Πέμπτη, 28 Μάρτιος 2024

Οι ντοπαρισμένοι της εξουσίας

Θεωρητικά αυτό που χωρίζει σήμερα τη Δεξιά από την Αριστερά είναι, μεταξύ άλλων, η εννόηση μεταξύ ατομικού και κοινωνικού. Σχηματικά, η Δεξιά τοποθετείται υπέρ του ατομικιστικού μοντέλου επιτυχίας/αποτυχίας.

Η Αριστερά τάσσεται υπέρ του συλλογικού: στο νεοφιλελεύθερο σχήμα των εσαεί ανταγωνιζόμενων και των μοναχικών καταναλωτών, αντιπροτείνει την αρχή της κοινωνικής αλληλεγγύης. Η αλήθεια είναι ότι η ζωή (ο οικονομικός και ο δημόσιος/πολιτικός βίος) επηρεάζεται και από συλλογικές και από ατομικές δυνάμεις.

Τα τελευταία χρόνια τα ευρωπαϊκά κόμματα, και τα παλαιά δικά μας, φάνηκαν ανήμπορα να προλάβουν και, στη συνέχεια, να ερμηνεύσουν την κρίση. Πνιγμένα στην ιδεολογική και ταυτοτική τους ασάφεια, συνεχίζουν να προτείνουν μοντέλα που λίγο-πολύ έχουν αποτύχει ή που ευθύνονται για την κρίση.

Η παλαιά κυβερνώσα ελίτ φαίνεται να μην αναγνωρίζει αποτυχία στο σύστημα διακυβέρνησης όπως το μεταβίβασε ύστερα από περίπου σαράντα χρόνια αυτούσιο και μεταπολιτευτικά απαράλλακτο το 2015 σ' έναν παρείσακτο της εξουσίας, στην κυβέρνηση Τσίπρα.

Επιπλέον, η νεοφιλελεύθερη πολιτική δεν αναγνωρίζει προβλήματα στην Ευρώπη. Αντίθετα, από το 2010 και μετά, αφού οι κυβερνήσεις Ν.Δ.-ΠΑΣΟΚ παρέδωσαν τη χώρα στους δανειστές (που προσπάθησαν να διασώσουν πρώτα τα των οίκων τους και όχι την Ελλάδα), ενοχοποίησαν τους Ελληνες παρουσιάζοντας την τραγωδία σαν έναν εσμό ατομικών αμαρτιών και συβαριτισμού.

Ούτε αναστοχάστηκαν ούτε αμφισβήτησαν αυτό που ήδη αμφισβητούσε το κοινωνικό σύνολο, ελληνικό και ευρωπαϊκό: δηλαδή, το σύστημα διακυβέρνησης και τη δυνατότητά του να υπηρετεί το δημόσιο συμφέρον.

Ντοπαρισμένοι με την εξουσία, υπηρέτησαν κανονικά το δυναστικό κομματοκρατικό ελληνικό ancien regime (το παλαιό καθεστώς), εγκλωβίζοντας τη χώρα σε μόνιμη κατάσταση εσωτερικής και εξωτερικής ομηρίας. Επιπλέον, στον βαθμό που οι διανεμητικοί θεσμοί τους (μέσα και τα ρουσφέτια) ήταν αντιαναπτυξιακοί και τρωκτικοί, με καθημερινά μιντιακά ψέματα και υπεκφυγές απέκρυπταν τον κόσμο της διαπλοκής και τον «μηχανισμό» που είχαν δημιουργήσει.

Μέσα από μια διαρκή κατάσταση παραδοσιακής «νομιμοποίησης» της οικογενειακής διαδοχής στην εξουσία, αναπαραγωγής μιας κυβερνώσας ελίτ γαλαζοαίματων και χορτάτων πριγκίπων που θα λέγονται Καραμανλής, Μητσοτάκης ή Παπανδρέου, άντε Σαμαράς, Μπακογιάννης ή Γεννηματάς (μέσω γενεακών δένδρων), σήμερα δημιουργούν προσομοιώσεις καταστροφής, εφόσον δεν τους περιλαμβάνει η εξουσία.

Αναδεικνύουν προβλήματα που έως πρόσφατα δεν έβλεπαν –που προέκυψαν από τις δικές τους επιλογές. Λ.χ., η Ν.Δ. ζητά πρόωρες εκλογές και την ίδια στιγμή κατηγορεί τον Τσίπρα ότι ανέκοψε την πορεία της χώρας ζητώντας το 2014 πρόωρες εκλογές∙ αφού δεν ασκεί την εξουσία, μιλά για ακυβερνησία.

Υποκαθιστούν την «αστική ευγένεια» με ρητορικές και κραυγές όπως «χούντα», «επικίνδυνοι», «ανίκανοι», «συμμορίτες», «Βορειοκορεάτες», «Σοβιετικοί», «γκάου» κ.λπ. Διαχέουν μέσω των μιντιακών ψιττακών ένα φαντασιακό ικανοτήτων του δικού τους εκλεκτού, με μια κουλτούρα που καθηλώνει κάθε άλλη διανοητική εμπειρία στα μοντέλα διακυβέρνησης.

Κάνουν κατάλογο ψεμάτων του Τσίπρα. Εύκολο∙ αλλά ποιον ευνοεί κάτι τέτοιο; Παρακολουθήστε από τον σωρό: Γ. Παπανδρέου: «... δεν υπάρχει περίπτωση να προσφύγουμε στο ΔΝΤ. Δεν το έχουμε ανάγκη» (13.1.2010). Αντ. Σαμαράς: «Προσπάθησαν να πείσουν τους Ελληνες ότι με το Μνημόνιο θα βγει η Ελλάδα από την κρίση...» (17.10.2010).

Ευάγγελος Βενιζέλος: «Δεν είναι οι λογαριασμοί της ΔΕΗ ο μοχλός για να εισπράττεις φόρους...» (23.6.2011). Αλλά και Ευρωπαίοι: Χ. Αλμούνια: «Η ελληνική οικονομία βρίσκεται σε καλύτερη κατάσταση απ' ό,τι ο μέσος όρος της ευρωζώνης...» (18.2.2009) κ.λπ. Ποιον ευνοεί αυτή η πολιτική;

Απλώς, βουλιμικοί με την απόλυτη άσκηση της εξουσίας, ικανοποιώντας την ανάγκη τους για αυτοδικαίωση, προσχωρούν στην έκπτωση του κοινωνικού κράτους αλλά και της πολιτικής. Οι αντίπαλοι πρέπει να συκοφαντηθούν και να κατηγορηθούν ως αιρετικοί και επικίνδυνοι, με ανταμοιβή νέες περιπέτειες, νίκη, εξουσία, λάφυρα και ρουσφέτια. Ο αρχηγός και η επιτυχία του εξαρτάται μόνον από τη λειτουργία της «μηχανής» και όχι από το δικό του όραμα.

Εχω ξαναμιλήσει για την «πολιτική ως επάγγελμα». Ομως, ο Μαξ Βέμπερ μιλώντας για τη δύναμη μιας πολιτικής «προσωπικότητας» προέτασσε το ήθος της πολιτικής ως «υπόθεση εργασίας»∙ το χρέος της ειλικρίνειας∙ το πάθος, το αίσθημα ευθύνης, το μέτρο – και όχι τον μπλαζεδισμό απέναντι στους καθημαγμένους.

«Η πολιτική είναι ένα δυνατό και αργό τρύπημα σε σκληρές σανίδες, με πάθος και συγχρόνως με προοπτική. Είναι απόλυτα σωστό –και όλη η ιστορική πείρα το επικυρώνει– ότι ο άνθρωπος δεν θα πετύχαινε το εφικτό, εάν δεν πάσχιζε να πραγματοποιήσει το ανέφικτο.

»Αλλά για να το κάνει αυτό ένας άνθρωπος, πρέπει να είναι ηγέτης, και όχι μόνον ηγέτης, αλλά ήρωας – με την ακριβή έννοια της λέξης. Και ακόμη, εκείνοι που δεν είναι ούτε ηγέτες ούτε ήρωες πρέπει να οπλιστούν με τέτοια ψυχική στερεότητα που ν' αψηφούν και το θρυμμάτισμα όλων των ελπίδων τους. Χωρίς αυτή την ψυχική στερεότητα δεν θα μπορέσουν να πετύχουν ούτε καν αυτό που σήμερα είναι εφικτό...».

Αυτά δεν τα βλέπουμε πουθενά. Βλέπουμε έπαρση και «μηχανή» που αδικεί τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Και αλήθεια, πώς ο ελληνικός εραλδισμός –η οικογενειοκρατία, τα πολιτικά οικόσημα, το τζάκι– υπερασπίζεται π.χ. την αξιοκρατία και την αριστεία; Τι άλλαξε για να πετύχει το νέο πείραμα; Είναι απλώς το σχέδιο της «αριστερής παρένθεσης», ο εγωισμός «φύγε εσύ, να έρθω εγώ» με αδιαφορία για το κοινωνικό σύνολο.

Δημοσιεύτηκε στην "Εφημερίδα των Συντακτών" στις 16/9/2016.

Προσθήκη νέου σχολίου


Κωδικός ασφαλείας
Ανανέωση