Thursday, 28 March 2024

Οι «προκλήσεις» του Ζάεφ

«Ο θόρυβος γύρω από τις δήθεν "νέες προκλήσεις" είναι καταφανώς τεχνητός. Πρόκειται για μια προσπάθεια της τελευταίας στιγμής να αποσταθεροποιηθεί η κυβέρνηση μέσω του εκφοβισμού των βουλευτών της αντιπολίτευσης και των ΑΝ.ΕΛΛ. που σκοπεύουν να υπερψηφίσουν τη Συμφωνία των Πρεσπών»

Σάλος ξεσηκώθηκε για τις «νέες προκλήσεις» του Ζάεφ. Πρώτη είδηση επί ημέρες στον ΣΚΑΪ. Δικαιωμένος για την αντίθεσή του στη Συμφωνία των Πρεσπών δηλώνει ο Μητσοτάκης. Νεκρή κηρύσσει (και πάλι) τη συμφωνία ο Καμμένος. Ξανασκέφτονται τη θετική τους ψήφο, δηλώνουν ή υπονοούν στελέχη της ελάσσονος αντιπολίτευσης.

Πληροφορίες κυκλοφορούν πως δυσανασχετεί και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Και ο γνωστός προπαγανδιστικός μηχανισμός αναγγέλλει πως καταρρέει η πλειοψηφία υπέρ της συμφωνίας στη Βουλή, επίκειται η πτώση της κυβέρνησης και άρα επισπεύδονται οι εκλογές.

Ακόμη και ο αρχιτέκτονας της συμφωνίας Κοτζιάς δηλώνει με απρέπεια πως «θα τράβαγε τα αυτιά του Ζάεφ» αν ήταν στη θέση του Τσίπρα, ξεχνώντας τα ωραία που έλεγε πρόσφατα ως υπουργός. Η κυβέρνηση από την πλευρά της αφήνει να διαρρεύσει πως, μέσω του Νίμιτς, ανακάλεσε τον Ζάεφ στην τάξη και πως αυτός συμμορφώθηκε με μια «διορθωτική» (στην πραγματικότητα διευκρινιστική) δήλωση του εκπροσώπου του.

Τι είπε όμως ο Ζάεφ;

Αρχικά, τα ΜΜΕ και οι εξανιστάμενοι πολιτικοί απέφυγαν να το προσδιορίσουν. Ο Μητσοτάκης κατήγγειλε πως μίλησε για διδασκαλία της «δήθεν» μακεδονικής γλώσσας («στα σχολεία», προσέθεσαν κάποιοι). Στη συνέχεια κυκλοφόρησαν δύο βίντεο όπου ο Ζάεφ μιλάει και για «Μακεδόνες του Αιγαίου» και δηλώνει πως ο ίδιος δεν θα είναι «Βορειομακεδόνας», αλλά «Μακεδόνας» και δεν θα μιλάει τη «βορειομακεδονική», αλλά τη «μακεδονική» γλώσσα.

Οπερ έδει δείξαι, αναφωνούν οι μακεδονομάχοι μας: παραβιάζει τη Συμφωνία των Πρεσπών και εγείρει θέμα μακεδονικής μειονότητας.

Ας δούμε όμως τα πράγματα συγκεκριμένα:

Πρώτον, το ότι η γλώσσα της γείτονος είναι η μακεδονική αναγνωρίζεται ρητά στη συμφωνία (και το έχουμε αναγνωρίσει στο πλαίσιο του ΟΗΕ από το 1977). Συνεπώς, ουδέν που να συνιστά «νέα πρόκληση».

Τώρα, βάσει ποιας αρχής η διδασκαλία μιας γλώσσας, που μάλιστα αναγνωρίζεται επίσημα, απαγορεύεται σε μια δημοκρατική χώρα; Είναι λογικό τα ελληνικά να διδάσκονται στη Βόρεια Μακεδονία, αλλά τα μακεδονικά να μην μπορούν να διδάσκονται στην Ελλάδα; Αποτελεί «πρόκληση» ο Ζάεφ να υποθέσει πως η απαγόρευση θα αρθεί;

Κανείς βέβαια, ούτε ο Ζάεφ, δεν είπε πως η Συμφωνία των Πρεσπών επιβάλλει να διδάσκεται η μακεδονική γλώσσα και μάλιστα στα σχολεία μας. Πρόκειται προφανώς για ζήτημα που αφορά τα δικαιώματα των πολιτών μας και, όσον αφορά τα σχολεία, την εκπαιδευτική μας πολιτική. Ποιο θα ήταν όμως το πρόβλημα αν τα μακεδονικά διδάσκονταν μέσα ή έξω από τα σχολεία μας;

Δεύτερον, το ότι οι κάτοικοι της πλειοψηφούσας εθνότητας της γειτονικής μας χώρας θα συνεχίσουν όπως πριν να αυτοαποκαλούνται Μακεδόνες είναι επίσης γνωστό. Ουδείς διανοήθηκε ποτέ πως η συμφωνία επιβάλλει στους γείτονες να μετονομάσουν την εθνότητά τους. Αρα ούτε εδώ υπάρχει «πρόκληση».

Ας δούμε όμως και τα περί μακεδονικής μειονότητας:

Ο Ζάεφ, απαντώντας σε έναν εθνικιστή βουλευτή που τον κατήγγειλε πως εγκατέλειψε τους «Μακεδόνες του Αιγαίου», υπενθύμισε –και μάλιστα ειρωνευόμενος το «ενδιαφέρον» του συνομιλητή του– πως επί 28 χρόνια που διήρκεσε η διαμάχη με την Ελλάδα, κανείς δεν ενδιαφέρθηκε γι' αυτούς τους ανθρώπους. Ενώ τώρα, με την επίλυση της διαμάχης, θα μπορούν να διδάσκονται και τη γλώσσα τους. Εγείρει άραγε μειονοτικό ο Ζάεφ;

Αποτελεί αντικειμενικό γεγονός πως στην ελληνική Μακεδονία υπάρχουν κάτοικοι που έχουν μητρική γλώσσα τα μακεδονικά και πως μερικοί από αυτούς (όχι πολλοί πάντως) αυτοπροσδιορίζονται και ως εθνοτικά Μακεδόνες. Αυτούς οι γείτονές μας τους αποκαλούν ανέκαθεν «Μακεδόνες του Αιγαίου». Η ελληνική πολιτεία, μοιάζοντας σ' αυτό περισσότερο με τριτοκοσμική χώρα παρά με κράτος-μέλος της Ε.Ε., όχι μόνο δεν αναγνωρίζει την ύπαρξη μακεδονικής μειονότητας, αλλά παρεμβάλλει και ποικίλα εμπόδια στην ελεύθερη έκφραση και οργάνωση αυτών των Ελλήνων πολιτών. Γι' αυτό και έχουμε καταδικαστεί από το Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Στρασβούργου.

Με την ανεξαρτητοποίηση της γιουγκοσλαβικής Μακεδονίας, περιλήφθηκε άρθρο στο Σύνταγμά της που, σύμφωνα με το ισχύον διεθνές δίκαιο, προέβλεπε το ενδιαφέρον του κράτους για τους ομοεθνείς τους στις γειτονικές χώρες. Πράγματι, το διεθνές δίκαιο δίνει αυτό το δικαίωμα στις χώρες-μητέρες. Οπως δηλαδή η Ελλάδα νομιμοποιείται να επιδεικνύει ενδιαφέρον για την ελληνική μειονότητα στην Αλβανία, χωρίς αυτό να συνεπάγεται αλυτρωτικές βλέψεις.

Ομως, οι κυβερνήσεις της γείτονος σωφρόνως απέφυγαν να εγείρουν θέμα μακεδονικής μειονότητας, σε αντίθεση με την πρακτική παλαιότερων κυβερνήσεων της Γιουγκοσλαβίας.

Εκτίμησαν υποθέτω ορθά πως το μείζον ήταν η ομαλοποίηση των διμερών σχέσεων με την επίλυση του ζητήματος του ονόματος. Θα εκτίμησαν επίσης ότι το μειονοτικό αποτελούσε «κόκκινη γραμμή» για την Αθήνα και δεν άξιζε να τορπιλίσει τις διαπραγματεύσεις. Εξάλλου, η Ελλάδα είναι χώρα δημοκρατική και μέλος του Συμβουλίου της Ευρώπης, και οι όποιοι εθνοτικά Μακεδόνες πολίτες της μπορούν να διεκδικήσουν τα δικαιώματά τους στο πλαίσιο του Συντάγματός μας και των διεθνών υποχρεώσεων της χώρας.

Συνεχίζοντας στη λογική αυτή, ο Ζάεφ δέχτηκε την τροποποίηση του σχετικού άρθρου του Συντάγματος ώστε να μην υπάρχει πλέον ρητή μνεία των ομοεθνών τους σε γειτονικές χώρες, ενώ παρέμειναν και οι ισχυρότατες διατάξεις που απαγορεύουν την ανάμειξη στις εσωτερικές υποθέσεις γειτονικών χωρών και όσον αφορά πολίτες των τελευταίων.

Ο θόρυβος γύρω από τις δήθεν «νέες προκλήσεις» είναι συνεπώς καταφανώς τεχνητός. Πρόκειται για μια προσπάθεια της τελευταίας στιγμής να αποσταθεροποιηθεί η κυβέρνηση μέσω του εκφοβισμού των βουλευτών της αντιπολίτευσης και των ΑΝ.ΕΛΛ. που σκοπεύουν να υπερψηφίσουν τη Συμφωνία των Πρεσπών.

Στηρίζεται σε συνειδητές διαστρεβλώσεις στα όρια των fake news. Ο Ζάεφ ούτε παραβιάζει τη Συμφωνία των Πρεσπών ούτε εγείρει θέμα μακεδονικής μειονότητας. Αντίθετα, με τη συμφωνία αφίσταται από την επίκληση δικαιώματος που του δίνει το διεθνές δίκαιο. Αν ο Μητσοτάκης και οι μακεδονομάχοι ψάχνουν υπευθύνους για την έγερση θέματος μακεδονικής μειονότητας, ας καταγγείλουν (ως αυθεντικοί Ευρωπαίοι!) τις συμβάσεις του Συμβουλίου της Ευρώπης και τις αποφάσεις του Δικαστηρίου του Στρασβούργου, όχι τον Ζάεφ και τις Πρέσπες.

Το γεγονός ωστόσο πως ο τεχνητός αυτός θόρυβος βρίσκει κάποια απήχηση στην ελληνική κοινωνία οφείλεται στο ότι ο πυρήνας της εθνικιστικής θέσης για το Μακεδονικό εξακολουθεί να ασκεί γοητεία και όχι μόνο στους φανατικούς μακεδονομάχους και τους ακροδεξιούς. Η επίσημη θέση της χώρας βασίζεται μεν στο ότι καμία πλευρά δεν πρέπει να μονοπωλεί τον όρο Μακεδονία, αλλά στην πραγματικότητα οι περισσότεροι Ελληνες εξακολουθούν να πιστεύουν πως η Μακεδονία είναι ιδιοκτησία μας. Γι' αυτό και:

• Λέγεται πως «δώσαμε» τη γλώσσα στη γείτονα (έστω και ως «συμβιβασμό»), ενώ βέβαια δεν θα μπορούσαμε να δώσουμε κάτι που ποτέ δεν είχαμε, μακεδονική γλώσσα.
• Αδυνατούμε να «χωνέψουμε» ότι υπάρχει μια σύγχρονη μακεδονική εθνότητα.
• Ακόμη και υποστηρικτές της Συμφωνίας των Πρεσπών βρίσκονται σε άμυνα όταν οι γείτονές μας επαναβεβαιώνουν την ταυτότητά τους.
• Οι καταληψίες μαθητές επικρίνονται μεν για το φασιστικό σύνθημα πως «η δημοκρατία πούλησε τη Μακεδονία» που εμπνέεται από τη Χρυσή Αυγή, όχι όμως για το «η Μακεδονία είναι ελληνική» που υποστηρίζεται από το σύνολο του εθνικιστικού κατεστημένου και παραπέμπει σε μονοπώληση του όρου από μέρους μας.
Είναι κατανοητό, στην προσπάθειά της να «περάσει» τη συμφωνία, η κυβέρνηση να επιδιώκει να απομονώσει τις πιο ακραίες φωνές και να παίρνει υπόψη τις ευαισθησίες των αμφιταλαντευομένων. Φοβάμαι όμως πως αν αυτή η αμυντική τακτική ξεπεράσει κάποια όρια, αν η κυβέρνηση και οι δυνάμεις που υποστηρίζουν τη συμφωνία υποστείλουν το μέτωπο κατά του εθνικισμού και αφήσουν να ηγεμονεύουν τα ιδεολογήματα κατά του «μακεδονισμού», η εξομάλυνση με τη γείτονα κινδυνεύει να έχει την τύχη του Κυπριακού.

Θέλω πάντως να ελπίζω πως η κυβέρνηση θα αντισταθεί σε κάθε πίεση να υπαναχωρήσει από μια από τις θετικότερες ενέργειες της θητείας της. Αυτό τουλάχιστον δήλωσε σαφώς ο Τσίπρας από τη Μόσχα.

*Δημοσιεύτηκε στην "Εφημερίδα των Συντακτών" στις 11/12/2018.

Εγκαταλειμμένα χωριά

Η εγκατάλειψη των χωριών, η κοινωνική ερημοποίηση της ελληνικής υπαίθρου, σε συνδυασμό με τις απειλές της κλιματικής αλλαγής, δημιουργούν ένα εφιαλτικό τοπίο. Η διπλή αυτή απειλή, μπορεί να αποβεί μοιραία, αν δεν ληφθούν από τώρα μέτρα, στη βάση ενός εθνικού σχεδίου ανασυγκρότησης του πρωτογενούς τομέα. Δεν αναφέρομαι εδώ στα τρέχοντα (επιδοτήσεις, καθυστερήσεις, συντεχνίες, γραφειοκρατία), αλλά στα θεμελιώδη που πρέπει να μας απασχολήσουν επειγόντως. Κι εξηγούμαι.

Η αξία του μόχθου, η καλλιέργεια της γης, η αγάπη της αγροτικής παραγωγής φαίνονται για πολλούς σήμερα απόμακρα, εξωπραγματικά. Τρείς γενιές ελλήνων μεγάλωσαν σε αστικό χώρο, έχουν αποξενωθεί από την χειρωνακτική αγροτική εργασία και από τη ζωή στο χωριό. Είναι επάγγελμα τελικά η ενασχόληση με τη γη ή είναι «αποστολή», δηλαδή ανώτερο κοινωνικό λειτούργημα; Η ευρωπαϊκή αντίληψη και ειδικά η αρχαία ελληνική και η ρωμαϊκή παράδοση είναι σαφείς. Μυθολογία, θεότητες, σύμβολα, γραπτά κείμενα, μνημεία, προφορική παράδοση, όλα συντείνουν προς τη δεύτερη, την ευγενή εκδοχή. Ιστορικά, δεν πρόκειται για επάγγελμα, για άσκηση βιοπορισμού, ούτε για συντεχνία. Πρόκειται για βάθρο κοινωνίας, για θεμελιώδη επιλογή ζωής. «Σύμφωνα με μια παράδοση ο Ρωμύλος είχε απαγορεύσει εντελώς την άσκηση επαγγελμάτων από τους Ρωμαίους, που όφειλαν να θεωρούν αποστολή τους τη στρατιωτική υπηρεσία και τη γεωργία, ενώ η άποψη ότι ο γεωργός και όχι ο βιοτέχνης ή ο έμπορος είναι η ηθικώς υπέρτερη μορφή στην κοινωνία διατηρήθηκε και μετά τον Κάτωνα και τον Κικέρωνα, ώς την αυτοκρατορική εποχή» (GEZA ALFODLY, «Ιστορία της ρωμαϊκής κοινωνίας», έκδοση ΜΙΕΤ, Αθήνα 1988).

Η γενική απαξίωση της χειρωνακτικής και ειδικά αγροτικής εργασίας στην εποχή μας είναι εμφανής. Η μιζέρια, το πάθος, η υπερβολή της μεταπολεμικής περιόδου ώθησε γενιές ολόκληρες «μακριά από το χωριό». Η εξωτερική και εσωτερική μετανάστευση ήρθαν ως επιστέγασμα μιας διπλής σύμπτωσης: της τεχνολογικής εξέλιξης (αγροτικά μηχανήματα) και της ανάγκης εμβασμάτων από το εξωτερικό. Η πρόοδος και η αστικοποίηση ταυτίστηκαν με την εγκατάλειψη της φτωχής υπαίθρου. Η σύγχρονη εποχή δεν αγαπά την αγροτική εργασία. Η φιλελεύθερη, αλλά και η μαρξιστική θεωρία και πρακτική θεωρούν την αγροτική εργασία κατώτερη των άλλων, προτιμούν για ευνόητους λόγους την εργατιά, την υπαλληλία, το κατάστημα, το εμπόριο, την σιγουριά του μηνιαίου μισθού και «την ευδαιμονία της κατανάλωσης» της πόλης. Γίνεται όμως εμπόριο χωρίς πρώτη ύλη; Χωρίς αγροτικό προϊόν μπορεί να υπάρξει μεταποίηση; Κι εδώ είναι η αντίφαση. Μέχρι τώρα, πολλοί πίστεψαν ότι ...οι εισαγωγές θα δώσουν τη λύση. Μόνο που εισαγωγές σημαίνει έλλειμμα, χρέος, εξάρτηση, παρασιτισμός. Βλέπουμε σήμερα δυστυχώς τα αποτελέσματα της οικονομίας των εισαγωγών και των διαρκών ελλειμμάτων. Είναι γνωστό ότι η συμμετοχή του πρωτογενούς τομέα στη σύνθεση του ΑΕΠ είναι πολύ χαμηλή, υπολογίζεται γύρω στο 3,5%. Αντίθετα ο πρωτογενής τομέας συμμετέχει στην απασχόληση με υψηλό ποσοστό κι αυτό δείχνει την χαμηλή παραγωγικότητα του τομέα. Οι εγγενείς λόγοι είναι πολλοί κι έχουν επαρκώς αναλυθεί. Η αντιμετώπιση των βαθύτερων αιτίων είναι δύσκολη, αφού αυτά συνδέονται με κοινωνιολογικά ζητήματα (ηλικιακή σύνθεση του αγροτικού πληθυσμού, απαξίωση του επαγγέλματος του αγρότη, εγκατάλειψη του χωριού και της υπαίθρου, συρρίκνωση των κρατικών υπηρεσιών, κοκ).

Η ανάγκη αύξησης της αγροτικής παραγωγής σε όλους τους κλάδους (κτηνοτροφία, αλιεία, γεωργία) και βελτίωσης της ποιότητας των προϊόντων είναι αυταπόδεικτη. Ετσι θα μειωθούν οι εισαγωγές, θα περιοριστεί το εμπορικό μας έλλειμμα, θα ισορροπήσει το αγροτικό εμπορικό ισοζύγιο. Οι τάσεις όμως της αγοράς είναι αντίθετες. Παρά την πολυετή κρίση και την αναμενόμενη στροφή των νέων προς τον αγροτικό τομέα, τα στοιχεία δείχνουν συνεχή μείωση των εκμεταλλεύσεων και μείωση των θέσεων εργασίας. Σε ορισμένους τομείς, π.χ. κτηνοτροφία, η παραγωγή διασφαλίζεται χάρη στην εργασία των μεταναστών, παλαιότερα αλβανών και τώρα των εργατών ασιατικής καταγωγής.

Εδώ και χρόνια η φορολογική διοίκηση έχει το πάνω χέρι στα αγροτικά πράγματα. Το ποιός είναι αγρότης καθορίζεται από μια γραφειοκρατία που ελέγχει τις ευρωπαϊκές επιδοτήσεις και έχει ως αποστολή τη διαφύλαξη των συμφερόντων της και την συλλογή φόρων. Τώρα τα πράγματα έμπλεξαν κι άλλο λόγω της κρίσης και της απαραίτητης διεύρυνσης της φορολογικής βάσης. Ασφαλιστικό, φορολογικό, λογιστικά βιβλία, εργόσημο, «ιστορικά δικαιώματα», κοκ, με δυο λόγια όλα τα θέματα των αγροτών, έγιναν ένα κουβάρι, ένας γόρδιος δεσμός. Και Μέγας Αλέξανδρος δεν φαίνεται στον ορίζοντα... Οι «κατά κύριο επάγγελμα αγρότες» λιγοστεύουν με δραματικό ρυθμό. Οι νέοι παραγωγοί είναι ελάχιστοι, η εγκατάλειψη της υπαίθρου είναι αδιαμφισβήτητο γεγονός, το βλέπει κανείς παντού. Αυτά και άλλα αντίστοιχα είναι τα θέματα που πρέπει να προτάξουν οι αγρότες-παραγωγοί, δεν έχει κανένα νόημα σήμερα η παραδοσιακή κομματική, καθοδηγούμενη διαμαρτυρία, τα μπλόκα και τα γμωστά συνθήματα. Το να στέλνεις λάθος μήνυμα στην κοινωνία με τρακτέρ στους δρόμους ή περήφανες κομματικές φιέστες, είναι αναποτελεσματικό. Χρειάζεται βεβαίως αντίδραση των αγροτών σε όλα αυτά τα απερίγραπτα που βιώνουν με προτάσεις, με στόχους, με επαγγελματικές οργανώσεις, αλλιώς δεν υπάρχει περίπτωση να προκύψει λύση.
Ο νόμος σήμερα θεωρεί τους αγρότες ελεύθερους επαγγελματίες, αλλά όχι παραγωγούς. Εκεί είμαστε, δεν είναι κατά νόμο, όπως θάπρεπε, παραγωγοί προϊόντων και υπηρεσιών (αγαθά, περιβάλλον, οικοσύστημα, βιοποικιλότητα) για την κοινωνία. Θεωρούνται στην ουσία ελεύθεροι επαγγελματίες, παρά το ότι η ΚΑΠ είναι δεσμευτικότατη σε ό,τι αφορά πρωτοβουλίες παραγωγής.

Νοιάζεται κανείς για το μέλλον της παραγωγής, το μέλλον του χωριού και του τόπου; Κοινωνία χωρίς ντόπιους παραγωγούς μπορεί να υπάρξει; Χώρα χωρίς ζωντανά χωριά μπορεί να σταθεί;
Τα ιστορικά στοιχεία είναι σαφή. Είχαμε εγκαταλειμμένα χωριά στην περίοδο της τουρκοκρατίας λόγω της φυγής στο βουνό και στην περίοδο 1800-1850 αναφέρονται 662 εγκαταλειμμένα χωριά (Κωστής Μοσκώφ, «Η εθνική και κοινωνιή συνείδηση στην Ελλάδα», 1974. Τώρα όμως το θέμα τίθεται διαφορετικά. Θα έχουμε εθνική παραγωγή, διατροφική επάρκεια, χωρίς νέους ανθρώπους στην ύπαιθρο; Ηδη η σημερινή μικρή εθνική αγροτική παραγωγή στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στην εργασία των ηλικιωμένων αγροτών, των συνταξιούχων και συνάμα των ξένων εργατών, νομίμων και εποχικών-μετακλητών. Κι αυτό σε εποχή υψηλής ανεργίας των νέων...τόσο στην Αθήνα, όσο και την επαρχία. Ποιός θα αλλάξει αυτά τα πράγματα, αυτές τις αντιλήψεις, αυτή τη νοοτροπία; Πώς θα μαζευτούν τα φρούτα και οι ελιές χωρίς τους νέους ανθρώπους; Η ανέχεια υποχρέωνε ολόκληρη την αγροτική οικογένεια σε συμμετοχή στην παραγωγή, για τις γενιές που μεγάλωσαν πριν το 1970. Μετά ήρθε η καλοπέραση, το εύκολο χρήμα. Γιατί όμως άλλες ευρωπαϊκές χώρες δεν εγκατέλειψαν παντελώς την αγροτική τους παραγωγή;

Αλλά δεν είναι μόνο οικονομικό το θέμα. Υπάρχει το ζήτημα των αρχών, των νοοτροπιών, του τρόπου ζωής. Ποιός πολιτικός θα σταθεί τώρα ως πρότυπο βίου; Ποιός δάσκαλος θα διδάξει στα παιδιά αγάπη για τη φύση, «τα αγαθά τοις κόποις κτώνται», τη λαϊκή σοφία των παροιμιών υπέρ του κόπου, του μόχθου, του έντιμου βίου; Ισως η Ανάγκη, όπως έλεγε ο Βίκτωρ Ουγκώ. Πριν την Ανάγκη όμως, ας δούμε την δική μας πραγματικότητα. Εχουμε έναν εκπληκτικό τόπο, έχουμε παραδοσιακά μεσογειακά προϊόντα, έχουμε ένα μοναδικό περιβάλλον, έχουμε πολλά πλεονεκτήματα και μικρο-κλίματα που δίνουν αρώματα, βότανα, δημητριακά, λάδι, φρούτα, λαχανικά, κρέατα και γαλακτοκομικά άριστης ποιότητας. Εχουμε μια παράδοση χιλιετιών, γευσιγνωσία αιώνων, αγαθά μοναδικά. Πολλά από αυτά προστατεύονται από την εθνική και κοινοτική νομοθεσία, τα γνωστά ΠΟΠ.

Το ερώτημα είναι τούτο; Όπως πάμε, σε λίγα χρόνια, δεν θα υπάρχουν νέοι παραγωγοί, η νοοτροπία της υποβάθμισης της αγροτικής παραγωγής και εργασίας σε συνδυασμό με την αστυφιλία και τις δύσκολες συνθήκες που βιώνουν τα νέα ζευγάρια, οδηγούν σε πλήρη εγκατάλειψη τα χωριά. Και γεωργία χωρίς ζωντανά χωριά, χωρίς νέα ζευγάρια, δεν γίνεται. Εκτός κι αν θέλουμε τα χωριά μας ερείπια και τα κτήματα σε Ανώνυμες Εταιρείες, με χιλιάδες ξένους εργάτες για φράουλα ή ελιές και κτηνοτροφικές μονάδες βιομηχανικού τύπου. Κάθετες όπως λένε οι τεχνοκράτες, μόνο που αυτοί δεν σκαλίζουν, δεν ποτίζουν, δεν αρμέγουν...Βρίσκουν το γάλα έτοιμο στο σούπερ-μάρκετ, όπως όλοι μας πλέον, δεν ενδιαφέρει αν αυτό παράγεται στην Αργεντινή, στην Γερμανία ή στην Ελλάδα. Η αγορά νάναι καλά και όλα τα άλλα είναι στατιστικές. Η Ηπειρος, Μεσσηνία, η Κρήτη, η Ελασσόνα, η Νάξος, η Ορεστιάδα, η Ελλάδα, χώρα όπου δεν υπάρχει βιομηχανική παράδοση, μπορεί να ζήσει έτσι; Το δικό μας ενδογενές μοντέλο της αγροτικής οικογενειακής εκμετάλλευσης μπορεί να επιβιώσει κα πώς; Πώς θα αγαπήσει η νέα γενιά τον πρωτογενή τομέα και πώς αυτός θα στηριχθεί από την Πολιτεία στις σημερινές συνθήκες; Με την πρόσθετη απειλή του δημογραφικού, αφού δεν κάνουμε παιδιά και υπάρχει μείωση του πληθυσμού και της αυξανόμενης φτώχειας στην ύπαιθρο, ποιο είναι το μέλλον για το ελληνικό χωριό;

Παράλληλα είναι γνωστό και έκδηλο πλέον ότι η κλιματική αλλαγή επηρεάζει δυστυχώς και τη χώρα μας, σχεδόν όλες τις παραγωγικές περιοχές. Εχουμε επίσης ως χώρα και αρνητικό περιβαλλοντικό αποτύπωμα: «Η κατανάλωση περιβαλλοντικών πόρων στην Ελλάδα υπερβαίνει την εθνική παραγωγή σε τέτοιον βαθμό, ώστε θα χρειαζόταν μια περιοχή ίση με 2,47 φορές την επιφάνεια της Γης για να ικανοποιήσει τις ανάγκες των καταναλωτών αν όλοι οι κάτοικοι του πλανήτη κατανάλωναν πόρους όπως οι 'Ελληνες.»(βλ. την έκθεση https://www.ypaithros.gr/klimatiki-allagi-pos-tha-epireasei-tin-ellada/).

*Δημοσιεύτηκε στο nextdeal.gr στις 10/12/2018. 

Ανασυγκρότηση της Αριστεράς

Ο Μακιαβέλι λέει ότι η πολιτική μοιάζει με Κένταυρο. Μισός άνθρωπος – μισός άλογο, δηλαδή συνδυασμός πειθούς και καταναγκασμού. Αυτόν τον εύγλωττο συνδυασμό έλλογου και α-λογου χρησιμοποίησε και ο Γκράμσι για να δημιουργήσει την έννοια της ηγεμονίας. Η ηγεμονία είναι κάτι πολύ περισσότερο από την κατοχή της εξουσίας, αλλά και κάτι περισσότερο από ωραίες ιδέες. Δεν υπάρχει πολιτική χωρίς τη λάντζα της. Αλλά είναι η περιβάλλουσα ατμόσφαιρα ιδεών και συναισθημάτων που δίνει ισχύ και προοπτική στις αποφάσεις της.

Ας σκεφτούμε με τους όρους αυτούς την πολιτική μας εμπειρία. Αν η Μεταπολίτευση ήταν μια μεγάλη εποχή μεταρρυθμίσεων –δημοκρατικοί θεσμοί, εκπαίδευση, οικογενειακό δίκαιο και έμφυλες σχέσεις, ΕΣΥ κ.λπ.– και αν οι μεταρρυθμίσεις αυτές άλλαξαν σε βάθος την ελληνική κοινωνία, ήταν γιατί τις διασφάλισε ένας κύκλος ιδεών και συναισθημάτων, πολύ ευρύτερος στη διάδοσή του, από τα κόμματα που είχαν την πρωτοβουλία τους.

Διαθέτει σήμερα η κυβέρνηση μια ανάλογη ηγεμονία ιδεών στην κοινωνία; Δύσκολα θα το υποστήριζε κανείς αυτό. Περάσαμε πράγματι μια δύσκολη και ανάποδη περίοδο, με διακυβέρνηση υπό κηδεμονία, με ισχνή πλειοψηφία, την οποία εξασφάλιζε μια συμμαχία με συντηρητικές δυνάμεις. Ο Κένταυρος επιβίωσε, αλλά το μήνυμά του δεν ακούστηκε ευκρινώς.

Εχει όμως ένα μήνυμα η Αριστερά και ποιο είναι αυτό; Ως έναν βαθμό, η ίδια η Αριστερά, συγκρίνοντας το τι ήθελε και προσδοκούσε πριν από το 2015 και το τι πέτυχε σήμερα, δεν το αντιλαμβάνεται. Γι' αυτό και κατατρύχεται από αισθήματα «ήττας» και από ενοχές εγκατάλειψης των ιδεολογικών της «πιστεύω». Δηλαδή η συνείδηση δεν ανταποκρίνεται στο είναι. Συνέπεια η παλινδρόμηση ανάμεσα στο τι ήταν πριν και τι είναι τώρα.

Δεν έχει ανακεφαλαιώσει τα ίδια της τα πεπραγμένα και δεν έχει δώσει προοπτική και μελλοντικότητα σε αυτό που κάνει. Δεν έχει συνειδητοποιηθεί δηλαδή ότι η Ελλάδα βγήκε από μια κρίση η οποία ισοδυναμούσε σχεδόν με πόλεμο, και η οποία ήταν διπλή, αν συνυπολογίσουμε και τη μεγάλη μεταναστευτική κρίση, με τους δημοκρατικούς της θεσμούς άθικτους και εν λειτουργία, με ενισχυμένους δεσμούς με την Ευρώπη παρά τα καψώνια, χωρίς να έχει εξοκείλει στην Ακρα Δεξιά που θεριεύει σε όλη την Ευρώπη, προσπαθώντας να λύσει μεγάλα χρονίζοντα προβλήματα όπως το Μακεδονικό, τα δικαιώματα και οι σχέσεις με την Εκκλησία.

Αλλά αυτά είναι η αφετηρία. Εκείνο που περιμένουν οι πολίτες να ακούσουν είναι τις προτάσεις της για το τι κοινωνία θέλουμε, τι πολίτες θέλουμε, όχι γενικά και αόριστα, αλλά στις συγκεκριμένες συνθήκες και καταναγκασμούς.

Εχει γίνει πολύς λόγος για σοσιαλδημοκρατικοποίηση του ΣΥΡΙΖΑ. Αγονη συζήτηση γιατί:

α) στην Ελλάδα η σοσιαλδημοκρατία δεν έχει ρίζες,
β) το ΠΑΣΟΚ ποτέ δεν έγινε κλασικό σοσιαλδημοκρατικό κόμμα και
γ) η σοσιαλδημοκρατία περνά βαθιά κρίση, δεν είναι αυτό που ήταν και στο εσωτερικό της σοβαρές συζητήσεις εγκυμονούν ευρύτερες ανακατατάξεις. Εκείνο το οποίο έχει σημασία είναι η ανασυγκρότηση της Αριστεράς. Μια αναδόμηση με ευρύτερες δυνάμεις, με βάση τα νέα προβλήματα και με βάση την εμπειρία της διακυβέρνησης.
Γιατί η Αριστερά δεν είναι πλέον ο άοπλος αγνός προφήτης, αλλά πολύπαθος και πολυμήχανος Κένταυρος. Επομένως, η ανασυγκρότηση δεν θα γίνει στο πεδίο των συζητήσεων, αλλά στο πεδίο των πολιτικών πρωτοβουλιών.

Και εδώ αρχίζουν τα προβλήματα. Παρά τις διακηρύξεις, εξακολουθεί μια αυτο-απομονωτική πολιτική, και το βλέπουμε στον ορισμό στενά κομματικά υποψηφίων στις δημοτικές εκλογές, σε ένα πεδίο που προσφέρεται κατ'εξοχήν σε συμμαχίες. Δεν είναι δυνατόν στη δεκαετία του '50, όταν η Αριστερά καταδιωκόταν, να μπορεί να αναδεικνύει υποψηφίους με ευρύτερη επιρροή, να κερδίζει όλους τους μεγάλους δήμους, και να μην μπορεί να το κάνει σήμερα, καταφεύγοντας στην απομόνωση. Τα είπαμε γι' αυτά με αφορμή την παλινδρόμηση στη σκανδαλολογία. Νοοτροπία σκαντζόχοιρου.

Πράττει σαν να έχει προαποφασιστεί ότι, εν όψει ήττας, θα σμιλέψει ένα μικρό αλλά ανθεκτικό κόμμα αποφασισμένων για τους δύσκολους καιρούς. Αλλά επιβίωση και συντήρηση, με τις συνειδήσεις των οπαδών στο ψυγείο, είναι νοοτροπία ΚΚΕ, όχι μιας Αριστεράς που συμμετέχει στο ιστορικό γίγνεσθαι.

Τι κάνουμε απέναντι στο τσουνάμι της Ακροδεξιάς, που το βλέπουμε όχι μόνο στην Ευρώπη, αλλά να έρχεται κι εδώ, και μάλιστα με εφήβους; Είναι μόνο ο ΣΥΡΙΖΑ που ανησυχεί; Και η άλλη Αριστερά, το προοδευτικό κομμάτι της κοινωνίας; Ποιος θα ανταποκριθεί στις ανησυχίες του; Το ΚΙΝ.ΑΛΛ. απογοητεύει, γιατί πάει όλο και πιο δεξιά. Πώς θα γίνουν συμμαχίες;

Συχνά επικαλούμαστε την εμπειρία της δημοκρατίας της Βαϊμάρης. Αλλά αν τα δυο αριστερά της κόμματα δεν πολεμούσαν τότε το ένα το άλλο, η κατάληξη θα μπορούσε να είναι και διαφορετική. Αλίμονο για την ίδια την κοινωνία και για την τύχη της δημοκρατίας στην Ελλάδα, αν η μάχη δοθεί με σημαία την κομματική επιβίωση. Πρέπει να δοθεί με στόχο την ηγεμονία στην κοινωνία. Με τη δημιουργία μιας ευρύτερης περιβάλλουσας ατμόσφαιρας. Την ευρύτερη ανασυγκρότηση της Αριστεράς.

*Δημοσιεύτηκε στην "Εφημερίδα των Συντακτών" στις 3/12/2018. 

Είναι απολιτίκ τα «κίτρινα γιλέκα»;

Δεν είναι καινούργια η καχυποψία ότι αρκετοί –με «πολιτικές» πτήσεις δεξιών και αριστερών φτερών ή και με φτερά «πέραν της Δεξιάς και της Αριστεράς»– σκέφτονται περισσότερο την καριέρα τους παρά το μέλλον των συμπολιτών τους∙ κυκλοφορεί σε μεγάλες δόσεις στους δρόμους, τις πλατείες και στις συζητήσεις στην Ευρώπη.

Επιπλέον, το ότι αρκετοί κυβερνώντες κατανοούν και συνομιλούν πιο χαλαρά με τα χρηματοοικονομικά συμφέροντα του καζινοκαπιταλισμού –αν δεν είναι κιόλας με κάποιο τρόπο «έμμισθοί» του– σχολιάζεται ήδη σε αρκετές χώρες.

Ειδικά, το σύστημα της Γαλλίας όχι μόνον δεν αποτελεί εξαίρεση αλλά, ιστορικά από το 1970, είχε δώσει ρυθμό στην ταυτότητα των διεθνών ελίτ.

Οι οικογενειακές σχέσεις μεταξύ κυβερνητικών στελεχών και υπουργών και διοικητών των μεγάλων εταιρειών και οι συντροφικές σχέσεις των πτυχιούχων, π.χ. των Grandes Écoles –ατόμων που συνδέονται μεταξύ τους με «παλαιούς πανεπιστημιακούς δεσμούς»– συνέβαλαν στην επιτυχία μιας παγκόσμιας πασαρέλας φορολογικών ιδεών που στήθηκε από τις μεγάλες επιχειρήσεις για τις μεγάλες επιχειρήσεις και τον πλούτο.

Ο Εμανουέλ Μακρόν είναι ένα τυπικό παιδί του «Pantouflage», ή αλλιώς, της «περιστρεφόμενης πόρτας», δηλαδή, της εύκολης μετακίνησης από μια υψηλόβαθμη θέση σε κάποια άλλη: από το υπουργείο Οικονομίας στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τη γαλλική οικονομική ανάπτυξη, από την Τράπεζα Ρότσιλντ στο υπουργείο Οικονομικών του σοσιαλιστή Ολάντ και, τέλος, στην προεδρία της Γαλλικής Δημοκρατίας.

Σήμερα, χωρίς κόμμα και δημοτικότητα, ο πρίγκιπας που μελετούσε τον χρηματιστηριακό δείκτη CAC40 του Παρισιού, αντιμετωπίζει την πιο σοβαρή θεσμική κρίση που βίωσε ποτέ η Γαλλία από τον Μάη του '68. Πληρώνει το τίμημα της έλλειψης ευαισθησίας στις ιδέες της δικαιοσύνης και της ισότητας, λέει ο οικονομολόγος Τομά Πικετί.

Μα δεν πρόκειται για κάτι πρωτόγνωρο στην Ευρώπη· δεν είναι κάτι νέο για την «τροφό των επαναστάσεων». Και ας σκεφτούμε ότι τα διευθυντήρια της Ευρώπης (Βρυξέλλες, Φρανκφούρτη, Στρασβούργο και Βερολίνο) δεν είναι άμοιρα των γαλλικών εξελίξεων.

Ομως –για πολλοστή φορά– το θέμα είναι ότι τα «κίτρινα γιλέκα» επιμένουν πως δεν καθοδηγούνται από τα κόμματα∙ ούτε θέλουν. Και μόνον η «παραδοχή του α-κομματικού», ήδη, καλουπώνει το στερεοτυπικό μιξάζ της γυμνής δύναμης των μεγάλων αριθμών με την ανικανότητα του όχλου, δηλαδή, την ασχετοσύνη και τον μηδενισμό που, συνήθως, αποδίδεται ως «απολιτίκ» στους μεγάλους αριθμούς «χωρίς πολιτική καθοδήγηση». Και τι ξέρουν και τι μπορούν να πετύχουν, δηλαδή, οι «απολιτίκ»;

Ωστόσο, αν κρίνει κάποιος τα 42 αιτήματα των «κίτρινων γιλέκων» στη γαλλική κυβέρνηση για κοινωνικά, οικονομικά, πολιτισμικά, εργασιακά θέματα, θα δει ότι τα περισσότερα είναι αμιγώς πολιτικά. Θα νόμιζε ότι πρόκειται για το πρόγραμμα μιας φανταστικής Αριστεράς της Ευρώπης – ενήμερων δημοκρατών που έχουν «λόγο και άποψη» για όλα: από το εκλογικό σύστημα μέχρι την παιδεία και το προσφυγικό.

Το θέμα του απολιτίκ είναι μεγάλο. Αλλά, στην προκειμένη περίπτωση είναι και αμφίδρομο. Οι απολιτίκ πράγματι δεν κατανοούν πώς ένας κεντρώος (πέραν της Αριστεράς και της Δεξιάς) επαγγελματίας του απολιτίκ φιλοευρωπαϊσμού αλλά και οπαδός του νεοφιλελευθερισμού βάζει τα δυνατά του να μεταρρυθμίσει μια μονόδρομη Ευρώπη που αρνείται να μεταρρυθμιστεί.

Και δεν μπορούν να καταλάβουν πώς θα πετύχει τη μεταρρύθμιση της Ευρώπης όταν, ταυτόχρονα, θέλει να εφαρμόσει πλήρως στη χώρα του μια ευρωπαϊκή πολιτική μεταρρυθμίσεων η οποία, έτσι κι αλλιώς, τον εκθέτει και με το παραπάνω σε κινδύνους πολιτικού καμποτινισμού και γελοιοποίησης. (Το παραπάνω ερώτημα αφορά και εμάς, στην Ελλάδα.)

Και, για να τελειώνουμε, τα απολιτίκ «κίτρινα γιλέκα» είναι πιο πολιτικά σε σχέση με τη διευθύντρια του ΔΝΤ Κριστίν Λαγκάρντ που, ενώ έκανε ό,τι περνάει από το χέρι της για να διογκώσει τη φτώχεια και την κοινωνική οργή στην Ευρώπη, τη Λατινική Αμερική, την Αφρική κ.α., εκφράζει τώρα τους φόβους της για την έλευση μιας νέας «εποχής της οργής».

Η άνοδος της Ακροδεξιάς στην Ευρώπη, το νωπό παράδειγμα της Ισπανίας όπου νοσταλγοί του Φράνκο για πρώτη φορά εισέρχονται στο κοινοβούλιο της Ανδαλουσίας, δεν επιτρέπει εύκολα συμπεράσματα. Η Ευρώπη αλλάζει. Σήμερα, η αδόμητη προσέγγιση των «κίτρινων γιλέκων» για τη Γαλλία –για το καλό ή το χειρότερο– θέτει τα πολιτικά ζητήματα για τον 21ο αιώνα. Οφείλουμε να τα δούμε.

Η επίκληση του «Aux armes citoyens! Στα όπλα πολίτες» της «Μασσαλιώτιδας» ίσως, δεν είναι απάντηση. Αλλά, επιτέλους ας θυμηθούμε ότι πριν γίνει εθνικός ύμνος των Γάλλων, τραγουδήθηκε ως ύμνος του διεθνούς επαναστατικού κινήματος του 19ου αιώνα. Και ας θυμηθούμε ως Ευρωπαίοι την εικόνα που φτιάχτηκε τότε για τους «ασύνταχτους, μιαρούς απολιτίκ» από τον Ιππόλυτο Τεν ή τον Γκουστάβ Λε Μπον που πραγματικά είχαν τρομάξει από την Κομμούνα του 1871 και από τις κραυγές εκείνων που αξίωναν ν' ακουστούν. Όπως τρομάζουν ο Μακρόν ή η Λαγκάρντ σήμερα.

Όμως, τελικά, ποιος θα ακούσει τους βίαιους, επικίνδυνους, καταστροφικούς απολιτίκ; Και σε ποια δημοκρατική πολιτική τάξη;

*Δημοσιεύτηκε στην "Εφημερίδα των Συντακτών" στις 8/12/2018. 

Η πολιτική διάπλασις των παίδων

«Πώς να κάνουμε πράγματα με τις λέξεις», ήταν ο τίτλος του διάσημου βιβλίου στο οποίο ο φιλόσοφος Τζον Λ. Οστιν εξηγούσε ότι ο λόγος δεν περιγράφει μόνο, δεν διαπιστώνει απλώς, αλλά επίσης παράγει πολύ συγκεκριμένα και απτά αποτελέσματα. Αν αυτό ισχύει για τον λόγο γενικώς, ισχύει πολύ περισσότερο για τον πολιτικό λόγο. Ο λόγος της πολιτικής, και των πολιτικών, είναι κατεξοχήν λόγος που ενεργοποιεί, κινητοποιεί, διαμορφώνει συνειδήσεις και παρακινεί σε πράξη.

Είναι λόγος παρεμβατικός. Οπως έλεγε ο Αντόνιο Γκράμσι, στη γλώσσα της πολιτικής θεωρίας αυτός, τα πολιτικά κόμματα δεν εκφράζουν παθητικά τις κοινωνικές τάσεις αλλά επιδρούν ενεργητικά πάνω σε αυτές για να εντάξουν τις διάσπαρτες τρέχουσες ιδέες σε μια συνεκτική κοσμοαντίληψη, σε ένα ιδεολογικό σχήμα και ένα πολιτικό πρόγραμμα (Α. Γκράμσι, «Παρελθόν και παρόν» και «Οι διανοούμενοι», εκδόσεις Στοχαστής). Υπ' αυτή την έννοια, τα κόμματα έχουν ρόλο καθοδηγητικό, οργανωτικό· εν τέλει παιδαγωγικό.

Αν θέλει κανείς να δει στην πράξη ένα γλαφυρό παράδειγμα για το τι σημαίνουν όλα αυτά, αρκεί να παρατηρήσει το κύμα της ακραία εθνικιστικής αντίδρασης που έχει ενσκήψει στη χώρα μας με αφορμή τη Συμφωνία των Πρεσπών. Κύμα που ξεκίνησε με τα συλλαλητήρια σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη και έφτασε αυτές τις μέρες σε μια σειρά καταλήψεις σχολείων ανά την επικράτεια.

Οι παραστρατιωτικές και παραεκκλησιαστικές οργανώσεις που βγήκαν στην επιφάνεια με τα συλλαλητήρια και η Χρυσή Αυγή που στηρίζει ανοιχτά τις καταλήψεις είναι μόνο μία συνιστώσα των κινητοποιήσεων, αν και η πιο απεχθής, που χάρη στην ανακίνηση του «Μακεδονικού» απέκτησε πολιτική ορατότητα. Κινητοποιήσεις σαν αυτές, όμως, δεν θα ήταν εφικτές αν δεν υπήρχε ένας όχι περιθωριακός αλλά mainstream πολιτικός λόγος, σύμφωνα με τον οποίο η συμφωνία εκχωρεί «τη μακεδονική γλώσσα και τη μακεδονική ταυτότητα» αμαχητί στους γείτονες – όπερ σημαίνει: παραδίδει τη Μακεδονία (μας).

Μεθοδολογικά, δεν έχει καμία σημασία εάν ο φιλελεύθερος αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης κατά βάθος δεν πιστεύει σε μια τέτοια ρητορική και απλώς επιχειρεί να διασφαλίσει την ενότητα του κόμματός του ή εάν η αρχηγός της Κεντροαριστεράς στην πραγματικότητα επιδιώκει τον επαναπατρισμό του «πατριωτικού ΠΑΣΟΚ» ή ακόμη εάν οι συγκυβερνώντες ΑΝ.ΕΛΛ. επιχειρούν να διασφαλίσουν την επιβίωσή τους επιστρέφοντας στην «κανονική» τους ακραία δεξιά ταυτότητα τώρα που εξαντλήθηκε η αντιμνημονιακή δυναμική.

Οι μύχιες προθέσεις δεν έχουν σημασία εφόσον ο πολιτικός λόγος που εκφέρεται «κάνει πράγματα», δηλαδή νομιμοποιεί τις ποικίλες εκδηλώσεις του εθνικιστικού κύματος.

Οπως μικρή σημασία έχει εν προκειμένω το ορθό κατά τα άλλα αντεπιχείρημα, ότι και η σημερινή κυβερνώσα Αριστερά, στη φάση της πύρινης αντιμνημονιακής αντιπολίτευσης, «έκανε πράγματα» με τον εθνοκεντρικό λόγο που εκτόξευε εγκαλώντας τις τότε κυβερνήσεις ως περίπου αργυρώνητες στους δανειστές, ενώ και σήμερα καλλιεργεί το χωράφι της σκανδαλολογίας τροφοδοτώντας τυφλές αντι-πολιτικές τάσεις.

Οι εθνικοί μας μύθοι ποτέ δεν πεθαίνουν, και μετά από χρόνια οικονομικής κρίσης μια καθημαγμένη κοινωνία εύκολα θα αναζητήσει τη χαμένη αξιοπρέπειά της στην «εθνική μας τύφλωση». Εδώ όμως έγκειται ο παιδαγωγικός ρόλος της πολιτικής: να μην επιτρέψει σε αυτές τις τάσεις να κυριαρχήσουν, πολύ περισσότερο να μην τις πυροδοτήσει – ιδίως εάν πρόκειται όχι για ενήλικους αλλά για γυμνασιόπαιδα και λυκειόπαιδα.

Στο σημείο αυτό είναι εμφανής η αμηχανία και της κυβερνητικής πλευράς, που διστάζει να καυτηριάσει μια κινητοποίηση που στρέφεται ευθέως εναντίον της, πλην όμως αξιοποιώντας ρεπερτόρια δράσης που είναι οικεία στο αριστερό φαντασιακό: την κατάληψη. Και πώς να το κάνει, αφού επί χρόνια η Αριστερά αποδέχθηκε τον εκφυλισμό των σχολικών καταλήψεων, εν ονόματι της πολιτικοποίησης των νέων «από τα αριστερά».

Ακόμη κι έτσι, πάντως, επ' ουδενί δεν μπορεί να εξισώνεται ο έστω μαθητικός χαβαλές με μαθητές που φωνάζουν τα ανατριχιαστικά αντιδημοκρατικά συνθήματα «Ελλάς ή τέφρα» ή «Η δημοκρατία πούλησε τη Μακεδονία».

Το κυριότερο: το σχολείο, όσο και αν αναπόφευκτα διαπερνάται από τους ανέμους της πολιτικής και της κοινωνίας, πρέπει να τηρεί μια σχετική έστω αυτονομία από αυτά. Επί ποινή αυτοκατάργησής του, οφείλει να είναι «ο κλειστός χώρος όπου δεν φτάνει ο θόρυβος του εφήμερου», εκεί όπου ο δάσκαλος και ο μαθητής παίρνουν απόσταση από το υπάρχον ακριβώς για να μπορούν να το κρίνουν και να το αλλάζουν (Σταύρος Ζουμπουλάκης, «Για το σχολείο», Πόλις, 2017).

Αν λοιπόν η δημοκρατική παιδαγωγική λειτουργία των κομμάτων επιβάλλει να μην εργαλειοποιούν τους ανηλίκους με εθνικιστικά στερεότυπα ή αγωνιστικές φαντασιώσεις των ενηλίκων, η ευθύνη αυτή βαραίνει εξίσου, αν όχι περισσότερο, τους δασκάλους.

Όπως λέει πάλι ο Στ. Ζουμπουλάκης, ο δάσκαλος δεν είναι ο όμοιος και αδελφός των παιδιών, αλλά κάποιος «που θα τα διδάξει με γνώση και κύρος, ένας άνθρωπος με υπόσταση, κάποιος δηλαδή με τον οποίο αξίζει να συγκρουστούν». Τι είναι αλήθεια πιο πολιτικό από αυτό;

*Δημοσιεύτηκε στην "Εφημερίδα των Συντακτών" στις 4/12/2018. 

«Ανάληψη Δράσης για μια Προοδευτική και Βιώσιμη Ευρώπη σε 100+10 Προτάσεις Πολιτικής»

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
«Ανάληψη Δράσης για μια Προοδευτική και Βιώσιμη Ευρώπη σε 100+10 Προτάσεις Πολιτικής»

Έκθεση για την
Ευημερία και Ισότητα σε μια Βιώσιμη Ευρώπη
(Report of the Independent Commission on Sustainable Equality)


Με κεντρικό μήνυμα πως μια άλλη Ευρώπη είναι εφικτή, μια Ευρώπη βιώσιμη για όλους τους πολίτες, παρουσιάστηκε στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο η Έκθεση της Ανεξάρτητης Επιτροπής για την «Ευημερία και Ισότητα σε μια Βιώσιμη Ευρώπη» (Report of the Independent Commission on Sustainable Equality- ISCE), μια Πρωτοβουλία της Προοδευτικής Συμμαχίας των Σοσιαλιστών και Δημοκρατών.
Η Έκθεση για την Ευημερία και την Ισότητα σε μια βιώσιμη Ευρώπη, η οποία είναι το αποτέλεσμα μιας πολύμηνης προσπάθειας διαβούλευσης και διαλόγου, προωθεί ένα νέο μακροπρόθεσμο όραμα, για μια Ευρώπη βιώσιμη, δίκαιη και δημοκρατική. Εντάσσει 100 συγκεκριμένα και άμεσα υλοποιήσιμα μέτρα πολιτικής σε μια ρεαλιστική στρατηγική που βασίζεται στις δεσμεύσεις των κρατών-μελών της ΕΕ να εφαρμόσουν τους Στόχους Βιώσιμης Ανάπτυξης που υιοθετήθηκαν από 193 χώρες στο πλαίσιο του ΟΗΕ πριν τρία χρόνια για την περίοδο 2015-2030. Τα προτεινόμενα μέτρα στοχεύουν στην ενδυνάμωση της συμμετοχής των πολιτών στη λήψη και υλοποίηση αποφάσεων, στην αναμόρφωση της λειτουργίας των αγορών, στην προώθηση της κοινωνικής δικαιοσύνης για όλους, στην διασφάλιση της οικολογικής και κοινωνικής προόδου καθώς και στη ριζική αλλαγή του συστήματος διακυβέρνησης της Ευρώπης ώστε να υπάρξουν προϋποθέσεις αλλαγής των πολιτικών που υιοθετούνται τόσο από τα κράτη –μέλη όσο και από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Η Επιτροπή παρακινεί τις προοδευτικές δυνάμεις να ενώσουν τις δυνάμεις τους προς αυτή την κατεύθυνση εν όψει της νέας κοινοβουλευτικής περιόδου 2019-2024.
Η Ανεξάρτητη Επιτροπή συστάθηκε τον Απρίλιο 2018 προκειμένου να ανταποκριθεί με συγκεκριμένες πολιτικές προτάσεις στις σύγχρονες προκλήσεις καθώς και στις αυξανόμενες ανισότητες στην Ευρώπη. Η Επιτροπή συν-προεδρεύεται από την κα Λούκα Τ. Κατσέλη, Καθηγήτρια Οικονομικών στο Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών και πρώην Υπουργό και τον πρώην Πρωθυπουργό της Δανίας κ. Poul Nyrup Rasmussen. 30 εξέχουσες πολιτικές προσωπικότητες, εμπειρογνώμονες και αναλυτές από όλη την Ευρώπη συμμετείχαν στην Ανεξάρτητη Επιτροπή, το έργο της οποίας υποστηρίχθηκε επιπροσθέτως από ένα ευρύ φάσμα κοινωνικών εταίρων, μη κυβερνητικών οργανώσεων καθώς και οργανώσεων της κοινωνίας πολιτών.

Η κα Λούκα Τ. Κατσέλη, Συν-προεδρεύουσα της Ανεξάρτητης Επιτροπής, τόνισε:

«Η Ευρώπη και ο πλανήτης μας βρίσκονται στη δίνη μιας πολιτικής, οικονομικής, κοινωνικής και οικολογικής κρίσης, κρίσεις οι οποίες συνδέονται και ανατροφοδοτούνται μεταξύ τους.
Το 2016, 118 εκ. Ευρωπαίοι, σχεδόν το ένα τέταρτο του Ευρωπαϊκού πληθυσμού συμπεριλαμβανομένων και εκατομμυρίων παιδιών, ζούσαν στα όρια φτώχειας ή του κοινωνικού αποκλεισμού, ενώ το 5% των πιο πλουσίων Ευρωπαίων κατείχε το 40% του συνολικού ιδιωτικού πλούτου. Η κλιματική αλλαγή, οι εισοδηματικές ανισότητες αλλά και οι ανισότητες στην κατανομή της δύναμης έχουν επιτείνει την περιβαλλοντική υποβάθμιση η οποία με τη σειρά της έχει διογκώσει τα κοινωνικά προβλήματα. Χρειάζεται πολιτικό θάρρος και βούληση για να πούμε την αλήθεια: το μοντέλο ανάπτυξης που γνωρίζουμε μέχρι σήμερα είναι μη βιώσιμο και οφείλουμε να το αλλάξουμε. Για να γίνει βιώσιμο χρειάζονται ριζοσπαστικές αλλαγές στις πολιτικές που εφαρμόζουμε, στους κανόνες που θεσπίζουμε και στο σύστημα διακυβέρνησης που έχουμε υιοθετήσει. Μόνο τότε μπορεί να βελτιωθούν οι συνθήκες διαβίωσης, να μειωθούν οι αυξανόμενες ανισότητες, να αποκτήσουν φωνή οι πολλοί και η Ευρώπη να καταστεί βιώσιμη και δημοκρατική.
Σήμερα χρειαζόμαστε την Ευρώπη περισσότερο παρά ποτέ. Καμία χώρα από μόνη της δεν μπορεί να αναχαιτίσει την κλιματική αλλαγή από την οποία κινδυνεύει ο πλανήτης μας. Καμία χώρα από μόνη της δεν μπορεί να διαχειριστεί αποτελεσματικά κύματα μετανάστευσης και προσφύγων. Καμία χώρα από μόνη της δεν μπορεί να σταματήσει τη φυγή κεφαλαίων προς φορολογικούς παραδείσους που βρίσκονται εκτός εθνικής δικαιοδοσίας ή να εποπτεύσουν αποτελεσματικά μεγάλες πολυεθνικές επιχειρήσεις και Τράπεζες. Η Ευρώπη όμως των 500 εκατομμυρίων μπορεί να το πετύχει αν θελήσει να το επιδιώξει . Για να το πετύχει όμως πρέπει να αλλάξει πολιτικές, κανόνες και διακυβέρνηση».

Κλείνοντας, η κα Λούκα Τ. Κατσέλη υπογράμμισε: «Η συγκεκριμένη Έκθεση αποτελεί ένα καινοτόμο εγχείρημα για τα Ευρωπαϊκά δεδομένα εφόσον για πρώτη φορά:

1. Προτείνεται ένα ριζοσπαστικό εναλλακτικό σχέδιο με σαφές όραμα και στρατηγική για τη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης και την προώθηση της ευημερίας όλων των πολιτών.
2. Το σχέδιο αυτό τοποθετεί τη Βιώσιμη Ανάπτυξη στην κορυφή της πολιτικής ατζέντας, λαμβάνοντας υπόψη όλες τις διαστάσεις της, την οικονομική, κοινωνική και περιβαλλοντική αναδεικνύοντας την ανάγκη σφαιρικής αντιμετώπισης των οικονομικών, κοινωνικών και περιβαλλοντικών ανισοτήτων και προκλήσεων.
3. Παραθέτει μια σειρά 100 άμεσα υλοποιήσιμων μέτρων πολιτικής καθώς και 10 «επιπλέον βημάτων» προκειμένου το όραμα για μια βιώσιμη Ευρώπη να μπορεί να υλοποιηθεί.
4. Προτείνει την αντικατάσταση του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης από ένα Σύμφωνο Βιώσιμης Ανάπτυξης ενταγμένο σε ένα Πολυετές Πλαίσιο Βιώσιμων Πολιτικών και σε μια ετήσια διαδικασία Βιώσιμου Ευρωπαϊκού Εξαμήνου όπου εξειδικεύονται οι πολιτικές συστάσεις προς τα κράτη –μέλη και τα Ευρωπαϊκά Όργανα ενώ προάγεται η διαφάνεια και η δημοκρατική λογοδοσία με τη δημιουργία οργάνων παρακολούθησης και αξιολόγησης των πολιτικών, οδηγιών και συστάσεων.
5. Το προτεινόμενο Σύμφωνο Βιώσιμης Ανάπτυξης συμπληρώνει τη χρήση δημοσιονομικών δεικτών που σήμερα χρησιμοποιούνται ως αποκλειστικοί δείκτες για την χάραξη πολιτικής , με Δείκτες Βιωσιμότητας οι οποίοι λαμβάνουν υπόψη τις οικονομικές, κοινωνικές και περιβαλλοντικές συνθήκες στα κράτη-μέλη και αναδεικνύουν τα αναγκαία μέτρα που πρέπει να ληφθούν για την προαγωγή της βιώσιμης ανάπτυξης.

Green Project στην Αυστραλία 2018

ΑΝΑΦΟΡΑ Δελτίο τύπου / REPORT Press release

Green Project στην Αυστραλία 2018
Στα ίχνη του Πλατύποδα: Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, Αποθέματα Βιόσφαιρας της UNESCO και Αβορίγινες
Green Project Australia 2018
Platypus trail: Renewables, UNESCO Biospheres and Aborigines

"Δεν είμαστε ιδιοκτήτες του κόσμου μας, είμαστε μέρος του" (ρητό των Αβορίγινων)
Ένας πρώτος απολογισμός μετά την επιτυχή ολοκλήρωση του διαφορετικού περιβαλλοντικού οδοιπορικού
"We do not own our world, we are a part of it" (Aboriginal proverb)
A first account after the successful completion of the alternative environmental journey

________________________________________________________________________________

Προκειμένου να χαιρετήσει την επιτυχή ολοκλήρωση του αντισυμβατικού οδοιπορικού "Green Project στην Αυστραλία 2018 στα ίχνη του Πλατύποδα: Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, Αποθέματα Βιόσφαιρας της UNESCO και Αβορίγινες" της Αστικής Μη Κερδοσκοπικής Εταιρείας Green Project, ο Πρόξενος της Ελλάδας στην Πέρθη, κύριος Αντώνιος Κολιάδης, προσφέρθηκε ευγενικά να οργανώσει την Παρασκευή 31 Αυγούστου 2018, μία συγκινητική εκδήλωση στο κτίριο του Προξενείου, με την τιμητική παρουσία του κυρίου Κόλιν Ίνγκραμ, Εκτελεστικού Διευθυντή της Υπηρεσίας Πάρκων και Επισκεπτών, του Υπουργείου Βιοποικιλότητας, Προστασίας Περιβάλλοντος και Αξιοθέατων, της Κυβέρνησης της Δυτικής Αυστραλίας, του κυρίου Νικ Μελιδόνη, Μάστερ Φωτογραφίας από το AIPP, M. Photog. V-five gold bars, και του κυρίου Κώστα Δημητριάδη, Δημοσιογράφου και Ανταποκριτή του SBS.

Μετά από αυτό, ήλθε η ώρα του απολογισμού μιας εμπειρίας ζωής. Από τις 5 μέχρι τις 31 Αυγούστου 2018, 26 ατελείωτες μέρες και νύχτες γεμάτες με συγκλονιστικές εικόνες, έξω από αυτόν τον κόσμο. 5 ομόσπονδες πολιτείες: η Τασμανία, η Βικτώρια, η Νέα Νότια Ουαλία, η Νότια Αυστραλία και η Δυτική Αυστραλία. 2 ομοσπονδιοποιημένες επικράτειες: η Επικράτεια της Πρωτεύουσας της Αυστραλίας και η Βόρεια Επικράτεια. 13.110 χιλιόμετρα οδηγώντας οικολογικά τροχόσπιτα με φωτοβολταϊκά πάνελς πάνω σε χιόνι και πάγο, μέσα από ποτάμια και λάσπη, κοντά σε θαλάσσια οικοσυστήματα, διαμέσου της ερήμου και των άνυδρων περιοχών, τροπικών δασών και άγριας βλάστησης, κατά μήκος αλπικών περιοχών με παγετώνες, κ.α.

41 εξαιρετικά σημαντικά "πράσινα σημεία ενδιαφέροντος": 3 Υδροηλεκτρικά: Ταρραλέα Τασμανία, Γκατέγκα Σνόουϊ Χάϊντρο, -το Σύστημα Σνόουϊ Χάϊντρο είναι το μεγαλύτερο στην Αυστραλία συνολικής εγκατεστημένης ισχύος 3.772 gigawatts (5,058,000 hp) - Όρντ Νταμ Κανανάρρα, 5 Μνημεία Παγκόσμιας Πολιτιστικής και Φυσικής Κληρονομιάς της UNESCO: Άγρια Φύση Τασμανίας -τα αρχαιότερα τροπικά δάση στον κόσμο ηλικίας περίπου 180 εκατομμυρίων ετών-, Ουλούρου-Κάτα-Τζούτα, Κάκαντου, Ακτή Νινγκαλού, Σάρκ Μπέϊ, 5 Αιολικά Πάρκα: Γούλνορθ Τασμανία –το πρώτο αιολικό πάρκο της Αυστραλίας-, Ουόνταγκι Βικτώρια, Χόρνσντέϊλ, Κούμπερ Πίντυ, Κόραλ Μπέϊ, 6 Αποθέματα Βιόσφαιρας: Χερσόνησος Μόρνινγκτον & Γουέστερν Πορτ, Γουίλσον Προμόντορυ Θαλάσσιο Πάρκο & Θαλάσσιο Απόθεμα, Κροατζιγκολόνγκ, Κοσιούσκο, Χάττα-Κούλκυν, Ουλούρου-Κάτα-Τζούτα, 2 Κέντρα Προστασίας Κοάλα και Πιγκουίνοι, Φίλλιπ Άϊλαντ, 1 Εργοστάσιο Μαύρου Λικέρ από χαρτί: Μέρυβεϊλ Βικτώρια, 4 Φωτοβολταϊκά Πάρκα, Μάγγα, Ρογιάλλα, Μπανγκάλα –ο μεγαλύτερος φωτοβολταϊκός σταθμός της Αυστραλίας 220MW-, Κούμπερ Πίντυ, 1 Σταθμός Συγκεντρωτικού Ηλιακού Συλλέκτη, Μιλντούρα, 1 Εστιατόριο με Κουζίνα Αβορίγινων: Οράνα Αδελαΐδα, 1 Περιβαλλοντικό Οινοποιείο: Κελάρια Σέβενχιλλ –η πρώτη οινοποιεία που δημιουργήθηκε στο Κλαιρ Βάλεϋ της Νότιας Αυστραλίας το 1851- 1 Αποθήκευση Ενέργειας : Χόρνσντέϊλ –η μεγαλύτερη μπαταρία λιθίου στον κόσμο με 129 μεγαβατώρες-, 1 Ηλιοθερμικός Σταθμός Κοινωνικής Πρωτοβουλίας: Ορόρα Πόρτ Ογκάστα, 1 Απόθεμα Περιβαλλοντικής Προστασίας: Καρλού Καρλού Ντέβιλς Μάρμπλς, 1 Σταθμός Βιοαερίου από απορρίμματα: Σόαλ Μπέϊ Ντάρουϊν, 8 Εθνικά Πάρκα: Γουίλσον Προμόντορυ Θαλάσσιο Πάρκο & Θαλάσσιο Απόθεμα, Κροατζιγκολόνγκ, Κοσιούσκο, Χάττα-Κούλκυν, Ουλούρου-Κάτα-Τζούτα, Κακαντού, Ακτή Νινγκαλού, Κάλμπαρρι.

42 μοναδικές συνεντεύξεις, όπου "όλοι φαίνεται να αναγνωρίζουν τους Παραδοσιακούς Θεματοφύλακες της γης αυτής και να χαιρετίζουν τον εξελισσόμενο πολιτισμό και την συνεισφορά των Πρώτων Αυστραλών στην κοινωνία". Μεταξύ άλλων, συναντήσαμε τον κύριο Δημήτριο Μιχαλόπουλο Γενικό Πρόξενο της Ελλάδος στη Μελβούρνη, τον κύριο Μπίλλ Παπαστεργιάδη Πρόεδρο της Ελληνικής Κοινότητας της Μελβούρνης, τον κύριο Αθανάσιο Μπαουστάνο, Μέλος ΔΣ του Ελληνο-Αυστραλιανού Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου (Βικτώρια) Inc., τον κύριο Τζέϊσον Τζάκομπι, Γενικό Διευθυντή, Πάρκα Τασμανίας και Υπηρεσία Άγριας Ζωής, Υπουργείο Πρωτογενών Βιομηχανιών, Πάρκων, Υδάτων και Περιβάλλοντος (DPIPWE), τον κύριο Νικ Θεοδορόπουλο, Πρόεδρο Ελληνικής Κοινότητας της Τασμανίας, τον κύριο Τομ Άλλεν Στέλεχος Εκστρατείας Δημοσιότητας και τον κύριο Βίκα Μπέϊλυ, Διευθυντή Εκστρατείας Δημοσιότητας, Γουϊλντερνες Σοσάϊτυ Τασμανίας, τον κύριο Κλάϊντ Μάνσελλ και τον κύριο Γκρέϊμ Γκάρντνερ, Αβορίγινες Στελέχη Συμβουλίου Γης των Αβορίγινων Τασμανίας, τον κύριο Μπεν Λόρντ, Αβορίγινα Ξεναγό, την κυρία Καρολάϊν Νόρνταγκ, Βοηθό Διευθύντρια και την κυρία Megan Smith, Αναπληρώτρια Διευθύντρια, Πολιτική Προστατευόμενων Περιοχών, Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Κυβέρνηση της Κοινοπολιτείας της Αυστραλίας, τον Καθηγητή Πίτερ Μπριτζγουότερ, Μέλος της Διεθνούς Συντονιστικής Επιτροπής του Προγράμματος ΜΑΒ – Επικεφαλής Καθηγητή, Ινστιτούτο Εφαρμοσμένης Οικολογίας και Ινστιτούτο Διακυβέρνησης και Πολιτικής Ανάλυσης, Πανεπιστήμιο Κάνμπερρας, τον κύριο Ιωάννη Φερεντίνο, Σύμβουλο Πρεσβείας Α' και την Α.Ε. κυρία Αικατερίνη Ξαγοράρη, Πρέσβυ, Πρεσβεία της Ελλάδος στην Αυστραλία, τον κύριο Νιλ Τζόνσον, Λιμάνι της Εχούκα, τον κύριο Ανδρέα-Κωνσταντίνο Γκούρα, Γενικό Πρόξενο της Ελλάδος στην Αδελαΐδα, Κοσμήτορα του Προξενικού Σώματος της Νότιας Αυστραλίας, την κυρία Μαρία Γαλατσάνου, Διευθύντρια Επενδύσεων Ορυκτών, Υπουργείο Ανάπτυξης της Πολιτείας, Κυβέρνηση της Νότιας Αυστραλίας, τον κύριο Τζον (Γιάννη) Λοτσόβιακ, Αβορίγινα Διευθυντή Υπηρεσιών Αβορίγινων, Σύμβουλο Πρόεδρο του NATSSIC, Αδελαΐδα, την κυρία Γκρέτα Βόλσταντ, Διευθύντρια, Εστιατόριο Οράνα, Αδελαΐδα, τον κύριο Τζάστιν Φράϊ, Αβορίγινα Διευθυντή, Μπουνγκάλα Φωτοβολταϊκός Σταθμός, Ενέλ Γκριν Πάουερ, Πόρτ Ογκάστα, τους κυρίους Γιώργο και Γιάννη Ασλαματζή, οπαλιωρύχους, Κούμπερ Πίντυ, την κυρία Τίγκαν Σάργουντ Υπεύθυνη Ομάδας Επισκεπτών και Τουριστικών Υπηρεσιών και τον κύριο Στίβεν Μπάλντουϊν, Διευθυντή, Λειτουργίες Πάρκου και Υπηρεσίες Επισκεπτών, Εθνικό Πάρκο Ουλούρου-Κάτα-Τζούτα, Πάρκα Αυστραλίας, τον κύριο Μιχαήλ Χατζημιχαήλ, ιδιοκτήτη Πρατηρίου Αυτοκινήτων, Άλις Σπρίνγκς, τον κύριο Γιάννη Χριστόφορο Ανοιχτομάτη, Επίτιμο Γενικό Πρόξενο του Ντάρουϊν, τον Καθηγητή Λώρενς Κράμ Αναπληρωτή Πρύτανη του Πανεπιστημίου Τσάρλς Ντάρουϊν και του Κέντρου Ντάρουϊν για τις Δασικές Πυρκαγιές, τον Λόρδο Μέϊορ Κον Βατσκαλή, πρώτο Έλληνα Δήμαρχο του Ντάρουϊν, τον κύριο Νικ Τέοχ Διευθυντή, Σόαλ Μπέϊ Διαχείριση Απορριμμάτων, τον Καθηγητή Γιάννη Μιχαλούδη, Εικαστικές Τέχνες, Πανεπιστήμιο Τσάρλς Ντάρουϊν, τον κύριο Τζάστιν Ο΄Μπράϊαν, Διευθύνοντα Σύμβουλο, Γκάντζεϊμι Σύλλογο Αβορίγινων που εκπροσωπεί τη φυλή Μίρραρ, Παραδοσιακούς Ιδιοκτήτες του ορυχείου ουρανίου Ρέϊντζερ, Τζαμπιρού, Τζαμπιλούκα, Εθνικό Πάρκο Κακαντού, τον κύριο Γκρέγκ Πάττερσον, Ξεναγό, Γέλλοου Γουότερ Τούρς, την κυρία Φελίσιτυ Ράϊτ, Διευθύντρια και Μέντορα, Γκαλερύ Πρόβενανς Αρτς, Ντάρουϊν, τον κύριο Ντόννυ Γουλαγκούτζα, παγκοσμίου φήμης Αβορίγινα καλλιτέχνη, Ντέρμπυ, τον κύριο Μάρκ και την κυρία Μαίρη Νόρβαλ ιδιοκτήτες της Γκαλερύ Νόρβαλ, Ντέρμπυ, τον κύριο Αντώνιο Κολιάδη, Πρόξενο της Ελλάδας στην Πέρθη, τον κύριο Κόλιν Ίνγκραμ, Εκτελεστικό Διευθυντή της Υπηρεσίας Πάρκων και Επισκεπτών, του Υπουργείου Βιοποικιλότητας, Προστασίας Περιβάλλοντος και Αξιοθέατων, της Κυβέρνησης της Δυτικής Αυστραλίας, τον κύριο Νικ Μελιδόνη, Μάστερ Φωτογραφίας από το AIPP, M. Photog. V-five gold bars, τον κύριο Κώστα Δημητριάδη, Δημοσιογράφο και Ανταποκριτή του SBS, τον κύριο Ελπίδιο Κάραλη, Ενοριακό Ιερέα της Εκκλησίας Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, Πέρθη, και τον Δρ Τζον Γιαννάκη Επιστημονικό Συνεργάτη και Ιστορικό, Πανεπιστήμιο Κέρτιν, Πέρθη.

Οι 11 αποφασισμένοι εθελοντές ταξιδιώτες της Green Project ήταν -κατά σειρά χρόνου συμμετοχής- οι: Δρ Γιάννης Τζώρτζης, Δικηγόρος παρ' Αρείω Πάγω στη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας, Μέλος της Royal Photographic Society of Great Britain, κύριος Ιάσονας Ταβλάς, Δημοσιογράφος της ΕΡΤ, κυρία Βασιλική Κασούμη, Ιατρική Επιστήμονας, κύριος Δημήτρης Πατεράκης, Πολιτικός Μηχανικός και Φωτογράφος της Fuji, κύριος Κωστής Βάρδας, Εκπαιδευτικός και Φωτογράφος, κυρία Βαλέρια Καλτεζιώτη, Μοριακή Βιολόγος, κυρία Κασσιανή Καλτεζιώτη, Αρχιτέκτονας Εσωτερικών Χώρων, κυρία Σάντυ Βεργίτση, Ειδική στην Παραδοσιακή Ιατρική, κυρία Κατερίνα Χαρτερού, Φαρμακευτικό Μarketing, Καθηγητής Δρ Άγγελος Κατσάγγελος, Electrical Engineering και Computer Science στο Northwestern University of Chicago, και Γιάννης Αναστασόπουλος, Σύμβουλος Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και Επιχειρηματίας Βιολογικής Εστίασης.

Είμαστε εξαιρετικά ευγνώμονες στην κυρία Έμμα Παπαεμμανουήλ, Δημοσιογράφο, Ανταποκρίτρια της ΕΡΤ στην Αυστραλία, στον κύριο Αλέκο Μάρκελλο, Δημοσιογράφο, Ανταποκριτή της ΕΡΤ στην Αυστραλία, και στον κύριο Κώστα Δημητριάδη, Δημοσιογράφο και Ανταποκριτή του SBS, για την υποδειγματική, εκτενή και εμπεριστατωμένη κάλυψη του οδοιπορικού.

Ευχαριστούμε θερμά το Ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών, τη Γενική Γραμματεία Απόδημου Ελληνισμού, την Ελληνική Εθνική Επιτροπή για την UNESCO, και το Δήμο Αθηναίων, που έθεσαν την πρωτοβουλία αυτή υπό την αιγίδα τους, καταδεικνύοντας την αποφασιστικότητα της Ελληνικής Πολιτείας να την υποστηρίξει. Πέραν αυτών, αξίζει να σημειωθεί ότι το UNESCO Regional Bureau for Science and Culture in Europe, η Πρεσβεία της Αυστραλίας στην Ελλάδα, η Ελληνική Κοινότητα της Μελβούρνης, το Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης, το Μουσείο Γουλανδρή Φυσικής Ιστορίας, το Κέντρο Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και Εξοικονόμησης, η Ελληνική Επιστημονική Ένωση Αιολικής Ενέργειας, το Ελληνικό Κέντρο Φωτογραφίας και ο Ελληνικός Σύλλογος Αποφοίτων LSE, τίμησαν το εγχείρημα αυτό, με την αιγίδα τους, γιατί θεώρησαν ότι αυτό αποτελεί μία σημαντική δράση δημόσιας διπλωματίας, η οποία προώθησε μέτρα ανάπτυξης δεξιοτήτων για την αποτελεσματική κατανόηση και εφαρμογή της World Heritage Convention και των σχετικών εργαλείων.

Το κόστος του οδοιπορικού αυτού διατηρήθηκε στο απόλυτο minimum και καλύφθηκε από ιδίους πόρους των εθελοντών συμμετεχόντων. Σους ευγενείς χορηγούς του εγχειρήματος περιλαμβάνονται οι NIKON Damkalidis SA, Athens, FUJIFILM Doha Qatar, RentPhotoVideo, Athens, και ARGO Fishop, Melbourne. Επίσης, θα πρέπει να τονιστεί ότι κατέστη δυνατόν το κοινό, τόσο στην Ελλάδα, όσο και στην Αυστραλία, να μοιραστεί μέσω των χορηγών επικοινωνίας, την τηλεόραση και το ραδιόφωνο της ΕΡΤ (EΡT, ERT World, Πρώτο Πρόγραμμα και Φωνή της Ελλάδας) και του SBS Australian Broadcasting Νetwork, τις έγκριτες εφημερίδες "Νέος Κόσμος" της Μελβούρνης και "Ναυτεμπορική" & www.naftemporiki.gr της Αθήνας, τις ιστοσελίδες Aephoria και Ελculture, την καθημερινότητα του εξαιρετικά ενδιαφέροντος αυτού οδοιπορικού, καθ' όλη τη διάρκεια της υλοποίησής του.

Στο αμέσως επόμενο διάστημα, η Green Project θα ολοκληρώσει την απαιτητική επεξεργασία του τεράστιου πρωτότυπου φωτογραφικού και video υλικού των 4 Τerabytes που έχει παραχθεί, προκειμένου το καλοκαίρι του 2019 να οργανωθεί η πλήρης φωτογραφική έκθεση και να παρουσιαστεί το καινοτόμο ντοκιμαντέρ, όπου θα αποτυπώνεται η συνύπαρξη εντός των Βιοσφαιρών της UNESCO, των σύγχρονων εγκαταστάσεων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (ΑΠΕ) και της παραδοσιακής "περιβαλλοντικής γνώσης" των Αβορίγινων. Η προβολή των καλών περιβαλλοντικών πρακτικών της Αυστραλίας μπορεί να αξιοποιηθεί τόσο στην προώθηση αντίστοιχων εφαρμογών στην Ελλάδα, όσο και στην πρόληψη περιβαλλοντικών καταστροφών, όπως οι πρόσφατες πυρκαγιές που συγκλόνισαν την Αττική.

Πιστεύουμε στη δύναμη της φωτογραφίας να αλλάξει τον κόσμο μας!

Ελάτε μαζί μας στα επόμενα περιβαλλοντικά οδοιπορικά:
"Green Project στην Κρήτη: Ίρις 2019"
"Green Project σε Ιαπωνία - Αλάσκα 2020"

Η Αστική Μη Κερδοσκοπική Εταιρεία Green Project ιδρύθηκε το 2008 από την εθελοντική πρωτοβουλία ενεργών πολιτών, επιστημόνων και καλλιτεχνών, εμπνευσμένη από το "World Solar Programme 1996-2005" της UNESCO, για την πραγματοποίηση των "πράσινων φωτογραφικών οδοιπορικών", υπό την αιγίδα της Ελληνικής Εθνικής Επιτροπής για την UNESCO. Στοχεύει στην αφύπνιση της κοινωνικής συνείδησης μέσω της περιβαλλοντικής φωτογραφίας και του ντοκιμαντέρ, αποτελώντας όχημα ελληνικής πολιτιστικής και ενεργειακής διπλωματίας. Μέχρι σήμερα, έχει υλοποιήσει τα οδοιπορικά στην Ασία (2008, Αθήνα – Πεκίνο), στην Αφρική (2010, Αθήνα – Κέιπ Τάουν), στην Ευρώπη (2012, Αθήνα-Βόρειο Ακρωτήριο), στη Νότια Αμερική (2014, Μπογκοτά-Γη του Πυρός), και τον περίπλου του Ιονίου με ιστιοπλοϊκό (2017). Το έργο της έχει αναγνωριστεί διεθνώς ως "Best Practice in the Annual Report of National Commissions for UNESCO of 2014", ενώ έχει αποσπάσει το "First Prize in Arts" στο "Public Book Awards 2015", το "Πρώτο Βραβείο" του "International Photo Competition 2014" του Energy Community της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη Βιέννη, Αυστρία, το "Μεγάλο Βραβείο Διεθνούς Συμμετοχής" του "Festival de l' Image Environnementale 2010" στο Παρίσι, Γαλλία καθώς επίσης και το "Third Award for the Clean Development Mechanism" στο "United Nations Framework Convention on Climate Change 2010" στο Κανκούν, Μεξικό. Το 2018, το ντοκιμαντέρ σε παραγωγή της Green Project "SUDAMERICA: Τα χίλια χρώματα της ζωής – Ένα οδοιπορικό της Green Project" διακρίθηκε στο "4ο Αφιέρωμα στο Ελληνικό Ντοκιμαντέρ της Αθήνας", που συνδιοργανώθηκε από την "Ένωση Ελληνικού Ντοκιμαντέρ" και το "Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης".

Για τον Κώστα Βεργόπουλο

Αγαπητές φίλες και φίλοι, 

Θα ήθελα καταρχήν και προσωπικά, και εκ μέρους της Fondation Gabriel Péri, και του διευθυντή της, Michel Maso, να ευχαριστήσω τους διοργανωτές αυτής της εκδήλωσης για την πρόσκληση τους. Το επιστημονικό έργο του Κώστα Βεργόπουλοu, άρρηκτα δεμένο με τα πολιτικά και ιδεολογικά διακυβεύματα της γαλλικής κοινωνίας, αλλά και σε διαρκή ενασχόληση με τα προβλήματα της Ελλάδας στην ευρωπαϊκή της διάσταση, αποτελεί πηγή στοχασμού αλλά και έμπνευση προτάσεων για λύσεις.
Θα μου επιτρέψετε δυο προκαταρκτικές παρατηρήσεις.
Πρώτον, ο Κώστας Βεργόπουλος δεν ήταν απλά ένας πανεπιστημιακός οικονομολόγος. Τα διανοητικά του εργαλεία και η μεθοδολογία του εδραιώνονταν σε μια πολύπλευρη παιδεία κοινωνικών επιστήμων. Ήξερε πολύ καλά ότι οι οικονομικές σχέσεις δεν είναι μετέωρες αλλά συμπυκνώνουν πολλαπλούς κοινωνικούς καθορισμούς και εκφράζουν συγκεκριμένες στρατηγικές ταξικών, εθνικών και γεωπολιτικών παικτών. Η εικόνα της οικονομίας ως μηχανής που τείνει ή αποκλίνει από τη γενική ισορροπία του ήταν ολότελα ξένη. Συζητώντας μαζί του, ο καλόβουλος συνομιλητής καταλάβαινε τον πολυδιάστατο χαρακτήρα φαινομένων όπως για παράδειγμα η παγκοσμιοποίηση που λειτουργούν ταυτόχρονα και ως ιδεολογικά εγχειρήματα ή μεταμοντέρνες διηγήσεις. Συγκεκριμένα, ως κοινωνικό πολιτικό διακύβευμα διακύβευμα, ο όρος-ομπρέλα παγκοσμιοποίηση καλύπτει ετερογενείς και ανισοβαρείς πραγματικότητες. Θα μπορούσαμε να διακρίνουμε διάφορες πτυχές όπως :
• Η παγκοσμιοποίηση ως ένα σύστημα περιορισμών που επιβαρύνουν τις εθνικές οικονομίες;
• Ως μια αμείλικτη δυναμική που προκαλεί σημαντική εξασθένιση του εθνικού κράτους, χωρίς όμως να το καταλύει ως συμβατικό πεδίο ταξικών συσχετισμών, συμβιβασμών και συγκρούσεων;
• Ως παράγοντας που οξύνει τα αποτελέσματα της κοινωνικής κρίσης και βαθαίνει τις κοινωνικές ανισότητες;
• Ως πλανητική επικοινωνιακή διαδικασία με πολλαπλές εκφάνσεις (πολλαπλασιασμός των ανταλλαγών, "παγκόσμιο χωριό", "διαδικτυακός πλανήτης", επανάσταση των μεταδόσεων, ιδιότυπος νεοτεχνολογικός ουτοπισμός);
• Ως πολιτισμική μετάλλαξη (κτητικός ατομικισμός, νέα εμπειρία του χωροχρόνου, melting pot, αισθητική της επιφάνειας);
• Ως νέος γεωπολιτικός χώρος, πολυκεντρικός και φυγόκεντρος.
Η δεύτερη παρατήρηση αφορά την πολιτική διάσταση του έργου του Κώστα Βεργόπουλου. Μπορούμε να πούμε ότι δεν υπήρξε ποτέ υπέρμαχος της αξιολογικής ουδετερότητας στην ίδια τη επιλογή, σύλληψη και εμβάθυνση του αντικείμενου ερευνάς του. Η πολιτική του συνείδηση είναι στοιχείο συγκρότησης της διανοητικής του παραγωγικότητας. Όμως ο Κώστας δεν υπήρξε ποτέ ένας κομματικός διανοούμενος αλλά ένας ελεύθερος στοχαστής που πάντα ασκούσε δημιουργική κριτική χωρίς προϊδεάσεις και διακρίσεις. Ήταν όπως το ορίζει ο Pierre Bourdieu, ένας αυθεντικός δημόσιος διανοούμενος που παρεισφρύει στο πεδίο της πολιτικής χωρίς να εγκαταλείψει τα επιστημονικά του σύνεργα, τις απαιτήσεις και τις δεξιότητες του ερευνητή.
Με τον Κώστα ήμασταν συνάδελφοι στο ίδιο πανεπιστήμιο, εκείνος στο τμήμα οικονομίας, προσωπικά στο τμήμα πολιτικών επιστημών. Γνωριστήκαμε στα τέλη της δεκαετίας του 1880 όταν ήμουν ακόμα υποψήφιος διδάκτορας φιλοσοφίας στο πανεπιστήμιο της Ναντέρ. Εκείνο που χαρακτήριζε τον Κώστα, ήταν η συναδελφική του συμπεριφορά με τους νέους ερευνητές, χωρίς κανένα ίχνος σνομπισμού ή πρόθεση συμβολικής κατίσχυσης. Ζητούσε πάντα πρώτος τη γνώμη του συνομιλητή του όχι για να επιβεβαιώσει την άποψη του άλλα για να εμπλουτιστεί από το προβληματισμό του άλλου. Η άποψη του όμως, στην εκφορά της, είχε την απλότητα, τη διαύγεια και την βαθύτητα των κατασταλαγμένων πονημάτων.
Θα μου επιτρέψετε να τελειώσω με ένα απόσπασμα του Κώστα. Η πρώτη μας συνεργασία ήταν μια κοινή συνέντευξη που κάμαμε το τον μεγάλο Αμερικάνο ιστορικό Immanuel Wallerstein. Η συνέντευξη δημοσιεύτηκε το 1996 στο περιοδικό Futur Antérieur που βγάζαμε τότε με τον Jean-Marie Vincent και τον Toni Negri.
Ο Wallerstein μιλούσε για τη παρακμή του παγκόσμιου φιλελευθερισμού, τη πτώση της αμερικανικής ηγεμονίας και την αδυναμία του καπιταλισμού να διαχειριστεί τα οικολογικά προβλήματα της συσσώρευσης κεφαλαίου. Η ερώτηση όμως του Κώστα, χωρίς να αντιλέγει έπη της ουσίας, επικεντρώνεται πρώιμα σε σημεία που σήμερα είναι περισσότερο επίκαιρα παρία πότε.
"Η προσέγγισή σας φαίνεται πολύ αισιόδοξη: αναφέρετε για παράδειγμα την άνοδο των δημοκρατικών απαιτήσεων. Αυτό που βλέπουμε σήμερα είναι μάλλον μια εξέλιξη προς τον αυταρχισμό. Από τη μια πλευρά, παρατηρούμε μια μαζική κοινωνική περιθωριοποίηση, συμπεριλαμβανομένων των ανεπτυγμένων χώρων, μια απώλεια της συνοχής του συστήματος, μια σειρά από σωρευτικά φαινόμενα ανισοτήτων που ορισμένοι ορίζουν ως «κοινωνικό κάταγμα». Από την άλλη πλευρά, το πολιτικό παιχνίδι στη Δύση γίνεται όλο και πιο αφυδατωμένο και οι κυβερνήσεις λογοδοτούν όλο και λιγότερο για τη δράση τους στους εκλογείς τους. Πρέπει λοιπόν να ειπωθεί ότι δεν είναι η επιβεβαίωση του δημοκρατικού παιχνιδιού που βρίσκεται στην ημερήσια διάταξη, αλλά ο πολλαπλασιασμός των ανησυχητικών συμπτωμάτων που σηματοδοτούν μια εξέλιξη προς καθεστώτα που απονευρώνουν τη δημοκρατική συμμετοχή."
Αυτό ήταν το ασίγαστο πάθος που μας κληροδότησε ο Κώστας Βεργόπουλος. Ένα πάθος που μας βοηθάει και σήμερα, παρ όλες τις διαφορές και τις διχογνωμίες, να κατανοήσουμε τον κόσμο για να τον αλλάξουμε όχι με βάση τις παρωχημένες συνταγές πολιτικής μαγειρικής του παρελθόντος άλλα με βάση τις ελπιδοφόρες ενατενίσεις και πρακτικές του μέλλοντος.

*Εισήγηση του Μιχάλη Βακαλούλη στο πλαίσιο της εκδήλωσης προς τιμήν του Κώστα Βεργόπουλου (26/11/2018).

ΔΙΕΡΕΥΝΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΔΥΣΜΟΡΦΙΑ, ΤΗΝ ΑΠΟΑΝΑΠΤΥΞΗ , ΤΗΝ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΣΗ ,ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗ ΕΝΩΣΗ και ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΔΥΝΑΜΙΚΗ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Όσο περισσότερο μελετά και εμβαθύνει κανείς το πλούσιο συγγραφικό έργο του Κ. Βεργόπουλου, τόσο πιο ξεκάθαρα κατανοεί το βάθος, την επιστημονική εγκυρότητα και τη συνέπεια της μεθοδολογικής του προσέγγισης. Η πρωτοποριακή αυτή και σύνθετη μεθοδολογική διερεύνηση των κοινωνικο-οικονομικών προβλημάτων, τοποθέτησε την οικονομική σκέψη του Κ. Βεργόπουλου στα αναλυτικά εργαλεία της Κλασικής Πολιτικής Οικονομίας, στην Μαρξιστική σκέψη καθώς και στα πορίσματα της Γενικής Θεωρίας του J.M.Keynes. Γι΄ αυτό ακριβώς ο Κ. Βεργόπουλος ήταν πεισματικά αρνητικός στην αποδοχή του ορισμού της οικονομικής επιστήμης ως Economics, θεωρώντας την ως γνήσια κοινωνική επιστήμη που κρύβει την « γοητεία» της στην κεντρική της επιδίωξη της δυναμικής ικανοποίησης των κοινωνικών αναγκών. Αυτές οι εννοιολογικές και μεθοδολογικές προϋποθέσεις, προσέδωσαν στο έργο του Κ. Βεργόπουλου υψηλό επιστημονικό ήθος, με την έννοια των πρωτοποριακών και μεθοδολογικά αυστηρών αναλύσεων του, τόσο για την διεθνή και την ευρωπαϊκή, όσο και για την ελληνική οικονομία.

ΔΥΣΜΟΡΦΙΑ

Ο Βεργόπουλος εμφανίζεται στο δημόσιο χώρο της Ελληνικής Σκηνής στα μέσα της δεκαετίας του 1970 με δύο μελέτες, το «Δύσμορφο καπιταλισμό», και το « Αγροτικό Ζήτημα της Ελλάδος» . Και οι δύο μελέτες αποτέλεσαν πρωτοποριακές και διεισδυτικές αναλυτικές ερμηνείες, οι οποίες αν και προκάλεσαν , στην αρχή, πολλές αντιρρήσεις, εντούτοις συνέβαλαν σημαντικά στον εμπλουτισμό του τρόπου διερεύνησης και κατανόησης των εξελίξεων του κοινωνικού σχηματισμού στην Ελλάδα.
Η πρώτη μελέτη, αποτελεί μια θεωρητική διερεύνηση δύο εννοιών: της έννοιας της δυσμορφίας όπως αυτή εμφανίζεται στο καπιταλιστικό σύστημα και παράλληλα της έννοιας του απρόσωπου κοινωνικού μηχανήματος.
Η δυσμορφία αντιτίθεται τόσο στην ιδέα της κανονικότητας όσο και στην ιδέα της ταυτότητας. Από την άποψη αυτή, η καθαρότητα αποτελεί κάτι το αδύνατο και το ανώφελο: η κίνηση της πραγματικότητας είναι σύμφυτη με τη διαρκή νόθευσή της. Και τούτο διαπιστώνεται τόσο μέσα στις υπάρχουσες κοινωνικές σχέσεις, όσο – και κυρίως- στο επίπεδο των θεωρουμένων ως «νόμων» και «τάσεων» του συστήματος. Οι παρεκκλίσεις πάνω στο κοινωνικό σώμα του κεφαλαίου δημιουργούν νησίδες που επιδέχονται δύο διαφορετικές αναγνώσεις: αφ' ενός οι νησίδες ερμηνεύονται σαν «καινούργια σύνορα» προς κατάκτηση , αφ' ετέρου αποκρυπτογραφόνται σαν σημεία ρήξης των διαφορικών σχέσεων που συγκροτούν το κεντρικό σώμα του κεφαλαίου. Και οι δύο ερμηνείες, μολονότι αντιτίθενται αναμεταξύ τους, έχουν ως κοινό στοιχείο τη διάγνωση της εξωτερικότητας του παρεκλίνοντος χώρου, σε σχέση με την κανονικότητα του κεντρικού πεδίου: η πρώτη ερμηνεία εντοπίζει τα «όρια» προκειμένου να τα υπερβεί, όχι υπό την έννοια της κατάργησης – αφομοίωσης, αλλά υπό την έννοια της λειτουργικής υπαγωγής- αναγωγής στο σύστημα κάθε εξωτερικότητας. Αντίθετα, η δεύτερη ερμηνεία υπογραμμίζει την εξωτερικότητα, προκειμένου να θεμελιώσει επάνω της την ιδέα της μετατροπής ολοκλήρου του κοινωνικού σώματος. Ο Βεργόπουλος είναι υπέρμαχος της δεύτερης. Το κεφάλαιο αναπτύσσεται μόνον αναπτύσσοντας τις ανισότητες, τις ανισομέρειες, τις δυσμορφίες. Ο καπιταλισμός είναι εξ ορισμού δύσμορφος.
Η δεύτερη έννοια του απρόσωπου κοινωνικού μηχανήματος, που απλά σημαίνει καπιταλισμός χωρίς καπιταλιστές, εξάγεται ως συμπέρασμα από τη θεωρητική διερεύνηση της ενσωμάτωσης του γεωργικού τομέα στον σύγχρονο καπιταλισμό. Η διατήρηση σε μεγάλη κλίμακα της μικρής αγροτικής παραγωγής δεν αποτελεί ένα προκαπιταλιστικό υπόλειμμα, όπως υποστηρίζεται από πολλές θεωρητικές οπτικές, αλλά μια μορφή αναπαραγόμενη από το σύγχρονο καπιταλισμό προκειμένου να αποφευχθεί η συνέχιση της παραγωγής γαιπροσόδου, λόγο της στενότητας του εδάφους , και της καταβολής της σε ορισμένους καπιταλιστές που μοιραία θα έπαιρναν τη θέση των γαιοκτημόνων.
Η διαφοροποιημένη ενσωμάτωση της γεωργίας από το «κλασικό υπόδειγμα» του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής φανερώνει το πόσο λειτουργικά αναγκαία είναι η ανομοιομορφία στο κοινωνικό σώμα του κεφαλαίου.

ΑΠΟ-ΑΝΑΠΤΥΞΗ

Tη σύνθετη μεθοδολογική του προσέγγιση και επιστημονική του αναζήτηση, συναντά κανείς, με ιδιαίτερη επιτυχία, στα βιβλία του «Κράτος και Οικονομική Πολιτική τον 19ο αιώνα» και « Εθνισμός και Οικονομική Ανάπτυξη», στα οποία η σύζευξη της ενδογενούς βιομηχανικής ανάπτυξης με το πνεύμα του εθνισμού της εποχής στην Ελλάδα του Μεσοπολέμου, επιτυγχάνεται με μοναδική διεισδυτική ικανότητα και επιστημονική εγκυρότητα. Σε αντίθεση με την περίοδο αυτή η αντίστοιχη μεταπολεμική περίοδος, δεν χαρακτηρίζεται από ανάλογες προσπάθειες. Αυτό που χαρακτηρίζει τη συγκεκριμένη αναπτυξιακή διαδικασία είναι η «συνδεδεμένη ανάπτυξη». Από το 1960 η ελληνική οικονομία εισήλθε σε έναν κύκλο ευημερίας προσκολλημένη πάνω στον κύκλο της ευρωπαϊκής οικονομικής επέκτασης. Το υπόδειγμα της συνδεδεμένης ανάπτυξης διαφέρει τόσο από το υπόδειγμα του κέντρου – περιφέρειας , όσο και από το αντίστοιχο των ΝΒΧ. Δεν υπάρχει ούτε συμπληρωματικότητα ούτε ανταγωνιστικότητα. Οι λεγόμενοι «άδηλοι πόροι» ήταν αυτοί που συνέδεσαν την ελληνική οικονομία με το διεθνές και ευρωπαϊκό περιβάλλον δημιουργώντας συνθήκες μη εξωτερικού χρηματοδοτικού καταναγκασμού. Η οικονομική μεγέθυνση της ελληνικής οικονομίας κατά τις δεκαετίες του 1960-70 δεν συνδέθηκε με οικονομικές και κοινωνικές πρακτικές κατάλληλες να επιτρέψουν τη δόμηση και τη θεσμοθέτηση πραγματικών εθνικών παραγωγικών συστημάτων. Με αποτέλεσμα το ελληνικό παραγωγικό σύστημα να είναι α-συνεχές, προβληματικό και βαρύτατα υποθηκευμένο . Στη μελέτη του «Από-ανάπτυξη σήμερα», ουσιαστικά ο Κ. Βεργόπουλος έδειξε με σαφήνεια τις δυσμενείς μελλοντικές εξελίξεις που συντελέστηκαν και συντελούνται μέχρι σήμερα στην ελληνική οικονομία . Στη μεταγενέστερη μελέτη του : «Η Αρπαγή του Πλούτου», παραμένει βασική προκείμενη της σκέψης του , «Η συνδεδεμένη ανάπτυξη» με τη διαφορά ότι τη θέση των άδηλων πόρων καταλαμβάνει ουσιαστικά το δάνειο χρήμα.

ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΣΗ

Ο Κ. Βεργόπουλος συγκαταλέγεται στους πρώτους, μεταξύ των Ελλήνων διανοητών, που εισήγαγε στον διάλογο στην χώρα μας, την περίφημη αυτονόμηση της νομισματικής σφαίρας από Πολιτική και από την πραγματική οικονομία, με την επακόλουθη εξάπλωση του λεγόμενου χρηματοπιστωτικού καπιταλισμού.
Στις παλαιότερες χρονικές περιόδους , πριν το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο αλλά και την πρώτη δεκαετία της μεταπολεμικής περιόδου η χρηματοπιστωτική σφαίρα αντιμετωπιζόταν ως το λιπαντικό που ήταν απαραίτητο στην εξυπηρέτηση των αναγκών της παραγωγής. Παρόλα αυτά υπήρχε η τάση σχετικής αυτονόμησής της και τη δημιουργία κερδοσκοπικών υπερβολών στα τελευταία στάδια της ανόδου του οικονομικού κύκλου. Κατά κανόνα , τα επεισόδια αυτά είχαν σύντομη διάρκεια και δεν επέφεραν μακροχρόνιες επιπτώσεις στη δομή και τη λειτουργία της οικονομίας.
Τα τελευταία χρόνια , όμως , κυρίως στις αναπτυγμένες χώρες της Δύσης, παρατηρείται ένας δομικός μετασχηματισμός στην ίδια τη διαδικασία συσσώρευσης του κεφαλαίου με την έννοια ότι ο χρηματοπιστωτικός τομέας τείνει να αυτονομηθεί από την παραγωγή και από κυριαρχούμενος να μετατραπεί σε κυρίαρχο. Βρισκόμαστε αντιμέτωποι με τη νέα συγκρότηση της παγκόσμιας οικονομικής τάξης υπό την καθοδήγηση του νέου χρηματιστικού κεφαλαίου, το οποίο τείνει να επιβληθεί στον πραγματικό τομέα της οικονομίας ,δηλαδή στην παραγωγή, στην απασχόληση, στους μισθούς και στην κατανομή του παραγόμενου πλούτου, καθορίζοντας σε μεγάλο ποσοστό τη λειτουργία τους. Το χρηματιστικό κεφάλαιο αντιστοιχεί στο χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο, όταν αυτό το τελευταίο υπερισχύει σε οποιαδήποτε ιστορική συγκυρία ,έναντι του παραγωγικού κεφαλαίου. Όταν δηλαδή οι διαμεσολαβούμενες από το χρηματοπιστωτικό σύστημα και τους οιονεί χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς, πιστώσεις (κλασσικές ή νέας μορφής) δεν κατευθύνονται στην εξυπηρέτηση των αναγκών της πραγματικής οικονομίας, αλλά αυτονομούμενες από αυτές, καθίστανται αυτάρκεις μορφές «επενδυτικής τοποθέτησης» στην υπηρεσία εξυπηρέτησης των ίδιων συμφερόντων των κοινωνικών ομάδων που τις κατέχουν .
Το χρηματιστικό κεφάλαιο δεν αποτελεί απλή «συγχώνευση» του τραπεζικού κεφαλαίου με το αντίστοιχο βιομηχανικό. Αντιθέτως ,το φαινόμενο αυτό σηματοδοτεί την οριστική ,στην ιστορική περίοδο που διάγουμε , κατίσχυση των χρηματικών προδιαγραφών πάνω στις οικονομικές και παραγωγικές ...με την επικράτηση της εισοδηματικής λογικής εις βάρος της παραγωγικής ,του χρήματος ...εις βάρος της οικονομίας. Το χρηματιστικό κεφάλαιο δεν σηματοδοτεί τόσο έναν ιδιαίτερο τρόπο παραγωγής «καθαρού εισοδήματος», όσο κυρίως έναν τρόπο συγκέντρωσης και οικειοποίησης του ήδη διαθέσιμου εισοδήματος.
Παράλληλα παρατηρούμε ότι οι σημερινές μορφές χρηματιστικής συσσώρευσης δεν επαναδιοχετεύουν τον παραγόμενο πλούτο στην οικονομία ώστε να συνεχίζει να λειτουργεί αναπόσπαστο ένα σύστημα διευρυμένης αναπαραγωγής , αλλά τον αποσπούν μονόπλευρα από τη σφαίρα της παραγωγής και τον εναποθέτουν στην χρηματοπιστωτική, δηλαδή σε αυτήν που χωρίς να παράγει συντηρείται από τις παραγωγικές δυνατότητες της πρώτης». Το χρηματιστικό κεφάλαιο και ο συγκεκριμένος τρόπος με τον οποίο χρησιμοποιείται ,παραγόμενο και αναπαραγόμενο ,στη σημερινή παγκόσμια αλλά και ελληνική συγκυρία ,παράγει ασύγκριτα περισσότερες εισοδηματικές προσόδους που εκτρέφουν αργούντες αποταμιευτές ,εισοδηματίες και χρηματιστηριακούς κερδοσκόπους απ' ότι παραγωγικά επιχειρηματικά εισοδήματα και εργατικούς μισθούς . Διαπιστώνεται λοιπόν μια μεγάλη μεταφορά κεφαλαίου από τους άμεσα παραγωγικούς τομείς στους χρηματοπιστωτικούς. Ο λόγος που πραγματοποιείται αυτή η μεταφορά , θα πρέπει να αναζητηθεί στην αδυναμία διεύρυνσης της παραγωγής. Στις δυσκολίες δηλαδή που συναντά το Κεφάλαιο να διευρύνει την αναπαραγωγή του. Δηλαδή χρειάζεται να οδηγηθούμε στο κεντρικό σημείο της καπιταλιστικής συσσώρευσης ή στη διαδικασία αποταμίευσης – επένδυσης στην καρδιά της καπιταλιστικής οικονομίας.

Η ΕΥΡΩΠΗ

Αναφορά για την Ευρώπη γίνεται σχεδόν σε όλα τις μελέτες του . Υπάρχουν όμως δύο μελέτες ειδικά αφιερωμένες σε αυτό το θέμα: «Ποιος φοβάται την Ευρώπη ;»(2000) και η «Η ανάρμοστη σχέση: Ελλάδα - Ευρώπη» ( 2012) . Η προσοχή του για τα ευρωπαϊκά και ελληνοευρωπαϊκά θέματα είναι απόρροια όχι μόνο της σημασίας τους, αλλά επίσης του βαθμού ευρωπαϊκής συνείδησης. Ο Βεργόπουλος είναι γνήσιο τέκνο του ευρωπαϊκού Διαφωτισμού. Μάλιστα, της πιο ενδιαφέρουσας συνιστώσας αυτού του μοναδικού φαινομένου (το οποίο, δυστυχώς, με το χρόνο κατάντησε συνώνυμο του «εργαλειακού ορθολογισμού», της «φιλοσοφίας της ιστορίας», του «στείρου νομικισμού»), της υλιστικής κριτικής σκέψης, η οποία οραματίζεται συνεχώς την ανοικτή και ελεύθερη δημοκρατική κοινωνία, χωρίς προκαθορισμένα ντετερμινιστικά όρια και θέσεις περί τέλους της ιστορίας.
Είναι Ευρωπαίος πολίτης, καθόσον υπερασπίζεται τον ευρωπαϊκό πολιτισμό, αλλά κυρίως τη δημοκρατία και το σύμφυτο με αυτήν κοινωνικό κράτος. Οι κριτικές του τοποθετήσεις για το εγχείρημα της νομισματικής και οικονομικής ενοποίησης των ευρωπαϊκών χωρών προέρχονται από τη μοναδική ευρωπαϊκή οπτική του, για την οποία νοιάζεται περισσότερο από όλους τους υποτιθέμενους ευρωπαϊστές, που στην ευρωπαϊκή ενοποίηση δεν βλέπουν παρά μόνο μία ακόμη ευκαιρία να μεγιστοποιήσουν τα οφέλη των ισχυρών.
Το πρόγραμμα της ευρωπαϊκής ενοποίησης, όσο ιδεαλιστικό και αν ήταν, κατευθυνόταν πάντοτε από την κορυφή προς τη βάση. Οι ευρωπαϊκές πολιτικές ελίτ πάντοτε λειτουργούσαν στα μουλωχτά, παρακάμπτοντας τους ευρωπαϊκούς λαούς. Σήμερα όμως τα πράγματα έχουν χειροτερεύσει: το έλλειμμα δημοκρατίας, ενδυνάμωση της τεχνοκρατικής διακυβέρνησης, η παράκαμψη των δημοκρατικών διαδικασιών, η επιβολή πολιτικών που οδηγούν σε γενικευμένη φτωχοποίηση, οδηγούν μοιραία στην άνοδο της ακροδεξιάς.
Ο Βεργόπουλος από πολύ νωρίς ήταν μεταξύ εκείνων που είχαν επισημάνει τον αντινομικό χαρακτήρα του κοινού νομίσματος, με τη μέχρι σήμερα δομή του, και τις σαρωτικές συνέπειες για τις χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας και όχι μόνο. Η αρχιτεκτονική του ευρώ, από την ιδρυτική του πράξη, δεν του επέτρεπε να διασφαλίζει το ρόλο που παίζουν όλα τα υπόλοιπα νομίσματα παγκοσμίως. Οι παράδοξες δεσμεύσεις πάνω στις οποίες χτίστηκε το ευρώ αντί να προστατεύουν τις χώρες-μέλη από τις οικονομικές κρίσεις, τις αφήνουν απροστάτευτες, δυσκολεύοντας περαιτέρω την κατάστασή τους. Ο ρόλος της ΕΚΤ, η έλλειψη αναδιανεμητικών μηχανισμών, ο δραματικός περιορισμός των εργαλείων μακροοικονομικής πολιτικής στην Ευρωζώνη εκθέτουν τις οικονομίες των χωρών που είναι απροστάτευτες στις εξωτερικές ή εσωτερικές διαταράξεις. Σήμερα όλα είναι φανερά και πάνω στο τραπέζι. Οι ελλείψεις και οι θεσμικές αδυναμίες του ευρώ διακρίνονται πλέον διά γυμνού οφθαλμού.
Η οικονομική και νομισματική ένωση της Ε.Ε. ήταν ένα μέσο προς επίτευξη ενός σκοπού, όχι αυτοσκοπός. Η Ευρώπη βεβαίως έχει ανάγκη από διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, αλλά όχι μέσω λιτότητας. Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις στις θεσμικές διευθετήσεις της Ευρωζώνης και όχι οι μεταρρυθμίσεις στο εσωτερικό των κρατών είναι εκείνες που θα έχουν το μέγιστο αποτέλεσμα.
Αυτό που δεν θα έχει αποτελέσματα, τουλάχιστον για τις περισσότερες από τις χώρες της Ευρωζώνης, είναι η εσωτερική υποτίμηση που σε συνδυασμό με τη λιτότητα είναι ένας τοξικός συνδυασμός.
Ο Βεργόπουλος αναλύει ακόμη την αυξανόμενη αντιπαλότητα μεταξύ των ευρωπαϊκών εθνών. Έπειτα από συνοπτική ανασκόπηση την περίοδο του 1930, υποστηρίζει ότι η ευρωπαϊκή ενοποίηση ήταν, και είναι, μεγάλη πολιτική ιδέα. Αλλά αντί να ενισχύσει την αλληλεγγύη εντός της Ευρώπης, σπέρνει τη διχόνοια ανάμεσα στις χώρες. Με την επέκταση των πολιτικών λιτότητας και ύφεσης στην Ευρώπη, διαμορφώνεται μοιραία πλαίσιο οξυνόμενης αντιπαλότητας μεταξύ των εθνών, που εξωθεί σε επιθετικές «εθνικές λύσεις» εις βάρος των συνεταιριστικών. Η Γερμανία διαχειρίζεται την Ευρωζώνη ως επαρχία της. Ήδη η συνοχή μεταξύ των εθνών της Ευρώπης έχει διαρραγεί και είναι άγνωστο αν θα επουλωθούν οι πληγές στο προσεχές μέλλον.

ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΔΥΝΑΜΙΚΗ

Η πραγματικότητα, για τον Κ. Βεργόπουλο, παραμένοντας πάντα εξαιρετικά εύπλαστη, δεν διαμορφώνεται από θεωρίες και εξωπραγματικές παραδοχές αλλά από ανεξέλεγκτες κοινωνικές βαρύτητες, οι οποίες αναβλύζουν όχι από τους πίδακες της εξουσίας αλλά από τους πίδακες της κοινωνικής δυναμικής, η οποία στην ανάπτυξη της αποκτά πρόσθετα χαρακτηριστικά συστημικού δυναμισμού. Η ανάλυση αυτή οδήγησε τον Κ. Βεργόπουλο στην τεκμηρίωση της άποψης ότι μόνο η αυτογνωσία της κοινωνίας, δηλαδή μίας κοινωνίας που μπορεί να γνωρίζει τον εαυτόν της, μπορεί να προκαλέσει τις απαραίτητες κοινωνικές διεργασίες που θα ωθήσουν τις εξελίξεις προς τα εμπρός, θεωρώντας ότι οι εξουσίες αποκομμένες από την κοινωνία αποτελούν φραγμό ή αποπροσανατολισμό σε κάθε εξέλιξη.
Το χρήμα, οι τράπεζες , τα χρηματιστήρια θριαμβεύουν, οι κοινωνίες συντρίβονται, οι κοινωνικοί αποκλεισμοί πολλαπλασιάζονται. Οι νέοι, είναι τα κατ' εξοχήν θύματα της κρίσης. Τι μέλλον προετοιμάζεται χωρίς αυτούς, που είναι φορείς της παραγωγικής εργασίας και της κοινωνικής συνοχής, των ιδεών, πρωτοβουλιών, καινοτομιών για ένα καλύτερο αύριο , αναρωτιέται ο Κ. Βεργόπουλος («Το Μαύρο και το Κόκκινο. Η χαμένη γενιά Ελλάδα- Ευρώπη»). Απαντά : κοινωνίες που δεν ενσωματώνουν, αλλά αποκλείουν, δεν έχουν μέλλον. Όσο περισσότερα τα νεανικά θύματα της επιτάχυνσης προς τον «άγριο καπιταλισμό», τόσο πιο βέβαιη και σαρωτική η απείθειά τους. Εάν η νέα γενιά είναι σήμερα χαμένη, περισσότερο χαμένη είναι η κοινωνία που την θυσιάζει.
Η πιο πρόσφατη απόδειξη, κατά τον Κ. Βεργόπουλο, αυτής της θεμελιώδους παρατήρησης αποτελούσε και αποτελεί η υιοθέτηση των Μνημονίων στην Ελλάδα, τα οποία παράλληλα με την ασκούμενη μνημονιακή πολιτική επιδόθηκαν και επιδίδονται στον επιμελή αποπροσανατολισμό της κοινωνίας, με κεντρικό στόχο την απονεύρωση της κοινωνικής της δυναμικής.
Στις συνθήκες αυτές που συντελούνται στην χώρα μας, το ερώτημα που προκύπτει είναι «που και γιατί κανείς να ελπίζει;». Ο Κ. Βεργόπουλος στο βιβλίο του « Μετά το τέλος: Η οικονομία της καταστροφής και η επόμενη ημέρα», απαντά, ότι μπορεί να ελπίζει σε μια νέα κοινωνική δυναμική, όσο και εάν σήμερα κάτι τέτοιο, όπως έλεγε, εμφανίζεται ως ανέφικτο, απλά γιατί είναι οικονομικά, κοινωνικά, πολιτικά και πολιτισμικά αναγκαίο.
Στο σημείο αυτό φανερώνεται η αδάμαστη πίστη του Κ. Βεργόπουλου στις δυνατότητες της κοινωνίας. Με τις σκέψεις αυτές ο Βεργόπουλος παραμένει αμετανόητος εραστής της δυναμικής της κοινωνίας. Μόνο η αυτογνωσία της κοινωνίας , μιας κοινωνίας δηλαδή που μπορεί να γνωρίζει τον εαυτό της, μπορεί να προκαλέσει τις απαραίτητες κοινωνικές διεργασίες που θα σπρώξουν τα πράγματα μπροστά. Οι εξουσίες από πάνω , αποτελούν φραγμούς σε όποια ανθρώπινη εξέλιξη. Ήταν τόσο μεγάλη η πίστη του στη δυναμική της κοινωνίας που αρνιόταν δημοσίως να αναγνωρίσει, παρότι το γνώριζε και το παραδεχόταν σε ιδιωτικές συζητήσεις , ότι αυτή η αναγκαιότητα της νέας κοινωνικής συνείδησης μπορεί να δημιουργηθεί μέσα από μια μεγάλη καταστροφή.
Κλείνουμε τη μικρή αναφορά μας στον Κ. Βεργόπουλο παραθέτοντας ένα πολύ μικρό απόσπασμα του από το αυτοβιογραφικό του έργο «Οι Αμετανόητοι»
Γράφει, λοιπόν, ο ίδιος : « Αυτονόητη μου φαίνεται η διευκρίνιση ότι το ταξίδι μου στον χρόνο των πέντε τελευταίων δεκαετιών, το εβίωσα ως μια συναρπαστική περιπέτεια, με πιστότητα έναντι των αδικημένων, των καταπιεσμένων και των μονίμως ηττημένων, με αναπόφευκτες περιοδικές εξάρσεις χωρίς επαύριο, με μόνιμη φιλοσοφική και ιστορική μελαγχολία, αλλ' οπωσδήποτε χωρίς την παραμικρή πικρία από υποθετικά ραντεβού με την ιστορία, που ποτέ δεν πραγματοποιήθηκαν. Από πολύ ενωρίς έχω αποδεχθεί ότι τα «αυθεντικά γεγονότα» προκύπτουν μπροστά μας πάντοτε απρόβλεπτα, κανένα από αυτά δεν προγραμματίζεται, ούτε μπορεί εκ των προτέρων να διοργανωθεί, ούτε, ακόμη λιγότερο, να ποδηγετηθεί. Η ικανοποίησή μου από τον απολογισμό των πέντε τελευταίων δεκαετιών είναι κατά βάση προσωπική: έζησα την «τρέλα» μου, σε αυτήν εγκαταστάθηκα, μέχρι σήμερα και παραμένω και αυτό μου αρκεί».

*Εισήγηση του Κώστα Μελά στο πλαίσιο της εκδήλωσης προς τιμήν του Κώστα Βεργόπουλου (26/11/2018). 

Κεντροαριστερές; ακροβασίες

Η στήριξη Ευρωπαίων αξιωματούχων και Σοσιαλδημοκρατών προς τον Αλέξη Τσίπρα έχει προκαλέσει σύγχυση στην Κεντροαριστερά του τόπου μας, καθώς δεν συμβιβάζεται με το «αφήγημά» της που θέλει τον ΣΥΡΙΖΑ επικίνδυνο για τη δημοκρατία, ούτε προοδευτικό ούτε φιλοευρωπαϊκό.

Ετσι, αντί να προβληματιστεί αν «ο γιαλός είναι στραβός ή αυτή στραβά αρμενίζει», μετέρχεται απίθανες ακροβασίες για να πείσει πως κακώς η Ευρώπη στηρίζει τον Τσίπρα. Δυστυχώς δε στην εκστρατεία αυτή συμμετέχουν πρόσωπα που στην επιστημονική και πολιτική τους σταδιοδρομία διακρίνονται από σοβαρότητα και μέτρο.

Ενα τέτοιο άρθρο, με αφορμή την πρόσκληση Τσίπρα στο συνέδριο του SPD, δημοσίευσε ο καθηγητής Παναγιώτης Ιωακειμίδης («Τα Νέα», 19/11), ένας από τους πλέον ειδήμονες σε ευρωπαϊκά θέματα στη χώρα μας. Αξίζει νομίζω να σχολιαστεί.

Ο αρθρογράφος παραθέτει τρεις λόγους για τους οποίους οι Ευρωπαίοι Σοσιαλδημοκράτες δεν θα έπρεπε να «εναγκαλίζονται» τον Τσίπρα:

Πρώτον, επειδή, λέει, δεν είναι Σοσιαλδημοκράτης. Ομως ούτε ο Τσίπρας ισχυρίζεται κάτι τέτοιο ούτε οι Γερμανοί τον κάλεσαν ως Σοσιαλδημοκράτη. Να υποθέσω πως ο αρθρογράφος απορρίπτει τον διάλογο με άλλες δυνάμεις της Αριστεράς; Αλλά, προσθέτει, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να είναι συνομιλητής των Σοσιαλδημοκρατών επειδή εφαρμόζει πολιτική λιτότητας. Εδώ πια πρόκειται για θέατρο του παραλόγου.

Ο Τσίπρας κατηγορείται πως εφαρμόζει τη λιτότητα που επέβαλαν οι δανειστές, με σύμφωνη την ευρωπαϊκή Σοσιαλδημοκρατία (και τον Σοσιαλδημοκράτη Ντάισελμπλουμ σε ρόλο-κλειδί). Και που, όταν προσπάθησε να την αποφύγει, σύσσωμοι -και βέβαια και το ΠΑΣΟΚ,-τον κατήγγειλαν, με τον τότε πρόεδρο του SPD Γκάμπριελ να συναινεί δημόσια στο σχέδιο Σόιμπλε για αποπομπή μας από την ευρωζώνη.

Το ΠΑΣΟΚ όμως, που εφάρμοσε την ίδια και πιο έντονη πολιτική λιτότητας από κοινού με τη Ν.Δ., είναι έγκυρος Σοσιαλδημοκράτης συνομιλητής! Αλλά και, παραδόξως, τα μέτρα που λαμβάνονται σήμερα για να αμβλυνθούν κάπως οι επιπτώσεις της λιτότητας χαρακτηρίζονται περιφρονητικά «επιδοματική» πολιτική (αν και το ΚΙΝ.ΑΛΛ. τα ψηφίζει!).

Ας σοβαρευτούμε. Στο σπίτι του κρεμασμένου δεν μιλάνε για σχοινί. Η προσπάθεια να βγει το ΚΙΝ.ΑΛΛ. «από τα αριστερά» στην κυβέρνηση στην οικονομική πολιτική εν ονόματι της Σοσιαλδημοκρατίας μόνο χαμόγελα προκαλεί.

Δεύτερον, ο ΣΥΡΙΖΑ, λέει ο Ιωακειμίδης, δεν είναι γνήσιο ευρωπαϊκό κόμμα επειδή δεν συμμερίζεται τα ομοσπονδιακά του οράματα (που, παρεμπιπτόντως, είναι και δικά μου). Και όμως δεν αγνοεί πως αρκετά σοσιαλδημοκρατικά κόμματα δεν υποστηρίζουν το βάθεμα της ολοκλήρωσης. Ο Τσίπρας, χάρη και στις παραδοσιακές ελληνικές θέσεις (στη διαμόρφωση των οποίων έχει συμβάλει και ο Ιωακειμίδης) και στην κληρονομιά της ανανεωτικής Αριστεράς, είναι πολύ πιο «Ευρωπαίος» από πολλούς Ευρωπαίους Σοσιαλδημοκράτες.

Κυρίως όμως ο Τσίπρας είναι «Ευρωπαίος» επειδή πήρε μιαν οργισμένη κοινωνία που την τσάκισαν τα μνημόνια της σημερινής Ευρώπης και την κράτησε σε ευρωπαϊκά μονοπάτια. Σε αντίθεση με ό,τι συνέβη στις περισσότερες χώρες όπου κυβερνούσαν ή συγκυβερνούσαν Σοσιαλδημοκράτες και όπου η οργή –για πολύ λιγότερα από όσα υπέστησαν οι Ελληνες– οδήγησε στον αντιευρωπαϊσμό και την Ακροδεξιά. Ακόμη, είναι «Ευρωπαίος» επειδή τόλμησε να προχωρήσει σε μια ευρωπαϊκή λύση του Μακεδονικού την ώρα που οι ντόπιοι «Ευρωπαίοι», Δεξιοί και Σοσιαλδημοκράτες, βυθίζονται στον εθνικισμό για μικροκομματικές σκοπιμότητες.

Ομως, ο Τσίπρας δεν είναι, λέει, Ευρωπαίος και επειδή «πολιτικά προσδένει ολοένα και βαθύτερα τη χώρα με τις ΗΠΑ». Από πού προκύπτει; Υποθέτω από τις δηλώσεις Καμμένου στη Ουάσινγκτον περί νέων αμερικανικών βάσεων που ο αρθρογράφος έσπευσε να αποδεχθεί ως αληθείς («Τα Νέα» 12/10/18).

Δηλαδή, οι Ελληνες Σοσιαλδημοκράτες τι λένε; Καταγγέλλουν πως εγκαταστάθηκαν νέες βάσεις και ζητούν να φύγουν; Και απαιτούν από τους Ευρωπαίους συντρόφους τους να μη συνομιλούν με τον Τσίπρα ως υπερβολικά φιλοαμερικανό; Ελεος, αντιιμπεριαλιστές!

Στο τρίτο του επιχείρημα, ο αρθρογράφος θα μπορούσε ίσως να κερδίσει κάποιο ακροατήριο. Οι Σοσιαλδημοκράτες, λέει, δεν θα έπρεπε να καλούν τον Τσίπρα, αφού επέλεξε ως συγκυβερνήτη τον «ακροδεξιό» Καμμένο. Πράγματι, ένας Σοσιαλδημοκράτης δεν θα είναι ευτυχής από τη συμμαχία με τους ΑΝ.ΕΛΛ.

Παρ' όλο που η συνεργασία Σοσιαλδημοκρατών με σκληρά δεξιά κόμματα δεν είναι άγνωστη στην Ευρώπη. Παρ' όλο που δεν είναι βέβαιο πως ο Καμμένος είναι πιο δεξιός από αρκετούς πολιτικούς που φωλιάζουν σε κόμματα που συγκυβερνούν με Σοσιαλδημοκράτες. Παρ' όλο που όλοι θυμούνται τη συνεργασία Ν.Δ.-ΠΑΣΟΚ-ΛΑΟΣ για την κυβέρνηση Παπαδήμου. Παρ' όλο, τέλος, που το ποιος έχει το πάνω χέρι στα μείζονα φάνηκε με το Μακεδονικό, όπου ο μεν Καμμένος παραμερίστηκε, ενώ οι Σαμαράς/Γεωργιάδης επιβλήθηκαν στη Ν.Δ.

Παρά ταύτα, είναι μάλλον βέβαιο πως οι Ευρωπαίοι Σοσιαλδημοκράτες (όπως και όλοι σχεδόν που στηρίζουμε τον Τσίπρα) θεωρούν τη συμμαχία ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛΛ. «παρά φύσιν». Και, λογικά, θα θέτουν το ερώτημα: γιατί η συνεργασία αυτή, που πνέει εξάλλου τα λοίσθια, να μην αντικατασταθεί από μια συμμαχία Αριστεράς-Κεντροαριστεράς που θα απέτρεπε την επιστροφή της Δεξιάς; Α, όχι, απαντά το ΚΙΝ.ΑΛΛ. Στόχος μας είναι η στρατηγική ήττα (βλέπε η συντριβή) του ΣΥΡΙΖΑ.

Που θα επιτευχθεί βέβαια μόνο μέσω μιας κυβέρνησης με κορμό τη Δεξιά, καταλαβαίνει ο κάθε λογικός άνθρωπος. Δηλαδή με μια κυβέρνηση αυτών που έφεραν την κρίση, απορρίπτουν τη λύση στο Μακεδονικό και που η κύρια συνιστώσα τους, νεοφιλελεύθερη και διολισθαίνουσα συνεχώς προς τα δεξιά, θα ενισχύει το ΕΛΚ και θα συναγελάζεται σ' αυτό με τους Ορμπαν και Γκρούεφσκι. Χίλιες φορές ΣΥΡΙΖΑ, θα σκέφτονται εύλογα οι περισσότεροι Ευρωπαίοι Σοσιαλδημοκράτες,

Πού καταλήγει ο Ιωακειμίδης; Αφού ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι ούτε σοσιαλδημοκρατικός ούτε «γνήσια ευρωπαϊκός», οι Σοσιαλδημοκράτες τον εναγκαλίζονται για να προσθέσουν «δύο-τρεις» έδρες στη δύναμή τους στο Ευρωκοινοβούλιο στο πλαίσιο ενός «κυνικού παιχνιδιού εξουσίας», «χωρίς ιδεολογικό υπόβαθρο».

Είναι κατ' αρχάς ενδιαφέρον πως κάποιος τόσο πεπειραμένος στα ευρωπαϊκά ανακαλύπτει σήμερα πως η «Ευρώπη» και οι Σοσιαλδημοκράτες της δεν έχουν πάντα ευγενή κίνητρα ιδεολογίας και αλληλεγγύης, αλλά συχνά καθοδηγούνται από στενά κομματικά και εθνικά συμφέροντα. Οταν αυτό επισημαινόταν προ ετών για τα τερατώδη μνημόνια, οι «εκσυγχρονιστές» κατήγγελλαν κάθε αμφισβήτηση του καλοπροαίρετου των εταίρων μας ως έγκλημα καθοσιώσεως και απόδειξη αντιευρωπαϊσμού.

Να λοιπόν που τώρα προσγειώνονται στην πραγματική ευρωπαϊκή πολιτική. Θα μπορούσε λ.χ. να παρατηρηθεί πως ένας από τους λόγους των εγκωμίων προς τον Τσίπρα είναι πως, με τους πονοκέφαλους που έχουν σήμερα (Ιταλία, Τραμπ, Brexit, Ακροδεξιές), οι Ευρωπαίοι είναι ευτυχείς που η Ελλάδα έφυγε από την ατζέντα των προβλημάτων και μπορούν μάλιστα να τη διαφημίζουν ως success story, χωρίς να τους πολυαπασχολεί τι θα γίνει σε μερικά χρόνια κι αν η πορεία στην οποία μας έβαλαν είναι μακροπρόθεσμα βιώσιμη. Ακριβώς όπως το 2012-15 μπάλωσαν την ευρωζώνη και τις τράπεζές τους με τα μνημόνια, αδιαφορώντας για τις ευρύτερες επιπτώσεις σε Ελλάδα και Ευρώπη.

Ομως όσοι διαγιγνώσκουν πως για τους Σοσιαλδημοκράτες η όλη υπόθεση αφορά μόνο τις (περισσότερες πάντως από «2-3») έδρες του ΣΥΡΙΖΑ στο επόμενο Ευρωκοινοβούλιο κάνουν μεγάλο λάθος. Στην καταρρέουσα ευρωπαϊκή σοΣιαλδημοκρατία διεξάγεται σήμερα μια σύγκρουση, από την οποία θα κριθεί η επιβίωσή της, όπως και αυτή του συνόλου της Αριστεράς, ίσως δε και της Ευρώπης. Από τη μια είναι η πεπατημένη της ομηρίας στον νεοφιλελευθερισμό και τις κυβερνητικές συμπαρατάξεις με μια Δεξιά που μετακινείται ραγδαία προς την Ακροδεξιά.

Από την άλλη μια αριστερή στροφή, με απόρριψη της λιτότητας και των ακραίων ανισοτήτων και με επίκεντρο την αλληλεγγύη. Ο δεύτερος δρόμος απαιτεί τη σύγκλιση όλων των συνιστωσών της φιλοευρωπαϊκής Αριστεράς και των Πρασίνων. Η συνεργασία με τον Τσίπρα, που είναι ο πλέον αξιόπιστος και φιλοευρωπαίος εκπρόσωπος της ριζοσπαστικής Αριστεράς, συμβολίζει αυτόν ακριβώς τον δρόμο. Γι' αυτό και τον κάλεσαν και τον χειροκρότησαν στο SPD.

Το ΠΑΣΟΚ, που οι ιστορικές του καταβολές το τοποθετούν, έστω και ιδιόμορφα, στην Αριστερά της Σοσιαλδημοκρατίας, μεταλλάχθηκε τα τελευταία χρόνια σε ένα από τα πιο δεξιά κόμματα του χώρου. Και το πλήρωσε με τη συρρίκνωση που έγινε γνωστή διεθνώς ως «πασοκοποίηση». Σήμερα οι επίγονοί του καλούνται, μάλλον για τελευταία φορά, να πάρουν θέση στη μεγάλη μάχη που διεξάγεται και να συμπαραταχθούν με τις δυνάμεις που επιζητούν έναν άλλο, αριστερό δρόμο για τη Σοσιαλδημοκρατία.

Στην Ελλάδα αυτό θα σήμαινε να εγκαταλείψουν τον υστερικό αντι-ΣΥΡΙΖΑϊσμό, τις ιδεολογικοπολιτικές ακροβασίες και τα φρούδα όνειρα επιστροφής στα «περασμένα μεγαλεία» και να αναζητήσουν διάλογο και συγκλίσεις με το κόμμα που αποτελεί τον κύριο κορμό της προοδευτικής παράταξης στη χώρα μας. Μόνο έτσι, φοβάμαι, θα αποφύγουν την παραπέρα συρρίκνωση, αλλά, κυρίως, θα συμβάλουν στη συγκρότηση αξιόπιστης εναλλακτικής σε μια επερχόμενη σκληρή Δεξιά, σε Ελλάδα και Ευρώπη.

Εννοείται βέβαια ότι και ο ΣΥΡΙΖΑ θα πρέπει να συμβάλει στη συγκρότηση μιας τέτοιας εναλλακτικής, όχι μόνο συγκλίνοντας με την ευρωπαϊκή Σοσιαλδημοκρατία και ενισχύοντας το κοινωνικό του προφίλ, αλλά και εγκαταλείποντας πολιτικές, όπως η άκρατη σκανδαλολογία, που θυμίζουν περισσότερο δεξιούς λαϊκισμούς.

*Δημοσιεύτηκε στην "Εφημερίδα των Συντακτών" στις 28/11/2018.