειρία
Όσον αφορά την παροχή, η διεθνής εμπειρία δείχνει ότι όταν υπάρχει ισχυρό ρυθμιστικό πλαίσιο τότε η συνύπαρξη δημόσιου και ιδιωτικού τομέα μπορεί να λειτουργήσει θετικά για τους ασθενείς. Ο στόχος είναι η εξασφάλιση της καλύτερης δυνατής πρόσβασης σε ποιοτικές υπηρεσίες, ειδικά για τους ευπαθείς ασθενείς, ανεξάρτητα αν αυτές είναι δημόσιες ή ιδιωτικά παρεχόμενες. Για να γίνει όμως αυτό, το Δημόσιο εκεί παρεμβαίνει στην αγορά των δημόσιων και ιδιωτικών υπηρεσιών υγείας ως ρυθμιστής. Καθορίζει κανόνες επαρκούς λειτουργίας, μετράει την παραγωγικότητα και την αποτελεσματικότητα των υπηρεσιών, καθορίζει ενιαίο τιμολογιακό πλαίσιο και συνδέει την αμοιβή με την ποιότητα. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι δυο γιατροί της ίδιας ειδικότητας που δουλεύουν στο Δημόσιο δεν παίρνουν την ίδια αμοιβή αν έχουν τελείως διαφορετικά αποτελέσματα. Παράλληλα, εξασφαλίζεται ότι ο ιδιωτικός τομέας δεν μεταφέρει «δύσκολες» περιπτώσεις ασθενών στο Δημόσιο ούτε προκαλεί μεγάλη τεχνητή ζήτηση και ότι συνολικά το σύστημα δεν παρέχει υπηρεσίες που δεν είναι αποτελεσματικές.
Αυτά δεν ισχύουν στην Ελλάδα όπου ο κανόνας είναι η ισοπέδωση στον δημόσιο τομέα και η ανεξέλεγκτη λειτουργία ιδιωτικού και δημόσιου τομέα. Στην παροχή των υπηρεσιών τα δύο συστήματα λειτουργούν παράλληλα, δεν είναι συνδεμένα. Δεν υπάρχει κανένας προγραμματισμός ούτε συντονισμός δραστηριοτήτων στο πλαίσιο ενιαίου στρατηγικού - ρυθμιστικού πλαισίου για την υγεία.»
Ο ίδιος πιστεύει πως η Ελλάδα είναι μια χώρα που διαθέτει ένα εξαιρετικά εκπαιδευμένο προσωπικό, που αν του δινόταν η ευκαιρία να λειτουργήσει θα μπορούσαν να λυθούν πολλά προβλήματα. Δυστυχώς όμως επικρατεί μια «ανακύκλωση» των ίδιων ατόμων. «Το πρόβλημα δεν είναι η έλλειψη ικανοτήτων, αλλά οι κλειστές πόρτες και τα κλειστά κυκλώματα», συμπληρώνει χαρακτηριστικά ο καθηγητής.
Στην ερώτηση αν το κεφάλαιο της Πολιτικής έχει κλείσει για τον ίδιο, απαντά πως έκλεισε ο κύκλος συμμετοχής του στο ελληνικό πολιτικό σύστημα, όχι όμως και η ενασχόλησή του με την Πολιτική. Εξακολουθεί να δραστηριοποιείται ως σύμβουλος στο διεθνές πεδίο παρέχοντας τεχνική και επιστημονική υποστήριξη σε κυβερνήσεις και φορείς. Μάλιστα, η είδηση που προέκυψε από την παρουσία του στο EHFG είναι πως η κυβέρνηση της Μάλτας ανέθεσε στον Ηλία Μόσιαλο την επιστημονική υποστήριξη, σε θέματα υγείας, για το πρώτο εξάμηνο του 2017, στη διάρκεια που η χώρα θα έχει τη Προεδρία του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η κύρια προτεραιότητα της Προεδρίας είναι η δημιουργία ενός προγράμματος Erasmus για την μετεκπαίδευση των ειδικευμένων ιατρών. Είναι η πέμπτη φορά που ο Έλληνας καθηγητής αναλαμβάνει την υποστήριξη προεδρίας. Έχουν προηγηθεί προσκλήσεις από τις κυβερνήσεις του Βελγίου(2001 και 2010), της Σουηδίας(2009) και της Ολλανδίας(2016).

Δημοσιεύτηκε στην "Ημερησία" στις 5/10/2016.

Επιτροπή Διαλόγου για τη Συνταγματική Αναθεώρηση

Τα πρόσωπα που θα ηγηθούν της Επιτροπής Διαλόγου για τη Συνταγματική Αναθεώρηση υποδέχτηκε σήμερα στο Μέγαρο Μαξίμου, ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας.

Συντονιστής της επιτροπής θα είναι ο Μιχάλης Σπουρδαλάκης, Κοσμήτορας της Σχολής Οικονομικών και Πολιτικών Επιστημών του ΕΚΠΑ. Εντός της ημέρας αναμένεται να δημοσιευτεί και το κείμενο που θα αποτελέσει τη βάση διαλόγου της επιτροπής.

Στην Επιτροπή συμμετέχουν:

Από τον ακαδημαϊκό χώρο:

Αθανάσιος Δημόπουλος, Πρύτανης ΕΚΠΑ

Ιωάννης Γκόλιας, Πρύτανης ΕΜΠ

Ναπολέων Μαραβέγιας, Καθηγητής ΕΚΠΑ

Πέτρος Παραράς, Ομότιμος Καθηγητής ΔΠΘ, πρώην Αντιπρόεδρος ΣτΕ

Ανδρέας Δημητρόπουλος, Ομότιμος Καθηγητής ΕΚΠΑ

Νίκος Μουζέλης, Ομότιμος Καθηγητής LSE

Από τον χώρο της Τοπικής Αυτοδιοίκησης:

Κώστας Αγοραστός, Πρόεδρος ΕΝΠΕ, Περιφερειάρχης Θεσσαλίας

Ρένα Δούρου, Περιφερειάρχης Αττικής

Από τον επιχειρηματικό χώρο:

Κωνσταντίνος Μίχαλος, Πρόεδρος Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων Ελλάδας

Αναστάσιος Τζήκας, Πρόεδρος Συνδέσμου Εταιρειών Πληροφορικής και Επικοινωνιών Ελλάδας

Από τον χώρο του πολιτισμού:

Γιώργος Κιμούλης, ηθοποιός


Η διαδικασία

Αποστολή της Επιτροπής είναι η διοργάνωση θεματικών συζητήσεων και εκδηλώσεων διαβούλευσης για τη Συνταγματική Αναθεώρηση σε όλους τους δήμους της χώρας, με τη συμμετοχή επιστημονικών και κοινωνικών φορέων, κινήσεων πολιτών και συλλογικοτήτων, αλλά και μεμονωμένων πολιτών.

Διάλογος θα διεξαχθεί επίσης μέσω ανοιχτής διαδικτυακής πλατφόρμας, όπου κάθε πολίτης θα δύναται να καταθέτει τις προτάσεις του.

Σε δεύτερη φάση, τα συμπεράσματα από τη δημόσια αυτή διαβούλευση θα συγκεντρωθούν με τη διοργάνωση 13 συνελεύσεων σε κάθε Περιφέρεια της Χώρας.

Μετά την ολοκλήρωση της διαβούλευσης, την άνοιξη του 2017, η Συντονιστική Επιτροπή Διαλόγου θα συγκεντρώσει τα αποτελέσματα του διαλόγου και θα παραδώσει την έκθεσή της σε ειδική Επιστημονική Επιτροπή προς τελική επεξεργασία.

Το φθινόπωρο του 2017, και αφού το υλικό της διαβούλευσης έχει παραδοθεί σε όλα τα πολιτικά κόμματα, αναμένεται να εκκινήσει η κοινοβουλευτική διαδικασία, όπως ακριβώς ορίζεται από το άρθρο 110 του Συντάγματος και τον Κανονισμό της Βουλής.

Συντονιστής της επιτροπής θα είναι ο Μιχάλης Σπουρδαλάκης, Κοσμήτορας της Σχολής Οικονομικών και Πολιτικών Επιστημών του ΕΚΠΑ.

Τσίπρας: Δεν πρέπει να χαθεί αυτή η ευκαιρία

«Παίρνουμε μία πρωτοβουλία που δεν θέλουμε να είναι κυβερνητική, γι' αυτό κι εσείς είστε εδώ. Εκπροσωπείτε όχι μόνο διαφορετικούς επαγγελματικούς ή ακαδημαϊκούς χώρους, αλλά και το ευρύτερο φάσμα των απόψεων που υπάρχει στην ελληνική κοινωνία», ανέφερε ο Πρωθυπουργός υποδεχόμενος στο Μέγαρο Μαξίμου τα μέλη που συγκροτούν την Οργανωτική Επιτροπή Διαλόγου για τη Συνταγματική Αναθεώρηση.

Στόχος, όπως τόνισε, ο Αλέξης Τσίπρας, είναι να μη χαθεί μία μεγάλη ευκαιρία, αξιοποιώντας και καταγράφοντας όλες τις απόψεις. «Το Σύνταγμα της χώρας προβλέπει τη διαδικασία, αυτή θα είναι η διαδικασία, η κοινοβουλευτική», υπογράμμισε.

«Θέλουμε, όμως, πριν από την προβλεπόμενη από το Σύνταγμα διαδικασία να εξαντλήσουμε κάθε δυνατότητα, ώστε ο τελευταίος βουλευτής, τα κόμματα, η Βουλή ως συλλογικό υποκείμενο, να έχει καταγεγραμμένες τις απόψεις, τις αντιθέσεις, τις συμπτώσεις και τις πιθανές συνθέσεις, μέσα από μία πλατιά και ουσιαστική διαδικασία διαλόγου», επεσήμανε.

«Γιατί θεωρούμε ότι πρέπει να απασχολήσει ει δυνατόν τον τελευταίο πολίτη, για το τι πρέπει να αλλάξει και τι όχι, ποια είναι η γνώμη και η άποψη σε σχέση με το θεσμικό πλαίσιο για τη συγκρότηση όλων των διαδικασιών, γιατί το Σύνταγμα διέπει ως θεσμικό πλαίσιο όλες τις διαδικασίες του πολιτεύματος, της πολιτικής, οικονομικής, κοινωνικής ζωής», πρόσθεσε.

Ο Αλέξης Τσίπρας ευχαρίστησε τα μέλη της Επιτροπής για την ανταπόκρισή τους στην πρόσκληση, σημειώνοντας ότι δεν κατέστη δυνατόν να ανταποκριθούν όλοι όσοι προσκλήθηκαν, για λόγους που είχαν να κάνουν με τις προσωπικές υποχρεώσεις τους.

Δημοσιεύτηκε στο tvxs στις 6/10/2016.

Γιούνκερ, «πακέτο» και υπαρξιακή κρίση

Ολοι λατρεύουν τα παραμύθια∙ περισσότερο όσοι ζουν παραμυθένια. Λ.χ., οι πολιτικές ελίτ των Βρυξελλών τα λατρεύουν.

Μερικοί πιστεύουν ότι βρίσκονται στη σπηλιά του Αλί Μπαμπά – πράγμα που χρειάζεται απλώς φαντασία και διόλου εργασία. Αλλά ακόμη και σ' αυτή την περίπτωση, αφού ο θησαυρός είναι για να μοιραστεί, τότε, το μαγικό που ανοίγει τη σπηλιά γίνεται αντικείμενο λεπτών χειρισμών. Για να γίνω σαφέστερος, ξυπνά το οραματικό πνεύμα της αντι-δημιουργίας.

Μία τέτοια περίπτωση –Αχ! Είμαι-στη-σπηλιά-του-Αλί-Μπαμπά!– είναι ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ο Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ. Το 2014 με την ανάδειξή του στην προεδρία της Ε.Ε. έφερε στην ευρωπαϊκή ατζέντα το θέμα των δημόσιων επενδύσεων με ένα τριετές πρόγραμμα δαπανών, ύψους 300 δισεκατομμυρίων ευρώ.

Εφόσον η ευρωπαϊκή οικονομία παρέμενε ανησυχητικά ασθενής σε κατάσταση αποπληθωρισμού και ανεργίας, οι παραμυθιστές ηγέτες της Ε.Ε. συμφώνησαν –σωστά–στην ιδέα ότι οι επενδύσεις θα συμβάλουν στην τόνωση της ευρωπαϊκής οικονομίας, παρά το ότι, μαζί με τη συναίνεση, υπήρχαν αναπάντητα ερωτήματα (πότε, πόσα, για ποιον, γιατί, προϋποθέσεις, προτεραιότητες, προβλεψιμότητες, στόχοι, αναγκαιότητες κ.λπ.).

Τότε, ο ευρωπαϊστής αναλυτής και οικονομολόγος Ζαν Πιζανί-Φερί –καθηγητής στο Hertie School of Governance του Βερολίνου, υπεύθυνος για τον Σχεδιασμό της Πολιτικής στο Παρίσι και πρώην διευθυντής του ευρωπαϊκού think tank Bruegel στις Βρυξέλλες– εκφράζοντας την ακαδημαϊκή συναίνεση επί του θέματος είχε διατυπώσει επιφυλάξεις ως προς το «πακέτο Γιούνκερ» θυμίζοντας στοιχεία της πρόσφατης ευρωπαϊκής εμπειρίας. «Για όσους δεν γνωρίζουν», έγραφε ο Πιζανί-Φερί, «να υπενθυμίσουμε ότι αυτή δεν είναι η πρώτη φορά που η Ευρώπη καλείται να μελετήσει μια τέτοια πρωτοβουλία.

»Το 1993, η Επιτροπή του Ζακ Ντελόρ είχε προτείνει ένα πρόγραμμα δαπανών με τη "Λευκή Βίβλο για την ανάπτυξη, την ανταγωνιστικότητα και την απασχόληση". Το πρόγραμμα είχε ευρεία αποδοχή, αλλά δεν είχε αναληφθεί καμία δράση. Ομοίως, το 2000, ως μέρος της στρατηγικής της Λισαβόνας, η Ε.Ε. επιδίωξε να αυξήσει τις εθνικές δαπάνες για την έρευνα και ανάπτυξη στο 3% του ΑΕΠ.

»Δεν κατάφερε να επιτύχει ούτε αυτόν τον στόχο. Πρόσφατα, τον Ιούνιο του 2012, οι ηγέτες της Ε.Ε. ενέκριναν το "Σύμφωνο για την Ανάπτυξη και την Απασχόληση", που υποτίθεται ότι θα κινητοποιούσε 120 δισεκατομμύρια ευρώ. Η επιταγή βρίσκεται ακόμη στο ταχυδρομείο».

Σήμερα ο κ. Γιούνκερ με ένα σύνηθες ιντερλούδιο κάνει διαπιστώσεις παρατηρητή: «Η Ευρώπη δεν είναι πολύ κοινωνική∙ χρειάζεται περισσότερη αλληλεγγύη».

Και προτείνει μια «θετική ατζέντα» για τον επόμενο χρόνο, με «ευρηματική ευελιξία» (!) στην εφαρμογή των δημοσιονομικών κανόνων της Ευρωπαϊκής Ενωσης, στην οποία περιλαμβάνεται ο διπλασιασμός τόσο της διάρκειας (έως το 2022) όσο και του πακέτου (620 δισ. ευρώ) του προγράμματος επενδύσεων της Ε.Ε. «Πρέπει να ξεπεράσουμε τις διαιρέσεις και να αποδείξουμε ότι μπορούμε να δράσουμε από κοινού», υποστήριξε ενώπιον των 751 βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

Αποδομώντας την όλη λογική του Ζ.-Κ. Γιούνκερ, καθώς άπλωσε το όραμά του για την Ευρώπη, θα διακινδυνεύσω να πω ότι δεν έχει όραμα. Αποτέλεσμα: Αυτό που χάνει η Ευρώπη, εις βάρος των λαών της Ευρώπης, το κερδίζουν η πολιτική ακηδία, η υποκρισία, οι φυγόκεντρες τάσεις, οι εθνικισμοί και η Ακροδεξιά.

Ο πρόεδρος της Ε.Ε. υπέκυψε στον πειρασμό να κρύψει τις μεγάλες διαφορές της Ευρώπης. Ο κ. Γιούνκερ μίλησε γενικά για τα προβλήματα του χρέους και της ανεργίας στην Ευρώπη.

Ούτε κουβέντα για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους, για το 25% της ελληνικής ανεργίας, τίποτα για το άνω του 50% ποσοστό ανεργίας των νέων (15-24 ετών).

Υπογράμμισε την παρορμητική λατρεία της Ευρώπης στις εκτιμήσεις και τις ποσοτικοποιήσεις, δηλαδή, της εξαφάνισης του προβλήματος διά της λατρείας του μέσου όρου. Ούτε λέξη για την απουσία μεταναστευτικής πολιτικής, για την αποτυχία διαχείρισης του προσφυγικού, τίποτα για την απροθυμία των μελών της Ε.Ε. να εφαρμόσουν τη συμφωνία με την Τουρκία.

Μόνον προτροπή στη χειμαζόμενη Ελλάδα της κρίσης να προστατεύσει τα ασυνόδευτα προσφυγόπουλα που βρίσκονται στο έδαφός της. Κυρίως, έσπευσε να αποκαθάρει τον εαυτό του από το πολιτικό και ηθικό σκάνδαλο που είχε πλήξει τον πυρήνα της Ευρώπης, ενθυμούμενος όψιμα ότι «κάθε εταιρεία στην Ευρώπη οφείλει να πληρώνει τους φόρους της εκεί όπου έχει τα κέρδη της».

Να θυμηθούμε ότι ο επί εικοσαετία πρωθυπουργός του Λουξεμβούργου και πρώην επικεφαλής του Eurogroup ήταν ο εμπνευστής των ειδικών συμφωνιών του Λουξεμβούργου με εκατοντάδες πολυεθνικές, προκειμένου να αποφύγουν τη φορολόγηση στις χώρες δραστηριοποίησής τους (μιλάμε για το σκάνδαλο που είχε δει το φως της δημοσιότητας το 2014 υπό την κωδική ονομασία «LuxLeaks»).

Βεβαίως, για να μην αδικώ τον κ. Γιούνκερ, αφού κάτι θα στάξει και για μας από τον θησαυρό, το ελληνικό πολιτικό, τεχνοεπαγγελματικό και μιντιακό-διανοητικό κεφάλαιο δίνει υπαρξιακές μάχες για τους Αλαφούζο, Ψυχάρη, Κοντομηνά, Καλογρίτσα, Σαββίδη κ.λπ., γι' αυτούς τους τιτάνες του πολιτισμού και της ενημεροδιασκέδασής μας και για τις αμαρτίες της κυρίας Κεντρικού Τραπεζίτου... Α, και για το πλασάρισμα του Κυριάκου.

Εχουμε ελπίδα; Ναι, στον καιρό της αντι-δημιουργίας, μια ανόητη: Αν θα έχουμε μελλοντική σούπα, να μην υποχρεωθούμε να τη φάμε τόσο καυτή όπως θα βγει από την κατσαρόλα του τυχόντος μαγείρου.

Δημοσιεύτηκε στην "Εφημερίδα των Συντακτών" στις 30/9/2016.