Παρασκευή, 29 Μάρτιος 2024

Οι ιδιωτικοποιήσεις και οι απολύσεις ως απόρροια της αποτυχίας του εγχώριου πολιτικού προσωπικού

Το θράσος των πολιτικών μας είναι απύθμενο. Κόπτονται για δήθεν «εξυγίανση του δημόσιου τομέα» και για «ιδιωτικοποιήσεις» και ενοχοποιούν γι' αυτό τους πάντες, εκτός από τον εαυτό τους.

Όμως πρόκειται περί ζητημάτων που για την ενδεχόμενη αναγκαιότητά τους ευθύνονται αυτοί πρωτίστως, αν όχι απολύτως. Αντί δηλαδή να αυτοαπολύονται ως απολύτως ανίκανοι και φαύλοι για να διαχειριστούν τα κοινά, ενοχοποιούν άλλους, επικαλούμενοι πραγματικές αλλά και επινοημένες «συγκυρίες», ξεπουλούν και τη χώρα όσο-όσο. Προφανώς και δεν μπαίνουν στον κόπο να αναλύσουν τις πραγματικές διαστάσεις της σημερινής κρίσης: το πρόβλημα σήμερα είναι η έλλειψη ανάπτυξης και αποτελεί πλέον κοινό τόπο πως ανάπτυξη δεν γίνεται με απολύσεις και άκρα λιτότητα ή με «ιδιωτικοποιήσεις» οργανισμών κοινής ωφέλειας. Μόνο οι σημερινοί υπουργοί μας δεν το καταλαβαίνουν αυτό ή κάνουν πως δεν το καταλαβαίνουν, πιστοί στη γερμανική «σχολή» της εσωτερικής υποτίμησης, αν όχι της ενίσχυσης των γερμανικών επιδιώξεων.

Ας αρχίσουμε από τους δημοσίους υπαλλήλους. Το δημόσιο προσλαμβάνει εργαζόμενους για να λειτουργούν καλά οι δημόσιες υπηρεσίες. Αν αυτοί οι υπάλληλοι δεν αποδίδουν, είναι κυρίως γιατί η υπηρεσία τους δεν λειτουργεί σωστά. Στην περίπτωση αυτή, όμως, ευθύνεται πρωτίστως είτε η διεύθυνση της υπηρεσίας αυτής, που δεν μεριμνά προς τούτο, είτε η «άνωθεν» κακή οργάνωσή της. Οι κατ' αρχάς δηλαδή και κύριοι υπεύθυνοι πρέπει να αναζητηθούν στους διευθυντές αλλά και στους γενικούς «μάνατζερ» των υπηρεσιών αυτών, δηλαδή στους εκάστοτε Υπουργούς, Υφυπουργούς και Γενικούς Γραμματείς, που οφείλουν να καταστήσουν το Υπουργείο τους, με όλες τις επί μέρους υπηρεσίες του, λειτουργικό και όχι να φέρνουν μαζί τους εκατοντάδες ακριβοπληρωμένων συμβούλων για να το υποκαταστήσουν και ουσιαστικά να το ακυρώσουν. Τελικώς όμως το ανάθεμα πίπτει στους δυστυχείς δημοσίους υπαλλήλους, που συχνά δεν έχουν στην κυριολεξία τι να κάνουν. Συχνά αυτοί οι (μισθοδοτούμενοι) υπάλληλοι είναι και περισσότεροι από όσους πραγματικά η υπηρεσία χρειάζεται, καθιστώντας έτσι επιπροσθέτως το όλο σύστημα όχι μόνο αντιλειτουργικό, αλλά και υπέρογκα δαπανηρό. Γι' αυτό όμως και πάλι φταίνε οι πολιτικοί που τους διόρισαν πελατειακά και εν πολλοίς εκβιαστικά. Εκβιαστικά, γιατί όταν κάποιος είναι άνεργος και για να εργαστεί πρέπει απαραιτήτως να περάσει από το γραφείο του βουλευτή της περιοχής του, ειδάλλως δεν βρίσκει δουλειά, αυτό λέγεται εκβιασμός. Φταίει βέβαια σε κάποιο βαθμό και ο εκβιαζόμενος, πρωτίστως όμως φταίνε οι εκβιαστές του. Οι οποίοι μάλιστα εκβιαστές επιβάλλουν τώρα να αξιολογούνται οι πρώην πελάτες τους με τρόπο που στερείται στοιχειώδους λογικής (για να εξακολουθήσουν να τους έχουν ακόμα πελάτες μήπως;): υποχρεώνουν τους προϊσταμένους και τους διευθυντές των δημοσίων υπηρεσιών όταν αξιολογούν τους υπαλλήλους τους να εμφανίζουν απαραιτήτως συγκεκριμένο ποσοστό «ανεπαρκών», συγκεκριμένο ποσοστό «ικανών» και συγκεκριμένο ποσοστό «αρίστων». Πρόκειται περί της απόλυτης παράνοιας των ανικάνων ή περί ηθελημένης προσπάθειας διάλυσης των πάντων, αρχής γενομένης από την κοινή λογική; Άραγε στους εμπνευστές αυτής της «νομοθετικής ρύθμισης», στους υπουργούς και στους βουλευτές μας, δηλαδή, τι ποσοστώσεις πρέπει να βάλουμε στην αξιολόγησή τους; Γιατί πρέπει και αυτοί να αξιολογηθούν, υπάλληλοι μισθοδοτούμενοι από εμάς είναι, δημόσιοι υπάλληλοι με χαμηλά και ανέλεγκτα μάλιστα τυπικά προσόντα, αλλά και εκ του αποτελέσματος ανύπαρκτα ουσιαστικά προσόντα. Ας πάψουμε επί τέλους να τους μυθοποιούμε σαν να είναι παλαιού τύπου μονάρχες ή σαν σταρ του σινεμά.

Βεβαίως και πρέπει να υποστούν συνέπειες οι οκνηροί δημόσιοι υπάλληλοι, οι αδιάφοροι και οι φαύλοι, μ' άλλα λόγια αυτοί που επείσθησαν από την περιρρέουσα ατμόσφαιρα πως ο κύριος στόχος είναι η ήσσων προσπάθεια, το αεριτζίδικο κέρδος, η ρεμούλα και η λαμογιά, πρωτίστως όμως φταίνε οι πολιτικοί που δημιούργησαν έναν αντιλειτουργικό και αντιαναπτυξιακό δημόσιο τομέα, καταχρώμενοι της εξουσίας τους και εξαντλώντας τα δημόσια ταμεία για ψηφοθηρικούς λόγους. Οφείλουν οι πολιτικοί αυτοί – δηλαδή σχεδόν το σύνολο του πολιτικού προσωπικού μας – να λογοδοτήσουν για διασπάθιση δημοσίου χρήματος και να υποστούν τις συνέπειες – από τη μη επανεκλογή τους έως την ένδικη δίωξή τους. Με έναν πρόχειρο υπολογισμό εύκολα διαπιστώνουμε πως οι πολιτικοί με τους αθρόους και κυρίως ασύμβατους με τις πραγματικές ανάγκες των επί μέρους δημοσίων υπηρεσιών διορισμούς, προξένησαν στα δημόσια ταμεία μεγαλύτερη ζημιά από αυτήν που προξένησε, λ.χ. ο Τσοχατζόπουλος.

Ακόμα όμως κι έτσι, υπάρχουν τρόποι η δημόσια διοίκηση να γίνει παραγωγική προς όφελος όλων, δηλαδή της ανάπτυξης, της ενίσχυσης της «ιδιωτικής πρωτοβουλίας» συμπεριλαμβανομένης. Κατά πρώτον, ξέρουμε πολύ καλά – ή πρέπει να ξέρουμε – πως σε κάθε απολυμένο του δημόσιου τομέα αντιστοιχούν ίσως περισσότεροι απολυμένοι του ιδιωτικού τομέα, ξέρουμε επίσης ότι ο δημόσιος τομέας στην Ελλάδα δεν είναι ο μεγαλύτερος στην Ευρώπη και άρα κακώς τον λοιδορούμε σαν συνολικά υπερτροφικό. Η απαίτηση της «τρόικας» δεν ήταν αρχικώς η απόλυση υπαλλήλων – το έχουν ευθέως δηλώσει αυτό –, ήταν η εύρεση τρόπων αποπληρωμής των χρεών μας. Οι ανίκανοι όμως πολιτικοί μας το μόνο που βρήκαν να κάνουν γι' αυτό, ήταν να απολύσουν υπαλλήλους για εξοικονόμηση χρημάτων – μέγα μεθοδολογικό λάθος και βαθύτατα αντιαναπτυξιακό, που θα έπρεπε να τους στείλει συλλήβδην σπίτι τους ή στα δικαστήρια. Κατά δεύτερον, υπάρχουν πάμπολλοι τομείς όπου μπορούν οι δημόσιοι υπάλληλοι (και ως δημόσιοι υπάλληλοι) – και συνακολούθως η δημόσια υπηρεσία στην οποίαν υπηρετούν – να αυτοχρηματοδοτούνται. Τα πολλαπλασιαστικά οφέλη θα ήσαν τεράστια. Δεν αναφέρομαι τόσο στην παλαιότερη πρόταση του Θανάση Κανελλοπούλου (στην εποχή που υπήρχαν ακόμα πολιτικοί που σκέπτονταν, προτού ενσκήψει η λαίλαπα των τελευταίων ετών), που πρότεινε δημιουργία δημοσίων εταιριών μιας μετοχής, αναφέρομαι κυρίως σε υπηρεσίες που μπορούν ευθέως να αυτοχρηματοδοτηθούν και που τώρα αποστελεχώνονται δήθεν για να «εξυγιανθούν».

Στα Πανεπιστήμια, π.χ., υπάρχουν οι Ειδικοί Λογαριασμοί Ερευνών, που μέσα στην ανόητη φούρια των απολύσεων αποστελεχώνονται, με συνέπεια να χάνονται πολλά διεθνή προγράμματα και πολλά χρήματα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι και το Υπουργείο Τουρισμού. Τον τελευταίο καιρό δοξολογούμε το Υπουργείο αυτό, λόγω του αυξανόμενου τουριστικού ρεύματος προς τη χώρα μας, τη στιγμή που αυτό δεν κάνει απολύτως τίποτα για τη διάχυση αυτού του τουρισμού στην τοπική οικονομία και όχι στα all inclusive των αόρατων ιδιοκτητών, με τους ανασφάλιστους εργαζόμενους των 300 ευρώ. Αν υπήρχε πολιτική βούληση πραγματικής τοπικής ανάπτυξης μέσω της διακίνησης των τουριστών και σχετικός έλεγχος – από επαρκώς στελεχωμένες υπηρεσίες βεβαίως –, το οικονομικό όφελος για τη χώρα θα ήταν τεράστιο. Το υπουργείο αυτό έχει ακόμα αφήσει τις υπηρεσίες αδειοδοτήσεων των τουριστικών καταλυμάτων με ελάχιστους ή καθόλου εργαζόμενους, με αποτέλεσμα να δυσκολεύεται και να χάνει πολύτιμο χρόνο και χρήμα όποιος επιδιώκει να πάρει άδεια λειτουργίας του τουριστικού καταλύματός του, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την οικονομία της χώρας. Αφήνω κατά μέρος μεγάλες τουριστικές μονάδες που για χρόνια βασανίζονταν με τις αρμόδιες – και υποστελεχωμένες – δημόσιες αρχές.

Υπάρχουν βεβαίως και δημόσιες υπηρεσίες που δεν χρειάζεται να υπάρχουν, πέραν των κακών και διεφθαρμένων δημοσίων υπαλλήλων. Εδώ όμως αφ' ενός οφείλουν οι «μάνατζερ» - υπουργοί να προβούν σε μελέτη ανασύνταξης των υπαλληλικών θέσεων, αφ' ετέρου να εξασφαλιστούν τρόποι ελέγχου των υπαλλήλων από τους προϊσταμένους τους και τους υπουργούς τους, που οφείλουν να οργανώνουν σωστά και να ελέγχουν την αποδοτικότητα των υπηρεσιών των υπουργείων τους. Το αν, π.χ., αυτή τη στιγμή βρέθηκαν υπάλληλοι πολεοδομικών γραφείων με εκατομμύρια, σίγουρα δεν φταίνε μόνο αυτοί: είτε δεν ελέγχθησαν ποτέ, είτε συνεργάστηκαν με υψηλότερα ιστάμενους για προστασία. Ούτε και ο Τσοχατζόπουλος έφταιγε (έκλεβε) μόνο αυτός. Θα πρέπει να το ήξεραν και ενδεχομένως να το εκμεταλλεύονταν και άλλοι, ίσως μάλιστα (και) οι ανώτεροι αυτού στην ιεραρχία (αν δεν το ήξεραν σημαίνει πως αποδέχονται την ηλιθιότητά τους).
Α
ς έρθουμε τώρα στις ιδιωτικοποιήσεις. Γιατί αναγκαζόμαστε – αν αναγκαζόμαστε και δεν εντελλόμαστε – να αλλάξουμε το ιδιοκτησιακό καθεστώς μιας δημόσιας υπηρεσίας ή δημόσιας επιχείρησης; Μα προφανώς γιατί δεν λειτουργεί σωστά. Γιατί όμως η ΔΕΗ, π.χ., δεν λειτουργεί σωστά; Μα προφανώς γιατί είναι λάθος οργανωμένη. Γιατί δεν την οργανώνουμε καλύτερα και αποδοτικότερα για το δημόσιο συμφέρον και παραγωγικότερα, δηλαδή για να προσφέρει ανάπτυξη και άρα εμμέσως κερδοφορία; Προφανώς γιατί είμαστε ανίκανοι να το κάνουμε και προτιμούμε την εύκολη λύση της πώλησής της, γιατί άλλοι θα το κάνουν καλύτερα από εμάς. Ομολογούν δηλαδή οι πολιτικοί μας ότι αδυνατούν να οργανώσουν καλά μια επιχείρηση – το κλειστό και λειτουργικά ακριβό club της ΔΕΗ εν προκειμένω – και εμείς τους ξαναψηφίζουμε, αντί να τους στείλουμε, αν όχι στη δικαιοσύνη, ως καταχραστές δημοσίου χρήματος και τροχοπέδη της παραγωγής και της ανάπτυξης, τουλάχιστον σπίτι τους. Ακόμα και το επιχείρημα ότι επιδιώκουμε να «ανοίξουμε» τις δημόσιες επιχειρήσεις στην «ιδιωτική πρωτοβουλία» είναι ψεύδος.

Περισσότερο ενισχύουμε την ιδιωτική πρωτοβουλία στην προσπάθειά της να επινοήσει, να επιχειρήσει και να παράξει, αποκλείοντας εγκλωβισμό της σε ενδεχόμενη μέγγενη κερδοσκόπων, παρά παραδίδοντας την παραγωγή και την εμπορία της ηλεκτρικής ενέργειας και των αγαθών που αποτελούν προϋπόθεση τόσο για την πολυπόθητη ανάπτυξη όσο και την ίδια την ύπαρξη της κοινωνίας (νερό, επικοινωνίες), σε μεμονωμένους ιδιοκτήτες, εν πολλοίς μάλιστα ανώνυμους. Λιγότερο κράτος δεν σημαίνει αντικατάστασή του με ιδιωτικές εταιρίες του μεγάλου και ανώνυμου κεφαλαίου. Στην περίπτωση αυτή πάλι περισσότερο «κράτος» θα έχουμε, κράτος που αντί να (νομίζουμε πως) το ελέγχουμε μέσω των εκλογών, θα καθορίζει τις βασικές παραμέτρους της καθημερινής μας ζωής, χωρίς να δίνει λόγο σε κανέναν, κράτος που θα ελέγχει απολύτως και κατά το δοκούν κάθε ιδιωτική πρωτοβουλία.

Λιγότερο κράτος δεν σημαίνει αντικατάστασή του με ένα άλλο ολιγαρχικό κράτος ανώνυμων κεφαλαιούχων. Λιγότερο κράτος σημαίνει πέρασμα μέρους της κεντρικής εξουσίας και των αποφάσεων που αφορούν στα κοινά προς τους πολίτες του, υπό το κλεισθενικό τρίπτυχο της ισονομίας, ισηγορίας και ισοπολιτείας. Λιγότερο κράτος σημαίνει θέσπιση περισσότερων ατομικών ελευθεριών και δυνατοτήτων των ατόμων – όλο και περισσότερων ατόμων – να παράγουν, να δημιουργούν και να συμμετέχουν στα κοινά. Λιγότερο κράτος σημαίνει σταδιακή θέσπιση Νέου Κοινωνικού Συμβολαίου, με επαναπροσδιορισμό των όρων «δημοσίου» και «ιδιωτικού» και επαναπροσδιορισμό των λειτουργικών τους σχέσεων, έως συνταύτισής του.

Δημοσιεύτηκε στο Ποντίκι στις 30/6/2014

Ηλίας Μόσιαλος: Ιστορίες τρέλας στο ΙΣΤΑΜΕ

Την περασμένη εβδομάδα ο Ηλίας Μόσιαλος, ο οποίος έχει αποσυρθεί από την πολιτική και ασχολείται πλέον μόνο με τις ακαδημαϊκές υποχρεώσεις του στο Λονδίνο, επιχείρησε να βγάλει χρήματα για τρέχουσες υποχρεώσεις από τον λογαριασμό που διατηρεί σε ελληνική τράπεζα. Η ΑΤΜ δεν ανταποκρινόταν και εκείνος σκέφτηκε ότι θα είχε πάθει κάποια βλάβη το μηχάνημα. Την Τετάρτη έφτασε στο σπίτι του επιστολή από την τράπεζα που τον ενημέρωνε ότι ο λογαριασμός του έχει δεσμευθεί έπειτα από εντολή κατάσχεσης που εξέδωσε το ΙΚΑ για μη καταβολή ασφαλιστικών εισφορών προς τους εργαζομένους του ΙΣΤΑΜΕ ύψους περίπου 170.000 ευρώ. Πρόκειται για μία ακόμη σουρεαλιστική ιστορία από το οικονομικό ναυάγιο του ΠαΣοΚ καθώς ο κ. Μόσιαλος δεν είναι πρόεδρος του ΙΣΤΑΜΕ από τον Απρίλιο του 2012, οπότε έληξε η θητεία του και επειδή δεν αντικαθίστατο υπέβαλε και επιστολή παραίτησης!
Παράλληλα με τον κ. Μόσιαλο είχαν δηλώσει παραίτηση και επτά μέλη του ΔΣ του ΙΣΤΑΜΕ, με αποτέλεσμα το όργανο αυτό να μην έχει νόμιμη σύνθεση.

Σε εκείνο το ΔΣ συμμετείχαν επίσης οι: Ν. Παπανδρέου (αντιπρόεδρος), Αννυ Ποδηματά, Τατιάνα Καραπαναγιώτη, Π. Ελευθεριάδης (σήμερα ανήκει στη Συντονιστική Επιτροπή του Ποταμιού), Μαρία Καρακλιούμη κ.ά. και πρόεδρος της επιστημονικής επιτροπής ήταν ο Δ. Κρεμαστινός.

Ενδιαφέρον όμως έχει και η νομική υπόσταση του ΙΣΤΑΜΕ, το οποίο, σύμφωνα με το Καταστατικό του, είναι αστική μη κερδοσκοπική εταιρεία με κύριο μέτοχο (σε ποσοστό 90%) τον νυν διοικητή του ΙΚΑ Ροβέρτο Σπυρόπουλο. Το υπόλοιπο ποσοστό μοιράζονται οι Ι. Σουλαδάκης και Ι. Παπαδάτος.

Από τις 7 Απριλίου 2012 που δήλωσε παραίτηση ο κ. Μόσιαλος προσπάθησε με επανειλημμένες επικοινωνίες του ιδίου αλλά και του δικηγόρου του Ι. Νικολαΐδη να απεμπλακεί από τις τυπικές ευθύνες της διοίκησης του ΙΣΤΑΜΕ. Το θέμα αποδείχθηκε ότι δεν ήταν απλό. Μετά την παραίτηση του προηγούμενου ΔΣ δεν ορίστηκε νέο με τις διαδικασίες που προβλέπει το Καταστατικό του ΙΣΤΑΜΕ, παρότι στο μεταξύ άλλαξαν δύο πρόεδροι: ο Κ. Σκανδαλίδης, ο οποίος έπειτα από ολιγοήμερη θητεία διαγράφηκε για κάποιους μήνες από το ΠαΣοΚ, και ο σημερινός πρόεδρος Χρ. Δερβένης.

Παρά τις αλλαγές αυτές, υπόλογος για το ΙΣΤΑΜΕ ενώπιον της Εφορίας και του ΙΚΑ παραμένει ο κ. Μόσιαλος, εφόσον οι τρεις μέτοχοι της εταιρείας δεν φρόντισαν να ορίσουν άλλο πρόσωπο.

Τον Ιούλιο του 2012 ο κ. Μόσιαλος και τα υπόλοιπα μέλη του ΔΣ που δήλωσαν παραίτηση προώθησαν τις σχετικές επιστολές και στον διευθυντή του ΙΣΤΑΜΕ Ι. Κρίκο, ο οποίος ενημέρωσε τον κ. Σπυρόπουλο και τον γενικό διευθυντή του ΠαΣοΚ Νίκο Σαλλαγιάννη. Δύο εβδομάδες μετά, μη έχοντας καμία αντίδραση, ο κ. Μόσιαλος επικοινώνησε με τον κ. Σπυρόπουλο και έλαβε τη διαβεβαίωση ότι θα οριστεί σύντομα νέο διοικητικό συμβούλιο. Τον Ιανουάριο του 2013 απηύθυνε επιστολή ζητώντας από τον κύριο μέτοχο του ΙΣΤΑΜΕ να τον ενημερώσει αν χρειάζεται κάτι περαιτέρω από το διάστημα της θητείας του, δεδομένου ότι πλέον δεν ανήκε στο ΠαΣοΚ και είχε ιδρύσει την Κίνηση Δυναμική Ελλάδα. Ούτε αυτή τη φορά έλαβε απάντηση.

Στις 24 Φεβρουαρίου 2014, με αφορμή την κλήση του σε απολογία για την υπόθεση εργαζομένης που προσέφυγε στη Δικαιοσύνη για τα δεδουλευμένα της, ο κ. Μόσιαλος έστειλε εξώδικο στον κ. Σπυρόπουλο με τη διπλή ιδιότητά του ως εταίρου του ΙΣΤΑΜΕ και ως διοικητή του ΙΚΑ/ΕΤΑΜ. Με αυτό διαμαρτύρεται για την αδιαφορία που επιδείχθηκε στην υπόθεση της εργαζομένης αλλά ζητεί και να διευκρινιστεί η θέση του και η οποιαδήποτε σχέση του με τη διοίκηση του ΙΣΤΑΜΕ από τον Απρίλιο του 2012. Ούτε η εξώδικη διαμαρτυρία είχε κάποιο αποτέλεσμα. Στο μεταξύ όμως ο κ. Μόσιαλος προσκαλείτο είτε ως εκπρόσωπος της Δυναμικής Ελλάδας είτε ως καθηγητής της London School of Econimics σε εκδηλώσεις του ΙΣΤΑΜΕ, στο συμπόσιο για τα 39 χρόνια από την ίδρυση του ΠαΣοΚ (3 Σεπτεμβρίου 2013) αλλά και σε εκδήλωση του ΙΣΤΑΜΕ για την Υγεία (12 Δεκεμβρίου 2013). Ο διοικητής του ΙΚΑ Ροβέρτος Σπυρόπουλος σε επικοινωνία που είχε μαζί του «Το Βήμα της Κυριακής» σημείωσε ότι δεν γνώριζε τα περί δέσμευσης του λογαριασμού του κ. Μόσιαλου επειδή ακολουθήθηκε η τυπική διαδικασία και προσέθεσε ότι υπάρχει συνεννόηση με τον κ. Σαλλαγιάννη να τακτοποιηθεί η οφειλή σε 120 δόσεις.

Δημοσιεύτηκε στο ΒΗΜΑ στις 24/8/2014

EBU:«Ανησυχούμε για την πορεία της ΝΕΡΙΤ»

Όπως πιθανά γνωρίζετε, η EBU ἐδειξε εντονότατο ενδιαφέρον ως προς την περσινή προσπάθεια για την ανασύσταση της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης στην Ελλάδα, και με τις κινήσεις μας από τότε η EBU απέδειξε περίτρανα την υποστήριξή της για αυτή την προσπάθεια, αν και προκάλεσε την διάλυση ενός από τα ιδρυτικά μέλη της EBU, της ΕΡΤ. Από την άλλη πλευρά, από τα τραυματικά γεγονότα του Ιουνίου του 2011, προσπαθούμε να στηρίξουμε τη ΝΕΡΙΤ καθώς ωριμάζει, με την ελπίδα ότι θα καταφέρει αργότερα μέσα στη χρονιά να αιτηθεί να γίνει μέλος της EBU.

Αποτέλεσε βαθύτατη ανησυχία για το μέλλον της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης στην Ελλάδα, η πληροφορία για την νέα διαδικασία σύγκλισης του Εποπτικού Συμβουλίου της ΝΕΡΙΤ, η οποία υιοθετήθηκε από το ελληνικό κοινοβούλιο στις 5 Αυγούστου του 2014.

Όπως γνωρίζετε, το περσινό κλείσιμο της ΕΡΤ, έφερε στο φως πλήθος ανησυχίες, σε εθνικό και διεθνές επίπεδο, όσον αφορά στην δημόσια ραδιοτηλεόραση ως υπηρεσία, αλλά ανέσυρε και ζητήματα που είχαν να κάνουν με την ελευθερία και τον πλουραλισμό στα οπτικοακουστικά μέσα στην Ελλάδα. Οι ανησυχίες αυτές μετριάστηκαν λόγω της άμεσης σύστασης ενός ενδιάμεσου φορέα και λόγω της δέσμευσης ότι ο νέος σταθμός δεν θα χαλιναγωγείται από τις εκάστοτε κυβερνητικές δυνάμεις. Πράγματι, ο περσινός νόμος (Ν. 4173/2013) που αφορούσε στη ΝΕΡΙΤ, εισήγαγε έναν αριθμό ασφαλιστικών δικλείδων ώστε να προστατεύσουν τη δημόσια ραδιοτηλεόραση από την κυβερνητική επιρροή. Ένα από τα σημαντικότερα μέτρα ήταν οι κανόνες που αφορούσαν στη σύγκληση του Εποπτικού Συμβουλίου. H πρόσφατη απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας με την οποία γίνεται αποδεκτή η κοινή υπουργική απόφαση για το κλείσιμο της ΕΡΤ, ήταν μερικώς στηριγμένη σε αυτή τη δέσμευση. Στo κυρίως μέρος (παράγραφος 17), το Δικαστήριο κάνει ξεκάθαρη αναφορά σε όσα προέβλεπε ο Ν. 4173/2013 που διασφάλιζε ότι η σύγκληση των μελών της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης θα ήταν ανεξάρτητα από την εκτελεστική και τη νομοθετική εξουσία.

Είμαστε έκπληκτοι και βαθιά απογοητευμένοι που οι νόμοι αυτοί άλλαξαν ξαφνικά, χωρίς τον πρέποντα δημόσιο διάλογο και χωρίς κανέναν σεβασμό στις Ευρωπαϊκές πρακτικές που προέβλεπαν διασφάλιση της ανεξαρτησίας και της πλουραλιστικής σύνθεσης των ιθυνόντων της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης.

Παρά το γεγονός ότι η σύγκληση και η σύσταση του Εποπτικού Συμβουλίου ήταν κάτι σύνθετο και χρονοβόρο σύμφωνα με όσα προέβλεπε ο νόμος, αισθανόμαστε ότι η νέα διαδικασία στερείται νομικών ασφαλιστικών δικλείδων για την ανεξαρτησία και τον πλουραλισμό, καθώς η σύνθεση του ΕΣ καθορίζεται από τη διάσκεψη των βουλευτών, με απλή πλειοψηφία που βασίζεται στις προτάσεις του αρμόδιου για την δημόσια ραδιοτηλεόραση υπουργού.

Είναι προφανές ότι η διασφάλιση της πολιτικής ανεξαρτησίας της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης, σύμφωνα με τα όσα προβλέπονται από την Ευρωπαϊκή Συμβούλιο [και κυρίως με τις συστάσεις της επιτροπής

R (1996) 10 που αφορά στην εγγύηση της ανεξαρτησίας των δημόσιων ΜΜΕ και R (2012)1] που αναφέρεται στη διοίκηση των δημόσιων αυτών φορέων, δεν είναι θέμα έλλειψης ασφαλιστικών δικλείδων ασφάλειας απλώς, αλλά και τεράστια πολιτική ευθύνη.

Απευθυνόμαστε λοιπόν σε εσάς για να κάνετε ό,τι περνά από το χέρι σας ώστε όσα συμφωνήθηκαν, τουλάχιστον αυτά που σχετίζονται με την ανεξαρτησία και τον πλουραλισμό στη σύσταση του ΕΣ να εφαρμοστούν,, ώστε η ΝΕΡΙΤ να μπορεί να προσφέρει σε όλα τα κοινωνικά στρώματα της Ελλάδας, απαγκιστρωμένη από τις πολιτικές δυνάμεις που βρίσκονται στην εξουσία.

Πρέπει να γνωρίζετε ότι η Ευρώπη έχει το βλέμμα της στραμμένο στο Ελληνικό κοινοβούλιο, την κυβέρνηση αλλά και τη διοίκηση της ΝΕΡΙΤ. Μόνο ένας τρόπος υπάρχει ούτως ώστε να εκπληρωθεί η αρχική δέσμευση, Η σύσταση και σύγκληση του ΕΣ να γίνει με τρόπο ισορροπημένο ώστε το διοικητικό προσωπικό της ΝΕΡΙΤ να είναι δημοσιογραφικά και πολιτικά ελεύθερο. Αν ακολουθηθεί άλλος δρόμος τότε όσα κυνικά ακούστηκαν για τη σύσταση της ΝΕΡΙΤ θα επαληθευτούν και οι αποφάσεις της περασμένης βδομάδας θα είναι ένα τρομερό βήμα προς τις παλιές τακτικές πολιτικής επιρροής και διείσδυσης. Βρισκόμαστε σε ένα πολύ κρίσιμο σημείο, όπου αν ληφθούν οι σωστές αποφάσεις, θα αποκατασταθεί η δημόσια γνώμη για τη ΝΕΡΙΤ και θα καθησυχάσει όσους φοβούνται ότι η ΝΕΡΙΤ θα γίνει όργανο της κυβέρνησης.

Η ΕΒU είναι έτοιμη να στηρίξει την ίδρυση και την εξέλιξη της ΝΕΡΙΤ ως ενός ανεξάρτητου και έγκυρου δημόσιου φορέα με στόχο την εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος.

Με εκτίμηση

Jean-Paul Philippot

Πρόεδρος EBU

Ingrid Deltenre

Γενική Διευθύντρια

Τσίμας: «Δεν θα έκλεινα την ΕΡΤ»

Λίγοι συνειδητοποίησαν ότι το περασμένο καλοκαίρι έκλεισε μοιραία ένας αυτοτελής κύκλος άρρηκτα συνδεδεμένος με το πολιτισμικό μας επίπεδο, το επίπεδο της ενημέρωσης και της ψυχαγωγίας μας και το χρώμα της καθημερινότητάς μας επί πάρα πολλά χρόνια. Ο κύκλος της ιστορίας της ελληνικής τηλεόρασης στην αδιάλειπτη συνέχειά της από το πρώτο ασπρόμαυρο τρεμάμενο σήμα για τους λίγους και εκλεκτούς μέχρι το μαύρο στις LCD των πάντων. Στην πορεία είχε παρεισφρήσει σε μια ασύμπτωτη τροχιά και η ιδιωτική, με πολλές συγγένειες και διαφορές αλλά πάντα με σταθερό αλληλοπροσδιορισμό μεταξύ τους. Η καινούργια κρατική τηλεόραση στην πραγματικότητα δεν έχει γεννηθεί ακόμα και άρα ο χρόνος είναι κατάλληλος για να γραφτεί η ιστορία αυτής της παράλληλης περιπέτειας που έζησαν οι δύο αντίζηλες αδελφές, η ηλικιωμένη δημόσια και η νεότερη εμπορική.

Για την ιστορία αυτή αποφάσισε να γράψει στο βιβλίο του «Ο φερετζές και το πηλήκιο» ο Παύλος Τσίμας. Στη συνέντευξη που ακολουθεί εξηγεί τους λόγους που τον οδήγησαν στη συγγραφή του συγκεκριμένου πολιτικού μυθιστορήματος, προσπαθεί να ερμηνεύσει το κλείσιμο της ΕΡΤ, καθώς και τον όρο «ελεύθερη δημοσιογραφία», ενώ φτιάχνει τη δική του τηλεοπτική ντριμ τιμ.

«Κάποτε, πριν πολλά χρόνια, σκόνταψα σε ένα απλό, αφελές ερώτημα: Γιατί η Ελλάδα χρειάστηκε 37 χρόνια από την πρώτη εμφάνιση της τηλεόρασης στην Αμερική, ώσπου να αποκτήσει δικό της τηλεοπτικό σταθμό; Γιατί ήταν η τελευταία χώρα στην Ευρώπη και από τις τελευταίες στον κόσμο, που είδε τηλεόραση;

Ψάχνοντας την απάντηση, έπεσα πάνω στα ίχνη ενός μακρού και σκληρού πολέμου, που άρχισε να διεξάγεται στη χώρα, από το 1951. Έπεσα πάνω σε σχέδια και όνειρα για τη δημιουργία τηλεοπτικού σταθμού που ξεκινούν ακόμη και πριν τον πόλεμο. Έπεσα πάνω σε αλλεπάλληλους ματαιωμένους διεθνείς διαγωνισμούς, εξαγγελίες που ακυρώνονταν, συμφέροντα που συγκρούονταν. Δεν υπάρχει άλλη χώρα στον κόσμο που να αντιστάθηκε τόσο σκληρά, με νύχια και με δόντια, στην τηλεόραση επί τόσα πολλά χρόνια. Δεν υπάρχει άλλη χώρα στον κόσμο, η πολιτική τάξη της οποίας να είχε τέτοιο φόβο για τη δύναμη της τηλεόρασης και, ταυτόχρονα, τέτοια βουλιμία να την υποτάξει.

Είχα καταλήξει, λοιπόν, στο συμπέρασμα, ότι ο "άγνωστος πόλεμος" για την τηλεόραση, η πολιτική προϊστορία της ελληνικής τηλεόρασης είναι ένας πιστός καθρέφτης της ελληνικής ιστορίας και των χαρακτηριστικών της ελληνικής πολιτικής ζωής, που αντέχουν στον χρόνο. Και σκεφτόμουν πως θα άξιζε αυτή η άγνωστη ιστορία να καταγραφεί. Αλλά, όλο το ανέβαλα. Ώσπου ήρθε πέρυσι τον Ιούνιο η εξωφρενική απόφαση να διακοπεί η λειτουργία της ΕΡΤ και το πήρα απόφαση: έπρεπε να συστηματοποιήσω την έρευνα και να γράψω το βιβλίο. Και ιδού!».

Τι ξεκίνησε στραβά στη γέννηση της ιδιωτικής τηλεόρασης που δεν πρόβλεψαν οι τρεις αρχηγοί της κυβέρνησης Ζολώτα; Τι θα θεωρούσατε απαραίτητο να είχε θεσπιστεί τότε ως προς τις συχνότητες, το ιδιοκτησιακό καθεστώς και το νομικό πλαίσιο λειτουργίας;

«Τον Απρίλιο του 1985, ο Γιώργος Ρωμαίος, αφού είχε πια παραιτηθεί από την ΕΡΤ κι ήταν ευρωβουλευτής, είχε στείλει μια επιστολή στον Ανδρέα Παπανδρέου, όπου του έγραφε ότι η τάση στην Ευρώπη κάνει αναπόφευκτη την είσοδο και της Ελλάδας, αργά ή γρήγορα, στην εποχή της ιδιωτικής τηλεόρασης. Του πρότεινε, για να μη γίνουν τα πράγματα άναρχα, να δοθούν δύο μόνον άδειες, με διαδικασίες, έλεγχο και κανόνες. Δεν εισακούστηκε. Κι έτσι, παραμονές εκλογών του 1989, ΠΑΣΟΚ και ΝΔ έτρεχαν κι έταζαν στους πάντες άδεια τηλεόρασης, αν κερδίσουν τις εκλογές. Ο νόμος του καλοκαιριού του '89, υλοποιούσε αυτές τις προεκλογικές υποσχέσεις. Αν εφαρμοζόταν, θα ήταν κι αυτός μια λύση. Αλλά οι κυβερνήσεις, από το 1990 κι ύστερα, πίστεψαν πως αν αφήσουν το τοπίο αρρύθμιστο, ρευστό, καθυστερώντας να δώσουν τις άδειες, επιτρέποντας σε κάθε ιδιοκτήτη ψησταριάς να στήνει πομπούς στα βουνά, θα είχαν καλύτερο πολιτικό έλεγχο επί του Μέσου. Έκαναν λάθος - και το πληρώνουμε όλοι...».

Θα κλείνατε την ΕΡΤ, έστω και με άλλον τρόπο;

«Ο Σερ Χιου Γκριν είχε προτείνει να κλείσει και να ξανανοίξει το ΕΙΡΤ, που δεν είχε ακόμη βαφτιστεί ΕΡΤ, αμέσως μετά τη δικτατορία, γιατί η χούντα είχε αφήσει πίσω της ένα μικρό τέρας. Οι κυβερνήσεις της μεταπολίτευσης προτίμησαν να κρατήσουν το τερατάκι και να το βάλουν να δουλέψει για λογαριασμό τους, με κάποιες, άλλοτε σπουδαίες (Χατζιδάκις, Ρωμαίος) και άλλοτε ασήμαντες αλλαγές ή φωτεινές παρενθέσεις. Σαράντα χρόνια μετά τον Χιου Γκριν, όχι, δεν θα έκλεινα την ΕΡΤ. Δεν είναι θέμα μεθόδου. Είναι θέμα στόχου: τι θέλει μια χώρα σαν την Ελλάδα, τον 21ο αιώνα, από τον δημόσιο φορέα ραδιοτηλέορασης; Αν δεν απαντηθεί αυτό - κι εγώ απάντηση δεν έχω ακούσει και εκείνοι που έκλεισαν την ΕΡΤ ούτε που νοιάζονταν για την απάντηση - τα υπόλοιπα είναι δίχως νόημα».

Φτιάξτε μια ντριμ τιμ όλων των εποχών της ελληνικής τηλεόρασης...

«Ξεχωρίζω, πρόχειρα, μερικές εκπομπές για το προσωπικό μου τηλεοπτικό hall of fame, αλλά οι περισσότερες θα είναι, φοβάμαι, παλιές: Το "Αλάτι και Πιπέρι" του Φρέντυ Γερμανού. Κάποιες μεταδόσεις του Γιάννη Διακογιάννη, από Ολυμπιακούς αγώνες κυρίως, και η περιγραφή του γκολ του Καμάρα, από το 3-0 Παναθηναϊκός-Ερυθρός Αστέρας. Το "Εκείνος κι εκείνος" με τον Διαμαντόπουλο και τον Μιχαλακόπουλο, εν μέση χούντα. Τα "λιανοτράγουδα" του Μίκη - πρώτη εκπομπή με απαγορευμένη μουσική Θεοδωράκη, τον Σεπτέμβριο του 1974. Τη σειρά «Εκδικητές», με την Diana Rigg στον ρόλο της Εμμα Πηλ. Το Παρασκήνιο, διαχρονικά. Το Μονόγραμμα. Το "ζήτω το ελληνικό τραγούδι" του Διονύση Σαββόπουλου. Το πρώτο θέμα της εκπομπής "Ρεπόρτερς", σε σκηνοθεσία Θόδωρου Αγγελόπουλου. Το πρώτο, άχαρο debate Σημίτη-Εβερτ, το 1996. Από το "ρεπορτάζ χωρίς σύνορα" τα αφιερώματά του στον εμφύλιο και τα ελληνικά 60'ς, πολλά ντοκιμαντέρ του "Εξάντα", οπωσδήποτε κάποια θέματα των "Πρωταγωνιστών", το "Μαύρο Κουτί" που κάναμε με τον Παπαχελά και τον Τέλλογλου. Τους δέκα μικρούς Μήτσους. Και τα βίντεο από όλα τα φάιναλ φορ της ευρωλίγκας, με τον Παναθηναϊκό».

Ποιοι είναι αυτοί που σήμερα φορούν φερετζέ και ποιοι πηλήκιο;

«Ο ''φερετζές'' είναι μια έκφραση του Ψαθά και του Πλωρίτη. Κάθε φορά που, τη δεκαετία του '50, εμφανιζόταν ένα σχέδιο για τηλεόραση στην Ελλάδα, εκείνοι αντιδρούσαν, λέγοντας: «όλα τα 'χε η Μαριορή, ο φερετζές (δηλαδή η τηλεόραση) της έλειπε». Είναι ο φόβος απέναντι στην τηλεόραση, που μεταμφιέζεται σε περιφρόνηση για τη "χυδαιότητά" της. Με έναν άλλο τρόπο, επιβιώνει και σήμερα.

Το "πηλήκιο" είναι το στρατιωτικό καπέλο που φόρεσε η χούντα στην τηλεόραση. Αφού η δημοκρατία είχε αποτύχει να λύσει το αίνιγμα "τηλεόραση", το έλυσε η χούντα, με τον τρόπο της. Έφτιαξε μια τηλεόραση, την τηλεόραση του Γεωργαλά, που ήταν ταυτόχρονα απόλυτα προπαγανδιστική, υποταγμένη στην κυβερνητική εντολή και απόλυτα, χυδαία εμπορική, ταυτισμένη με την υψηλή τηλεθέαση και τα διαφημιστικά έσοδα. Δεν υπήρξε ποτέ και πουθενά στον κόσμο τέτοιο υβρίδιο. Και νομίζω ότι, παρ' όλα όσα έγιναν μετά, αυτό το στίγμα, το εκ γενετής κουσούρι, τη σημάδεψε την ελληνική τηλεόραση για πάντα».

Ορίστε μου τον όρο «ελεύθερη δημοσιογραφία»...

«Η δημοσιογραφία που έχει την εντιμότητα να φανερώνει, να μην κρύβει τα, κάθε φορά, όρια της ελευθερίας και της «αντικειμενικότητάς» της. Η δημοσιογραφία που διεκδικεί το δικαίωμα να μην κόβει το προϊόν της κατά παραγγελία του πελάτη, του εκδότη, του πολιτικού πάτρωνα ή του κοινού και των προκαταλήψεών του».

Δημοσιεύτηκε στο Protagon στις 14/6/2014

...κι ο Ρένος χτενίζεται

«Όταν έπεσε το μαύρο στην ΕΡΤ, σοκαρίστηκα. Σοκαρίστηκα, γιατί συνειδητοποίησα ότι το μαύρο το είχαν ρίξει οι καταληψίες». Τάδε έφη, μεταξύ άλλων, Ρένος Χαραλαμπίδης σε πρόσφατη συνέντευξή του.

Το μαύρο το έριξαν οι καταληψίες, εξήγησε, γιατί δεν άφησαν την κυβέρνηση να ολοκληρώσει το σχέδιό της. Το οποίο ήταν «να συνεχιστεί το πρόγραμμα με κονσέρβες. Μαγνητοσκοπημένα. Υπήρχε ακόμη και η πρόβλεψη για κάποιες ενημερωτικές εκπομπές, υπηρεσιακές».

«Την έζησα από μέσα την ΕΡΤ, ήταν ό,τι πιο διεφθαρμένο μπορούσε να υπάρξει και δεν καταλαβαίνω για ποιο λόγο έπρεπε αυτή η σαπίλα να διατηρηθεί» - εδώ Ρένο, θα μπορούσες να παραθέσεις το παράδειγμα της κυρίας Σαλαγκούδη, που μπήκε στην ΕΡΤ επί πρωθυπουργίας Σαμαρά, με 3.500 μηναίο μισθό και χωρίς αντικείμενο, με αποτέλεσμα να ψάχνουν μήνες να της βρουν εκπομπή.

Δηλαδή Ρένο, η νέα δημόσια τηλεόραση φτιάχνεται με αξιοκρατικά κριτήρια; Θέλω να πω, εσύ, αν δεν είχες στενή σχέση με τον Αντώνη Σαμαρά, αν δεν ήσουν υποψήφιος βουλευτής και δεν είχες κάνει διαφήμιση για τη Νέα Δημοκρατία, πόσες πιθανότητες θα είχες να πάρεις τώρα εκπομπή στη Νέριτ;

Επίσης, τι θα έλεγες στον εργαζόμενο που μπήκε αξιοκρατικά στην ΕΡΤ, σ' αυτόν που δούλευε έντιμα, που δεν τα τσέπωνε και δεν έκανε λαμογιές; Υπήρχαν και καθαροί άνθρωποι στη δημόσια τηλεόραση, δεν ήταν όλοι σάπιοι. Μέχρι κι ο Κεδίκογλου το είπε στην ανακοίνωση για το κλείσιμό της (τι ειρωνεία)!

Θεωρείς ότι γι' αυτόν τον εργαζόμενο η απόφαση του Αντώνη Σαμαρά ήταν σωστή; Χιλιάδες πολίτες πάντως θεώρησαν ότι ήταν απαράδεκτη, γι' αυτό άφησαν τον καναπέ τους και ξημεροβραδιάζονταν στην ΕΡΤ. Για να εμποδίσουν να ολοκληρωθεί εκείνο το σχέδιο.

Όχι γιατί η ΕΡΤ δεν είχε σαπίλα. Αλλά γιατί δεν μπορούσαν ν' ανεχτούν τη λογική τέτοιων ισοπεδωτικών αποφάσεων. Αποφάσεων που καίνε τα χλωρά μαζί με τα ξερά χωρίς καμιά ενοχή.

Αλλά άντε να τα βρεις τα χλωρά, έτσι Ρένο; Για τέτοια είμαστε τώρα; Βάλτους όλους στο ίδιο τσουβάλι και πέτα το στον κάδο των αχρήστων. Η μέθοδος του Γκέμπελς. Άδικο, αλλά εύκολο.

Τι σου λέω όμως τώρα. Τι σε νοιάζει εσένα; Εσύ καθάρισες. Έχεις την εκπομπή σου στη νέα, αξιοκρατική, διάφανη Νέριτ.

Δημοσιεύτηκε στο Protagon στις 27/7/2014

Και όμως, υπάρχει λύση

Η πτώση της ΕΡΤ απ' τα νεοδημοκρατικά πυρά σήμανε ταυτόχρονα και το γκρέμισμα του μεγαλύτερου νεοελληνικού μύθου. Ότι τα προβλήματα μπορούν να συσσωρεύονται, να συσσωρεύονται, να συσσωρεύονται και κανείς να μην κάνει τίποτα. Ή, μάλλον, όλοι να κάνουν τα στραβά μάτια.

Η ΕΡΤ έχει χάσει πολλές ευκαιρίες εξυγίανσης. Η τελευταία ήταν με τον Ηλία Μόσιαλο. Δύο εθνικά κανάλια, συγχωνεύσεις στα περιφερειακά ραδιόφωνα, κλείσιμο της «Ραδιοτηλεόρασης» και, βέβαια, «ατομική αξιολόγηση και δραστική μείωση του προσωπικού». Όλοι, όμως, ήταν αντίθετοι. Οι αριστεροί μηχανισμοί βγάζουν φλύκταινες με την «αξιολόγηση» και οι δεξιοί δεν ανέχονται τις εθνικές προδοσίες. «Οι Αλβανοί, οι Σκοπιανοί και οι Τούρκοι θα μας πάρουν τις συχνότητες», ούρλιαζε τότε η Νέα Δημοκρατία. Από κοντά και συνδικαλιστές της Αγίας Παρασκευής που χαρακτήριζαν τον Μόσιαλο «φλώρο» και «κουλτουριάρη». Όπως «κουλτουριάρης» και στη συνέχεια «χαμερπής ομοφυλόφιλος» και «κίναιδος ολκής» ήταν για ορισμένους εθνοφρουρούς και πρασινοφρουρούς και ο Μάνος Χατζηδάκις (μην τα ωραιοποιούμε όλα τώρα που έκλεισε το Τρίτο και όλοι δηλώνουν ότι τους «λείπει το τσέλο και ο Μάνος» - έλεος).

Και ύστερα; Ύστερα ήρθε ο Κεδίκογλου! Αφού για έναν χρόνο «τακτοποιούσε» φίλους και προωθούσε άσχετους, ξύπνησε ένα πρωί και αποφάσισε να τους φάει όλους! Μια μεταρρυθμιστική μετάλλαξη του Χάνιμπαλ. Και η Ελλάδα έγινε ξανά η αρνητική πρωταγωνίστρια στα διεθνή Μέσα. Η «μαύρη οθόνη» σόκαρε ακόμη και αυτούς που κάποτε μας πίεζαν να κόψουμε τα φάρμακα στους χαμηλοσυνταξιούχους. Και, βέβαια, δάκρυσε και ο Κακλαμάνης και όλοι αυτοί που έκοψαν με λατινοαμερικάνικες ματσέτες τους μισθούς. Αλλά ας αφήσουμε τους υποκριτές και πάμε να δούμε τι μπορούμε να κάνουμε τώρα. Και, κυρίως, «ποια ΕΡΤ θέλουμε».

Επειδή δεν προλαβαίνουμε να ανακαλύψουμε ένα νέο τροχό, δεν έχουμε παρά να αντιγράψουμε τα «δυτικά μοντέλα». Εκεί που η μισθοδοσία των μονίμων είναι το 20 με 30% του προϋπολογισμού και όλα τα άλλα λεφτά πηγαίνουν στην παραγωγή προγράμματος (εδώ συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο!). Ένα ευέλικτο «κέντρο» χρειαζόμαστε δηλαδή, με 1.000 εργαζόμενους που θα στελεχώσουν τα τμήματα ενημέρωσης, ψυχαγωγίας, αρχείου, τις τεχνικές, νομικές και οικονομικές υπηρεσίες. Και μια ευέλικτη «περιφέρεια» με άλλους 1.000 έκτακτους συνεργάτες που θα παράγουν νέα προγράμματα.

Στην αρχή κάθε χρονιάς το «κέντρο» θα ανακοινώνει τι θέλει και τι λεφτά δίνει, για το πρόγραμμα της επόμενης χρονιάς, και η «περιφέρεια» θα καταθέτει τις προτάσεις της για την τηλεόραση, το ραδιόφωνο, το ίντερνετ. Όλα δημόσια, διάφανα, οικονομικά προσδιορισμένα και με συνεχείς αξιολογήσεις, τόσο του «κέντρου», όσο και της «περιφέρειας». Βέβαια, το μεγάλο ερώτημα στην Ελλάδα είναι ποιος αξιολογεί και ποιος αποφασίζει. Η πολιτική έχει αρκετούς Άκηδες και οι κορυφές γρήγορα κακοφορμίζουν. Εδώ, λοιπόν, πρέπει να γίνει η πολλή δουλειά. Οι προτάσεις Αλιβιζάτου, που οψίμως ανακάλυψε το επιτελείο Σαμαρά, είναι όντως μια λύση. Σε κάθε περίπτωση πάντως, είναι σαφές ότι θέλουμε ανθρώπους επαΐοντες, απαλλαγμένους από κομματικές δεσμεύσεις.

Το κυριότερο όμως τώρα, είναι πότε θα γίνουν όλα αυτά. Ο Σαμαράς θα σου πει τον Σεπτέμβριο και όλοι οι άλλοι λένε αύριο. Είναι και τα δύο λάθος. Ούτε η χώρα μπορεί να μείνει χωρίς δημόσια τηλεόραση 80 μέρες, ούτε όλα μπορούν να γίνουν σε μία μέρα. Μπορούν όμως να γίνουν σε είκοσι! Αρκεί ο Σαμαράς, ο Βενιζέλος και ο Κουβέλης να αποφασίσουν τη Δευτέρα την επαναλειτουργία της δημόσιας ραδιοφωνίας-τηλεόρασης με το καλύτερο δυναμικό της παλιάς ΕΡΤ. Γιατί εδώ υπήρξε μια μεγάλη αδικία. Το καράβι βουλιάζει από τους αργόμισθους και άχρηστους -που διόρισε, κυρίως, το ΠΑΣΟΚ και η Νέα Δημοκρατία - αλλά στον βυθό θα πάνε και αυτοί που τόσα χρόνια τραβούσαν το κουπί. Να αρχίσει, λοιπόν, τη Δευτέρα η αξιολόγηση και σε μια εβδομάδα να τελειώσει.

Ξέρω, είναι πολλή η δουλειά για ηγέτες που έχουν επιδόσεις μόνο σε λεονταρισμούς, λυρισμούς και λαϊκισμούς. Και θα δυσκολέψει και η ζωή των παλιών συνδικαλιστών που δεν ξέρουν άλλη λέξη από την απεργία. Απεργία για τη φτωχοποίηση, αλλά και τον αφανισμό του ελληνικού έθνους (!) από την ΠΟΣΠΕΡΤ, απεργία και στις εφημερίδες από την ΕΣΗΕΑ για «το μαύρο στην ΕΡΤ»! Τώρα, πώς τιμωρείς τον Σαμαρά κλείνοντας την «Ελευθεροτυπία», «Τα Νέα», την «Αυγή», την «Εφημερίδα των Συντακτών», είναι ένα από τα παράδοξα των ημερών (πολύ φοβάμαι ότι και «απαγόρευση κυκλοφορίας» αν διατάξουν κάποιοι, η ΕΣΗΕΑ θα αντισταθεί με απαγόρευση... της κυκλοφορίας των εφημερίδων)!

Αλλά ας μη λοξοδρομήσω. Η ΕΡΤ πρέπει να επαναλειτουργήσει με άμεση αξιολόγηση του προσωπικού της. Ας το μελετήσουν το σαββατοκύριακο και ας το οριστικοποιήσουν τη Δευτέρα. Δίνοντας, βέβαια, την πολιτική ευθύνη σε ένα καινούριο πρόσωπο -ει δυνατόν κοινής αποδοχής και με την αντιπολίτευση- και όχι σε αυτούς τους υπουργούς που ευθύνονται για το μπάχαλο των τελευταίων ημερών. Η άλλη λύση, άλλωστε, ποια είναι; Οι εκλογές; Πώς; Με την ΕΡΤ κλειστή; Η Ελλάδα δεν κινδυνεύει να χάσει μόνο τους τουρίστες της, την καλοκαιρινή της τσάτρα-πάτρα ανάπτυξη και τις εναπομείνασες καταθέσεις στις τράπεζές της, αλλά θα αποχαιρετήσει και τους τελευταίους συμμάχους της. Θα είμαστε, πια, η χώρα που η επιστήμη σηκώνει τα χέρια ψηλά.

Δημοσιεύτηκε στο Protagon στις 14/6/2013

"Ασκώ τα δικαιώματα μου"-Νίκος Σιδέρης, Άννα Φραγκουδάκη

Ακούστε την εκπομπή "Ασκώ τα δικαιώματα μου" (18/07/2014) με καλεσμένους τους: Νίκο Σιδέρη Ψυχίατρο και Άννα Φραγκουδάκη Καθ. Κοινωνιολογίας στο Π.Α.

ΑΣΚΩ ΤΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΜΟΥ ertopen 18-07-2014- ΝΙΚΟΣ ΣΙΔΕΡΗΣ/ ΑΝΝΑ ΦΡΑΓΚΟΥΔΑΚΗ by Paremvassi on Mixcloud

"Ασκώ τα δικαιώματα μου"- Αντώνης Λιάκος, Μιχάλης Ψαλιδόπουλος, Ελένη Σβορώνου

Ακούστε την εκπομπή "Ασκώ τα δικαιώματα μου" (25/07/2014) με καλεσμένους τους: Αντώνη Λιάκο Καθ. Ιστορίας στο Π.Α., Μιχάλη Ψαλιδόπουλο Καθ. Οικον. Ιστορίας στο Π.Α. και Ελένη Σβορώνου Υπευθ. Περιβαλ. Εκπαίδευσης και Οικοτουρισμού της WWF.

ΑΣΚΩ ΤΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΜΟΥ ertopen 25-07-2014- ΑΝΤΩΝΗΣ ΛΙΑΚΟΣ/ΜΙΧΑΛΗΣ ΨΑΛΙΔΟΠΟΥΛΟΣ/ΕΛΕΝΗ ΣΒΟΡΩΝΟΥ by Paremvassi on Mixcloud

Προσκλητήριο για νέο ξεκίνημα

Να δούμε κι επιτέλους να πούμε την αλήθεια: Για την Ελλάδα και τους Ελληνες, ο χρόνος έχει προ πολλού εξαντληθεί. Ο,τι απομένει και ό,τι αρθρώνεται από το πολιτικό σύστημα δεν είναι πλέον παρά παραπαίοντες λόγοι, ως εύγλωττοι καταθλιπτικοί δείκτες εγγενούς ανεπάρκειας ποικίλων «παραγόντων», οι οποίοι, αυτοπεριδινούμενοι, απλώς αναμηρυκάζουν εαυτούς. Επιτείνοντας τη σύγχυση, μοχλεύοντας πάθη, οξύνοντας διαγκωνισμούς κι επιλιπαίνοντας αποσαθρωτικά σύνδρομα. Διχαστικά, με ολεθρίως εμφυλιοπολεμικές δυναμικές. Προπαντός όμως ανίκανοι να επιχειρήσουν υπερβάσεις και να διαμορφώσουν νέες προοπτικές.

Εάν δεν θέλουμε να εμπαίζουμε αυτοεμπαιζόμενοι, τελικά η βάναυση χρεοκοπία που βιώνουμε ως χώρα και ως πολίτες δεν είναι μονοδιάστατη. Και δεν προσδιορίζεται απλώς με όρους οικονομικής κατολισθήσεως. Αυτή δεν είναι, τελικά, παρά το παράγωγο παρακμιακό σύμπτωμα. Η πραγματική χρεοκοπία είχε συντελεσθεί πολύ πριν, σαν κακοήθης και υπό μετάστασιν νεοπλασία που αποσάθρωσε τους εθνικούς νευρώνες. Που είναι, βέβαια, πρώτα από όλα, οι θεσμοί. Αλλά και οι διαδικασίες. Και οι κανόνες. Και το πολιτικό ήθος. Και προπαντός, η σταθερή προσήλωση σε αυτονόητες αρχές, που οριοθετούν και διασφαλίζουν επαρκή, παραγωγική και ανθρώπινη διαχείριση του πολιτειακού γίγνεσθαι. Σε όλο του το φάσμα: Δημοκρατία, παραγωγικότητα, παιδεία, κοινωνική συνοχή, εθνική κυριαρχία.

Ολα αυτά, δηλαδή, των οποίων αυτή τη στιγμή παρακολουθούμε την καταλυτική αποδόμηση. Που αν δεν ανασχεθεί άμεσα και προπαντός αποτελεσματικά, θα οδηγήσει με μαθηματική βεβαιότητα σε μη αναστρέψιμες βαραθρώσεις. Κι αυτές θα διαλαμβάνουν απευκταίους μέχρι και ενδεχομένως ολέθριους ακρωτηριασμούς της εθνικής ανεξαρτησίας και αυτής ταύτης της γεωπολιτικής ακεραιότητας, καθώς στη διακεκαυμένη ζώνη στην οποία ως χώρα εφαπτόμεθα συντελούνται κρίσιμες ανατροπές και ιστορικές αναδιατάξεις γεωστρατηγικών ισορροπιών και ρόλων, με απρόβλεπτα παράγωγα για όλους. Για όλα τούτα αλλά και για λόγους απλής αναγκαιότητας, που αφορά, επιτέλους, την ανάταξη της χώρας - ώστε από ασθμαίνων βαλκάνιος ουραγός της ευρωπαϊκής της μοίρας να αποβεί αυτάρκης εταίρος και να διεκδικήσει πιο φιλόδοξο ρόλο από εκείνον του αναξιόπιστου οφειλέτη, στον οποίο θέλουν να τον καθηλώσουν κάποιοι, όχι μόνον εκτός αλλά κι εντός... - ΝΑΙ, ο χρόνος μας έχει τελειώσει. Και μαζί τέλειωσαν τα ψέματα.

Οπότε όσοι πιστοί προσέλθετε! Οσοι δηλαδή δεν έχουν διάθεση να κατατρύχονται και να σκιαμαχούν μόνο με το ευθυνολόγο γέγονε, κυρίως όσοι διέπονται από διαλεκτική διαύγεια να θέλουν να συνασπίσουν εαυτούς και να συστοιχηθούν γύρω από έναν νέο και ρηξικέλευθο πολιτικό λόγο. Οχι για το τι συνέβη αλλά για το τι δέον γενέσθαι. Και όχι όπως αυτό θα μας επιβληθεί ερήμην μας αλλά όπως εμείς θα το έχουμε διαμορφώσει, με νέους όρους και κανόνες. Κι αυτό προϋποθέτει όχι απλώς όραμα και ρεαλισμό, αλλά και πεισμώδη βούληση. Για σύγκρουση. Και ρήξεις. Και ανατροπές. Με νοοτροπίες που πρέπει να εκλείψουν. Με λαϊκισμούς και δημαγωγούς και λαοπλάνους που επιβάλλεται να παραγκωνισθούν. Με παθογένειες που είναι ανάγκη να αναστραφούν. Με αγκυλώσεις που πρέπει να ξεπερασθούν. Αυτός ο νέος πολιτικός λόγος, και η πολιτική πράξη που θα παραχθεί από τις δυναμικές του, οφείλει και μπορεί και θα αποβεί αναγεννητική πνοή. Επικυρώνοντας τη νέα ελληνική μέρα, στο φως ενός εμπνευσμένου πραγματισμού. Με θυσίες, χωρίς ελπίδες αντιπαροχών για όσους τις προσφέρουν. Και με πολλά δούναι, χωρίς λαβείν...

Αλλά αυτό δεν μπορεί με τίποτε να πραγματωθεί και με τίποτε να νοηματοδοτήσει νέα εθνική πορεία, εάν δεν νοηθεί εξαρχής, πρώτον, ως απόλυτη ρήξη και, δεύτερον, ως εντελώς νέα αφετηριακή συνείδηση. Ρήξη, όχι απλώς με ό,τι προσδιορίζεται γενικόλογα ως «μεταπολίτευση», με εξαγγελίες οι οποίες - φορτωμένες και φορτισμένες με σεσηπότα στερεότυπα - συμπιέζονται στο ελάχιστο εύρος κάποιων κακοποιημένων κι εν πολλοίς ασπόνδυλων φληναφημάτων, που καταφέρνουν απλώς να έρπουν, αλλά αδυνατούν ορθούμενα, να εκφράσουν έναρθρη δυναμική ανανέωσης.

Αλλά ρήξη που εκτείνεται σε απόλυτο βάθος, υπερκαλύπτοντας τους δύο αιώνες της εθνικής παλινόρθωσης, με φιλοδοξία να επανανιχνευθούν οι αφετηρίες και να επαναπροσδιορισθούν ιδεολογίες και πρακτικές. Μια ρήξη δηλαδή που να οδηγεί προς ένα νέο δικό μας Ναβαρίνο, προς μια νέα ιστορική πορεία, προς ένα νέο ιστορικό κεφάλαιο. Του οποίου η παιδευτική ανάγνωση θα επανανατάξει τη χώρα και τον Ελληνισμό, πάνω σε επίπεδα θεσμικής αρτιότητας, θεσμικού εκσυγχρονισμού και θεσμικού αυτοσεβασμού, που θα γκρεμίσει και θα εξαφανίσει ό,τι μόλυνε το ελληνικό κράτος. Μια ρήξη που θα αναθεμελιώσει ό,τι απέμεινε και θα αποτελέσει την απαρχή μιας νέας εθνικής αναδημιουργίας και θα θωρακίσει ένα νέο κρατικό γίγνεσθαι, ώστε αφενός να διασφαλίσει με βεβαιότητα τη θέση της χώρας στην Ευρώπη και αφετέρου να προσδώσει ουσιώδες περιεχόμενο στο εθνικώς επέκεινα. Κοντολογίς, ρήξη με αυτά που εξεμέτρησαν το ζην και που το μόνο που καταφέρνουν είναι απλώς, πλην τυχαίων εξαιρέσεων, να επαναλαμβάνουν την κενότητα του αναχρονισμού τους και την ανικανότητα να συγχρονίσουν τον βηματισμό τους με όσα γύρω με καλπασμό εξελίσσονται. Οπότε ναι, δεν μιλάμε απλώς για την αναγκαιότητα και την εξαγγελία μιας νέας μεταπολίτευσης, υποκατάστατου της παλαιάς ασθμαίνουσας, που ξέμεινε στα δεκανίκια της, αλλά για τη μείζονα πολιτική ανατροπή, μετά από 200 χρόνια ελεύθερου βίου, που θα δώσει νέο κράτος, νέες δομές και νέο περιεχόμενο στον εθνικό βίο. Αν θέλουμε αυτός να αποκτήσει πραγματικό κι επαρκές προσδόκιμο.

Αυτό που αναζητούσαμε μέχρι τώρα για τη μεγάλη ανατροπή, για το άνοιγμα μιας νέας μεγάλης ιστορικής περιόδου, βρίσκεται κάπου αλλού. Είναι στις νησίδες της αρετής, στους θυλάκους της αντίστασης. Είναι εκεί που εκτρέφεται η ελπίδα και κυοφορείται το μέλλον. Είναι οι γενιές εκείνες που νιώθουν ότι τα συμβαίνοντα σήμερα στη χώρα δεν τους αφορούν, ακριβώς γιατί δεν αφορούν την οικοδόμηση του μέλλοντός τους.

Είναι μια ολόκληρη νέα γενιά ανθρώπων σε ολόκληρο το πολιτικοκοινωνικό φάσμα, στον χώρο τον εργασιακό, στον χώρο τον επιστημονικό και στον χώρο τον επιχειρηματικό, που μπορούν να στοχάζονται και να κρίνουν ορθά, να δρουν και να πράττουν με ευθυκρισία και ορθογνωμία, και ακόμη να οραματίζονται ελεύθερα. Είναι αυτοί και μόνο αυτοί που θα οδηγήσουν μετά από 200 χρόνια ελεύθερου βίου τη χώρα μας σε μια νέα Ελληνική Ανοιξη. Είναι ακόμα, ως εν δυνάμει συμμέτοχοι σε αυτή την εθνική προσπάθεια, ένα ευρύ φάσμα των Ελλήνων οι οποίοι είναι ποτισμένοι με παραμυθίες, παρηγορίες και ψεύδη, που τους καλλιεργούν τόσο οι μεν, του κυβερνητικού συνασπισμού, που ισχυρίζονται ότι φτάσαμε στο τέλος της κρίσης και άρα θα «επανευτυχήσουν», όσο και οι δε, της Αντιπολίτευσης, που διακηρύσσουν ότι έχουν τις συνταγές για να «επανευδαιμονήσουν». Η «κανονικότητα των εξελίξεων», όπως το πολιτικό σύστημα την εννοεί, δεν θα υπάρξει.

Κάθε προσπάθεια του πολιτικού συστήματος να προσεγγίσει τις νεότερες γενιές προσκρούει σε μια γρανιτώδη και αδιαπέραστη αδιαφορία. Η ένταξή τους στη νέα εθνική προσπάθεια δεν θα γίνει ούτε με θωπείες, ούτε με νουθεσίες, ούτε με προσπάθειες διάσπασης του γρανίτη με «μηχανικά μέσα». Μόνο με την ενδόρρηξη του συμπαγούς αυτού ηλικιακού φάσματος μπορεί η χώρα να περάσει στη νέα εποχή.

Το μέγα χρέος που επωμίζονται οι νεότερες γενιές είναι η επική προσπάθεια της εθνικής αναγέννησης και αναδημιουργίας.

Σε αυτό το μεγάλο εθνικό εγχείρημα οφείλουν να συνδράμουν και όσοι από τον παλαιό πολιτικό κόσμο κουβαλούν ακόμη φορτία εμπιστοσύνης. Αλλά δεν πρέπει να είναι αυτοί που θα ηγηθούν του νέου αυτού ιστορικού κεφαλαίου. Και πολύ περισσότερο, δεν μπορεί να είναι κάποια ναυάγια της πολιτικής, που απλώς επιδιώκουν να επιλύσουν τα προσωπικά τους υπαρξιακά προβλήματα. Το νέο προκύπτει βεβαίως από το παλιό. Πλην όμως, ελεύθερο και απαλλαγμένο από αυτό.

Στη νέα αυτή αφετηριακή συνείδηση της χώρας θα είναι αποφασιστική η συνδρομή και των νεότερων γενεών των Ελλήνων της διασποράς και κυρίως εκείνων που διακρίθηκαν τιμώντας εαυτούς και την Ελλάδα. Αποτελούν ένα διαθέσιμο μεγάλο κεφάλαιο. Αρκεί να νιώσουν το κάλεσμα της πατρίδας και με αίσθημα ευθύνης να ανταποκριθούν ή ακόμα και να ηγηθούν του νέου εγχειρήματος.

Για να επιτευχθούν όλα τα παραπάνω, χρειάζεται ΤΩΡΑ και όχι μετά την αποερείπωση και τη συντριβή της χώρας να λάβει σάρκα και οστά το νέο μεγάλο εθνικό όραμα, με την άμεση συγκρότηση μιας ισχυρής πολιτικής δύναμης που θα συσπειρώσει τις δυνάμεις του μέλλοντος και θα διεκδικήσει να αναλάβει, χωρίς χρονοτριβές και υπεκφυγές, την πολιτική ευθύνη.
Είμαι αισιόδοξος πλέον γιατί τα αδιέξοδα είναι «προ των πυλών».

Δημοσιεύτηκε στο "Βήμα" στις 13/7/2014

«Το γυρίζει» η Γιάννα: Δεν θα είναι Greek Drama αν βγει ο ΣΥΡΙΖΑ

«Με φοβούνται, δεν πρόκειται να με προτείνει κανένας, μην κουράζεστε με αυτό το θέμα», απαντά σε συνομιλητές της όταν τη ρωτούν εάν το όνομά της μπορεί να συζητηθεί για την Προεδρία της Δημοκρατίας, ενώ δηλώνει ευθέως ότι δεν είναι δα και καταστροφή να αναλάβει τη διακυβέρνηση της χώρας ο ΣΥΡΙΖΑ
Δέκα χρόνια μετά τον αμφιλεγόμενο κατά πολλούς θρίαμβο των Ολυμπιακών Αγώνων, που έφερε πρωτίστως τη δική της σφραγίδα, η κυρία Γιάννα Αγγελοπούλου δείχνει διψασμένη και ορμητική όσο ποτέ να επιστρέψει στα πολιτικά πράγματα της χώρας, υποδηλώνοντας με αιχμηρό τρόπο την παρουσία της στη δημόσια ζωή.

Η κριτική της στάση προς το πολιτικό σύστημα και το πώς διαχειρίζεται την οικονομική κρίση είναι πλέον αδυσώπητη, δεν μασάει τα λόγια της για τους υπεύθυνους της σημερινής κατάστασης, αναφέροντας συγκεκριμένα ονόματα, ενώ υπερβαίνει κατά πολύ το κομφορμιστικό πλαίσιο με το οποίο ερμηνεύουν τη στάση της, δηλώνοντας ευθέως ότι δεν είναι δα και καταστροφή να αναλάβει τη διακυβέρνηση της χώρας ο ΣΥΡΙΖΑ!

Μάλιστα δείχνει να συμμερίζεται την άποψη ότι εάν δεν επιτευχθεί η εμπεδωμένη εδώ και είκοσι χρόνια ευρεία συναίνεση για την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας (δηλαδή με την ψήφο και της αξιωματικής αντιπολίτευσης), τότε είναι καλύτερα για τη χώρα να οδηγηθεί σε πρόωρες εκλογές. Την αφήνουν δηλαδή παντελώς αδιάφορη οι εκκλήσεις περί «κυβερνητικής σταθερότητας», αλλά και οι φωνές που ενοχοποιούν και δαιμονοποιούν τον ΣΥΡΙΖΑ. Τις απόψεις αυτές, όπως και πολλές άλλες ρηξικέλευθες προσεγγίσεις για την πορεία της χώρας, δεν τις κρύβει, ούτε και τις εκφράζει απλώς σε έναν κλειστό κύκλο φίλων και συνεργατών. Συναντά παράγοντες της δημόσιας ζωής, δειπνεί με δημοσιογράφους και συνομιλεί με ανθρώπους που μοιράζονται παρεμφερείς ανησυχίες. Ηταν πριν από λίγες ημέρες όταν προσκάλεσε κάποιους δημοσιογράφους σε εστιατόριο λεπτών γεύσεων σε κεντρικό ξενοδοχείο της Αθήνας για μια εφ' όλης της ύλης ανταλλαγή απόψεων και, κυρίως, εξομολογήσεων από μέρους της. Εκεί, κάτω από ανέμελες κληματαριές που φωτίζονταν από το παιχνιδιάρικο φεγγάρι, δίπλα στη δροσερή πισίνα και απολαμβάνοντας λαβράκι σε κρούστα αλατιού, ανακατεμένο στον ουρανίσκο με γουλιές από Chardonnay κρασιά υψηλής ποιότητας, ειπώθηκαν πολλά. Τα περισσότερα θα έκαναν τους ενδιαφερόμενους και πολλούς παλιούς πολιτικούς φίλους της Γιάννας να τρίζουν τα δόντια τους. Η ίδια, όμως, το ξεκαθάρισε από την αρχή, στέλνοντας μηνύματα προς κάθε κατεύθυνση. «Κανείς δεν θα μου απαγορεύσει να μιλάω. Εχω δικαίωμα να λέω τη γνώμη μου και θα τη λέω, ας το πάρουν απόφαση κι ας ενοχλούνται».
Ψυχολογικά ανανεωμένη, η Γιάννα ξεδίπλωσε τις σκέψεις της με τον αέρα του ανθρώπου που δεν είχε ιδιαίτερη εμπλοκή στο ελληνικό δράμα των τελευταίων ετών, όπως δεκάδες πολιτικοί που διαχειρίστηκαν την εξουσία - και αρκετοί εξ αυτών εξαφανίστηκαν από την κεντρική σκηνή. Ταυτόχρονα δεν έχει αυταπάτες. Νιώθει ότι δεν διαθέτει πολλούς φίλους στο σημερινό πολιτικό προσωπικό, ούτε είναι εύκολο να επανέλθει μετά από όσα έγιναν τα τελευταία χρόνια με τη δική της οικειοθελή αποχώρηση από το προσκήνιο.

Το είχε νιώσει αυτό και το 1997, όταν η τότε κυβέρνηση δεν της εμπιστεύτηκε τη διοργάνωση των Αγώνων, παρά την επιτυχία της ανάληψης, και χρειάστηκαν τρία ολόκληρα χαμένα χρόνια για να την καλέσει ο κ. Κώστας Σημίτης να σώσει την υπόθεση. Τώρα τα πράγματα, όμως, είναι πιο σκληρά για τη Γιάννα, που δεν κρύβει ένα αδιόρατο παράπονο για το πώς την αντιμετωπίζει το πολιτικό σύστημα.

«Με φοβούνται, δεν πρόκειται να με προτείνει κανένας, μην κουράζεστε με αυτό το θέμα», απαντά σε συνομιλητές της όταν τη ρωτούν εάν το όνομά της μπορεί να συζητηθεί για την Προεδρία της Δημοκρατίας. «Το ξέρουν όλοι, το έχω πει πολλές φορές, ότι είμαι στη διάθεση της πατρίδας μου για οποιαδήποτε εθνική αποστολή. Μπορώ να πάρω το αεροπλάνο και να πάω στην άκρη του κόσμου για να συμβάλω στη λύση ενός προβλήματος. Δεν το θέλουν, όμως, αυτό. Γιατί ξέρουν ότι δεν μπορούν να με ελέγξουν. Δεν χρωστάω σε κανέναν, δεν έχω καμία υποχρέωση και κανένα συμφέρον για να με κρατάνε», λέει με νόημα και κατακεραυνώνει το σύστημα που ονομάστηκε «διαπλοκή»: «Η οικογένειά μου δεν κάνει δουλειές στην Ελλάδα, δεν έχει την παραμικρή ιδιοτέλεια στη χώρα. Το ενδιαφέρον μου δεν σχετίζεται με τέτοια πράγματα»!

Προφανώς γι' αυτό η Γιάννα δεν έχει κανένα πρόβλημα να πετάξει το γάντι στους εκπροσώπους του παραδοσιακού πολιτικού προσωπικού. «Αυτοί και οι ελίτ διέλυσαν τη χώρα»! «Εσείς δεν είστε ελίτ;», την προκαλούν. «Οχι, δεν έχω καμία σχέση με τέτοιες συμπεριφορές, καμία θέση σε αυτό το σύστημα. Εγώ ξέρω πώς ζει και τι τραβάει ο απλός κόσμος», απαντά, δείχνοντας ότι θέλει να υπερασπιστεί την ηθική της παραδοσιακής αστικής τάξης, που παρακολουθεί τα πράγματα από απόσταση, αλλά και ανησυχία.

ΣΥΡΙΖΑ και Θεοδωράκης είναι το «νέο»
Η Γιάννα δείχνει μια εξαιρετική διάθεση απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ και τον κ. Αλέξη Τσίπρα. Δεν διστάζει να υποστηρίξει ότι το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης «εκφράζει το νέο». Οταν της επισημαίνουν ότι στον ΣΥΡΙΖΑ πήγαν λαϊκιστικές δυνάμεις, διαφωνεί: «Ενα κόμμα που εκτινάσσεται από το 4% στο 25% είναι νέα πολιτική δύναμη». Και προσθέτει: «Αν ψηφίζει ο κόσμος τον ΣΥΡΙΖΑ και τον θέλει, κάτι σημαίνει. Ας έρθει κι αυτός στα πράγματα, δεν είναι κακό»! Ταυτόχρονα, όμως, παίρνει αποστάσεις για να μην παρεξηγηθεί. Υποστηρίζει την ανάγκη των αλλαγών στη χώρα και δεν καταδικάζει τη συμπεριφορά των ξένων που επιβάλλουν μεταρρυθμίσεις. «Δεν τα πήγαμε καλά με την Ευρωπαϊκή Ενωση και τώρα την πληρώνουμε», σημειώνει, θυμίζοντας παλαιότερη επισήμανση ότι «η ένταξή μας στην ευρωπαϊκή οικογένεια είναι σαν ένας κακός γάμος. Δεν είναι λύση ο χωρισμός, αλλά σίγουρα χρειαζόμαστε έναν σύμβουλο γάμου».

Για να μη δημιουργήσει δε παρεξηγήσεις, δέχεται με ευχαρίστηση να δώσει διευκρινίσεις για τις πολιτικές αναζητήσεις του μεγαλύτερου γιου της, του Παναγιώτη, ο οποίος είχε αρθρογραφήσει με θετικό τρόπο για τον ΣΥΡΙΖΑ προ διετίας. «Είμαι περήφανη για την πολιτική του σκέψη, θέλουμε να έχει τη δική του γνώμη, αλλά δεν νομίζω ότι είναι ΣΥΡΙΖΑ», λέει και αποκαλύπτει ότι ο 24χρονος φοιτητής του Χάρβαρντ συνεχίζει να αρθρογραφεί, αλλά με ψευδώνυμο, που δεν γνωρίζει ούτε η ίδια! Τον χαρακτηρισμό «νέα δύναμη» δεν διστάζει να τον αποδώσει και στον κ. Σταύρο Θεοδωράκη, τον επικεφαλής του Ποταμιού, «αρκεί να μας πει το πολιτικό του στίγμα», όπως επισημαίνει με νόημα. Στα άλλα κόμματα δεν αναγνωρίζει κάτι ενδιαφέρον και διευκρινίζει ότι «δεν υπήρξα ποτέ μέλος της Ν.Δ.», παρότι είχε εκλεγεί βουλευτής της.

Ανδρέας και Κώστας υπεύθυνοι για την καταστροφή
Εχοντας την εμπειρία από συνεργασίες και επαφές με σχεδόν όλα τα κορυφαία πρόσωπα της ελληνικής πολιτικής σκηνής τα τελευταία 30 χρόνια, η Γιάννα έχει πλέον κατασταλάξει σε συμπεράσματα, χωρίς να χαρίζεται σε κανέναν. «Ο Ανδρέας Παπανδρέου ακολούθησε καταστροφική πολιτική τη δεκαετία του '80», λέει με κατηγορηματικό τρόπο, επηρεασμένη ίσως και από τη μητσοτακική πολιτική της καταγωγή. Ξεκίνησε την πολιτική της καριέρα εκείνη την περίοδο, εκλεγόμενη το 1986 στο δημοτικό συμβούλιο της Αθήνας με τον Μιλτιάδη Εβερτ (ως πρόταση του πρώην πρωθυπουργού όμως) και το 1990 στη Βουλή.

«Κύρια ευθύνη για τη χρεοκοπία, μετά τον Ανδρέα, έχει ο Κώστας Καραμανλής», συμπληρώνει η Γιάννα, ρίχνοντας ευθεία βολή στον πρώην πρωθυπουργό. Πέρα από τη διόγκωση του χρέους και των ελλειμμάτων την περίοδο 2004-2009, πιθανόν να μην του συγχωρεί την πλήρη απαξίωση της κληρονομιάς των Ολυμπιακών Αγώνων, που υπήρξε εκείνη την κρίσιμη πενταετία, και την εξαέρωση όλων των θετικών που άφησε η διοργάνωση.

Για τον κ. Σημίτη δείχνει μια αναγνώριση και σεβασμό στη συνεργασία τους. «Είχαμε και ένα κοινό, κρατούσαμε και οι δύο μπλοκάκια με σημειώσεις, δεν αφήναμε τίποτα στην τύχη». Ομολογεί ότι, παρά την αρχική του δυσπιστία, τελικά της έδωσε το ελεύθερο να χειριστεί τους Αγώνες, στηρίζοντάς τη σταθερά.

Την περίπτωση του κ. Γιώργου Παπανδρέου την προσπερνά με ευγενική και όσο γίνεται προσεκτική απαξίωση: «Δεν ήταν προετοιμασμένος, δεν ήξερε τι θα αντιμετώπιζε», λέει με μια διάθεση συγκατάβασης και ένα στυλ «τόσο ήξερε και μπορούσε ο άνθρωπος».

Με κάθε ευκαιρία δεν κρύβει την απογοήτευσή της για το πώς συμπεριφέρθηκαν πολλοί πρώην υπουργοί. Εξιστορεί δε την περίεργη υπόθεση με τη δωρεά εκατομμυρίων που έκανε η οικογένειά της για τους πυρόπληκτους της Ηλείας: «Επαιρνα συνέχεια τηλέφωνο τον Μολυβιάτη για να μάθω αν τα χρήματα αξιοποιήθηκαν. Στο τέλος τα έριξε στη γραφειοκρατία και φυσικά του απάντησα ότι ''μιλάτε στη Γιάννα Αγγελοπούλου που τα έβαλε με αυτή τη γραφειοκρατία και νίκησε''». Μάλλον με τους καραμανλικούς δεν κατάφερε να τα πάει ποτέ καλά.

Φούσκωσαν τα έργα των Αγώνων
Οσα χρόνια κι αν περάσουν η Γιάννα δεν μπορεί να χωνέψει το πώς εξελίχθηκε η υπόθεση με τους Αγώνες, μετά την ολοκλήρωσή τους το 2004. Τώρα πλέον δεν κρύβει την εκτίμησή της ότι οι προϋπολογισμοί των μεγάλων έργων, τα οποία από ελαφριές κατασκευές που προέβλεπε ο φάκελος της διεκδίκησης έγιναν φαραωνικές, πανάκριβες και δυσλειτουργικές εγκαταστάσεις, φούσκωσαν εξαιτίας εγκληματικών λαθών, τα οποία ίσως ήταν αποτέλεσμα και επιχειρηματικών πιέσεων.

Κλίντον, ο... Μπίλαρος
Το ενδιαφέρον της Γιάννας Αγγελοπούλου για την πολιτική γενικότερα αποδεικνύεται και από τη στενή επαφή που έχει αναπτύξει με την οικογένεια Κλίντον, συνεργαζόμενη με το ίδρυμα που διευθύνει ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ. Η οικειότητα με τον Μπιλ Κλίντον δεν κρύβεται. «Ο Μπίλαρος είναι φοβερή προσωπικότητα, τον σέβονται όλοι, είναι ο πιο αγαπητός πρώην πρόεδρος και έχει φοβερή επιρροή», λέει με χαρακτηριστική άνεση. Γνωρίζοντας τις ισορροπίες στην άλλοτε πρώτη αμερικανική οικογένεια, διατυπώνει και μια ενδιαφέρουσα εκτίμηση, όταν της ζητούν να μιλήσει για το σενάριο να είναι υποψήφια πρόεδρος η Χίλαρι: «Εξαρτάται τι θέλει ο Μπιλ», λέει αφοπλιστικά. Η Γιάννα αποκαλύπτει ότι ο Κλίντον με μεθοδικότητα προωθεί στην πρώτη γραμμή την κόρη του Τσέλσι, που εμφανίζεται ήδη πολύ δραστήρια. Η Γιάννα φαίνεται να σκέφτεται μια κοινή πρωτοβουλία με τους Κλίντον σχετικά με την Ελλάδα, αλλά ακόμη δεν υπάρχουν σχηματοποιημένα πράγματα.

Δεν γυρίζει στα ΜΜΕ
Οσο κι αν θέλει να παρακολουθεί και να συμμετέχει στη δημόσια ζωή η Γιάννα Αγγελοπούλου, το κεφάλαιο της επιχειρηματικής εμπλοκής της με τα μέσα ενημέρωσης έχει κλείσει οριστικά. Τουλάχιστον αυτό διαβεβαιώνει η ίδια όταν τη ρωτούν σχετικά. «Δεν θα ασχοληθώ ξανά», διαμηνύει και αναγνωρίζει ότι έκανε ένα «έντιμο λάθος», όταν αγόρασε πριν από χρόνια τον «Ελεύθερο Τύπο». «Θέλησα να βοηθήσω ένα παραδοσιακό Μέσο, ελπίζοντας ότι θα ανοίγαμε νέους δρόμους. Δεν μπορούσα, όμως, να ανταγωνιστώ άλλα Μέσα που είχαν συμφέροντα στη χώρα και κινούνταν αλλιώς», αναφέρει, διευκρινίζοντας ότι «δεν άφησα κανέναν απλήρωτο, αποζημιώθηκαν όλοι και με το παραπάνω».

Περιπέτειες γάμου και υγείας
Η Γιάννα δείχνει να περνά μια ήρεμη και ευτυχισμένη φάση με τον σύζυγό της Θόδωρο Αγγελόπουλο. Διασκεδάζει μάλιστα με τις φήμες που κυκλοφόρησαν προ ετών περί χωρισμού τους. «Ηταν σε μια δεξίωση που ο Θόδωρος έδειχνε στενοχωρημένος, κακόκεφος, συνοφρυωμένος και χωρίς όρεξη για κουβέντες επειδή ήμουν εγώ άρρωστη και το ερμήνευσαν ότι έχει πρόβλημα μαζί μου, ενώ ίσχυε το ακριβώς αντίθετο», λέει τώρα η Γιάννα, σε μια σπάνια εξομολόγηση για πτυχές της σχέσης τους.

«Εχουμε περάσει τόσα πολλά μαζί, που είμαστε απόλυτα δεμένοι», διαβεβαιώνει, σημειώνοντας ότι παίρνουν όλες τις αποφάσεις από κοινού και ότι στηρίζει ο ένας τον άλλον. «Τον πείραξε μόνο λίγο που παραιτήθηκα από βουλευτής, του άρεσε η εμπλοκή μου με την πολιτική», λέει και αποκαλύπτει άλλη μια στιγμή που εξέπληξε τον Θόδωρο: «Ηταν την περίοδο προετοιμασίας των Ολυμπιακών Αγώνων, όταν πήρα την απόφαση να επιστρέψει όλη η οικογένεια στην Αθήνα από το Λονδίνο, όπου ήταν η μόνιμη κατοικία μας, την ώρα που εγώ περνούσα όλο τον χρόνο μου στην Ελλάδα. Η κόρη μου τότε με συγκλόνισε ζητώντας μου να ενωθεί ξανά η οικογένεια. Επεκτείναμε το σπίτι που είχε μόνο ένα υπνοδωμάτιο με προκάτ κατασκευή για να προλάβουμε τα σχολεία, κάτι που δεν το περίμενε ούτε ο Θόδωρος».

Στον σύζυγό της χρωστάει το ότι κατάφερε να γυρίσει και να γνωρίσει τον κόσμο, αλλά του αναγνωρίζει κάτι πιο πολύτιμο: ότι έχει σαν δικό του παιδί την κόρη της Καρολίνα από τον πρώτο της γάμο. «Οταν μέναμε τα πρώτα χρόνια στο Λονδίνο, μας κάλεσε η ασφάλεια του κτιρίου και μας είπε ότι ένας... παρανοϊκός παίρνει συνεχώς τηλέφωνο, λέγοντας ότι είναι ο πατέρας της Καρολίνας. Κανείς δεν μπορούσε να αντιληφθεί ότι η Καρολίνα δεν είναι του Θόδωρου», λέει η Γιάννα και αποκαλύπτει με χιούμορ: «Εχω ξεκαθαρίσει στον Θόδωρο ότι μοναδικός λόγος διαζυγίου είναι τυχόν προσπάθειά του να χειραγωγήσει την άποψη των αγοριών μας. Αυτό δεν θα του το συγχωρήσω».

Μιλά με συγκίνηση για τις περιπέτειες με την υγεία τους, όταν ο Θόδωρος υπέστη καρδιακό και εκείνη δεν έφυγε λεπτό από κοντά του ή όταν η ίδια νοσηλεύτηκε με υπερκόπωση, μετά τους Αγώνες, αλλά και πιο πρόσφατα με τη μέση της και την επώδυνη επέμβαση στην οποία υποβλήθηκε. «Τώρα είμαι καλά και άρχισα ξανά το θαλάσσιο σκι», προσθέτει με καμάρι για το πείσμα της.

Η χειρότερη εμπειρία όμως στην οικογενειακή τους ζωή ήταν φυσικά η πολύχρονη δικαστική διαμάχη με τον αδελφό του Θόδωρου, Κωνσταντίνο, για τα περιουσιακά. Η πλήρης και οριστική δικαίωσή τους την κάνει μεν να νιώθει ανακουφισμένη, αλλά είναι εμφανής και μια αίσθηση πίκρας για όλα όσα έχουν συμβεί. Και κυρίως για το ότι τα ξαδέλφια, τα παιδιά δηλαδή του Θόδωρου και του Κωνσταντίνου, δεν έχουν την παραμικρή επαφή.

«Πέρσι είδε ο μικρός μας γιος τον ξάδερφό του στη Μύκονο, πήγε να του μιλήσει και εκείνος σκάλωσε... δεν άρθρωσε ούτε κουβέντα. Δεν έπρεπε να βάλουν και τα παιδιά στη μέση της διαμάχης», λέει με απογοήτευση η Γιάννα και δεν αποφεύγει να ρίξει φως στα οικογενειακά άδυτα: «Ο Κωνσταντίνος ήταν έτσι από την ώρα που γέννησα τον διάδοχο. Δεν περίμενε ότι ο Θόδωρος θα κάνει παιδί, τον είχαν ξεγράψει όλοι. Και είχε κάνει έτσι τους υπολογισμούς του για την περιουσία, όπως κατάλαβα μετά από τη συμπεριφορά του. Ακόμα θυμάμαι τον πατέρα του Θόδωρου, τον Παναγιώτη, με τον οποίο μοιάζαμε σαν χαρακτήρες, που καθόνταν στο δωμάτιο του μαιευτηρίου στενοχωρημένος γιατί ο Κωνσταντίνος δεν είχε έρθει ούτε για να ευχηθεί»!

«Μήπως ήρθε η ώρα να πάρετε τον Παναθηναϊκό, αφού εκείνοι έχουν τον μπασκετικό Ολυμπιακό», της επισήμανε με σκωπτική διάθεση, αλλά και με έναν κρυφό πόθο, δημοσιογράφος με πράσινα οπαδικά φρονήματα. Εκείνη χαμογέλασε αδιόρατα αποφεύγοντας το παραμικρό σχόλιο.

Δημοσιεύτηκε στο "Πρώτο Θέμα" στις 7/7/2014