Η Κοινωνία Πολιτών και η νέα ατομικότητα στην ύστερη νεωτερική εποχή

  • Εκτύπωση

12Συνέντευξη του Περικλή Βασιλόπουλου, Δημοσιογράφου, Αντιπροέδρου της Ένωσης Πολιτών για την ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ στον Γιάννη Σερμάκη

• Μέχρι σήμερα, έχουν διατυπωθεί πολλοί ορισμοί για τον όρο «Κοινωνία των Πολιτών» (ΚτΠ). Κατά τη γνώμη σας, υπάρχει κάποιος ορισμός ο οποίος αντιπροσωπεύει καλύτερα την έννοια; Εσείς πώς θα ορίζατε σήμερα την ΚτΠ;

Π.Β.: Μέχρι σήμερα, δεν έχει βρεθεί κάποιος ορισμός που να είναι κοινά αποδεκτός. Αυτό συμβαίνει, γιατί στις σύγχρονες και πολύπλοκες κοινωνίες τα φαινόμενα που αναφέρονται στη σχέση της κοινωνίας με το κράτος, είναι εξελισσόμενα, ρευστά και πολύπλοκα. Υπάρχουν πολλοί ορισμοί που εμπεριέχουν ορισμένα στοιχεία, αλλά, ταυτόχρονα, αφαιρούν άλλα που είναι, όμως, εξίσου σημαντικά. Είναι δύσκολο, λοιπόν, να βρεθεί ένας κοινός ορισμός, ακόμα και από τους ειδικούς του χώρου, όπως είναι οι κοινωνιολόγοι και οι πολιτικοί επιστήμονες.

Παρόλα αυτά, κατά την άποψή μου, ένας «ικανοποιητικός» ορισμός πρέπει να περιλαμβάνει δυο κύρια στοιχεία: Το πρώτο στοιχείο αφορά το γεγονός ότι η ΚτΠ είναι ένας ενδιάμεσος χώρος που βρίσκεται ανάμεσα στο κράτος και την αγορά. Θα χαρακτήριζα την ΚτΠ ως το τρίτο πόδι σε ένα τρίποδο (κράτος, αγορά, κοινωνία των πολιτών). Στο ένα πόδι βρίσκεται το κράτος, στο δεύτερο πόδι βρίσκεται η αγορά και στο τρίτο πόδι η ΚτΠ, ο χώρος που σχετίζεται με το κοινωνικό πεδίο, δηλαδή, την καρδιά των σύγχρονων κοινωνιών. Η ΚτΠ προσπαθεί να μεταφέρει, όσο το δυνατό καλύτερα, την κοινωνική δυναμική και προς τους δυο αυτούς φορείς (αγορά και κράτος) και ιδιαίτερα στο κράτος.

Ένας από τους ορισμούς που περιλαμβάνει αυτά τα δεδομένα είναι του Alexander, που ορίζει την ΚτΠ ως μια buffer zone, η οποία βοηθάει την επικοινωνία των ηγετικών στρωμάτων του κράτους και της κοινωνίας με τους πολίτες. Επίσης, βοηθάει στην αποτροπή ακραίων φαινομένων πρόσβασης των πολιτών προς την πολιτική εξουσία με ένα λαϊκίστικο τρόπο. Η ΚτΠ, βέβαια, είναι δυναμικό φαινόμενο στο οποίο μπορεί να παρεισφρήσει και ο λαϊκισμός, αλλά, πάντα, υπάρχει μια διαρκής διαμάχη ανάμεσά τους. Σίγουρα, όμως, στην ΚτΠ δεν υπάρχει ο ναζισμός και κάθε μορφή ολοκληρωτισμού που, καταστατικά, είναι εναντίον της ΚτΠ. Επιπλέον, η ΚτΠ δεν έχει σχέση με την έννοια του κέρδους, δεν το απορρίπτει, απλά, δεν ανήκει στο χώρο της.

Το δεύτερο, τώρα, συστατικό στοιχείο της ΚτΠ σχετίζεται με την ανεξαρτησία της από τις Αρχές του κράτους, αφού το κράτος καθοδηγεί την κοινωνία διαμέσου της πολιτικής εξουσίας. Εάν μια έκφανση της ΚτΠ εισχωρήσει στην καρδιά του κράτους (όπως συμβαίνει με τα κυβερνητικά κόμματα) τότε, αυτομάτως, εντάσσεται σε αυτό και δεν ανήκει, πλέον, στην ΚτΠ.

• Υπάρχει ένας «ιδεότυπος» για την ΚτΠ; Αν ναι, ποια είναι τα χαρακτηριστικά του; (σχέση με κράτος, χρηματοδότηση, διοίκηση, σχέση με τα μέλη κλπ).

Π.Β.: Δεν υπάρχει ένας καθαρός ιδεότυπος της ΚτΠ, γιατί η ΚτΠ είναι μια συνδετική έννοια σε αντιπαράθεση, αλλά και σε σχέση με το κράτος. Επομένως, δεν μπορούμε να την δούμε απομονωμένα. Αυτό το γεγονός αποτελεί και μια από της αιτίες για τις οποίες δεν μπορούμε να δώσουμε ένα σαφή ορισμό.

Κατά τη γνώμη μου, όμως, έχουμε ορισμένους «ιδεότυπους» των σχέσεων κράτους και κοινωνίας πολιτών. Η πρώτη μορφή ιδεότυπου υπάρχει όταν έχουμε ένα μεγάλο και δυνατό κράτος και ταυτόχρονα μια μεγάλη και δυνατή ΚτΠ. Εδώ ανήκουν οι ισορροπημένες και πολύ προωθημένες στην ύστερη νεωτερικότητα κοινωνίες δυτικού τύπου (οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, οι ΗΠΑ κλπ). Στην αντίπερα όχθη βρίσκονται οι κοινωνίες που έχουν μεγάλο και δυνατό κράτος και εντελώς αδύναμη ΚτΠ (χιτλερισμός, ολοκληρωτισμός τύπου Στάλιν κλπ). Μια πολύ σπάνια περίπτωση είναι αυτή της Ελβετίας, στην οποία υπάρχει δυνατή κοινωνία πολιτών αλλά αδύναμο κράτος. Στην Ελβετία, αποφασίζουν, κυρίως, μέσα από δημοψηφίσματα, δεν υπάρχει εύκολη διάκριση του κράτους και δεν υπάρχει ο κλασικός τύπος διακυβέρνησης, με τη μορφή που έχουμε συνηθίσει στις δυτικές χώρες. Η Ελλάδα, από την άλλη, είναι μια κατηγορία από μόνη της! Η κατεύθυνση που, ιστορικά, από τη γέννηση του νεοελληνικού κράτους, επιδιώχθηκε ήταν να δημιουργηθεί ένα μεγάλο, δυνατό κράτος και μια μεγάλη, δυνατή κοινωνία πολιτών. Όμως, αυτό που τελικά συνέβη ήταν να έχουμε ένα μεγάλο, γιγαντιαίο, υδροκεφαλικό κράτος και συνάμα αδύναμο. Την ίδια ώρα και η ΚτΠ είναι αδύναμη και ατροφική. Είναι αδύναμη και ατροφική, παρά το γεγονός ότι κατά καιρούς είχαμε ισχυρές νησίδες ποιότητας που θύμιζαν Ευρώπη: ήμασταν, για παράδειγμα, από τους πρώτους που θεσπίσαμε το γενικό δικαίωμα ψηφοφορίας το 1844. Επιπρόσθετα, ορισμένοι τομείς στην τέχνη, στην εκπαίδευση και στον κοινωνικό τομέα έχουμε, ως εξαιρέσεις, σημαντικά στοιχεία που θυμίζουν δυτική Ευρώπη. Όμως, στην πραγματικότητα και το κράτος και η ΚτΠ είναι ατροφικά και αδύναμα, αυτή είναι η μόνιμη κατάσταση ρευστότητας της ελληνικής κοινωνίας.

Όσον αφορά την χρηματοδότηση των διαφόρων μορφών έκφρασης της ΚτΠ από το κράτος, αυτό μπορεί να συμβεί, στη βάση, όμως, συγκεκριμένων προγραμμάτων. Για παράδειγμα, στην περίπτωση της ανάληψης κοινωνικού έργου ή προγράμματος, που πρέπει να παραδοθεί με συγκεκριμένους όρους και προϋποθέσεις και που έχει γίνει με έναν ανοιχτό και διαφανή τρόπο. Όμως, δεν μπορεί να υπάρχει στην λογική μιας μόνιμης επιδότησης χωρίς αυτή να συνδυάζεται με την παραγωγή συγκεκριμένου έργου. Σε αυτή την περίπτωση δεν μιλάμε για ΚτΠ αλλά για κρατική οργάνωση. Πρόκειται για σχεδόν "κομματικές ΜΚΟ". Καμμιά σχέση με την κοινωνία των πολιτών.

Εμείς ως «Παρέμβαση», δεν παίρνουμε επιδοτήσεις από το κράτος, παρά μονάχα αν υπάρξει κάποιο ευρωπαϊκό πρόγραμμα με αναφορά στην ίδια την Ευρώπη και όχι στον εσωτερικό κομματισμό. Στηριζόμαστε, απολύτως, στις συνεισφορές των μελών, είτε σε χορηγίες με αντιπαροχή: πχ διαφήμιση από εταιρείες ή ιδρύματα στην Ελλάδα. Αυτό μας έχει κοστίσει, αφού δεν έχουμε πολλά έσοδα. Είναι, όμως, δική μας επιλογή αυτή, γιατί γνωρίζουμε πως αν αναπτύξουμε σχέσεις με το κράτος ή το κόμμα θα υπάρξουν εκ μέρους τους συγκεκριμένες απαιτήσεις. Από την αρχή, θέλαμε να μην έχουμε τέτοιες σχέσεις. Εξάλλου, είδατε τι έχει τώρα συμβεί με τις ΜΚΟ, που δυστυχώς, η γενικευμένη φημολογία λειτουργεί αρνητικά για όλους, γιατί, πραγματικά, υπήρξαν πολλές οργανώσεις που προσέφεραν έργο.

Εμάς, όμως, δεν μας αφορά αυτή η συζήτηση, είμαστε εκτός και προσπαθούμε να ζούμε μόνο μέσα από τις δικές μας δυνάμεις. Αυτή η πραγματικότητα μας περιορίζει λίγο την εμβέλεια, όμως οι νέες τεχνολογίες και ειδικά το διαδίκτυο μας δίνει πολλές δυνατότητες. Το αξιοποιούμε σταθερά. Έχουμε 5200 ψηφιακά μέλη/φίλους και τα τελευταία 5 χρόνια, δυο φορές την εβδομάδα (Δευτέρα και Πέμπτη), έχουμε επικοινωνία μαζί τους. Επικοινωνούμε μέσω e mail, υπάρχει αλληλεπίδραση μεταξύ μας και αρκετοί παρακολουθούν από κοντά τις εκδηλώσεις μας. Δίνουμε μεγάλη σημασία σε αυτόν τον τομέα.

• Πολλοί επιστήμονες χαρακτηρίζουν την Ελληνική ΚτΠ «ατροφική και αδύναμη». Ποια η γνώμη σας για την ΚτΠ στην Ελλάδα σήμερα;

Π.Β.: Παλαιότερα εμείς στην «Παρέμβαση» είχαμε ως στόχο μια πιο πολιτικοφανή ΚτΠ. Τώρα, προκύπτει μια κοινωνία πολιτών που είναι πολιτική με έμμεσο, όμως, τρόπο (πχ. Atenistas, Κοινωνική Αλληλεγγύη κλπ). Θα έλεγα ότι υπάρχει μια πολύχρωμη κοινωνία πολιτών που, όμως, παραμένει αδύναμη και ατροφική. Αδύναμη και ατροφική υπό την έννοια ότι δεν μπορεί να επιφέρει ισχυρό πολιτικό αποτέλεσμα στην καρδιά του κράτους. Παρά την ύπαρξη πολλών εκφράσεων της ΚτΠ το αποτύπωμα στην καρδιά της πολιτικής εξουσίας είναι ατροφικό. Χωρίς, όμως, να ξέρουμε τι μπορεί να συμβεί αύριο.

• Η Ελλάδα βιώνει μια παρατεταμένη οικονομική, κοινωνική και πολιτική κρίση. Θεωρείτε ότι μπορεί να υπάρξει ανάπτυξη της ΚτΠ σε τέτοιες συνθήκες; Αν ναι, ποιες μορφές - διαστάσεις μπορεί να έχει σήμερα η ΚτΠ;

Π.Β.: Θα σας απαντήσω για την σημερινή κατάσταση, αφού πρώτα κάνω μια μικρή ιστορική αναδρομή. Όταν το 1974 έφυγε το παλάτι και ο στρατός, το μόνο ενοποιητικό πράγμα που έμεινε ήταν το κυβερνών κόμμα, το οποίο, επί της ουσίας, αντικατέστησε το κράτος. Τα κόμματα μετά το 1974 αποίκισαν την πολιτική εξουσία με ένα τέτοιο τρόπο που έκαναν την αίσθηση της συμμετοχής στα κοινά σχεδόν περιττή. Η λογική ήταν να ενταχθείς στο κόμμα και με αυτό τον τρόπο ενίσχυαν, επί της ουσίας, την ατροφικότητα της ΚτΠ.

Στην Ελλάδα, ακόμη και σήμερα, αυτόνομο κράτος, αυτόνομη γραφειοκρατία υπάρχουν ελάχιστα. Υπάρχει παντού κομματοκρατία. Το κράτος είναι ένα αδειανό πουκάμισο. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι με την κάθε αλλαγή κυβέρνησης 16.000 άτομα μετακινούνται στις ηγεσίες διαφόρων οργανισμών. Αυτοί οι άνθρωποι στηρίζουν την καριέρα τους στο πότε θα πάρει το κόμμα τους την εξουσία. Αυτό είναι το μεγάλο πρόβλημα της Ελλάδας. Η δύναμη και η αδυναμία της μεταπολίτευσης.

Κατά την περίοδο της μεταπολίτευσης, είχαμε, βέβαια, δημοκρατικά κόμματα που έσπασαν αυτό το κλίμα του μετεμφυλιακού κράτους, επέβαλαν δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις και, αρχικά, είχαν θετικό ρόλο. Όμως, στα τέλη της δεκαετίας του '80 και ειδικότερα το 1989 είχαμε την πρώτη μεγάλη κρίση του κομματισμού στην Ελλάδα. Έχοντας ο ίδιος προσωπική εμπειρία, ως διευθυντής του γραφείου του τότε Πρωθυπουργού Ξενοφώντα Ζολώτα, επί 6 μήνες έζησα αυτό που σας λέω. Το ελληνικό κράτος ήταν ένα αδειανό πουκάμισο. Δεν υπήρχε κράτος να απευθυνθείς. Τον πρωθυπουργό και τους συνεργάτες τους, για θέματα που σχετίζονταν με το κράτος, τους παρέπεμπαν στα κομματικά επιτελεία των δυο μεγάλων τότε κομμάτων (Ρηγίλλης για τη ΝΔ - Χαριλάου Τρικούπη για το ΠΑΣΟΚ). Όταν λέγαμε ότι «υπάρχει κράτος, υπάρχουν Αρχές που πρέπει να απευθυνθούμε», απαντούσαν ειρωνικά «α... καλά που ζείτε;». «Δεν υπήρχαν αρχεία! Μου ζήτησε ο Πρωθυπουργός να βρω τα αρχεία των πρωθυπουργών. Δεν υπήρχε τίποτα, τα έπαιρναν στο σπίτι τους ...διότι (ο κάθε πρωθυπουργός) θεωρούσε ιδιοκτησία του αυτά που έλεγε τότε».

Την τελευταία, όμως, τριετία μπήκε σε κρίση η καρδιά του συστήματος, το πολιτικό σύστημα. Αναγκάζεται να μιλάει ενάντια των πελατειακών σχέσεων, των προσλήψεων, τα μέλη των κομμάτων δεν θέλουν να το αποδεχθούν, ο ευρύτερος κόσμος το βλέπει και το καταγγέλλει, έχει οργή για οικονομικούς και άλλους λόγους (μείωση εθνικής κυριαρχίας) κλπ. Σήμερα, λοιπόν, έχει παραλύσει η καρδιά του συστήματος. Δεν περνάμε μόνο οικονομική κρίση, περνάμε ριζική κρίση, κρίση πολιτική, κρίση νοοτροπίας, κρίση των πάντων. Επίσης, οι εκπρόσωποι του κομματικού συστήματος περνάνε και αυτοί μεγάλη εσωτερική, ψυχολογική κρίση, μιας κι βρίσκονται αντιμέτωποι και σε αναντιστοιχία με τον πρότερό τους εαυτό.

Η ΚτΠ μέσα σε αυτή την κατάσταση έχει κι αυτή διπλό πρόσωπο. Από τη μια υπάρχει μια θεαματική ανάπτυξη της κοινωνικής, αλληλέγγυας οικονομίας: αναπτύσσεται μια κοινωνική επιχειρηματικότητα (π.χ. γίνεται λόγος ξανά για συνεταιρισμούς, επιστροφή στη γη, δημιουργική επιχειρηματικότητα κλπ), ενώ παράλληλα εμφανίζονται πολλές δημιουργικές ομάδες, ομάδες τέχνης, χορού, θεάτρου, ομάδες παρέμβασης στα δρώμενα της πόλης. Δείχνει μια ζωντάνια η ΚτΠ.

Από την άλλη, όμως, επικρατεί φοβερή σύγχυση, αναπτύσσονται ραγδαία φαινόμενα λαϊκισμού (Χρυσή Αυγή, Ανεξάρτητοι Έλληνες κλπ). Άνοδο εμφανίζουν και οι εκφράσεις λεκτικής βίας. Είναι, λοιπόν, διπλή η εικόνα στην ΚτΠ και όλα μοιάζουν να είναι υπό διαπραγμάτευση. Χρειάζεται να δούμε κατά πόσο μπορούμε να γίνουμε μια normal, προχωρημένη χώρα της ύστερης νεωτερικότητας. Βέβαια, αυτό σημαίνει ότι, οπωσδήποτε, πρέπει να αποκατασταθεί μια έννοια λογικής λειτουργίας του κράτους, πέρα από τον εξευτελιστικό κομματισμό που προϋπήρξε στην Ελλάδα, που έφθασε μέχρι την διαφθορά υψηλών πολιτικών προσώπων αλλά και μεσαίων δημοσίων υπαλλήλων (που τα 9/10 τους ήταν κομματικά στελέχη). Χρειάζεται να φτιάξουμε, ένα λογικό κράτος, μια αυτοπειθαρχία του κομματισμού, δηλαδή να μετατραπεί από μια κομματοκρατία σε μια λογική, κομματική δημοκρατία, μένοντας πάντα εντός της Ευρώπης. Το άλλο ζητούμενο είναι μια, πλήρης, αναδιάταξη των ζωντανών δυνάμεων της ΚτΠ.

• Η κοινωνία πολιτών μέσα στην κρίση μπορεί να κινηθεί πιο οργανωμένα; Συνήθως οι διάφορες εκφράσεις της ΚτΠ δεν έχουν ένα κοινό στόχο. Πολλές φορές κάθε έκφραση της ΚτΠ κοιτάζει αποκλειστικά «τα του οίκου της».

Π.Β.: Οι εκφάνσεις της ΚτΠ δεν χρειάζεται να έχουν ένα κοινό στόχο, γιατί δεν στοχεύουν στην πολιτική εξουσία. Μπορούν όμως κάλλιστα να συνεργάζονται μεταξύ τους. Η συνεργασία, όμως, δεν πρέπει να περιοριστεί στο υψηλότερο επίπεδο, αφού, γενικότερα, είμαστε μια κοινωνία που δρα στη βάση των νησίδων ποιότητας, οι οποίες συχνά δεν επικοινωνούν μεταξύ τους. Εμείς, ως «Παρέμβαση» επιδιώκουμε και συνεργαζόμαστε με συγγενείς οργανώσεις (πχ. με την Κίνηση Πολιτών για μια Ανοιχτή Κοινωνία, τη Διεθνή Διαφάνεια, την Ένωση για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα κ.α.). Έχουμε μια καλή επικοινωνία αν και δεν είναι στο επίπεδο που θα θέλαμε πραγματικά.

• Ποιά ανάγκη γέννησε την πρωτοβουλία «Παρέμβαση 2021» και ποιους στόχους θέτει σήμερα η «Παρέμβαση;»

Π.Β.: Θέλουμε να δούμε πως μπορεί να ανοίξει ένας διάλογος και να βρεθεί μια λύση ευρωπαϊκή, δημοκρατική και βιώσιμη, ανάμεσα σε τρεις τομείς που θα βρίσκονται σε ισορροπία: το πολιτικό σύστημα (δημόσια διοίκηση), το αναπτυξιακό μοντέλο, που αναφέρεται κυρίως στην ιδιωτική οικονομία και τον τρίτο τομέα, την ΚτΠ.

Πριν από την κρίση, είχαμε γράψει με τον Ν. Μουζέλη, πως αν συνεχίζαμε έτσι θα βρισκόμασταν σε δύσκολη θέση, θα χρεοκοπούσαμε και η κοινωνία θα αντιμετώπιζε δύσκολες καταστάσεις. Βέβαια, δεν μπορούσαμε να φανταστούμε την παγκόσμια κρίση που προήλθε με την Lehman Brothers, όπως δεν μπόρεσαν και οι ειδικοί. Επίσης, δεν μπορούσαμε να φανταστούμε την τόση μεγάλη αδυναμία και τον πανικό των πολιτικών κομμάτων όταν ως χώρα ζητήσαμε βοήθεια και προσφύγαμε στα μνημόνια. Εμείς χαιρετίσαμε την αποφυγή της χρεοκοπίας, επισημάναμε την ανάγκη «να βγάλουν τα κάστανα από τη φωτιά» εκείνοι που τα δημιούργησαν και με το κέρδος χρόνου που είχαμε να δημιουργήσουμε τις προϋποθέσεις ώστε να φτιάξουμε ένα πρόγραμμα όπως αυτό της «Παρέμβαση 2021».

Τώρα βέβαια, που έχουν περάσει 3,5 χρόνια δεν είμαστε ικανοποιημένοι με όσα έχουν γίνει. Πρέπει να αξιοποιηθεί αυτό το κέρδισμα χρόνου για να γίνουν μερικές μεγάλες αλλαγές. Οι προτάσεις μας είναι εν γνώσει των αρμοδίων αλλά, παρά το γεγονός ότι μας γνωρίζουν ή ενδεχομένως μας υπολογίζουν, δεν δίνουν ιδιαίτερη σημασία. Ο εκάστοτε πρωθυπουργός κάνει ό,τι θέλει! Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η πρόσφατη απόφαση περί κλεισίματος της ΕΡΤ. Είχαμε καταθέσει συγκεκριμένες προτάσεις -ειρηνικού και συναινετικού χαρακτήρα- να βρουν ένα τόπο συνεννόησης με τους εργαζομένους, να μην κλείσει η δημόσια τηλεόραση σε μια ευρωπαϊκή χώρα, όμως, κανείς δεν έδωσε σημασία!

• Η «Παρέμβαση» πρωτοστάτησε στη δημιουργία του «Συνηγόρου του Πολίτη». Ποια είναι η γνώμη σας για τη λειτουργία του θεσμού, 15 χρόνια μετά την έναρξη λειτουργίας του;

Π.Β.: Είναι ένας επιτυχής θεσμός για τον οποίο είμαστε περήφανοι. Ήταν ένας βασικός στόχος του 1995, όταν και ιδρυθήκαμε. Επιδιώξαμε την ίδρυση του, αφού ως θεσμός υπήρχε σε όλες τις χώρες της Ευρώπης, όχι, όμως και στη χώρα μας. Τότε είχαμε 2 βασικές κατευθύνσεις: α) την ενδυνάμωση της ΚτΠ απέναντι στο κράτος και την αγορά, στα πλαίσια μιας ευρωπαϊκής κοινωνίας και β) την ανάπτυξη των ανεξάρτητων αρχών, γιατί βοηθούν στην αποκέντρωση του κράτους, στη δημιουργία αυτοτελών ανεξάρτητων δομών, στον περιορισμό της κομματικοκρατίας και στη βελτίωση των σχέσεων κράτους - πολίτη (πχ συνήγορος του πολίτη). Γενικότερα, είμαστε υπέρ της ίδρυσης ανεξάρτητων αρχών και στηρίζουμε την ανάπτυξη και προώθησή τους όπου αυτό είναι εφικτό.

Ο Συνήγορος του Πολίτη ήταν μια πετυχημένη περίπτωση. Σημαντικός ήταν ο ρόλος του Νικηφόρου Διαμαντούρου, που ήταν και γενικός γραμματέας της «Παρέμβασης», γνώριζε το θέμα και το προώθησε. Αργότερα, σημαντική ήταν, επίσης, η συνδρομή του κ. Καμίνη που ήταν κι αυτός μέλος μας, αλλά και τη σημερινής συνηγόρου κας Καλλιόπης Σπανού. Είναι άνθρωποι που γνωρίζουν τα θέματα εις βάθος.


Η Παρέμβαση είχε κάνει 2-3 εκδηλώσεις για την αναγκαιότητα της ύπαρξης του θεσμού του Συνηγόρου. Από την δεύτερη εκδήλωση και μετά, μάθαμε ότι και ο κ. Σημίτης, ως πρωθυπουργός, ήταν απολύτως θετικός στην προώθηση του Συνηγόρου του Πολίτη. Όμως, όταν έφερε το θέμα στο υπουργικό συμβούλιο συνάντησε αντιστάσεις, με την εξαίρεση 1-2 περιπτώσεων (πχ του κ. Αλέκου Παπαδόπουλου). Από την μια, δεν ήξεραν τι ήταν ο ΣτΠ και από την άλλη φοβόντουσαν, επειδή, γενικότερα, άκουγαν ότι «θα είναι ένα όργανο που θα εποπτεύει την διοίκηση». Ο κομματισμός στην Ελλάδα δεν θέλει να του περιορίζει κανείς τον άνετο τρόπο που κυβερνά. Δεν ήθελαν κανέναν να τους περιορίζει. Ο κος Σημίτης, όμως, το προώθησε, έδρασε ως πραγματικός πρωθυπουργός και, παρά τις αντιστάσεις, ο θεσμός απέκτησε σάρκα και οστά. Εμείς, για να προκύψει αυτό το αποτέλεσμα, είχαμε κάνει εκδηλώσεις, μαζέψαμε υπογραφές, πιέσαμε τις ξένες χώρες και την ευρωπαϊκή ένωση μέχρι που τελικά έγινε πραγματικότητα. Ο θεσμός πήγε από την αρχή καλά. Ο Νικηφόρος Διαμαντούρος απέκτησε μεγάλη φήμη για τη συμβολή του ως Συνήγορος του Πολίτη στην Ελλάδα, για αυτό και αργότερα έγινε ευρωπαίος διαμεσολαβητής.


Σήμερα, ο ΣτΠ έχει περίπου 11000 υποθέσεις κάθε χρόνο (αυτό δείχνει και την αποδοχή του από τους πολίτες) και βελτιώνει πράγματα στη σχέση πολίτη με το κράτος. Όμως, δεν έχει κυρωτικές ιδιότητες, έχει συμβουλευτικές αρμοδιότητες προς το κράτος. Ενδεχομένως, να ήταν καλό σε ορισμένους τομείς, να υπάρχουν ορισμένες κυρωτικές αρμοδιότητες, ώστε να περιορίζεται η γραφειοκρατία και ο πολιτικός κομματισμός.

Το σημαντικό, όμως, είναι οι Ανεξάρτητες Αρχές να συνεχίσουν να υπάρχουν, να έχουν συνέπεια και συνέχεια, να κερδίσουν την εμπιστοσύνη και τον σεβασμό του Έλληνα πολίτη. Οι Ανεξάρτητες αρχές είναι ενδιάμεσοι θεσμοί και, υπό αυτή την έννοια, είναι παράλληλοι θεσμοί με την έννοια της ΚτΠ. Περιορίζουν κι αυτές τον κομματισμό, εξορθολογίζουν το κράτος, βελτιώνουν την πρόσβαση των πολιτών στις δημόσιες υπηρεσίες. Δυστυχώς, όμως, το ΕΣΡ, που θεωρητικά είναι Ανεξάρτητη Διοικητική Αρχή, δεν είχε αυτή τη λογική στην πρόσφατη περίπτωση του κλεισίματος της ΕΡΤ. Είναι απαράδεκτο που δεν έβγαλαν μια απόφαση, δεν έκαναν μια δήλωση, δεν εξέδωσαν ένα ψήφισμα. Φυσικά, την συμπεριφορά αυτή την έχουμε καταδικάσει. Όμως, τι να πεις για αυτή τη στάση. Πραγματικά μένεις άφωνος!


Συνολικά μιλώντας νομίζω ότι πίσω από την αλματώδη ανάπτυξη της έννοιας και της πρακτικής της Κοινωνίας των Πολιτών τα τελευταία 30 χρόνια, υπάρχει ένα βαθύτερο φαινόμενο που αναπτύσσεται στις ώριμες κοινωνίες της ύστερης νεωτερικότητας. Είναι η ανάδυση των διαδικασιών εξατομίκευσης που οδηγεί στο μαζικό πλέον φαινόμενο της νέας ατομικότητας. Οι άνθρωποι έχουν υψηλές προσδοκίες για την ποιότητα του βίου τους και αντιμετωπίζουν εξίσου υψηλές προσδοκίες από τις κοινωνίες τους. Θέλουν να είναι πολίτες, να ελέγχουν την ζωή τους και να «οικοδομούν την Βιογραφία τους» (A. Giddens, Ν. Μουζέλης κ.α.). Την ίδια στιγμή αλλάζουν ραγδαία και οι άλλοι δυο κοινωνικοί πόλοι. Το κράτος και η αγορά. Το κράτος ιδίως στην Ευρώπη βρίσκεται μέσα σε ένα πρωτοφανώς πολύπλοκο πλέγμα δεσμεύσεων και συσχετισμών και κινείται στην τροχιά αυτού που ονομάζεται Διακυβέρνηση (Governance) ενώ η αγορά μέσα στο πλέγμα της παγκοσμιοποίησης και του διεθνούς πλέον ανταγωνισμού του κεφαλαίου, της εργασίας και της Γνώσης. Όλα είναι ρευστά και μεταβατικά και χρειάζεται χρόνος για να δούμε τους συσχετισμούς. Επιπλέον, στην Ελλάδα με την κρίση από το 2010 και τα Μνημόνια έχουμε γυρίσει πίσω 10 χρόνια και αν θέλουμε να συγχρονιστούμε ξανά πρέπει να κάνουμε πολλά πράγματα ταυτοχρόνως. Ένα από τα πιο σημαντικά είναι να ξαναδούμε την ελληνική κοινωνία μέσα από την οπτική της Κοινωνίας Πολιτών. Το πιο δύσκολο αλλά ίσως το πιο ελπιδοφόρο.