Tuesday, 16 April 2024

Το παρελθόν σφετερίζεται το παρόν

Η λογική ότι η εξωτερική πολιτική θα ήταν εύκολη περίπτωση αν δεν υπήρχε ο απέναντι «Αλλος», δεν υφίσταται για κανέναν. Ούτε για μας ούτε για τους Σκοπιανούς ούτε, καν, για μεγαλύτερες και ισχυρότερες χώρες. Εδώ, βρισκόμαστε ενώπιον ενός διαπραγματευτικού μοντέλου που μοιάζει με τρύπιο δοχείο λαδιού, όπου ο παράγοντας «χρόνος της διαπραγμάτευσης» –καθώς θα χύνεται το λάδι– είναι ο πλέον κρίσιμος για ό,τι θα μοιραστούν δυνητικά οι δύο πλευρές, με βάση τη συμφωνία τους.

Η λύση αυτού του παιγνιοθεωρητικού μοντέλου διαπραγμάτευσης βρίσκεται στην ανάστροφη επαγωγή (backwards induction), από το τέλος προς την αρχή. Δηλαδή, όχι τι θα γίνει όταν θα έχει χυθεί όλο το λάδι (κόστος), αλλά ποια θα ήταν τα οφέλη για τους δύο διαπραγματευόμενους αν είχαν συμφωνήσει από το 1992. Ομως αυτά έχουν ειπωθεί.

Το δεδομένο της ελληνικής μεταπολιτευτικής εμπειρίας είναι ότι οι αντιστάσεις σε κάθε απόπειρα άρσης αγκυλώσεων, χρόνιων εθνικών προβλημάτων και η συνακόλουθη συντηρητική σκλήρυνση σε κάθε πρόθεση ή σε κάθε απόπειρα κοινωνικού εκσυχρονισμού συγκαλύπτονταν από το ιδεολόγημα της «εθνικής ταυτότητας», της «εθνικής ιδιαιτερότητας» στην καλύτερη, του «πολιτικού κόστους» στη χειρότερη.

Από την άλλη, το θέμα με τα συλλαλητήρια –δικαιολογημένα σε έναν βαθμό ως προς τις ευαισθησίες μεγάλου μέρος των μετεχόντων– είναι ότι δεν προτείνουν απτές λύσεις σε υπαρκτά προβλήματα.

Και ενώ δεν έχουμε δει ακόμα τη συνολική πρόταση-πακέτο για την επίλυση του Σκοπιανού, τα συλλαλητήρια γίνονται per se το λάθος μήνυμα∙ δείχνουν φοβικό έθνος, προοικονομούν ήττα, προκαταλαμβάνουν, απορρίπτουν ή εγκρίνουν, γίνονται επικοινωνιακό τρικ, όχημα εύκολης χειραγώγησης από τις πιο αντιδραστικές δυνάμεις που εκτείνονται από τον ακροδεξιό λαϊκιστικό στρατοκρατικό εθνικισμό και φτάνουν στον μηδενιστικό νεοφασισμό. Τέλος, γίνονται τρόπος με τον οποίο το παρελθόν αποικίζει και σφετερίζεται το παρόν.

Πολλοί βλέπουν τον εαυτό τους σαν έναν φανταστικό επισκέπτη σε έναν ρεαλιστικό κόσμο που υπήρξε πριν από ενάμιση αιώνα σε μια δυσοίωνη εποχή βαλκανικής βίας και αποτροπιαστικής αιματοχυσίας. Ομως, υπάρχει διαφορά: τότε η εμπειρία του σύγχρονου κόσμου ήταν αμελητέα για τους Ελληνες.

Σήμερα δεν είναι. «Η χώρα έχει συμφέρον να βρεθεί λύση στην ονομασία της ΠΓΔΜ, γιατί από τη στιγμή που βγαίνουμε από την κρίση θέλουμε να αναπτυχθεί όλη η γύρω περιοχή» και αυτό το συμφέρον δεν είναι μονοσήμαντη λιγούρα των επιχειρηματιών (εισαγωγέων και εξαγωγέων) και των δύο πλευρών.

Το «απ' τα κόκαλα βγαλμένη» είτε το αφήνεις ως σύμβολό σου ως έχει, δίχως να το φέρνεις σε τραπέζια διαπραγματεύσεων, και το τιμάς δίχως καν να το αγγίζεις είτε του δίνεις διασταλτικές σημασίες για κάθε χρήση, οπότε του αποστερείς την απλωσιά και τη συμβολική μαγεία.

Το λέω αυτό γιατί όταν στη δεκαετία του 1930 εκτελούνταν τα έργα αποξήρανσης της λίμνης των Γιαννιτσών (του γνωστού Βάλτου του Μακεδονικού Αγώνα που ύμνησε η Πηνελόπη Δέλτα), οι εκσκαφείς ανέσυραν πολλούς ανθρώπινους σκελετούς μαζί με τα λασπόνερα∙ αλλά κανείς δεν ήταν σε θέση να πει ποια κόκαλα ανήκαν σε Ελληνες και ποια ανήκαν σε Βούλγαρους.

Τα συλλαλητήρια δεν δίνουν απάντηση στον σύγχρονο κόσμο. Κανένα τους δεν σπάει κάποιον από τους πολλούς κώδικες που συνδέονται με το ζήτημα των Σκοπίων. Δίνουν μια περιγραφή του προνεωτερικού φοβικού κράτους, όπως αυτή του Οδυσσέα στο «Τρωίλος και Χρυσηίδα» του Σέξπιρ: «... η βία θα είναι το δίκαιο –ή, μάλλον, το δίκαιο και τ' άδικο μαζί– κι όσα η δικαιοσύνη υπηρετεί θα χάσουν τ' όνομά τους όπως, άλλωστε, και η δικαιοσύνη.

Τότε, το κάθε τι θα θέλει να έχει συμμετοχή στην εξουσία, η εξουσία θα γίνει θέληση, η θέληση όρεξη, και η όρεξη η παγκόσμια λύκαινα, με αρωγούς της την εξουσία και τη θέληση∙ τελικά θα καταβροχθίσει τα πάντα, μέχρι και τον εαυτό της».

Οι Σλαβομακεδόνες, οι Αλβανοί, οι Βούλγαροι που εθνοτικά συναπαρτίζουν το γειτονικό κράτος, είναι σύγχρονοι άνθρωποι, είναι ομόλογοί μας∙ θέλουν και αυτοί ειρήνη, ασφάλεια και ευημερία όσο τα θέλουμε και εμείς. Δεν είναι ούτε εχθροί μας ούτε εκ προοιμίου πίθηκοι πάνω στα δένδρα. Σήμερα, είναι συνταξιδιώτες μας στην ίδια κοινή περιπέτεια. Το πολιτικό τους σύστημα δεν είναι το καλύτερο του κόσμου τούτου.

Οι πολιτικοί τους χτίζουν καριέρες στον εθνικισμό. Αλλά η βαλκανίλα τους δεν είναι επιχείρημα, γιατί και το δικό μας πολιτικό σύστημα δεν είναι το καλύτερο του κόσμου τούτου. Ούτε η εξομολόγηση του Στάλιν το 1945 στον Μίλοβαν Τζίλας συνιστά επίκαιρο επιχείρημα ότι: «Οι Γιουγκοσλάβοι θέλουν να πάρουν την ελληνική Μακεδονία. Θέλουν επίσης την Αλβανία, ακόμα και τμήματα της Αυστρίας και της Ουγγαρίας. Είναι παράλογο. Δεν μου αρέσει ο τρόπος που δρουν».

Ο Στάλιν είχε τους λόγους του που τα 'λεγε, και δεν δικαιώθηκε. Ούτε καν οι χάρτες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας του 19ου αιώνα είναι επιχείρημα κατά της προσπάθειας να επιλυθεί το ζήτημα στον 21ο αιώνα.

*Δημοσιεύτηκε στην "Εφημερίδα των Συντακτών" στις 4/2/2018. 

Add comment


Security code
Refresh