Τετάρτη, 24 Απρίλιος 2024

Συνέπειες της ελληνικής κρίσης για ένα σταθερότερο ευρώ

Λίγες μέρες μετά την υπογραφή της συμφωνίας της 13ης Ιουλίου για την Ελλάδα, δόθηκε στη δημοσιότητα το κείμενο της επιτροπής «των πέντε σοφών» όπως καθιερώθηκε να λέγεται, της γερμανικής οικονομίας με τίτλο «Συνέπειες της ελληνικής κρίσης - Υπέρ μιας σταθερής Ευρωζώνης», οι θέσεις του οποίου απηχούν την κυρίαρχη πολιτική της Γερμανίας και υποστηρίζονται από τους τέσσερις καθηγητές, Λαρς Φελντ, Κρίστοφ Σπιρ, Ιζαμπελ Κνάμπελ και Φόλκερ Βίλαντ, ενώ ο πέμπτος, που είναι και το αρχαιότερο μέλος της επιτροπής, ο Πέτερ Μπόφινγκερ, διατυπώνει στο τέλος του κειμένου τη δική του μειοψηφούσα άποψη, έντονα κριτική απέναντι στην πλειοψηφία.

Μεταφέρουμε παρακάτω δύο βασικά σημεία της τοποθέτησής του. 1) Τη διαφωνία του με τη νέα πρόταση για την εισαγωγή μηχανισμού χρεοκοπίας κρατών - μελών της Eυρωζώνης, που θα ωθούνται στην έξοδο υπό την επιτήρηση των δυνάμεων της αγοράς. Επισημαίνουμε ότι οι επιδιώξεις του Σόιμπλε για το Grexit εντάσσονται σε τέτοιες λογικές και μηχανισμούς. 2) Τη διαφωνία του με τις πολιτικές της λιτότητας, για τις οποίες αναφέρει ως χαρακτηριστικό το παράδειγμα της Ελλάδας.
Το κείμενο του Μπόφινγκερ έχει ενδιαφέρον και ως προς τις λύσεις που προτείνει για την Ευρωζώνη, προβάλλοντας σήμερα την ανάγκη μεγαλύτερης πολιτικής ενοποίησης και μεταφοράς εξουσιών στις Βρυξέλλες. Σε κάπως ανάλογη προοπτική κινείται η τελευταία πρόταση Ολάντ, αλλά προωθεί τη λογική της Ευρωζώνης των δύο ταχυτήτων, προσπαθώντας να συναντηθεί και με τις θέσεις Σόιμπλε. Αντίθετα, η πρόταση Πρόντι ("Αυγή", 25/7) κινείται πιο κοντά στη λογική του Μπόφινγκερ. Τέλος, ο Μπόφινγκερ δηλώνει τη συμφωνία του με τις απόψεις του Φουκώ ενάντια στην κυριαρχία των αγορών επί των κρατών, τασσόμενος υπέρ της εποπτείας του κράτους στις αγορές.


Άννα Φιλίνη

"Η κρίση στην Ελλάδα θέτει το ερώτημα της εκ βάθρων μεταρρύθμισης της θεσμικής υπόστασης της νομισματικής ένωσης. Το κεντρικό ζήτημα είναι κατά πόσο μια νομισματική ένωση διαρκείας μπορεί να επιβιώσει δίχως πολιτική ενοποίηση. Σε αντίθεση με πολλούς οικονομολόγους (Ιζινγκ, το 2004), η Πλειοψηφία καταλήγει στο συμπέρασμα ότι, και χωρίς να υπάρξει πραγματική μεταφορά κυριαρχίας σε ευρωπαϊκό επίπεδο, είναι δυνατόν να διαμορφωθεί ένα συνεπές πλαίσιο υπέρ της νομισματικής ενοποίησης.
Η Πλειοψηφία προτείνει με το σχέδιο «Μάαστριχτ 2.0», που ανέπτυξε ήδη από το 2012, μια λύση που με λίγες διαφοροποιήσεις αντιστοιχεί περίπου στο σημερινό στάτους κβο. Ο κύριος νεωτερισμός είναι ένας μηχανισμός χρεοκοπίας κρατών. Σύμφωνα με αυτόν, θα ήταν αναγκαία μια λύση όπου ήδη από την αρχή θα έμπαινε υπό συζήτηση η δυνατότητα ανάληψης χρεών με την πιθανή συμμετοχή ιδιωτών πιστωτών. Ας γίνει σαφές ότι η απόφαση υπέρ μιας κρατικής χρεοκοπίας θα πρέπει να ληφθεί αμέσως, ώστε να αποφευχθεί η μεταφορά της σε ασαφές μέλλον. Επιπλέον η Πλειοψηφία αφήνει ανοιχτό τον τρόπο για το πώς θα πρέπει να διαμορφωθεί αυτός ο μηχανισμός..
Περαιτέρω η Πλειοψηφία εκτιμά πως δεν είναι ρεαλιστικές οι προτάσεις που καταθέσαμε υπέρ της μεταφοράς εθνικής κυριαρχίας από την περιοχή της οικονομίας και της πολιτικής προς το ευρωπαϊκό επίπεδο και ότι μέσα από αυτήν θα μπορούσε να επιτευχθεί η ενδυνάμωση και η καλύτερη δημοκρατική νομιμοποίηση των αποφάσεων στην Ευρώπη.
Από τα παραπάνω γίνεται σαφές ότι το σχέδιο που προτείνει η Πλειοψηφία για την ενδυνάμωση της νομισματικής ένωσης βασίζεται στην εμπιστοσύνη επί των σταθεροποιητικών δυνάμεων της αγοράς. Οι χώρες σε κατάσταση ανάγκης θα πρέπει στο μέλλον να αντιμετωπίζονται «όχι από πολιτικούς συνεταίρους αλλά από ανώνυμες χρηματαγορές». Εφόσον θα αποκλείεται η ανάληψη ευθύνης για άλλες χώρες - μέλη λόγω έλλειψης αξιοπιστίας εκ μέρους τους, τότε θα είναι δυνατόν «να αναλάβουν οι χρηματαγορές τον ρόλο της πειθάρχησής τους, καθόσον θα πληρώνουν με υψηλότερα ασφάλιστρα κινδύνου επί των κρατικών δανείων την δημοσιονομική απειθαρχία των μελών

Σχετικά με την πολιτική λιτότητας
Η Πλειοψηφία διαφωνεί με την άποψη ότι η πολιτική λιτότητας, άρα η απαίτηση για γρήγορη μείωση του χρέους, δεν οδηγεί στην ανάπτυξη και στην υπερνίκηση της κρίσης, αλλά ότι, αντίθετα, την εμποδίζει.
Έτσι παραβλέπει ότι κυρίως η Ισπανία, η οποία παρουσιάζεται ως μοντέλο επιτυχίας, ουσιαστικά εκμεταλλεύτηκε από το 2013 το γεγονός ότι δεν έκανε περαιτέρω περικοπές δαπανών. Το έλλειμμα, όπως είχε διευθετηθεί υπό την επίδραση της ύφεσης, δεν μειώθηκε παραπέρα, παρά το γεγονός ότι έλλειμμα 5,8% το 2014 και 4,5% αρχικά φέτος παρουσιάζεται εξαιρετικά ψηλό σε σύγκριση με το διεθνές επίπεδο. Η Ισπανία δεν χρησιμοποίησε τελικά αυτή τη δημοσιονομική κατάσταση για να λάβει επιπρόσθετα μέτρα. Υποστήριξε την αυτοκινητοβιομηχανία της με οκτώ προγράμματα που περιλαμβάνουν επιδοτήσεις για την αποφυγή χρεοκοπιών, που οδήγησαν σε ισχυρή άνοδο της παραγωγής.
Η εξέλιξη υπό την επίδραση της ύφεσης των χρηματοδοτικών υπολοίπων των προϋπολογισμών και των πρωτογενών χρηματοδοτικών υπολοίπων επιβεβαιώνει ότι ζητήθηκαν από την Πορτογαλία, τη Λετονία, την Ιρλανδία, την Ιταλία, την Ισπανία λιγότερα μέτρα εξοικονόμησης και σταθεροποίησης σε σχέση με την Ελλάδα (βλ. πίνακα 15). Τούτων δοθέντων, ενισχύεται η άποψη ότι η υπερβολική μείωση των ελλειμμάτων επηρεάζει την κρίση με αυξητικό ρυθμό.
Σε συσχετισμό με τα παραπάνω, πρέπει επίσης να ληφθεί υπόψη η άποψη της Πλειοψηφίας, σύμφωνα με την οποία η Ελλάδα εφάρμοσε λιγότερες μεταρρυθμίσεις σε σύγκριση με τις επιτυχείς μεταρρυθμίσεις σε Ισπανία, Ιρλανδία και Πορτογαλία. Αυτό το γεγονός όμως δεν είναι σύμφωνο με τα πραγματικά δεδομένα. Σύμφωνα με τον δείκτη «ανταπόκρισης στις μεταρρυθμίσεις» του OECD, η Ελλάδα εφήρμοσε μετά το 2007 σαφώς περισσότερες μεταρρυθμίσεις συγκριτικά με άλλες προβληματικές χώρες (βλ. πίνακα 16).
Επιπλέον, η γενική συζήτηση σχετικά με τις δομικές μεταρρυθμίσεις έχει αδυναμίες εξ αιτίας του γεγονότος ότι δεν υπολογίζεται η ξεχωριστή βαρύτητα του κάθε μέτρου. Από γερμανικής πλευράς θα μπορούσαμε να συμφωνήσουμε προκειμένου να δοθεί στην Ελλάδα η συμβουλή για την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων Hartz IV, ώστε να δοθούν ισχυρά κίνητρα για τους ανέργους προκειμένου να αποκτήσουν ξανά απασχόληση. Επιπλέον πρέπει να σημειώσουμε ότι στην Ελλάδα οι άνεργοι δεν λαμβάνουν μετά τις 360 μέρες καμία ενίσχυση. Τούτο εξηγεί επιπλέον το γεγονός ότι στην Ελλάδα οι κρατικές κοινωνικές παροχές (δεν παρατίθενται στοιχεία για τις συντάξεις και το σύστημα Υγείας) είναι πολύ μικρότερες σε σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες (βλ. πίνακα 17). Άρα η Ελλάδα έχει εφαρμόσει καλύτερα τα «καθήκοντά της» από τη Γερμανία.

Σύνοψη
Η Γερμανία αποκόμισε οικονομικά κέρδη από τη συμμετοχή της στη νομισματική ένωση όσο καμία άλλη χώρα. Γι' αυτό μια διάσπαση του ευρώ θα έπληττε ιδιαίτερα την γερμανική οικονομία Λαμβάνοντας υπόψη όλες τις δυσκολίες που παρουσιάζονται κατά τη διάρκεια μιας ενοποίησης, θα έπρεπε να δείξει η γερμανική πολιτική ιδιαίτερο ενδιαφέρον προκειμένου να σταθεροποιηθεί με συνέπεια η αρχιτεκτονική της νομισματικής ένωσης μετά τους κλυδωνισμούς που προέκυψαν μέσω της κρίσης στην Ελλάδα.
Βρισκόμαστε εδώ μπρος σε μια μεγάλης πολιτικής σημασίας θέση υποχώρησης. Θα πρέπει στο μέλλον να τίθεται η Ευρώπη υπό την πειθάρχηση «ανωνύμων χρηματαγορών» ή θα πρέπει να οικοδομηθεί με δημοκρατικά νομιμοποιημένες πολιτικές διαδικασίες; Με τα λόγια του Φουκώ (2004) τίθεται το ερώτημα κατά πόσο θέλουμε ένα κράτος υπό την εποπτεία των αγορών ή μια αγορά υπό την εποπτεία του κράτους. Εάν απορρίπτει κανείς την επάνοδο στα εθνικά νομίσματα, τότε πρέπει να επιλέξει είτε την κυριαρχία της χρηματαγοράς είτε τη μεταφορά σε ευρωπαϊκό επίπεδο συγκεκριμένων δικαιωμάτων κυριαρχίας. Η παραίτηση από δικαιώματα εθνικής κυριαρχίας επιφέρει λιγότερες ζημιές από όσο φαίνεται από πρώτη ματιά. Εάν κανείς υποκύπτει στις μαντικές διεργασίες που προωθούν οι χρηματαγορές, τότε δεν βρίσκεται υπό καθεστώς ουσιαστικής υλικής κυριαρχίας.
Ύστερα από τις εμπειρίες της οικονομικής κρίσης και των διαδικασιών αποσταθεροποίησης από το 2010 μέχρι τον Ιούλιο του 2012, τα ίδια τα γεγονότα δεν συνηγορούν υπέρ της άποψης -όπως προτείνει η Πλειοψηφία- ότι πρέπει να δείξει κανείς μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στις διαδικασίες που διαμορφώνουν οι χρηματαγορές. Ο δρόμος υπέρ της μεγαλύτερης πολιτικής ενσωμάτωσης στην Ευρώπη είναι δύσκολος, όμως σε τελική ανάλυση δεν υπάρχει εναλλακτική λύση".

Δημοσιεύτηκε στην Αυγή της Κυριακής στις 9/8/2015

Προσθήκη νέου σχολίου


Κωδικός ασφαλείας
Ανανέωση