Η χώρα έχει δεσμευτεί να έχει 150.000 δημόσιους υπαλλήλους λιγότερους μέχρι το 2015. Ο στόχος αυτός υπηρετείται: πάνω από 80.000 έχουν φύγει μετά το πρώτο Μνημόνιο. Το 2012 έκλεισε με μείωση 30.000. Με τα ώς τώρα δεδομένα, η συνολική μείωση προσωπικού το 2015 θα έχει ξεπεράσει τον στόχο.
Το κράτος χρειάζεται αυτή τη μείωση. Τη χρειάζεται καταρχήν για λόγους δημοσιονομικούς. Το μισθολογικό κόστος του Δημοσίου βρέθηκε στα ύψη το 2009, αποτέλεσμα πελατειακών προσλήψεων και μισθολογικών αυξήσεων. «Δεν κάνει για τίποτα, βάλ' τον στο Δημόσιο», ήταν η επική φράση που αποτύπωνε πώς αντιλαμβάνονταν το κράτος οι πολιτικοί μας. Τώρα, το μισθολογικό κόστος του Δημοσίου συγκλίνει προς το χαμηλότερο άκρο της Ευρωζώνης. Θέλουμε ακριβότερο δημόσιο τομέα; Θα πρέπει να τον πληρώνουμε, συλλαμβάνοντας περισσότερα έσοδα από τη φοροδιαφυγή.
Το κράτος χρειάζεται αυτή τη μείωση προσωπικού και για λόγους αποτελεσματικότητας. Αποχωρώντας οι στρατιές των χαμηλής εκπαίδευσης υπαλλήλων της δεκαετίας του '80 θα ανοίξουν σιγά σιγά δρόμο σε άξιους νέους υψηλών προσόντων, που τώρα συνωθούνται στη γραμμή ανεργίας. Αυτή είναι η μεσοπρόθεσμη πρόκληση ποιότητας για τον δημόσιο τομέα.
Όμως, πέρα από τη μείωση προσωπικού, σημαντικότερη ανάγκη είναι η μεταρρύθμιση. Το 2015 πρέπει να έχουμε κράτος ευρωπαϊκό, που να λειτουργεί αξιοκρατικά, αποτελεσματικά, παραγωγικά. Η μονοσήμαντη εμμονή του ΔΝΤ (όχι της Κομισιόν) σε «δεσμεύσεις απολύσεων» υπονομεύει τη διαδικασία της αξιολόγησης δομών και προσωπικού. Αυτή η αξιολόγηση, βέβαια, δεν μπορεί να είναι πρόσχημα για να αγοράζουν χρόνο επιτήδειοι πολιτικοί προϊστάμενοι διαφόρων φορέων. Αντιθέτως, η αξιολόγηση πρέπει να καταλήγει άμεσα σε σοβαρή αναδιάρθρωση, γενναίες καταργήσεις φορέων και οργανικών θέσεων, «κινητικότητα», εκτεταμένες μετακινήσεις προσωπικού από κει που περισσεύουν προς τα κει που χρειάζονται. Πρέπει να συμπεριλάβει τους ΟΤΑ, άντρα χρόνιας διαφθοράς και κακοδιοίκησης.
Το ζητούμενο δεν είναι ανθρωποθυσίες υπαλλήλων, για να σταλεί τάχα μήνυμα «αποφασιστικότητας» ή υπερχειλίζουσας τεστοστερόνης (προς ποιους;). Σε μια συγκυρία 27% ανεργίας, αποκτά άρωμα παραφροσύνης. Το κυριότερο ζητούμενο είναι η πραγματική μεταρρύθμιση διαρκείας και ο εξορθολογισμός του Δημοσίου.
Επιτέλους, το Δημόσιο είναι αυτό που βλέπουμε: υπηρεσίες στις οποίες πλεονάζοντες κηφήνες δεν έχουν πού να σταθούν, κι ούτε καν πατάνε. Κι άλλες, δραματικά υποστελεχωμένες, όπου ηρωικοί υπάλληλοι δουλεύουν για διπλάσιους. Ενας χυλός ισοπέδωσης, χωρίς πραγματική αξιολόγηση, χωρίς κίνητρα για τους άξιους, χωρίς κυρώσεις για τους άχρηστους.
Και ένας χώρος όπου επίορκοι, απατεώνες, πλαστογράφοι πιστοποιητικών, συστηματικοί κοπανατζήδες, κ.λπ., εξακολουθούν να μισθοδοτούνται ατιμωρητί. Πρέπει να φύγουν χθες! Πειθαρχικά συμβούλια αρνούνται να συνεδριάσουν, προϊστάμενοι συγκαλύπτουν στο όνομα κακώς νοούμενης συναδελφικής αλληλεγγύης. Εκεί δεν υπάρχει καν θέμα αξιολόγησης αλλά παράβασης καθήκοντος και υπόθαλψης παρανομιών.
* Ο κ. Γ. Παγουλάτος είναι καθηγητής στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών.
**Δημοσιεύτηκε στην Καθημερινή στις 16-03-2013.