Φοροδιαφυγή δίχως τέλος
Το φαινόμενο και η έξυπνη λύση για την αντιμετώπισή του
Κάθε χρόνο τέτοια εποχή την τελευταία δεκαετία παρακολουθούμε το ίδιο «επικοινωνιακό» έργο και κάθε κυβέρνηση που έρχεται στην εξουσία δεσμεύεται να πατάξει το ίδιο φαινόμενο. Πρόκειται για τη φοροδιαφυγή. Και το έργο είναι η «απόβαση» του ΣΔΟΕ στα νησιά. Παρά την όποια αποτελεσματικότητα όσων μέτρων έχουν ληφθεί κατά καιρούς και την όποια αποτελεσματικότητα των ad hoc φοροελέγχων, η Ελλάδα, λόγω και της οικονομικής της διάρθρωσης, που ομοιάζει με αυτήν των λιγότερο ανεπτυγμένων χωρών (μεγάλος δηλαδή αριθμός ελευθέρων επαγγελματιών και μικροϊδιοκτησίας που αξιοποιείται οικονομικά), δεν έχει αντιμετωπίσει με φαντασία το φαινόμενο. Εφόσον είμαστε χώρα υψηλής φοροδιαφυγής, πρέπει να γίνουμε χώρα και έξυπνης αντιμετώπισής της. Διότι είναι σαφές ότι η κοινωνία έχει φτάσει στα όριά της και δεν αντέχει άλλο την αδικία ο μισθωτός των 800 ευρώ να σηκώνει όλο το φορολογικό βάρος ενώ εύπορες κοινωνικές ομάδες δηλώνουν εισοδήματα κοντά στο όριο της φτώχειας.
Πώς αντιμετωπίζεται ένα τόσο δύσκολο πρόβλημα; Η λύση ίσως να βρίσκεται στη συνεργασία δημόσιου και ιδιωτικού τομέα. Το πρόβλημα της φοροδιαφυγής έχει γιγαντωθεί για δυο λόγους. Λόγω της αδυναμίας του κράτους να ανταποκριθεί με αποτελεσματικότητα σε έναν αυξανόμενο αριθμό πολιτών και επιχειρήσεων που αξιοποιούν όλα τα διαθέσιμα μέσα για να φοροδιαφύγουν ή να φοροκλέψουν. Και λόγω της ιδιαιτερότητας της διάρθρωσης της ελληνικής οικονομίας και της μεγάλης έκτασης του προβλήματος. Λύση μπορεί να είναι η αξιοποίηση των δυνατοτήτων του ιδιωτικού τομέα και η ευελιξία στις επιλεγόμενες μεθόδους αντιμετώπισής του. Οutsourcing και success fee (που λένε και οι Αγγλοι) μπορεί να είναι το success story κατά της φοροδιαφυγής.
Υπάρχει σήμερα τεράστιο δυναμικό στον ιδιωτικό τομέα μεγάλων συμβουλευτικών και ελεγκτικών επιχειρήσεων που έχουν τη δυνατότητα να διενεργήσουν αξιόπιστα εκτενείς φορολογικούς ελέγχους για λογαριασμό του Δημοσίου. Το σχέδιο μπορεί να έχει ως εξής. Οι εταιρείες αυτές, βάσει μιας μεθοδολογίας (επάγγελμα, κωδικός, τοπικότητα, περιοχές υψηλής παραβατικότητας), αναλαμβάνουν όλο τον χρόνο να διενεργούν κατ' εξουσιοδότηση και για λογαριασμό του Δημοσίου ελέγχους και, όπου χρήζει αναγκαίο, λόγω επικινδυνότητας, παρουσία και των αστυνομικών Αρχών. Στο τέλος κάθε ελέγχου στέλνουν, σε σφραγισμένο φάκελο, τα ευρήματα στο υπουργείο Οικονομικών. Ακολουθούν η αποδοχή, ο επανέλεγχος ή και η απόρριψη των ευρημάτων των ιδιωτών. Κάθε φάκελος πηγαίνει σε έναν ελεγκτή που έχει συγκεκριμένο διάστημα να ολοκληρώσει τον έλεγχο. Σε κάθε περίπτωση, η αρμοδιότητα, άρα η τελευταία λέξη, παραμένει σε δημόσια αρχή, έτσι δεν τίθεται θέμα αντισυνταγματικότητας ή απώλειας της αρμοδιότητας από την πλευρά του κράτους. Ο ιδιώτης αμείβεται με ένα success fee που αφορά το 10% ή 20% των βεβαιωμένων προστίμων.
Ποια προβλήματα λύνει αυτή η μέθοδος; Κατ' αρχάς κάνει το Δημόσιο αυτό που πρέπει πραγματικά να είναι. Επιτελικό φορέα διαχείρισης, ένα back office της οικονομίας. Μειώνει δραστικά το φαινόμενο της φοροδιαφυγής, καθώς έλεγχοι θα γίνονται από τις εταιρείες και χάριν της επιβίωσής τους όλο το χρόνο, αξιοποιώντας κάθε δυνατότητα με άκρα ευελιξία. Αντιμετωπίζει δραστικά το φαινόμενο της διαφθοράς, καθώς οι δημόσιες υπηρεσίες θα πιστοποιούν από μακριά ήδη υπάρχοντα ευρήματα, άρα η παράνομη συναλλαγή γίνεται πολύ πιο δύσκολη. Ο ιδιώτης αμείβεται με success fee με βάση τα εισπραχθέντα πρόστιμα, άρα δεν στοιχίζει τίποτα στο Δημόσιο. Εξοικονομούνται λειτουργικά έξοδα, καθώς δεν χρειάζεσαι τεράστιες δομές του Δημοσίου ανά την Ελλάδα ούτε χιλιάδες δημοσίους υπαλλήλους, τους οποίους αν προσλάβεις δεσμεύεσαι να κρατήσεις για 35 χρόνια.
Παράλληλα, για να μη γίνουν οι ιδιωτικές επιχειρήσεις μηχανές βεβαίωσης προστίμων, το ποσοστό της αμοιβής τους μπορεί να συνδέεται αντιστρόφως ανάλογα με ένα σύστημα ποινών. Δηλαδή, όσο περισσότερες ποινές είτε λόγω φαινομένων διαφθοράς (και στους ιδιώτες υπάρχει αυτό το φαινόμενο) είτε λόγω λανθασμένης βεβαίωσης παραβάσεων, τόσο μικρότερο το ποσοστό. Βέβαια, η ίδια εταιρεία δεν θα μπορεί να ελέγχει πελάτη της, πέντε χρόνια πίσω και πέντε χρόνια μετά τον έλεγχο. Ετσι δεν θα υπάρχει επικάλυψη συμφερόντων. Επιπλέον, κάθε εταιρεία θα είναι υποχρεωμένη να διενεργεί ελέγχους από όλους τους κωδικούς και όχι μόνο, π.χ., ελέγχους μεγάλων εταιρειών. Σε κάθε περίπτωση, όποια προβλήματα εμφανιστούν θα μπορούν να αντιμετωπίζονται ad hoc. Η ίδια μέθοδος θα μπορούσε να αξιοποιηθεί και στην εισφοροδιαφυγή και στο κομμάτι των επιθεωρήσεων εργασίας.
*Ο Βασίλης Μαγκλάρας διδάσκει Πολιτικές Επιστήμες στο Ελληνικό Ανοιχτό Πανεπιστήμιο.
*Δείτε εδώ το άρθρο όπως δημοσιεύτηκε στα Νέα στις 13-08-2012.