Παρασκευή, 29 Μάρτιος 2024

Συντάξεις, επενδύσεις, βιωσιμότητα

Θα είναι για πολύν καιρό μαζί μας η συζήτηση για το Ασφαλιστικό, όπως την άνοιξε η παρουσίαση της Έκθεσης-πρότασης του ΙΟΒΕ «Συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση και ανάπτυξη». Ή... θάπρεπε να είναι, όσο κι αν η εγκατάσταση τώρα σε εκλογικό χρόνο υπόσχεται/απειλεί η συζήτηση γύρω από το αν (ή μάλλον πόσο...) είναι απαραίτητη η ενσωμάτωση στο Ασφαλιστικό «μας» ενός κεφαλαιοποιητικού πυλώνα να περιορισθεί – και δεν θα 'ναι η πρώτη φορά! – σε αλληλοκαταγγελίες περί «συστήματος Πινοσέτ» ή περί «ευθύνης εκτροχιασμού Κατρούγκαλου».
Ήταν σημαντικό να σημειώσει κανείς πώς, στην ανάπτυξη της θέσης του ΙΟΒΕ, ο Νίκος Βέττας προέταξε μιαν υπενθύμιση του πόσο χαμηλά βρίσκονται – ακόμη και μετά την επαναφορά ρυθμών ανάπτυξης στην Ελληνική οικονομία – οι επενδύσεις. Σε μόλις 12% του ΑΕΠ βρίσκονταν ακόμη οι επενδύσεις το 2018,έναντι σχεδόν 26% του 2008 – με την κατάρρευση όμως του ΑΕΠ να σημαίνει ότι τα τότε σχεδόν 70 δις ευρώ έμειναν σήμερα μόλις 30 δις. Δεν χρειάζεται εν τω μεταξύ πολλές υπομνήσεις το ύψος της ανεργίας, στα 18% του εργατικού δυναμικού (έναντι 8% του μέσου όρου Ευρωζώνης), όμως ίσως αιχμηρότερη να είναι η διαπίστωση ότι η Ελλάδα παραμένει στα κατώτερα επίπεδα – μόνη η Ιταλία χειρότερη, από συγκρίσιμες χώρες – ως προς την συμμετοχή στην αγορά εργασίας: 68% έναντι 74% μέσου όρου ΕΕ, με Γαλλία στο 72%, Πορτογαλία/Ισπανία στο 75%. Ελάτε, σιγά-σιγά να μην έχουμε απότομες συγκινήσεις, να δούμε λίγο το δημογραφικό/ την γήρανση του πληθυσμού: περιττή η εικόνα του 1960, τότε που στις ηλικίες των 20-39 ετών βρίσκαμε 33%, σε εκείνην των 60+ μόλις 11%. Αλλά από τα σήμερα, όπου οι νέες ηλικίες έχουν το 23% και οι άνω των 60 το 28% (η μεσαία στρώση, των 40-59 είναι στο 30%) έχουμε προβολή στο 2060 με μόλις 18% στις νέες ηλικίες, 42% στις άνω των 60 (και 24% στις μεσαίες, τις πιο δραστήρια παραδοσιακά ηλικίες). Αν η εικόνα αυτή σας κάνει να μιλάτε για μελλοντική «χώρα συνταξιούχων», σκεφθείτε μήπως... το αύριο είναι σήμερα! Σχεδόν το 25% του συνολικού πληθυσμού της Ελλάδας είναι άνω των 65 ετών, ήδη. Και – προσοχή! – αυτοί απορροφούν το 29% της συνολικής συνταξιοδοτικής δαπάνης στην Ελλάδα.
Αυτή η απεικόνιση της πραγματικότητας, χωρίς καν την αναγωγή σε μνήμες Έκθεσης Σπράου και εγκατάλειψης του (σχεδίου) Νόμου Γιαννίτση ή, πιο άμεσα, θέσπισης Νόμου Κατρούγκαλου, αρκεί για να δείξει το που/πώς βρεθήκαμε. Είχε μεγάλο ενδιαφέρον η παραδοχή Βέττα/ΙΟΒΕ ότι οι διαρθρωτικές παρεμβάσεις (υπό ακραία πίεση Τρόικας: δικό μας το παρένθετο σχόλιο) της περιόδου 2010-18/των Μνημονίων, με την ενοποίηση των Ταμείων, την εξίσωση εισφορών και την ενιαιοποιηση υπολογισμού παροχών, την αναγωγή των παροχών στο σύνολο του εργασιακού βίου, αλλά και οι παραμετρικές προσαρμογές με την αύξηση των ορίων ηλικίας, την αυστηροποίηση των πρόωρων συντάξεων, τις ίδιες τις περικοπές των συντάξεων, όλα αυτά έφεραν «εξορθολογισμό του συστήματος». Και – ναι! – βελτίωσαν, σύμφωνα με τις αναλογιστικές μελέτες, την βιωσιμότητα και την επάρκεια του συστήματος. (Ογκώδης λεπτομέρεια: τα σχετικά σενάρια δέχονται υψηλά ποσοστά συμμετοχής στην αγορά εργασίας, αποκλιμάκωση της ανεργίας και αύξηση των γεννήσεων. Μην πάτε να τα επαληθεύσετε, καλύτερα).
Εκεί όμως που η προσέγγιση ΙΟΒΕ – όπως και νωρίτερα εκείνη του Τήνιου-Νεκτάριου – πάει την συζήτηση παραπέρα, είναι η σύνδεση της παγίως επανερχόμενης συζήτησης περί των κεφαλαιοποιητικών πυλώνων που λείπουν απελπιστικά από την Ελληνική περίπτωση - σήμερα έχουμε στην Ελλάδα μόλις 0,8% του ΑΕΠ σε επενδύσεις κεφαλαιοποιητικών και ιδιωτικών συντάξεων, στην Ιταλία 9,8% «γράφουν» , στην Γαλλία 10,1%, στην Πορτογαλία 11,4% στην Ισπανία 13,6% - με την ανάγκη συνεισφοράς στην ανάπτυξη. Και... την δυνατότητα αυτής της συνεισφοράς. Μάλιστα, την στιγμή που οι υποχρεωτικές, μη-κεφαλαιοποιητικές εισφορές για σύνταξη (στο 27%) είναι κορυφαίες για Ευρώπη – πλην Ιταλίας – και που η οριακή επιβάρυνση από φόρους και εισφορές, αθροιστικά, στην κλίμακα 40-80.000 ευρώ ετήσιου εισοδήματος είναι εξαιρετικά υψηλή, η δε ανταποδοτικότητα των συντάξεων ... άσε καλύτερα!
Όλα αυτά, πού οδηγούν; Σε πρόταση για κατάργηση των εισφορών για επικουρικές αναδιανεμητικού χαρακτήρα, με χαμηλότερο πλαφόν εισφορών γενικά ΚΑΙ με δημιουργία πλήρως κεφαλαιοποιητικής «νέας» επικουρικής, με ατομικούς λογαριασμούς αποταμίευσης και αφορολόγητο των εισφορών 6%. Αυτά μέσω Συνταξιοδοτικών Ταμείων, ιδιωτικού Ή δημοσίου χαρακτήρα, με αυστηρή εποπτεία και δικαίωμα επιλογής του ασφαλισμένου.
Εδώ κάπου εξαντλείται ο χώρος του σημειώματος. Θα επανέλθουμε με την συνέχεια, την Δευτέρα.

*Δημοσιεύτηκε στην "Ναυτεμπορική" στις 18/4/2019. 

Η εποχή των μικρών βημάτων

Μας ήρθε το ερώτημα - ή μάλλον η απορία - και από τις δυο πλευρές: και από των διαμορφωτών πολιτικής στην Αθήνα (όχι των άμεσα εμπλεκομένων στην διαπραγμάτευση) αλλά και από «τις Βρυξέλλες»: πώς εξηγείται η ταραχή που πήγε να επικρατήσει στην δεύτερη μεταΜνημονιακή αξιολόγηση, επικεντρωμένη γύρω από την προστασία της πρώτης κατοικίας αλλά και με άλλα τζατζαρίσματα και ύστερα η απότομη/έγκαιρη «λήξη συναγερμού»; Που δεν είναι μόνο/δεν είναι τόσο ότι ξεκλείδωσε την δόση του 1 δις (θα καταλήξει βαθύτερη παθολογία της Ελληνικής δημόσιας ζωής, αυτή η συνεχής αναφορά σε δόσεις...) ή ότι άνοιξε τον δρόμο για την ενδεχόμενη πρόωρη εξόφληση δανείων του ΔΝΤ ή και για νέα έξοδο στις αγορές είναι κυρίως ότι δίδαξε μια διαφορετική προσέγγιση - που θα την δούμε να εξελίσσεται και με τις διαβόητες 120 δόσεις. Οι οποίες, όπως η προστασία πρώτης κατοικίας, τελικά θα ισχύσουν με όρους και περιορισμούς (και με διαδικασίες, που χρονικά θα σπρώξουν το αποτέλεσμα παρακάτω: πλατφόρμα Κουρμούση), έτσι και αυτές θα είναι ΜΕΧΡΙΣ 120 δόσεις, για Ταμεία και Εφορία, και αναλόγως κριτηρίων και πραγματικών καταστάσεων – τουλάχιστον όσον αφορά οφειλές σε Εφορία.
Πάντως, για να την δώσουμε την απάντηση στο ερώτημα με το οποίο ξεκινήσαμε: έχει εγκατασταθεί μια σιωπηρή συμφωνία μεταξύ Ελλάδας και «εταίρων», ότι θα προχωράει κάθε φορά η διαπραγμάτευση μέχρις εκεί που αντέχει η κατάσταση. Πριν όμως προκληθεί πολιτική ζημιά ανεπίστροφη, θα έχουμε – και είχαμε! - συμβιβασμό με βάση rule of reason. Με μικρά βήματα και τήρηση ισορροπιών, να μην ξεφύγει το πράγμα. Η ίδια αυτή λογική των μικρών βημάτων, που την βλέπουμε άλλωστε να εξελίσσεται και με τις διαδοχικές «εξόδους» στις αγορές, την συναντούμε και στην άλλη σχέση της μεταΜνημονιακής Ελλάδας: εκείνη με το ΔΝΤ.
Έτσι που ετοιμάζεται το έδαφος για την - μερική, έστω - πρόωρη εξόφληση του υπολειπόμενου δανείου του Ταμείου προς την Ελλάδα, χρήσιμο να έχει κανείς κατά νουν και την πλευρά της Ουάσιγκτων/του Ταμείου. Ήδη γνωρίζουμε, ή θάπρεπε να γνωρίζουμε και να έχουμε συνειδητοποιήσει, ότι και στο ΔΝΤ δεν βλέπουν εδώ και καιρό με κακή διάθεση το ενδεχόμενο να αρχίσουν να αποκόπτονται από την Ελληνική υπόθεση. Δεν έκανε, άλλωστε, και τόσο καλό στην εικόνα του Ταμείου - ούτε η διάγνωση, ούτε η «συνταγή» με βάση τον λάθος πολλαπλασιαστή, ούτε η συμμετοχή στην εποπτεία ως σιδηρού βραχίονα της αλήστου μνήμης Τρόικας/ήδη Τετραμερούς, ούτε και η συνεργασία με την Επιτροπή/με τις Βρυξέλλες.
Το λιγότερο γνωστό είναι ότι - όσο κι αν αυτό ακούγεται παράξενο - η μερική εξόφληση έστω 3,5-4 δις από τα 9,3 από μέρους της Ελλάδας θα χρησιμεύσει στην ισορροπία του ίδιου του Ταμείου. Πώς αυτό; Μετά την αποτυχία να ολοκληρωθεί η πρόσφατη απόπειρα αύξησης των κεφαλαίων του ΔΝΤ, λόγω κυρίως της αρνητικής στάσης των ΗΠΑ, δημιουργείται μια ζήτηση πόρων. Μπορεί άλλοι σημαντικοί παίκτες, όπως η Κίνα ή η Ιαπωνία, να προθυμοποιούνται να καλύψουν το κενό - την στιγμή που, π.χ., η Αργεντινή έχει συνεχείς ανάγκες..., - όμως ζητούν να αποκτήσουν πιο ευρύ ρόλο στην διαδικασία λήψης αποφάσεων. Πράγμα το οποίο αρνούνται, αναμενόμενο, οι ΗΠΑ.
Συνεπώς, ακόμη και η μικρή επιστροφή κεφαλαίων από την περιθωριακή Ελλάδα, διευκόλυνση θα ήταν!
Βέβαια, δεν τελειώνουν έτσι τα προβλήματα: μπορεί ήδη η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και ο ESM να έχουν δώσει ευνοϊκή εισήγηση, μπορεί και το ίδιο το ΔΝΤ να ενδιαφέρεται για απεμπλοκή. Όμως... άμα θέλουμε να κάνουμε τώρα προ-πληρωμή στο ΔΝΤ, έστω και μερική, πρέπει κατά τα συμφωνημένα να επιστρέψουμε ίσου ύψους πόρους και στον ESM. Η αλήθεια είναι πως και όταν η Πορτογαλία - μάλλον και η Ιρλανδία, δεν το ΄χουμε σίγουρο - έκαναν αντίστοιχες κινήσεις πρόωρης εξόφλησης, τους δόθηκε το ελεύθερο να μην κάνουν το ίδιο βήμα.
«Μα δεν θα το δώσουν και στην Ελλάδα»; Και μάλιστα όταν από τον ESM έχουμε αντλήσει ούτως ή άλλως το cash buffer μας - οπότε θα ήταν περίπου παράδοξη μια τέτοια αρνητική κίνηση. Όμως, και αυτή η διευκόλυνση - και γενικά όλος ο χειρισμός - περνάει από Κοινοβούλια των δανειστών. Και μάλιστα από το Γερμανικό Μπούντεσταγκ (ή πάντως την αρμόδια Επιτροπή του). Κι αυτό... παραμονές Ευρωεκλογών. Γι αυτό και οι χρονικές καθυστερήσεις από την απόφαση σε Eurogroup μέχρι την γραμμή του τέλους....
Η εποχή των μικρών βημάτων και των ισορροπιών σε πλήρη εξέλιξη.

*Δημοσιεύτηκε στην "Ναυτεμπορική" στις 12/4/2019. 

 

Κραδασμοί ή: Σε ποιον ανήκει ο χρόνος;

Ενόσω θα επιχειρείται λίγο-πολύ απ' όλους στην (προεκλογική) Ελλάδα να υποταγεί ο χρόνος στις επιμέρους πολιτικές ανάγκες – θα το εξηγήσουμε τι εννοούμε ευθύς στην συνέχεια – οι κραδασμοί των ημερών θα ακούγονται όλο και περισσότερο. Έντονα και ξεκάθαρα.
Σε ποιον ανήκει ο χρόνος; Το μόνιμα επανερχόμενο ερώτημα έχει παγιδεύσει αυτήν την στιγμή την διαχείριση και της Κυβέρνησης και της (Αξιωματικής τουλάχιστον) Αντιπολίτευσης. Ισχύει αυτό στην μεγάλη, γεωπολιτική σκακιέρα που εκφεύγει του αντικειμένου αυτής της στήλης, όπως είναι η διαχείριση των Ελληνοτουρκικών (οι Τουρκικές τοπικές-αλλά-με-ευρύτερη-επίπτωση εκλογές είναι εδώ δίπλα, όμως η διαχείριση του οικονομικού αδιεξόδου Ερντογάν λίγο παρακάτω...) . Στην διαχείριση αυτή η Κυβέρνηση θα 'θελε να εκμεταλλευθεί άμεσα το θετικό κλίμα από την Κορυφή «3+1» στην Ιερουσαλήμ, η Αξιωματική Αντιπολίτευση να φύγουν οι εξελίξεις για αργότερα στην δική της (προσδοκώμενη) θητεία. Όμως ο χρόνος, εδώ/και εδώ, ανήκει αλλού: για παράδειγμα στις Ισραηλινές εκλογές του Απριλίου. στην Αμερικανική αναθεώρηση στάσης στην Εγγύς και Μέση Ανατολή.
Πιο κοντά, όμως, στα θέματα που μας απασχολούν στην στήλη βρίσκουμε την άνευ τέλους διελκυστίνδα γύρω από τα «κόκκινα δάνεια» και συνολικά τα timelines της ενισχυμένης μεταΜνημονιακής παρακολούθησης. Ενώ εμείς μετράμε από EuroWorking Group σε Eurogroup και πάλι από την αρχή, οι Βρυξελλιώτες ήδη «γράφουν» στην στάση τους την εγγύτητα των Ευρωεκλογών: έχουμε κι εμείς, έχουν όμως π.χ. και οι Γερμανοί και οι Ολλανδοί κάλπες. Όμως «γράφουν» και οι εσωτερικές προθεσμίες π.χ. στην DGComp, απ' όπου όλο και μια έγκριση θα χρειαστεί για να περάσει η όποια ρύθμιση!
Έτσι, σιγά-σιγά, περνούμε στους κραδασμούς στους οποίους ήδη αναφερθήκαμε ξεκινώντας. Σκεφτείτε για παράδειγμα ποιο κλίμα επικρατεί και τι προτεραιότητες επικρατούν στις αρχές ανταγωνισμού των Βρυξελλών, όταν η απόφαση των υπηρεσιών της Μαργκρέτε Βεστάγκερ (η οποία μέχρι και Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής «από καραμπόλα» μπορούσε να μας προκύψει, πριν τον τωρινό κραδασμό/σεισμό...) να μπλοκάρουν την μείζονα συγχώνευση των σιδηροδρομικών κλάδων Siemens-Alstom έχει φέρει Γερμανία και Γαλλία σε ευθεία αντιπαράθεση με την τεχνοδομή των Βρυξελλών. Ενώ λίγο παραπέρα – εκεί όπου Βρυξέλλες/Επιτροπή έρχονται σε άμεση τριβή με Φρανκφούρτη/ΕΚΤ – ακούγονται οι τριγμοί της, υπό πίεση Βερολίνου επιχειρούμενης συγχώνευσης Deutsche Bank-Commerzbank. Εκείνο που ευθέως προκύπτει και στην υπόθεση Siemens-Alstom και σε εκείνην Deutsche-Commerzbank είναι ότι και στην καρδιά του συστήματος κανόνων της ΕΕ τα δίχτυα είναι για να πιάνουν τα μικρότερα ψάρια: όταν μπλεχτούν τα μεγαλύτερα, αμηχανία! Τι συνέπειες θα έχει για θέματα Ελληνικού ενδιαφέροντος η ταραχή στα θέματα ανταγωνισμού;
Αυτά στα «Ευρωπαϊκά». Ήδη δείξαμε προς την άλλη κατεύθυνση/πηγή κραδασμών δίπλα μας: εκεί, η προσδοκία ότι η Τουρκική επιδεικτική ένταση περί τις θαλάσσιες ζώνες θα πήγαινε πίσω μετά την εκλογική αναμέτρηση της επόμενης Κυριακής κινδυνεύει να προσαράξει – γιατί; Επειδή μόλις προσπεραστούν οι κάλπες, θα χρειαστεί ως φαίνεται ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν (ο οποίος έκπαλαι διατηρεί παράξενες απόψεις περί οικονομίας) να προχωρήσει σε δυσάρεστα μέτρα σταθεροποίησης της οικονομίας τα οποία ανέβαλε προεκλογικά. Τι κάνει όποιος επιβάλλει δυσάρεστα μέτρα στο εσωτερικό; Εξάγει την δυσαρέσκεια...
Για να μην μείνουμε όμως μόνο στην δική μας στενότερη ή ευρύτερη περιφέρεια, κρατήστε μια στιγμή την ματιά σας στο τι συμβαίνει/τι ακούγεται ως κραδασμός στις μεγάλες , τις αληθινές αγορές – εκείνες των ομολόγων. Όπου στην μεν Γερμανία επενδυτές δανείζουν στο Δημόσιο ευθέως με αρνητικό επιτόκιο. αλλά και στις ΗΠΑ, όπου η απόδοση των βραχυπρόθεσμων χαρτιών (ήδη του 3μηνου paper, σιγά-σιγά και των 2ετών) βρέθηκε στο κλείσιμο της προηγούμενης εβδομάδας υψηλότερη από των 10ετών Treasuries. Ύστερα επανήλθε, και βλέπουμε. Όμως... τι υποδηλώνει η αντεστραμμένη καμπύλη αποδόσεων; Νευρικότητα/ανησυχία για τις προοπτικές. «Φταίει» η αίσθηση ότι οι Κεντρικές Τράπεζες – ακόμη και η συνήθως επιφυλακτική ΕΚΤ – διακόπτουν την τάση απόσυρσης των προγραμμάτων ενίσχυσης των οικονομιών, ακριβώς γιατί βλέπουν «κάτι» στον ορίζοντα; Μήπως μια προεξόφληση οικονομικής ύφεσης; Ιστορικά, inverted yield curve είχε εμφανισθεί το 2007, λίγο προτού ζαλιστεί το Αμερικανικό Χρηματιστήριο. Και όταν η Ουώλ Στρητ αισθάνεται αδιαθεσία, οι αγορές γενικώς τραντάζονται.
Δεν τα αναφέρουμε αυτά μόνο επειδή υποτίθεται ότι τώρα σχεδιαζόταν νέα προσπάθεια πρόσβασης της Ελλάδας «στις αγορές». Αλλά επειδή, άμα επιβεβαιωθεί και απ' αυτό το σημάδι, ότι περνάμε σε φάση κάμψης διεθνώς και Ευρωπαϊκά, τότε οι σχεδιασμοί για τους επόμενους μήνες μπορεί να βρεθούν απειλημένοι. Και εδώ, ο χρόνος δεν είναι καθόλου σαφές ότι ανήκει σε όσους πιστεύουν ότι τον διαφεντεύουν: «εδώ καράβια χάνονται, βαρκούλες αρμενίζουν»;

*Δημοσιεύτηκε στην "Ναυτεμπορική" στις 30/3/2019. 

Λίγα Ευρωπαϊκά, πάλι

Μας παρατηρήθηκε ότι στοχοπροσηλωθήκαμε τον τελευταίο καιρό σε συζητήσεις γύρω από τις διάφορες Εκθέσεις και αξιολογήσεις κοκ για την πορεία την οικονομίας, που τελικά-τελικά δεν οδηγούν σε κάποιο σταθερότερο έδαφος. Και τούτο ενώ – μας ειπώθηκε – η προσέγγιση προς τις Ευρωεκλογές θα «έπρεπε» να μας είχε οδηγήσει σε συχνότερη συζήτηση γύρω από τις εισηγήσεις (τύπου Μακρόν) για τα Ευρωπαϊκό αύριο, για την μεταρρύθμιση της Ευρωζώνης, τέτοια πράγματα. Που – υποτίθεται – θα βρίσκονται στον νου των ψηφοφόρων όταν, σε δυο μήνες και κάτι, θα πορεύονται προς τις Ευρωκάλπες.
Το αμφισβητούμε το επιχείρημα. Και όχι μόνον επειδή, στην Ελλάδα πάντως, όλη η συζήτηση για τις Ευρωεκλογές υπόσχεται/απειλεί να αναλωθεί σε καθαρά εσωτερικής πολιτικής αντιπαράθεση. (Μην νομίζουμε βέβαια ότι και στην Γαλλία ή την Ιταλία, ή στις χώρες Βίσεγκραντ ή και την ίδια την Γερμανία, η «Ευρωπαϊκή» συζήτηση είναι λιγότερο εσωστρεφής εν τέλει...).
Πάντως «λίγο από Ευρωπαϊκά» δεν κάνει ποτέ κακό. Μόνο που η περασμένη βδομάδα έκανε να βρεθεί στην Αθήνα – στα πλαίσια των συναντήσεων του LSE – ένας παλιός γνώριμος τού πώς η συζήτηση για την Ευρωζώνη και την ανάγκη μεταρρύθμισής της αν είναι να έχει μέλλον, συνδέεται με τα δικά μας. Πρόκειται για τον Paul de Grauwe, ο οποίος και άλλες φορές έχει «δει» την Ελληνική υπόθεση τα χρόνια της κρίσης: τώρα στο European Institute του LSE, παλιότερα με θητεία στο ΔΝΤ και την ΕΚΤ αλλά και ως σύμβουλος στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή (βέβαια επι Μπαρόζο; κανείς δεν είναι τέλειος!), συν με διδασκαλία και μελέτες περί τα Ευρωπαϊκά, ο de Grauwe «γνώρισε» την Ευρωζώνη ήδη όταν αυτή στηνόταν. Και διατήρησε μιαν στάση κριτική αν και ανεπίληπτης φιλοΕυρωπαϊκότητας.
Τον de Grauwe έχουμε παρακολουθήσει υπό διάφορες συνθήκες, πιο πανεπιστημιακές ή πιο εκλαϊκευτικές σε Βρυξέλλες, Αθήνα, ακόμη και Δουβλίνο. Η κριτική που κάνει στις σχεδιαστικές αδυναμίες της Ευρωζώνης – κριτική «εκ των έσω», επαναλαμβάνουμε – παραμένει σε γενικές γραμμές η ίδια. Και τούτο παρά τις διάφορες παρεμβάσεις που έχουν γίνει στην Ευρωζώνη, υπό την πίεση της ίδιας της κρίσης. Απώλεια των σταθεροποιητών σε εθνικό επίπεδο, ανυπαρξία δανειστού έσχατης προσφυγής όταν μια συγκεκριμένη εθνική οικονομία πλησιάζει σε αδιέξοδο (η ΕΚΤ είναι άλλης λογικής/άλλης λειτουργίας), εξάρτηση των οικονομιών από την αξιολόγηση που κάνουν γι αυτές οι αγορές, με απόσυρση της ρευστότητας και άρνηση αναχρηματοδότησης του χρέους τους ακριβώς όταν αυτή χρειάζεται – αποτέλεσμα: η κρίση ως αυτεπιβεβαιούμενη προφητεία.
Ασφαλώς ο de Grauwe δεν αρνείται ότι έγιναν βήματα αφότου η Ευρωζώνη τραντάχτηκε: και θεσμοί όπως του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου καθιερώθηκαν, και η ΕΚΤ/ο Μάριο Ντράγκι «έσωσε την κατάσταση» με την δέσμευση να κάνει «whatever is needed"» Όμως, η επισώρευση προϋποθέσεων/conditionality στις δράσεις «διάσωσης», προϋποθέσεων με κεντρικό ρόλο να δίνεται στις επιλογές λιτότητας ή η έμφαση στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις προκειμένου να επιτευχθεί ανταγωνιστικότητα στις τραυματισμένες οικονομίες, φθάνει πλέον στα όριά της. Αν στις χώρες Μνημονίων διαγιγνώσκεται μεταρρυθμιστική κόπωση, σε επίπεδο Ευρωζώνης καταγράφεται «κόπωση ενοποίησης». Για τον de Grauwe, το μέλλον της Ευρωζώνης θα απαιτούσε δημοσιονομική ενοποίηση – που ουσιαστικά σημαίνει πολιτική ενοποίηση. Συνεπώς οι προτάσεις Μακρόν, που κι αυτές βρήκαν έντονα αρνητικά αντανακλαστικά, και η συζήτηση για ασφαλιστικό μηχανισμό ανεργίας που να δρα αντικυκλικά, δεν είναι παρά ενδιαφέροντα, μικρά όμως βήματα.
Αρκεί αυτό ως «λίγο από Ευρωπαϊκά»; Πάντως, σε μια κοινή διοργάνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του ΙΟΒΕ, επιχειρήθηκε την Τετάρτη 20 Μαρτίου κάτι το ενδιαφέρον: να «ξεναγηθεί» η Ελληνική κοινή γνώμη στην νέα εκδοχή, της μεταΜνημονιακής κανονικότητας για την Ελληνική οικονομία, όπως αυτή διαμορφώνεται με την επανένταξή της στο πλαίσιο του λεγόμενου Ευρωπαϊκού Εξαμήνου. Μια διμοιρία από κοινοτικούς αξιωματούχους, από την μετενσάρκωση της Task Force για την Ελλάδα (την θυμάστε;) αλλά και από επιμέρους υπηρεσίες των Βρυξελλών ή/και τον ΟΟΣΑ, συζήτησαν με ομολόγους τους στην Ελλάδα, αλλά και με πανεπιστημιακούς ή/και φορείς «βέλτιστων πρακτικών». Για τι; Για το πώς η από δω και πέρα προώθηση των συνεχώς επανερχόμενων στην συζήτηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, ή τα πάγια ζητούμενα της Ελληνικής πραγματικότητας (όπως η δημιουργία ενός φιλο-επιχειρηματικού περιβάλλοντος που να αξιοποιεί την καινοτομία, ή ακόμη πως ο περιορισμός των διοικητικών βαρών) θα βρουν στην Ελλάδα μια εφαρμογή. Ακούσια πλέον. Και όχι με τις πιέσεις και τα σπρωξίματα και τις κλωτσιές των προαπαιτούμενων των αξιολογήσεων. Όμως και το Ευρωπαϊκό Εξάμηνο έχει τις δεσμεύσεις του. κρατήστε το!
Ας πούμε την ατμόσφαιρα εποικοδομητική. Ενδιαφέρουσα γέφυρα, κι αυτή...

*Δημοσιεύτηκε στην "Ναυτεμπορική" στις 22/3/2019. 

Μετά το ομόλογο, τα αληθινά σύννεφα

Τελικά, η απόφαση της Κυβέρνησης/τα αντανακλαστικά του ΟΔΔΗΧ, να επιχειρήσει την έκδοση του 10ετους ομολόγου (με απόδοση θυμίζουμε, 3,90%) χωρίς να περιμείνει τις επόμενες εξελίξεις και δη το Eurogroup της 11ης Μαρτίου, αποδεικνύεται απόφαση σώφρων αν μη σοφή! Διότι και το σασπένς μέχρι την τελική απόφανση Euroworking Group/Eurogroup στο μέτωπο της αποδέσμευσης των κερδών από ANFAs/SMPs (και των step-up των δανείων ΔΝΤ) – το διαβόητο 1 δις που επιχειρήθηκε και από πλευράς ESM/Ρέγκλινγκ να λειτουργήσει με την δυσάρεστη λογική των «δόσεων» της εποχής των Μνημονίων... - κινδύνεψε να αποβεί τραυματιστικό. αλλά και οι μετά-την-Moody's εκθέσεις, όπως η Σαρακοστιανή/πρώτη μετα-Μνημονιακή του ΔΝΤ, ήταν προδιαγεγραμμένο ότι θα έφεραν δυσάρεστη γεύση. Αμφιβολίες για τα «κόκκινα δάνεια». επαναφορά της απαίτησης για μείωση του αφορολόγητου από 1/1/2020. ισχυρότερο καμπανάκι για τον δικαστικό ακτιβισμό στην διεκδίκηση των αναδρομικών ανά τον προστατευμένο δημόσιο τομέα.
Όμως ουσιαστικότερη θα ήταν και για το ομόλογο η επίπτωση από την υποχώρηση των εκτιμήσεων για την αναπτυξιακή μίνι-δυναμική της οικονομίας: εδώ το 1,9% (αντί του 2%) για το 2018, όπως καταγράφηκε από την ίδια την ΕΛΣΤΑΤ, προσλαμβάνει συμβολικό κυρίως χαρακτήρα. Όμως το γεγονός ότι αυτή η αποεπιτάχυνση ανάγεται στο τελευταίο τρίμηνο της περασμένης χρονιάς και μάλιστα ότι (όπως παρατηρούσε η Handelblatt, η οποία επ' εσχάτων «κοιτάζει» πολύ προσεκτικά τον Ευρωπαϊκό Νότο...) ο τερματισμός εννέα συνεχόμενων ανοδικών 3μήνων στην Ελλάδα συνδυάζεται με ανάλογο λαχάνιασμα της Ιταλίας, δημιουργεί σοβαρότερες σκέψεις.
Βέβαια, η θετική εκκίνηση της βιομηχανικής παραγωγής (+3,4% κατά ΕΛΣΤΑΤ για τον Ιανουάριο – όμως το κάρο έσυρε η ανάκαμψη στην παραγωγή ηλεκτρισμού...) επιτρέπει παρ' ημίν ψυχραιμία . Στην ίδια φάση αναφέρθηκε σκόνταμα των εξαγωγών κατά -1,5% (αν και εδώ, χωρίς τα πετρελαιοειδή, θα είχαμε +5%). Άμα όμως θυμηθεί κανείς ότι η άνοδος σημειώθηκε κυρίως προς χώρες ΕΕ, πλην όμως χωρίς τα πετρελαιοειδή παρουσιάζει ήδη ελαφρά μείωση (από +2,6% πηγαίνει η καταγραφή πίσω στο -3,4%) και άμα – κυρίως! – διαβάσει ότι στην γερμανική οικονομία έχουμε συνεχείς (ήπιες μεν, αλλά) αναθεωρήσεις προς τα κάτω των στόχων για το ΑΕΠ και ότι ήδη γινόταν λόγος για -3% στα εκεί βιβλία παραγγελιών, τότε το «κράτα μικρό καλάθι» για την ευαίσθητη σε κραδασμούς Ελληνική οικονομία αποκτά πρόσθετο νόημα. Η Γερμανία, βλέπετε, αποτελεί «ατμομηχανή» για την συνολική Ευρωπαϊκή οικονομία – αλλά και βασικότατα για τις οικονομίες του Ευρωπαϊκού Νότου (και... για εμάς) - όχι μόνον όταν επιταχύνει, αλλά και όταν χάνει ταχύτητα. Όταν επιπλέον βλέπουμε την ίδια την ΕΚΤ να μιλάει για χαλάρωση της οικονομικής δραστηριότητας (από +1,7% για το 2019 στην Ευρωζώνη, είμαστε στο +1,1% πλέον), όταν ακούμε τον Μάριο Ντράγκι να επαναφέρει σε λογική στήριξης της οικονομικής δραστηριότητας (καθώς «περνούμε περίοδο συνεχιζόμενης αδυναμίας και επίμονης αβεβαιότητας») αναγγέλλοντας διατήρηση των υπέρ-χαμηλών επιτοκίων αλλά και συνέχιση της αγοράς χρεογράφων, όταν ακόμη και ο ΟΟΣΑ βρίσκει το θάρρος να συστήσει στις Κεντρικές Τράπεζες να συνεχίσουν τα μέτρα στήριξης «ενόψει της αβεβαιότητας στην παγκόσμια οικονομία» (για την Ευρωζώνη ο Οργανισμός από +1,8% πρόβλεψη ανάπτυξης, πέρασε στο +1%) – όταν αυτός είναι ο ορίζοντας μπροστά, τότε η συζήτηση σ' εμάς χρειάζεται να φύγει από την λογική των Eurogroup και της μετα-Μνημονιακής παρακολούθησης και των δόσεων. Και να επικεντρωθεί στο «πώς το πάμε το καράβι», σε φάση που οι μεγάλοι την θεωρούν «συνεχιζόμενης αδυναμίας και επίμονης αβεβαιότητας».
Όσο λοιπόν η χώρα – και η οικονομία της, εντάξει; – θα μπαίνει σε ακόμη σαφέστερη προεκλογική τροχιά και όσο η έμφυτη στο Ελληνικό πολιτικό σύστημα ροπή σε πλειοδοσία ταξιμάτων θα επαληθεύεται (απόδοση αναδρομικών δικαστικών αποφάσεων; προστασία πρώτης κατοικίας;) , αυτά τα αληθινά σύννεφα θα ΄πρεπε να συγκεντρώνουν μεγαλύτερη προσοχή.
Έχουμε ήδη την προσεκτική προειδοποίηση για συγκράτηση των προσδοκιών από μέρους του συντονιστή του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στην Βουλή Φραγκίσκου Κουτεντάκη – που ίσως μερικοί θάπρεπε τώρα να αναγνωρίσουν πόσο τον αδίκησαν όταν ανελάμβανε διάδοχος του Π. Λιαργκόβα και τον κατήγγειλαν ως «φυτευτό του Μαξίμου»! - ότι μαγικές λύσεις δεν υπάρχουν. Ότι «θα περάσουν χρόνια ώστε να αποκατασταθεί ευπρεπής ευημερία». Κυρίως όμως όταν τόνισε ότι η διαχείριση των ληξιπρόθεσμων του Δημοσίου, των κόκκινων δανείων αλλά και του (καταταλαιπωρημένου!) ανθρώπινου/εργατικού δυναμικού, είναι εκείνο που θα κρίνει το μέλλον. Συν... η «καταγραφή της άγνοιας» για την επίπτωση της αύξησης του κατώτατου μισθού, χωρίς ιδιαίτερη προσοχή στις επιπτώσεις της κίνησης στην ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων. Πολύτιμα – αληθινά – λόγια.

*Δημοσιεύτηκε στην "Ναυτεμπορική" στις 15/3/2019. 

Καλήν ανάγνωση, πάλι

Για μια εποχή όπου «κανείς δεν διαβάζει» και όλα/όλοι κρίνονται - υποτίθεται - στις εντυπώσεις, τα επόμενα λίγα εικοσιτετράωρα θα έχουν πολύ υλικό προς ανάγνωση.
Δυο εκθέσεις στα πλαίσια της μεταΜνημονιακής παρακολούθησης της Ελληνικής οικονομίας - μια από την Ευρ. Επιτροπή, μια από την μετα-Τρόικα - θα «σταθούν» δίπλα σε εκείνην της Moody's. Όμως ανάγνωση, διαφορετική βέβαια/πιο τεχνική, θα χρειαστεί και για το τελικό-τελικό κείμενο του νόμου που προχωρεί για αντικατάσταση του Νόμου Κατσέλη-Σταθάκη, δηλαδή για την εναπομένουσα προστασία της πρώτης κατοικίας. (Αντιθέτως, δεν θα υπάρξει κείμενο αλλά σειρά διαρροών για το πού/πώς θα καταλήξει η ομάδα εργασίας που συγκροτήθηκε με συμφωνία Τσακαλώτου-Στουρνάρα, να μελετήσει και συγκεράσει τις δυο εκδοχές διεξόδου από τα «άλλα» κόκκινα δάνεια – (του ΤΧΣ και της ΤτΕ, ΑPS και SPV για όσους λατρεύουν τα ακρωνύμια).
Όσο για το άλλο μεγάλο μέτωπο που έχει ανοίξει εδώ και καιρό - εκείνο των «120 δόσεων» (με αιχμή μάλιστα τις οφειλές προς ΕΦΚΑ – μέτωπο που συμπληρώνεται βέβαια με την προσδοκία κουρέματος προσαυξήσεων και προστίμων, αυτό συνεχώς φεύγει πίσω στον χρόνο. Οπότε εδώ η ανάγνωση αφορά κι αυτή περισσότερο τις κυλιόμενες διαρροές...
Όλα αυτά τα κείμενα θα διαβαστούν με βάση την προκατάληψη του καθενός. Αυτό, πλέον, έχει κυριαρχήσει σ' εκείνο που θεωρείται στην εποχή μας δημόσια συζήτηση! Θεωρούμε όμως ότι σκόπιμο είναι να καταγράψει κανείς τουλάχιστον μερικές προκαταρκτικές προσλαμβάνουσες. Πρώτη και μάλλον πιο σημαντική: στην φάση όπου βρισκόμαστε η βασική λογική είναι/θα είναι η μετάθεση του προβλήματος. «Μια ακόμη μετάθεση», θα πει κανείς - όμως ετούτη την φορά η επιλογή γίνεται ταυτόχρονα από την Ελληνική και από την Ευρωπαϊκή πλευρά. (Οι οίκοι αξιολόγησης απλώς παρακολουθούν, θα δούμε τώρα την Moody's. «Οι αγορές», με την απόδοση του 10ετούς εγκατεστημένη μετά το τέλος του Ιανουαρίου κάτω του 4% , ήδη κάτω του 3,8%, ενώ η πρόσφατη έκδοση έγινε με 3,5% του δε 5ετούς γύρω στο 3%, παρακολουθούν τους οίκους αξιολόγησης να... παρακολουθούν). Το πρόσθετο πέρασμα από την Αθήνα του γνώριμού μας Επιτρόπου Πιέρ Μοσκοβισί - αρμόδιος για τις Οικονομικές και Δημοσιονομικές Υποθέσεις/EcoFin, δηλαδή ο «συντάκτης» της μιας από τις εκθέσεις που προαναφέραμε - θα αναδείξει, στοιχηματίζουμε, αυτήν την διάσταση. Με έμφαση και στην ανάγκη τήρησης των συμφωνημένων στα δημοσιονομικά (εδώ η ανακίνηση θέματος πρωτογενούς πλεονάσματος κάτω τους 3,5%, μετά και την ανταλλαγή tweets Μητσοτάκη - Τσακαλώτου έχει ταρακουνήσει κάπως τα πράγματα...) αλλά και στο ζήτημα των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων (που όλοι γνωρίζουν και συνειδητοποιούν ότι «πάνε πίσω», αλλά συνεχώς επανέρχονται στο προσκήνιο για να σπρωχθούν πάλι πίσω).
Ένας άλλος γνώριμος της Ελλάδας από παλιά, ο Χοακίν Αλμούνια που τον είχαμε να μας παρακολουθεί αμίλητος στις φάσεις της εκτροχιασμού (έφυγε από την Επιτροπή το 2009) απ' εκεί που σήμερα δραστηριοποιείται ο κ. Μοσκοβισί, έχει τώρα για λογαριασμό του ESM τον ρόλο «ανεξάρτητου υψηλού επιπέδου εκτιμητή της πορείας των προγραμμάτων προσαρμογής της Ελλάδας». Στο (εύλογο) ερώτημα γιατί ο κ.Αλμούνια θα καταλάβει καλύτερα τώρα την Ελλάδα απ' ό,τι την προηγούμενη φορά, η απάντηση είναι ότι... επελέγη από το Eurogroup/Σεντένο και τον ESM/Ρέγκλινγκ. Άρα, αποτελεί σωστή επιλογή!
Επιστροφή όμως στην διάσταση της χρονικής μετάθεσης, της αναβολής. Βολεύει όλους. Ακριβέστερα: την χρειάζονται όλοι! Οι Ευρωπαίοι «εταίροι» δεν έχουν απλώς τις Ευρωεκλογές μπροστά τους (άντε τώρα να ανοίγεις θέμα Ελλάδας...), έχουν και τα εσωτερικά τους που μόλις δουν «ελληνικό ζήτημα» αναφλέγονται: Γερμανία με την σκιά Σώϋμπλε και τους Σοσιαλδημοκράτες να ξεκόβουν σιγά-σιγά από την Κυβέρνηση Συνασπισμού, Γαλλία με τα «Κίτρινα Γιλέκα» της, Ιταλία να μην θέλει «να γίνει Ελλάδα». Η Ελληνική Κυβέρνηση δεν θα 'θελε να της φύγει η ευαίσθητη ισορροπία που πέτυχε. Η Αξιωματική Αντιπολίτευση γιατί ξέρει τι θα φορτωθεί άμα της λάχει η ευθύνη – είναι τόσο πιο ευχάριστο να υπόσχεσαι (σε χαμηλούς τόνους...) επαναδιαπραγμάτευση πλεονασμάτων και χαλάρωση.
Γι αυτό και η χρονική μετάθεση δεν θα γίνει/δεν γίνεται μόνον ευθέως – όπως π.χ. με τον Νόμο Κατσέλη-Σταθάκη που λήγει αύριο η ισχύς του, αλλά τι την έχουμε την αναδρομικότητα; Γίνεται και με τους ίδιους του ψηφιζόμενους μηχανισμούς: για μια χρονιά θα ισχύσει το νέο σύστημα ρύθμισης μέσω της «πλατφόρμας Κουρμούση» – η οποία άλλωστε δεν θα δίνει «λύση», θα δρομολογεί απλώς την εφαρμογή ενός αλγόριθμου. Δείτε σε μικροσκόπιο και τους όρους και προϋποθέσεις διαβάζοντας, όπως και για τις «120 δόσεις». Και θα διαπιστώσετε ότι όλα σπρώχνονται γι αργότερα.

*Δημοσιεύτηκε στην 'Ναυτεμπορική" στις 28/2/2019. 

Η οικονομική διάσταση της ασφάλειας

Αφορμή για τις σκέψεις αυτού του σημειώματος αποτελεί η διαπίστωση ότι στην – πρόσφατη ακόμη – Διάσκεψη για την Ασφάλεια στο Μόναχο, που σ' εμάς περισσότερο «διαβάστηκε» μέσα από το βραβείο Ewald von Kleist στους Τσίπρα-Ζάεφ ή έστω μέσα από την αντιπαράθεση ΗΠΑ-Γερμανίας/Πενς-Μέρκελ, ένα μεγάλο μέρος της αντιπαράθεσης (διότι περί αυτού επρόκειτο) αφιερώθηκε στις οικονομικές πτυχές της ασφάλειας.
Η Γερμανίδα Καγκελάριος, την οποία στα παραλειπόμενα της Διάσκεψης του Μονάχου η κόρη του Ντόναλντ Τραμπ Ιβάνκα (τον Αμερικανό Πρόεδρο αντιπροσώπευε επισήμως ο Αντιπρόεδρος Πενς, όμως όλοι περίμεναν να ακούσουν και την «προεδρική κόρη») φρόντισε να επαινέσει διεξοδικά, αναφερόμενη μέχρι και στην «απίστευτη αίσθηση του χιούμορ» της, αφιέρωσε σε περισσότερα σημεία την ανάλυσή της σε οικονομικές πτυχές. Επέλεξε έτσι να «επιτεθεί» ευθέως στην επικείμενη πρωτοβουλία Τραμπ να επιβαρύνει με τιμωρητικούς δασμούς την Ευρωπαϊκή (=Γερμανική) αυτοκινητοβιομηχανία με νομική βάση/πρόσχημα «λόγους ασφαλείας» των ΗΠΑ. Σημείωσε ότι πολλά αυτοκίνητα της BMW «κατασκευάζονται στην Νότια Καρολίνα, και πολλά απ' αυτά τα εξάγουν στην Κίνα». Για να διερωτηθεί «Γιατί είναι λιγότερο επικίνδυνα τα αυτοκίνητα που κατασκευάζονται στην Ν.Καρολίνα απ' εκείνα που κατασκευάζονται στην Βαυαρία;» (πρωτεύουσά της το Μόναχο) και να δηλώσει σοκαρισμένη με την επίκληση της ασφάλειας που έχει επιλέξει ως βάση για τον νέο-προστατευτισμό των ΗΠΑ ο Πρόεδρος Τραμπ.
Η αναφορά της Μέρκελ σε ένα άλλο ζήτημα όπου ασφάλεια και οικονομία βρίσκονται σε πολύ πιο άμεση/εύλογη συσχέτιση: εκείνο της προμήθειας της Ευρώπης (=Γερμανίας) σε ενέργεια, με βάση την συζήτηση για τον αγωγό φυσικού αερίου Nord Stream-2 της Gazprom, που μόλις πήρε το πράσινο φως Βρυξελλών να προχωρήσει. Εδώ, η αρχική τοποθέτηση ξεκίνησε από τον Αντιπρόεδρο Πενς , ο οποίος επανέφερε στο προσκήνιο την δυσχέρεια να γίνεται λόγος για πολυμερή συνεργασία με την Ρωσία να προσεγγίζεται (από Αμερικανικής πλευράς) ως συντελεστής εξάρτησης – ιδίως των Ευρωπαίων. Όμως η Μέρκελ σήκωσε ευθέως κι εδώ το γάντι, παραδεχόμενη ότι «δεν θέλω να εξαρτόμαστε μονομερώς από την Ρωσία» (γι αυτό και η Γερμανία δήλωνε ότι «έχουμε ήδη αποφασίσει να προμηθευόμαστε LNG από τις ΗΠΑ») , αλλά και θυμίζοντας ότι η χώρα της «και κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου προμηθευόταν φυσικό αέριο από την Σοβιετική Ένωση», οπότε «πραγματικά δεν κατανοώ γιατί σήμερα αυτό θεωρείται αναξιόπιστο». Η Μέρκελ επανέλαβε την θεμελιώδη Γερμανική θέση, ότι ένα μείγμα ενεργειακών πόρων – με πράσινη ενέργεια, δίπλα στο φυσικό αέριο από πλείονες πηγές – θα αντικαταστήσει την ρυπογόνο χρήση λιγνίτη, αλλά και την (μετά-την-Φουκουσίμα) απόσυρση από την πυρηνική ενέργεια.
Μπορεί η συζήτηση αυτή να φαίνεται αρκετά απομακρυσμένη από «τα δικά μας». Πλην όμως και η μοίρα του άλλοτε τόσο πολυσυζητημένου South Stream αν διασυνδεόταν στο Ευρωπαϊκό δίκτυο με τον ΕλληνοΙταλικό Poseidon κατά νουν (κάθε φορά που αναφέρεται στις συζητήσεις Ελλάδας-Ρωσίας αυτό το ενδεχόμενο, καθώς για Ρωσικό φυσικό αέριο ο λόγος, όλοι θεωρούν ότι πρόκειται για υπόθεση λήξασα λόγω Ευρωπαϊκών αντιρρήσεων...), αλλά και η μεγάλη εναλλακτική του East Med από παρόμοια θα περάσει άμα έρθει η ώρα της. Συνολικά η ενέργεια ως οικονομική συζήτηση έχει πλέον την τάση να προσεγγίζεται υπό το πρίσμα της ασφάλειας. Και όχι μόνον/όχι τόσο εκείνο που εννοούμε ως ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού – όλοι θυμόμαστε τι έγινε όταν η Ρωσία «πάγωσε» την παροχή φυσικού αερίου μέσω Ουκρανίας – αλλά την κυρίως συζήτηση περί ασφάλειας. Περί της παραδοσιακής ασφάλειας, πολέμου και ειρήνης, τέτοια πράγματα!
Καθώς όλη πλέον η συζήτηση για την Ανατολική Μεσόγειο, με την αναζήτηση ενεργειακών πόρων από τους majors του πετρελαϊκού κόσμου της Δύσης και με την αγριωπή διεκδικητικότητα της Τουρκίας, μπορεί να μην τέθηκε ανοιχτά στην Διάσκεψη του Μονάχου αλλά ήταν περισσότερο από παρούσα. Και όσο, σ' εμάς, θα αναζητείται τι ακριβώς απασχόλησε την συνάντηση Τσίπρα-Ερντογάν στο πρόσφατο ταξίδι του Έλληνα πρωθυπουργού στην Τουρκία, αυτή η διάσταση δεν θα ήταν καλό να φεύγει από τον νου.
Άλλωστε στον «καθαρό» τομέα της ασφάλειας, δεν πέρασε απαρατήρητη η ευθεία απειλή Πενς κατά τη Τουρκίας για τους S-400 στο Μόναχο ότι «δεν θα μείνουμε με σταυρωμένα χέρια ενώ ένας σύμμαχος του ΝΑΤΟ αγοράζει όπλα από τους αντιπάλους μας». Με την συμπλήρωση μάλιστα ότι «δεν μπορούμε να εγγυηθούμε την ασφάλεια της Δύσης, όταν οι σύμμαχοί μας εξαρτώνται από την Ανατολή». (Λίγες ώρες αργότερα, γινόταν γνωστό το μπλοκάρισμα/αναβολή της παράδοσης των F-35 στην Τουρκία με απόφαση του Αμερικανικού Κογκρέσου).
Βαρύς βηματισμός.

*Δημοσιεύτηκε στην "Ναυτεμπορική" στις 22/2/2019. 

Αντανακλαστικά παρελθόντος

Είναι παράξενο να το βλέπει κανείς, όμως λίγο-πολύ όλοι όσοι εμπλέκονται με ρόλους στην δημόσια συζήτηση οσάκις προκύπτουν ζητήματα με την μεταΜνημονιακή παρακολούθηση της Ελληνικής οικονομίας συνεχίζουν να λειτουργούν με αντανακλαστικά παρελθόντος. Να το πούμε αλλιώς: δεν συνειδητοποιούν/δεν δέχονται ότι βρισκόμαστε σε μεταΤροϊκανή φάση, όπου η παλιά κατάσταση πραγμάτων με τις αξιολογήσεις και την σύνδεσή τους – μέσω προαπαιτούμενων – με δόσεις της χρηματοδοτικής βοήθειας των 3 διαδοχικών Μνημονίων είχε γίνει αναπόσπαστο μέρος των πολιτικών.
Ήδη φάνηκε αυτό με την θέση που επέλεξε να υποστηρίξει μετά τις ενημερώσεις σε επίπεδο EuroWorking Group – στο Eurogroup του Φεβρουαρίου «δεν είχε Ελλάδα» , μας το εξήγησαν σε κάθε τόνο: όμως κάθε Eurogroup έχει και παρασκήνιο και διαρροές – ο γνώριμός μας Κλάους Ρέγκλινγκ του ESM («ο άνθρωπος που κουβαλάει στο δισάκι του το χρέος της Ελλάδας»): έκρινε αναγκαίο να αναφερθεί στην διακινδύνευση της πρώτης δόσης από την επιστροφή κερδών ΕΚΤ/Κεντρικών Τραπεζών από τα ελληνικά ομόλογα, SMPs/ANFAs. Eδώ, δυο παρατηρήσεις: η πρώτη δόση – είχαμε μάθει ότι θα υπάρχουν 6μηνιαίες εκταμιεύσεις, των 600 περίπου εκατομμυρίων – επρόκειτο να είχε εκταμιευθεί μετά την πρώτη έκθεση της μεταΜνημονιακής παρακολούθησης, τέλη του 2018, όμως τότε κρίθηκε προτιμότερο (καθώς έμεναν ουρές) να πάει για μετά την δεύτερη έκθεση, της 27ης Φεβρουαρίου. Επίσης, το θέμα δεν είναι τόσο η έκθεση της μεταΜνημονιακής παρακολούθησης per se, που θα ξεκλειδώσει την απόδοση της δόσης, αλλά η ανάγκη να ψηφισθεί σε Κοινοβούλια όπως το Ολλανδικό και το Γερμανικό (ξανανοίγοντας, παραμονές Ευρωεκλογών και εκεί, την συζήτηση περί Ελλάδας...). Το παράξενο είναι ότι, ίσως για να ανεβάσει την αίσθηση σασπένς, εκεί που γνωρίζαμε για δόση 600-620-640 εκατομμυρίων, κάποια στιγμή ακούγονταν και 750, ο καλός εκείνος Ρέγκλινγκ ανέβασε τον πήχη στο 1 δις ευρώ. Που επαναφέρει παλιές πρακτικές δόσεων και υπο-δόσεων, θυμάστε;
Αυτό το αντανακλαστικό παρελθόντος «έκρυψε» την ουσία της αναμενόμενης δεύτερης έκθεσης μεταΜνημονιακής παρακολούθησης: που είναι η γενική πορεία της Ελλάδας/της Ελληνικής οικονομίας, συν τα 16 προαπαιτούμενα που κατά τραυματιστικό για την διαδικασία παρακολούθησης τρόπο έχουν προβλεφθεί (και η Ελλάδα τα έχει αποδεχθεί). Ο Ρέγκλινγκ επέμεινε στα «μερικά ακόμη ανοιχτά θέματα», πλην όλοι γνωρίζουν ότι η υπόθεση των «κόκκινων δανείων» είναι ο ελέφαντας στο δωμάτιο. Και αυτό είναι ζήτημα Φρανκφούρτης, ΕΚΤ/SSM και Βρυξελλών/DGComp... Μσοκοβισί και Σεντένο παρέμειναν εν τω μεταξύ σε διακριτική σιωπή.
Εκείνο πάντως που ήρθε ως επισήμανση, για τα κόκκινα δάνεια – όχι δε απλώς ως αντικατάσταση του Νόμου Κατσέλη, που ήδη εκπνέει η δίμηνη παράταση του βίου του, αλλά ως «συνεκτική, πειστική λύση»/coherent credible solution για το αύριο των Ελληνικών τραπεζών - ήταν η αποθάρρυνση του να επιδιωχθεί μια ακόμη παράταση.
Και αυτό μας φέρνει στην Ελληνική πλευρά της επανεγκατάστασης σε αντανακλαστικά παρελθόντος. Όλη η διαχείριση της απασφαλισμένης βόμβας των κόκκινων δανείων τους τελευταίους μήνες, με ΤΧΣ, διοικήσεις τραπεζών, ΤτΕ, Δραγασάκη-Φλαμπουράρη-Τσακαλώτο-Μαξίμου επί σκηνής, ήταν μια διαχείριση αναβολής/αποφυγής. Όλοι συνειδητοποιούμε ότι το τικ-τακ, τικ-τακ που ακούγεται από τα κόκκινα δάνεια κάνει ισχυρή αντήχηση στον χώρο λόγω προεκλογικής περιόδου: όμως ο πειρασμός μιας επιδεικτικής κόντρας με την Τρόικα είναι υπόθεση παρελθόντος. Ή... θάπρεπε να είναι! Ούτως ή άλλως, η έκθεση της 27ης Φεβρουαρίου, λίγες μέρες απόσταση από τους χρησμούς της Moody's μετά κι εκείνους της Fitch, πολύ περισσότερο ενδιαφέρει για την επίπτωσή της στις αγορές (οι οποίες έχουν εδώ και μήνες στοχοποιήσει τις συστημικές Τράπεζες ως βασικό αγκάθι στην Ελληνική περίπτωση), και μάλιστα ενόψει της ηρωικής προσπάθειας να πλεύσει 10ετές ομόλογο/Ελληνικό benchmark. Για όσους ενδιαφέρονται: η απόδοση 10ετούς, που μπήκε στον χρόνο άνω του 4,35%, είχε υποχωρήσει μέχρι και 3,88% - αλλά πάλι φλερτάρει με 4%.
Καθώς λοιπόν σε αρκετά πεδία των διαβόητων προαπαιτούμενων η Τρόικα λίγα έχει να πει πλην γκρίνιας – παράδειγμα: έπεσε έξω η διαδικασία πώλησης των λιγνιτικών, με ένα των διαγωνιζόμενων να προτείνει 25 εκατ. (με αποτίμηση ευλόγου τιμήματος στα 150...), τον άλλο να προτείνει κάπου 110 αλλά για ουσιαστικά διαφορετικό αντικείμενο – το θέμα των κόκκινων δανείων πολώνει όλη την προσοχή.
Βέβαια, συγκινητικά αντανακλαστικά παρελθόντος επιδεικνύει και η Αξιωματική Αντιπολίτευση, που σχεδόν περιμένει η μεταΜνημονιακή Τρόικα να «τραβήξει το αυτί» των κυβερνητικών για καθυστερήσεις. (Να πούμε την αλήθεια, μεγάλο μέρος και του μηντιακού κόσμου ανάλογο αντανακλαστικό έχει αναπτύξει).
Και τούτο, ενώ όταν φτάσει η ρύθμιση για μετά-τον-Νόμο-Κατσέλη στην Βουλή, όλοι θα οιμώζουν πόσο λίγη προστασία παρέχει...
Τα αντανακλαστικά παρελθόντος δύσκολα φεύγουν!

*Δημοσιεύτηκε στην "Ναυτεμπορική" στις 15/2/2019. 

«Χτίζοντας κάτι από μέλλον»

Μέσα στον θόρυβο των ημερών, πέρασε κάπως σαν «εξωτερική» ως προς τα Ελληνικά μας πράγματα η είδηση: με πρωτοβουλία της Γιάννας Αγγελοπούλου, ένα πρόγραμμα για Έρευνα, Τεχνολογία και Καινοτομία ξεκινάει στο Πανεπιστήμιο του Cambridge – και μάλιστα στο πρωτοπόρο Cavendish Laboratory στον χώρο των φυσικών επιστημών που ξεκίνησε στα τέλη του 19ου αιώνα αριθμώντας πλέον κάπου 30 Νομπελίστες στις τάξεις του.. – σε άμεση διασύνδεση με το εκεί ερευνητικό/επιχειρηματικό cluster, που τις τελευταίες δεκαετίες έχει τοποθετήσει το Cambridge εντελώς διαφορετικά στον χάρτη της διεθνούς καινοτομίας.
Ζώντας σε μια Ελληνική πραγματικότητα όπου με χίλιους-μύριους κόπους η διασύνδεση Πανεπιστημίου και βασικής έρευνας με την επιχειρηματική εφαρμογή προσπαθεί να προσπεράσει αγκυλώσεις και προβλήματα αποδοχής, και όπου η γνώριμη ανά την Ευρώπη και τον κόσμο αναζήτηση ταλέντων στον ακαδημαϊκό κόσμο από τις επιχειρήσεις ακόμη αργεί, η πρωτοβουλία αυτή ηχεί απόμακρη. Το θέμα είναι ότι το GAPSTI, ακρωνύμιο με το οποίο το Πρόγραμμα αυτό επιδιώκει να γίνει γνωστό, πηγαίνει πολύ πιο μακριά από μια απλή συνεργασία πανεπιστημιακής έρευνας-επιχειρηματικότητας. Τι κάνει; Επωφελείται από την παράδοση που έχει δημιουργηθεί στο Cambridge για την στενή σύνδεση και τον αλληλεπηρεασμό εκπαίδευσης στην αιχμή, βασικής έρευνας και αναζήτησης πρακτικών εφαρμογών: εκείνο που οι Financial Times βάφτισαν «το φαινόμενο Cambridge» έχει φτάσει πλέον να φιλοξενεί πάνω από 1500 επιχειρήσεις τεχνολογικής αιχμής με σχεδόν 60.000 ανθρώπους να δημιουργούν προϊόντα και εφαρμογές (γίνεται λόγος για σύνολο τζίρου άνω των 15 δις ευρώ ετησίως), κυρίως όμως να οδηγεί σε όλο και πιο προωθημένες περιοχές έρευνας. Και εφαρμογών που διεκδικούν την έννοια «disruptive» , που αλλάζουν δηλαδή τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούν τα πράγματα.
Άμα κανείς επιχειρήσει να παραλληλίσει στους ανθρώπους του Cambridge την δράση τους με την Καλοφορνέζικη Silicon Valley, κινδυνεύει να εισπράξει είτε γενική ενόχληση, είτε όχι-και-τόσο ευγενική απόρριψη. Εκείνο που θεωρούν ότι ξεχωρίζει την δική τους προσέγγιση, είναι ότι δεν έρχονται απλώς επιχειρήσεις να αξιοποιήσουν ή/και οι χρηματοδότες να στηρίξουν έρευνα που έχει ήδη γίνει και καταλήξει, αλλά και ούτε πηγαίνουν να επηρεάσουν, να κατευθύνουν ή(πολύ περισσότερο) να «παραγγείλουν» έρευνα. Αντί γι αυτό, αναπτύσσεται μια εξαρχής σχέση αλληλοενημέρωσης και αλληλεπίδρασης, όσο η έρευνα εξελίσσεται και ιχνηλατούνται προοπτικές, οι οποίες συγκεντρώνουν επιχειρηματικό ενδιαφέρον: αυτό, με την σειρά του, εξασφαλίζει όχι απλώς πόρους – ή σύγχρονη έρευνα και τεχνολογία απαιτεί συγκλονιστικούς οικονομικούς πόρους! – αλλά και οργανωτικότητα, χτίσιμο συνεργασιών, κινητοποίηση κεντρικής ακαδημαϊκής και δημόσιας /Ευρωπαϊκής στήριξης. Όσο τα αποτελέσματα ωριμάζουν, είτε ενσωματώνονται σε υφιστάμενα σχήματα, είτε ενθαρρύνονται (και στηρίζονται, πάλιν, οργανωτικά, νομικά, διοικητικά) ώστε να πάρουν τον δικό τους δρόμο σαν start-ups. Όμως – και εδώ είναι η ουσία! – σε παγκόσμια ανταγωνιστική κλίμακα.
Επιλέγοντας ως πρώτους κλάδους δραστηριοποίησης την υπολογιστική φυσική – Computational Multiphysics – και τα ενεργειακά υλικά – Energy Materials and Devices – το Πρόγραμμα GAPSTI θέλει να κάνει συνεχή διερεύνηση των αναγκών που δημιουργούνται στην εφαρμοσμένη τεχνολογία, στον επιχειρηματικό κόσμο αλλά και στην κοινωνική δομή, ώστε να «βλέπει» πού πηγαίνουν οι προωθημένες εφαρμογές. Από αεροναυπηγική μέχρι αυτοκίνηση (εδώ θα βρείτε από διαστημική τεχνολογία μέχρι νέες μορφές κυκλοφορίας στις πόλεις), από καθαρές και πιο αποτελεσματικές μορφές παραγωγής ενέργειας μέχρι μεταφορά χωρίς απώλειες ή και αποθήκευση της ενέργειας. Μεγάλες εταιρείες όπως η Boeing ή η Jaguar αλλά και πολυμελείς ομάδες όπως οι 250 ερευνητές του Maxwell Centre του Cavendish στην ενεργειακή έρευνα, συντρέχουν στην συνεργατική αυτή προώθηση της καινοτομίας. Ενώ η έρευνα, ακριβώς επειδή κινείται στην πρωτοπορία, βρίσκεται σταθερά στο ραντάρ τόσο των επιχειρήσεων (ο ανταγωνισμός τους πηγαίνει όλο και πιο πίσω, σε αρχικές φάσεις, όλο και πιο κοντά στην έρευνα) όσο και των χρηματοδοτικών σχημάτων ή/και των Ευρωπαϊκών μηχανισμών (στο ερώτημα "how big is this business?"/πόσο μεγάλες είναι αυτές οι δουλειές, η απάντηση είναι «the thing that matters is how deep it goes»/ εκείνο που μετράει είναι πόσο εις βάθος πηγαίνει). Πόσο θα «ανακαλύψει» ερευνητικό προσωπικό πρώτης γραμμής. πόσο θα αναδείξει την δουλειά του. πώς θα τα διασυνδέσει...
Και η Ελληνική διάσταση, σε όλα αυτά; Το GAPSTI υπόσχεται εξαρχής να αναζητήσει δυνατότητες διασύνδεσης με Ελλάδα – με το χτίσιμο δικτύων και με λειτουργία κοινών πρωτοβουλιών – και να φέρει τον κόσμο που θα κινητοποιήσει σε συνεχή διαβούλευση με πανεπιστημιακούς, ερευνητές και τον χώρο της διαμόρφωσης ερευνητικής πολιτικής.
Στην ακραία ρεαλιστική κόνιστρα της εφαρμοσμένης έρευνας, μπορεί η διατύπωση να ξενίσει. Όμως «χτίζοντας κάτι από μέλλον» είναι μια περιγραφή.

*Δημοσιεύτηκε στην "Ναυτεμπορική" στις 6/2/2019.

Σιγά-σιγά, σιγά-σιγά

Σημειώστε μια σύμπτωση: τις ώρες που «έτρεχε» η έκδοση του νέου 5ετούς ομολόγου, κάποιος μη-εμπλεκόμενος αν και αρκετά κεντρικός στην κατάσταση πραγμάτων της σημερινής Κυβέρνησης ρωτούσε «γιατί όχι 10ετές ακόμη;» - προφανώς έχοντας ακούσει ότι αυτό θα αποτελούσε την ουσιαστική έξοδο στις αγορές, αυτό θα λειτουργούσε ως Ελληνικό benchmark κλπ. Η απάντηση ήταν: «Σιγά-σιγά, σιγά-σιγά θα γίνουν όλα».
Περίπου αντίστροφη υπήρξε η λειτουργία στο μέτωπο της απόφασης για την σχεδόν κατά 11% (θυμίζουμε: είχε συζητηθεί ψαλίδα 5-10%) αύξηση του κατώτατου μισθού και την κατάργηση του βάρβαρου εκείνου «υποκατώτατου» (που ισοδυναμεί με αύξηση πάνω από 27%). Εκεί, στην διαδρομή είχε προταθεί μια κατανομή της αύξησης στον χρόνο – έστω και με αναγγελία υψηλότερου τελικού στόχου. Προκρίθηκε όμως η μονομιάς αύξηση – και μάλιστα με επιλογή ενός στρογγυλού νούμερου, των 650 ευρώ, άσχετα αν το καθαρό ποσό στον δικαιούχο είναι σαφώς χαμηλότερο (κάτι σαν 546 ευρώ), άσχετα αν το τελικό πρόσθετο κόστος στον εργοδότη είναι πολύ μεγαλύτερο...
Μ' αυτές τις παρατηρήσεις, δεν πάμε να αποφύγουμε μια τοποθέτηση επί της ουσίας. Πρώτα λοιπόν το 5ετές:
Περιμένοντας να δούμε πώς θα λειτουργήσει (και) αυτή η απόπειρα επαναπροσέγγισης των αγορών με το μικρό/λίγο-περισσότερο-από-δοκιμαστικό 5ετές ομόλογο που τελικά τόλμησε η Κυβέρνηση (το άνοιγμα του βιβλίου προσφορών στο 3,75%-3,875% και η τελική διαμόρφωση απόδοσης στο 3,6% με κουπόνι 3,45% ενδιαφέρει ασφαλώς, αλλ' όχι καθοριστικά: το περσινό 7ετές είχε 3,5% απόδοση ενώ είχε ελπιστεί κάτι πλησιέστερο στο 3% όταν ξεκινούσε η έκδοση), χρειάζεται να έχουμε μια λίγο πιο μακροπρόθεσμη προοπτική. Τι εννοούμε; Ότι το καημένο εκείνο 7ετές, λίγες μέρες μετά την έκδοση του βρέθηκε με απόδοση 4,2%! Μάλιστα, τότε, σε περιβάλλον Eurogroup, είχε εκφρασθεί δυσοίωνα ο ίδιος ο Μάριο Ντράγκι, με αποτέλεσμα ο Ευκλείδης Τσακαλώτος να πει, διαφωνώντας, το μοναδικό: «Δεδομένης της κατάστασης στις αγορές, η έκδοση τα πήγε εξαιρετικά [...]. Τρέφω μεγάλο σεβασμό για τον επικεφαλής της ΕΚΤ [...]. Υπήρξαν διαφωνίες και στο παρελθόν, είμαι σίγουρος ότι θα υπάρξουν και στο μέλλον».
Ενώ λοιπόν θα παρακολουθούμε τώρα τον αναπόδραστο καυγά για το κατά πόσον η έκδοση του τωρινού 5ετούς υπήρξε ή όχι επιτυχής, να μεταφέρουμε μια παρατήρηση από την εντελώς πρόσφατη Τριμηνιαία Έκθεση του ΙΟΒΕ (4/18) για την Ελληνική Οικονομία. Και για τις άλλες «χώρες Μνημονίου», Ιρλανδία-Πορτογαλία-Κύπρο, χρειάστηκαν σχεδόν 3 χρόνια (Πορτογαλία 3,5 χρόνια) μέχρι να επανέλθουν σε investment grade /»επενδυτική βαθμίδα». Τσαλαβουτάμε λοιπόν εμείς, τσαλαβουτούσαν κι εκείνοι.
Αν τώρα πάμε στην αύξηση του κατώτατου μισθού, σχετική απουσία αντιδράσεων: η Αξιωματική Αντιπολίτευση διαμαρτυρήθηκε μάλλον για την καθυστέρηση, από ΣΕΒ/ΣΕΤΕ η ανακοίνωση ξεκίνησε με «δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο κατώτατος μισθός των εργαζόμενων πρέπει να βελτιωθεί» με εν συνεχεία μόνο αναφορά στις αντοχές της οικονομίας, την παραγωγικότητα, την αδήλωτη εργασία... Όποιος τυχόν παραξενεύθηκε, πλην ξένων (π.χ. Γίρκι Κατάινεν), ας διαβάσει αρχές 2012 δηλαδή όταν το Μνημόνιο-1 ήδη φαινόταν ότι είχε εκτροχιασθεί και λειτουργούσαμε με Κυβέρνηση Παπαδήμου, την ακόλουθη προσέγγιση: «Σε μιαν οικονομία με αγκυλώσεις και δυσκαμψίες όπως η Ελληνική, και με υπερβάλλουσα προσφορά στην αγορά προϊόντων και εργασίας, μια μείωση των μισθών οδηγεί σε άνοδο της ανεργίας και υποχώρηση της οικονομικής δραστηριότητας, αφού περιορίζει τον κύριο καθοριστικό παράγοντα του επιπέδου παραγωγής: την ζήτηση». Άμα ξαναθυμηθεί κανείς τα πράγματα της εποχής, το ΙΟΒΕ ακόμη λειτουργούσε με σφραγίδα Γιάννη Στουρνάρα (αναλαμβάνει υπουργός Ανάπτυξης στην Κυβέρνηση Πικραμμένου, πριν την κεντρική ευθύνη στο ΥΠΟΙΚ επί Κυβέρνησης Σαμαρά/Βενιζέλου με βασική την ευθύνη διαπραγμάτευσης του Μνημονίου-2, που μας έκανε να μιλούμε για Κυβέρνηση Σαμαρά/Στουρνάρα).
Η θέση εκείνη, ως προς την σκοπιμότητα τού να αποφεύγονται οι μειώσεις μισθών βρέθηκε βαριά τραυματισμένη από την Τροϊκανή επιβολή στην συνέχεια , και μάλιστα η δι' υπουργικής αποφάσεως μείωση του βασικού μισθού (και καθιέρωση του υποκατώτατου) το 2013 υπό καθεστώς Μνημονίου-2 είναι θέση με ιδιαίτερο ενδιαφέρον –επειδή προερχόταν από το ΙΟΒΕ. Για το οποίο, τότε ακριβώς, ο βετεράνος Τάκης Πολίτης του οποίου παρουσιαζόταν το βιβλίο «Το ΙΟΒΕ και η Ελληνική οικονομία», είχε πει: «Το ΙΟΒΕ δεν διστάζει σήμερα να περιλαμβάνει εκδοχές, για το περιβάλλον της Ελληνικής οικονομίας, που μέχρι πριν δύο χρόνια ήταν αδιανόητες».
Βέβαια, ήδη, τότε ο Στουρνάρας άφηνε την συζήτηση ανοιχτή σε μια λιγότερο Κεϋνσιανή ανάγνωση, λέγοντας: «Αν δυο λέξεις θα συνόψιζαν το πιστεύω μας, αυτές είναι μεταρρύθμιση και εξωστρέφεια». Ενώ ο Βασίλης Ράπανος, Καφαβικότερα, παρατηρούσε: «Το ταξίδι για όλους συνεχίζεται».
Όντως συνεχίζεται.

*Δημοσιεύτηκε στην "Ναυτεμπορική" την 1/2/2019. 

Υποκατηγορίες

  • Ο δρόμος χαράζεται περπατώντας


    Δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι ο ΣΥΡΙΖΑ/η Κυβέρνηση Τσίπρα/η διαπραγματευτική προσέγγιση Βαρουφάκη έχει αναζητήσει ρίζες στον ιδιαίτερο συμβολιστή ποιητή Αντόνιο Ματσάδο.


     

    Δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι ο ΣΥΡΙΖΑ/η Κυβέρνηση Τσίπρα/η διαπραγματευτική προσέγγιση Βαρουφάκη έχει αναζητήσει ρίζες στον ιδιαίτερο συμβολιστή ποιητή Αντόνιο Ματσάδο. Όμως, έτσι, όπως επενδύθηκαν - με πολύ σώου, με πληθωρικές δηλώσεις, με πενιχρό πολιτικό περιεχόμενο πλην της διάθεσης κόντρας και τα κάποια στοιχεία αναδίπλωσης - οι ημέρες μετά το ξεκίνημα των Ευρωπαϊκών περιπλανήσεων Τσίπρα και (κυρίως!) Βαρουφάκη, αληθινά θυμίζουν το Se hace camino al andar/ Ο δρόμος χαράζεται περπατώντας.
    Έτσι, με αναζήτηση ενός κάποιου περιεχομένου για την πληθωρική φόρμα, φθάσαμε στις Προγραμματικές Δηλώσεις, που κινδυνεύουν να είναι το πιο αστραπιαία μεταφραζόμενο κείμενο στην διεθνή σκηνή! Με το καημένο το "Πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης" να επιχειρείται να αποκτήσει αποτύπωση που και τους "έξω" να μην συνταράξει περισσότερο, κι εμάς τους "μέσα" να κρατήσει σε ενθουσιασμό.
    Ενώ όμως φαίνεται ότι τελικά θα καταλήξουμε και με Φόρο Επιδεικτικής Κατανάλωσης (αντί του πεζού Φόρου Πολυτελείας: ο Ανδρέας Παπανδρέου θα δάκρυζε, βλέποντας υλοποίηση Thorstein Verblen) και με Ταμείο Εθνικού Πλούτου (αντί για ΤΑΙΠΕΔ: σοφή η ιδέα να συνδυαστεί η εκποίηση/αξιοποίηση με την υπόσχεση για διάσωση του Ασφαλιστικού), συν μια καμπάνια κατά των ολιγαρχών και της ("μεγάλης") φοροδιαφυγής, τα διαβολεμένα τα νούμερα δεν εμφανίζονται στο προσκήνιο. Στο EuroWorkingGroup η εξήγηση ήταν... οι Προγραμματικές που δεν είχαν αναγνωσθεί! Στο δίδυμο Eurogroup της 11ης/16ης Φεβρουαρίου, το ζήτημα κινδυνεύει να είναι σαφώς πιο δυσάρεστο (η Κορυφή της 12ης είναι ούτως ή άλλως "πολιτική"). Στην σταθερή πίεση των "εταίρων" για νούμερα, για ποσοτικοποίηση των πολιτικών όχι απλώς συγκεκριμένη αλλά και πειστική, η Ελληνική στάση είναι Βαρουφακική: "Give us time and give us space". Που στην πραγματικότητα έχει την ακόλουθη απόδοση: "Δώστε μας χρόνο να σκεφθούμε τι θέλουμε/Δώστε μας περιθώρια μέχρις ότου εσείς (οι "εταίροι") σκεφθείτε τι θα μπορούσατε να δώσετε/πού και πώς θα μπορούσατε να χαλαρώσετε ένα κακοσχεδιασμένο και εκ του αποτελέσματος αποτυχημένο Πρόγραμμα, στο οποίο εμείς ζούμε και πνιγόμαστε (και το βλέπετε) εδώ και 5 χρόνια".
    Στην πιεστική απαίτηση των "εταίρων" για νούμερα, για στοιχεία , η Ελληνική πλευρά αντιπαρατάσσει ενδιαφέρουσες διαβεβαιώσεις, όπως για δημοσιονομική ισορροπία, ή πάλι για (ήπιο) πρωτογενές πλεόνασμα. Το πρόβλημα πού είναι; Έρχεται η δική μας διαβεβαίωση, π.χ. του τύπου: "Η αύξηση του κατώτατου μισθού θα διαρρυθμιστεί χρονικά, αλλά δεν έχει και δημοσιονομική επίπτωση, άσε που θα σημάνει πρόσθετες ασφαλιστικές εισφορές, άρα... μείωση των απαιτήσεων του Ασφαλιστικού από τον Προϋπολογισμό". Η άλλη πλευρά σπεύδει να παρατηρήσει: "Ωραία, όμως έχετε υπολογίσει πόσο η αύξηση κατωτάτων θα σημάνει σε αύξηση π.χ. του επιδόματος ανεργίας; Και πόσο στα επιδόματα μητρότητας; Πόσο και πώς θα "περάσει" στον υπολογισμό των συντάξεων; Α, ναι, και με τις υψηλότερες ασφαλιστικές εισφορές, πώς την βλέπετε την εισπραξιμότητα;"
    Αυτού του είδους την προσέγγιση, πάτε την τώρα και απλώστε την σ' όλο το φάσμα των Προγραμματικών όπως θα μεταφράζονται σε Πρόγραμμα - όχι πλέον "Θεσσαλονίκης", αλλά "ηπίως ψαλιδισμένο" ώστε να φαντάζει συμβατό με μια συζήτηση Eurogroup...
    Ή δείτε πάλι, την προσέγγιση να ζητηθεί η συμβολική αντικατάσταση της Τρόικας - η οποία και μισήθηκε, αλλά και απέτυχε ως "ελεγκτής" - με κάτι "άλλο". Σαν στοιχείο αυτού του "άλλου" κάποια στιγμή συζητήθηκε (όχι δε μόνον στην Αθήνα) και ο ΟΟΣΑ. Τον οποίο, βέβαια, γνώρισε πρόσφατα η ελληνική κοινή γνώμη ως εμπνευστή του διαβόητου toolkit/της εργαλειοθήκης: έκανε περισσότερο κακό η συζήτηση γύρω από το ζήτημα αυτό, έτσι όπως έγινε, παρά ο,τιδήποτε άλλο στο μέτωπο των μεταρρυθμίσεων.
    Ο ΟΟΣΑ, οργανισμός με εγγενώς διακρατική υφή, ενώ έχει και γνώση και λόγο - και δεν διστάζει να εκφραστεί με σαφήνεια και ένταση - δεν έχει συσχετισθεί με την γεύση επιβολής του ΔΝΤ και των Βρυξελλών. Εχει δε πρόσφατα "γνωρίσει" (με αφορμή το toolkit) την Ελληνική πραγματικότητα απο κοντά, έχει παίξει ρόλο υποβοήθησης των συνεννοήσεων ο Γενικός Διευθυντής του Ανχελ Γκουρία, που θάναι (στις 11 Φεβρουαρίου, κι αυτός!) στην Αθήνα.
    Όμως , με εμάς να αναζητούμε τον όποιο δρόμο περπατώντας, χρειάζεται παρόμοιες τομές να τις προωθήσει η "άλλη πλευρά". Καθώς και να παρατείνει (με δική της πρωτοβουλία;) τον χρόνο που τελειώνει.
    Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

     

    Το κείμενο του Α.Δ.ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΙΔΗ  δημοσιεύτηκε στη ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ 9.2.2015

    Καταμέτρηση Άρθρων:
    0