Πέμπτη, 28 Μάρτιος 2024

Τι μάθαμε στα πέντε χρόνια της κρίσης

Πέντε χρόνια μετά το ξέσπασμα της κρίσης, τα δύο μεγαλύτερα κόμματα της χώρας, η ΝΔ και ο ΣΥΡΙΖΑ, φαίνεται να έχουν συνειδητοποιήσει, είτε άμεσα είτε έμμεσα, ότι η μεγάλη προσαρμογή που επιχείρησε η Ελλάδα -το μεγαλύτερο μέρος της οποίας είχε ολοκληρωθεί μέχρι τον Δεκέμβριο του 2011- ήταν απαραίτητη.
Η ΝΔ κατάλαβε ότι χωρίς αληθινή δημοσιονομική προσαρμογή, τα ευχολόγια για άμεση ανάπτυξη δεν θα μπορούσαν να είχαν εφαρμοστεί, ούτε τα περίφημα «ισοδύναμα» να ισχύσουν, και γι΄ αυτό ξέχασε όλα τα «Ζάππεια», Ι, ΙΙ και ΙΙΙ. Από την άλλη, ο ΣΥΡΙΖΑ μιλάει τώρα για ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς, χωρίς να λέει τι διαφορετικό θα είχε κάνει ή θα έκανε για να τους πετύχει, έχει σαφώς περιορίσει την αντιμνημονιακή του ρητορεία («κατάργηση μ΄ ένα νόμο κι ένα άρθρο») και, επιπλέον, η σοβαρή του πτέρυγα αναγνωρίζει ότι το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος του χρέους δεν ήταν «επαχθές».
ωστοσο, και τα δύο κόμματα δεν ολοκληρώνουν τη ρεαλιστική τους στροφή. Η κυβέρνηση επικαλείται συνεχώς ένα «Εθνικό Σχέδιο Ανάπτυξης», που όμως αποτυγχάνει να το παρουσιάσει. Αντίθετα, στην πράξη δρα με τρόπο που πολλές φορές δεν συνάδει με την ανάπτυξη: παράδειγμα, το γεγονός ότι δίνεται έμφαση στην απορρόφηση του ΕΣΠΑ ως ποσοστού και όχι στη σύνδεσή του με πραγματικούς αναπτυξιακούς στόχους.
Εξάλλου ο ΣΥΡΙΖΑ, ενώ ορθά μιλά για «μεγάλη διευθέτηση» κατά τη διαχείριση του ελληνικού χρέους - με την οποία δεν νομίζω να διαφωνεί ούτε η κυβέρνηση, διαφοροποιούμενη μόνο σε λεπτούς χειρισμούς και προσεκτικότερη ρητορική- βλέπει στελέχη του να μιλούν για «ρήτρα ευρωπαϊκής ανάπτυξης», συνδεμένη με τη μείωση του χρέους και με νέο παραγωγικό υπόδειγμα. Αλλά ρήτρα σημαίνει συναρτημένη υποχρέωση και συγκεκριμένες αναπτυξιακές προτάσεις. Ε, εκεί κάπου σταματά το πλαίσιο της σκέψης του ελληνικού πολιτικού συστήματος.
Πέντε χρόνια λοιπόν μετά το ξέσπασμα της κρίσης, και ενώ υπάρχουν οι γενικότερες συνειδητοποιήσεις, είναι παράδοξο ότι δεν έχει ζητηθεί από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους ή από Ανεξάρτητη Επιτροπή να διερευνήσει τα πώς και γιατί το 2009 ξοδεύαμε 24 δισ. παραπάνω απ΄ όσα εισπράτταμε ως κράτος, και να κατονομάσει από ποια υπουργεία και ποιους υπουργούς ξέφυγε ο λογαριασμός κατά τη δεκαετία που προηγήθηκε πριν από το σκάσιμο της «φούσκας».
Το πόρισμα μιας τέτοιας έρευνας όχι μόνο θα έβαζε τα πράγματα στη θέση τους, αλλά θα είχε και «παιδαγωγικό» χαρακτήρα, ώστε να μην επαναληφθεί στο μέλλον παρόμοια πορεία. Περιορίζομαι σ΄ ένα μόνο παράδειγμα: το διάστημα 2000-2009 στον τομέα του φαρμάκου πληρώσαμε 18 δισ. ευρώ παραπάνω απ' όσο θα έπρεπε.
Η δημοσιονομική προσαρμογή πράγματι προχωρεί με τις τεράστιες θυσίες του ελληνικού λαού. Παραμένουν όμως απείραχτες πολλές από τις αιτίες που γέννησαν την κρίση και διατηρούνται πολλά προβλήματα άλυτα. Δεν είναι σαφές τι θα γίνει με το τραπεζικό σύστημα και την έλλειψη ρευστότητας στην αγορά, την ασφυκτική πίεση σε χιλιάδες ελληνικές επιχειρήσεις από την απουσία χρηματοδότησης, την ανάγκη δημιουργίας ενός τραπεζικού συστήματος αποτελεσματικού και ταυτόχρονα διαφανούς. Το φορολογικό μας σύστημα εξακολουθεί να στηρίζεται στην υπερφορολόγηση και όχι στην πλάτυνση της βάσης του, ενώ γίνεται όλο και πιο πολύπλοκο. Η περίφημη επιτροπή Μαυραγάνη δεν έχει αποδώσει πορίσματα ακόμα. Η Δικαιοσύνη, αν και σαφώς χτυπάει πλέον ένα μέρος της διαφθοράς, κινείται ως ένας δυσκίνητος γραφειοκρατικός τομέας που καθυστερεί τόσο, ώστε να καταλήγει πολλές φορές σε αρνησιδικία.
Στο πεδίο του κοινωνικού κράτους, ενώ εξακολουθούμε να πληρώνουμε πολλά, οι αλλαγές είναι βραδείες, ενώ τα προνοιακά επιδόματα, για παράδειγμα, δεν έχουν εξυγιανθεί. Στην Υγεία οι προσαρμογές είναι ιδίως δημοσιονομικές κι όχι διαρθρωτικές. Στην Παιδεία υπάρχει σαφής οπισθοχώρηση, ως προς την πανεπιστημιακή μεταρρύθμιση. Στη Δημόσια Διοίκηση, παρόλο που η κυβέρνηση διανύει τον 20ό της μήνα στην εξουσία, και με συμπυκνωμένο μάλιστα πολιτικό χρόνο, η έμφαση δίνεται στην κινητικότητα και απουσιάζει οποιοδήποτε Συνολικό Σχέδιο Αναδιάρθρωσης: ποια κρατική δομή προκρίνουμε, ποια υπουργεία και ποιους οργανισμούς θέλουμε, πώς τα στελεχώνουμε, τι κίνητρα δίνουμε, τι στόχους έχουμε. Στην Αγροτική Οικονομία οι μεγάλες τομές, όπως η σύνδεση της φορολόγησης με την παραγωγή ? παραγωγικότητα κι όχι με το? στρέμμα, καθυστερούν. Στον Τουρισμό, αν και έχουμε το γεωγραφικό πλεονέκτημα, έχουμε μείνει πίσω σε υποδομές και σε νευραλγικούς τομείς. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι 100 μεγαλύτερες τουριστικές μας επιχειρήσεις έχουν λιγότερο από 10% του τζίρου στον κλάδο, πράγμα που δείχνει τον κατακερματισμό. Αλλά τουρισμό δεν κάνεις χωρίς σοβαρές τουριστικές επιχειρήσεις. Τελευταία ανακαλύφτηκε ο ιατρικός τουρισμός ως καινούργιο μεγάλο εθνικό σχέδιο, τη στιγμή που τα νοσοκομεία και τα Κέντρα Υγείας δεν έχουν βρει τρόπο να χρεώνουν τις υπηρεσίες που παρέχουν το καλοκαίρι σε τουρίστες.
Η βασική αιτία είναι, φυσικά, το ίδιο το πολιτικό σύστημα. Δεν αλλάζουν τίποτα (εκλογικός νόμος, λειτουργία του κοινοβουλίου, διορισμοί ημετέρων στους οργανισμούς του Δημοσίου), δίνοντας την εντύπωση ότι περιμένουν «να περάσει η μπόρα» για να ξαναρχίσουν τα ίδια.
Η Ελλάδα έχει τεράστιες δυνατότητες: γεωγραφική θέση, μορφωμένο ανθρώπινο δυναμικό (επειδή οι ελληνικές οικογένειες έχουν επενδύσει στα παιδιά τους), υπέδαφος, συμμετοχή στις βασικές δομές του δυτικού κόσμου. Δεν έχει όμως το πολιτικό σύστημα που της αξίζει, ώστε να είναι ένα σύγχρονο κράτος που κρατάει τον κόσμο του και ιδίως τους νέους. Κι αν δεν θέλει να γίνει Βουλγαρία (που από το 1990 έχασε 1,5 εκατομμύριο πληθυσμού, πέφτοντας από τα 8,8 εκατ. στα 7,3, και προβλέπεται ότι θα χάσει άλλο 1εκατομμύριο και θα πέσει στα 6,5 μέχρι το 2030, λόγω μαζικής εξόδου), πρέπει να το αλλάξει. Και μάλιστα πολύ γρήγορα.

*Δημοσιεύτηκε στην Ημερησία στις 8-2-2014

Δημόσιο ή ιδιωτικό σύστημα υγείας;

Το ερώτημα είναι ερεθιστικό και το συζητάμε συχνά στις παρέες - μάλιστα πολλές φορές φορτισμένο και ιδεολογικά -, δεν είμαι όμως βέβαιος ότι νοηματοδοτούμε πάντοτε με τον ίδιο τρόπο τις λέξεις.
Ας αρχίσω από δύο επιμέρους ερωτήματα. Πρώτο, ποιος πληρώνει για το σύστημα υγείας. Και δεύτερο, ποιος και πώς παρέχει τις υπηρεσίες του.
Αξιόπιστες έρευνες δείχνουν ότι το 1% των ασθενών αντιστοιχεί στο 30% του κόστους (το 10% αντιστοιχεί με τη σειρά του στο 70% του κόστους) ενώ για το υπόλοιπο 90% ξοδεύεται μόνο το 30%. Κι αυτό γιατί οι «ακριβοί» ασθενείς είναι συνήθως μεγάλης ηλικίας και με πολλαπλά νοσήματα (διαβήτης, καρδιοπάθεια, νεφρική ανεπάρκεια), ενώ το κόστος τους προσαυξάνεται από την έλλειψη συντονισμού, που τους στέλνει συνεχώς από τον Αννα στον Καϊάφα.
Ως προς τη χρηματοδότηση, ένα σύστημα που θα απέκλειε το «ακριβό» 10% θα ήταν φαινομενικά αποτελεσματικό. Αλλά τι θα γινόταν αυτό το 10%; Το ιδιωτικό σύστημα θα τους άφηνε στην τύχη τους, αυτό όμως θα ήταν αδιανόητο στο Δημόσιο.
Τα συστήματα ιδιωτικής ασφάλισης συνδέουν το ύψος των εισφορών με την πιθανότητα της αρρώστιας. Οι ιδιωτικές εταιρείες ή δεν ασφαλίζουν καθόλου τους «επικίνδυνους» πελάτες (π.χ. διαβητικούς) ή τους ζητούν πολύ ψηλά ασφάλιστρα. Για τον λόγο αυτό στη Γερμανία, για παράδειγμα, ένας στους πέντε ασφαλισμένους έχει τη δυνατότητα να μεταπηδήσει σε ιδιωτική ασφάλιση, παίρνοντας μαζί και τις εισφορές του, αλλά μόνο το 40% απ' αυτούς το κάνουν.
Η χρηματοδότηση του δημόσιου συστήματος εκτελείται είτε μέσω του προϋπολογισμού είτε μέσω ασφαλιστικών ταμείων. Ετσι, το επίπεδο υγείας και το είδος των νοσημάτων αποσυνδέονται από την πληρωμή, η οποία αντιστοιχεί στο εισόδημα και μόνο. Τα συστήματα αυτά αναδιανέμουν χρηματοδοτικές εισφορές και φόρους: από υγιείς σε ασθενείς, από νέους σε ηλικιωμένους, από πλουσιότερους σε φτωχότερους. Και βεβαίως, δεν αποκλείουν «επικίνδυνους» ασθενείς. Από κοινωνική άποψη, υπερέχουν ως προς τα ιδιωτικά.
Άλλη παράμετρος είναι η αντιστοίχιση επαγγέλματος - Ταμείου, που μπορεί να δημιουργήσει σοβαρές ανισότητες λόγω διαφορετικών πακέτων παροχών. Γι' αυτόν τον λόγο οι χώρες της Δυτ. Ευρώπης κατήργησαν τα Ταμεία αυτά και δημιούργησαν δημόσια ανταγωνιστικά μεταξύ τους ώστε ο κάθε ασφαλιζόμενος να επιλέγει το επιθυμητό Ταμείο ανεξάρτητα από το επάγγελμά του. Η επιλογή εξασφαλίζει μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα.
Στην Ελλάδα η χρηματοδότηση είναι μεικτή: τα 2/3 των πόρων προέρχονται από φόρους και ασφαλιστικές εισφορές (με σχέση 2 προς 1) και το 1/3 από άμεσες πληρωμές των ασθενών, ιδίως για πρωτοβάθμιες υπηρεσίες υγείας ή οδοντιατρική φροντίδα και δευτερευόντως για φάρμακα ή νοσοκομειακή περίθαλψη.
Εδώ όμως δεν υφίσταται ανταγωνισμός μεταξύ των Ταμείων. Από τα πάμπολλα επαγγελματικά Ταμεία περάσαμε στον υδροκέφαλο ΕΟΠΥΥ, που τον συναποτελούν Ταμεία - συλλέκτες προκαθορισμένων και ανελαστικών εισφορών. Τα Ταμεία και οι εισφορές θα μπορούσαν να καταργηθούν πλήρως εφόσον, πρώτο, τα 4 δισ. ευρώ των ασφαλιστικών εισφορών (περισσότερο από 2% του ΑΕΠ) εξασφαλίζονταν από άλλους πόρους και, δεύτερο, υπήρχε δικαιότερη φορολόγηση (π.χ. ελεύθερων επαγγελματιών ή αγροτών). Αλλά η αλλαγή του Φορολογικού έχει παραπεμφθεί στις ελληνικές καλένδες.

Τώρα, όσον αφορά την παροχή, η διεθνής εμπειρία δείχνει ότι, όταν υπάρχει ισχυρό ρυθμιστικό πλαίσιο, τότε η συνύπαρξη δημόσιου και ιδιωτικού τομέα μπορεί να λειτουργήσει θετικά για τους ασθενείς. Ο στόχος είναι η εξασφάλιση της καλύτερης δυνατής πρόσβασης σε ποιοτικές υπηρεσίες, ειδικά για τους ευπαθείς και «ακριβούς» ασθενείς, ανεξάρτητα αν αυτές είναι δημόσιες ή ιδιωτικά παρεχόμενες.
Για να γίνει όμως αυτό, το Δημόσιο εκεί παρεμβαίνει στην αγορά των δημόσιων και ιδιωτικών υπηρεσιών υγείας ως ρυθμιστής. Καθορίζει κανόνες επαρκούς λειτουργίας, μετράει την παραγωγικότητα και την αποτελεσματικότητα των υπηρεσιών, καθορίζει ενιαίο τιμολογιακό πλαίσιο και συνδέει την αμοιβή με την ποιότητα. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι δυο γιατροί της ίδιας ειδικότητας που δουλεύουν στο Δημόσιο δεν παίρνουν την ίδια αμοιβή αν έχουν τελείως διαφορετικά αποτελέσματα.
Παράλληλα, εξασφαλίζεται ότι ο ιδιωτικός τομέας δεν μεταφέρει «δύσκολες» περιπτώσεις ασθενών στο Δημόσιο ούτε προκαλεί μεγάλη τεχνητή ζήτηση και ότι συνολικά το σύστημα δεν παρέχει υπηρεσίες που δεν είναι αποτελεσματικές.
Αυτή η έννοια όμως του δημόσιου τομέα δεν ισχύει στην Ελλάδα όπου ο κανόνας είναι η ισοπέδωση στον δημόσιο τομέα και η ανεξέλεγκτη λειτουργία ιδιωτικού και δημόσιου τομέα. Στην παροχή των υπηρεσιών τα δύο συστήματα λειτουργούν παράλληλα, δεν είναι συνδεμένα. Δεν υπάρχει κανένας προγραμματισμός ούτε συντονισμός δραστηριοτήτων στο πλαίσιο ενιαίου στρατηγικού - ρυθμιστικού πλαισίου για την υγεία.
Το αποτέλεσμα του κρατισμού, αλλά και της λειτουργίας ενός ανεξέλεγκτου ιδιωτικού τομέα είναι δραματικό στο ελληνικό σύστημα υγείας, που είναι πανάκριβο και μη αποτελεσματικό. Βρισκόμαστε στην πρώτη δεκάδα του κόστους υγείας παγκοσμίως, πρώτοι στην Ευρώπη σε αναλογία φαρμακείων - πληθυσμού, πάντα στις πρώτες θέσεις σε γιατρούς, οδοντιάτρους, μαγνητικές - αξονικές τομογραφίες, ενώ ταυτόχρονα είμαστε πρώτοι σε καισαρικές τομές, κατανάλωση αντιβιοτικών, σε υπέρβαρα παιδιά, δεύτεροι σε κάπνισμα - τροχαία, πολύ ψηλά σε κατανάλωση ποτών - ναρκωτικών και, παρά την πολύ ψηλή φαρμακευτική δαπάνη, πολύ χαμηλά στην παραγωγή φαρμάκων.
Για να απαντήσω στο ερώτημα του τίτλου, είναι σαφές ότι το δημόσιο σύστημα χρηματοδότησης υπερτερεί των ιδιωτικών συστημάτων ενώ στην παροχή ένα μεικτό σύστημα είναι καλύτερο εφόσον εξασφαλιστεί υγιής ανταγωνισμός προς όφελος των ασθενών. Στη χώρα μας δεν υπάρχει τίποτα από αυτά. Έχουμε από τη μια ισοπεδωτικό κρατισμό κι από την άλλη έναν ανεξέλεγκτο ιδιωτικό τομέα με ευθύνη του Δημοσίου.
Το ζητούμενο είναι ένα αληθινά δημόσιο σύστημα υγείας με εισαγωγή των στοιχείων της διαφάνειας και του ανταγωνισμού, έτσι ώστε να μειωθεί το κόστος του και να γίνει καλύτερο γι' αυτόν που υποτίθεται ότι πρέπει πάντα να υπηρετεί: τον ασθενή.

Ο Ηλίας Μόσιαλος είναι καθηγητής των Οικονομικών της Υγείας στη London School of Economics, πρώην υπουργός

Πώς μεθοδεύτηκε ο πλήρης έλεγχος της τηλεόρασης

 

Στις 30 Ιανουαρίου έληξε η προθεσμία υποβολής προσφορών στον διαβόητο διαγωνισμό για τη διάθεση του φάσματος συχνοτήτων της ψηφιακής τηλεόρασης και την ανάδειξη του παρόχου δικτύου για τα επόμενα 15 χρόνια. Ο διαγωνισμός ήταν (υποτίθεται) διεθνής πλειοδοτικός (δημοπρασία) και είχε προκηρυχθεί από την Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (ΕΕΤΤ), λίγες μόνον ημέρες μετά την αλλαγή της διοίκησής της. Την ίδια ημέρα, η ΕΕΤΤ με μια λιτή ανακοίνωση, ενημέρωνε ότι στη δημοπρασία εμφανίστηκε μόνον μία εταιρεία, η DIGEA, η οποία μετά τον τυπικό έλεγχο της προσφοράς της θα αναδειχθεί ο πάροχος δικτύου ψηφιακής τηλεόρασης για το σύνολο των διαθέσιμων συχνοτήτων (εθνικής και περιφερειακής εμβέλειας) με την τιμή εκκίνησης του διαγωνισμού, δηλαδή έναντι 18.336.000 €, για 15 έτη.
Οι εργαζόμενοι της ΕΡΤ, αλλά και όσοι έχουν παρακολουθήσει το σημαντικό αυτό θέμα, δεν ένοιωσαν καμία έκπληξη. Αντιθέτως, αμέσως μετά το λουκέτο της ΕΡΤ , είχαμε προβλέψει την κατάληξη αυτή. Είχαμε καταγγείλει από τότε ότι το κλείσιμο της ΕΡΤ αποτελούσε μέρος ενός σχεδίου πλήρους ελέγχου του τηλεοπτικού τοπίου από τα δύο γνωστά διαπλεκόμενα μέρη: Την κυβέρνηση και τους ιδιοκτήτες των έξι μεγαλύτερων ιδιωτικών τηλεοπτικών σταθμών που έχουν συγκροτήσει ως κοινοπραξία την DIGEA (MEGA, ANT1, STAR, ALPHA, SKAI και ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ TV με βασικούς μετόχους τους Μπόμπολα, Ψυχάρη, Κυριακού, Βαρδινογιάννη, Κοντομηνά και Αλαφούζο).
Την επερχόμενη έλευση της ψηφιακής τηλεόρασης, που πολλαπλασιάζει τα τηλεοπτικά προγράμματα που μπορούν να φιλοξενηθούν στις ίδιες συχνότητες, την είδαν ως απειλή εμφάνισης νέων τηλεοπτικών σταθμών που δεν θα ανήκουν στο διαπλεκόμενο γκρουπ και αποφάσισαν να την κάνουν ευκαιρία εδραίωσης της δεσπόζουσας θέσης που κατείχαν. Έπρεπε λοιπόν αφενός να ελέγξουν την επαπειλούμενη εισβολή νέων ανεπιθύμητων καναλιών και αφετέρου να εξαφανίσουν την ΕΡΤ, που –παρά τον κυβερνητικό έλεγχο- ενίοτε ξέφευγε από την απολύτως κατευθυνόμενη ενημέρωση, ενώ ενοχλούσε αποσπώντας μερίδιο της διαφήμισης ή προπορευόμενη σε τεχνολογικές εξελίξεις (π.χ. High Definition). Το δεύτερο το επεδίωξαν με το πραξικοπηματικό λουκέτο της 11ης Ιουνίου 2013 δημιουργώντας ένα κυβερνητικά ελεγχόμενο μικρομάγαζο, κακέκτυπο της ΥΕΝΕΔ. Το πρώτο μεθοδεύτηκε συστηματικά με μια σειρά ενεργειών που κάποια στιγμή θα απασχολήσουν τη δικαιοσύνη.
Ήταν υποχρεωμένοι να προχωρήσουν σε δημοπρασία για τη 15ετή εκμετάλλευση του σπάνιου και πολύτιμου δημόσιου πόρου των συχνοτήτων, αλλά έπρεπε να φροντίσουν να αποκλείσουν οποιονδήποτε άλλον επενδυτή. Παρακολουθήστε τις μεθοδεύσεις αυτές:
- Βγάζουν τις προδιαγραφές της δημοπρασίας σε διαβούλευση (όπως είχαν υποχρέωση) έως τις 19 Ιουνίου 2013. Από τις 32 συμμετοχές στη διαβούλευση περισσότερες από 20 καταγγέλλουν τις προδιαγραφές ως φωτογραφικές για να δοθεί ο διαγωνισμός στην DIGEA. Η DIGEA καταθέτει απόρρητη πρόταση και η ΕΕΤΤ το αποδέχεται, παρότι υποτίθεται ότι η διαβούλευση είναι δημόσια.
- Πριν τη λήξη της διαβούλευσης κλείνουν την ΕΡΤ (11 Ιουνίου) για να την εμποδίσουν να εκφράσει θέσεις ως ο αρμόδιος δημόσιος φορέας.
- Ετοιμάζουν διαγωνισμό για πάροχο δικτύου, χωρίς να έχουν αδειοδοτήσει τους πελάτες του (τηλεοπτικούς σταθμούς) οι οποίοι λειτουργούν με προσωρινές άδειες. Έτσι, οποιοσδήποτε σοβαρός επενδυτής αποθαρρύνεται να συμμετάσχει αφού δεν έχει νόμιμους πελάτες. Λίγες ημέρες πριν την προκήρυξη, ανανεώνουν τις προσωρινές άδειες με μοναδικό κριτήριο ότι εξέπεμπαν στις 31 Αυγούστου 2013. Στα εθνικής εμβέλειας κανάλια περιλαμβάνονται μόνον δύο επί πλέον εκείνων που είναι μέτοχοι της DIGEA (E TV και ART TV)
- Λίγες ημέρες πριν την προκήρυξη του διαγωνισμού αλλάζουν τον τρόπο διορισμού της διοίκησης της ΕΕΤΤ, υποτιθέμενης ανεξάρτητης αρχής. Ενώ διοριζόταν από την διάσκεψη των Προέδρων της Βουλής, τώρα διορίζεται από το Υπουργικό Συμβούλιο. Η νέα διοίκηση που διορίζεται προκηρύσσει τον διαγωνισμό.
- Αποδέχονται να συμμετάσχει η DIGEA στο διαγωνισμό ως πάροχος δικτύου, ενώ είναι κοινοπραξία παρόχων περιεχομένου (τηλεοπτικών σταθμών). Έτσι, ο προμηθευτής της υπηρεσίας θα είναι και πελάτης. Για τα μέλη της DIGEA τα χρήματα απ' τη μια τσέπη θα βγαίνουν και στην άλλη θα μπαίνουν. Ένας τρίτος επενδυτής, όμως, εμποδίζεται να πάρει μέρος στο διαγωνισμό, αφού κατά την αναγκαία έρευνα αγοράς θα διαπίστωνε ότι η πλειονότητα των πελατών του αποτελούν και ανταγωνιστή του, με δεσπόζουσα θέση στο πελατολόγιο της υπηρεσίας, πράγμα που δημιουργεί αθέμιτο ανταγωνισμό.
- Εξαναγκάζουν από τις προδιαγραφές τον ανάδοχο, αν είναι άλλος από την DIGEA, εντός 91 ημερών από τη χορήγηση των δικαιωμάτων να έχει εγκαταστήσει τους απαραίτητους πομπούς, σε όλα τα σημεία που έχει ήδη εγκαταστάσεις η DIGEA, ως προσωρινός έως τώρα πάροχος δικτύου (Παράρτημα Ε, άρθρο 6, παρ. 4). Θα έπρεπε δηλαδή αυτό που έκανε η Digea σε 4 έτη, να το επιτύχει ο νέος πάροχος σε 91 ημέρες.
Μετά τον αποκλεισμό όμως οποιουδήποτε άλλου ενδιαφερόμενου έπρεπε να εξασφαλίσουν την έναντι πινακίου φακής διάθεση του φάσματος στους υπερχρεωμένους μετόχους της DIGEA, αλλά και τη διασφάλιση ότι δεν θα ακυρωθεί ο διαγωνισμός όπως γίνεται πάντοτε όταν εμφανιστεί ένας μόνον υποψήφιος.
- Ορίζουν μια εξαιρετικά χαμηλή τιμή εκκίνησης (18.336.000 € για 15 έτη, διαθέτοντας φάσμα στο οποίο μπορούν να φιλοξενούνται περισσότερα από 40 τηλεοπτικά προγράμματα), πληρωτέα με το 30% προκαταβολή και το υπόλοιπο 70% σε 7 ετήσιες δόσεις, με την πρώτη καταβλητέα την 1η Μαρτίου 2017!
- Ορίζουν μια αστεία εγγυητική επιστολή καλής εκτέλεσης (100.000 €). Αν δηλαδή ρίξει διαρκές μαύρο η DIGEA σε όλη τη χώρα θα τιμωρηθεί με το αστείο αυτό ποσό.
- Διασφαλίζουν, ανεξάρτητα από το πλήθος των πελατών της, να πληρώνεται όλα τα έξοδά της πλέον ενός σίγουρου κέρδους 15,16% ετησίως, πράγμα που θα εκτοξεύσει στα ύψη το κόστος τρίτων καναλιών που θα θελήσουν να «φιλοξενηθούν».
- Διαθέτουν προς χρήση από την DIGEA όλες τις υποδομές της ΕΡΤ στα Κέντρα Εκπομπής (Κτήρια, ρευματοδότηση, γεννήτριες, ιστούς κεραιών, κεραίες)
- Προέβλεψαν σ τις προδιαγραφές της υποτιθέμενης δημοπρασίας ότι αν εμφανιστεί ένας υποψήφιος δεν ακυρώνεται ο διαγωνισμός αλλά του παραχωρείται το σύνολο των συχνοτήτων με την τιμή εκκίνησης (τεύχος προκήρυξης, παρ. 7.1.1). Κάτι τέτοιο, είναι αντίθετο με κάθε κανονισμό προμηθειών, και δεν μπορεί να τίθεται στις προδιαγραφές. Στους διαγωνισμούς με έναν υποψήφιο, γίνεται επανάληψη με τροποποίηση των προδιαγραφών για να επιτευχθεί ευρύτερη συμμετοχή, για τη διασφάλιση του δημόσιου συμφέροντος.
Ίσως θεωρήσει κανείς ότι πρόκειται για ένα αριστουργηματικά εκτελεσμένο σχέδιο, που θα οδηγήσει σε πλήρη σκοταδισμό την τηλεόραση. Εν τούτοις, οι παραβιάσεις της νομοθεσίας που έχουν γίνει στις μεθοδεύσεις τους είναι τέτοιες που αργά ή γρήγορα θα αποκαλυφθούν και θα ανατραπούν.

Του Νίκου Μιχαλίτση, Μηχανικού – εργαζόμενου στην ΕΡΤ

Εκδήλωση- Ινστιτούτο σύγχρονης ελληνικής τέχνης

Κατερίνα Ζαχαροπούλου «Ρωτώντας»

Η Κατερίνα Ζαχαροπούλου παρουσιάζει την εγκατάσταση «Ρωτώντας» στους χώρους του Ινστιτούτου Σύγχρονης Ελληνικής Τέχνης-iset, μια ηχητική εγκατάσταση που βασίζεται στο υλικό των εκατοντάδων συνεντεύξεων που η Κατερίνα Ζαχαροπούλου, επί δύο δεκαετίες, έχει πραγματοποιήσει με καλλιτέχνες, θεωρητικούς και εκπροσώπους μουσείων και καλλιτεχνικών φορέων στην Ελλάδα και το εξωτερικό.
Από αυτές τις εκατοντάδες συνεντεύξεις, που έχουν παρουσιαστεί στην τηλεόραση και στο ραδιόφωνο, δημιουργήθηκε ένα σημαντικότατο αρχείο καταγραφής του καλλιτεχνικού λόγου και έργου, από το οποίο η Κατερίνα Ζαχαροπούλου, για τις ανάγκες της εγκατάστασης στο iset, αντλεί το υλικό της με σκοπό να σχηματίσει ένας είδος αφήγησης που φωτίζει προβληματισμούς της εποχής μας. Αφαιρώντας, σκόπιμα, την εικόνα εστιάζει στον προφορικό λόγο, επιδιώκοντας να αναδείξει, κυριολεκτικά και συμβολικά, τη σημασία του λόγου για την τέχνη, την κοινωνία και τον άνθρωπο και να υπογραμμίσει τη σημασία να δούμε πέρα από το ίδιο το καλλιτεχνικό έργο, πέρα από την έκθεση-γεγονός.

Ο επισκέπτης εισέρχεται στο χώρο ακούγοντας ερωτήσεις από διάσπαρτα ηχεία, ερωτήσεις 25 μεγάλων δημιουργών και ανθρώπων του πνεύματος, όπου σε μια «κατ' ιδίαν» ακρόαση 2 περίπου λεπτών ακούγονται οι βαθύτεροι συλλογισμοί των προσώπων αυτών. Η εγκατάσταση στοχεύει στην ελάχιστη προσωπική σχέση που κανείς μπορεί να συνάψει με τους δημιουργούς ή γενικότερα με τους πνευματικούς ανθρώπους, ακούγοντας έστω για μια φορά αυτό που έχουν να πουν, ήσυχα, αδιάσπαστα από εικόνες και άλλους περισπασμούς, σαν μυστικό στο αυτί.

Η Κατερίνα Ζαχαροπούλου φτιάχνει μια εγκατάσταση χωρίς εικόνα για έναν επιπλέον λόγο: Το απότομο κλείσιμο της ΕΡΤ το καλοκαίρι που μας πέρασε, η αισθητή απουσία ανθρώπων του πνεύματος στα media και το τρομακτικό μαύρο στο σήμα της ελληνικής τηλεόρασης, έδειξε πόσο εύκολα μπορεί ενδεχομένως να αποσιωπηθεί κάθε δημόσια εκφορά ποιοτικού και στοχαστικού λόγου. Η εγκατάσταση αυτή είναι, λοιπόν, φόρος τιμής σε σημαντικούς Έλληνες δημιουργούς, οι οποίοι μέσα από το έργο τους και το λόγο τους διασώζουν αξίες και έννοιες καθολικές, ικανές να ακουστούν σε οποιαδήποτε γλώσσα, οπουδήποτε και ανά πάσα στιγμή.

Οι 25 φωνές: Βλάσης Κανιάρης, Γιάννης Κουνέλλης, Νίκος Κεσσανλής, Κώστας Τσόκλης, Γιώργος Μαυροΐδης, Γιώργος Λάππας, Λήδα Παπακωνσταντίνου, Γιώργος Χατζημιχάλης, Νίκος Ναυρίδης, Μαρία Λοϊζίδου, Στέφανος Τσιβόπουλος, Αλέξανδρος Γεωργίου, Νίκος Αλεξίου, Κωνσταντίνος Γιάνναρης, Μάνος Παυλίδης, Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα, Άγγελος Δεληβορριάς, Ντένης Ζαχαρόπουλος, Χρήστος Ιωακειμίδης, Άννα Καφέτση, Δημήτρης Δασκαλόπουλος, Δάκης Ιωάννου, Μαρίνα Ηλιάδη, Στέλιος Ράμφος, Δημήτρης Δημητριάδης.

Στο πλαίσιο της εγκατάστασης «Ρωτώντας» το Ινστιτούτο Σύγχρονης Ελληνικής Τέχνης οργανώνει στις 6 Μαρτίου εκδήλωση-συζήτηση στρογγυλής τράπεζας με θέμα Οπτικοακουστικά αρχεία τέχνης - προσεγγίζοντας τις δημόσιες χρήσεις τους με προσκεκλημένους ομιλητές τους: Δάφνη Βιτάλη, Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, Αθήνα, Allison Foster, Tate – Audiovisual Archives, Λονδίνο, Robert Perks, British Library - Oral History Department, Λονδίνο, Συραγώ Τσιάρα, Κρατικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, Θεσσαλονίκη. Σχεδιασμός–Επιμέλεια: Ευγενία Αλεξάκη.
Η έκδοση του δίγλωσσου καταλόγου της έκθεσης καθώς και η εκδήλωση Οπτικοακουστικά αρχεία τέχνης - προσεγγίζοντας τις δημόσιες χρήσεις τους πραγματοποιούνται με τη στήριξη του Οργανισμού ΝΕΟΝ.

Ώρες λειτουργίας:
Τρίτη-Παρασκευή: 10:00-17:00
Σάββατο: 10:00-15:00

Ημερομηνίες:

30/01/2014-22/03/2014

ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

Βαλαωρίτου 9 Κέντρο, 210-4516264

Το αντιπαραγωγικό μοντέλο καλά κρατεί

Άρθρο του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου

 

Η ελληνική επιχειρηματικότητα εξακολουθεί να παραμένει εσωστρεφής και αντιπαραγωγική, με αποτέλεσμα να ακυρώνεται ουσιαστικά και η περιλάλητη δημοσιονομική εξυγίανση

Τα αποτελέσματα των ερευνών αυτών έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τις χώρες που κατέφυγαν σε προγράμματα στήριξης και σε Μνημόνια. Οι χώρες αυτές, όπως η Ελλάδα, προχώρησαν εκατοντάδες μεταρρυθμίσεις και πραγματοποίησαν εσωτερική υποτίμηση με στόχο την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και την μετάβαση σε ένα βιώσιμο παραγωγικό μοντέλο.

«Όταν ο τομέας των διεθνώς εμπορεύσιμων προϊόντων και υπηρεσιών παραμένει στάσιμος», μάς λέει ο οικονομολόγος κ. Χρ. Ιωάννου, του Οργανισμού Μεσολάβησης και Διαιτησίας, «τότε η μία στις τέσσερις θέσεις εργασίας –την οποία μέχρι το 2008 συντηρούσε τεχνητά ο δανεισμός– δεν μπορεί πλέον να υπάρχει. Εκεί οφείλεται και το, από το 2008, άλμα της ανεργίας κατά ένα εκατομμύριο άτομα. Αυτό σημαίνει ότι, τα άτομα που έχασαν την θέση εργασίας τους, αν είναι να βρουν ξανά εργασία αυτό θα γίνει σε άλλους κλάδους, σε αρκετές δε περιπτώσεις με άλλες ειδικότητες. Αυτό δεν γίνεται αυτόματα. χρειάζονται αποτελεσματικές και μακρόπνοες πολιτικές απασχόλησης».

Αυτό είναι και το σοβαρότερο πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας και, όπως προκύπτει από τις εξελίξεις, οδεύει προς επιδείνωση και όχι βελτίωση. Κατά συνέπεια, ουσιαστικά ακυρώνονται οι προσπάθειες και οι θυσίες δημοσιονομικής εξυγίανσης και η Ελλάδα θα βλέπει την θηλιά του δημοσίου χρέους της να σφίγγει περισσότερο. Γιατί, όμως; Διότι, απλά, παρά τις θυσίες, το παραγωγικό μοντέλο της χώρας παραμένει αναποτελεσματικό και εσωστρεφές και άρα είναι αδύνατον να παράγει πόρους ικανούς να οδηγήσουν σε βιώσιμη ανάπτυξη. Αυτή είναι η πραγματικότητα και καταγράφεται αδρά τόσο από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή όσο και από διεθνείς οργανισμούς.

Αυτό συμβαίνει γιατί οι νέες επενδύσεις που γίνονται στην Ελλάδα κατευθύνονται πάντα προς την μαζική εστίαση, τα κομμωτήρια και τις καφετέριες και όχι προς καινοτόμες παραγωγικές δραστηριότητες. Το δε ειρωνικό στην περίπτωση αυτή είναι ότι, όσοι επενδύουν στις παραπάνω «αξίες» της ελληνικής οικονομίας, επιβραβεύονται περισσότερο από αυτούς που αναλαμβάνουν κινδύνους σε τομείς με σαφώς υψηλότερη προστιθέμενη αξία. Το συμπέρασμα αυτό προκύπτει από επιστημονική μελέτη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η οποία ήθελε να διαπιστώσει κατά πόσον μεταβλήθηκε το παραγωγικό μοντέλο κατά την διάρκεια της κρίσης. Τα συμπεράσματα της μελέτης αυτής επιβεβαιώνουν μία επίσης πρόσφατη έρευνα του διεθνούς οργανισμού Endeavor.

Τα αποτελέσματα των ερευνών αυτών έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τις χώρες που κατέφυγαν σε προγράμματα στήριξης και σε Μνημόνια. Οι χώρες αυτές, όπως η Ελλάδα, προχώρησαν εκατοντάδες μεταρρυθμίσεις και πραγματοποίησαν εσωτερική υποτίμηση με στόχο την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και την μετάβαση σε ένα βιώσιμο παραγωγικό μοντέλο.

Η Ελλάδα ήταν η χώρα με τις περισσότερες μεταρρυθμίσεις και την μεγαλύτερη προσαρμογή, ύψους 63 δισεκατ. ευρώ. Θα περίμενε κανείς να παρατηρηθεί σημαντική μετατόπιση επενδύσεων από τους λεγόμενους μη παραγωγικούς προς τους παραγωγικούς κλάδους. Όμως, κάτι τέτοιο δεν συνέβη. Αντίθετα, συνέβη στην Πορτογαλία, στην Ιρλανδία, ακόμα και στην Ισπανία, η οποία ζήτηση στήριξη μόνον για τον τραπεζικό κλάδο. Επίσης, είναι εντυπωσιακό το γεγονός ότι στην Ελλάδα οι λιγότερες συγκριτικά παραγωγικές επιχειρήσεις (κάτω από 20%) απασχολούν άνω του 70% των ιδιωτικών υπαλλήλων. Οι συγγραφείς της έρευνας υπογραμμίζουν ότι η ένδειξη αυτή δεν είναι ενθαρρυντική. Από την άλλη, παραδέχονται ότι μία σειρά από παράγοντες δεν άφησε την Ελλάδα να μεταβεί σε ένα πιο παραγωγικό επιχειρηματικό μοντέλο.

Κατ' αρχάς, η βασικότερη αιτία ήταν η διακοπή της τραπεζικής χρηματοδότησης. Στα άλλα κράτη περιορίστηκε, αλλά δεν μηδενίστηκε. Είναι χαρακτηριστικό ότι τα ποσοστά απόρριψης τραπεζικών δανείων στην Ελλάδα (και στην Πορτογαλία) ήταν πάνω από 50%. Το ποσοστό απόρριψης ξεκίνησε από το 37%, για να φθάσει σε κάποια περίοδο το 100%. Στην συνέχεια, ακολούθησε η περίοδος κατά την οποία ούτε οι ίδιες οι επιχειρήσεις ήθελαν δάνειο από τις τράπεζες. Το φαινόμενο αυτό είναι πιο έντονο στις μεγαλύτερες και παλαιότερες (άνω των 10 ετών). Αντίθετα, ανάγκη από κεφάλαια είχαν οι νεότερες. Η τάση αυτή επιδεινώθηκε στην Ελλάδα –καθώς και σε Ισπανία και Ιταλία– το 2012 και εξής.

Δεύτερος λόγος ήταν η χαμηλή πιστοληπτική αξιολόγηση εξαιτίας των προγραμμάτων διάσωσης. Αυτό είχε ως συνέπεια οι ελληνικές επιχειρήσεις να μην μπορούν να βγουν εύκολα στις αγορές, αφού δεν είχαν τις εγγυήσεις ή τις αποκτούσαν πολύ ακριβά.

Τρίτον, όσοι τα κατάφεραν στις εξαγωγές αναγκάστηκαν να συμπιέσουν σημαντικά τα περιθώρια κέρδους λόγω του έντονου διεθνούς ανταγωνισμού, σε μία περίοδο κατά την οποία και η εξωτερική ζήτηση είχε πτωτική πορεία.

Το Tvxs ανοίγει το διάλογο για την οικονομία, τους νέους & το μέλλον

Το Tvxs ανοίγει το διάλογο για την οικονομία, τους νέους & το μέλλον

Η εφαρμογή του μνημονίου έχει καταστροφικά αποτελέσματα για την πραγματική οικονομία και τον παραγωγικό ιστό της χώρας. Μεγάλες και μικρές επιχειρήσεις συρρικνώνονται, κλείνουν ή μεταφέρουν την έδρα τους στο εξωτερικό. Ακόμη και μετά το τέλος του μνημονίου ή μια πιθανή πολιτική αλλαγή, οι νέοι, τα μεγάλα θύματα της κρίσης, θα συνεχίσουν να βρίσκονται αντιμέτωποι με τον εφιάλτη της ανεργίας. Ποια είναι τα βήματα για την παραγωγική ανασυγκρότηση της οικονομίας και την δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, σε ένα περιβάλλον κοινωνικής δικαιοσύνης; Γιορτάζοντας τα 5 χρόνια από την δημιουργία του, το Tvxs διοργανώνει μια επίκαιρη και ουσιαστική συζήτηση: «Παραγωγική ανασυγκρότηση. Η πρόκληση της επόμενης μέρας».

Στο στρογγυλό τραπέζι συμμετέχουν Άννυ Ποδηματά, Αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου - Ευρωβουλευτής ΠΑΣΟΚ, Προκόπης Παυλόπουλος βουλευτής ΝΔ, Θόδωρος Σκυλακάκης, Ευρωβουλευτής - Πρόεδρος του Κόμματος «ΔΡΑΣΗ», Γιώργος Σταθάκης, βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ.


Συντονίζει ο Στέλιος Κούλογλου.

Η συζήτηση θα κλείσει με παρεμβάσεις: Δημήτρης Δασκαλόπουλος, Πρόεδρος ΣΕΒ, Αλέξης Τσίπρας, Πρόεδρος ΣΥΡΙΖΑ

Την Πέμπτη, 13 Φεβρουαρίου 2014 και ώρα 18:00 στο αμφιθέατρο του Πολεμικού Μουσείου Ριζάρη 2 & Βασ. Σοφίας, Αθήνα.

Ομιλία με θέμα "EE: Aπό την οικονομική κρίση στην τραπεζική ένωση"

ΕΛΛΗΝΕΣ ΦΕΝΤΕΡΑΛΙΣΤΕΣ

Η Ελληνική Κίνηση Ευρωπαίων Φεντεραλιστών - UEFGreece 

διοργανώνει εκδήλωση με θέμα

EE: Aπό την οικονομική κρίση στην τραπεζική ένωση

και κεντρικούς ομιλητές

τον Αναπληρωτή Υπουργό Οικονομικών Χρήστο Σταϊκούρα

και τον καθηγητή, πρώην Υπουργό, Νίκο Χριστοδουλάκη,

την Τρίτη, 4 Φεβρουαρίου 2014 και ώρα 16.00

στην αίθουσα εκδηλώσεων του

Γραφείου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στην Ελλάδα,Αμαλίας 8, Αθήνα

Δηλώστε τη συμμετοχή σας -είναι απαραίτητη για την είσοδο στην αίθουσα

Δήλωση Συμμετοχής http://uef-greece.blogspot.gr/p/srchttpsdocs.html

Νέο Σύνταγμα, Νέο Πολίτευμα

Άρθρο του πολιτικού επιστήμονα Αθανάσιου Θεοδωράκη

 

Το θέμα που θέτει ο Περικλής Βασιλόπουλος στο άρθρο του «Πολιτικά κόμματα, αλλοιώς προτάσεις άμεσης εφαρμογής προς ένα ΝΕΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ» γράφει συγκεκριμένα: «Με την χώρα σε μετάβαση εν μέσω κρίσης, σταθερά ακροβατώντας δίπλα από τον γκρεμό, πρέπει να συνδυάσουμε τρία διακριτά και εν μέρει αντιφατικά μεταξύ τους καθήκοντα, κάτι που σε κανονικές συνθήκες θα ήταν ακατόρθωτο. Πρώτον, να διασφαλίσουμε την ομαλή και ειρηνική μετεξέλιξη του κοινοβουλευτισμού, δεύτερον να βελτιώσουμε την κυβερνησιμότητα (governance) του σημερινού συστήματος για να μην καταρρεύσει η χώρα ξαφνικά και τρίτον να επιτύχουμε μια ριζοσπαστική και ανοιχτή στο μέλλον μετεξέλιξη με νέες, υγιείς και δυναμικές πολιτικές ομάδες και κόμματα στη βάση αλλαγών που θα αποτυπωθούν στη συνέχεια στο νέο Σύνταγμα μέσα από μια καινοτομική διαδικασία Αναθεώρησης».
Οι προτάσεις του σχετικά με τη διασφάλιση της δημοκρατικής λειτουργίας των κομμάτων αξίζουν κάθε προσοχής. Στο μεταξύ ο πολλαπλασιασμός των νέων κομμάτων ενόψει των ευρωεκλογών του Μαίου 2014 και οι ποικίλες απόψεις σχετικά με την αναθεώρηση του Συντάγματος φέρνουν στην επιφάνεια ένα ευρύτεο θέμα:αυτό της λειτουργίας του Πολιτεύματος.
Θεωρώ ότι πέρα από τις νομικές πτυχές, αξίζει να ενσκύψουμε στις βαθύτερες αιτίες της αποτυχίας του πολιτικού μας συστήματος. Η πασίδηλη αυτή αποτυχία αυτή, έτσι όπως βιώνεται καθημερινά από τον ελληνικό λαό, θέτει ερωτήματα γενικότερης υφής. Η Προεδρευομένη Δημοκρατία απέτυχε και η ευθύνη των κομμάτων είναι μεγάλη. Μια λύση θα ήταν η υιοθέτηση, μέσα από καινοτόμες αλλά αποδεκτές δημοκρατικά διαδικασίες, όπως είναι το δημοψήφισμα, του Πολιτεύματος της Προεδρικής Δημοκρατίας. (1)
Εδώ που φτάσαμε όλα πλέον είναι ανοιχτά και γι αυτό όλα πρέπει να συζητηθούν νηφάλια, χωρίς υστεροβουλίες και αφορισμούς. Ο καλύτερος τρόπος διασφάλισης της δημοκρατίας είναι η ελευθερία της σκέψης και του λόγου. Η έννοια του ελευθέρου πολίτη είναι ελληνική εφεύρεση, αυτό έκανε την Ελλάδα να ξεχωρίσει από την εμπειρία του δεσποτισμού.
Σήμερα ζούμε μια μεγάλη συστημική κρίση. Θεσμοί, οικονομία, μύθοι, βεβαιότητες και ιδεολογήματα κατέρρευσαν. Εχουμε ανάκη από σχέδιο, πρόταση, κατεύθυνση. Ο διάλογος σχετικά με την αναθεώρηση του Συντάγματος είναι ενδεικτικός και διδακτικός. Σε ό,τι αφορά τα επί μέρους, η κάθε επαγγελματική ομάδα θέλει να δει τον εαυτό της να καθρεφτίζεται σε κάποια συνταγματική διάταξη. Οπως ισχύει ακριβώς και στο ισχύον Σύνταγμα. Αυτό όμως δεν βγάζει πουθενά αφού δεν ανταποκρίνεται στα σημερινά κοινωνικά και οικονομικά δεδομένα.
'Ηρθε η ώρα να δούμε με ειλικρίνεια τα χρόνια προβλήματα και να προετοιμάσουμε τη χώρα μας για τη νέα εποχή. Χρειάζεται όμως θάρρος και ανάληψη ευθύνης σε όλα τα επίπεδα για βαθιές τομές και επιλογές που θα ανυψώσουν τον δημόσιο βίο και θα ανοίξουν νέες προοπτικές. Το ζητούμενο σήμερα είναι: δημοκρατικό και αποτελεσματικό κράτος δικαίου, δημιουργική κοινωνία, ενεργοί πολίτες,παραγωγική οικονομία. Το κοινωνικό και εθνικό συμφέρον πρέπει να αναδειχθεί ως βασική συνισταμένη της ελληνικής κοινωνίας, πάνω από συντεχνίες, οικονομικά συμφέροντα και κυρίως πάνω από κομματικές διαμάχες.
Χρειαζόμαστε γι αυτό μια νέα αρχή, ένα νέο ξεκίνημα. Κι αυτό είναι μια ουσιαστική κι όχι μια μηχανική κίνηση, μια νέα σχέση μεταξύ κράτους και πολίτη, και χρειάζεται άφθαρτη ηγεσία και ένα εντελώς νέο Σύνταγμα. Το πλέγμα αυτό προϋποθέτει άμεση λαϊκή παρέμβαση και νέους θεσμούς συμμετοχής και αντιπροσώπευσης. Το πολίτευμα που ανταποκρίνεται καλύτερα στις σημερινές ανάγκες και στις επείγουσες προκλήσεις της διακυβέρνησης είναι αναμφισβήτητα αυτό της Προεδρικής Δημοκρατίας. Με το σύστημα αυτό ο λαός επιλέγει ύστερα από ανοιχτό δημόσιο διάλογο τον Ανώτατο Άρχοντα και του αναθέτει τη διακυβέρνηση της χώρας στη βάση προγραμματικών αρχών και πολιτικών δεσμεύσεων. Η Προεδρική Δημοκρατία διασφαλίζει αποτελεσματικότητα, ευελιξία και ταχύτητα στη λήψη των αποφάσεων, κινητοποίηση της κρατικής μηχανής και προϋποθέτει βέβαια την ύπαρξη κατάλληλων θεσμικών ερεισμάτων για την εξισορρόπηση των εξουσιών. Αναφέρω ενδεικτικά την αναγκαιότητα ύπαρξης ισχυρής Βουλής, την πραγματική διάκριση και ανεξαρτησία των εξουσιών, την οργάνωση δημοψηφισμάτων με λαϊκή παρέμβαση.
Η απίστευτη καταβαράθρωση του κύρους των σημερινών πολιτικών κομμάτων εξουσίας και η ηθική, κυρίως, χρεοκοπία δεν είναι καλός οιωνός. Επιπλέον η έλλειψη κουλτούρας συνεργασίας του πολιτικού κόσμμου αποδεικνύεται επικίνδυνη. Ο κίνδυνος της εκτροπής και του αυταρχισμού υπάρχει και ο μόνος τρόπος για την αντιμετώπισή του είναι η δημοκρατική λαϊκή παρέμβαση. Οι πολίτες, τα πρωτογενή στελέχη του κοινωνικού συμβολαίου, θα αποφασίζουν με βάση τον δημόσιο διάλογο σε ποιόν θα αναθέσουν την ευθύνη της διακυβέρνησης της χώρας. Οχι σε κόμματα επαγγελματιών που διαπραγματεύονται εκ των υστέρων συμμαχίες και συνεργασίες, αλλά σε υποψήφιο Πρόεδρο της Δημοκρατίας που έχει τη βούληση και αναλαμβάνει πλήρως την ευθύνη ενώπιον του λαού. Ο «διεμβολισμός του κομματικού κατεστημένου» (Σταύρος Λυγερός) μπορεί να γίνει δημοκρατικά, με την υιοθέτηση του Πολιτεύματος της Προεδρικής Δημοκρατίας.
Δεν πρόκειται λοιπόν απλά για θέμα αλλαγής κυβέρνησης, κομμάτων ή προσώπων, το πολιτικό μας σύστημα χρειάζεται πλέον ριζική ανασυγκρότηση. Ο ουσιαστικός δημόσιος διάλογος και η εμπέδωση αρχών πρέπει να αποσκοπεί στη διασφάλιση της λειτουργικότητας του δημοκρατικού πολιτεύματος, ώστε να δοθεί ουσιαστικό περιεχόμενο στην πολιτική ζωή. Οι ζωντανές δυνάμεις της ελληνικής κοινωνίας απαιτούν την συνολική επανεξέταση των δημοσίων πολιτικών και του δημοσίου βίου, τη χάραξη μιας εθνικής στρατηγικής και την προώθηση μιας δημιουργικής αντίληψης της δημόσιας ζωής.
Εχουμε ανάγκη από ένα σύγχρονο κράτος δικαίου και από μια παραγωγική οικονομία. Χρειζόμαστε παράλληλα ισχυρή δημοκρατία, αποτελεσματικό και δίκαιο σύστημα διακυβέρνησης. Τώρα πρέπει να αρχίσει η Μεταμόρφωση της χώρας. Από την πολιτική.

Συνέντευξη του Αλέκου Αλαβάνου στον Περικλή Βασιλόπουλο

Αποσπάσματα από την ραδιοφωνική εκπομπή «Ασκώ τα δικαιώματα μου, τηρείς τις υποχρεώσεις σου» με τον Περικλή Βασιλόπουλο και Αντώνη Παπαγιαννίδη σε συζήτηση με τον Αλέκο Αλαβάνο.

Ερώτηση: Πως συμβιβάζεται ένας πεπειραμένος Διεθνιστής της Αριστεράς που λέγεται Αλέκος Αλαβάνος να μιλάει για επιστροφή στο εθνικό νόμισμα? Ακούγεται αντιφατικό.
Αλ. Αλαβάνος: Το δίλημμα αυτό «με το ευρώ ή με δικό μας νόμισμα» έρχεται να συναντήσει την ιδεολογική αντίθεση ανάμεσα σε «διεθνικό» και «εθνικό» που στοιχειώνει για αιώνες την ελληνική πραγματικότητα, ιδιαίτερα τον χώρο των προοδευτικών ιδεών. Άγρια πόλωση, αδιάκοπες συγκρούσεις, πολλές φορές μίσος και εχθρότητα. Αντί να γίνεται συνεχώς μια γόνιμη σύνθεση όπως απαιτεί η σημερινή παγκόσμια πραγματικότητα της εξέλιξης των εθνικών κρατών μέσα στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης.
Έτσι η άποψη για την έξοδο από το ευρώ από πολλούς καταγράφεται ως εθνικιστική και απομονωτική. Αυτό έχει την εξήγησή του. Από τη στιγμή που χρησιμοποιείται ο όρος «εθνικό νόμισμα» παραπέμπει σε ένα είδος εθνικισμού. Πολύ περισσότερο γίνεται αυτό με τα βαφτίσια του παιδιού πριν γεννηθεί, με την ονομασία «δραχμή». Ένας λόγος ακόμα είναι ότι κάποιες από τις μικρές δυνάμεις που υποστηρίζουν την έξοδο έχουν όντως μια εθνικιστική ρητορική, που κάποτε προσεγγίζει και της Χρυσής Αυγής, δημαγωγώντας σε ένα λαϊκό ακροατήριο που όντως βλέπει την εθνική του πραγματικότητα να γίνεται κομμάτια και θρύψαλα. Πάντως στην Ελλάδα βαθμιαία η κεντρική αντιπαράθεση μετατίθεται από την αντίθεση «μνημόνιο ή όχι» στο δίλημμα «μέσα ή έξω από την Ευρωζώνη». Αυτό είναι θετικό και ουσιαστικό, αν και πολύ καθυστερημένο. Διότι η ίδια η Ευρωζώνη έχει ήδη αποκτήσει μια «μνημονιακή» υπόσταση – με την έννοια ότι η έγκριση των εθνικών προϋπολογισμών, οι εντολές, οι επιτόπιες αποστολές επιτηρητών, η συνεργασία με το ΔΝΤ, οι προειδοποιήσεις, οι κυρώσεις, η αυξημένη εποπτεία, όλη η μακάβρια τελετουργία που έχουμε γνωρίσει με το καθεστώς της τρόικα, γενικεύεται και ισχύει πια για όλες τις χώρες της ζώνης του ευρώ. Αυτά εκφράζονται με εντελώς συγκεκριμένο τρόπο στους κανονισμούς 472 και 473 του 2013 της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που ισχύουν από τη φετινή πρωτοχρονιά, μόνο για τις χώρες της Ευρωζώνης.

ΕΡ: Τι διαφορετικό κομίζει το Σχέδιο Β?
Α.Α.: Το Σχέδιο Β βλέπει την έξοδο από την Ευρωζώνη ως μια υποχρεωτική κίνηση για τη σωτηρία του τόπου, με εθνικές, ευρωπαϊκές και πλανητικές διαστάσεις μαζί. Ένα μεγάλο βήμα όχι απόσυρσης αλλά δυναμικής ένταξης στον παγκόσμιο καταμερισμό της εργασίας. Θα αναφέρω τρεις από τους βασικούς λόγους.
Πρώτο, το βάθος και η ποιότητα της συμμετοχής στο διεθνή καταμερισμό εργασίας δεν κρίνεται ούτε μόνο ούτε κυρίως από τις υπερεθνικές οργανώσεις που συμμετέχει μια χώρα και από το αν σε περιφερειακές ολοκληρώσεις είναι «εταίροι» της οι πιο ανεπτυγμένες δυνάμεις της περιοχής. Αυτές τις μέρες είχε σύνοδο ηγετών στην Κούβα η CELAC – Community of Latin American and Caribbean States. H Kοινότητα αυτή προωθείται σε βάρος του OAS – Organisation of American States - παρότι στη δεύτερη συμμετέχουν οι ΗΠΑ και ο Καναδάς. Οι όροι της διεθνούς συνεργασίας μετράν περισσότερο από την τεχνολογική και οικονομική ανάπτυξη των εταίρων. Προτιμότερο να μοιραστείς ένα καρβέλι με τον φτωχό γείτονά σου παρά να φας τα αποφάγια από το κρέας του πλουσίου. Αυτή η διάκριση της ουσιαστικής συμμετοχής στο διεθνή καταμερισμό και της θεσμικής της διάστασης φαίνεται πολύ ευδιάκριτα μέσα στην ίδια την Ευρωπαϊκή Ένωση. Χώρες που είναι εκτός Ευρωζώνης οικονομικά μπορεί να είναι πολύ πιο «ευρωπαϊκές» από ότι χώρες εντός. Για παράδειγμα Δανία και Ελλάδα. Μόνο τα εμπορικά ρεύματα να πάρει κανείς, μπορεί να κατανοήσει τη διαφορά. Τα τελευταία στοιχεία της Eurostat δείχνουν για το 2010 για την πρώτη 14,3 δις ευρώ περίσσευμα στο εμπορικό ισοζύγιο, για τη δεύτερη 14,3 δις ευρώ έλλειμμα παρά την καθοδική τάση των εξαγωγών λόγω της κρίσης. Αυτή η διαφορά είναι ακόμα πιο έντονη στη σύνθεση των εμπορικών ανταλλαγών, στην παραγωγική συνεργασία, στις τεχνολογικές ανταλλαγές. Για την Ελλάδα της κρίσης προτεραιότητα είναι να δει την ουσία κι όχι τους τύπους.
ΕΡ.: Ο Νίκος Χριστοδουλάκης στο πρώτο μέρος της εκπομπής είπε ότι δεν φεύγεις από ένα ισχυρό νόμισμα αυτό που πρέπει να κάνεις είναι να αλλάξεις πολιτική. Δεν υπάρχει ιστορικό προηγούμενο μιας αποχώρησης από το ισχυρό νόμισμα.
A.A.: Το νόμισμα είναι κώδικας επικοινωνίας με τη διεθνή οικονομία. Σε συνθήκες μεγάλης νομισματικής αποσταθεροποίησης σε όλο τον κόσμο, μέχρι στιγμής το ευρώ κρατάει ή και ανεβάζει την αξία του. Είναι εξαιρετικά δύσκολο μια χώρα που αντιμετωπίζει κατά το ΔΝΤ τη μεγαλύτερη ύφεση ποτέ σε όλο τον πλανήτη να βγει από αυτήν με ένα σκληρό νόμισμα. Στην τελευταία του επισκόπηση της ελληνικής οικονομίας το ΔΝΤ αποδίδει την αποτυχία του προγράμματος της τρόικα σε μεγάλο βαθμό στην έλλειψη νομισματικής πολιτικής από την Ελλάδα. Οι μειωμένες δυνατότητες εξαγωγών σε σχέση με τις ανταγωνιστικές χώρες εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης με συγκριτικά πιο αδύναμα νομίσματα και η μετατροπή σε μόνιμο εισαγωγέα εντός Ευρωζώνης λόγω της τεχνολογικής ανωτερότητας της Γερμανίας και άλλων χωρών του Βορρά δημιουργούν ασφυξία στο ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών, στη δημοσιονομική ισορροπία, στο χρέος. Με αυτή την έννοια η αλλαγή νομίσματος προσδοκά κανείς ότι θα δημιουργήσει ένα αντίστροφο φίλτρο στις εμπορικές, κι όχι μόνο, σχέσεις μιας χώρας με τον υπόλοιπο κόσμο εντός και εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης,. Αντί να εμποδίζει τις εξαγωγές και να ευνοεί τις εισαγωγές, θα κάνει το εντελώς αντίστροφο που είναι και το φυσιολογικά ζητούμενο. Αυτή την εμπειρία την έχει βιώσει η Ελλάδα όταν το 1932 έβαζε τέλος στη «χρυσή δραχμή», μαζί με την παύση πληρωμών του εξωτερικού χρέους και την ενίσχυση του κεντρικού ρόλου της Τράπεζας Ελλάδας. Σήμερα παρακολουθούμε την αγωνιώδη προσπάθεια της Ιαπωνίας με τα abenomics να ανακτήσει τον παλιότερο ηγεμονικό ρόλο της στη διεθνή οικονομία με ένα πρόγραμμα που κεντρικό του εργαλείο είναι ο διπλασιασμός του όγκου της νομισματικής κυκλοφορίας μέσα σε δύο χρόνια, η υποτίμηση του γεν, ο πληθωρισμός.
ΕΡ.: Τι ρόλο παίζει η Ευρωπαική Ένωση σε όλα αυτά?
A.A.: Η αποχώρηση από την Ευρωζώνη, συνοδευόμενη όμως από ένα παραγωγικό σχέδιο, τη βαθιά δημοκρατική μεταρρύθμιση του κράτους σε εντελώς διαφορετικές κατευθύνσεις από την τρόικα, την επικέντρωση στην παιδεία, δεν συγκρούεται με την επιδίωξη μιας γενικότερης αλλαγής στην Ευρώπη. Το ακριβώς αντίθετο. Είναι ο μόνος δρόμος για να γίνει αυτό. Η συνεργασία των κινημάτων, των εργαζομένων, των διανοουμένων σε ευρωπαϊκό επίπεδο έχει πολύ μεγάλη σημασία. Ένας κοινός δημοκρατικός και κοινωνικός ξεσηκωμός σε όλη την Ευρώπη δεν μπορεί, θεωρητικά τουλάχιστον να αποκλεισθεί και είναι επιδιωκόμενος. Δεν είναι όμως και το αναμενόμενο και για αυτό δεν μπορεί να γίνει το άλλοθι για την παραίτηση, για την αποφυγή των αναγκαίων μετασχηματισμών σε εθνικό επίπεδο, για την καταδίκη της μιας γενιάς νέων μετά την άλλη, για τη μόνιμη φτώχεια και ανεργία και για την ώθηση λαϊκών στρωμάτων στη ναζιστική ακροδεξιά. Για αυτό εμείς, στο Σχέδιο Β, την αποχώρηση δεν τη βλέπουμε ως μια δραπέτευση από τον ευρωπαϊκό χώρο, αλλά ως μια κίνηση με ευρωπαϊκό περιεχόμενο, ως αρχή μιας διαδικασίας μετασχηματισμών που μέσω Λισαβόνας, Μαδρίτης ή Ρώμης θα μπορούσε να φτάσει μέχρι και το Βερολίνο, ως μια πρόκληση και πρόσκληση για την οικοδόμηση μιας νέας Ευρώπης που θα ανταποκρίνεται στις αρχές και αξίες της γαλλικής επανάστασης για «ελευθερία, ισότητα, αδελφοσύνη». Δεν κτίζουμε τείχη από την οικουμένη, αντίθετα, αξιοποιώντας και τα καλά διδάγματα της ελληνικής ιστορίας, γκρεμίζουμε τα τείχη που έχουν κτισθεί γύρο μας, ώστε τουλάχιστον οι νεώτερες γενιές να ανοίξουν τα φτερά τους σε πλανητικές πτήσεις.

Ομιλία κ. Δ. Σ. Βλαστού στην παρουσίαση του Προγράμματος των EEA Grants στο Μουσείο της Ακρόπολης

Κύριε Πρωθυπουργέ, Κύριοι Γεν. Γραμματείς , Κύριοι Πρεσβευτές, Κυρίες και Κύριοι,

Στη σύντομη αυτή παρέμβασή μου θα ήθελα να σας πω γιατί θεωρούμε το ρόλο της Κοινωνίας των Πολιτών σημαντικό για τη Χώρα και για ποιο λόγο το ΄Ιδρυμα Μποδοσάκη έταξε ως στρατηγικό του στόχο τη διεύρυνση και την ισχυροποίησή του.

Για μένα η Κοινωνία των Πολιτών είναι ο χώρος που όσο μεγαλώνει και ισχυροποιείται τόσο πολλαπλασιάζεται η κοινωνική ωφέλεια και τόσο σταθεροποιείται και ανθεί η δημοκρατία.

Τα βασικότερα κύτταρα του χώρου αυτού είναι οι Μη Κυβερνητικές, Μη Κερδοσκοπικές, Μη Πολιτικές, Μη Συνδικαλιστικές, Μη Θρησκευτικές Οργανώσεις που έχουν μέλη τα οποία εθελοντικά δεσμεύονται να πετύχουν κοινούς στόχους και να λύσουν κοινά προβλήματα. Οι Οργανώσεις αυτές προωθούν και υπηρετούν νέα αιτήματα ζωής, ανθρωπισμού και ανθρωπίνων δικαιωμάτων, διαφάνειας, δημοκρατίας, προστασίας του περιβάλλοντος.

Η Κοινωνία των Πολιτών κινείται κάτω από το επίπεδο του Κράτους αλλά διεκδικεί τη δική της έκφραση και παίζει το δικό της θεσμικό ρόλο στην εθνική και παγκόσμια πολιτική διαδικασία. Η Κοινωνία των Πολιτών και οι οργανώσεις που την αποτελούν δεν υποκαθιστούν σε καμμία περίπτωση το Κράτος. Δρουν συμπληρωματικά, επικουρικά, δρουν ενισχυτικά προς το Κράτος και θεραπεύουν ευαίσθητους κοινωνικούς τομείς με πολύ μεγαλύτερη επιτυχία και αποτελεσματικότητα απ'ότι θα το έκανε το Κράτος.

Δεν είναι τυχαίο ότι η Διοίκηση του Προέδρου Obama δημιούργησε ένα Ομοσπονδιακό Γραφείο κοινωνικής καινοτομίας για να ενισχύει τους αναδυόμενους μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς με αποδεδειγμένο έργο και αποτελεσματικότητα. Ούτε ότι ο συνασπισμός Συντηρητικών και Φιλελευθέρων στη Μεγάλη Βρεταννία δημιούργησε τη «Μεγάλη Κοινωνία» (The Big Society), ένα συνασπισμό δυνάμεων από δημόσιους – ιδιωτικούς και μη κερδοσκοπικούς φορείς για την επεξεργασία και υλοποίηση συγκεκριμένων κοινωνικών πολιτικών.

Η συμμετοχή στις οργανώσεις μιας υγιούς Κοινωνίας των Πολιτών έχει τεράστια παιδευτική αξία για τους πολίτες γιατί μέσα από τη συλλογικότητα που αναπτύσσεται μέσα στις οργανώσεις αυτές, καλλιεργείται η κοινωνική αρετή αλλά και οι κοινωνικές δεξιότητες των πολιτών• και τέτοιες δεξιότητες είναι :
• Η δεξιότητα του διαλόγου (η αποφυγή των μονολόγων)
• Η δεξιότητα της διαπραγμάτευσης για τη λύση κοινών προβλημάτων
• Η δεξιότητα της ανοχής (μαθαίνουμε ότι υπάρχουν και άλλες γνώμες με τις οποίες δεν συμφωνούμε).

Η σημασία της απόκτησης κοινωνικών δεξιοτήτων για την ενεργό συμμετοχή στην Κοινωνία των Πολιτών αλλά και στη Δημόσια Ζωή είναι κάτι που απασχολεί τους διανοητές, τους πολιτικούς και τους σκεπτόμενους πολίτες ήδη από τα χρόνια της κλασσικής Αθήνας. Ο τρόπος απόκτησης και ανάπτυξης κοινωνικών δεξιοτήτων και ορθής κρίσης (ευβουλίας) αποτέλεσε αντικείμενο έντονων συζητήσεων μεταξύ του Σωκράτη και του Πρωταγόρα. Σήμερα το θέμα της απόκτησης κοινωνικής αρετής και κοινωνικών δεξιοτήτων από τους νέους μας μέσα από τη συμμετοχή τους στις ΜΚΟ θα έπρεπε να το δούμε και από μια ευρύτερη πολιτική σκοπιά. Το κομματικό περιβάλλον και οι κομματικές διαδικασίες απωθούν συνήθως τα ικανότερα και τα πιο ανιδιοτελή άτομα.

΄Ετσι οι νέοι μας είτε αποστασιοποιούνται από τα κοινά, είτε προτιμούν να δραστηριοποιούνται σε οργανώσεις της Κοινωνίας των Πολιτών διαισθανόμενοι ότι εκεί μπορούν να εκφράζονται πιο ελεύθερα, πιο αποτελεσματικά και χωρίς ξεπερασμένες κομματικές δεσμεύσεις.

Για πολλά χρόνια ο κανόνας ήταν οι πολιτικοί να μπαίνουν στην πολιτική πλούσιοι ή ευκατάστατοι και να βγαίνουν φτωχοί. Σήμερα όλο και περισσότεροι νέοι άνθρωποι πιστεύουν ότι ο κανόνας έχει αντιστραφεί.

Από την άλλη πλευρά, στο χώρο της Κοινωνίας των Πολιτών συναντάει κανείς εξαιρετικά μυαλά που προέρχονται από το χώρο των διανοουμένων, των επιστημόνων, των ακτιβιστών, των αμφισβητιών αλλά και των ενεργών πολιτών. Μήπως, λοιπόν, ήρθε η ώρα τα κόμματα στην προσπάθειά τους να εκσυγχρονιστούν και να ανανεωθούν, να κάνουν ανοίγματα προς το χώρο αυτό της Κοινωνίας των Πολιτών, προς το χώρο της κοινωνικής προσφοράς, για να αντλήσουν μέσα απ'αυτόν υγιείς δυνάμεις, ώστε να πάψουν να είναι εγκλωβισμένα σε συγκεκριμένης νοοτροπίας και δυναμικότητας κομματικά στελέχη ;

Η μεγάλη αποδοχή και εμπιστοσύνη που έχει η κοινή γνώμη για τις ΜΚΟ σε σχέση με τα κόμματα τα τελευταία χρόνια, αποτυπώνεται σε όλες τις μετρήσεις διεθνώς. Στις Ηνωμένες Πολιτείες το 54% εμπιστεύεται τις ΜΚΟ σε σύγκριση με 49% τις επιχειρήσεις, 38% την κυβέρνηση και 30% τα ΜΜΕ. Στην Ευρώπη (Μεγάλη Βρεταννία, Γαλλία, Γερμανία) 52% εμπιστεύεται τις ΜΚΟ, 38% τις επιχειρήσεις, 31% την κυβέρνηση και 27% τα ΜΜΕ. Στην Ελλάδα τελευταίες μετρήσεις δείχνουν ότι η κοινή γνώμη εμπιστεύεται κατά 70% τις ΜΚΟ και τα Ιδρύματα και το 16% τα κόμματα (κι αυτό παρά τη δυσφήμηση που έχουν υποστεί οι ΜΚΟ από τα καμώματα διαφόρων επιτηδείων).

Ο τομέας της Κοινωνίας των Πολιτών στην Ελλάδα υπήρξε αναιμικός και σχετικά υπανάπτυκτος μέχρι το 1990. Το Κράτος, τα πολιτικά κόμματα, η Εκκλησία και η Οικογένεια ήταν οι ισχυρότεροι θεσμοί μέσα από τους οποίους οι πολίτες έβρισκαν διέξοδο για κοινωνική ενσωμάτωση. Οι περισσότεροι ΄Ελληνες, μέχρι πρόσφατα, δεν συμμετείχαν σε μη κομματικές δραστηριότητες ούτε και σε εθελοντική δουλειά (με εξαίρεση ίσως τους Ολυμπιακούς Αγώνες).

Μόνο κατά τις τελευταίες δύο δεκαετίες αρχίζει το τοπίο να μεταβάλλεται, με ραγδαία αύξηση του αριθμού των ΜΚΟ, όπου όμως, αξιόλογοι μη κερδοσκοπικοί φορείς με οργανωμένη δομή και σαφή προσανατολισμό, συνυπάρχουν με μη κερδοσκοπικούς φορείς που είναι ανενεργοί και υπάρχουν μόνο σαν σφραγίδες.

Η έλλειψη σαφούς νομικού πλαισίου και ιδιαίτερα η αποτυχία θέσπισης κριτηρίων αναγνώρισης και αξιολόγησης έχει οδηγήσει σε μια απόλυτα συγκεχυμένη κατάσταση. Από τη θολή αυτή κατάσταση επωφελήθηκαν διάφοροι επιτήδειοι με αποτέλεσμα να τρωθεί και να δυσφημιστεί ο χώρος των ΜΚΟ.

Εν όψει αυτών και της σημασίας που αποδίδει στο ρόλο της Κοινωνίας των Πολιτών για την κοινωνική ανέλιξη και τη δημοκρατική εμβάθυνση της Χώρας το ΄Ιδρυμα Μποδοσάκη πήρε την απόφαση να ασχοληθεί με την Κοινωνία των Πολιτών τάσοντας σαν στρατηγικό του στόχο την άνδρωση και ισχυροποίησή της. Ο στόχος αυτός του Ιδρύματος υλοποιείται με τρεις κύριες δράσεις:

ΔΡΑΣΗ 1η :

Προσπάθεια δημιουργίας αποτελεσματικού νομοθετικού πλαισίου που θα εξασφαλίζει την πιστοποίηση, αξιολόγηση και διαφανή λειτουργία των ΜΚΟ.

Η κυβέρνηση και ιδιαιτέρως ο κ. Πρωθυπουργός ενθαρρύνει και στηρίζει την προσπάθειά μας αυτή και ελπίζουμε ότι σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα θα έχει ετοιμαστεί σχέδιο νόμου που θα εισάγει κανόνες διακυβέρνησης και διαφάνειας των ΜΚΟ που θα επιτρέπουν στο Κράτος, στην Ευρωπαϊκή ΄Ενωση και σε κάθε χορηγό ή πολίτη να έχει πληροφορίες για τη δραστηριότητα, την αποτελεσματικότητα και την αξιοπιστία κάθε Οργανισμού. Επιδίωξή μας επίσης θα είναι σε προσεχή Συνταγματική Αναθεώρηση να αποτυπωθεί ρητή συνταγματική εξουσιοδότηση προς τον νομοθέτη για τη θεσμική ενθάρρυνση και την έμπρακτη ενίσχυση της Κοινωνίας των Πολιτών.

ΔΡΑΣΗ 2η :

Να ενισχύσουμε οικονομικά αλλά και να αναπτύξουμε οργανωτικά τις ικανότητες των ΜΚΟ (Capacity Building). Με συστηματικό και αξιοκρατικό τρόπο το ΄Ιδρυμα θα αξιολογεί και θα ενισχύει οργανώσεις που παράγουν σοβαρό κοινωνικό έργο και χρειάζονται οικονομική ενίσχυση και οργανωτική ενδυνάμωση για να αναπτύξουν τη δραστηριότητά τους. Με το Πρόγραμμα που εγκαινιάζουμε σήμερα και το οποίο χρηματοδοτείται από χώρες του ΕΟΧ και κυρίως από τη Νορβηγία γίνεται η αρχή αυτής της δράσης. Το πρόγραμμα αυτό θα ενισχύσει Ελληνικές ΜΚΟ που ασχολούνται με τη φτώχεια, τον κοινωνικό αποκλεισμό, τις κοινωνικές ανισότητες, τα ανθρώπινα δικαιώματα, την ανοχή, τη διαφάνεια. Θέλω εδώ να εκφράσω την ευγνωμοσύνη μας προς τις δωρήτριες χώρες για τη γενναιόδωρη αυτή προσφορά τους που γίνεται σε μια κρίσιμη για τη χώρα μας στιγμή και αποτελεί πραγματική ευλογία για τις Ελληνικές ΜΚΟ. Πρόθεσή μας είναι να το υλοποιήσουμε κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο.
Θεωρώ όμως ότι το Πρόγραμμα των EEA Grants αποτελεί μόνο το πρώτο βήμα του Ιδρύματος προς την ενδυνάμωση του χώρου της Κοινωνίας των Πολιτών. Ελπίζουμε ότι με τη συμπαράσταση της Ελληνικής Πολιτείας θα ακολουθήσουν και άλλα που θα βοηθήσουν να ανθίσει η κοινωνική αλληλεγγύη σε όλες τις περιοχές που δραστηριοποιούνται οι ΜΚΟ.

ΔΡΑΣΗ 3η :

Χαρτογράφηση των Ελληνικών ΜΚΟ. Η προσπάθειά μας σε συνεργασία με άλλους οργανισμούς και ομάδες επιστημόνων θα είναι να χαρτογραφήσουμε τις ανά τη χώρα ΜΚΟ κατά κατηγορία και δραστηριότητα ώστε να καταστεί στη συνέχεια ευχερής η αξιολόγηση της αξιοπιστίας τους και η ανάπτυξη κατά ομάδες δικτύων που θα αυξήσουν την κοινωνική τους αποτελεσματικότητα.

Σας παρουσίασα σε πολύ γενικές γραμμές, για να μην σας κουράσω, τους στόχους μας για τη δημιουργία μιας ανεξάρτητης και ισχυρής Κοινωνίας των Πολιτών που ξεκινάει συμβολικά σήμερα και θα κλιμακωθεί στα επόμενα 6 χρόνια με τη συμπαράσταση, όπως ελπίζουμε, των φίλων μας Νορβηγών, της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης και της Ελληνικής Κυβέρνησης. Τη δομή και τις λεπτομέρειες του Προγράμματος των EEA Grants and Norway που ξεκινάμε με τη σημερινή εκδήλωση θα σας τις παρουσιάσει ο διευθυντής του προγράμματος κ. Φαρμάκης. Εγώ θέλω να σας ευχαριστήσω θερμά για την παρουσία σας που αποτελεί μεγάλη ενθάρρυνση στον αγώνα μας.