Πέμπτη, 25 Απρίλιος 2024

Η Δυναμική Ελλάδα για τις πολιτικές εξελίξεις

2 Φεβρουαρίου 2015,
Η λαϊκή ετυμηγορία είναι σαφής και οφείλουμε όλοι να τη σεβαστούμε. Η νέα κυβέρνηση, αν και δημιούργησε σε όλη τη Ευρώπη σκεπτικισμό για την ετερόκλητη σύνθεσή της με έναν εταίρο που αφίσταται βασικών ευρωπαϊκών αξιών, έχει να φέρει εις πέρας μια σύνθετη λαϊκή εντολή.

Περισσότερα...

Η προγραμματική πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ για την ΕΡΤ

1. Εισαγωγή

Το κλείσιμο της ΕΡΤ επιβλήθηκε με την από 10/6/2013 ΠΝΠ («Τροποποίηση των διατάξεων του άρθρου 14Β του Ν. 3429/2005»), σύμφωνα με την οποία εκδόθηκε την επομένη η υπ' αριθ. ΟΙΚ. 02/11.6.2013 κοινή υπουργική απόφαση του Υφυπουργού στον Πρωθυπουργό, κ. Κεδίκογλου, και του Υπουργού Οικονομικών, κ. Στουρνάρα. Τα νομικά και πολιτικά ζητήματα που εγείρονται από την μη κύρωση της πράξης νομοθετικού περιεχομένου από την Ελληνική Βουλή είναι τεράστια και αφορούν την ίδια τη λειτουργία του Πολιτεύματος. Στο κείμενο αυτό θα επιχειρηθεί η παρουσιάση της υφιστάμενης πραγματικής κατάστασης που ορίζει και το πεδίο μέσα στο οποίο θα υλοποιηθεί η εναλλακτική πολιτική για την επαναλειτουργία της ΕΡΤ.
Μετά το κλείσιμο της ΕΡΤ στις 11/06/2013 η Ελλάδα έμεινε χωρίς δημόσια ραδιοτηλεόραση, εξέλιξη που έρχεται σε ευθεία αντίθεση με τις επιταγές του Ελληνικού Συντάγματος. Αντιμέτωπη η κυβέρνηση με την διεθνή κατακραυγή οδηγήθηκε την 10η Ιουλίου στην ίδρυση της ΕΔΤ, μετέπειτα ΔΤ, η οποία εξέπεμψε από τις συχνότητες της ΕΡΤ κατά την παραπάνω ημερομηνία. Η Δημόσια Τηλεόραση ήταν ένα ad hoc μόρφωμα την ευθύνη του οποίου είχε ο Ειδικός Διαχειριστής Ενεργητικού και Παθητικού της πρώην ΕΡΤ ΑΕ που λειτούργησε ως υπηρεσία του Υπουργείου Οικονομικών.
Κατά την τρέχουσα περίοδο βρισκόμαστε σε μια μεταβατική φάση αφού ήδη έχει ψηφιστεί ο νόμος για την ίδρυση της Νέας Ελληνικής Ραδιοφωνίας Ίντερνετ Τηλεόρασης (ν.4173/2013) σύμφωνα με τον οποίο ιδρύεται ο φορέας που θα αντικαταστήσει την ΕΡΤ. Αν και έχει εκκινήσει σειρά διαδικασιών για την έναρξη λειτουργίας της ΝΕΡΙΤ ακόμη βρισκόμαστε στο στάδιο μετάβασης. Ενω τυπικά το λογοτυπο της ΔΤ έχει αντικατασταθεί και η ευθύνη λειτουργίας έχει μεταβιβαστεί στο Εποπτικό Συμβούλιο και στο ΔΣ της ΝΕΡΙΤ δεν έχει ολοκληρωθεί η διαγωνιστική διαδικασία για την πρόσληψη προσωπικού και οι νυν εργαζόμενοι εργάζονται με δίμηνες συμβάσεις όντες τυπικά υπάλληλοι του Υπουργείου Οικονομικών. Η κατάσταση αυτή όπως είναι λογικό δημιουργεί σειρά δυσκολιών για την εκπόνηση ενός σχεδίου δράσης καθώς η κατάσταση πραγμάτων αλλάζει καθημερινά.
Με δεδομένες τις παραπάνω δυσκολίες επιχειρείται εδώ η άρθρωση ενός συνεκτικού κατά το δυνατόν σχεδίου δράσης. Βασικός στόχος του ΣΥΡΙΖΑ είναι η κατάργηση του νόμου 4173/2013 και όλων των διαγωνισμών και άλλων πράξεων που ερείδονται σε αυτόν με το μικρότερο δυνατό οικονομικό κόστος και φυσικά η επαναλειτουργία ενός ραδιοτηλεοπτικού φορέα με την επωνυμία ΕΡΤ. Η επαναλειτουργία αυτή δεν σημαίνει σε καμία περίπτωση επιστροφή στα προ της 11/6 δεδομένα αλλά αντίθετα θα γίνει στη βάση της πλούσιας αυτοδιαχειριστικής εμπειρίας που αποκτήθηκε κατά την εξάμηνη κατάληψη του Ραδιομεγάρου και των άλλων εγκαταστάσεων της ΕΡΤ σε ολόκληρη την Ελλάδα. Αυτό που η περίοδος της αυτοδιαχείρισης απέδειξε πέραν πάσης αμφιβολίας είναι ότι η δημόσια ραδιοτηλεόραση αν απεγκλωβιστεί από τον στενό εναγκαλισμό από την κυβερνητική εξουσία και βασιστεί στις δεξιότητες και την έμπνευση των ίδιων των εργαζόμενών της έχει τη δυνατότητα να αποτελέσει όχι απλώς ανταγωνιστικό προς την Ιδιωτική ραδιοφωνία και τηλεόραση φορέα αλλά πραγματική πρωτοπορία στους τομείς της ενημέρωσης, της πολιτιστικής παραγωγής, της ψυχαγωγίας και να κατοχυρώσει την πρώτη θέση στις προτιμήσεις του ραδιοτηλεοπτικού κοινού τηρώντας τα υψηλότερα στάνταρ ποιότητας. Αυτός ακριβώς είναι και ο πολιτικός στόχος του ΣΥΡΙΖΑ και μιας κυβέρνησης της Αριστεράς.

2. Η προγραμματική πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ

Βασικές αρχές λειτουργίας της ΕΡΤ
Αποκατάσταση της ΕΡΤ και του brand name ΕΡΤ, με ταυτόχρονη μεταρρύθμιση ώστε να γίνει πραγματικά δημόσια τηλεόραση. Επιστροφή όσων εκ των εργαζομένων μπορούν ή επιθυμούν, οι οποίοι απολύθηκαν την 11η Ιουνίου 2013, στο νέο καθεστώς λειτουργίας της ΕΡΤ με αξιολόγηση των προσόντων και των επιδόσεών τους πριν και μετά την 11η Ιουνίου 2013.
Ως αρχές της δημόσιας τηλεόρασης προσδιορίζονται:
Καθολική πρόσβαση (σε κάθε γωνιά της χώρα και από όλους, καθώς και από τους απόδημους έλληνες).
Αποτύπωση στο πρόγραμμα όλων των πολιτικών τάσεων και ιδεολογικών προτιμήσεων. Η αμεροληψία χαρακτηρίζει το περιεχόμενο και ιδιαίτερα την κάλυψη της πολιτικής και των επιμέρους απόψεων.
Ιδιαίτερη προσοχή στα μειονεκτούσες κοινωνικές ομάδες.
Αυτονομία της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης έναντι της κυβέρνησης και του πολιτικού συστήματος, αλλά και έναντι των οργανωμένων ιδιωτικών οικονομικών συμφερόντων
Άμεση χρηματοδότηση της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης από τους πολίτες μέσω ανταποδοτικού τέλους
Η δημόσια ραδιοτηλεόραση αν και φροντίζει να εξασφαλίζει υψηλά ποσοστά τηλεθέασης δεν ανταγωνίζεται τα ιδιωτικά ραδιοτηλεοπτικά μέσα με όρους τηλεθέασης αλλά με όρους ποιότητας του προγράμματος και επιδιώκοντας ευεργετικά μορφωτικά και πολιτιστικά αποτελέσματα στη ζωή των πολιτών
Η δημόσια ραδιοτηλεόραση προσπαθεί συνεχώς να δημιουργεί νέα, πρωτοποριακά προγράμματα και περιεχόμενο.
Οργάνωση και διοίκηση της ΕΡΤ στηριγμένη στην κοινωνία, στις οργανώσεις και φορείς με συνάφεια προς το αντικείμενο της ΕΡΤ. Στις ελληνικές συνθήκες, η δημόσια τηλεόραση πρέπει να προστατευτεί από τον κυβερνητισμό και τις κρατικές παρεμβάσεις, δια των οποίων εκτός των κομματικών – πολιτικών συμφερόντων εξυπηρετούνται και τα ιδιωτικά συμφέροντα, όπως έδειξε τόσο η εμπειρία της ΕΡΤ προ 11ης Ιουνίου 2013 όσο και πρόσφατα της ΔΤ και φυσικά της ΝΕΡΙΤ.
Ενσωμάτωση στο θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας της ΕΡΤ, των χαρακτηριστικών που αναδείχθηκαν κατά την περίοδο της αυτοδιαχείρισης και ιδιαίτερα α) της οριζόντιας ιεραρχίας, της ομαδικότητας και ατομικής ευθύνης, β) της πολυφωνίας και πολυθεματικότητας, καθώς και γ) της αμφίδρομης δικτύωσης με τα νέα μέσα.
Μετεξέλιξη του υπάρχοντος φορέα στην ΕΡΤ, χωρίς ούτε λεπτό με νέο «μαύρο».
Στη νέα ΕΡΤ μεταφέρονται όλα τα περιουσιακά στοιχεία και δικαιώματα της ΕΡΤ πριν την 11η Ιουνίου 2103 καθώς και όσα επιπροσθέτως αποκτήθηκαν και παραχωρήθηκαν στην κυβερνητική υπηρεσία με την επωνυμία ΔΤ ή οποιοδήποτε άλλο ραδιοτηλεοπτικό οργανισμό που δημιουργήθηκε με την κατάργηση της ΕΡΤ και χρηματοδοτείται άμεσα ή έμμεσα από το κράτος ή το ειδικό τέλος.
Στη νέα ΕΡΤ καταργείται η παρακράτηση του 25% υπέρ της πράσινης ενέργειας και όλα τα έσοδα διατίθενται για τους σκοπούς λειτουργίας της ΕΡΤ
Άνοιγμα της ΕΡΤ στον πολιτισμό κει εκτός του προγράμματος του ραδιοφώνου και της τηλεόρασης στη βάση της δημόσιας υπηρεσίας με ειδικότερη φροντίδα στους νέους δημιουργούς από όλους τους τομείς του πολιτισμού.

Το θεσμικό πλαίσιο
Στόχος του νέου θεσμικού πλαισίου είναι ένα μοντέλο διοίκησης της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης που να την προστατεύει από την αυθαιρεσία, τις κυβερνητικές παρεμβάσεις αλλά και την γραφειοκρατία την ίδια στιγμή που θα αξιοποιεί την εμπειρία της εξάμηνης αυτοδιαχείρισης αλλά και να αυξάνει την διαδραστικότητα με την ελληνική κοινωνία και τους φορείς της. Σε ότι αφορά πάντως την αξιοποίηση της εμπειρίας της αυτοδιαχείρισης αυτό μπορεί να γίνει κυρίως μέσω της υιοθέτησης ενός ριζοσπαστικού εσωτερικού κανονισμού και οργανογράμματος για την λειτουργία της ΕΡΤ.

Ιδιοκτησιακό καθεστώς
Η νέα ΕΡΤ έχει τη μορφή ανώνυμης εταιρείας το μετοχικό κεφάλαιο της οποίας ανήκει κατα αποκλειστικότητα στο ελληνικό δημόσιο με τη μορφή ενός ονομαστικού και αναπαλλοτρίωτου τίτλου.

Διοίκηση της ΕΡΤ
Η ΕΡΤ διοικείται από ένα εποπτικό συμβούλιο που διορίζεται με καθοριστική συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών. Το εποπτικό συμβούλιο είναι αρμόδιο για τον διορισμό του Διοικητικού Συμβουλίου το οποίο και εποπτεύει καθώς και για τον μακροπρόθεσμο στρατηγικό σχεδιασμό της ΕΡΤ.
[στο συγκεκριμένο ζήτημα υπήρξε διαφωνία εντός της ομάδας καθώς υπάρχει η άποψη ότι το εποπτικό συμβούλιο προσθέτει γραφειοκρατικά βάρη στην λειτουργία της ΕΡΤ. επομένως προτείνεται η λύση του διορισμού ΔΣ μεσω διαγωνιστικής διαδικασίας που διεξάγεται με ευθύνη του αρμόδιου Υπουργού]

Αρμοδιότητες εποπτικού συμβουλίου
Επιλέγει το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΡΤ με ανοιχτή προκήρυξη και σαφή και προσδιορισμένα αξιοκρατικά κριτήρια που προσιδιάζουν στο χαρακτήρα της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης. Έχει δικαιώμα να ανακαλεί το διοικητικό συμβούλιο με ειδικά αιτιολογημένη απόφαση του.
Είναι υπεύθυνο για τον μακροπρόθεσμο στρατηγικό σχεδιασμό της ΕΡΤ [αριθμός σταθμών, νεα μεσα, τεχνολογική ανάπτυξη και επενδύσεις]
Χαράσσει τις γενικές αρχές της οργάνωσης και λειτουργίας της ΕΡΤ, με βάση και τις εισηγήσεις που καταθέτουν το Διοικητικό Συμβούλιο και οι ομάδες των φορέων της ΕΡΤ.
Καθορίζει τις αρχές, την έκταση και τη μορφή των σχέσεων της ΕΡΤ με το κοινωνικό, οικονομικό και πολιτικό περιβάλλον, εντός και εκτός Ελλάδας.
Το Εποπτικό Συμβούλιο της ΕΡΤ ειναι εννεαμελές με εξαετή θητεία και διορίζεται από εκπροσώπους της κοινωνίας πολιτών με συνάφεια προς το αντικείμενο της ΕΡΤ.
Κατα την επαννίδρυση της ΕΡΤ διορίζεται με απόφαση του Αρμόδιου Υπουργού προσωρινό Διοικητικό Συμβούλιο με δωδεκάμηνη θητεία που μεριμνά για την έναρξη λειτουργίας των ραδιοτηλεοπτικών σταθμών και για την εύρυθμη λειτουργία της ΕΡΤ. Ο διορισμός του Εποπτικού Συμβουλίου οφείλει να ολοκληρωθεί εντός των 12 μηνών της θητείας του προσωρινού διοικητικού Συμβουλίου

3.Το περιεχόμενο του προγράμματος και οι σταθμοί της ΕΡΤ

Ως προς τα προγράμματα της ΕΡΤ πριν αυτή κλείσει, ο χρόνος και η σωρευμένη γνώση είχαν συντελέσει ώστε να υπάρχει μια καλή ισορροπία στο είδος των προγραμμάτων που παράγονταν. Στην τηλεόραση, υπήρχαν (και πρέπει να ανασυγκροτηθούν ως είχαν) ένα κεντρικό ενημερωτικό πρόγραμμα (ΝΕΤ), ένα ψυχαγωγικό και πολιτισμού (ΕΤ1), ένα που έδινε έμφαση στην περιφέρεια και ιδιαιτέρως στη Βόρεια Ελλάδα (ΕΤ3) και τέλος ένα υψηλής ευκρίνειας ( ΕΡΤ HD), το οποίο δεν είχε κόστος αφού το πρόγραμμά του συγκροτείτο από προγράμματα που μεταδίδονταν παράλληλα σε τυπική ευκρίνεια από τη ΝΕΤ ή την ΕΤ1. Τα προγράμματα αυτά μεταδίδονταν εντός Ελλάδας συνεπικουρούμενα από δύο τηλεοπτικά στούντιο που συνεισέφεραν ειδήσεις από το νότο, ένα στην Πάτρα και ένα στο Ηράκλειο της Κρήτης.
Εκτός Ελλάδας, η ΕΡΤ είχε ένα διεθνές τηλεοπτικό πρόγραμμα, το ERTWorld που μεταδιδόταν σε όλο τον κόσμο με θέαση κυρίως στην ομογένεια των ΗΠΑ, του Καναδά, της Αυστραλίας και της Νότιας Αφρικής.
Η νέα ΕΡΤ, ως προς τις τηλεοπτικές υπηρεσίες δεν χρειάζεται να εφεύρει τον τροχό. Θα πρέπει να ανασυγκροτήσει σταδιακά τους ίδιους τίτλους προγραμμάτων με μοναδική προσθήκη ενός ακόμα ξενόγλωσσου (αγγλόφωνου – ισπανόφωνου) διεθνούς προγράμματος που θα μεταδίδεται στο εξωτερικό και θα προβάλλει τον πολιτισμό, τον τουρισμό, την επιχειρηματικότητα, τα εξαγώγιμα προϊόντα, την παραγωγική ανασυγκρότηση και ειδήσεις από την Ελλάδα για τους ξένους, αλλά και την ομογένεια. Αξίζει να επισημανθεί ότι τα για το ERTWorld, η ΕΡΤ εισέπραττε χρήματα από τη μετάδοσή του αντί να πληρώνει, λόγω των συνδρομών που εισέπραττε από τις συνδρομητικές πλατφόρμες που εκμεταλλεύονταν το περιεχόμενό του.
Ως προς τα ραδιοφωνικά προγράμματα ισχύει το ίδιο. Η ΕΡΤ παρήγαγε 7επτά κεντρικά ραδιοφωνικά προγράμματα. Το Πρώτο (ενημερωτικό), το Δεύτερο (με έμφαση στο ελληνικό τραγούδι), το Τρίτο (με έμφαση στην κλασσική μουσική), την ΕΡΑ ΣΠΟΡ, το Κόσμος (με έμφαση στην ξένη παραδοσιακή μουσική), το Φιλία (για την ενσωμάτωση των μεταναστών) και την Φωνή της Ελλάδας, το πρόγραμμα που μεταδιδόταν από τα βραχέα και το διαδίκτυο για την ομογένεια και τους ναυτικούς μας. Όλα τα προγράμματα αυτά με μικρό σχετικά κόστος πρέπει να επανέλθουν γιατί –κάθε ένα- έχει την ιστορική προσφορά του σε αντίστοιχες κοινωνικές ομάδες. Ομοίως πρέπει να διατηρηθεί ο μεγαλύτερος αριθμός των 19 περιφερειακών σταθμών, όσων τουλάχιστον δεν διαλύθηκαν βιαίως μετά το λουκέτο, γιατί είναι σημαντική η προσφορά τους στην έμφαση που πρέπει να δοθεί στην περιφερειακή ανάπτυξη κατά την παραγωγική και οικονομική ανασυγκρότηση της χώρας. Εν τούτοις, σταδιακά θα πρέπει να μειωθεί για λόγους κόστους ο αριθμός τους με στόχο να υπάρχει ένας σταθμός ανά περιφέρεια, λαμβάνοντας όμως υπόψη και τις ιδιαίτερες συνθήκες σε παραμεθόριες περιοχές. Τέλος πρέπει να διατηρηθούν οι δύο ραδιοσταθμοί της Θεσσαλονίκης (ένας ενημερωτικός και ένας μουσικός).
Σημαντική πρέπει να είναι η ενίσχυση του διαδικτύου με συνεχείς ειδήσεις και ζωντανή διαδικτυακή μετάδοση όλων των τηλεοπτικών και ραδιοφωνικών προγραμμάτων.
Ως προς τη μετάδοση μέσω μεσαίων κυμάτων, θα πρέπει να διατηρηθεί ο κεντρικός πομπός στον Άγιο Στέφανο καθώς και ένα μικρό δίκτυο περιφερειακά της χώρας, ώστε ακόμα και σε έκτακτες συνθήκες να υπάρχει η σίγουρη ακρόαση από μεγάλες αποστάσεις από τον πομπό που προσφέρουν τα μεσαία κύματα. Οι πομποί αυτοί που θα παραμείνουν θα εξοπλιστούν με σύγχρονους ενισχυτές ώστε να μειωθεί το λειτουργικό τους κόστος σε κατανάλωση ενέργειας.
Επανασυγκροτούνται τα μουσικά σύνολα της ΕΡΤ με συμφωνική ορχήστρα, ορχήστρα σύγχρονης μουσικής και χορωδία.
Τέλος, θα ενισχυθεί το πρόγραμμα υψηλής ευκρίνειας της ΕΡΤ με στόχο να υπάρχει καθημερινό οκτάωρο πρόγραμμα ενώ θα υπάρξει συμφωνία για την αναμετάδοση από την ψηφιακή πλατφόρμα της νέας ΕΡΤ της ελληνόφωνης έκδοσης του ευρωπαϊκού ενημερωτικού προγράμματος Euronews.
1η ψηφιακή πλατφόρμα:
ΝΕΤ, ΕΤ3, ΕΡΤ HD
2η ψηφιακή πλατφόρμα
ΕΤ1, ΒΟΥΛΗ, ΡΙΚ Sat, Euronews, BBC World, TV5, Deutsche Welle
Στη δεύτερη ψηφιακή πλατφόρμα θα μεταδίδονται και 6 ραδιόφωνα της ΕΡΤ:
Πρώτο, Δεύτερο, Τρίτο, ΕΡΑΣΠΟΡ, Κόσμος, Ενημερωτικό Θεσσαλονίκης

Η μετάβαση στη νέα ΕΡΤ
Στόχος του ΣΥΡΙΖΑ είναι η άμεση κατάργηση της ΝΕΡΙΤ και η επανίδρυση της ΕΡΤ. Ο ΣΥΡΙΖΑ τιμά τον αγώνα των εργαζομένων της ΕΡΤ που αντιστάθηκαν στο «μαύρο» και μετέδωσαν τα προγράμματα της ΕΡΤ επί πολλούς μήνες εθελοντικά και με αυταπάρνηση. Εν τούτοις, δεν επιφυλάσσει καμία εκδικητική διάθεση όσων εξαιτίας του εκβιασμού της κυβέρνησης και για λόγους οικονομικής ανάγκης υπέγραψαν στο μόρφωμα της ΔΤ.
Ο ενέργειες του ΣΥΡΙΖΑ όταν αναλάβει τη διακυβέρνηση της χώρας ως προς το θέμα του δημόσιου ραδιοτηλεοπτικού φορέα θα είναι οι ακόλουθες:
- Όλοι οι εργαζόμενοι στην ΕΡΤ Α.Ε. που υπηρετούσαν την 11/06/2013 με οποιοδήποτε είδος σύμβασης ορισμένου ή αορίστου χρόνου, εξαιρουμένου του Προσωπικού Ειδικών Θέσεων, των Ειδικών Συμβούλων, των Γενικών Διευθυντών που δεν ήταν υπάλληλοι της ΕΡΤ και των εργαζομένων που έχουν ζητήσει εν τω μεταξύ να συνταξιοδοτηθούν. Οι εργαζόμενοι που επιστρέφουν επαναπροσλαμβάνονται με το ίδιο είδος σύμβασης που είχαν κατα την ημέρα κατάργησης της ΕΡΤ ΑΕ.
- Όλοι οι εργαζόμενοι που έχουν προσληφθεί στη ΝΕΡΙΤ με σύμβαση αορίστου χρόνου αποκλειστικά μέσα από διαδικασίες ΑΣΕΠ διατηρούν τη θέση τους.
- Όλοι οι εργαζόμενοι που υπηρετούσαν στην ΕΡΤ Α.Ε. ως συμβασιούχοι ορισμένου χρόνου στις 31/12/2012 και η σύμβασή τους είχε λήξει έως τις 11/06/2013, επανέρχονται με το ίδιο είδος σύμβασης.
Όλοι οι εργαζόμενοι που επιστρέφουν με σύμβαση αορίστου χρόνου εισπράττουν τους μισθούς υπερημερίας από τις 11/06/2013 έως την επιστροφή τους και επιστρέφουν (με συμψηφισμό) τα ποσά που τους έχουν καταβληθεί για αποζημίωση και για επίδομα ανεργίας. Το ίδιο ισχύει και για τους εργαζόμενους της ΕΡΤ με σύμβαση αορίστου χρόνου κατά την 11/06/2013, οι οποίοι εν τω μεταξύ συνταξιοδοτήθηκαν.
Οι διακριτικοί τίτλοι και τα λογότυπα των υπαρχόντων προγραμμάτων μετατρέπονται στα αντίστοιχα που υπήρχαν πριν τις 11/06/13.
Βάσει του νέου νόμου για την ΕΡΤ Α.Ε. ξεκινά διαδικασία αξιολόγησης του προσωπικού της ΕΡΤ για τη στελέχωση των υπηρεσιών κατα την οποία θα δοθεί ειδική μοριοδότηση σε όσους και όσες συμμετείχαν στο αυτοδιαχειριστικό εγχείρημα.
Βασικά στοιχεία για τη βιωσιμότητα και την παραγωγικότητα της νέας ΕΡΤ θα αποτελέσουν η συγκρότηση δίκαιου μισθολογίου για όλους τους εργαζόμενους, λαμβάνοντας υπόψη τις συνθήκες της κρίσης, η ελαχιστοποίηση του επιμίσθιου για διευθυντικά στελέχη, ο έλεγχος της εργασίας με πλήρες ωράριο, η αύξηση της παραγωγικότητας, η μείωση των υπερωριών προς όφελος της εργασίας μεγαλύτερου αριθμού εργαζομένων κανονικής απασχόλησης.

"Ασκώ τα δικαιώματα μου"- Ηλίας Μόσιαλος

Ακούστε την εκπομπή "Ασκώ τα δικαιώματα μου" (26/9/2014) με καλεσμένο τον Ηλία Μόσιαλο Καθηγητή Πολιτικής της Υγείας στο L.S.E.

 

ΑΣΚΩ ΤΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΜΟΥ ertopen 26-09-2014- ΗΛΙΑΣ ΜΟΣΙΑΛΟΣ by Paremvassi on Mixcloud

 

Χιούμορ σε μια γελοιογραφία. Το πουκάμισο και η Τρόικα: του Δημήτρη Χαντζόπουλου από τα ΝΕΑ

χατζ

 

Δείτε εδώ μία ξεχωριστή γελοιογραφία του Δημήτρη Χαντζόπουλου που δημοσιεύτηκε στα ΝΕΑ 25/9/2014. Σπανίως δημοσιεύουμε γελοιογραφίες αλλά σε αυτήν την περίπτωση υπάρχει μία ειδοποιός διαφορά. Και ο Γκίκας Χαρδούβελης υπουργός Οικονομικών που είναι ο πρωταγωνιστής – μαζί με την Τρόικα – της γελοιογραφίας και ο Δημ. Χαντζόπουλος που είναι ο δημιουργός της είναι από χρόνια λήπτης του e-library και φίλος της ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ. Ο Γκίκας Χ. ξεκίνησε από το Λεωνίδιο Αρκαδίας και διαμέσου μιας λαμπρής ακαδημαϊκής καριέρας σε Θεσσαλονίκη, Χάρβαρντ και Πειραιά κατέληξε στον πιο «καυτό» υπουργικό θώκο, ενώ ο Δημήτρης Χ. με το απίστευτο κα αιχμηρό κατά πάσης εξουσίας χιούμορ του ξεκίνησε από την Πάτρα (ήδη χιουμορίστας από το δημοτικό. ΠΒ), σπούδασε Φυσική και κινούμενο σχέδιο στο Βανκούβερ του Καναδά και από ένα χωριό του Ψηλορείτη σχολιάζει με επιτυχία τις περιπέτειες της χώρας. Είμαστε βέβαιοι ότι ο Γκ. Χαρδούβελης θα αναγνωρίσει το καλό χιούμορ και θα γελάσει (και όχι όπως έκανε προσφάτως το γραφείο του πρωθυπουργού που κατήγγειλε με ανακοίνωση του γελοιογραφία) και είμαστε επίσης βέβαιοι ότι ο Δημ. Χαντζόπουλος θα συνεχίσει ακάθεκτος να σχολιάζει τις σημερινές και αυριανές κυβερνήσεις προσφέροντας λίγο δημιουργικό γέλιο στην στη δύστυχη και γκρίζα καθημερινότητα μας.

Περικλής Βασιλόπουλος

"Ασκώ τα δικαιώματα μου"- Γιάννης Μηλιός

Ακούστε εδώ την εκπομπή "Ασκώ τα δικαιώματα μου" (4/7/2014) με καλεσμένο τον Γιάννη Μηλιό.

ΑΣΚΩ ΤΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΜΟΥ ertopen 04-07-2014 ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΗΛΙΟΣ by Paremvassi on Mixcloud

Εφαρμόζοντας λάθος το λάθος… που πάμε

Έξι και πλέον χρόνια σε ύφεση, 30% ανεργία, 25% απώλεια πλούτου. Μέσα στη διαδρομή του χρόνου το ερώτημα που προκύπτει όλο και εντονότερα: που πάμε; Στο σύντομο αυτό σημείωμα γίνεται η προσπάθεια μιας απάντησης μέσω της σκιαγράφησης των διαρθρωτικών χαρακτηριστικών της ελληνικής οικονομίας σε συνδυασμό με τις ασκούμενες πολιτικές υπό το πλαίσιο της ευρωζώνης.

Το λάθος της ευρωζώνης

Η Ευρωπαϊκή Ένωση ηγεμονεύεται από μια νεοφιλελεύθερη οικονομική πολιτική εκδοχή που αν και κυριάρχησε παγκοσμίως ως ευρείας αποδοχής στις δεκαετίες του 1990 και 2000 εγκαταλείφθηκε από όλους μετά την κρίση. Από όλους πλην της ΕΕ.

Η εκδοχή αυτή επονομαζόμενη «νέα συναίνεση» (new consensus), υποστηρίζει ότι οι δημοσιονομικές παρεμβάσεις πρέπει να περιοριστούν δραστικά (έως απολύτως), καθώς διαταράσσουν, παρά ισορροπούν, τις οικονομίες. Παράλληλα, μεταθέτει την ευθύνη των διορθωτικών παρεμβάσεων στη νομισματική πολιτική με στόχευση πληθωρισμού στο 2%, αποκλειστικά μέσω των «βασικών» επιτοκίων που θέτουν οι νομισματικές αρχές και περαιτέρω, τις διαθέσεις των εμπορικών τραπεζών να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις δανειοδότησης των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών με δεδομένα τα βασικά επιτόκια. Τέλος, ο ρόλος των κυβερνήσεων περιορίζεται στις μεταρρυθμίσεις και τις προσαρμογές του θεσμικού πλαισίου της οικονομίας ώστε να βελτιώνονται οι διαρθρωτικές δυνατότητες των οικονομιών να διευρύνου τις παραγωγικές τους δυνατότητες. Αυτή η πολιτική αποδείχθηκε ανίκανη να ανταπεξέλθει στην αντιμετώπιση της κρίσης και της ύφεσης.

Οι νέες συνθήκες απαιτούσαν πρωτοβουλίες νομισματικής πολιτικής από τις κεντρικές τράπεζες που απαιτούσαν τη διοχέτευση άμεσης ρευστότητας στις αγορές (και όχι απλώς στους ισολογισμούς των τραπεζών), συντονισμένη δράση της νομισματικής, της δημοσιονομικής και της εισοδηματικής πολιτικής με αύξηση των δαπανών και των επενδύσεων του κράτους, διαρθρωτικά μέτρα και μεταρρυθμίσεις που διευρύνουν τις παραγωγικές δυνατότητες και δεν μεταθέτουν την προσαρμογή αποκλειστικά στη μείωση των μισθών και των εισοδημάτων. Τα αποτελέσματα ήταν θετικά.

Οι μεγάλες οικονομίες που εγκατέλειψαν τη νεοφιλελεύθερη εκδοχή της «νέας συναίνεσης» και προέβησαν σε ενεργή διαχείριση όλων των πολιτικών και κυρίως στη άμεση διοχέτευση ρευστότητας στην πραγματική οικονομία, χωρίς ιδεοληπτικούς αποκλεισμούς, κατάφεραν να υπερβούν την κρίση, να επανακάμψουν σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης με περιορισμένη ανεργία. Οι αναπόδραστες πληθωριστικές πιέσεις αντιμετωπίστηκαν με τις διαρθρωτικές παρεμβάσεις σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα. Αντίθετα στην ΕΕ η εμμονή στη νεοφιλελεύθερη εκδοχή της «νέας συναίνεσης» είχε σαν αποτέλεσμα τον εγκλωβισμό των οικονομιών των κρατών μελών σε συνθήκες κατάρρευσης ρευστότητας λόγω της χρηματοδοτικής αδυναμίας των τραπεζών. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με την αυστηρή δημοσιονομική πολιτική και την πτώση της ζήτησης, ενέπλεξε τις ευρωπαϊκές οικονομίες σε στασιμότητα, αποδυνάμωσε τις αναπτυξιακές προοπτικές, με υψηλότατη ανεργία αλλά ελάχιστο ή αρνητικό πληθωρισμό. Τα έκδηλα λάθη αυτής της πολιτικής εμμέσως πλην σαφώς ομολογούνται από τις βεβιασμένες προσπάθειες της ΕΚΤ τους τελευταίους μήνες υπό το φόβο του στασιμο-αποπληθωρισμού. Η θέσπιση αντικινήτρων διακράτησης ρευστότητας από τις τράπεζες όσο και η προσπάθεια διοχέτευσης ρευστότητας μέσω της αγοράς ενέγγυων τίτλων του ιδιωτικού τομέα αποτελούν προσπάθειες διευκόλυνσης των επενδύσεων και υπέρβασης του φαύλου κύκλου αποπληθωρισμού και ανεργίας στον οποίο έχει εμπλακεί η ΕΕ. Ωστόσο παραμένουν σημαντικές οι αποστάσεις από τις πρακτικές διοχέτευσης ρευστότητας των άλλων μεγάλων οικονομιών όπου οι κεντρικές τράπεζες προσήλθαν μαζικά και έγκαιρα στην χρηματοδότηση αγοράς τίτλων του δημοσίου και του ιδιωτικού τομέα διευρύνοντας τις νομισματικές παρεμβάσεις πέραν των βασικών επιτοκίων, στην ίδια την προσφορά χρήματος. Αντίθετα η ΕΚΤ παραμένει προσηλωμένη στην πολιτική της «νομισματικής αποστείρωσης» της παραγόμενης ρευστότητας (sterilizedlending), ενώ περιορίζει τις παρεμβάσεις αποκλειστικά στην αγορά των περιορισμένης συνολικής αξίας τίτλων του ιδιωτικού τομέα.

Εφαρμόζοντας λάθος το λάθος

Η εφαρμογή της λάθος πολιτικής της «νέας συναίνεσης» στην Ελληνική περίπτωση απέβη πολλαπλώς μοιραία για λόγους ιδιοσυστασίας του ελληνικού σχηματισμού. Πιο συγκεκριμένα το πλαίσιο της συγκεκριμένης οικονομικο-πολιτικής ιδεοληψίας:

α) απαιτούσε την ελαχιστοποίηση των δημοσιονομικών παρεμβάσεων σε μια κατεξοχήν κρατικοδίαιτη οικονομία με ισχυρές εξαρτήσεις του ιδιωτικού τομέα από το δημόσιο.

β) μετέθετε μεταρρυθμιστικές ευθύνες στις κυβερνήσεις σε ένα πολιτικό σύστημα πελατειακό με παράδοση εξάρτησης από ειδικά συμφέροντα (μεγάλα ή μικρά) που ουδόλως ενδιαφέρθηκε (και ενδιαφέρεται) για πραγματικές αλλαγές στους θεσμούς και τις λειτουργίες.

γ) μετέθετε τον έλεγχο της εφαρμογής της νομισματικής πολιτικής στις τράπεζες και σε ένα ολιγοπωλιακό και εν πολλοίς ανεξέλεγκτο τραπεζικό σύστημα με παραδοσιακά υψηλό κόστος χρήματος και έφεση στην επιλεκτική χρηματοδότηση «προνομιακών συνομιλητών» του συστήματος ή ακόμα και παραοικονομικών δραστηριοτήτων.

Τα αποτελέσματα της λάθος εφαρμογής μιας λάθος πολιτικής ήταν πασιφανή πριν την κρίση. Η οικονομία ουδέποτε προσαρμόστηκε. Ο δημόσιος τομέας συνέχιζε την αντιπαραγωγική του διάταξη δανειζόμενος, ο ιδιωτικός καιροσκοπούσε εκμεταλλευόμενος και οι τράπεζες διοχέτευαν υπερβάλλουσα ρευστότητα χρηματοδοτώντας. Όλοι οι μηχανισμοί της οικονομίας εργάζονταν προκυκλικά και ανεξέλεγκτα (λόγω των πελατειακών πολιτικών σχέσεων) υπερτροφοδοτώντας τις οικονομικές δραστηριότητες και τους φορείς τους στις φάσεις ανόδου. Η κρίση μας αποκάλυψε. Ωστόσο, η εμμονή στο ίδιο πλαίσιο οικονομικής πολιτικής μετά την κρίση ήταν καταστροφική. Οι μηχανισμοί της οικονομίας λειτουργώντας προκυκλικά, οδήγησαν και οδηγούν την οικονομία σε μια τεράστια συρρίκνωση με ελάχιστες διαρθρωτικές βελτιώσεις.

Ο περιορισμός των αποκρατικοποίησεων όσο και η αδιαφάνεια των μηχανισμών προσέλκυσης επενδυτών που καταλήγει σε περιορισμένο ενδιαφέρον με επαναλαμβανόμενα και γνωστά ονόματα αγοραστών, η αναπαραγωγή των δομών που προσδιορίζουν τους μεγάλους προμηθευτές του δημοσίου, η ανοχή έναντι των προβληματικών δανείων των τραπεζών που ανακεφαλαιοποίηθηκαν με δημόσιο χρήμα και τόσα άλλα, αποδεικνύουν τη συνέχεια του κρατικοδίαιτου προτύπου επιχειρηματικής ανάπτυξης και των δεσμών δημοσίου χρήματος και μεγάλων ιδιωτικών επενδύσεων.

Η αναβολή και η αλλοίωση των μεταρρυθμίσεων που αφορούν στον πραγματικό εκσυγχρονισμό του δημοσίου και των υπηρεσιών του κατά τις απαιτήσεις ειδικών ομάδων συμφερόντων στην υγεία, στην παιδεία, τη δομή και τις υποδομές των υπουργείων, η μη απελευθέρωση επαγγελμάτων και η διατήρηση προνομίων κλπ αποτελούν χαρακτηριστικά παραδείγματα συνέχειας του προσαρμοστικού εκσυγχρονισμού που επιδιώκει το πελατειακό πολιτικό σύστημα αντί των πραγματικών μεταρρυθμίσεων.

Το ολιγοπωλιακό και στρεβλό τραπεζικό σύστημα και η αναδιάρθρωση του κατέληξαν σε ισχυρότερο ολιγοπώλιο 4 τραπεζών που διεκδίκησε τη δική του σωτηρία, κερδοσκόπησε επί των υφιστάμενων δανείων και περιχαράκωσε τους κινδύνους που θα μπορούσε να αντιμετωπίσει σε βάρος της πραγματικής οικονομίας, ασχέτως των πρακτικών που το ίδιο το τραπεζικό σύστημα ακολούθησε στο παρελθόν.

Υπό αυτό το πλαίσιο οικονομικής πολιτικής και της πολιτικής εφαρμογής της, η κατάρρευση επιχειρήσεων του ιδιωτικού τομέα ήταν πολλαπλάσια αυτής που θα ανέμενε κάποιος διεθνής αναλυτής εφαρμόζοντας τα κριτήρια του μέσου όρου των ευρωπαϊκών οικονομιών (με την «αναπτυξιακή» εξαίρεση από την «ιδιαίτερη» μεταχείριση ορισμένων επιχειρηματιών από το κράτος και τις τράπεζες). Η εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων αποδείχθηκε αποκριάτικο πάρτι με καθυστερήσεις, υπεκφυγές και ψέματα έναντι των υποχρεώσεων για θεσμικές προσαρμογές που έθιγαν και θίγουν το πελατειακό οικοδόμημα των κομμάτων και των πολιτικών. Η κατάρρευση της ρευστότητας ήταν και παραμένει μοναδική, κυρίως για τη μεσαία, τη μικρομεσαία και τη μικρή επιχειρηματικότητα. Επιχειρήσεις που οικοδομήθηκαν στη βάση τραπεζικών πρακτικών (μεταχρονολόγηση επιταγών κλπ) βρέθηκαν στον αέρα, δάνεια ζητήθηκαν εκβιαστικά πίσω, το κόστος χρήματος εξακοντίστηκε παρά τις μειώσεις των βασικών επιτοκίων. Άλλες που υπό κανονικές συνθήκες θα έπρεπε να έχουν κλείσει παραμένουν χρηματοδοτούμενες ελέω ειδικών συμφερόντων και ρυθμίσεων. Ακόμα και το δημοσιονομικό πλεόνασμα αποδεικνύεται κατάκτηση κοινωνικά άδικων μέτρων δημιουργώντας βραχυπρόθεσμα οφέλη που χάνονται στην δίνη της αναποτελεσματικότητας του πελατειακού πολιτικού συστήματος και μακροπρόθεσμα, κόστη από την ενστάλαξη πόλωσης και πολιτικής αστάθειας.

Η τεράστια απώλεια εθνικού πλούτου, η απαξίωση των περιουσιών, η στρεβλή αναδιάταξη και συγκεντροποίηση ιδιοκτησίας των παραγωγικών πόρων, η ανεργία αλλά και η μεγάλη διάρκεια της κρίσης, μαρτυρούν το εύρος και το βάθος από τις συνέπειες των δύο λαθών που επιβάρυναν την οικονομία, πολλαπλασιάζοντας το ένα τις δυσμενείς συνέπειες του άλλου.

Δημοσιεύτηκε στο capital στις 14/9/2014

 

Επιτάχυνση ανάπτυξης με δημόσιες επενδύσεις

Φθάνοντας στο φθινόπωρο του 5ου χρόνου της οικονομικής κρίσης, έχουμε καλά δημοσιονομικά νέα, συνεχίζοντας να δημιουργούμε πρωτογενές πλεόνασμα. Στα άλλα τρία μεγάλα οικονομικά προβλήματα (χρέος, μεταρρυθμίσεις, ανεργία) πάμε σημειωτόν.

1. Ανάγκη για χάραξη σοφής στρατηγικής και επιμονή στην εφαρμογή

Χρειάζεται να θέσουμε στόχους, να δημιουργήσουμε στρατηγική, και πάνω απ' όλα να επιμείνουμε στην ολοκλήρωσή της. Το διακύβευμα για την Ελλάδα είναι τεράστιο.

Εχουμε πραγματικά τη δυνατότητα να βγούμε για τα καλά από την οικονομική κρίση σε 15 μήνες. Αποτυχία θα ήταν ιδιαίτερα καταστροφική για την Ελλάδα και θα δημιουργούσε μια πολιτική και οικονομική κρίση σαν του Μαΐου του 2012. Οπως έχω ξαναγράψει στην «Καθημερινή» στην αρχή του 2014, στη σημερινή φάση έχουμε επιλογές και χρειάζεται ιδιαίτερη σοφία στη δημιουργία στρατηγικής, επιμονή στην εφαρμογή της και αξιοπιστία.

2. Οικονομικό πρόγραμμα και στρατηγική

Πρώτο και βασικό. Ολοι συμφωνούν, θέλουμε ανάπτυξη. Μακροχρόνια θα δημιουργηθεί από το νοικοκύρεμα της οικονομίας μας με τις διαρθρωτικές αλλαγές. Αλλά βραχυχρόνια πώς; Μέσω δημοσίων επενδύσεων! Μπορούμε πια να δανειζόμαστε από τις διεθνείς χρηματαγορές εκδίδοντας καινούργια ομόλογα. Πρέπει να βάζουμε όλα τα χρήματα (5 δισ. ετησίως) από τα καινούργια ομόλογα στις δημόσιες επενδύσεις. Ούτε ένα ευρώ από αυτά δεν πρέπει να χαθεί και να ταφεί στον γενικό προϋπολογισμό! Μέσω αυτών των επενδύσεων να δημιουργήσουμε καινούργιες θέσεις εργασίας και εισόδημα και ανάκαμψη. Και ασφαλώς με την ώθηση των δημοσίων επενδύσεων και οι ιδιώτες επενδυτές που περιμένουν να αγοράσουν «Ελλάδα» φθηνότερα, τώρα θα πιεστούν να κάνουν επενδύσεις στην Ελλάδα φοβούμενοι ότι, αν δεν μπουν τώρα, θα πληρώσουν ακριβότερα στο μέλλον. Δημόσιες επενδύσεις 5 δισ. ετησίως (3% του ΑΕΠ) και 1-2% του ΑΕΠ ιδιωτικές επενδύσεις θα απογειώσουν πραγματικά την ελληνική οικονομία. Να πείσουμε την τρόικα να εξαιρεθούν από τους δημοσιονομικούς περιορισμούς οι δημόσιες επενδύσεις που μέσω του προϊόντος που παράγουν μειώνουν αντί για να αυξάνουν το ποσοστό χρέους/ΑΕΠ. Για εκείνους που αφελώς ρωτούν γιατί να δανειστούμε από τις αγορές με 3-5% και να μη δανειστούμε από τους Ευρωπαίους με 2%, να υπενθυμίσω ότι δεν μας δίνουν οι Ευρωπαίοι και το ΔΝΤ όσα χρήματα θέλουμε.

Δεύτερον, να θέσουμε σαν καίριο στόχο να μειωθεί η ανεργία από το 27% σε 13-15% μέσα σε δύο χρόνια μέσω δημιουργίας θέσεων εργασίας από το πρόγραμμα επενδύσεων. Να πείσουμε την τρόικα ότι αυτός ο στόχος μας είναι καίριος.

Υστερα από τη βαθιά δημοσιονομική προσαρμογή, πρέπει να φροντίσουμε άμεσα για τον περιορισμό της ανεργίας. Να πραγματοποιηθεί όμως ο στόχος μέσω επενδύσεων που θα δημιουργήσουν θέσεις εργασίας και όχι σαν «πρόγραμμα απασχόλησης» που προτείνουν κάποιοι που απλώς θα επιδοτεί τους ανέργους και θα τους μετονομάζει «εργαζόμενους».

Τρίτον, να επιμείνουμε στις μεταρρυθμίσεις. Η δήλωση του υπουργού Οικονομικών στους New York Times «η Ελλάδα έχει κάνει τις περισσότερες μεταρρυθμίσεις» είναι ατυχής. Ολοι ξέρουμε ότι μόνο λίγες έχουμε κάνει και πολλές περιμένουν να γίνουν, ανάμεσά τους και οι μειώσεις των φορολογικών συντελεστών, η μείωση της γραφειοκρατίας, η αύξηση της αποτελεσματικότητας στο Δημόσιο, η αξιολόγηση δημοσίων υπάλληλων και η μείωση του δημόσιου τομέα. Να πούμε «ναι» στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, να πειστούμε ότι θέλουμε να τις κάνουμε ακόμα κι αν δεν είχαμε την τρόικα να μας τις υπενθυμίζει. Αυτό ασφαλώς χρειάζεται πολιτική επιλογή και στήριξη. Είναι απαραίτητο να πειστούν οι πολίτες ότι οι μεταρρυθμίσεις είναι σημαντικότατες για τη μακροχρόνια ευημερία της Ελλάδος. Μπορεί κάποιοι να χάσουν μερικά προνόμια αλλά το κοινωνικό σύνολο θα κερδίσει πολλά και μακροχρόνια. Και ασφαλώς χρειάζεται ιεράρχηση των μεταρρυθμίσεων και στην ουσία και στη χρονική εφαρμογή.

Τέταρτον, να αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικά το μεγάλο δημόσιο χρέος που μας συσσώρευσαν δεκαετίες διαφθοράς, λαϊκισμού, επιπολαιότητας και αδράνειας. Βρισκόμαστε στην καλή θέση να έχουμε πολύ μικρούς τόκους (κάτω από 2%) στο πιο μεγάλο μέρος του χρέους που διακρατεί ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Στήριξης και οι Ευρωπαίοι εταίροι, και επιπλέον αυτοί οι δανειστές να μας αφήνουν να καθυστερούμε τις πληρωμές τόκων για πολλά χρόνια. Επίσης είμαστε τυχεροί που βρισκόμαστε στα χαμηλότερα επιτόκια 50ετίας διεθνώς, που όμως είναι πιθανό να ανέβουν λόγω αλλαγής πολιτικής της Fed σύντομα, ίσως και πριν από το τέλος του έτους.

Το ελληνικό χρέος είναι μεγάλο σαν ποσοστό του ΑΕΠ και μερικοί φοβούνται ότι κάποτε στο μέλλον δεν θα μπορεί να εξυπηρετείται. Το πρόβλημα λύνεται με ανάπτυξη, αυξάνοντας το ΑΕΠ όπως προτείνω πιο πάνω και μειώνοντας το ποσοστό του χρέους προς ΑΕΠ. Και για να είμαστε βέβαιοι ότι και στο μέλλον θα μπορούμε να εξυπηρετούμε το χρέος, πρέπει να ζητήσουμε άμεσα από τους Ευρωπαίους εταίρους μας τα παρόντα χαμηλά κυμαινόμενα επιτόκια να γίνουν σταθερά παραμένοντας χαμηλά. Και τελικά να ζητήσουμε απομείωση της τωρινής καθαρής αξίας του χρέους κατά 50% μετακυλίοντας τη λήξη του στα 75 χρόνια. Το ελληνικό χρέος θα μείνει το ίδιο σαν αριθμός ευρώ, αλλά η καθαρή παρούσα αξία του θα μειωθεί κατά 50%. Αυτή η αλλαγή δεν θα βλάψει τους Ευρωπαίους δανειστές άλλα θα δώσει τη δυνατότητα στην Ελλάδα των παιδιών και των εγγονιών μας να αποπληρώσουν ένα πολύ μικρότερο χρέος. Για εκείνους που λένε ότι δήθεν η επιμήκυνση του χρέους επιβαρύνει τα παιδιά και τα εγγόνια μας, θα υπογραμμίσω ότι δυστυχώς η παρούσα γενιά έχει ήδη (πριν από το 2010) καταναλώσει τα χρήματα και των παιδιών και των εγγονιών της. Η επιμήκυνση της αποπληρωμής του χρέους δεν προσθέτει κανένα καινούργιο βάρος στις επόμενες γενεές, ενώ αντίθετα μειώνει τα βάρη τους. Εκείνοι βέβαια που λένε ότι πρέπει η Ελλάδα να μην πληρώσει τα χρέη της προς τις φίλες χώρες εκβιάζοντάς τες, βρίσκονται εντελώς εκτός πραγματικότητας. Μια τέτοια κίνηση θα οδηγούσε στην έξοδο από το ευρώ, την κατάρρευση των τραπεζών, υπερπληθωρισμό, και συρρίκνωση των εισοδημάτων στα επίπεδα του 1950.

3. Οι σχέσεις μας με την τρόικα

Η τρόικα ήρθε στην Ελλάδα για να επιβλέψει τη δημοσιονομική προσαρμογή της Ελλάδας όταν ξαφνικά ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Στήριξης, οι Ευρωπαίοι εταίροι, και το ΔΝΤ έγιναν οι κύριοι δανειστές της Ελλάδας. Δεύτερος στόχος της ήταν οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις.

Το μακροοικονομικό μοντέλο της τρόικας (δηλ. του ΔΝΤ) έπεσε επανειλημμένως πολύ έξω στις προβλέψεις (όπως έχει παραδεχτεί και το ΔΝΤ). Απ' την άλλη μεριά, η Ελλάδα ποτέ δεν κατέβηκε στις διαπραγματεύσεις με δικό της μακροοικονομικό μοντέλο ούτε με στόχους ποιοτικά διαφορετικούς από της τρόικας. Δηλαδή, οι διαπραγματεύσεις της Ελλάδας με την τρόικα ήταν ποσοτικές και όχι ποιοτικές, με την Ελλάδα να προσπαθεί να πάρει «έκπτωση» 20% στα προτεινόμενα από την τρόικα. Οι συχνές επισκέψεις της, οι πολλές μικρές δόσεις των δανείων και η αδράνεια του κρατικού μηχανισμού επισκίασαν την ουσία και τους στόχους του προγράμματος. Επιπλέον, το πιπίλισμα του ψευτοδιλήμματος μνημόνιο-αντιμνημόνιο χωρίς πραγματική αντίληψη του περιεχομένου των Μνημονίων στέρησε από τον ελληνικό λαό τη δυνατότητα να πάρει στα σοβαρά μέρος στη συζήτηση για το μέλλον της ελληνικής οικονομίας.

Μετά 4 χρόνια επίβλεψης, έχοντας πρωτογενές πλεόνασμα και δυνατότητα δανεισμού από τις χρηματαγορές, η Ελλάδα βρίσκεται σε πολύ καλύτερη διαπραγματευτική θέση από παλαιότερα. Δεν έχει όμως ακόμα εμπεριστατωμένη στρατηγική και βρίσκεται ακόμη εθισμένη στην ποσοτική διαπραγμάτευση.

4. Τι πρέπει να ζητήσουμε από την τρόικα

Πρώτα, να αρχίσει άμεσα η συζήτηση για την επιμήκυνση της λήξης του χρέους και τη σταθεροποίηση των επιτοκίων. Η επιμήκυνση δεν βλάπτει τους Ευρωπαίους και συμφέρει την Ελλάδα. Δεν υπάρχει κανένας ουσιαστικός λόγος να μη γίνει τώρα και να μην τελειώσει αυτό το ζήτημα άμεσα.

Δεύτερον, να ζητήσουμε από την τρόικα να εξαιρέσει από δημοσιονομικούς περιορισμούς τις δημόσιες επενδύσεις έως 5 δισ. με χρήματα από καινούργιες εκδόσεις ομολόγων που θα μπαίνουν μόνο στις δημόσιες επενδύσεις.

Τρίτον, πρέπει η Ελλάδα να πει ξεκάθαρα στην τρόικα ότι δεν χρειαζόμαστε άλλα χρήματα και καινούργιο πρόγραμμα, έχοντας ήδη δημιουργήσει πρωτογενές πλεόνασμα. Στα συνολικά νούμερα, η δημοσιονομική προσαρμογή έληξε, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν μπορούμε να κάνουμε αλλαγές περιορίζοντας τη φοροδιαφυγή, και κάνοντας το Δημόσιο πιο αποτελεσματικό και μικρότερο.

Τέταρτον, πρέπει η Ελλάδα να πει στην τρόικα ότι θέλει να κάνει και θα κάνει τις διαρθρωτικές αλλαγές. Την αναγκαία ιεράρχηση σε αυτές πρέπει να την προτείνει η κυβέρνηση. Οι ποσοτικές διαπραγματεύσεις σε αυτό (π.χ. κάναμε 80% των αλλαγών) μόνο γέλια προκαλούν και πρέπει επί τέλους να σταματήσουν.

Πέμπτον, πρέπει πια να σταματήσει η διαπραγμάτευση στις λεπτομέρειες (π.χ. αν θα έχουμε 50 δόσεις ή όχι), παρότι βολεύει την κυβέρνηση δίνοντάς της άλλοθι (η τρόικα το επέβαλε και εμείς καταφέραμε να έχουμε 50 δόσεις όταν η τρόικα ήθελε 40) και οι μέσης θέσης γραφειοκράτες του ΔΝΤ και των Βρυξελλών που κάνουν τη διαπραγμάτευση ζουν για τις λεπτομέρειες. Ομως αυτή η λεπτομερειακή δημόσια διαπραγμάτευση βλάπτει την Ελλάδα γιατί δεν εστιάζεται στα σημαντικά θέματα.

5. Το τέλος της τρόικας, η πιθανή αποχώρηση του ΔΝΤ και η ανάπτυξη

Κύκλοι του ΔΝΤ άλλα και της Ελλάδας θέλουν να απαγκιστρωθεί το ΔΝΤ από την Ελλάδα. Αυτό θα βόλευε πολιτικά το ΔΝΤ γιατί τώρα δίνει χρήματα στην Ελλάδα αντί για φτωχότερες χώρες με ίσως μεγαλύτερες ανάγκες. Θα βόλευε πολιτικά και την κυβέρνηση που ελπίζει ότι έξοδος του ΔΝΤ θα σήμαινε και έξοδο της τρόικας και των συχνών ελέγχων της. Αλλά κατά πασά πιθανότητα οι Ευρωπαίοι θα συνεχίσουν να ελέγχουν την ελληνική οικονομία, ελπίζοντας ότι θα αποπληρωθούν τα δάνειά τους, δηλαδή οι επισκέψεις ελέγχου δεν θα εκλείψουν μετά τον θάνατο της τρόικας.

Υπάρχουν δύο μεγάλα προβλήματα σχετιζόμενα με την πιθανή έξοδο του ΔΝΤ από την Ελλάδα. Πρώτον, το ΔΝΤ έχει ήδη δώσει 16 δισ. στην Ελλάδα και σύμφωνα με τους κανόνες του πρέπει το ελληνικό χρέος να παραμένει «βιώσιμο», αλλιώς το ΔΝΤ πρέπει να απαιτήσει πάραυτα αποπληρωμή. Αυτό σημαίνει ότι το ΔΝΤ θα εφαρμόσει έλεγχο τύπου τρόικας ακόμα κι αν δεν δώσει ούτε ένα επιπλέον ευρώ. Ετσι, δεν είναι απίθανο με τον θάνατο της τρόικας να τη διαδεχθούν δύο διαφορετικοί έλεγχοι, ένας από το ΔΝΤ και ένας από τους Ευρωπαίους!

Δεύτερον, στο πρόγραμμα διάσωσης, το ΔΝΤ έχει προγραμματίσει να δώσει 12 δισ. στην Ελλάδα το 2015-16. Αυτά τα χρήματα είναι υπολογισμένα στους προϋπολογισμούς χρέους και η έλλειψή τους πρέπει κάπως να καλυφτεί. Κάποτε υπήρχαν σκέψεις να χρησιμοποιηθούν τα εναπομείναντα 11 δισ. του ΤΧΣ (από την τραπεζική ανακεφαλαιοποίηση) γι' αυτό τον σκοπό, αλλά τώρα φαίνεται ότι μάλλον θα δοθούν στις τράπεζες για τη μερική κάλυψη των «κόκκινων» δάνειων που φτάνουν τα 80 δισ.

Υπάρχουν σκέψεις να εκδώσει η Ελλάδα νέα ομόλογα 12 δισ. για να καλύψει τις ανάγκες που θα προκύψουν από την έξοδο του ΔΝΤ. Κατά τη δική μου γνώμη αυτό θα ήταν εντελώς προς τη λάθος κατεύθυνση. Ολα τα χρήματα από τα καινούργια ομολόγα πρέπει να μπουν στην ανάπτυξη. Δεν έχουμε την πολυτέλεια να τα χαραμίσουμε για να μην πάρουμε λεφτά από το ΔΝΤ, τα οποία μας έχει ήδη υποσχεθεί από χρόνια! Να το πω απλά. Μπορούμε να πάρουμε χρήματα από τις αγορές; Τα βάζουμε στην ανάπτυξη. Και τα 12 δισ. που χρειαζόμαστε αν φύγει το ΔΝΤ; Μα τι πραγματικά θα κερδίσουμε αν φύγει το ΔΝΤ; Αφού θα μας στέλνει ελεγκτές ούτως ή άλλως για να είναι βέβαιο ότι το χρέος μας είναι βιώσιμο. Δηλαδή, δεν κερδίζουμε σχεδόν τίποτα από την έξοδο του ΔΝΤ, αλλά χάνουμε τη μοναδική δυνατότητα που έχουμε να χρηματοδοτήσουμε την ανάπτυξή μας και την έξοδο από την ύφεση εκδίδοντας καινούργια ομολόγα.

6. Συμπέρασμα

Κλείνοντας, να υπογραμμίσω το σημαντικότερο σημείο του άρθρου. Η στρατηγική που μας οδηγεί γρήγορα και σίγουρα στην ταχύρρυθμη ανάπτυξη και στη μείωση της ανεργίας είναι απλή. Δανειζόμαστε 5 δισ. ετησίως, εκδίδοντας καινούργια ομόλογα και βάζουμε όλα τα λεφτά σε δημόσιες επενδύσεις. Ούτε ευρώ από αυτά στον γενικό προϋπολογισμό του κράτους, και δεν τα χαραμίζουμε για να «πληρώσουμε» το ΔΝΤ που όπως εξήγησα ούτως ή άλλως θα μας στέλνει ελεγκτές. Με λίγη προσοχή, φτάνουμε σε 3-5% ανάπτυξη το 2015 και μεγαλύτερη το 2016. Και μέχρι το 2016, θα έχουμε δημιουργήσει 600.000 καινούργιες θέσεις εργασίας. Απ' την άλλη μεριά, χωρίς την επιμονή στις μεταρρυθμίσεις και χωρίς το συγκεκριμένο πρόγραμμα ταχείας ανάπτυξης, εύκολα θα μείνουμε στο τέλμα της ύφεσης με τους τεράστιους κινδύνους πολιτικής αστάθειας και εθνικής κρίσεως.

Δημοσιεύτηκε στην Καθημερινή στις 14/9/2014

 

Η ΝΕΡΙΤ καταρρέει - Μόνη λύση η επαναλειτουργία της ΕΡΤ

Πριν λίγες ημέρες συμπληρώθηκαν 15 μήνες από το πραξικόπημα του λουκέτου της ΕΡΤ. Μετά το μαύρο που κράτησε μερικούς μήνες, η κυβέρνηση υποκατέστησε τη δημόσια ραδιοτηλεόραση, αρχικά με τη ΔΤ και αργότερα με τη ΝΕΡΙΤ.
Στην άλλη όχθη, οι εργαζόμενοι της ΕΡΤ που αντιτάχθηκαν στο πραξικόπημα του μαύρου, συνεχίζουν να παράγουν τηλεοπτικό και ραδιοφωνικό πρόγραμμα και διατηρούν έναν δημοφιλή διαδικτυακό ιστότοπο, με εθελοντική εργασία.
Είναι ενδιαφέρον, 15 μήνες μετά το μαύρο, να εξετάσουμε σε ποια κατάσταση βρίσκονται οι δύο πλευρές, σε σχέση με τους διακηρυγμένους στόχους τους.
Τα «επιτεύγματα» της ΝΕΡΙΤ...
Ξεκινώντας από την κυβερνητική πλευρά και τη ΝΕΡΙΤ:
Οι αιτίες του λουκέτου της ΕΡΤ και της εγκαθίδρυσης της ΝΕΡΙΤ ήταν η δημιουργία ενός φορέα ανεξάρτητου, που θα ήταν απαλλαγμένος από τον κυβερνητικό εναγκαλισμό, από τις σπατάλες και τη διαφθορά και με προσωπικό που θα προσληφθεί με αξιοκρατικά κριτήρια. Τέλος, θα ήταν ένας Οργανισμός που η τηλεθέαση και η ακροαματικότητά του θα αυξανόταν σημαντικά. Όλα αυτά, κατά την κυβέρνηση, δεν μπορούσαν να γίνουν με την ΕΡΤ σε λειτουργία.
Σήμερα, όλες αυτές οι διακηρύξεις έχουν κουρελιαστεί. Ο κυβερνητικός έλεγχος είναι ασφυκτικός. Δεν είναι μόνον το περιεχόμενο των ειδήσεων και των ενημερωτικών εκπομπών, όπου "οι καθαρίστριες κινήθηκαν κατά των ΜΑΤ", αλλά και το γεγονός ότι είτε οι δικοί τους είτε "φιλικοί" προς αυτούς θεσμικοί παράγοντες καταγγέλλουν το αντίθετο. Η EBU, με επιστολή της στο Σαμαρά, τον κατηγορεί ότι μετέτρεψε τη ΝΕΡΙΤ σε κυβερνητικό μαγαζί, μετά την πρόσφατη τροπολογία, κατά την οποία η Διοίκηση της ΝΕΡΙΤ, διορίζεται ουσιαστικά από τον αρμόδιο Υπουργό. Τα ίδια ψέλλισε και ο κ. Καψής, αφού βεβαίως είχε προηγουμένως στρώσει το χαλί για την εξέλιξη αυτή. Το πιο πρόσφατο σχετικό δείγμα ήρθε προχθές με την παραίτηση των κορυφαίων δύο στελεχών της ΝΕΡΙΤ, του Προέδρου της Αντώνη Μακρυδημήτρη και του αναπληρωτή Διευθύνοντα Συμβούλου Ροδόλφου Μορώνη, οι οποίοι καταγγέλλουν τον ασφυκτικό κυβερνητικό έλεγχο. Όπως αποκάλυψε η Αυγή, η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι, ήταν η παρέμβαση ενός πανικόβλητου Σαμαρά, ώστε να μην μεταδοθεί (για πρώτη φορά στα χρονικά) η πολυαναμενόμενη ομιλία του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης Αλέξη Τσίπρα στη Θεσσαλονίκη από το Βελλίδειο, στο πλαίσιο της ΔΕΘ.
Είναι επίσης πρόσφατη, η παρέμβαση Εισαγγελέα για τη διερεύνηση των πολυάριθμων καταγγελιών για παρανομίες, ρουσφέτια και πλαστά πιστοποιητικά στη διαδικασία των προσλήψεων της ΝΕΡΙΤ. Πριν από τους Μακρυδημήτρη (ο οποίος επίσης προκάλεσε την παρέμβαση Εισαγγελέα, αφού υπήρξε Αντιπρόεδρος ΜΚΟ ελεγχόμενης για απίστευτα σκάνδαλα) και Μορώνη, είχαν παραιτηθεί ή αποπεμφθεί και πάλι τα κορυφαία δύο στελέχη της ΝΕΡΙΤ, ο Πρόεδρος κ. Προκοπάκης και η Αναπληρώτρια Διευθύνουσα Σύμβουλος κ. Ευαγγελάκου, εν μέσω αμφοτέρωθεν κατηγοριών είτε για ανεπάρκεια είτε για οικογενειοκρατία.
Μια ακόμα πρόσφατη αποκάλυψη, προερχόμενη από δύο από τους τελευταίους ανώτατους άρχοντες της ΕΡΤ, τον κ. Θανάση Παπαγεωργίου και τον κ. Νίκο Σίμο, που δημοσιεύθηκε στη στήλη "Τυπολογίες" της εφημερίδας "Το Παρόν", δείχνει ότι η ΕΡΤ ήταν πλεονασματική, έως και την ημέρα του λουκέτου και δεν υπήρχε κανένας λόγος να κλείσει. Αντιθέτως, η ΝΕΡΙΤ, έχει ξεπεράσει κάθε προηγούμενο σε σπατάλες, με σωρεία αργόμισθων, σωρεία απ' ευθείας αναθέσεων και κυρίως με αδυναμία να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της στην ψηφιακή τηλεόραση, αφού κατέληξε να αναθέτει στην Digea την ψηφιακή μετάβαση, έναντι υπέρογκου -όπως γνωρίζουμε- ανταλλάγματος, που όμως παρανόμως δεν δημοσιεύουν στη διαύγεια.
Τέλος, ως προς την τηλεθέαση και την ακροαματικότητα, τα νούμερα είναι καταλυτικά και υποπολλαπλάσια εκείνων της ΕΡΤ. Είναι χαρακτηριστικό ότι "κατόρθωσε" πρωϊνή ενημερωτική εκπομπή της ΝΕΡΙΤ να "πετύχει" ως τηλεθέαση ένα ολοστρόγγυλο μηδέν!
... και οι νίκες της ελεύθερης ΕΡΤ
Από την άλλη πλευρά, οι εργαζόμενοι της ΕΡΤ που στάθηκαν όρθιοι και αρνήθηκαν να νομιμοποιήσουν το μαύρο, μη συμμετέχοντας στα μορφώματα που δημιούργησε η κυβέρνηση, πετυχαίνουν συνεχείς νίκες και όχι μόνον σε ηθικό επίπεδο. Πριν λίγες ημέρες είδε το φως της δημοσιότητας η απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, επί μιας εκ των αγωγών των εργαζομένων της ΕΡΤ κατά του Δημοσίου και της ΝΕΡΙΤ. Η απόφαση αυτή κηρύσσει άκυρες τις απολύσεις και υποχρεώνει το Ελληνικό Δημόσιο, ως διάδοχο της ΕΡΤ, να αποδέχεται τις υπηρεσίες των εναγόντων με τα προ της απόλυσής τους καθήκοντα. Επίσης, επιβάλλει την καταβολή των μισθών υπερημερίας στους ενάγοντες, με τους μισθούς που είχαν τον τελευταίο μήνα και όχι με την αναδρομική ισχύ του ενιαίου μισθολογίου. Είναι χαρακτηριστικό, ότι σε περίπτωση μη συμμόρφωσης του Δημοσίου, το Δικαστήριο του επιβάλλει να καταβάλλει 100 ευρώ για κάθε ημέρα παράλειψης της συμμόρφωσής του, σε κάθε έναν εκ των εναγόντων. Όλα τα καταβλητέα ποσά προσαυξάνονται με τους νόμιμους τόκους υπερημερίας (επιτόκιο 6% ετησίως).
Είναι βέβαιο ότι το Δημόσιο θα ασκήσει έφεση επί της απόφασης αυτής.
Εν τούτοις, όλα τα τελευταία γεγονότα δείχνουν ότι το "χαρτί" ΝΕΡΙΤ που έπαιξε η κυβέρνηση έχει ήδη καταρρεύσει.
Για να σταματήσει ο εξευτελισμός, τόσο της "δημόσιας ραδιοτηλεόρασης", όσο και της χώρας, μία λύση υπάρχει: Να επαναλειτουργήσει η ΕΡΤ τώρα! Και οι όποιες παθογένειες υπήρχαν, θα διορθωθούν με την ΕΡΤ σε λειτουργία. 15 μήνες μετά, υπάρχει τόσο η τεχνογνωσία, όσο και η θέληση.

Δημοσιεύτηκε στην "Εποχή" στις 15/9/2014

Μετά 40 έτη Συζήτηση για το ΠΑΣΟΚ και τη Μεταπολίτευση

Ασκώντας κριτική στη θεωρητική προσέγγιση του R.Michels για τα πολιτικά κόμματα, ο A.Gramsi γράφει στις σημειώσεις του για το Μακιαβέλι ότι: «Μόνον από τον περίπλοκο πίνακα ολόκληρου του κοινωνικού και κρατικού συνόλου (και συχνά επίσης με διεθνείς επεμβάσεις) θα βγει η ιστορία ενός κόμματος και γι' αυτό μπορεί να πει κανείς ότι γράφω την ιστορία ενός κόμματος δε σημαίνει τίποτε άλλο παρά ότι γράφω τη γενική ιστορία μιας χώρας από μιαν άποψη μονογραφική, για να προβληθεί μια χαρακτηριστική της πλευρά». Και συνεχίζει: «Ένα κόμμα θα έχει μεγαλύτερη ή μικρότερη σημασία και βάρος, στο μέτρο ακριβώς που η ιδιαίτερη δραστηριότητά του θα έχει βαρύνει περισσότερο ή λιγότερο στον καθορισμό της ιστορίας μιας χώρας" (Α.Γκράμσι, Για τον Μακιαβέλι, για την πολιτική και για το σύγχρονο κράτος, εκδ.Ηριδανός, Αθήνα σ.43-44).

Η προηγούμενη παρατήρηση ισχύει ίσως περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο κόμμα της μεταπολίτευσης για το ΠΑΣΟΚ. Η ιστορία του ΠΑΣΟΚ είναι στην ουσία η ιστορία της ίδιας της μεταπολίτευσης. Δεν πρόκειται μόνον για το γεγονός ότι κέρδισε 6 από τις 15 εκλογικές αναμετρήσεις της περιόδου, συγκέντρωσε 4 φορές, πάνω από 3 εκατομμύρια ψήφους (διάγραμμα 1) ή ότι κυβέρνησε (αυτοδύναμα) τη χώρα το μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, συνολικά 20 έτη (239 μήνες). Το ΠΑΣΟΚ συνδέθηκε και εκπροσώπησε διαχρονικά, περισσότερο από κάθε άλλο κόμμα, την ελληνική κοινωνία. Σύμφωνα με μια έρευνα κοινής γνώμης της PublicIssue, στις 13 βουλευτικές εκλογικές αναμετρήσεις που μεσολάβησαν από την ίδρυσή του, το 1974, μέχρι την τελευταία εκλογική του νίκη το 2009, το ΠΑΣΟΚ είχαν ψηφίσει, κάποια φορά, 6 στους 10 ψηφοφόρους (61%), ποσοστό που αντιστοιχεί περίπου συνολικά σε 5,5 εκατομμύρια ψηφοφόρους (διάγραμμα 2Α).

Ο ρόλος του συγκεκριμένου κόμματος υπήρξε παραπάνω από κομβικός. Ηγεμόνευσε στην πολιτική σκηνή της περιόδου αποτελώντας επί μακρόν το επίκεντρο της. Αποτέλεσε το κέντρο βάρους του κομματικού συστήματος που συγκροτήθηκε σταδιακά, τόσο στην περίοδο της ακμής του, κατά τις δεκαετίες '70 και '80, όσο όμως και στην περίοδο της παρακμής του, τις επόμενες δύο δεκαετίες που ακολούθησαν· συνιστώντας, όμως, τώρα χαρακτηριστικό παράδειγμα εκφυλισμού μαζικού αριστερού κόμματος, κοινωνικής αφυδάτωσης, αποϊδεολογικοποίησης, κρατικοποίησης και διαφθοράς.

Μετά το 2012: Το ΠΑΣΟΚ δεν είναι πια εδώ

Με τις διπλές εκλογές του 2012, το ΠΑΣΟΚ τερμάτισε το βιοπολιτικό του κύκλο, που εγκαινιάσθηκε στις 3 Σεπτέμβρη του 1974. Υπό την ηγεσία του τρίτου αρχηγού του, του μοιραίου Γ.Παπανδρέου, τιμωρήθηκε σκληρά -διόλου τυχαία περισσότερο από ό,τι η ΝΔ- για την προσφυγή της Ελλάδας στο ΔΝΤ και την υπογραφή του 1ου Μνημονίου, δύο χρόνια πριν. Το 2010 ήρθε σε ανοικτή και οριστική ρήξη, όχι μόνον με τα κοινωνικά στρώματα τα οποία εξέφραζε επί μακρόν, αλλά και την ιστορικά διαμορφωμένη πολιτική και ιδεολογική του ταυτότητα. Κατάφερε να εξαϋλώσει ολοκληρωτικά την θετική εικόνα που διατηρούσε για το ίδιο, ως κόμματος της διακυβέρνησης, η ελληνική κοινωνία πλειοψηφικά ακόμη και στη δεκαετία του 2000. Το 2000, το 58% των πολιτών αποτιμούσε θετικά τη συνεισφορά του ΠΑΣΟΚ στη διακυβέρνηση της χώρας και μόνον 32% αρνητικά. Μια δεκαετία μετά, η εικόνα αυτή είχε πλήρως αντιστραφεί. Το 2011, τα 2/3 (66%) του εκλογικού σώματος την είχαν πλέον απαξιώσει συνολικά, προαναγγέλλοντας αυτό που θα συμβεί ένα χρόνο μετά (διάγραμμα 2Β, στοιχεία VPRC& PI).

Οι ίδιες οι κοινωνικές δυνάμεις («οι μάζες» για να θυμηθούμε έναν ντεμοντέ όρο), οι οποίες, μετά τη δικτατορία, πίστεψαν σε αυτό, ταυτίστηκαν μαζί του και το στήριξαν πολιτικά-εκλογικά επί 35χρόνια, οι ίδιες το εγκατέλειψαν, διαρρηγνύοντας τη σχέση εμπιστοσύνης που είχε οικοδομηθεί τόσο στην θυελλώδη περίοδο της πρώιμης μεταπολίτευσης, όσο και μετά το 1981, με μοχλό τη διακυβέρνησή του.

Από τις βουλευτικές του Οκτωβρίου του 2009, όταν ο ΓΑΠ επέστρεψε θριαμβευτικά στην εξουσία, με ποσοστό 43,9% και μέσα σε 30 μήνες, απώλεσε 2,2 εκ. ψήφους, αριθμός που αντιστοιχεί στο 31% του εκλογικού σώματος (των ψηφισάντων) του 2009. Ως ποσοστό (13,2%), οι μόλις 756.000 ψήφοι του Ιουνίου (διάγραμμα 1), αποδείχθηκε χαμηλότερο ακόμη και από εκείνο που πήρε όταν πρωτοεμφανίσθηκε το 1974 (13,4%). Πρόκειται για τη μεγαλύτερη εκλογική μετατόπιση που παρατηρήθηκε ποτέ στην μεταπολιτευτική εκλογική ιστορία της χώρας.

Η κοινωνική αποδυνάμωση του συγκεκριμένου κομματικού χώρου δεν τερματίστηκε με τις εκλογές. Αντιθέτως, μετά από αυτές επιταχύνθηκε. Το πολιτικό αποτέλεσμα της ιστορικής εκλογικής συντριβής του ΠΑΣΟΚ, το 2012, αλλά και της συγκυβέρνησης με τη ΝΔ, ήταν η περαιτέρω αποδέσμευση παραδοσιακών ψηφοφόρων του. Η πρωτοφανής απόφαση για κατάργηση της οργανωτικής δομής του κόμματος, που επιβλήθηκε αιφνιδιαστικά λίγες μέρες μετά τις εκλογές, επισφράγισε τον εκφυλισμό και τη διάλυση της ιστορικής μεταπολιτευτικής κομματικής μορφής.

Το κομματικό μόρφωμα που υφίσταται μετά το 2012, το ΠΑΣΟΚ του Ε.Βενιζέλου,διατηρεί μόνον το κέλυφος του ιστορικού κόμματος. Η «ασυνέχεια», σε σχέση με τις προηγούμενες μορφές οργάνωσής του είναι προφανής. Πρόκειται πλέον για έναν περιορισμένο αριθμό στελεχών, τα οποία απασχολούνται στις διάφορες βαθμίδες του κρατικού μηχανισμού και για τους εναπομείναντες παραδοσιακά ταυτισμένους ηλικιωμένους ψηφοφόρους, σε περιοχές προπύργια «εκτός των τειχών»· για ένα ελάχιστο -σε σύγκριση με το ένδοξο κομματικό παρελθόν- ποσοστό κοινωνικής-εκλογικής επιρροής που πιθανότατα θα συμπιεστεί περαιτέρω στις επόμενες βουλευτικές εκλογές. Ταυτόχρονα, σε στοιχειώδες οργανωτικό επίπεδο, εξακολουθεί να κινητοποιεί τοπικά, μερικές δεκάδες χιλιάδες «μέλη και φίλους», όπως συνέβη με την εκλογή των Νομαρχιακών Επιτροπών τον Μάρτιο του 2013. Στη διαδικασία για την ανάδειξη των εκπροσώπων του κόμματος πήραν μέρος μόλις 112.016 μέλη και φίλοι του υπολειπόμενου ΠΑΣΟΚ (διάγραμμα 3) .

Οι πρόσφατες Ευρωεκλογές (Μάιος 2014)έδειξανότι η τάση συνεχίζεται. Το υπό τον διακριτικό τίτλο «Ελιά-Δημοκρατική Παράταξη» ΠΑΣΟΚ έλαβε μόλις 458.403 ψήφους (8% στο συρρικνωμένο λόγω αποχής εκλογικό σώμα). Ο αριθμός αυτός αντιπροσωπεύει μόλις το 15% της δύναμης του 2009! Υπολείπεται δε και κατά 200.000 ψήφους, της απήχησης του 1974!! (διάγραμμα 1).

Η συζήτηση για το ΠΑΣΟΚ

Η θεωρητική συζήτηση σχετικά με τη φύση και το χαρακτήρα του ΠΑΣΟΚ υπήρξε από την αρχή της εμφάνισής του και διαιρεμένη και πολωμένη.

Στη πρώιμη μεταπολιτευτική εποχή, η τάση να αποδοθεί η συγκρότηση του ΠΑΣΟΚ και η απήχηση του στην ηγετική προσωπικότητα του Α.Παπανδρέου κυριάρχησε παραδοσιακά στις αναλύσεις για αυτό. Από εκεί πήγασαν και οι θεωρητικοποιήσεις για τον αυταρχικό και αρχηγικό χαρακτήρα του, αλλά και η τοποθέτηση του στο χώρο των λαϊκίστικων κινημάτων (όπως αυτά της Λ. Αμερικής). Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι πολλά από τα χαρακτηριστικά που του αποδόθηκαν δεν απέχουν από την πραγματικότητα. Οι ερμηνείες όμως που επιβλήθηκαν, παρέμειναν ανεπαρκείς. Υπερτονίζοντας τη χαρισματική προσωπικότητα του Α. Παπανδρέου, υποτίμησαν τις οργανικές σχέσεις που κατέκτησε το ΠΑΣΟΚ στους μισθωτούς εργαζόμενους και σε μεγάλες μερίδες του αγροτικού πληθυσμού της χώρας. Παραγνώρισαν τη μαζική κομματική οργάνωση που συγκρότησε με ταχύτατους ρυθμούς, τη συμπύκνωση στον αρχικό πολιτικό-ιδεολογικό λόγο του ΠΑΣΟΚ των συστατικών στοιχείων της ιδεολογίας των λαϊκών τάξεων στη μετεμφυλιακή Ελλάδα, και τέλος την ιδεολογική-πολιτική διαπάλη για την ηγεμονία στο εσωτερικό του.

Η ανάδυση και η παγίωσή του ΠΑΣΟΚ στη μεταπολίτευση δεν υπήρξε ούτε ευθύγραμμη, ούτε ανώδυνη και χωρίς αντιφάσεις διαδικασία. Ως κόμμα εξέφρασε τα νέα δεδομένα της πολιτικής σκηνής που μετά την πτώση της δικτατορίας είχε μετατοπισθεί αριστερά: διάλυση των παλαιών πολιτικών κομμάτων, κατάργηση της Μοναρχίας, εμπέδωση του κοινοβουλευτισμού και του κράτους Δικαίου, διάσπαση της Αριστεράς, ανάγκη ανανέωσης του πολιτικού προσωπικού, αλλά και σε μία, επίσης, διαφορετική διεθνή συγκυρία: εμφάνιση κινημάτων κοινωνικής αμφισβήτησης, άνοδος της Αριστεράς στην Ευρώπη, προοπτική διακυβέρνησης, άνθηση αντιϊμπεριαλιστικών κινημάτων. Στις νέες συνθήκες της Μεταπολίτευσης, το ΠΑΣΟΚ θα υπάρξει όχι ως "κεντρώο" κόμμα, αλλά ως σοσιαλιστικό και, μάλιστα, ιδιαιτέρως ριζοσπαστικό.

Σήμερα, αντιθέτως, με δεδομένη τη νεοφιλεύθερη μετάλλαξή του ΠΑΣΟΚ –σημείο τομής σε αυτή τη διαδικασία αποτέλεσε η διαδοχή του Α.Παπανδρέου από τον Κ.Σημίτη και η επικράτηση στην εσωκομματική σύγκρουση του εκσυγχρονιστικού ρεύματος (1996)-, την απορρόφηση του από το κράτος, τη διαφθορά του μεγαλύτερου πυρήνα των ηγετικών του στελεχών, τις ευθύνες του για την χρεωκοπία της χώρας και την υπαγωγή της με βασική ευθύνη του στα μνημόνια, η δαιμονοποίησή του γίνεται εύκολα αποδεκτή και η καταδίκη του θεωρείται αυτονόητη.

Η πολιτική εξαφάνιση του ΠΑΣΟΚ που προκάλεσε το Μνημόνιο, δημιούργησε για πρώτη φορά μετά τον Β'Π.Πόλεμο, αντικειμενικές πολιτικές δυνατότητες, για την διαμόρφωση ενός νέου μαζικού κόμματος της Αριστεράς. Η εκλογική ανάδειξη του ΣΥΡΙΖΑ σηματοδότησε το τέλος της εποχής ηγεμονίας του ΠΑΣΟΚ και την πολιτική επανεμφάνιση της Αριστεράς, για πρώτη φορά ύστερα από περιθωριοποίηση πολλών δεκαετιών. Ουσιαστικά, ο ΣΥΡΙΖΑ διαδέχθηκε το ΠΑΣΟΚ στην εκπροσώπηση του μεγαλύτερου τμήματος του λαϊκού κοινωνικού μπλοκ της μεταπολίτευσης.

Ωστόσο, η Αριστερά δεν πρέπει να υποκλιθεί σήμερα στην ιδεολογική επίθεση, που διεξάγεται με όχημα το στρατευμένο σχήμα του «εθνο-λαϊκισμού», κατά της «κληρονομιάς» του ΠΑΣΟΚ· επίθεση, η οποία στοχεύει στη συσκότιση της πραγματικής ιστορίας της μεταπολίτευσης. Ο εκφυλισμός και η οριστική πολιτική χρεωκοπία του ΠΑΣΟΚ εξυπηρετεί τη προσπάθεια ιστορικής αναθεώρησης και παραχάραξης. Χρησιμοποιείται από τους κέρβερους-προπαγανδιστές του νεοφιλελευθερισμού για την απαξίωση συνολικά των μεταπολιτευτικών κομμάτων και του κοινοβουλευτισμού, τη νομιμοποίηση της αυταρχικής αναίρεσης των πολιτικών και κοινωνικών κατακτήσεων, που επέβαλε η «σοσιαλδημοκρατική» διαχείριση του ΠΑΣΟΚ, μετά το 1981.

Η γκραμσιανή ρήση ισχύει και αντίστροφα. Όπως θα (αποδεχθούμε να) «διαβάσουμε» σήμερα την ιστορία του ΠΑΣΟΚ, θα (αποδεχθούμε να) «διαβάσουμε» και την ιστορία της μεταπολίτευσης.

 Δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα των Συντακτών την 1/9/2014

Οι μισές αλήθειες της ευρωκρίσης

Η ​​ αντιμετώπιση της ευρωκρίσης στηρίχθηκε σε μισά μέτρα – γι' αυτό η κρίση συνεχίζεται. Ο διάλογος στην Ευρωζώνη διεξάγεται με μισές αλήθειες – γι' αυτό δυσχεραίνονται οι συναινέσεις για την υπέρβαση της κρίσης.

Η μισή αλήθεια της κυβέρνησης Μέρκελ είναι ότι η ανάπτυξη, ιδίως στις χώρες του Νότου, θα έρθει με εθνικές μεταρρυθμίσεις. Πράγματι, χωρίς διαρθρωτικές αλλαγές, η οικονομική μεγέθυνση δεν θα ήταν διατηρήσιμη. Στην Ελλάδα, μια τόνωση απλώς της καταναλωτικής ζήτησης, χωρίς να έχει αποκτήσει η οικονομία μεγαλύτερη ανταγωνιστικότητα και εξωστρέφεια, θα επέφερε αύξηση των εισαγωγών και διεύρυνση του εξωτερικού ελλείμματος.

Αυτό που η συντηρητική ορθοδοξία παραλείπει να πει είναι ότι οι μεταρρυθμίσεις δουλεύουν μακροπρόθεσμα. Το θέμα είναι τι γίνεται τώρα, που η στάσιμη Ευρωζώνη δείχνει να κυλάει στον τρίτο γύρο ύφεσης. Χρειάζεται άμεσα μια μεγάλη αναπτυξιακή τόνωση, όπως σωστά ζητούν οι Ευρωπαίοι σοσιαλδημοκράτες, ο Ρέντσι, οι Γάλλοι σοσιαλιστές, όπως έχουν δεχτεί ο πρόεδρος Γιουνκέρ και η μεγάλη πλειονότητα των αγγλόφωνων αναλυτών. Μεταρρυθμίσεις σε εθνικό επίπεδο, αναπτυξιακή τόνωση σε ευρωπαϊκό: αυξήσεις μισθών και επενδύσεων στον Βορρά, μαζική διοχέτευση επενδυτικών πόρων στον Νότο, γενναία ποσοτική χαλάρωση νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ. Χρηματοδότηση μέρους της επενδυτικής αυτής τόνωσης από την ίδια την ΕΚΤ με αγορά επενδυτικών ομολόγων.

Μέχρι πρόσφατα, ο πρόεδρος Ολάντ προσδιόριζε το οικονομικό πρόβλημα της Ευρωζώνης αποκλειστικά ως πρόβλημα ζήτησης. Στην τελευταία συνέντευξη στη Monde έκανε ένα βήμα πιο πέρα. Δέχτηκε ότι η Ευρώπη πρέπει να τονώσει τη συνολική ζήτηση, αλλά παράλληλα οι εθνικές πολιτικές να εστιασθούν στην πλευρά της προσφοράς αγαθών και υπηρεσιών, με μεταρρυθμίσεις, βελτίωση των αγορών, φορολογικά κίνητρα, μείωση γραφειοκρατίας. Αυτή τη στροφή σηματοδότησε η αντικατάσταση του υπουργού Οικονομίας. Ο Ολάντ είπε και τα δύο μισά της αλήθειας, και θα έχει αυξημένη διαπραγματευτική ισχύ στη σύνοδο κορυφής της Ευρωζώνης, την οποία ζήτησε.

Ο πρόεδρος της ΕΚΤ Μ. Ντράγκι, δύο χρόνια πριν, έσωσε τις αγορές κρατικού χρέους Ιταλίας και Ισπανίας υποσχόμενος να κάνει «ό,τι χρειαστεί». Η ισχύς της δέσμευσης ήταν τόσο επιβλητική, που η ΕΚΤ δεν χρειάστηκε καν να την υλοποιήσει. Ομως, η αποτελεσματικότητα παρήγαγε επανάπαυση. Σήμερα ο μέσος πληθωρισμός της Ευρωζώνης είναι 0,3% με πρόβλεψη να κλείσει στο 0,7%. Αυτό είναι πολύ μακριά από τον καταστατικό στόχο του 2%. Η ΕΚΤ μέχρι την προηγούμενη εβδομάδα σταθερά επαναλάμβανε τη μισή αλήθεια, ότι οι μακροπρόθεσμες προσδοκίες πληθωρισμού (πληθωρισμός 5+5 χρόνια μπροστά) στην Ευρωζώνη είναι αγκυρωμένες στον στόχο του 2%. Μετάφραση: δεν απαιτούνται ακραίες πρωτοβουλίες. Ομως το φάσμα του αρνητικού πληθωρισμού είναι πλέον εμφανές. Μέσος πληθωρισμός τόσο κοντά ή κάτω από το μηδέν σημαίνει ότι οι οικονομίες της περιφέρειας θα υφίστανται μειώσεις τιμών και μισθών για να αποκτήσουν ανταγωνιστικότητα κόστους. Το χρέος ως ποσοστό του ονομαστικού ΑΕΠ θα μεγαλώνει, αφού ο παρονομαστής θα συρρικνώνεται. Η Ιαπωνία χρειάστηκε δύο δεκαετίες για να βγει από την παγίδα αποπληθωρισμού – κι ακόμα παλεύει. Πολύ επικίνδυνη κατάσταση.

Η συντηρητική ορθοδοξία υποστηρίζει ότι η ευρωκρίση ξεπεράστηκε. Πράγματι, τα Μνημόνια τελειώνουν, οι κυβερνήσεις βγήκαν στις αγορές, τα επιτόκια ομολόγων είναι σε προ κρίσης επίπεδα, οι οικονομίες συνέρχονται από τη βαθιά ύφεση. Ομως, ένα βουνό χρέους σκιάζει την Ευρωζώνη, η μέση ανεργία στο 11,5% και οι πληγές στον Νότο θα πάρουν χρόνια να επουλωθούν. Εξίμισι χρόνια από την αρχή της ευρωπαϊκής ύφεσης, το ΑΕΠ της Ευρωζώνης είναι 2% χαμηλότερο από το σημείο εκκίνησης. (Στη Μεγάλη Υφεση του '30, η Αμερική χρειάστηκε επτά χρόνια για να επιστρέψει στο προ ύφεσης ΑΕΠ.)

Η μισή αλήθεια είναι ότι η ανεργία θα αντιμετωπιστεί με εθνικές προσπάθειες. Η άλλη μισή είναι ότι ανεργία 27% απαιτεί δραστικές δεσμεύσεις ευρωπαϊκών πόρων για την απασχόληση, που θα επικουρήσουν τις εθνικές προσπάθειες, όπως ήδη γίνεται. Μια πραγματική Ενωση χρειάζεται ένα ευρωπαϊκό σύστημα καταπολέμησης της (λόγω ύφεσης) κυκλικής ανεργίας, μαζί με εθνικές μεταρρυθμίσεις για την αντιμετώπιση της διαρθρωτικής ανεργίας. Οι εθνικοί προϋπολογισμοί δεν μπορούν να σηκώσουν τέτοιο βάρος δαπανών όταν πρέπει να πετύχουν υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα. Χωρίς γενναιότερη ενεργοποίηση της Ε.Ε., το χάσμα Βορρά – Νότου θα βαθαίνει, εντείνοντας τη δυναμική κατακερματισμού.

Η πρακτική της Ευρωζώνης έως τώρα είναι να ομνύει στους δημοσιονομικούς κανόνες της ΟΝΕ, αφήνοντας όμως σε αρμόδια θεσμικά όργανα την ευελιξία να δίνουν σιωπηρά τις απολύτως αναγκαίες ανάσες και προσαρμογές. Ο κανόνας της μη διάσωσης κρατών μπήκε στο ντουλάπι, έμμεσες μεταβιβάσεις πόρων από το κέντρο στην περιφέρεια έχουν αθόρυβα συντελεστεί, η ΕΚΤ αφέθηκε να καθαρίσει με ριζοσπαστικές για τα μέτρα της πρωτοβουλίες, η Κομισιόν χαλαρώνει διακριτικά τους δημοσιονομικούς στόχους, η Ελλάδα πήρε δύο χρόνια παράταση στον στόχο του πλεονάσματος, το ίδιο και άλλες χώρες. Και αυξάνεται η πιθανότητα, μετά την ομιλία Ντράγκι στις 22/8, η ΕΚΤ να προχωρήσει και αυτή, εντός του 2014, στην αναγκαία ποσοτική χαλάρωση.

Ναι, η Ευρωζώνη συνηθίζει να μεταβάλλει πορεία σταδιακά, σαν ένα γιγάντιο δυσκίνητο υπερωκεάνιο, που χρειάζεται πολλές μικρές στροφές για να αλλάξει κατεύθυνση. Αρκεί να μην ξεκινήσει να στρίβει πολύ αργά μπροστά από το παγόβουνο...

Δημοσιεύτηκε στην Καθημερινή στις 31/8/2014