Παρασκευή, 06 Δεκέμβριος 2024

Ποιός συντονίζει την κυβέρνηση και ποιος κατευθύνει την διοίκηση;

Οι αδυναμίες της ελληνικής δημόσιας διοίκησης είναι γνωστές, δεν χρειάζονται πρόσθετες επεξηγήσεις. Διαχρονικά το σύστημα διακυβέρνησης πάσχει, ο κομματισμός και η πελατοκρατεία κυριαρχούν, τα προγράμματα δεν τηρούνται, ο έλεγχος αποτελεσμάτων είναι ανύπαρκτος. Οι σχέσεις της κεντρικής κυβέρνησης με την Τοπική Αυτοδιοίκηση είναι αντιφατικές και η έλλειψη εμπιστοσύνης προς τους εκλεγμένους περιφερειάρχες οδήγησε στην δημιουργία παράλληλης αποκεντρωμένης (αυτο)διοίκησης. Οι αμέτρητοι οργανισμοί και οι δημόσιες υπηρεσίες λειτουργούν με εσωστρέφεια, δεν συνεργάζονται μεταξύ τους και το επίπεδο των παρεχομένων υπηρεσιών δεν ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις των πολιτών. Αποτέλεσμα: δίπλα σε κάθε επίσημη δραστηριότητα, υπάρχει και μια ανεπίσημη (υγεία, παιδεία, ασφάλεια, κοκ), το κόστος λειτουργίας του ελληνικού κράτους είναι αβάσταχτο και η κοινωνία παγιδευμένη.
Το πρωθυπουργικό σύστημα, έτσι όπως λειτούργησε μετά την Μεταπολίτευση, θα ήταν υποτίθεται η λύση για τα πολιτικά πράγματα της χώρας. Ο ισχυρός πρωθυπουργός θα συντόνιζε το κυβερνητικό έργο και τα πράγματα θα ήταν και θεσμικά ορθά και στην πράξη θα είχαμε ικανοποιητικά αποτελέσματα. Τελικά απεδείχθη ότι το πρωθυπουργικό σύστημα διασφαλίζει την κομματική παντοδυναμία και μέσω αυτής την πλειοψηφία στη Βουλή, αλλά κατοχυρώνει ουσιαστικά την αναρμοδιότητα του πρωθυπουργού να παρεμβαίνει στη διαμόρφωση της πολιτικής. Ο πρωθυπουργός της χώρας, με όλες σχεδόν τις κυβερνήσεις, έχει ένα τύποις μεν ισχυρό, στην ουσία δε απόμακρο ρόλο. Οι ειδικοί γνωρίζουν ότι δεν υπογράφει σχεδόν καμμία ουσιαστική πράξη... Όλα αφήνονται στους Υπουργούς, στους Οργανισμούς, με τα γνωστά αποτελέσματα, κι έτσι το μόνο όπλο είναι η επικοινωνιακή λειτουργία της κυβέρνησης.
Ο καθηγητής Π. Ιωακειμίδης μας θυμίζει με πρόσφατο άρθρο του στο ΒΗΜΑ (http://www.tovima.gr/opinions/article/?aid=1015793) . Γράφει σχετικά: "Από την πλευρά τους, οι καθηγητές K. Featherstone (LSE) και D. Papadimitriou (Manchester) σε μια εξαντλητική τους ανάλυση με τίτλο «Οι πρωθυπουργοί της Ελλάδας, το παράδοξο της εξουσίας» (Prime Ministers of Greece, the Paradox of Power, Oxford University Press), έχουν εντοπίσει με ενδελεχή εμπειρικό τρόπο τις παθογένειες, τις αδυναμίες και τα ελλείμματα του συστήματος διακυβέρνησης της χώρας. Πρόκειται, γράφουν, για ένα κατακερματισμένο σύστημα με κανένα τμήμα του ικανό να ασκήσει αποτελεσματικό έλεγχο και συντονισμό – ούτε ο Πρωθυπουργός, ούτε το Υπουργικό Συμβούλιο, κανένας. Τα κενά, οι αστάθειες και οι ακαμψίες υπονομεύουν την απόδοσή του. Πρόκειται για ένα σύστημα μοναδικό σε όλη την Ευρώπη".
Οι σύγχρονες νέες τεχνολογίες θα μπορούσαν να λύσουν πολλά από τα κενά της ελληνικής διακυβέρνησης. Κι όμως και εκεί δεν σημειώνεται πρόοδος. Με εξαίρεση τα απολύτως απαραίτητα, ως υποχρεώσεις απέναντι στην ΕΕ, οι περισσότεροι τομείς δεν προχωρούν σε αλλαγές. Ο Αν. καθηγητής του Παν/μίου του Αιγαίου Γιάννης Χαραλαμπίδης, σε συνέντευξή του στα ΝΕΑ (25-26 Αυγ. 2018) τονίζει μεταξύ άλλων: «...κάποια απολύτως απαραίτητα και σχετικά απλά μέτρα λαμβάνονται (εν. ΤΑΧΙS, ΓΕΜΗ, κλπ)...Αλλά εκτός του Υπ. Οικονομικών και ανάλογων Αρχών και κάποιων νησίδων στον υπόλοιπο κυβερνητικό ιστό, κανείς δεν ξέρει τι κάνει, πότε να το κάνει, πώς να συμβάλει, τι να μετρήσει, πώς να αλλάξει. Και φυσικά έτσι δεν μπορεί να λυθεί κανένα δύσκολο πρόβλημα με βέλτιστο τρόπο. Κάθε μέρα μένουμε όλο και πιο πίσω...»
Συνεπώς χωρίς ριζική αλλαγή του τρόπου λειτουργίας της πολιτικής και του κράτους δεν υπάρχει ελπίδα σωτηρίας. Τα προβλήματα της χώρας είναι πολύπλοκα, στην ουσία χρειαζόμαστε ένα νέο πολίτευμα, μια νέα αρχή που θα θέσει νέους στόχους και σύγχρονους όρους λειτουργίας της διοίκησης. Έτσι θα πείσει την κοινωνία και θα δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για μια νέα εθνική ανασυγκρότηση.
Είναι γνωστό ότι το πολίτευμα που μειώνει με δημοκρατικό τρόπο τον ρόλο των κομμάτων, αυξάνει τον ρόλο των πολιτών και βελτιώνει την θέση του κοινοβουλίου είναι αυτό της Προεδρικής Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας. Υπάρχουν πολλές παραλλαγές, αλλά για τα ελληνικά πολιτικά πράγματα και την ιστορική μας εμπειρία, το σύστημα της 5ης Γαλλικής Δημοκρατίας μπορεί να λειτουργήσει και εδώ αποτελεσματικά. Δυστυχώς η συζήτηση σχετικά με την εκάστοτε προτεινόμενη αναθεώρηση του Συντάγματος εξαντλείται συνήθως σε ανούσιες κομματικές αντιπαραθέσεις, αφού κανένα κόμμα δεν θέλει ουσιαστικές αλλαγές.
Κι όμως η Ελλάδα μέσα στην κρίση άλλαξε δραματικά, η Ευρώπη και ο κόσμος άλλαξαν. Η επόμενη μέρα προϋποθέτει πλήρη διάκριση των εξουσιών, νέα και αποτελεσματικά συστήματα διακυβέρνησης, υπευθυνότητα, λειτουργικό συντονισμό και έλεγχο αποτελεσμάτων όλων των βαθμίδων της διοίκησης. Το πρωθυπουργικό-κομματικό σύστημα απεδείχθη ανεπαρκές, δεν δίνει λύσεις, δεν διασφαλίζει ισονομία, δεν οργανώνει την διοίκηση ώστε να προκύψει ένα παραγωγικό μοντέλο για την χώρα. Συνεπώς πέρα από εκλογές και κομματικές συμμαχίες, πρέπει να συζητηθούν κι άλλα θέματα, και το πρώτο είναι η θεσμική αναδιοργάνωση της χώρας για τη νέα περίοδο.
Η 4η ελληνική δημοκρατία, με Προεδρικό σύστημα, με ευρωπαϊκές αρχές, με ικανή διοίκηση, με παραγωγικό πρότυπο και με κράτος δικαίου, είναι εφικτή, αν υπάρχει βεβαίως θέληση.

*Δημοσιεύτηκε στο metarithmisi.gr στις 29/8/2018. 

Aμεση Ανάλυση: Επτά ερωτήματα ζητούν απαντήσεις

Είναι προφανές ότι η τραγωδία στο Μάτι έχει αιτίες, οι οποίες ήδη διερευνώνται αλλά πάνω από όλα ευθύνες. Οι πλάτες και οι καρέκλες κάποιων καβαλάνε στην πλάτη τους ήδη τουλάχιστον 80 νεκρούς σε μια σπιθαμή γης.

Σε κάθε μεγάλη καταστροφή ανακαλύπτουμε την... «πυρίτιδα» και την επιβεβλημένη ανάγκη να δράσουμε για να μην μας ξαναβρεί το κακό. Την επομένη μέρα καταστρώνουμε σχέδια επί χάρτου που «καίγονται» εύκολα και ήσυχα στην λήθη, στο βόλεμα, στην ανικανότητα και στον ωχαδελφισμό μιας πολιτείας αδύναμης να επιβάλει κανόνες και να προστατεύσει ζωές, περιουσίες αλλά και το περιβάλλον. Σχέδια, συστήματα και υπηρεσίες που δεν λειτουργούν και που σαπίζουν ανενεργές σε υπόγεια ή σε ανάγεια εγκεφάλων αρμοδίων και ανεύθυνο - υπεύθυνων.

Έχουμε και λέμε:

1) Λειτουργεί και αν όχι γιατί το σύστημα «Engage»;

Για την ηλεκτρονική απεικόνιση των πυροσβεστικών δυνάμεων σε όλη τη χώρα και των διαθέσιμων ποσοτήτων υγρού κατάσβεσης και ύδατος σε πραγματικό χρόνο. (Είχε δρομολογηθεί την περίοδο 2013 - 2014 επί υπουργίας Δένδια.)

2) Το σύστημα «Evita» υπάρχει;

Η εγκατάσταση του Συστήματος Δημιουργίας Σχεδίου Εκκένωσης με τη χρήση γεωγραφικών και μετεωρολογικών παραμέτρων, της διάταξης των μετώπων της πυρκαγιάς, των διαθέσιμων οδικών προσβάσεων και άλλων παραμέτρων, το οποίο έχει τη δυνατότητα υπόδειξης δρομολογίων εκκένωσης, αλλά και υπόδειξης ασφαλών περιοχών.

3) Έχει προβλεφθεί ή είναι σε λειτουργία η δυνατότητα αποστολής SMS στους πολίτες οι οποίοι βρίσκονται στις υπό εκκένωση περιοχές; (Με εντοπισμό τους μέσω των κεραιών της κινητής τηλεφωνίας.)

4) Είναι σε χρήση το συστήματος AVL του Κέντρου Επιχειρήσεων του Πυροσβεστικού Σώματος; Με τη μετάδοση εικόνας από το σημείο της πυρκαγιάς σε πραγματικό χρόνο μέσω καμερών σε πυροσβεστικά οχήματα κλπ. έτσι ώστε να υπάρχει εκτίμηση σε πραγματικό χρόνο όλων των παραμέτρων.

5) Ενοποιήθηκαν τα επιχειρησιακά κέντρα; Λειτουργεί το 112 και ως αριθμός για αντίστοιχες έκτακτες καταστάσεις αλλά και ως επιχειρησιακό κέντρο;

6) Η ομάδα «ΗΦΑΙΣΤΟΣ» και οι 50 μοτοσικλέτες του Πυροσβεστικού Σώματος, για τον εντοπισμό των βέλτιστων διόδων στην πρόσβαση των πυροσβεστικών οχημάτων, αλλά και για τη βοήθεια προς τους πολίτες σε περίπτωση εκκένωσης είναι ενεργή και στελεχωμένη; (Είχε δημιουργηθεί επί υπουργίας Δένδια.)

7) Είναι αλήθεια ότι ο Αρχηγός αλλά και ο επιχειρησιακός Αρχηγός του Πυροσβεστικού σώματος είναι από τη Βόρεια Ελλάδα χωρίς καμία εμπειρία, γνώση ή επιχειρησιακή τριβή με τον Νομό Αττικής; Και αν είναι έτσι, παίζει κάποιο ρόλο;

Εν αναμονή απαντήσεων...

*Δημοσιεύτηκε στην "Καθημερινή" στις 25/7/2018. 

Ημέρες εθνικού πένθους...ως θέαμα

Την Τρίτη, 24 Ιουλίου 2018, πάνω από καπνούς και στάχτες, ξεκίνησε από το πρωί η προπαγάνδα, η εργολαβία του μαζικού ντρεσαρίσματος. «Ξημερώνει δύσκολη μέρα για την κυβέρνηση...» ήταν το βασικό σχόλιο τηλεοπτικού σταθμού, «πρέπει να παραιτηθεί η κυβέρνηση...».

Στη συνέχεια, διαπιστώθηκε πως από ημέρα της Δημοκρατίας μιλούσαμε για ημέρα εθνικού πένθους αφού, έως το βράδυ, οι νεκροί ήταν εβδομήντα έξι (το επόμενο πρωί της Τετάρτης έφτασαν τους ογδόντα), οι τραυματίες πολύ περισσότεροι από τους εκατόν πενήντα, με δεκάδες αγνοούμενους, δεδομένα που θεμελιώνουν -θεωρητικά- απουσία ετοιμότητας και προστατευτικών πολιτικών.

Σε μια κοινωνία ήδη εξασθενημένη από την οικονομική κρίση, την ηθική και τη δημοσιονομική φτώχεια, ήρθε να προστεθεί, για πολλοστή φορά, το φορτίο του θανάτου.

Ομως, το τραγικό της υπόθεσης δεν περιορίζεται στον αριθμό των θανόντων. Είναι η μετατροπή του θανάτου σε θέαμα. Γιατί είναι άλλο πράγμα η δουλειά των σωστικών συνεργείων και των ειδικών και άλλο το οπτικοποιημένο κυνήγι του θανάτου μέσω της παρακολούθησης των προσπαθειών εντοπισμού και διάσωσης ζώντων ή εντοπισμού πρόσθετων νεκρών σε 24ωρο εύρος.

Το τελευταίο οδηγεί σίγουρα στην αδυναμία της αναστοχαστικής σιωπηλής βίωσης αυτού που λέμε «εθνικό πένθος». Το χειρότερο είναι η αδυναμία διατύπωσης μιας απάντησης στα πολλά «γιατί και πώς» και, το ακόμα χειρότερο, η αδυναμία ανάπτυξης μηχανισμών πρόληψης, χειρισμού των μελλοντικών καταστροφών και άμβλυνσης των τραυμάτων τους.

Η μεγάλη κοινωνική μερίδα παρακολουθώντας την καταστροφή στους «τηλεμαραθώνιους ενημέρωσης», πίσω από το αίσθημα ασφάλειας του ιδιωτικού χώρου, πενθεί χωρίς να αφήνεται να πενθήσει. Γιατί ο πόνος ως εμπόρευμα καταπονεί και έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την ογκούμενη αλληλεγγύη.

Χρόνια πριν, στις 24 Ιουλίου του 1974, με την τραγωδία της Κύπρου, ίσχυαν περίπου τα ίδια. Τα ξημερώματα εκείνης της ημέρας, ύστερα από διαπραγματεύσεις μεταξύ των εκπροσώπων της καταρρέουσας χούντας και του αστικού πολιτικού κόσμου, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής είχε ορκιστεί πρωθυπουργός, ανοίγοντας την εποχή της Μεταπολίτευσης ή αλλιώς της Γ΄ Ελληνικής Δημοκρατίας. Και για να μην ξεχνιόμαστε, η μεταβολή εκείνη είχε σχεδόν προαναγγελθεί από τον τότε υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ, Χένρι Κίσινγκερ, ο οποίος, δύο μέρες πριν, είχε μιλήσει για «... επικείμενη πολιτική αλλαγή στην Αθήνα».

Ομως, για την επερχόμενη καταστροφή της 24ης Ιουλίου 2018 και τις νέες ημέρες εθνικού πένθους δεν υπήρξε καμία προειδοποίηση. Πώς θα μπορούσε άλλωστε, αφού ουδέποτε είδαμε ότι οι προαναγγελίες είχαν ήδη γίνει σε όλες τις προηγούμενες τραγωδίες; Αν υποθέσουμε ότι είχε ναρκωθεί τότε η δημοκρατία μέσω πολιτικών ηρεμιστικών τη στιγμή που θα έπρεπε ν' αρχίσει η συζήτηση για την εδραίωσή της, το ίδιο ναρκώνεται ο πόνος και το πένθος, το ίδιο μπλοκάρεται η σκέψη για τον πόνο τη στιγμή που θα έπρεπε ν' αρχίσει πραγματικά.

Μήπως ο χαρακτήρας της μεταπολίτευσης, όσο κι αν δεν αρέσει σε αρκετούς, επέτρεψε την επίπλαστη ευημερία, τις νομιμοποιήσεις, τις οικοπεδοποιήσεις, τις αυθαιρεσίες, τα «αναπτυξιακά» δημοσιονομικά ελλείμματα, την αδιαφάνεια, τη διαπλοκή, τα χρέη, την αδυναμία αποπληρωμής, τη χρεοκοπία, τον πόνο, αλλά και τις προηγούμενες τραγωδίες;

Πέρυσι, ημέρες του Δεκαπενταύγουστου του 2017, από την ίδια στήλη, με αφορμή τις πυρκαγιές στον Κάλαμο, τα παραπάνω είχαν επισημανθεί χωρίς να αλλάξει κάτι. Οπως και σήμερα, έτσι και τότε είχαν υπερσχολιαστεί τα πάντα: είχαμε μάθει με ανατριχιαστικές λεπτομέρειες πώς διασχίζει η φωτιά τις εθνικές οδούς, πώς καίγεται το πεύκο και πώς το αυτοκίνητο κ.λπ.

Δεν είχαμε δώσει καμία απάντηση για την ποιότητα της δημοκρατίας μας ως επιλογής, για την προστασία των κοινόκτητων πόρων, του περιβάλλοντος∙ δεν είχαμε μιλήσει για σεβασμό στους κανόνες και τον συνάνθρωπο, για ρυθμιστικές αδυναμίες, για δυνητικές αλλαγές. Ούτε είχαμε απαντήσει σε μύρια ερωτήματα σχετικά με τις συνέπειες της επιλογής μας ανάμεσα σε ένα ατομικιστικό μοντέλο ευτυχίας και σε ένα περισσότερο κοινοτιστικό-συλλογικό μοντέλο.

«Γιατί στους παραθεριστικούς οικισμούς υπάρχουν τόσο στενοί δρόμοι που εμποδίζουν τα σωστικά μέσα στην κατάσταση ανάγκης; Πώς μερικές πολυόροφες ιδιοκτησίες βρέθηκαν καταμεσής του δάσους; Πώς εξηγείται το παράδοξο να θέλουμε -πολλοί μάλιστα πλήρωσαν γι' αυτό- την απουσία του κράτους και των ελεγκτικών μηχανισμών όταν χτίζουμε τις περιουσίες μας, αλλά να θέλουμε την παρουσία των κράτους και των σωστικών μηχανισμών όταν καίγονται οι περιουσίες μας;»

Είχαμε τονίσει ότι η πρωτιά της Ελλάδας στις παραβιάσεις των περιβαλλοντικών κανόνων, η έκταση και οι οικονομικές συνέπειες του περιβαλλοντικού εγκλήματος, η αδιαφάνεια και οι νομοθετικοί στροβιλισμοί εμβόλιμων φωτογραφικών διατάξεων εξυπηρέτησης συμφερόντων και η διαρκής προσπάθεια νομιμοποίησης βεβαιωμένων παρανομιών και άλλα συνήθη, μαζί με τις ευρείες συσκέψεις των αρμόδιων φορέων και παραγόντων για αναγκαίες δράσεις και θλιβερές αποτιμήσεις, δείχνουν για πολλοστή φορά ότι, στο τέλος, ο γυμνός άνθρωπος και το περιβάλλον, ως μη όφειλαν, παραμένουν οι κρίσιμοι παρίες της υπόθεσης. Θλίψη μόνο. Τι 'χες Γιάννη; Τι 'χα πάντα!

*Δημοσιεύτηκε στην "Εφημερίδα των Συντακτών" στις 27/7/2018. 

Η λέξη «ανάγκη» είναι γραμμένη πια στα φέρετρα

Θα ήθελα να ξεκινήσω με κάτι προσωπικό, την ώρα που ο πόνος επιμερίζεται και ακινητοποιεί ολόκληρη την κοινωνία σαν να την καρφώνει στον τοίχο, απέναντι στην σκληρή εικόνα ενός καθρέφτη.

Εδώ και πολλά χρόνια, λόγω επαγγελματικών βιωμάτων, έχω κάνει μια συμφωνία με τον εαυτό μου. Αν ποτέ βρεθώ σε κίνδυνο σε φωτιά, θάλασσα, καταστροφή, θα λειτουργήσω σα να μην υπάρχει πιθανότητα να επιχειρήσει κάποιος οργανωμένα να με σώσει. Ξέρω πως εκεί έξω υπάρχουν σπουδαίοι άνθρωποι σαν αυτούς που ανέδειξε και αυτή η συμφορά, πυροσβέστες με αυταπάρνηση, εθελοντές με ανυστερόβουλη αγάπη, ήρωες πνιγμένοι από το βάρος της άθλιας γραφειοκρατίας, χέρια και καρδιές που είναι ικανά να τα βάλουν με την καταστροφή, αλλά γνωρίζω ακόμη, πως αυτό που ονομάζουμε κράτος και περιμένουμε την ευθύνη του, είναι ναρκοθετημένο δεκαετίες ολόκληρες από το κακό που έγινε δομικό του στοιχείο.

Υπάρχουν δύο ειδών αδυναμίες του κράτους. Η πρώτη είναι συνδεδεμένη με τη διαφθορά και τη γραφειοκρατία. Τα άχρηστα μέσα που προμηθευτήκαμε για να πάρουν κάποιοι μίζα, ο ανίκανος κρατικός υπάλληλος που έγινε επικεφαλής λόγω πολιτικής ένταξης, το λαμόγιο που πάνω στην ανάγκη του άλλου στήνει μπίζνες (κάτι σαν τη δράση της Novartis και του ΚΕΕΛΠΝΟ) αυτός που χρησιμοποίησε το κρατικό χρήμα σαν ιδιοκτησία του. Αυτή η πλευρά του κράτους έχει συνέχεια και διάρκεια μισού αιώνα. Να σας δώσω ένα παράδειγμα. Το 1991 ως νεαρός δημοσιογράφος, έζησα την καταστροφή πευκοδάσους της Λέσβου επειδή τα πυροσβεστικά αεροσκάφη είχαν πάρει εντολή κατάσβεσης στην Ηλεία, όπου η φωτιά ήταν λιγότερο επικίνδυνη, αλλά ετύγχανε πατρίδα του τότε Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης Θανάση Κανελλόπουλου. Το 2012 αποκαλύψαμε στο HOT DOC πως τα πυροσβεστικά ελικόπτερα τα οποία είχαν νοικιαστεί από Υπουργούς παρανόμως, έριχναν το 2007 στη μεγάλη φωτιά της Ηλείας, νερό στα βράχια για να γράφουν ώρες κατάσβεσης και να πληρώνεται η εταιρεία. Φυσικά τα αδικήματα των Υπουργών παραγράφηκαν. Αυτή λοιπόν η συνεχής αδυναμία του κράτους συνδέεται με τη διαφθορά και τους ανθρώπους της εξουσίας η οποίοι ακόμη και αν βγαίνουν ως λευκές περιστερές στα κανάλια, κυβέρνησαν και θέλουν να ξανακυβερνήσουν τη χώρα.

Υπάρχει όμως και μια δεύτερη αδυναμία που αφορά το κράτος. Είναι η τραγική κατάσταση που συνθέτουν η διοίκηση και οι έχοντες την πολιτική ευθύνη από τη μία και οι πολίτες από την άλλη, με κύρια ευθύνη όμως αυτή του κράτους. Αν δεν καταλαβαίνετε τι εννοώ, μιλώ για παράδειγμα για τον οδηγό ο οποίος την ώρα της φωτιάς στην Κινέττα, είχε καταλάβει τη Λωρίδα Εκτάκτου Ανάγκης (ΛΕΑ) στην Εθνική, εμποδίζοντας το πυροσβεστικό όχημα να κινηθεί και άκουγε ΣΚΑΙ ο οποίος τα έβαζε με τον κρατικό μηχανισμό που δεν φτάνει έγκαιρα. Παράνοια. Ο ίδιος οδηγός θα ξανακάνει το ίδιο πράγμα και αύριο αφού δεν πήγε φυλακή όπως θα έπρεπε. Γιατί η αστυνομία θα συνεχίσει να γράφει παπάκια στο δρόμο, αλλά δεν θα γράψει αυτόν που θα συνεχίσει να κινείται στη ΛΕΑ.

Αν δούμε κατάματα αυτό που συνέβη στο Μάτι, αν σκουπίσουμε για λίγο τα δάκρυα για να δούμε καθαρά, θα διακρίνουμε ίσως και τις αιτίες. Γι αυτή την καταστροφή δεν έφταιξε ούτε η μη έγκαιρη επέμβαση, ούτε οι πυροσβέστες, ούτε τα μέσα. Δεν έφταιξε ούτε ο στρατηγός άνεμος, ούτε λοχίες των αποφάσεων. Αυτή η χώρα, ακολουθώντας τα βίτσια του καθενός και κάνοντας πολιτικές αποφάσεις τα συμφέροντα, δομήθηκε άναρχα χωρίς κανόνες και λογικές που να παραπέμπουν στο μέλλον. Το Μάτι δημιουργήθηκε την εποχή των αυθαιρέτων και της αντιπαροχής, εκεί που ο καθένας έριχνε τσιμέντο και άπλωνε τούβλα για να χτίσει ένα σπίτι. Χωρίς κανόνες και προοπτική. Φυσικά χωρίς ασφάλεια, η οποία θεωρείται λεπτομέρεια στους μεγάλους σχεδιασμούς του νεοέλληνα. Είναι ίσως από τις λίγες παραθαλάσσιες περιοχές που οι δρόμοι δεν οδηγούν όλοι στη θάλασσα. Μάντρες κόβουν τους δρόμους, αυθαίρετες κατασκευές στέκουν με μεγαλοπρέπεια νεοαθηναϊκού ρυθμού εκεί που έπρεπε να υπάρχουν ελεύθεροι χώροι. Για να ξανακαταφύγω στην προσωπική εμπειρία, στη συγκεκριμένη περιοχή έχω καλύψει δημοσιογραφικά πάνω από 20 φωτιές. Οι δύο θυμάμαι ήταν αποτέλεσμα της προσπάθειας κάποιων να κόψουν μέταλλο μέσα στο κατακαλόκαιρο με ένα σιδεροτροχό, μερικές ήταν το γνωστό τσιγάρο του θεριακλή και οι περισσότερες εκδήλως η προσπάθεια των οικοπεδοφάγων. Ανεξάρτητα από την αιτία το δεδομένο ήταν πως μια περιοχή όπου τα σπίτια είναι μέσα στο δάσος, το λάθος ή η σκοπιμότητα θα έφερναν την καταστροφή. Θα μπορούσε να γίνει αυτό που έγινε αυτή τη φορά. Ισχυροί άνεμοι θα έσερναν τη φωτιά μέσα στον οικισμό, και οι άνθρωποι ανήμποροι θα έπεφταν στο έλεός της. Όχι στο Μάτι δεν έλειψαν τα μέσα ούτε η αυτοθυσία όσων πήγαν να βοηθήσουν. Αποκαλύφθηκε πως η χώρα απολογείται σε λάθος μέτρα ακολουθώντας μια παράλογη λογική που συνδέει τις φωτιές με το έμψυχο υλικό και τους προϋπολογισμούς. Στη χώρα της αυθαίρετης δόμησης και των αυθαίρετων απόψεων δεν υπάρχουν κανόνες και πρωτόκολλα. Το θέμα δεν είναι πόσα λεφτά δίνουμε για την πυρόσβεση μόνο, αλλά πώς σώζουμε. Υπάρχουν εκατοντάδες αυθαίρετοι οικισμοί μέσα σε δάση. Σε αυτούς τους οικισμούς, με ευθύνη της τοπικής αυτοδιοίκησης δεν υπάρχουν ούτε αντιπυρικές ζώνες, ούτε ελεύθερες περιοχές χωρίς δέντρα όπου μπορεί να καταφύγει κάποιος σε περίπτωση φωτιάς, ούτε κανόνες εκκένωσης. Όλα είναι χύμα στο κύμα, όπως ακριβώς τα αυθαίρετα. Όσα χρήματα και αν δοθούν για πυρόσβεση, όσοι πυροσβέστες και αεροσκάφη και αν ενεργήσουν, μια μικρή εστία μπορεί να κάψει ανθρώπους που εγκλωβίζονται όπως ακριβώς στο Μάτι, μέσα στα έργα της αυθαιρεσίας και του πανικού.

Το πράγμα έχει γίνει ένα μπλεγμένο κουβάρι. Το κράτος κάνει τα στραβά μάτια, ο πολεοδόμος και ο μηχανικός το ίδιο, ο πολιτικός δεν θέλει να πάρει το πολιτικό κόστος και η πυροπροστασία γίνεται μια πολιτική κοκορομαχία για τα κονδύλια και την «άμεση επέμβαση». Φυσικά και πολλά πράγματα στη χώρα είναι θέμα κονδυλίων, αλλά δεν είναι γραμμικό αποτέλεσμα των κονδυλίων.

Η χώρα ζει τις αντιφάσεις και τους κινδύνους που δημιουργεί η παθογένεια και οι οποίες αναπαράγουν τις επικινδυνότητες του μέλλοντος. Κάπου πρέπει να υπάρξει ένα κόψιμο του γόρδιου δεσμού. Προσέξτε τι θα συμβεί το επόμενο διάστημα: η κυβέρνηση θα χρηματοδοτήσει την ανοικοδόμηση των καμένων σπιτιών, πολλά από τα οποία είναι αυθαίρετα και ενδεχομένως και ένας από τους παράγοντες που συνέβαλαν στην καταστροφή. Το σπίτι δηλαδή που με την αυθαίρετη μάντρα του έκλεινε το δρόμο προς τη σωτηρία. Πού τελειώνει αυτή η ιστορία που αναπαράγεται συνεχώς με εργαλείο το συναισθηματισμό και το πολιτικό κόστος;

Το εθνικό πένθος και η οδύνη δεν πρέπει να οδηγήσουν μόνο σε μέτρα ανακούφισης. Πρέπει να υπάρξει σχεδιασμός. Όπως ακριβώς σε ένα καράβι όταν πάρει φωτιά ο κόσμος συγκεντρώνεται ακολουθώντας τις οδηγίες του πληρώματος, η χώρα πρέπει να θεσπίσει κανόνες και πρωτόκολλα που θα οδηγούν στη διάσωση. Πρέπει να ξαναδεί τη σύσταση και το μέγεθος των δασών της και ενδεχομένως να πρέπει να δημιουργήσει σταδιακά μικτά δάση μειώνοντας την εύφλεκτη πεύκη. Να επιλέξει εκτός από συστήματα πυρόσβεσης και συστήματα έγκαιρου εντοπισμού φωτιάς από δορυφόρους. Τα δάση θέλουν φροντίδα, περιφρούρηση και έξοδα γι αυτό που μας επιστρέφουν.

Στο κράτος πέφτει και η ευθύνη εκπαίδευσης και συνειδητοποίησης του κόσμου. Δεν μπορεί η χώρα να έχει τη συμπεριφορά του κακομαθημένου Ελληναρά που κυκλοφορεί στη ΛΕΑ και ζητά και τα ρέστα ούτε και να απολογείται σε αυτόν. Πρέπει να έχει σχέδιο και στρατηγική. Κυρίως για το πώς θα δημιουργήσει Έλληνες με άλλη συμπεριφορά σε ένα κράτος με σαφείς κανόνες. Και ατύχημα θα υπάρξει και εμπρησμός και άνεμοι 10 μποφόρ ξανά. Θα συμβεί αναπόφευκτα. Το κράτος δεν είναι οι «επιτόπου» που καταφθάνουν και οι μεμψίμοιροι που γκρινιάζουν ή επιθυμούν πολιτικό κόστος σκυλεύοντας νεκρούς. Το κράτος πρέπει να είναι η εμπιστοσύνη που αποπνέει και πολλές φορές η ανυποχώρητη στάση του σε θέματα που πρέπει να λυθούν. Εκεί θα κριθεί η κυβέρνηση πέρα από τα μέτρα ανακούφισης των πληγέντων. Το Υπουργείο Γεωργίας δεν μπορεί να είναι το υπουργείο των γεωπόνων γραφείου και των επιδοτήσεων ή των στατιστικών παραγωγής.

Προσπαθώ αυτή την ώρα να παραθέσω πράγματα που περνάνε από τη σκέψη μου ξέροντας πως οι στιγμές και η φόρτιση δεν δίνουν το καλύτερο αποτέλεσμα. Βαρέθηκα όμως τόσα χρόνια να καταγράφω καταστροφές και νεκρούς. Κουράστηκα και από τις εύκολες καταγραφές (πολλές φορές μπορεί να υπήρξα και εγώ φορέας τους) που μετράνε πόσα πυροσβεστικά πήγαν και πού. Όπως και σε πολλά άλλα πράγματα πρέπει να κοπούν οι δεσμοί με το παρελθόν που δημιουργεί ομηρίες. Η κυβέρνηση πρέπει να σχεδιάσει ξανά σα να σχεδίαζε μια νέα χώρα από την αρχή. Να δει το νομικό πλαίσιο, να το απλοποιήσει και κυρίως να εκπαιδεύσει. Να χτυπήσει τη γραφειοκρατία που είναι εργαλείο της διαφθοράς και να στηριχτεί στην εκπαίδευση με την προσδοκία που έχει ένας γονιός που μόλις στέλνει το παιδί του στο σχολείο.

Δεν πρέπει μόνο να αλλάζουν οι υπουργοί, πρέπει να αλλάξουν οι προτεραιότητες και η σκέψη. Αυτή η κυβέρνηση δεν έχει τις δεσμεύσεις και τις στερεοτυπίες όσων πέρασαν καταστροφικά σαν τις φωτιές πάνω από τη χώρα. Ας ξεκινήσει λοιπόν με λευκό χαρτί και μολύβι ζητώντας ευρεία συναίνεση για όσα αποφασίσει. Δεν είναι όλοι οι Έλληνες παράλογοι ούτε κανίβαλοι. Όταν καθιερώθηκαν τα capital controls όλοι διέκριναν μια καταστροφή για τη χώρα. Σήμερα όλοι συμφωνούν πως κατέληξε μια φυσική λειτουργία που χτυπά τη διακίνηση μαύρου χρήματος. Η πολιτική δεν μπορεί να χαράσσεται με βάση τις κρωγμές του ΣΚΑΙ ή το πολιτικό IQ του Άδωνη. Χαράσσεται από την κυβέρνηση με βάση τις ανάγκες. Και αυτή τη στιγμή η λέξη «ανάγκη» είναι γραμμένη πάνω σε φέρετρα.

*Δημοσιεύτηκε στο "Κουτί της Πανδώρας" στις 25/7/2018. 

Αιτήματα αλληλεγγύης σε μια Ευρώπη που παραπαίει

Σήμερα τα έθνη έχουν συντριβεί από τις επιταγές ενός παγκόσμιου καπιταλισμού υπό την καθοδήγηση χρηματοπιστωτικών αγορών χωρίς κανόνες. Το να αποτραβηχτούμε πίσω από τα σύνορά μας δεν μπορεί να είναι η απάντηση.

Δεν θα εξετάσω σε βάθος τα σημάδια δυσανεξίας που έρχονται από τη Βαυαρία, τα οποία έδωσαν το έναυσμα σε μια κυβερνητική κρίση απωθώντας το πραγματικό πρόβλημα, δηλαδή την απουσία διάθεσης συνεργασίας στο εσωτερικό της ΕΕ.
Η ευθύνη ανήκει σ' εκείνους τους ευρωπαϊστές, που δεν παραδέχονται ότι έχουν αμφιβολίες για μια αλληλέγγυα Ευρώπη. Ο Ζαν Πολ Σαρτρ αντιπαράθεσε με εξαιρετικό τρόπο τη mauvaise foi (ΣτΜ κακή πίστη) στην bonne foi (ΣτΜ καλή πίστη). Ποιος από εμάς δεν έχει νιώσει αυτή την ελαφρά ανησυχία: δρούμε με καλή πίστη, αλλά σε πιο ήρεμες στιγμές μάς τρώει η αμφιβολία για τη συνέπεια των πεποιθήσεων που εκφράσαμε με τόση αδιαλλαξία.
Υπάρχει ένα κομβικό σημείο στο οποίο η ροή των επιχειρημάτων μας παραπαίει ανεπαίσθητα.
Η εμφάνιση του Εμανουέλ Μακρόν στην ευρωπαϊκή σκηνή αποτέλεσε το κρίσιμο στοιχείο, όσον αφορά τη γνώμη που έχουν οι Γερμανοί για τον εαυτό τους, οι οποίοι, την εποχή της κρίσης της ευρωζώνης ήταν κορδωμένοι και βέβαιοι ότι είναι ακόμη οι καλύτεροι, αυτοί που ξελασπώνουν όλους τους άλλους Ευρωπαίους.
Δεν συνδέω την αναγνώριση αυτής της mauvaise foi με καμία κριτική ηθικού τύπου. Γιατί όποιος έχει μια τέτοια πεποίθηση, σε ένα βαθμό σάπια στο εσωτερικό της, από μια άποψη δεν είναι εντελώς υπεύθυνος, από μια άλλη δεν είναι ούτε άμοιρος ευθυνών.

Οι ευθύνες της Γερμανίας

Υπό αυτή την έννοια υπάρχει μια αναλογία μεταξύ του ευρωπαϊσμού ημών των Γερμανών με το διαδεδομένο φαινόμενο στα κιστερσιανά μοναστήρια του 11ου αιώνα, όπου οι μοναχοί βασανίζονταν από αβεβαιότητες και έπεφταν σε μια μελαγχολική κατάσταση δυσανεξίας, με αποτέλεσμα να καταλήξουν στην αδράνεια.
Φυσικά, πολλοί κριτικοί της πολιτικής της λιτότητας που εμπνεύστηκε η Γερμανία, εκτός από το να τη θεωρούν λανθασμένη, υποψιάζονταν πάντα ότι πίσω από την αλληλεγγύη που η Γερμανία επιδείκνυε με καμάρι, κρυβόταν μια διάκριση. Όμως ο παραδοσιακός Τύπος για πολλά χρόνια έκανε τους Γερμανούς να πιστεύουν στον αλληλέγγυο ρόλο τους και τον καιρό της κρίσης, δηλαδή ότι ήταν ένας συνετός διαχειριστής της κρίσης και ένας γενναιόδωρος χρηματοδότης.
Η Γερμανία δεν είχε πάντα ως στόχο το καλό όλων των κρατών μελών, συμπεριλαμβανομένης της ατυχούς προσπάθειας να δείξει την πόρτα στους Έλληνες; Απέναντι στις απροσδόκητες προκλήσεις που θέτει μια διεθνής κατάσταση αλλαγμένη ριζικά, αυτή η κολακευτική αυτοπροσωπογραφία εμφανίζει τις πρώτες ρωγμές.
Στην παλιά γερμανική ομοσπονδιακή δημοκρατία και μέχρι τον Κολ, η εικόνα των Γερμανών ως καλών ευρωπαϊστών είχε πραγματικούς λόγους ύπαρξης, που προέρχονταν και από μια κατάσταση πολιορκημένου έθνους, όχι μόνο υπό στρατιωτική έννοια. Η αίσθηση κανονικότητας ενός ευτυχισμένου, επιτέλους ενωμένου έθνους υπό τον Κολ, έδωσε σ' αυτή την ταυτότητα νέους τόνους ενισχύοντάς την.
Έπειτα από τις τραπεζικές και δημοσιονομικές κρίσεις, αυτή η εικόνα κατέληξε να γίνει όλο και πιο εγωιστική, λαμβάνοντας τα χαρακτηριστικά της mauvaise foi. Το κρίσιμο σημείο αυτής της αυταπάτης αποκαλύπτεται τη στιγμή κατά την οποία αναδύεται, αντίθετα, η έλλειψη εμπιστοσύνης μας στη διάθεση των άλλων εθνών, κυρίως εκείνων του ευρωπαϊκού Νότου, να συνεργαστούν.

Οι ατυχίες της αλληλεγγύης

Εάν ακούσουμε προσεκτικά όσα λέει, παρατηρούμε ότι η καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ χρησιμοποιεί με ιδιαίτερο τρόπο τις εκφράσεις «ευσυνειδησία» και «αλληλεγγύη». Κατά τη διάρκεια μιας πρόσφατης συζήτησης με τη γερμανίδα δημοσιογράφο Άννε Βιλ, κάνοντας έκκληση για μια κοινή πολιτική δράση των ευρωπαίων εταίρων στο θέμα της πολιτικής ασύλου και του δασμολογικού πολέμου των ΗΠΑ, η καγκελάριος ζήτησε «ευσυνειδησία».
Σε γενικές γραμμές, ο εργοδότης είναι αυτός που περιμένει ευσυνειδησία από τους συνεργάτες του, ενώ η πολιτική δράση απαιτεί συνήθως περισσότερη αλληλεγγύη παρά ευσυνειδησία. Η επιλογή της καγκελαρίου να χρησιμοποιήσει σε αυτές τις περιπτώσεις τον όρο «ευσυνειδησία» εξηγείται από το γεγονός ότι εδώ και χρόνια χρησιμοποιεί την «αλληλεγγύη» με διαφορετική έννοια, περιορισμένη στο οικονομικό πλαίσιο.
«Αλληλεγγύη έναντι ευθύνης», λέει το σύνθημα που θέλει να χρυσώσει το χάπι της πολιτικής λιτότητας τα τελευταία χρόνια. Η έννοια της «αλληλεγγύης» αναφέρεται στη σχέση αμοιβαίας εμπιστοσύνης μεταξύ φορέων που δεσμεύονται αυθόρμητα σε μια κοινή πολιτική ενέργεια. Αλληλεγγύη δεν σημαίνει αγάπη για τον πλησίον, αλλά άρνηση των εξαρτήσεων που ωφελούν ένα από τα μέρη.
Όποιος φέρεται με αλληλέγγυο τρόπο, είναι διατεθειμένος, τόσο για το μακροπρόθεσμο δικό του συμφέρον, όσο και λόγω της πίστης ότι οι άλλοι σε ανάλογες περιστάσεις θα φερθούν με τον ίδιο τρόπο, να βρεθεί σε μειονεκτική θέση βραχυπρόθεσμα. Αμοιβαία εμπιστοσύνη, στην περίπτωσή μας, που υπερβαίνει τα εθνικά σύνορα. Στη στενή εξάρτηση που επιβλήθηκε από τις λεγόμενες υπηρεσίες αλληλεγγύης αποκαλύπτεται αντίθετα η έλλειψη σε εμάς τους Γερμανούς μιας τέτοιας βάσης εμπιστοσύνης και της συνεπαγόμενης κενότητας των αισθημάτων μας, σε εθνικό επίπεδο, ως καλών Ευρωπαίων.
Στις διαπραγματεύσεις για τις προτάσεις μεταρρύθμισης του Μακρόν, η Γερμανία και άλλες χώρες διστάζουν να μετασχηματίσουν ισχυροποιώντας τη νομισματική ένωση (που σήμερα λειτουργεί σε καθόλου άριστες συνθήκες) ώστε να γίνει πραγματική ευρωπαϊκή πολιτική ένωση.

Από τη σταθερότητα στη σύγκλιση

Θα χρειαζόταν να «θωρακιστεί» η δημοκρατική ευρωζώνη –όχι μόνο κατά των κερδοσκόπων- αλλά με μια αδιαφιλονίκητη τραπεζική ένωση, μια ασφάλεια των αποταμιεύσεων και ένα νομισματικό ταμείο, που να ελέγχεται σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Θα έπρεπε να είναι πάνω απ' όλα εφοδιασμένη με τις αρμοδιότητες και τα μέσα προϋπολογισμού, για να παρεμβαίνει και να καταπολεμά τις οικονομικές και κοινωνικές αποκλίσεις μεταξύ των διαφόρων κρατών μελών. Το θέμα δεν είναι μόνο η δημοσιονομική σταθερότητα, αλλά να επιτύχουμε σύγκλιση, αξιόπιστες πολιτικές προθέσεις εκ μέρους των ισχυρότερων κρατών μελών κάτω από ένα οικονομικό και πολιτικό προφίλ, να διατηρήσουμε τις προδομένες υποσχέσεις του ενιαίου νομίσματος, ότι θα παρήγε μια οικονομική ανάπτυξη με σύγκλιση.
Ο δεξιός λαϊκισμός μπορεί και να προκαλέσει μια κλιμάκωση προκαταλήψεων απέναντι στους μετανάστες και να εκμεταλλευτεί το φόβο που έχουν τα μεσαία στρώματα για τον εκσυγχρονισμό, όμως τα συμπτώματα δεν είναι η ίδια η αρρώστια. Η βαθύτερη αιτία της πολιτικής οπισθοδρόμησης είναι η απτή απογοήτευση για το γεγονός ότι από την ΕΕ με τη σημερινή μορφή της απουσιάζει η αναγκαία ικανότητα πολιτικής δράσης για να αντιταχθεί στις τάσεις αυξανόμενης κοινωνικής ανισότητας όχι μόνο στο εσωτερικό των κρατών μελών, αλλά και μεταξύ τους.
Ο δεξιός λαϊκισμός οφείλεται κατ' αρχήν στη διαδεδομένη συνειδητοποίηση εκ μέρους των ενδιαφερομένων ότι από την ΕΕ λείπει η πολιτική βούληση να αναπτύξει μια πραγματική ικανότητα δράσης. Ο πυρήνας της Ευρώπης, που βρίσκεται σήμερα σε κίνδυνο, μετασχηματισμένος σε μια ευρω-ένωση ικανή να δράσει, θα ήταν η μοναδική νοητή δύναμη ενάντια στην περαιτέρω καταστροφή του κοινωνικού μας μοντέλου, που τόσο επικαλούμαστε. Αντίθετα, στην τρέχουσα μορφή της, η Ένωση δεν μπορεί να κάνει κάτι άλλο από το να επιταχύνει αυτή την αποσταθεροποίηση.
Η αιτία της «τραμπικής» κατάντιας της Ευρώπης είναι η εξαιρετικά ρεαλιστική αυξανόμενη συνειδητοποίηση εκ μέρους των ευρωπαϊκών πληθυσμών, ότι απουσιάζει μια αξιόπιστη πολιτική βούληση για να βγούμε απ' αυτόν τον φαύλο κύκλο. Αντίθετα, οι πολιτικές ελίτ καταπίνονται από τη δίνη ενός δειλού οπορτουνισμού, συνδεδεμένου με τις δημοσκοπήσεις, με σκοπό τη διατήρηση της εξουσίας βραχυπρόθεσμα. Είμαι της γνώμης ότι οι πολιτικές ελίτ –και πάνω απ' όλα τα αποθαρρυμένα ευρωπαϊκά σοσιαλδημοκρατικά κόμματα- δεν έχουν αρκετή εμπιστοσύνη στις ικανότητες των ψηφοφόρων τους.

Σήμα κινδύνου η ιταλική κρίση

Η ιταλική κρίση είναι ίσως η πρώτη ευκαιρία για να σκεφτούμε πόσο χυδαία είναι να επιβάλεις αυστηρούς κανόνες στην ευρωπαϊκή νομισματική ένωση υπέρ των ισχυρότερων οικονομικά κρατών μελών, χωρίς να κάνεις σε αντιστάθμισμα ανοίγματα σε χώρους και αρμοδιότητες για μια κοινή ευέλικτη δράση.
Γι' αυτό, το πρώτο μικρό βήμα προς τη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού προϋπολογισμού, που ο Μακρόν απέσπασε από τη Μέρκελ πριν από μερικές εβδομάδες, αποκτά μια τόσο μεγάλη συμβολική αξία. Είναι πολύ παράξενο ότι μια Γερμανία που βρίσκεται με την πλάτη στον τοίχο, πουλάει κομμάτι-κομμάτι την ισχυρή της αντίσταση απέναντι σε κάθε βήμα προς την ολοκλήρωση. Δεν ξέρω πώς να εξηγήσω το γιατί η γερμανική κυβέρνηση πιστεύει ότι θα κατορθώσει να πείσει τους εταίρους για κοινές δράσεις στα ζητήματα της πολιτικής για τους πρόσφυγες, της εξωτερικής πολιτικής και του εξωτερικού εμπορίου (βλέπε αμερικανικούς δασμούς), που είναι για μας τόσο σημαντικά, όταν ταυτόχρονα εμποδίζει αυτές τις κοινές δράσεις στο ζωτικής σημασίας ζήτημα της πολιτικής ενίσχυσης της ευρωζώνης.
Η γερμανική κυβέρνηση βάζει σαν τη στρουθοκάμηλο το κεφάλι της στην άμμο, ενώ ο γάλλος πρόεδρος εκφράζει ξεκάθαρα την πρόθεση να καταστήσει την Ευρώπη έναν παγκόσμιο παράγοντα στο πλαίσιο μια φιλελεύθερης και θεμιτής παγκόσμιας τάξης. Επίσης, ο αντίκτυπος που είχε ο συμβιβασμός Γαλλίας- Γερμανίας στον γερμανικό Τύπο είναι παραπλανητικός: μοιάζει σαν ο Μακρόν με τη συναίνεση στον προϋπολογισμό της ευρωζώνης να είχε μια αναγκαία επιτυχία σε αντάλλαγμα της στήριξης που παρείχε στην πολιτική ασύλου της Μέρκελ. Αυτό αποκρύπτει το γεγονός ότι ο Μακρόν τουλάχιστον πέτυχε την πρόσβαση σε μια ατζέντα που πηγαίνει πέρα από τα συμφέροντα μιας μεμονωμένης χώρας, ενώ η Μέρκελ αγωνίζεται για την προσωπική της πολιτική επιβίωση.
Στον Μακρόν ασκείται δίκαιη κριτική στην πατρίδα του για τις ελάχιστα ισορροπημένες μεταρρυθμίσεις του, αλλά ξεχωρίζει ανάμεσα στους άλλους ευρωπαίους ηγέτες, επειδή αξιολογεί κάθε σημερινό πρόβλημα από μια ευρύτερη οπτική και επομένως δεν περιορίζεται στην απλή δράση ως αντίδραση. Τον χαρακτηρίζει το θάρρος μιας σχεδιασμένης πολιτικής και οι επιτυχίες του διαψεύδουν τη θεωρία, σύμφωνα με την οποία η πολυπλοκότητα της κοινωνίας θα επέτρεπε μόνο να ενεργούμε αντιδρώντας στις συγκρούσεις για να τις αποφύγουμε.

Ο αφοπλισμός της πολιτικής

Η προοπτική της αιώνιας ανόδου και παρακμής των αυτοκρατοριών είναι εκτός του ιστορικού νεωτερισμού της σημερινής κατάστασης. Η όλο και πιο ενοποιημένη παγκόσμια κοινωνία είναι παρόλα αυτά ακόμη κατακερματισμένη. Ο αφοπλισμός της πολιτικής δημιουργεί μια αίσθηση ορίου, απέναντι στο οποίο οι πληθυσμοί σήμερα κρατάνε την ανάσα τους και απαρνούνται τις υπερεθνικές μορφές πολιτικής ολοκλήρωσης πέρα από τα εθνικά σύνορα. Οι υπερασπιστές του πολιτικού ρεαλισμού που εκφράζουν όλη την περιφρόνησή τους σ' αυτή τη στάση, ξεχνούν ότι η θεωρία τους για τον ψυχρό πόλεμο ήταν αντιληπτή μεταξύ δύο ορθολογικών φορέων.
Πού είναι ο ορθολογισμός της δράσης στο σημερινό σενάριο; Κάτω από το ιστορικό προφίλ, το αναγκαίο βήμα στην κατεύθυνση μιας Ευρωπαϊκής Ένωσης ικανής για πολιτική δράση, αντιστοιχεί με τη συνέχιση μιας διαδικασίας εκμάθησης, που άρχισε τον καιρό της οικοδόμησης της εθνικής ταυτότητας τον 19ο αιώνα. Ακόμη και τότε η επίγνωση του να ανήκει κάποιος σε ένα έθνος, πέρα από τη χώρα, το κράτος και την περιφέρεια προέλευσης δεν ήρθε με φυσικό τρόπο. Προσαρμόστηκε από τις κυρίαρχες ελίτ στο ήδη υπάρχον λειτουργικό πλαίσιο των σύγχρονων κυρίαρχων κρατών και των οικονομιών.
Σήμερα οι εθνικοί πληθυσμοί έχουν συντριβεί από τις πολιτικά ανεξέλεγκτες εργαλειακές επιταγές ενός παγκόσμιου καπιταλισμού που καθοδηγείται από χρηματοπιστωτικές αγορές χωρίς κανόνες. Το να αποτραβηχτούμε πίσω από τα εθνικά μας σύνορα δεν μπορεί να είναι η σωστή απάντηση. Αυτό ισχύει πάνω απ' όλα για τις πολιτικές ασύλου, αν οι ευρωπαϊκές χώρες δεν θέλουν να βυθιστούν και πάλι στη δηλητηριασμένη νοοτροπία που χαρακτηρίζει τις αποικιακές δυνάμεις.

(Μετάφραση: Τόνια Τσίτσοβιτς)

*Σημ: Η ομιλία του Γ. Χάμπερμας εκφωνήθηκε κατά την απονομή του βραβείου του Γαλλογερμανικού Συνδέσμου Μέσων Ενημέρωσης στο γερμανό φιλόσοφο. Δημοσιεύτηκε στην ιταλική Republica.

**Δημοσιεύτηκε στην "Εποχή" στις 22/7/2018.