Η ΕΕ έχει καταφέρει να διαχειριστεί προηγούμενες παγκόσμιες κρίσεις με μεγαλύτερη επιτυχία από ότι συνήθως πιστεύουμε. Το ίδιο αναμένεται και τώρα ως απάντηση στις μεταβαλλόμενες διατλαντικές σχέσεις. Το σημείο καμπής ήταν η κρίση του Covid-19, όταν ιδρύθηκε το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΤΑΑ) και συμφωνήθηκε μια κοινή στρατηγική εμβολιασμού. Ο συντονισμός μεταξύ των θεσμικών οργάνων της ΕΕ και των κρατών μελών για την αντιμετώπιση κρίσεων ήταν συχνά άτυπος και ρεαλιστικός, σχετικά γρήγορος και με γνώμονα λύσεις που μπορούν να εγγυηθούν την εφαρμογή και την επίλυση των πιο άμεσων επιπτώσεων της κρίσης.
Όταν μια κρίση γίνεται αντιληπτή ως υπαρξιακή για την ίδια την Ένωση και καθολική για όλα τα κράτη μέλη, το κίνητρο για συντονισμό είναι μεγαλύτερο, καθώς αναγνωρίζεται ότι μια εθνική αντίδραση πιθανότατα θα είναι ανεπαρκής. Η κινητοποίηση πραγματοποιείται αρχικά μέσω του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου ενώ η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διαδραματίζει κεντρικό ρόλο στη διευκόλυνση του συντονισμού και της εφαρμογής.
Η συμφωνία μεταξύ της Γαλλίας και της Γερμανίας υπήρξε καθοριστική για όλες τις αποφάσεις κατά τη διάρκεια των πρόσφατων κρίσεων στην ΕΕ. Το τι συμβαίνει στο εσωτερικό αυτών των δύο χωρών είναι κρίσιμο για την αντιμετώπιση των κρίσεων και γι' αυτό η εκλογή Μερτς στη Γερμανία έφερε ανακούφιση στην Ευρώπη.
Η φιλόδοξη διαχείριση κρίσεων από την ΕΕ προκαλεί πιέσεις στις πιο ευρωσκεπτικιστικές κυβερνήσεις όπως η Ουγγαρία, η Σλοβακία και η Ιταλία. Παρόλα αυτά τα νέα συντονιστικά αντανακλαστικά σε συνθήκες κρίσης έχουν επιτρέψει μέχρι σήμερα στην ΕΕ να συνεχίσει την πορεία της. Οι ευρωσκεπτικιστικές κυβερνήσεις αισθάνονται πιεσμένες να ακολουθήσουν και έχουν πολλά να χάσουν αν δεν το κάνουν και έτσι διαφοροποιούνται μόνο περιστασιακά.
Θα καταφέρει η ΕΕ να συντονίσει τις δράσεις της υπό το πρίσμα των μεταβαλλόμενων διατλαντικών σχέσεων; Με βάση όσα γνωρίζουμε από προηγούμενες κρίσεις, η πιο πιθανή απάντηση είναι ναι. Η ανεπίσημες διαδικασίες, η ευελιξία, ο πραγματισμός και η καινοτομία, που αποτέλεσαν το κλειδί για τον συντονισμό της ΕΕ κατά τη διάρκεια των κρίσεων από το 2021 και μετά, είναι πιθανό να ακολουθηθεί και σήμερα.
Ο πρώτος μήνας της δεύτερης διακυβέρνησης Τραμπ έχει ταρακουνήσει την Ευρώπη. Οι κοινές δυτικές αξίες του φιλελευθερισμού, της δημοκρατίας, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, της ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης και του σεβασμού του διεθνούς δικαίου, για τις οποίες οι ΗΠΑ υπήρξαν πρωτοπόρος, δεν μπορούν πλέον να θεωρούνται δεδομένες. Οι οικονομικά συμφέρουσες για τις ΗΠΑ συμφωνίες, ανεξάρτητα από τις πολιτικές επιπτώσεις τους, φαίνεται να είναι η απόλυτη προτεραιότητα. Αυτή η πραγματικότητα αποτελεί μια καθολική και υπαρξιακή νέα κρίση που θα οδηγήσει την ΕΕ σε συντονισμό της δράση της.
Όσον αφορά την άμυνα και τον πόλεμο κατά της Ουκρανίας, παρατηρείται στενή συνεργασία με το Ηνωμένο Βασίλειο, με τον Keir Starmer να παίζει ηγετικό ρόλος στις συνόδους κορυφής στο Παρίσι και το Λονδίνο. Οι ευρωπαϊκές χώρες έχουν καταστήσει σαφές ότι προτίθενται να εντείνουν τις προσπάθειές τους, να παράσχουν εγγυήσεις ασφαλείας στην Ουκρανία και να αυξήσουν τις αμυντικές τους δαπάνες.
Όσον αφορά το εμπόριο και την απάντηση σε πιθανούς επιθετικούς δασμούς των ΗΠΑ, ο συντονισμός είναι ευκολότερος, δεδομένου ότι η αρμοδιότητα ανήκει στην ΕΕ. Το 2023 εγκρίθηκε πράξη κατά των μέτρων εξαναγκασμού η οποία έχει σχεδιαστεί για να λειτουργεί αποτρεπτικά, αλλά αν υπάρξουν επιθετικοί δασμοί, το Συμβούλιο με πλειοψηφία μπορεί να αποφασίσει επιβολή δασμών, περιορισμούς στο εμπόριο υπηρεσιών, καθώς και περιορισμούς στην πρόσβαση σε άμεσες ξένες επενδύσεις και δημόσιες συμβάσεις.
Αντί να αναρωτιόμαστε αν η Ευρώπη μπορεί να συντονιστεί, θα πρέπει να συζητάμε μια ολιστική και ρεαλιστική στρατηγική ώστε να πλοηγηθούμε σε αυτά τα αχαρτογράφητα νερά και να επικρατήσει η ειρήνη έναντι του πολέμου. Οι δίαυλοι με τις ΗΠΑ θα πρέπει να παραμείνουν ανοιχτοί. Ο συντονισμός από μόνος του σίγουρα δεν επαρκεί.
*Δημοσιεύτηκε στα "Νέα" στις 7/3/2025.