Τετάρτη, 04 Δεκέμβριος 2024

O Χάμπερμας και το «ελληνικό ζήτημα»

Είχα ακόμη μία ιστορική ευκαιρία να συναντηθώ με τον Γιούργκεν Χάμπερμας στο σπίτι του, στο Στάνμπεργκ, ένα ηλιόλουστο απόγευμα του Απριλίου. Με υποδέχθηκε, όπως συνηθίζει εδώ και χρόνια, με την ανοικτή αγκαλιά του και επί ώρες συζητήσαμε για τα προβλήματα της οικουμένης.

Για την Ευρώπη, η οποία δεν μπορεί να βρει τον βηματισμό της εδώ και χρόνια. Για το μείζον πρόβλημα των προσφύγων και την τεχνοκρατική αντιμετώπισή του από την πλευρά της Ευρωπαϊκής Eνωσης. Συζητήσαμε ακόμη για το πολιτικό ζήτημα των εκλογών, οι οποίες, ως αντιπροσωπευτική διαδικασία κατά το τελευταίο χρονικό διάστημα, οδηγούν σε ατραπούς που στρέφονται εναντίον της ίδιας της δημοκρατικής δόμησης των κοινωνιών μας. Επίσης, μιλήσαμε για την επικείμενη απόφαση του Τραμπ να επέμβει στη Συρία. Και για πολλά άλλα ζητήματα.

Ο Γιούργκεν Χάμπερμας, όμως, όπως γνωρίζουν οι αναγνώστες αυτής της εφημερίδας, ενδιαφέρεται πρωτίστως για τα ελληνικά πολιτικά πράγματα και πιο συγκεκριμένα γι' αυτό που έχει κωδικοποιηθεί να ονομάζεται «ελληνικό ζήτημα». Από την αναλυτική συζήτησή μας, λοιπόν, σχετικά με το «ελληνικό ζήτημα» προέκυψαν τα εξής τρία μείζονα πολιτικά συμπεράσματα:

Πρώτον, εδώ και δέκα χρόνια (2008-2018) το επονομαζόμενο «ελληνικό ζήτημα» έχει αποκτήσει νέες διαστάσεις, νέες όψεις και μπορεί να υποστεί νέες επεξεργασίες.

Δεύτερον, το επονομαζόμενο «ελληνικό ζήτημα», ενώ αρχικώς είχε ορισθεί και σύμφωνα με τα τεχνοκρατικά «μνημόνια» ως πρόβλημα δημοσιονομικής πειθαρχίας, τελικά εξελίχθηκε σε ζήτημα επαναπροσδιορισμού οικονομικού μοντέλου και δόμησης και οργάνωσης της ελληνικής οικονομίας.

Και τρίτον, που είναι και το σημαντικότερο, η ελληνική κοινωνία και το οικονομικό υποσύστημά της μπορούν να «ανακατασκευασθούν» στο επίπεδο ενός ευρύτερου και καθολικότερου συνειδησιακού αυτοπροσδιορισμού.

Ενδεχομένως πολλοί αναγνώστες να μην αντιλαμβάνονται για ποια πολιτικά πράγματα μιλάμε, όταν στη σύντομη αυτή παρέμβασή μου επιχειρώ να «ανασυγκροτήσω», έστω σε γενικές γραμμές, την πολιτικο-θεωρητική συζήτηση που έκανα με τον Χάμπερμας με θέμα «το ελληνικό ζήτημα». Αλλά, επιτέλους, ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά. Μετά τη δεκαετία του '50 (με το τέλος του εμφυλίου πολέμου), υιοθετήθηκε ένα οικουμενικό μοντέλο ανάπτυξης, το οποίο είχε δύο παραμέτρους: την εσωτερική αναπαραγωγή και την εξωτερική χρηματοδότηση. Αυτό, λοιπόν, το οικονομικό μοντέλο μαζί με το «πολιτικό παράδειγμα» της δοτής δημοκρατίας, χρεοκόπησαν, πολύ πριν οδηγηθούμε στη θεσμική χρεοκοπία.

Ούτε ο Χάμπερμας ούτε, εννοείται, και εγώ υποστηρίζουμε ότι ζούμε σε καθεστώς «πολιτικής μορφής ζωής», στο οποίο μπορεί να αναβιώσουν νοήματα και ιδέες του εμφυλίου πολέμου. Αλλά εκείνο το οποίο χρειάζεται να σκεφτούμε όλοι μας συνοψίζεται στο εξής ερώτημα: Γιατί η συντηρητική παράταξη (δηλαδή η τωρινή Ν.Δ.), η οποία επί εξήντα χρόνια (1950-2010) κράτησε την κοινωνία μας στα όρια της «έρημης χώρας» (Ελιοτ), δεν μπορεί να συνεννοηθεί με τη ριζοσπαστική Αριστερά (δηλαδή τον ΣΥΡΙΖΑ) για να «βγούμε από τα μνημόνια»; Στη Γερμανία, για πολιτικά ζητήματα, τα οποία κρίνονται υποδεέστερα από πολιτικής απόψεως, συγκροτούνται εδώ και δεκαετίες κυβερνητικές εξουσίες μέσω των δύο μεγαλύτερων κομμάτων.

Το πολιτικό ερώτημα του Χάμπερμας, αλλά και όλων των Ελλήνων πολιτών (και ψηφοφόρων) διατυπώνεται ως εξής: Πώς και γιατί και για ποιους λόγους δεν μπορεί η ελληνική πολιτική κοινωνία να «κατασκευάσει» μια πολιτική ηγεσία, δηλαδή μέσω των αντιπροσωπευτικών διαδικασιών (εκλογών) να επιβάλει τη δική της πολιτική λύση σε σχέση με το δικό της πολιτικό πρόβλημα; Εάν, τελικά, το «ελληνικό ζήτημα» ήταν και είναι πρόβλημα δημοσιονομικής πειθαρχίας, τότε όλοι εμείς οι Ελληνες πολίτες (μισθωτοί, συνταξιούχοι, φορολογούμενοι κ.λπ.) έχουμε καταδικασθεί στο «καθεστώς» της βιοπολιτικής εξόντωσης.

Εάν, όμως, το «ελληνικό ζήτημα» έχει αποκτήσει κατά την τελευταία ιστορική φάση άλλα στοιχεία και χαρακτηριστικά, τότε χρειάζεται να επανεξετασθεί το νέο επίπεδο. Αυτός ο λαός, ο ελληνικός λαός, και αυτή η κοινωνία, η ελληνική κοινωνία, δεν μπορούν να εντάσσονται στα σχέδια και στα προγράμματα των τεχνοκρατών της Γερμανίας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Έχουν ανάγκη από τα δικά τους εθνικά πολιτικά προγράμματα.

*Δημοσιεύτηκε στην "Εφημερίδα των Συντακτών" στις 8/5/2018. 

Προσθήκη νέου σχολίου


Κωδικός ασφαλείας
Ανανέωση