Τρίτη, 16 Απρίλιος 2024

Ετεροχρονισμένο αφήγημα για την Ευρώπη

«Ποιον καλώ όταν θέλω να μιλήσω με Ευρώπη;». Ηταν μια προβοκατόρικη ερώτηση, η πατρότητα της οποίας αποδίδεται στον Χένρι Κίσινγκερ. Και λέει πολλά. Μεγαλύτερο ενδιαφέρον, όμως, έχει η απάντηση. Ο Γάλλος οικονομολόγος Ζαν Πισανί-Φερί έκανε την ανάλυση των τηλεφωνικών κλήσεων του Αμερικανού υπουργού Οικονομικών, Τίμοθι Γκάιτνερ, μεταξύ Ιανουαρίου του 2010 και Ιουνίου του 2012 (http://bruegel.org/2013/02/tim-geithner-and-europes-phone-number/).

Από τη μελέτη προέκυψε, με βάση τις τηλεφωνικές κλήσεις στην περίοδο κλιμάκωσης της ελληνικής κρίσης, ότι ο Αμερικανός υπουργός Οικονομικών συνομιλούσε για τα ευρωπαϊκά θέματα, πρώτον, με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (114 κλήσεις), δεύτερον, με τον πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (58 κλήσεις), τρίτον, με τον Γερμανό υπουργό Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε (36 κλήσεις)· η τέταρτη κατά σειρά επαφή ήταν με τον Γάλλο υπουργό Οικονομικών.

Τι δείχνει αυτή η ιστορία; Δείχνει ότι το ΔΝΤ απαντούσε στα ευρωπαϊκά θέματα. Εδειξε ότι η Ε.Ε. απαντούσε μέσω των τεχνοκρατών της ΕΚΤ· ότι η Ευρώπη, αντί να έχει μέλημα τη φροντίδα των πολιτών της, ενδιαφερόταν για την κατάσταση των τραπεζών και των αγορών της.

Εδειξε ότι η Ευρώπη στηριζόταν στον γαλλογερμανικό άξονα, δηλαδή, στις δύο χώρες που, προς στιγμήν, είχαν ξεχάσει τα δικά τους δεινά του 1945 και την αδυναμία τους να εξοφλήσουν τα χρέη τους.

Επιπλέον, αυτή η ιστορία έδειξε ότι ο ευρωπαϊκός πυρήνας πίεσε τον ευρωπαϊκό Νότο με ιδιοτέλεια, επέβαλε μνημόνια λιτότητας, εντός του ευρώ, με ιστορική αμνησία αλλά και με ολέθριες συνέπειες. Δείχνει, τέλος, τη δημιουργία ενός υφιστάμενου αυτοκαταστροφικού ευρωπαϊκού μοντέλου πραγματικής συλλογικής τιμωρίας. Τιμωρίας, μάλιστα, διαγενεακού τύπου: τους Baby Boomers να φτύνουν κατάμουτρα τους Millennials.

Στο σημείο αυτό, και σε σχέση με τους τεχνοκράτες που δίνουν λύσεις σε καθαρά πολιτικά και οικονομικά προβλήματα, ο Γιούργκεν Χάμπερμας -ένας από τους πιο σημαντικούς κοινωνικούς και πολιτικούς στοχαστές στον κόσμο σήμερα- έκανε τη δημόσια παρέμβασή του. Στο βιβλίο του με τίτλο «The Lure of Technocracy» («Το θέλγητρο της τεχνοκρατίας», 2013) παρουσιάζει μια συνεκτική, ευρεία υπεράσπιση του σχεδίου της ευρωπαϊκής ενοποίησης.

Εξηγεί τα αδέξια βήματα που έγιναν για τη διεθνοποίηση της δημοκρατίας και τη συνταγματοποίηση του διεθνούς δικαίου κατά τη διάρκεια των τελευταίων 25 ετών και προτείνει στους βασικούς συντελεστές της Ευρωπαϊκής Ενωσης (πολιτικούς, κόμματα και κράτη-μέλη) μια διέξοδο στην τρέχουσα οικονομικο-πολιτική κρίση.

Ομως, ενάντια στις τεχνοκρατικές πολιτικές που υποστηρίζει ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε και το Βερολίνο. Τα μέτρα που επιβάλλονται εις βάρος των οικονομικά ασθενέστερων χωρών, λέει, υπονομεύουν την αλληλεγγύη μεταξύ των κρατών-μελών και εγκαταλείπουν την ευημερία στις ιδιοτροπίες των αγορών.

«Μόνο εάν η τεχνοκρατική προσέγγιση αντικατασταθεί από τον βαθύτερο εκδημοκρατισμό των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων, μόνον τότε η Ε.Ε. θα μπορεί και πάλι να θέσει υπό πολιτικό έλεγχο, σε υπερεθνικό επίπεδο, τον ανεξέλεγκτο καπιταλισμό της αγοράς και να εκπληρώσει την υπόσχεσή της ως υπόδειγμα κοινωνίας».

Προφανώς, λίγο ενδιαφέρει αν ο Χάμπερμας θα μείνει στην ιστορία ως ο ασπρομάλλης προφήτης της νέας δημοκρατικής Ευρώπης και μιας ευρωζώνης χειραφετημένης από εθνικά μίση. Το θέμα είναι ότι οι ελίτ της Ε.Ε. έχουν πρόθεση να συνεχίσουν να διαδραματίζουν –μέσω των τεχνοκρατών– ένα παιχνίδι μικροπολιτικής για πολλά ανοιχτά θέματα: Brexit, ευρωατλαντικές σχέσεις, σχέσεις με Ρωσία, εκλογές στη Γαλλία, στη Γερμανία, προσφυγικό-μεταναστευτικό, πόλεμος, τρομοκρατία κ.ά.

Το ίδιο κάνουν και με την ελληνική κυβέρνηση. Από το 2010 είχαν υποτιμηθεί τελείως οι μακροοικονομικές συνέπειες του προγράμματος που επιβλήθηκε στην Ελλάδα.

Οι τεχνοκράτες του ΔΝΤ και η Λέσχη του Βερολίνου πίστευαν ότι με την περικοπή των μισθών και την αποδοχή πρόσθετων μέτρων λιτότητας, οι ελληνικές εξαγωγές θα αυξηθούν και η οικονομία θα επιστρέψει σύντομα στην ανάπτυξη. Πίστευαν, επίσης, ότι η πρώτη αναδιάρθρωση του χρέους θα οδηγούσε στη διαχειρισιμότητα του χρέους.

Επειδή η αποτυχία φανερώνει περισσότερα από όσα κουκουλώνει η επιτυχία, σε ένα τέτοιο κλίμα, η Ελλάδα δεν έχει να περιμένει πολλά. Το βασικό σήμερα στην Ε.Ε. δεν είναι η περαιτέρω ολοκλήρωση. Η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση είναι χθεσινή∙ αυτό που κινδυνεύει, αύριο, είναι η δημοκρατία στην Ευρώπη.

Και (με τα λόγια του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη) πριν «πάσαι σχεδόν αι νήσοι του Αιγαίου υποταχθούν», θα πρέπει εμείς οι ίδιοι να σοβαρευτούμε. Και πρώτο -αν πιστεύει στη δημοκρατία- θα πρέπει σοβαρευτεί το «κόμμα Σόιμπλε», μαζί με όποιον έχει απομείνει να σκέφτεται χωρίς αντικαταθλιπτικά.

«Αλλως δε, ουδέν καλύτερον εζήτουν ή να εύρωσίν τινα, εις ον να υποταχθώσιν. Ως φαίνεται η δουλεία είναι πάντοτε προτιμοτέρα της αναρχίας, όπως η λέπρα είναι προτιμοτέρα της πανώλους... Διότι πάσα χώρα εν τη Ανατολή είχε πέσει εις τας χείρας του τυχόντος». Ούτε καν στο «αόρατο χέρι», αλλά «εις τας χείρας του τυχόντος»...

Εδώ, στην κουβέντα περί δημοκρατίας στην Ευρώπη, θα ήταν ίσως χρήσιμο να θυμηθούμε τον Αϊνστάιν: «Αν, από την αρχή, μια ιδέα δεν φαντάζει τρελή, τότε δεν υπάρχει καμιά ελπίδα γι' αυτή την ιδέα».

Ο καθένας ας διαβάσει όπως θέλει αυτά τα λόγια∙ αλλά, μάλλον, αυτό που θα ήθελε να μας πει είναι ότι το δικαίωμα σ' ένα δύσκολο -ετεροχρονισμένο για την εποχή μας- ιδανικό θα παραμένει σταθερά ένα ανθρώπινο δικαίωμα. Και η Ευρώπη το έχει ανάγκη όσο ποτέ άλλοτε.

Δημοσιεύτηκε στην "Εφημερίδα των Συντακτών" στις 29/12/2016.

Προσθήκη νέου σχολίου


Κωδικός ασφαλείας
Ανανέωση