Η Σοσιαλδημοκρατία μετά τις εκλογές

  • Print

Με βάση τα αποτελέσματα των εκλογών, η νικήτρια Νέα Δημοκρατία κέρδισε την αυτοδυναμία ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία όχι μόνο δεν υπέστη την αναμενόμενη στρατηγική ήττα, αλλά κατάφερε να πάρει πολύ μεγαλύτερο ποσοστό από αυτό των ευρωεκλογών. Τέλος, το ΚΙΝΑΛ με το οποίο θα ασχοληθώ σε αυτό το άρθρο δεν κατόρθωσε να ανέλθει σε διψήφιο αριθμό. Φαίνεται καθαρά πως για την επόμενη τετραετία το διπολικό σύστημα θα εδραιωθεί περισσότερο ενώ το ΚΙΝΑΛ, όπως έχω τονίσει και σε προηγούμενα άρθρα μου, αν δεν αλλάξει τον προσανατολισμό του θα συνεχίσει τον κατηφορικό δρόμο.
Με βάση τα παραπάνω δεδομένα, θα υποστηρίξω πως τα μέλη και στελέχη του κινήματος, πριν αποφασίσουν τι είδους στάση θα πάρουν στο επόμενο συνέδριο του κόμματος, θα πρέπει να λάβουν υπόψη τους όχι μόνο τι συμβαίνει στη χώρα μας αλλά και τις σχετικές εξελίξεις στην Ευρώπη. Γιατί η Ελλάδα, αντίθετα με την ελληνοκεντρική αντίληψη, δεν αποτελεί εξαίρεση, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά την σχέση μεταξύ σοσιαλδημοκρατικής κεντροαριστεράς και ριζοσπαστικής αριστεράς.

Σοσιαλδημοκρατία και παγκοσμιοποίηση

Στην Ευρώπη το απότομο άνοιγμα των παγκόσμιων αγορών οδήγησε στην αδυναμία των εθνικών κυβερνήσεων να ελέγχουν τις κινήσεις του πολυεθνικού κεφαλαίου εντός των εθνικών συνόρων. Αυτό βέβαια ενέτεινε την ανισορροπία δύναμης μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας. Επιπλέον, η συρρίκνωση της βιομηχανικής εργατικής τάξης (η κύρια εκλογική βάση των σοσιαλδημοκρατών), καθώς και άλλοι παράγοντες οδήγησαν τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα να προσεγγίσουν τις πρακτικές και αξίες του νεοφιλελευθερισμού. Αξίες βασισμένες στην αγοροκρατική λογική. Στη λογική πως όσο μεγαλύτερη είναι η απελευθέρωση των αγορών από τον κρατικό έλεγχο, τόσο η παραγωγικότητα εντείνεται. Ενώ μέσω της διάχυσης του πλούτου προς τα κάτω (trickle down effect) θα εξασφαλίζονται ή και θα επεκτείνονται τα κοινωνικά δικαιώματα των εργαζομένων.
Βέβαια, αυτή η λογική δεν λαμβάνει σοβαρά υπόψη την τωρινή κυριαρχία του χρηματιστηριακού καπιταλισμού, τη δυνατότητα φυγής του κεφαλαίου σε φορολογικούς παραδείσους κτλ. Για ένα μεγάλο μέρος της αριστεράς η στροφή της σοσιαλδημοκρατίας προς τα δεξιά θεωρήθηκε ως προδοσία: ως «μπλερισμός» ή «σοσιοφιλελευθερισμός». Μια τάση που δεν έχει πια καμία σχέση με την «χρυσή εποχή της σοσιαλδημοκρατίας» (1945-1975). Κατά αυτούς, η στροφή της σοσιαλδημοκρατίας προς τον νεοφιλελευθερισμό οδήγησε στον θάνατό της. Είναι για αυτόν τον λόγο που πολλά σοσιαλδημοκρατικά κόμματα, κυρίως κατά την περίοδο της 2007/8 κρίσης, πήραν την κατιούσα. Έτσι, για παράδειγμα, στις τρεις πιο μεγάλες οικονομίες της ΕΕ (Γαλλία, Ιταλία, Γερμανία) παρατηρούμε την εκτίναξη των ανισοτήτων και την κοινωνική περιθωριοποίηση ενός μεγάλου μέρους του πληθυσμού. Αυτό σε συνδυασμό με την ταυτοτική και προσφυγική κρίση, οδήγησε στη θεαματική άνοδο του εθνολαϊκισμού και την κάθοδο των κεντροαριστερών κομμάτων.

Οι εξελίξεις στην ευρωζώνη

Ξεκινώ με το ιστορικά και πολιτικά πιο σημαντικό σοσιαλδημοκρατικό κόμμα, το γερμανικό SPD. Το κόμμα αποφάσισε να συνεργαστεί σχηματίζοντας έναν «μεγάλο συνασπισμό» με το συντηρητικό χριστιανοδημοκρατικό κόμμα, με καταστροφικά για το πρώτο αποτελέσματα. Σε κάθε έναν από τους τρεις συνασπισμούς με το κόμμα της Άνγκελας Μέρκελ το SPD κατόρθωσε μεν να προωθήσει σε κάποιον βαθμό τα δικαιώματα των εργαζομένων. Αλλά συρρικνώθηκε δραματικά σε ό,τι αφορά τα ποσοστά του. Και αυτό την στιγμή που μετά τις πρόσφατες ευρωεκλογές το αριστερό ριζοσπαστικό πράσινο κόμμα φαίνεται να καταλαμβάνει την πρώτη θέση στις δημοσκοπήσεις ξεπερνώντας τα δύο παραδοσιακά μεγάλα κόμματα (το SPD και το Λαϊκό Κόμμα). Παρόλα αυτά η τωρινή ηγεσία του σοσιαλδημοκρατικού κόμματος παραμένει στον Μεγάλο Συνασπισμό που έχει πάψει πια να είναι «μεγάλος». Στην κομματική όμως βάση του SPD, κυρίως οι νέες και οι νέοι, απαιτούν την άμεση αποχώρηση από μια συμμαχία που έχει περιθωριοποιήσει τη γερμανική κεντροαριστερά. Πολλοί υποστηρίζουν πως μια νέα συμμαχία μεταξύ της σοσιαλδημοκρατικής κεντροαριστεράς, του ριζοσπαστικού αριστερού κόμματος Die Linke και των πρασίνων θα μπορούσε να σχηματίσει κυβέρνηση και να αλλάξει την κομματική δομή της Γερμανίας αλλά και τις μελλοντικές τύχες της ΕΕ.
Σε άλλες όμως ευρωπαϊκές χώρες, η σοσιαλδημοκρατία τα κατάφερε καλύτερα. Για παράδειγμα, στις πρόσφατες εκλογές στην Δανία η σοσιαλδημοκράτισσα Μέτε Φρέντρικσεν κατόρθωσε να σχηματίσει κυβέρνηση λαμβάνοντας υπόψη τους φόβους μιας μερίδας των ψηφοφόρων που επιθυμούν τον πιο αυστηρό έλεγχο των προσφυγικών ροών. Στην Σουηδία από την άλλη μεριά, οι σοσιαλδημοκράτες κέρδισαν τις εκλογές με παραχωρήσεις προς τα μεσαία κόμματα. Ενώ οι φιλανδοί σοσιαλδημοκράτες συγκρότησαν κυβέρνηση συμμαχώντας με μικρότερα αριστερά κόμματα. Όσο για τη νότια Ευρώπη, ως γνωστόν ο πορτογάλος σοσιαλδημοκράτης πρωθυπουργός Αντόνιο Κόστα κυβερνά εδώ και καιρό με αποτελεσματικό τρόπο στη βάση μιας συμμαχίας όπου το ριζοσπαστικό αριστερό κόμμα Bloco παίζει σημαντικό ρόλο. Το ίδιο ισχύει και για την Ισπανία. Ο σοσιαλιστής πρωθυπουργός Πέδρο Σάντσεθ κυβερνά με τη βοήθεια των Podemos (πρόκειται βέβαια για μια κυβέρνηση μειοψηφίας).
Με βάση τα παραπάνω, είναι εμφανές πως στην ευρωζώνη κάθε στροφή της σοσιαλδημοκρατίας προς τα δεξιά την αποδυναμώνει. Ενώ αντίθετα όταν η κεντροαριστερά συμμαχεί με αριστερά κόμματα ενισχύεται. Φυσικά, δεδομένης της πολυπλοκότητας του κάθε εθνικού πολιτικού συστήματος, δεν υπάρχει μια καθολική θεωρία. Αλλά αναμφίβολα η κυρίαρχη τάση είναι προς αυτή την κατεύθυνση. Άρα το ΚΙΝΑΛ αν δεν θέλει να συρρικνωθεί περαιτέρω, θα πρέπει να λάβει υπόψη του την εμπειρία των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων στην ευρωζώνη.

Το ΚΙΝΑΛ και η φιλοευρωπαϊκή στροφή του ΣΥΡΙΖΑ

Υπάρχει και ένας τρίτος παράγοντας που οι οπαδοί του ΚΙΝΑΛ πρέπει να λάβουν υπόψη τους στη μετεκλογική περίοδο. Με την αργή αλλά σταδιακή ενοποίηση της ΕΕ, οι διαχωριστικές γραμμές μεταξύ της μακρονικής ευρωπαϊκής πολιτικής και αυτής της ριζοσπαστικής αριστεράς αμβλύνονται. Πιο συγκεκριμένα, παρόλο που ο γάλλος πρόεδρος ακολουθεί μια νεοφιλελεύθερη πολιτική εντός της χώρας του, στον ευρωπαϊκό χώρο έχει σαν στόχο την σταδιακή άμβλυνση του τεράστιου και συνεχώς εντεινόμενου χάσματος μεταξύ του γερμανικού κέντρου και του ευρωπαϊκού νότου. Οι Τσίπρας, Κόστα και Σάντσεθ για προφανείς λόγους συμφωνούν όχι με τον μερκελικό, αλλά με τον μακρονικό δρόμο προς την ευρωπαϊκή ενοποίηση. Συμφωνούν με την ιδέα μιας ευρωκεντρικής ομοσπονδίας και όχι μιας γερμανοκρατούμενης συνομοσπονδίας. Γιατί στο πλαίσιο της δεύτερης θα συνεχιστεί η συστηματική μεταφορά πόρων από τις λιγότερο στις περισσότερο αναπτυγμένες χώρες της ευρωζώνης. Από αυτή την άποψη, η συνεχιζόμενη δαιμονοποίηση του Αλέξη Τσίπρα από την αρχηγό του ΚΙΝΑΛ και η ιδέα πως το κόμμα της θα μπορέσει μεσοπρόθεσμα να περιθωριοποιήσει τον ΣΥΡΙΖΑ και να πάρει τη θέση του στο κομματικό σύστημα είναι δονκιχωτική. Γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ που υπήρχε πριν από την ευρωπαϊκή στροφή του αρχηγού του δεν υπάρχει πια. Άρα, αν συνεχιστεί η εμμονική δαιμονοποίηση της ριζοσπαστικής αριστεράς και η στροφή της Φώφης Γεννηματά προς την ΝΔ, το ΚΙΝΑΛ θα διαλυθεί. Βέβαια, πρόσφατα η πρόεδρος του κόμματος άλλαξε απότομα πολιτική. Τονίζει την αυτονομία του Κινήματος Αλλαγής. Ισχυρίζεται πως δεν θα γίνει το κόμμα της ούτε δεκανίκι της ΝΔ ούτε του ΣΥΡΙΖΑ. Πρόκειται για μια ακόμη φαντασίωση. Για παράδειγμα, η πρόεδρος του ΚΙΝΑΛ ακολουθεί πιστά τις υπερφίαλες θέσεις της ΝΔ σε ό,τι αφορά την Συμφωνία των Πρεσπών. Τουλάχιστον ο Κυριάκος Μητσοτάκης ακολούθησε μια μικροκομματική πολιτική για να ενώσει το κόμμα του. Ενώ η κυρία Γεννηματά δεν είχε τέτοιο πρόβλημα. Αντίθετα όλα σχεδόν τα μέλη του πολιτικού συμβουλίου είπαν την αλήθεια. Δηλαδή πως η συμφωνία ήταν συμφέρουσα για τη χώρα.

Συμπέρασμα

Ο ΣΥΡΙΖΑ με βάση τα πρόσφατα εκλογικά αποτελέσματα είναι και θα παραμείνει ο δεύτερος πόλος του πολιτικού μας συστήματος. Το ΚΙΝΑΛ υπό την τωρινή ηγεσία όχι μόνο δεν πρόκειται να αυξήσει σε διψήφιο αριθμό το ποσοστό του στις επόμενες εκλογές αλλά θα καταφέρει μάλλον το αντίθετο. Ο μόνος τρόπος να διασωθεί η ελληνική κεντροαριστερά είναι μια συμμαχία με τη ριζοσπαστική αριστερά. Αφού τα δύο κόμματα έχουν στη σημερινή συγκυρία περισσότερα κοινά σημεία από διαφορές. Επιπλέον, το ΚΙΝΑΛ μπορεί να οδηγήσει τον ΣΥΡΙΖΑ προς μια πιο δημοκρατική και αποτελεσματική κατεύθυνση. Ενώ μια συμμαχία βασισμένη σε συγκεκριμένα προγράμματα μπορεί να οδηγήσει στην αναζωογόνηση της ελληνικής σοσιαλδημοκρατίας.

*Δημοσιεύτηκε στο "Βήμα της Κυριακής" στις 21/7/2019.