Πέμπτη, 28 Μάρτιος 2024

Οι λογαριασμοί

Οικονομικές προσεγγίσεις καλύτερες δεν υπάρχουν από εκείνες της νοικοκυράς. ή του τεφτεριού του μπακάλη. Αφού δηλαδή αφεθούν στην άκρια οι σχεδιασμοί και οι προβολές πολιτικής, αφού προσπεράσουν εξισώσεις και μοντέλα.
Την ίδια μέρα – υποτίθεται την Παρασκευή 10/1 του, φρέσκου ακόμη , δίσεκτου 2020 – που ο Πρωθυπουργός θα ενημερώσει τους πολιτικούς αρχηγούς για την έκβαση του υπερατλαντικού ταξιδιού του για συνάντηση με τον Πρόεδρο Τραμπ και το υπόλοιπο Αμερικανικό «δένδρο ισχύος» για τα ΕλληνοΤουρκικά, την ίδια μέρα θα φτάνει στην εκδίκασή της η πιλοτική δίκη στο Συμβούλιο της Επικρατείας για την τύχη των αναδρομικών των συνταξιούχων (κύριες, επικουρικές και δώρα).
Δικαίως θα ξεκινήσει διαμαρτυρόμενος ο αναγνώστης ότι φέρνουμε μέσα σε μια πρόταση δυο εντελώς ανόμοια ζητήματα. Αν και, ήδη, θα παραδεχθεί ότι υπάρχει κάπου ένα θέμα προτεραιοτήτων της δημόσιας συζήτησης: τώρα που ξανανθίζουν πρωτοσέλιδα και πρωϊνάδικα με τα δικαιώματα (απαράγραπτα κοκ) των συνταξιούχων, τώρα διεκδικεί την προσοχή η συζήτηση για το που θα βρεθούμε φέτος – και. μάλιστα από αρκετά νωρίς στην χρονιά αυτή – στα πιο δύσβατα ζητήματα της εξωτερικής πολιτικής. Προτού καλά-καλά αρχίσουμε να μαδούμε την μαργαρίτα για το άλλο μέτωπο: εκείνο της επαναδιαπραγμάτευσης με τους «εταίρους» για τα πρωτογενή μας πλεονάσματα – δηλαδή για την επάνοδο ή μη της μεταΜνημονιακής Ελλάδας σε κάτι που να θυμίζει αυτόνομη οικονομική πολιτική...
Πάμε τώρα με κάποια σειρά. Ευτυχώς που ήρθε η ώρα της Ολομέλειας του ΣτΕ και – στην ενώπιόν του εισήγηση επί πιλοτικής δίκης – άνοιξαν οριστικά τα χαρτιά για το συνολικό κόστος των τριών γενεών/φάσεων αναδρομικών, που έχουν στοιχειώσει την δημόσια συζήτηση. Λοιπόν: 11 δις ευρώ συν κάτι για την πρώτη περίοδο, από το 2012 μέχρι το 2016. σχεδόν 4 δις για το μεσοδιάστημα που επωαζόταν ο διαβόητος νόμος Κατρούγκαλου. άλλα 11 δις από κει και έως το ξήλωμα μέρους του από το ίδιο το ΣτΕ. Σχεδόν 2,5 εκατομμύρια οι ενδιαφερόμενοι, άλλος λιγότερα, άλλος περισσότερο (ενδιαφερόμενοι και... ενδιαφέροντες, ως ψηφοφόροι). Οι υπολογισμοί είναι του ΕΦΚΑ, με την στήριξη όμως του Ελληνικού Δημοσίου ως ΥΠΟΙΚ – γιατί ο Προϋπολογισμός θα κληθεί να πληρώσει, καθώς η μετά ζήλου (πολιτικού) αναζήτηση του λεφτόδεντρου δεν απέδωσε. Οι αναφορές σε νέο-νέο Ασφαλιστικό δεν αρκούν...
Ας κάνουμε, τώρα, ένα μικρό άλμα: με το Ελληνικό ΑΕΠ να καταβάλλει φιλότιμες προσπάθειες να ξανασκαρφαλώσει στα 200 δις ευρώ/έτος (με αληθινά μεγέθη, εννοείται, όχι με προβλέψεις για ανάπτυξη 3-4%) αυτά τα 26 δις, είναι γύρω στις 13 μονάδες ΑΕΠ. Μέρος των 26 δις, άμα το ΣτΕ αποφασίσει να δώσει στο Δημόσιο την ευχέρεια να αποδείξει ότι ex post αναλογιστικές μελέτες δικαιολογούν τις παλιές αποφάσεις για περικοπές (θυμίζουμε ότι, σοκαρισμένο από την αρχική απόφασή του να στηρίξει «τα Μνημόνια», το ΣτΕ είχε βρει αντισυνταγματικές τις περαιτέρω περικοπές του 2012 γιατί... δεν στηρίχθηκαν σε πειστικές αναλογιστικές μελέτες: με τέτοια λογική πορεύονταν οι ορθολογικοί θεσμοί της Πολιτείας – όχι τα τηλεπαράθυρα ή οι Πλατείες) θα είναι πάλι κάποιες μονάδες του ΑΕΠ.
Προσγείωση, τώρα, στην προσπάθεια μείωσης του πρωτογενούς πλεονάσματος – τα ξαναείπε ο Κυριάκος, στην Κρισταλλίνα αυτήν την φορά αντί της Κριστίν (Γκεοργκίεβα αντί Λαγκάρντ, στο ΔΝΤ) – κατά 1 ή 1,5 μονάδες του ΑΕΠ από το 2021 για δυο χρόνια, κατά 0,2 της μονάδας στην συνέχεια. Ακόμη και οι διαβόητες επιστροφές κερδών των Κεντρικών Τραπεζών/ANFAs-SMPs που μας λαμπυρίζουν ως υποκατάστατο της μείωσης των πλεονασμάτων, κάτι σαν 0,6 της μονάδας μετρούν ετησίως. Και βέβαια, όλα αυτά χρειάζεται να πείσουν το Eurogroup – μέσα Φεβρουαρίου σε πρώτη στάση. Μάλλον γι αυτόν τον λόγο, το δίδυμο Βρούτση – Μηταράκη στο υπ. Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων αυτοσυμμαζεύτηκε στις προθέσεις διάθεσης του «1 δις από τον Προϋπολογισμό για το Ασφαλιστικό για μόνιμη στήριξη των συνταξιούχων» (αυτό είναι κάτι σαν 0,5 μονάδα του ΑΕΠ).
«Και που κολλάει η συνάντηση Μητσοτάκη-Τραμπ;» ίσως διερωτηθεί ο αναγνώστης. Μα στην ζωηρή διακίνηση της «πληροφορίας» ότι ήδη γίνεται συζήτηση για απόκτηση μιας μοίρας F-35 (μετά την αποβολή της Τoυρκίας από το πρόγραμμα), που θα έρθουν να προστεθούν στα αναβαθμισμένα σε Viper 84 F-16 Block 52. Η αναβάθμιση των F-16 κοστίζει ήδη 1,1 δις ευρώ (ο Τραμπ πήγε να τα τιμολογήσει 2 δις δολάρια, θυμίζουμε). Ένα F-35, τώρα που «φτηναίνει» πάει για 80 εκατ. δολάρια από 100+ "γυμνό», τα διπλάσια λειτουργικό. Τάξη μεγέθους της απόκτησης μοίρας τα 3 δις ευρώ.
Μάλλον τα αναδρομικά θα ατυχήσουν στο ΣτΕ με μη-αναδρομικότητα.

*Δημοσιέυτηκε στην "Ναυτεμπορική" στις 11/1/2020. 

Αναζητώντας στοιχεία αισιοδοξίας

Ακολουθώντας την παράδοση να αναζητούμε στο ξεκίνημα της χρονιάς στοιχεία αισιοδοξίας – όμως κάπως συγκεκριμένα, όχι τυπικότητες με το γύρισμα του χρόνου – θα καταθέσουμε μιαν τριπλή πρόταση. Και θα περιμείνουμε να δούμε τι απ' αυτήν θα πιάσει τόπο στην πράξη – εκεί όπου κρίνονται τα πράγματα.
Πρώτο στοιχείο, η επίγνωση ότι μετά την βελτίωση της θέσης των Ελληνικών ομολόγων στην διεθνή αγορά, μετά τα σοβαρά κέρδη που απεκόμισε από το Ελληνικό χαρτί η διεθνής επενδυτική κοινότητα (άνω του 20% σε ετήσια βάση) και με δεδομένη την περιορισμένη ανάγκη κεφαλαίων το 2020 για αποπληρωμές, το πρόγραμμα δανεισμού μιας χώρας που μόλις φέτος «επέστρεψε» διαθέτει γνήσιους βαθμούς ελευθερίας. Αυτοί θα επιχειρηθεί να εκφρασθούν με διάφορους τρόπους, όμως ο κυριότερος θα είναι και ο πιο φιλόδοξος: να επιχειρηθεί η έκδοση 15ετους ομολόγου, που θα μας πηγαίνει πέρα από το διάστημα όπου οι χειρισμοί πολιτικής της Ελλάδας – και των «εταίρων» της, κυρίως, δηλαδή του Eurogroup – έχουν εξασφαλισμένη την βιωσιμότητα/εξυπηρέτηση του χρέους. Αυτό θα είναι ισχυρό μήνυμα κανονικοποίησης, δηλαδή αποδοχής από τις αγορές ότι το ρίσκο Ελλάδας μπορεί να σταθεί όρθιο από μόνο του. Οι υπόλοιπες κινήσεις – νέα πρόωρη αποπληρωμή ακριβού δανεισμού από το ΔΝΤ, νέα ευκαιρία ανταλλαγής ομολόγων/holdouts του PSI που δεν προσήλθαν στον αντίστοιχο χειρισμό το 2017, βαθμιαία απόσυρση των εντόκων (σχεδόν κατά το 1/3) με de facto αντικατάστασή τους με ομόλογα (υπάρχει προσδοκία να δούμε και ομόλογο με αρνητική απόδοση, όπως ήδη τα 3μηνα και 6μηνα έντοκα) – είναι περισσότερο συμβολικής σημασίας. Εδώ, θα άξιζε μια στάση: δυο καλά λόγια για τον ΟΔΔΗΧ, για τους αθόρυβος χειρισμούς που – πριν με Rothschild, τώρα με Lazard – επανέφεραν την Ελλάδα, αληθινά, στις αγορές. Αν όντως προσδοκάται επενδυτική επανεκκίνηση, όχι λόγια περί reboot αλλά ουσία, ένα σημαντικό στήριγμα θα είναι ένα Ελληνικό 15ετές, με το 10ετές να βρίσκεται πλέον με κάτω από 1,5% απόδοση, το 5ετές κάτω από 0,5%.
Δεύτερο στοιχείο, όχι πολύ μακριά, είναι η διαπίστωση ότι η γεωπολιτική αναταραχή και μάλιστα η σειρά εντάσεων στα Ελληνοτουρκικά δεν κατόρθωσε να «δηλητηριάσει» την εκτίμηση των αγορών. Δεν μεταφράσθηκε, δηλαδή, σε επιδείνωση του country risk για την Ελλάδα - μέχρι τώρα. Εδώ χρειάζεται μια συντηρητική/επιφυλακτική ματιά, για να μην βρεθούμε κάποια στιγμή αντιμέτωποι με το Αμερικανικό ανέκδοτο του ανθρώπου που πέφτει από τον ουρανοξύστη και – περνώντας στην πτώση από τον 3ο όροφο – λέει «so far, so good». Όμως το ότι η βελτίωση της συνολικής εικόνας της τοποθέτησης «Ελλάδα» έφερε σταθερότητα στις εκτιμήσεις έχει από μόνο του αξία. όπως και το ότι ένας κάποιος κόσμος κατέγραψε απτά κέρδη κεφαλαίου από το Ελληνικό χαρτί – πρόσφατα, για μη ασήμαντα ποσά . (Μέχρι και πριν δύο χρόνια, ο συνολικός ετήσιος τζίρος επί Ελληνικών ομολόγων ήταν όσο ένα πολύ ακριβό ακίνητο στην Νέα Υόρκη). Αντίστοιχα θετικό το ότι η χρονιά κατέγραψε καλή εικόνα για το Χρηματιστήριο με κέρδη της τάξης του 50%. Παραμένει μεν η συνολική κεφαλαιοποίηση σε χαμηλά επίπεδα, δεν έχουν δε σβήσει εντελώς οι κραδασμοί από π.χ. την περίπτωση Folli Follie (ούτε η βαρύτερη αίσθηση από την μετακίνηση έδρας σημαντικών βιομηχανιών εκτός Ελλάδος στα χρόνια της κρίσης: αυτό θα αργήσει να «σβήσει»). Πάντως το «κάτι κινείται», είναι πολύτιμο.
Θα προσθέταμε και ένα τρίτο στοιχείο που δείχνει προς αισιοδοξία: αναφερόμαστε σε μια λεπτομέρεια από το τελετουργικό της υπογραφής της συμφωνίας Ισραήλ-Ελλάδας-Κύπρου (εν αναμονή Ιταλίας) για τον πολυσυζητημένο αγωγό φυσικού αερίου EastMed. Δεν θα σταθούμε στα γεωπολιτικά, ούτε και στην διόλου αμελητέα – την ουσιαστική – συζήτηση για αμφιβολίες γύρω από την τεχνική, οικονομική και χρηματοδοτική εφικτότητα. Θα σταθούμε, αντιθέτως, στην επισήμανση ότι με πρωτοβουλία του υπουργού Ενέργειας Κωστή Χατζηδάκη κλήθηκαν στις τελετές και ο αρχικός εμπνευστής του EastMed Γιάννης Μανιάτης, και ο ενδιάμεσος υπεύθυνος (που δεν τον ανέκοψε...) Πάνος Σκουρλέτης, και ο τελικός Γιώργος Σταθάκης (που μάλλον είχε καταλήξει πεπεισμένος για το σχέδιο, όπως και για τις άδειες ερευνών νοτίως της Κρήτης). Συμβολική η κίνηση, αλλά πολύ χρήσιμη, αν είναι να φύγουμε από την Ελληνική μιζέρια του «παραλάβαμε χάος» ή/και του «εμείς ξεκινήσαμε ο,τιδήποτε το σωστό». Μαζί και με την επιστολή προθέσεων/LοI ΔΕΠΑ (δηλαδή του διαχειριστή του Ελληνικού δικτύου φυσικού αερίου) και Energean Oil&Gas (που έχει πλέον τα κοιτάσματα Karish και Tannin στο Ισραήλ, «πρώτο αέριο το 2021», με FPSO/πλωτή εγκατάσταση 90 χιλιόμετρα offshore), που δείχνει προς μια εμπορική αξιολόγηση. Αξίζει να έχει καταγραφεί.

*Δημοσιεύτηκε στην "Ναυτεμπορική" στις 4/1/2020. 

Ό,τι ίσχυε πριν, ισχύει και τώρα

Φίλοι της στήλης, που κατά καιρούς μας τιμούν – ειλικρινά το λέμε – με παρατηρήσεις και αντιρρήσεις τους (οι τελευταίες μας κινητοποιούν περισσότερο: φυσικό δεν είναι;) έχουν επισημάνει ότι στα τελευταία μας σημειώματα, που κάλυψαν την συζήτηση για τον Προϋπολογισμό 2020 και την συνολική οικονομική πολιτική για την χρονιά που έρχεται, μας εγκάλεσαν για υπερβολική επιφυλακτικότητα. Μας παρατήρησαν ότι αναγνωρίζουμε την βελτίωση του οικονομικού κλίματος. ότι καταγράφουμε την πορεία της σημερινής Κυβέρνησης σε Eurogroup/μεταΜνημονιακή παρακολούθηση με εφόδιο την επίτευξη των πρωτογενών πλεονασμάτων. ότι ενσωματώνουμε στο επιχείρημά μας τα βήματα που γίνεται για να προχωρήσουν τα πράγματα στις τράπεζες. ότι βλέπουμε πως και οι Βρυξέλλες και οι λοιποί διεθνείς δίνουν χώρο κινήσεων, όσο κι αν αμφισβητούν την προοπτική ρυθμών ανάπτυξης στο 2,8% που επικαλείται ο Προϋπολογισμός – όμως, μολαταύτα, μένουμε στην επιφυλακτικότητα.
Πάμε λοιπόν ένα βήμα πίσω, να ξαναδούμε κάποια πράγματα. Κι ας ξεκινήσουμε από τα πρωτογενή πλεονάσματα – που όλοι (;) πλέον παραδέχονται ότι κρατούν κάτω την οικονομία, πλην όλοι (;;) αναγνωρίζουν ότι η εξασφάλισή τους και για το 2020 είναι διαπραγματευτική προϋπόθεση για να χαλαρώσει ο καταναγκασμός του 3,5% του ΑΕΠ για το 2021-22. Αν η σημερινή Κυβέρνηση θυμηθεί τις ηρωικές ημέρες που ήταν διεκδικητική Αντιπολίτευση – ας πούμε το 2017-18 - , σίγουρα θα ανασύρει ότι επιχειρηματολογούσε πως και τα τότε επιδιωκόμενα πλεονάσματα και υπερπλεονάσματα, πέραν του ότι ήταν αποτέλεσμα υπερφορολόγησης κοκ, προέκυπταν εν πολλοίς από την καθυστέρηση πληρωμής ληξιπρόθεσμων του Δημοσίου προς ιδιώτες/arrears και κυρίως από την καθυστέρηση στην απονομή συντάξεων. Σήμερα, που είμαστε παραμονές τέλους του έτους, πόσο χαμηλότερα από 1% του ΑΕΠ θα καταγραφούν τα ληξιπρόθεσμα; Και πόσο κοντά τις 300.000 θα είναι οι εκκρεμείς συντάξεις, που μαζί με τον Γολγοθά των επανυπολογισμών και των άλλων συνταξιοδοτικών εκκρεμοτήτων έχουν ακουστεί από επίσημα χείλη ότι αγγίζουν το 1.000.000 υποθέσεων; Σε μια ψαλίδα 1-1,5% του ΑΕΠ κινούμαστε κι εδώ.
Φυσικά λίγο παραπέρα βρίσκεται η κυλιόμενη υπόθεση των αναδρομικών –παλιότερων «γενεών» και από νεότερες δικαστικές αποφάσεις, αλλά και από τις αιτήσεις την ηλεκτρονική πλατφόρμα του ΕΦΚΑ που ακριβώς δημιουργήθηκε για να μην πνιγούν ολότελα από προσφυγές τα Δικαστήρια: πάνω από 1,5 εκατομμύρια αιτήσεις έχουν καταγραφεί με το καλό – που ο καθένας «που ξέρει» εκτιμά σε διαφορετικό ύψος δισεκατομμυρίων. Να μείνουμε συντηρητικά σε 2-3% του ΑΕΠ; Βεβαίως υπάρχει εδώ η Μεγάλη Λευκή Ελπίδα (για τον Προϋπολογισμό ελπίδα, για τους άνω των 2.200.000 συνταξιούχους και τους πολιτικούς και δημοσιογραφικούς προστάτες τους κατάρα!) της πιλοτικής δίκης στο ΣτΕ με την οποία θα υποδεχθούμε το 2020 και που θα κρίνει συνολικά. Ενώ υπάρχει και η πάγια πολιτική απόφαση – με επίνευση της Τρόικας – για σταδιακή αποπληρωμή, εις βάθος χρόνου, όσων τελικά (;) κριθούν.
Σταματούμε εδώ, αυτήν την καταγραφή που έχουμε την συναίσθηση ότι θυμίζει μπακάλικο τεφτέρι. Όμως όλη η συζήτηση για τα πρωτογενή πλεονάσματα καθώς πάντοτε γνωστά ήταν και τώρα γνωστά παραμένουν τα παραπάνω, ουδέποτε είχε σοβαρότερο περιεχόμενο. Κυρίως: ό,τι ίσχυε πέρσι και πρόπερσι και πίσω-πίσω στην δυσάρεστη αυτή 10ετία, αυτό ισχύει και τώρα με τα πλεονάσματα. Ανάλογος λογαριασμός – εδώ και αισθανόμαστε την υποχρέωση να είμαστε πιο σεβαστικοί, γιατί αφορά ανθρώπους με γνήσια οικονομική ανάγκη.... – ισχύει με το κοινωνικό μέρισμα (των 700 ευρώ σε κάπου 250.000 δικαιούχους) για φέτος/τέλος έτους. Η σύγκριση με την παροχή 100 – 1200 ευρώ σε ευρύτατο φάσμα δικαιούχων, κάπου 1.600.000 αποδέκτες την αντίστοιχη περίοδο του 2018 (και στις δυο περιπτώσεις, η αναφορά σε δικαιούχους, όχι σε τελικά ωφελούμενους/οικογένειες) δίνει κάτι ενδιαφέρον –σε επίπεδο προσδοκώμενης επίπτωσης στην κατανάλωση, και δι' αυτής στο ΑΕΠ.
Η χρονιά που τελειώνει, ενσωμάτωσε την «επίπτωση εκείνου που είτε το ονομάσει κανείς «13η σύνταξη», είτε «προεκλογικό επίδομα» δόθηκε και καταναλώθηκε (και μπήκε στον πολλαπλασιαστή) στα μέσα του 2019. Ήταν αυτό κάτι σαν 0,5% του ΑΕΠ. Το ίδιο 2019 που τώρα μας τελειώνει, είχε ενσωματώσει το carry-over από περυσινό – πολύ μεγαλύτερο του φετινού – κοινωνικό μέρισμα, που σήμερα είναι στο 0,15% του ΑΕΠ.
Η χρονιά που τελειώνει μόλις που (ελπίζουμε ότι) κατορθώνει να πιάσει αύξηση του ΑΕΠ κατά 1,9%. Πόσο λοιπόν, η προσδοκία για 2,8% ανάπτυξη το 2020 – ώστε να είμαστε εντός στόχων πλεονασμάτων, να μην πέσουμε στην παγίδα ανάγκης νέων μέτρων κοκ – είναι πειστική;
Η «απάντηση» από πλευράς Κυβέρνησης παραπέμπει στις φορολογικές ελαφρύνσεις. Θα αρκέσουν;

*Δημοσιεύτηκε στην "Ναυτεμπορική" στις 13/12/2019. 

Τι σημαίνει «επιστροφή στο μέλλον»

Την συλλέξαμε την διατύπωση περί «επιστροφής στο μέλλον» από κυβερνητική αναφορά στην οικονομική πολιτική, μετά την κατάθεση του Προϋπολογισμού 2020 και την προώθηση ρυθμίσεων στα πλαίσια της ενισχυμένης μεταΜνημονιακής παρακολούθησης υπό το βλέμμα του Eurogroup.
Αν καλά το καταλάβαμε, πρόθεση υπήρξε να φανεί ότι λογική της Κυβέρνησης ήταν – αφού ολοκληρώνει στην ουσία μια διαχείριση εκκρεμοτήτων παρελθόντος, καθώς με την εξαίρεση π.χ. της μείωσης ΕΝΦΙΑ 2019 που προέταξε ευθύς με την ανάληψη της εξουσίας βασικά έμεινε σε εξαγγελίες τομών όπως π.χ. στο Ασφαλιστικό ή τα φορολογικά που ενσωματώνει τώρα ο Προϋπολογισμός, πλην διαχειριζόμενη μακροοικονομικά όποια ισορροπία παρέλαβε και προσθέτοντας την διεκδίκηση βελτίωσης «του κλίματος»/των προσδοκιών – να στρέψει την έμφαση, τώρα, στο αύριο. Και τούτο ενώ πολλά, και βασικά, μέτωπα της πολιτικής αντιπαράθεσης ουσιαστικά έχουν μείνει στην επίσκεψη και «εκκαθάριση» του παρελθόντος: Προσφυγικό/Μεταναστευτικό, θέματα ασφάλειας...
Συζητώντας όμως το θέμα, εισπράξαμε και μιαν άλλη ερμηνεία του «επιστροφή στο μέλλον» όσον αφορά ειδικά την διαχείριση της οικονομίας. Πρόκειται για μιαν αντίληψη που θέλει τα χρόνια τα οποία προηγήθηκαν – πάντως από το 2017 και μετά, τότε που ουσιαστικά εξασφαλίσθηκε η ισορροπία και δρομολογήθηκε η οικονομία προς έξοδο από τα Μνημόνια στα μέσα του 2018 – να υπήρξαν χρόνια πεισματικά προσδεδεμένα σε λογικές παρελθόντος: τόσο η διάσταση της εφεξής φορολογίας, όσο και εκείνη τους συνολικού υποστρώματος για επενδύσεις, εκεί δηλαδή όπου η Κυβέρνηση Μητσοτάκη επιχειρεί να οικοδομήσει το δικό της αφήγημα, θεωρείται ότι στρέφει ξανά προς το μέλλον. Όχι μόνον πολιτικά/προγραμματικά, όμως, αλλά και με την επιδίωξη θεμελίωσης μιας οικονομικής πολιτικής με αποτέλεσμα (η διαφορά politics με policy).
Λέει, δηλαδή, αυτή η προσέγγιση ότι με την έμφαση στην φορολόγηση για την επίτευξη υπερπλεονασμάτων – ώστε να επιτευχθεί η «ειρήνευση» με τους δανειστές, όπως όντως την είδαμε με το κλίμα του 2018-19, αλλά και να προχωρήσουν κινήσεις αναδιανομής, που κι αυτές τις είδαμε από την προηγούμενη Κυβέρνηση... - κρατήθηκε η οικονομία πίσω ως προς τις επιδόσεις της. «Στερήθηκε το μέλλον της» είναι η κωδική ονομασία. Αυτό/κάτι τέτοιο εξέφρασε, «ερμηνευτικά», και δη σε κομματικό περιβάλλον – στο Συνέδριο της Ν.Δ. – ο Κυριάκος Μητσοτάκης το περασμένο Σάββατο με το «μας κράτησαν πολύ πίσω, για να μην κινηθούμε γρήγορα προς τα εμπρός». Ενώ τώρα, με την επιδίωξη «μεταρρυθμιστικής απελευθέρωσης» (αυτή η κωδική ονομασία είναι εν μέρει εισαγόμενη ...) και με την υποχώρηση της φορολογικής πίεσης, το στοίχημα είναι ότι θα ανακτηθεί η στροφή προς το μέλλον. Άρα επενδύσεις, άρα ρυθμός ανάπτυξης, ο γνώριμος ενάρετος κύκλος – στην πράξη, όχι πλέον στον πολιτικό λόγο μόνο.
Διόλου περίεργο, λοιπόν, που ως βασικό θετικό στοιχείο του Προϋπολογισμού προβάλλεται ότι «δεν εισάγεται, για πρώτη φορά, κανένας νέος φόρος». Και αυτό ενώ υπάρχει με το νέο, νομοθετημένο φορολογικό πλαίσιο σειρά ελαφρύνσεων και στα φυσικά πρόσωπα – στον εισαγωγικό συντελεστή από 22% , σε 9% (κάτω των 10.000 ευρώ) συν 1% μείωση στα ανώτερα κλιμάκια – με κόστος 250 εκατ. ευρώ. αλλά και στην φορολόγηση των επιχειρήσεων (με την μείωση του φόρου των εταιρειών από 28%, στο 24% και μερισμάτων από 10% στο 5% , συν την μείωση στην προκαταβολή φόρου, με κόστος σχεδόν 500 εκατ. ευρώ). κι ακόμη περισσότερο στην φορολογική μεταχείριση του ακινήτου (εδώ «γράφει» το μέλλον του ΕΝΦΙΑ, η αναστολή ΦΠΑ στα νεόδμητα και του φόρου υπεραξίας αλλά και στο κίνητρο φορολογικής έκπτωσης 40% για επισκευές και ενεργειακή αναβάθμιση). Αν προσθέσει κανείς, εδώ, τις παρεμβάσεις στο Ασφαλιστικό σε επίπεδο μείωσης εισφορών – και με την διαρρύθμιση του τρίτου πυλώνα και, αντίστοιχα, της επικουρικής ασφάλισης – βλέπει όντως μια διαφορετική προσέγγιση.
Εδώ, όμως, η «επιστροφή στο μέλλον» κάνει ένα μικρό στοπ! ακριβώς για να μην ταράξει πολύ την ισορροπία – και να μην βρεθεί με προβλήματα στην μεταΜνημονισακή παρακολούθηση και εν τέλει στο Eurogroup... - ναι μεν οι ελαφρύνσεις των εταιρειών αφορούν φετινά εισοδήματα (άρα αισθητές το 2020), όμως εκείνες των ιδιωτών τα εισοδήματα 2020 (άρα αισθητές το 2021). Συν, η ήδη ταλαιπωρημένη υπόθεση της διεύρυνσης της φορολογικής βάσης με τις ψηφιακές πληρωμές για να αναγνωρίζεται η μείωση φόρου, όπου πολλά μπρος-πίσω. Συν, η ένταξη νέων περιοχών – εκατοντάδων – στον αντικειμενικό προσδιορισμό αξιών ακινήτων για ΕΝΦΙΑ. ίσως και με... ΕΝΦΙΑ στον μη εξαντλημένο οικοδομικό συντελεστή, πράγμα που θα σημάνει ηλεκτροσόκ σε μονοκατοικίες και μεσοαστικά διώροφα, αν – ΑΝ – προχωρήσει όντως.
Δεν διαταράσσει κανείς εύκολα μιαν ισορροπία για να φανεί διαφορετικός.

*Δημοσιεύτηκε στην "Ναυτεμπορική" στις 7/12/2019. 

Επιφυλακτικότητες και προσδοκίες

Μια ιδιότυπη – για τα Ελληνικά μας δημόσια πράγματα, τουλάχιστον – επιφυλακτικότητα, που θα την ονομάσουμε σωφροσύνη, χαρακτηρίζει την σημερινή ηγεσία του ΥΠΟΙΚ και πάντως τον Χρήστο Σταϊκούρα ως υπουργό, στην τελική ευθεία πριν την οριστικοποίηση του Προϋπολογισμού 2020, αλλά και προς το Eurogroup της 4ης Δεκεμβρίου.
Έτσι όπως μάθαμε τα τελευταία χρόνια να ινδαλματοποιούμε την επίτευξη των στόχων πρωτογενούς πλεονάσματος, και μάλιστα τα υπερπλεονάσματα (που οδηγούσαν στην παροχή κοινωνικών επιδομάτων «τέλους του έτους», όπως εκείνα που και φέτος τροφοδότησαν την δημόσια συζήτηση) τα οποία το 2017 είχαν προκύψει υπερδιπλάσια κι από τα συμφωνημένα με τους «εταίρους» (θυμηθείτε: για το 2017 είχε τεθεί στόχος 1,75% του ΑΕΠ σε πρωτογενές πλεόνασμα, ως προεισαγωγικό βήμα στο 3,5% του 2018-22, ενώ τελικά ξεπεράστηκε και το 4%!...), έτσι και στην φετεινή μηντιακή συζήτηση πολύς χώρος διατέθηκε στο αν φέτος θα πιάσουμε το 3,7% ή «μόνο» 3,6% - κι αν διαθέσιμα για κοινωνικό μέρισμα θα είναι 435 εκατομμύρια ευρώ ή 415. συν πώς/πού θα κατανεμηθούν.
Εκείνο που καταγράψαμε ως επιφυλακτικότητα του Χρ. Σταϊκούρα – και που χαρακτηρίσαμε σωφροσύνη – έγκειται στο ότι όσο κι αν ερωτάται και πιέζεται μηντιακά για δεσμεύσεις στο «πού θα πάνε τα λεφτά», αλλά και για τροφοδότηση της συζήτησης γύρω από την τακτική στο Eurogroup «για την δυναμική διεκδίκηση μείωσης των πρωτογενών πλεονασμάτων», παραμένει για την ώρα στην στάση: πρώτα να διαβάζουμε τα νούμερα που όντως επιτυγχάνονται, κι ύστερα να μιλάμε για κατανομές κονδυλίων και για κινήσεις τακτικής.
Στο εσωτερικό, αυτό αφήνει χώρο στον Κυριάκο Μητσοτάκη να μιλάει ο ίδιος για προθέσεις τέλους του έτους (και για αναζήτηση του πώς η κοινωνική συνείδηση ΝΔ θα διαφοροποιηθεί απ' εκείνην ΣΥΡΙΖΑ στην ίδια επιδοματική κατεύθυνση...). στο εξωτερικό/στο Eurogroup επιτρέπει να χτιστεί μέχρι την τελευταία στιγμή εικόνα επιχειρηματολόγησης με βάση στοιχεία (πού θα διαμορφωθεί το κόστος χρήματος για την Ελλάδα, για το οποίο ήδη ο Πρόεδρος του Eurogroup Μάριο Σεντένο σημείωσε – απαντώντας στον Γιώργο Κύρτσο, στο Ευρωκοινοβούλιο – ότι κινείται πλέον χαμηλότερα από τον επιτυγχανόμενο ρυθμό ανάπτυξης/το «ενάρετο crossover») και επιτεύξεις στόχων. Όχι απλώς προσδοκίες.
Υπ' αυτήν την έννοια, ο Χρ. Σταϊκούρας αρχίζει να λειτουργεί σαν συνεχιστής κατ' ουσίαν του Ευκλείδη Τσακαλώτου, χωρίς την ροπή προς το βρετανικό χιούμορ ειν' αλήθεια. δηλαδή επιχειρεί να συγκρατεί την συζήτηση στο εσωτερικό, μαζεύοντας έρμα για την πορεία του καραβιού στην Ευρωθάλασσα. Όπου όχι μόνον οι συζητήσεις για το πρωτογενές πλεόνασμα υπόσχονται/απειλούν να κινούνται με τους ληθαργικούς ρυθμούς που γνωρίσαμε και στο παρελθόν, αλλά και η μεταβατική «ελευθέρωση» της χρήσης των κονδυλίων από επιστροφές ANFAs/SMPs ώστε να φέρουν έμμεση δημοσιονομική χαλάρωση μέσω ΠΔΕ δεν είναι όσο εύκολη αφέθηκε να πιστεύεται.
Όμως αν μείνουμε λίγο περισσότερο στον Προϋπολογισμό 2020 που, αυτός, δεν χαρακτηρίζεται από περισσή επιφυλακτικότητα! Για μας, το λιγότερο πειστικό στοιχείο του είναι η παραδοχή ότι η ιδιωτική κατανάλωση θα τρέξει το 2020 με ανοδικό ρυθμό 1,8% - έναντι αντίστοιχης αύξησης της δημόσιας με 0,6% . Τι στηρίζει αυτήν την πρόβλεψη (διότι δικαίως η ιδιωτική κατανάλωση δεν παύει να θεωρείται βασικός πυλώνας της κατά την Ελληνική εκδοχή ανάπτυξης/μεγέθυνσης...), όταν το 2019 δεν πιάνουμε παρά 0,6% αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης, και τούτο παρά την χορήγηση της «13ης σύνταξης» την άνοιξη, παρά και την πιο πρόσφατη μείωση του ΕΝΦΙΑ; Άλλωστε η υστέρηση του ρυθμού της ιδιωτικής κατανάλωσης , σε επίπεδο σχεδόν στο μισό της αύξησης της αμέσως προηγούμενης χρονιάς (1,1% η αύξηση του 2018...) είναι που προσγείωσε συνολικά τον φετινό ρυθμό ανάπτυξης.
Η αισιοδοξία για τον ρυθμό αύξησης των επενδύσεων (από 8,8% φέτος σε 13,4% ελπιζόμενο για το 2020) είναι μια παραδοσιακή αισιοδοξία Προϋπολογισμού. Αρχίζει να προβληματίζεται λίγο κανείς, άμα θυμηθεί ότι η αμέσως προηγούμενη χρονιά – το 2018 – είχε πάει πίσω, σε αρνητικό πρόσημο -12,2%, οπότε η φετινή άνοδος ξεκινούσε από σχετικά χαμηλή βάση. (Βέβαια γενικώς αυτή η καταγραφή είναι περιορισμένης χρησιμότητας όταν προσβλέπει κανείς σε ανάπτυξη, καθώς συμπεριλαμβάνει «μέσα μεταφοράς»=πλοία, που μπαίνουν διαφορετικά στην εξίσωση...). Πάντως η πρόβλεψη για εξέλιξη των εξαγωγών είναι μετριοπαθής – στα επίπεδα της φετινής χρονιάς (5,1% έναντι 4,9%) . Συνεπώς προσπαθεί να προεξοφλήσει το ενδεχόμενο σοκ από την διεθνή εμπορική αναταραχή, με Brexit και ΗΠΑ-Κίνα, αλλά και από την αποεπιτάχυνση Γερμανίας-Ιταλίας (κι ας γλύτωσε η πρώτη την τεχνική ύφεση).
Αυτές οι επιφυλάξεις, και λιγότερο η συζήτηση για το αν θα πιάσουμε συνολικά ανάπτυξη/μεγέθυνση 2,8% (Προϋπολογισμός) ή 2,4-2,5% (ΤτΕ) ή 2,3% (ΔΝΤ,ΕΕ) θα μας συνοδεύουν.

*Δημοσιεύτηκε στην "Ναυτεμπορική" στις 29/11/2019. 

Η απόδρομη – λέμε – Ελληνική οικονομική κατάθλιψη

Δύσκολα θα θεωρούσε κανείς ότι ένα βιβλίο που επιλέγει ως υπότιτλο (είναι γνωστό ότι συνήθως στους υποτίτλους βρίσκει κανείς την πρόθεση των συγγραφέων) να μιλήσει για την «Ελληνική οικονομική κατάθλιψη» μπορεί να περικλείει τελικώς αισιόδοξο μήνυμα. Και όμως: το βιβλίο που παρουσίασαν προχθές Γιάννης Στουρνάρας και Στέλιος Πέτσας, το «Οικονομικός Πόλεμος και Νομισματική Ειρήνη» του Κωνσταντίνου Γκράβα, ακόμη κι αν την Great Depression των ΗΠΑ του Μεσοπολέμου την μεταφέρει ως Ελληνική κατάθλιψη, καθώς σ' εμάς η κρίση της δεκαετίας που πέρασε «είναι πολυδιάστατη και υπερβαίνει την οικονομική σφαίρα», ενώ σε βάθος και διάρκεια/η επαναφορά υπήρξε χειρότερη κι από την Great Depression, κατορθώνει να έχει κατάληξη εποικοδομητική – αν όχι αισιόδοξη.
Για τον Γιάννη Στουρνάρα, η πρωτοτυπία του βιβλίου Γκράβα βρίσκεται στο ότι προσεγγίζει την κρίση μέσα (και) από τα μάτια των Κεντρικών Τραπεζών, εγγυητριών της οικονομικής ειρήνης, χωρίς όμως να ξεφεύγει από την γλώσσα που μπορεί να κατανοήσει ο μέσος άνθρωπος. Ο μέσος ενδιαφερόμενος, ο μέσος μη-προκατειλημμένος άνθρωπος εννοείται. Και μάλιστα με προσφυγή όχι μόνο στους οικονομολόγους και τους ιστορικούς της οικονομίας, αλλά και οι εκφραστές άλλων χωρών της σκέψης: άλλωστε, μην ξεχνούμε ότι τα Οικονομικά στο ξεκίνημά τους ήταν Πολιτική Οικονομία. Έτσι μόνον με μια ευρύτερη κοινωνική προσέγγιση «οι κόποι των Ελλήνων πολιτών μέσα στην κρίση θα βρουν ανταμοιβή» με την έξοδο απ 'αυτήν - υπό συνθήκες όμως συνεχιζόμενης σταθερότητας. Και, σ' αυτήν την βάση, θα ξεκινήσει η διεκδίκηση της μείωσης των πρωτογενών πλεονασμάτων.
Για τον Στέλιο Πέτσα, το ζητούμενο σήμερα είναι να λειτουργήσει η συνειδητοποίηση του τι συνέβη, του πώς φθάσαμε στην κρίση ως εγγενής άμυνα στο να μην ξαναβρεθούμε στα λάθη, την επανάπαυση, τους εγκλωβισμούς του παρελθόντος. Η αμφιθυμία γύρω από την ανάλυση της Ελληνικής κρίσης - πρόβλημα δημοσιονομικό η ανταγωνιστικότητας; - δεν έπαψε να τραυματίζει σ' όλη την διάρκειά της.
Μιλήσαμε προηγουμένως για το πόσο πολυδιάστατη, πέραν και του οικονομικού, υπήρξε η Ελληνική κρίση. Το έβλεπε αυτό ήδη, με την ματιά του ιστορικού, ο Κώστας Κωστής όταν κατέγραφε το πώς «στην διαμόρφωση των συνθηκών που οδήγησαν στην κρίση, σημαντικό ρόλο έπαιξαν πολλοί παράγοντες , που μόνον στον συνδυασμό τους μπορούν να μας επιτρέψουν να την κατανοήσουμε σ' όλη τους την πολυπλοκότητα». Μικρό δείγμα αυτής της πολυπλοκότητας – ιδιαίτερα πικρό για όσους θυμούνται την πορεία προς και μέσα στην ΟΝΕ – η παρατήρηση του Τάσου Γιαννίτση, ότι «το Ασφαλιστικό υπήρξε σημαντικός γενεσιουργός παράγοντας της κρίσης [...] τα αθροιστικά ελλείμματα και οι συνολικές δαπάνες για το Ασφαλιστικό αντιπροσώπευαν το 83% των αθροιστικών δημοσιονομικών ελλειμμάτων της περιόδου 2006-2009».
Κανείς δεν θα κατηγορούσε τον Κ. Γκράβα για αντιμνημονιακότητα, πολύ λιγότερο για αντιΕυρωπαϊσμό/αντιΔυτικισμό. Όμως δεν διστάζει να κάνει λόγο για «ανήθικη» διαπραγμάτευση, για υπογραφή του πρώτου (τουλάχιστον) Μνημονίου με την πλάτη στον τοίχο, καθώς «στην ουσία είναι μάλλον αμφίβολο αν υπήρξαν διαπραγματεύσεις, ή αν [η τότε Κυβέρνηση] κλήθηκε να υπογράψει συμφωνία που δεν ήταν σε θέση να διαπραγματευθεί»
Δεν στέκεται ο Κ. Γκράβας – ούτε άλλωστε ο Γ. Στουρνάρας – στην επισήμανση της προαναγγελθείσας αστοχίας του δημοσιονομικού πολλαπλασιαστή που αναγνώρισε άλλωστε ο Ολιβιέ Μπλανσάρ, αλλά αρκετά εκ των υστέρων... στην «συνταγή» ΔΝΤ. Δίνει το ιδιότυπο ελαφρυντικό του Λούντβιχ ντε Μίζες, ότι «τα πειράματα που πραγματοποιούνται σε εργαστήριο, δεν μπορούν να εκτελεσθούν και να εφαρμοσθούν στην οικονομία». (Μόνο που, εδώ, στην ελληνική περίπτωση πειράματα εκτελέσθηκαν. Με μόνον βαθμιαία φθίνουσα αυταρέσκεια – και των πειραματιστών και, συχνά, του πειραματόζωου, που θεώρησε ότι το ύφος ευπειθούς συμμόρφωσης θα βοηθούσε στην αποτελεσματικότητας της θεραπείας!).
Πάντως στο ιδιότυπο αυτό βιβλίο ο συγγραφέας ενσωματώνει ανάγνωση των πολιτικών συσχετισμών, διδάγματα της οικονομικής ιστορίας, ακόμη-ακόμη και ζεύγματα όπως Θουκυδίδη/Hobbes ή και Αριστοτέλη/Κομφουκιανού Μάο Τσε-Τουνγκ. Υπ' αυτήν την έννοια ακολούθησε την Κεϋνσιανή σύσταση, να προσλαμβάνει ο οικονομολόγος «το παρόν υπό το φως του παρελθόντος για τους σκοπούς του μέλλοντος [όντας] μαθηματικός, ιστορικός, πολιτικός, φιλόσοφος».
Δεν είναι εύκολο να συμμερισθεί κανείς την αισιοδοξία του συγγραφέα ότι ο ρόλος των Κεντρικών Τραπεζών (η «νομισματική ειρήνη») θα αρκέσει για να φέρει το τέλος εκείνου που εύστοχα διαγιγνώσκει ως «οικονομικό πόλεμο». Και ότι, κάπως σαν συνέπεια αυτής της θεσμικής αισιοδοξίας , ότι η Ελλάδα-«ειδική περίπτωση» θα συνεχίσει να πλέει προς μια Καντιανή διηνεκή ειρήνη. Όμως υποχρεώνει τον αναγνώστη να δει τις ίδιες του τις προκαταλήψεις, να ξαναδεί την πολυπλοκότητα – και, ίσως-ίσως, να καταπολεμήσει την αντίληψη αδιεξόδου που άφησε πίσω η «οικονομική κατάθλιψη».

*Δημοσιεύτηκε στην "Ναυτεμπορική" στις 23/11/2019. 

Πριν και μετά την πτώση του Τείχους: μια αφήγηση

Να παρουσιάσουμε μιαν ιδιότυπη εμπειρία, πριν 30 χρόνια, από την – κατά κάποιον τρόπο – πλαισίωση του μεγάλου, εμβληματικού για τον βηματισμό της Ιστορίας στην περιοχή αυτή του κόσμου (την πολυτραυματία Ευρώπη, που σήμερα πορεύεται με σχετικά ευπρεπή μελαγχολία τον δρόμο της εγκατάστασης στην λειτουργία πολυ-Μουσείου για την θορυβώδη ανθρωπότητα: άλλη συζήτηση αυτή...) γεγονότος της πτώσης του Τείχους. Που έζησε 40τόσα χρόνια, όμως σημάδεψε πολύ σοβαρά τις συνειδήσεις. Και συμβόλισε την μετάβαση της Ευρώπης, αλλά και του διεθνούς συστήματος σε ένα αύριο που ζούμε σήμερα.
Πτώσης που δεν έφερε τα «ανθισμένα τοπία» το οποίο ο Χέλμουτ Κολ υποσχόταν στους Ανατολικογερμανούς, ούτε και τους γεωπολιτικούς κινδύνους που ο Φρανσουά Μιτεράν διαισθανόταν για την υπόλοιπη Ευρώπη όταν προσπάθησε να αναστείλει την επανένωση των Γερμανιών (και κατέληξε να ποντάρει στην πλαισίωσή της με την προώθηση της ΟΝΕ/της Ευρωζώνης, που όμως οδήγησε στην άλλη, οικονομικοπολιτική αυτή, κυριάρχηση – και βλέπουμε). Όμως, 30 χρόνια αργότερα, έφερε την πυκνή διερώτηση που μαρτυρεί το πλήθος των αναλύσεων, αναστοχασμών, προβολών που διαβάσαμε όλον αυτόν τον καιρό για την πτώση του Τείχους.
Ιδού, λοιπόν, μια μαρτυρία που ξεκινάει τέλη Ιανουαρίου αρχές Φεβρουαρίου του 1989, μήνες πριν αρχίσει το θεαματικό ξήλωμα του Τείχους. Η σκηνή στο Νταβός, την (ακόμη, τότε) κλειστή σύναξη πεφωτισμένων (κατά την δική τους άποψη) επιχειρηματιών, που, μαζί με εκπροσώπους της πανεπιστημιακής ελίτ, ανθρώπους των think tanks, υψηλά κυβερνητικά στελέχη, διπλωμάτες, ανθρώπους του Τύπου κοκ επιχειρούσαν «να δουν στην κρυστάλλινη σφαίρα», τι θα φέρει το μέλλον, γεωπολιτικό/τεχνολογικό/οικονομικό.
Εκείνη λοιπόν την χρονιά, που η Ρωσική αντιπροσωπεία ξεδίπλωνε την λογική της Περεστρόικα, η οποία είχε ξεκινήσει πριν 3-4 χρόνια αλλά κορυφωνόταν τότε, είχε διακινηθεί και από Αμερικανούς και από ΚεντρΕυρωπαίους συμμετέχοντες η αίσθηση/πρόβλεψη ότι σύντομα σημαντικά γεγονότα/momentous events θα άλλαζαν την χάρτη στην Ευρώπη. Ρώσοι και Ανατολικοί, αντιθέτως, εξηγούσαν ότι το λειώσιμο των πάγων της Περεστρόικα και της Γκλάσνοστ θα οδηγούσαν σε βαθμιαία μετάβαση σε ένα προβλεπτό αύριο. Την νευρικότητα Γάλλων αλλά και Άγγλων την έβλεπες. την αισθανόσουν. Όσο για τους κυρίαρχους στο σκηνικό του Νταβός οικονομικούς παράγοντες, αυτοί θεωρούσαν ότι η εξέλιξη των πραγμάτων θα έφερνε προβλεπτή και χωρίς κραδασμούς ανάπτυξη μέσα από συνεργατικά ιδίως σχήματα. Μάλιστα ένας από τους συμμετέχοντες, Γερμανός αλλ' επικεφαλής Ελβετικής πολυεθνικής, πρότεινε σε ομάδα συμμετεχόντων (μεταξύ τους και δημοσιογράφοι) να πάνε με το προσωπικό του αεροπλάνο επιτόπου, στο Βερολίνο, να αισθανθούν την ένταση/vibrancy των διεργασιών. [Λίγους μήνες αργότερα, με το άνοιγμα των συνόρων στην Ουγγαρία/Αυστρία, η αντίστροφη μέτρηση είχε αρχίσει...].
Πέρασαν κάποιοι μήνες, και τον Νοέμβριο του 1989 στις Βρυξέλλες διεξαγόταν Σεμινάριο – αυτό πιο πανεπιστημιακό, αλλά και πάλι με δημοσιογραφική παρουσία – όταν έφθασε η έκρηξη, ανέβηκαν οι εικόνες από την πτώση του Τείχους. Αυτή την φορά οι συμμετέχοντες οργάνωσαν μόνοι τους «πορεία» ενημέρωσης προς Βερολίνο, ενώ ήδη τα 10 σημεία Κολ για την επανένωση των Γερμανιών συζητιούνταν ανοιχτά. Με τις διεθνείς τις Ευρωπαϊκές θεσμικές διαστάσεις τους. Στους Γερμανούς του Συνεδρίου, το κλίμα ήταν ευθέως εορταστικό (λεπτομέρεια: περισσότερο στους μεγαλύτερους παρά στην νεότερη γενιά) στους Γάλλους και Βρετανούς είχε πλέον επικρατήσει η αίσθηση της νομοτέλειας – με μουρμουριστή την συζήτηση για τις συνέπειες και τις μετέπειτα ισορροπίες.
Πάλι λίγους μήνες αργότερα, στο Νταβός του 1990, έβλεπε κανείς πώς η πορεία προς την επανένωση είχε ήδη ξεκινήσει, δρομολογηθεί: ακόμη και λεπτομέρειες της διαδικασίας επανένωσης και της αντιμετώπισης των προβλημάτων που διαγράφονταν στον ορίζοντα – από την σχέση ανταλλαγής νομισμάτων 1:1 μεταξύ Δυτικής και Ανατολικής Γερμανίας που εθεωρείτο δυνητικά καταστροφική, ή πάλι την μετάβαση της κρατικοκεντρικής οικονομίας σε Δυτικά πρότυπα (μέχρι και η λογική Treuhand είχε αναφερθεί) - ήταν αντικείμενο συζήτησης. Σε αντίθεση όμως με το τι θα ανέμενε κανείς, οι ενθουσιασμοί είχαν κάνει πίσω.
Περισσότερο οι συζητήσεις στρέφονταν στα σχήματα γεωπολιτικών ισορροπιών, στην λογική και τις συνέπειες του σχήματος 4+2 για την διεθνή διάσταση της διαρρύθμισης της «καρδιάς της Ευρώπης». Κάποιοι, δανειζόμενοι σχήματα παρελθόντος αναφέρονταν σε αναβίωση Mittleuropa. Ενώ στο επιχειρηματικό σκέλος, δυο φυλές/προσεγγίσεις ήδη αναμετριούνταν: οι αισιόδοξοι/ υπεραισιόδοξοι που έβλεπαν ευκαιρία εκρηκτικής ανάπτυξης, και οι επιφυλακτικοί/απαισιόδοξοι που αναζητούσαν ποια αποσταθεροποιητική επίπτωση θα προέκυπτε – και πώς/πότε θα κατορθωνόταν η απορρόφησή της.
Τριάντα χρόνια μετά την πτώση του Τείχους, πολλά από τα τότε ερωτήματα δεν έχουν ακόμη βρει απάντηση – ικανοποιητική τουλάχιστον.

*Δημοσιεύτηκε στην "Ναυτεμπορική" στις 16/11/2019. 

Μιλώντας για υγιεινή και ασφάλεια εργασίας - το 2019

Ήταν πριν 30 περίπου χρόνια, όταν με προτροπή-πίεση των του συστήματος Βρυξελλών είχε αναδυθεί στην Ελλάδα η από κοινού δραστηριοποίηση των συνδικάτων και των εργοδοτικών οργανώσεων (ως «κοινωνικών εταίρων», όρος που τότε ξεκινούσε να χρησιμοποιείται ευρύτερα) στα θέματα υγιεινής και ασφάλειας των εργαζόμενων. Στον ΣΕΒ, είχε φέρει αυτήν την προβληματική ο Νίκος Αναλυτής στο τέλος της Προεδρίας Θ. Παπαλεξόπουλου και την φάση Στ. Αργυρού.. στην ΓΣΕΕ ο Γ. Ραυτόπουλος και Λάμπρος Κανελλόπουλος. Όμως η στήριξη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής - δίπλα και στην αναβάθμιση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής - στήριξη που δεν ήταν μόνον οικονομική αλλά και οργανωτική/ «εμπνευστική» στο να πάει ο κοινωνικός διάλογος παραπέρα, είχε σταθεί αποφασιστικής σημασίας. Ήταν, ας θυμηθούμε, εποχή Βάσως Παπανδρέου ως Επιτρόπου για Απασχόληση, Εργασιακές Σχέσεις, Ανθρώπινο Δυναμικό και Κοινωνικά Θέματα, σε φόντο της συνολικής προσέγγισης Ζακ Ντελόρ που «αγκάλιαζε» την Ελλάδα σε φόντο Ευρωπαϊκής νέας κοινωνικής πορείας.
Η τότε δραστηριοποίηση των κοινωνικών εταίρων στο ζήτημα αυτό έφερε ή/και στήριξε στην εφαρμογή ενός ολόκληρου πλέγματος νομοθετικών πρωτοβουλιών που κάλυψε όλη την δεκαετία του ΄90 - πάλι παράλληλα στην Ευρωπαϊκή εξέλιξη - κυρίως όμως οδήγησε σε ουσιαστική ευαισθητοποίηση στα ζητήματα υγιεινής και ασφάλειας, των μεγάλων αλλά και μεσαίων-προς-μεγάλων Ελληνικών επιχειρήσεων. Και σε αισθητή αλλαγή νοοτροπίας - όχι γενικευμένη, αλλά αρκετά ευρεία. Αυτή η κατάσταση οδήγησε τα πράγματα μέχρι την κρίση, δηλαδή μέχρι πριν μια δεκαετία. Με ωρίμανση και του κανονιστικού περιβάλλοντος, με προσπάθεια να λειτουργήσουν και ελεγκτικοί μηχανισμοί που, ωστόσο, Ελλάδα είμαστε!, περιορισμένα πέτυχαν διάχυση της μέριμνας (και αποτέλεσμα...) στον κορμό της Ελληνικής οικονομίας , που είναι και θα παραμείνει η μικρομεσαία επιχείρηση. Εδώ, τα πράγματα έμειναν εν πολλοίς σε κάτι που ευγενικά λέγεται αυτορρύθμιση (όσες διαδικασίες πιστοποίησης υπευθύνων ασφάλειας ή/και πρόσβασης σε γιατρό εργασίας και αν θεσπίζονταν).
Όμως, στο ίδιο διάστημα προέκυψε και μια άλλη αλλαγή. Βαρύτερη. Ουσιαστικότερη. Είναι η αλλαγή της ίδιας της εργασίας, του τρόπου και των συνθηκών και του περιεχομένου της εργασίας. Η εργασία με οθόνη, η συνεχής διαθεσιμότητα των ψηφιακά εργαζομένων, η ψηφιοποίηση και οι απαιτήσεις της, η διατάραξη της οικογενειακής ζωής, η επέκταση (ή μάλλον η κατάργηση...) των ωραρίων, η έννοια του νοητικού φόρτου και η εγγενής εντατικοποίηση της on-line παροχής εργασίας - όλα αυτά, άλλαξαν και θα συνεχίσουν να αλλάζουν όλο και ταχύτερα την ίδια την φύση της εργασίας. Άρα και τις επιπτώσεις στην υγεία, άρα και την συζήτηση για τους κινδύνους - από το σύνδρομο του καρπιαίου σωλήνα και την έκθεση στην ακτινοβολία της οθόνης μέχρι τις διαταραχές προσοχής ή το άγχος από την διεπαφή ανθρώπου-μηχανής, αύριο από την πραγματικότητα της τεχνητής νοημοσύνης.
Είναι λοιπόν εξαιρετικά ενθαρρυντικό ότι το ΕΛΙΝΥΑΕ - το Ινστιτούτο Υγιεινής και Ασφάλειας της Εργασίας, που είχε ιδρυθεί το 1992 από κοινή πρωτοβουλία ΣΕΒ και ΓΣΕΕ, τώρα συγκεντρώνει και ΓΣΕΒΕΕ, ΕΣΕΕ, ΣΕΠΕ - ξαναπιάνει το νήμα και ξεκινά νέο γύρο ευαισθητοποίησης στα θέματα αυτά.
Αυτήν την επανεκκίνηση που επιχειρεί, τώρα, το ΕΛΙΝΥΑΕ την τροφοδοτεί με σειρά ερευνών οι οποίες δίνουν πρώτη ύλη στην εκστρατεία ευαισθητοποίησης που δρομολογεί. Από την προσέγγιση της ηλικιακής πτυχής της συζήτησης - την τελευταία 15ετία , η μέση ηλικία του πληθυσμού μεγάλωσε κατά 4 χρόνια και αυτή η διαφορά παίζει ρόλο στην πρόσληψη του χώρου εργασίας και των κινδύνων του - μέχρι την συσχέτιση της νοοτροπίας πρόληψης στην εργασία με την ανάπτυξη αντίστοιχης στο σπίτι/στην οικογένεια (ποιος έχει πυροσβεστήρα στο σπίτι του; ποιος συντηρημένο πυροσβεστήρα; ποιος ξέρει να σβήνει φωτιά από λάδι, τι από ηλεκτρικό βραχυκύκλωμα;), η συζήτηση αυτή έχει ευρύτατο πεδίο να καλύψει. Κυρίως όμως, οι προσβολές της υγείας «νέας εποχής», η συνειδητοποίηση του στρες και των συνεπακολούθων του θα επιχειρηθεί να έρθουν στο προσκήνιο.
Διήμερο Συνέδριο - 18/19 Νοεμβρίου, στο Μέγαρο Μουσικής, με πολλές ξένες συνεργασίες στην τομή ακαδημαϊκής προσέγγισης, έρευνας και εμπειριών των επιχειρήσεων - θα επιχειρήσει όχι μόνο να ανοίξει την συζήτηση, αλλά και να καταστήσει γνωστές νέες μεθόδους προστασίας. Από τους εξ αποστάσεως ελέγχους μέχρι την ανάπτυξη «έξυπνων μέσων» προστασίας με αποτέλεσμα, νέες τεχνολογίες και μέθοδοι στην υπηρεσία μιας κινητοποίησης που επανέρχεται. Και που είναι απαραίτητο, αυτή την φορά, να ριζώσει.

*Δημοσιεύτηκε στην "Ναυτεμπορική" στις 8/11/2019. 

Εκδοχές κανονικότητας

Ωραία λοιπόν: με αναβάθμιση από την Standard&Poor's – σε ΒΒ- από Β, και με σταθερή προοπτική που επιτρέπει προσδοκίες πρόσθετης αναβάθμισης μέσα στο α΄6μηνο του 2020 – μπαίνει η Ελλάδα στην ευθεία της φθινοπωρινής της διαπραγμάτευσης, που προσδοκάται ότι θα την φέρει σε μια θέση ακόμη πλησιέστερα στην «Ευρωπαϊκή κανονικότητα». S&P και Fitch, μας έχουν πλέον τρία κλικ κάτω από την επενδυτική βαθμίδα/investment grade, αλλά και οι αγορές προεξοφλούν ομαλή και επιταχυνόμενη πορεία. Πράγματι, με τις αποδόσεις του 10ετούς ομολόγου να έχουν αγγίξει το 1,20% (και τα Ιταλικά βέβαια βρίσκονται στο 1%, τα Πορτογαλικά στο 0,2%), με την τελευταία έκδοση/εκ νέου άνοιγμα του 10ετούς στο 1,5% αλλά και με τα εταιρικά ομόλογα να κάνουν πολύ ενδιαφέρουσα πορεία – «πράσινο ομόλογο» της ΤΕΡΝΑ βγήκε με 2,6%, το 5ετές των ΕΛΠΕ με 2% - διαμορφώνεται μια κατάσταση με προοπτικές.
Όμως, το «επεισόδιο διαδρομής» στην ωρίμανση του σχεδιασμού για ξεκοκκίνισμα των ισολογισμών των συστημικών τραπεζών με το Σχέδιο «Ηρακλής» - για μεγάλης έκτασης μείωση των NPLs, όχι με την βήμα-προς-βήμα προσέγγιση των τελευταίων χρόνων... - , ενός σχεδιασμού που στηριζόταν ακριβώς στην δημιουργία περιβάλλοντος χαμηλού κόστους κεφαλαίων και σημαντικής «όρεξης» των αγορών για Ελληνικό κίνδυνο, δείχνει την ανάγκη προσοχής. Υπήρξαν ή όχι επιφυλάξεις του SSM, κι αν ναι γιατί άργησαν να καταγραφούν τόσο, για το zero-risk weight κατά τις τιτλοποιήσεις με βάση την εγγύηση Ελληνικού Δημοσίου με το χθεσινό/σημερινό/αυριανό credit rating της Ελλάδας; Κι αν ξεπεραστεί αυτό το επεισόδιο – και «πρέπει» να ξεπεραστεί, αφού θα ήταν και για Φρανκφούρτη/Βρυξέλλες επικίνδυνο να μην προχωρήσει ένας σχεδιασμός που ξεκίνησε με σφραγίδα αποδοχής και των δύο – μένει πίσω μια γεύση εκκρεμότητας. Και η εκκρεμότητα ριμάρει άσχημα με την κανονικότητα...
Τι εννοούμε; Ας μείνουμε ακόμη μια στιγμή σε περιβάλλον «Ηρακλή»: όταν επιχειρήθηκε να περάσει ο σχεδιασμός αυτός, με εγγύηση Ελληνικού Δημοσίου κατά 9 δις ευρώ, στο «καλό»/ασφαλές μέρος, την senior tranche των υπό τιτλοποίηση δανείων αλλά χωρίς να υπάρξουν αντιρρήσεις Βρυξελλών για κρατική ενίσχυση, αξιοποιήθηκε στο έπακρο το επιχείρημα ότι με ανάλογη μεθόδευση ξεκίνησε και προχωράει το ξεκοκκίνισμα των Ιταλικών τραπεζών. Όμως, όσο κι αν η Ιταλία βρέθηκε πολύ κοντά σε δικό της αδιέξοδο ανάλογο με των υπολοίπων PIGS – για να θυμηθούμε την απαξιωτική ονομασία των χωρών του Νότου στα πλαίσια της κρίσης χρέους – ποτέ δεν βρέθηκε να λειτουργεί σε μνημονιακό περιβάλλον...
Αφήνοντας κατά μέρος την συζήτηση για το πόσο στην Ευρωπαϊκή Ένωση/στην Ευρωζώνη, «όλα τα ζώα είναι ίσα, όμως ορισμένα είναι πιο ίσα από άλλα», δεν μπορεί πάντως κανείς να παραβλέψει το γεγονός ότι μια χώρα – όπως η Ελλάδα – που έχει περάσει από την υπερενισχυμενη πειθαρχία των Μνημονίων, και βρίσκεται πλέον σε μεταΜνημονιακη μεν, όμως θεσμικά ενισχυμένη παρακολούθηση, συνεχίζει να διαθέτει περιορισμένους βαθμούς ελευθερίας. Ή, να το πούμε αλλιώς, να παρακολουθείται/εποπτεύεται με πιο ισχυρή δόση προσοχής (αν μη καχυποψίας). Ακόμη και για το δικό τους κύρος, οι φορείς Βρυξελλών και Φρανκφούρτης, η μετα-Τρόικα, μένουν πάντα σε επιφυλακή για το φαινόμενο «Ελλάδα». Κινήσεις όπως της αποδοχής πρόωρης εξόφλησης μέρους των δανείων του ΔΝΤ, ή της επιστροφής κερδών ANFAs και SMPs δεν αλλάζουν αυτή την πραγματικότητα.
Καθώς λοιπόν η δημιουργία ευνοϊκού περιβάλλοντος από πλευράς κόστους χρήματος καλύπτει πλέον, ευθέως, ΚΑΙ την Ελλάδα, εκείνο που προέχει είναι να μην υπάρξουν κραδασμοί διαδρομής. Έτσι, για να μείνουμε στον «Ηρακλή», σημασία έχει να μην υπάρξουν αντανακλαστικά αναστολής: δηλαδή και οι τράπεζες να προσέλθουν με τιτλοποιήσιμα δάνεια σε ύψος που να οδηγεί στην ριζική μείωση του αποθέματος NPLs των 75 δις ευρώ, αλλά και η αγορά να επαληθεύσει την «όρεξη για Ελληνικό κίνδυνο» τώρα, που τα επιτόκια περνούν φάση βύθισης. Μην παραβλέπουμε ότι – σε μια εκδοχή του διλήμματος «η κότα ή το αυγό;» - βασική προϋπόθεση προκειμένου να προχωρήσουν ταχύτερα οι αναβαθμίσεις του Ελληνικού αξιόχρεου είναι ακριβώς... η βελτίωση του περιβάλλοντος κόκκινων δανείων. Βαριά «λεπτομέρεια»: χωρίς να λιώσουν οι κερδοφορίες των τραπεζών. γιατί αλλιώς η πολυπόθητη «χρηματοδότηση της ανάπτυξης» κινδυνεύει να μείνει αυτό: πολυπόθητη.
[Εδώ, μια παρατήρηση: μπορεί οι συστημικές να την πήραν πολύ εύκολα την επιβολή χρεώσεων! Όμως και η εικόνα του νυν Πρωθυπουργού, δίκην Κ. Καραμανλή ή Γερ. Αρσένη, να ορθοτομεί τον λόγον της κοινωνικής ευαισθησίας στους τραπεζίτες άφησε πίσω μια παράξενη αίσθηση. Όπως άλλωστε, και η σταθερή επιδοματική λογική ή πάλιν η κατά προτεραιότητα στήριξη των συνταξιούχων. Αλλ' είπαμε: κανονικότητα].

*Δημοσιεύτηκε στην "Ναυτεμπορική" την 1/11/2019. 

Το ακίνητο σε κίνηση

Κανονικά αυτές τις μέρες τα μάτια είναι προσηλωμένα στο πώς θα (ξανα)αξιολογήσει η S&P την πιστολη-πτική ικανότητα της Ελλάδας μετά και την υποχώρηση των αποδόσεων των Ελληνικών ομολόγων - σχεδόν στο 1,25% το 10ετές, στο 0,5% το 5ετές - και στο πώς θα αρχίσει η ουσιαστική αξιολόγηση του Σχεδίου Προϋπολογισμού 2020 στις Βρυξέλλες, όπου έχει πάντως σημειωθεί η συνέχιση της λογικής των επιδομάτων («carryover αντανακλαστικών από την προηγούμενη Κυβέρνηση» ήταν το σχόλιο), αν και οι προοπτικές είναι ελεγχόμενες.
Μολαταύτα, θα στρέψουμε σήμερα την προσοχή του αναγνώστη σε μια συνολική κίνηση που βρίσκεται σε εξέλιξη. Ο Προϋπολογισμός 2020 ενσωματώνει κάποια στοιχεία της, η προσπάθεια ξεκοκκινίσματος των Τραπεζών ομοίως: Πάντως, η κυρίως κίνηση έρχεται από πιο βαθιά. Ερχόταν ήδη, τώρα επιταχύνει. Αναφε-ρόμαστε στο ακίνητο, στην αξιοποίηση της ακίνητης περιουσίας, στις κατασκευές - ιδίως οικιστικές - , στις επαγγελματικές χρήσεις (από την μετεξέλιξη των τουριστικών καταλυμάτων μέχρι τα κτίρια γραφείων νέας εποχής) στις ανακατασκευές/αναβαθμίσεις.
Πάντα, όταν επανέρχεται στην Ελλάδα η συζήτηση για τα ακίνητα, την οικοδομή - παλιότερα: «το γιαπί» - όλοι θυμούνται την αποστροφή που είχε εισαγάγει στην δημόσια συζήτηση ο Ξενοφών Ζολώτας («ο Καθη-γητής»). Το "quand le batiment va, tout va"/ όταν κινείται θετικά το ακίνητο, όλα προχωρούν στην οικονο-μία. Βέβαια παρόμοιες αναφορές φέρνουν πικρά χαμόγελα, καθώς τόσο τα χρόνια του ΄60 -70 όσο και εκείνα του ΄80-΄90 η οικοδομή όντως απογείωνε την Ελληνική οικονομία (σημείωση: με την επικατάρατη αντι-παροχή στον πυρήνα...), σ' όλο δε το διάστημα ΄80-2006 οι κατασκευές στην υποδομή έφεραν την οικονομία στην νέα της φάση.
«Και ύστερα ήρθαν οι σφήκες». Η προστιθέμενη αξία του κλάδου των κατασκευών πηγε πίσω πάνω από 60% μετά το 2007 - από ένα 9,9% του ΑΕΠ (ευρύτερος κλάδος) η δραστηριότητα έπεσε στο 5,1%, η απασχόληση έπεσε περίπου στο μισό, οι επενδύσεις σε κατοικίες εξαχνώθηκαν (από 24, 8 δις ευρώ το 2007 βρίσκονταν σε 1,1 δις δέκα χρόνια αργότερα...). Κατά 42% υποχώρησαν οι τιμές των διαμερισμάτων - σωρευτικά - στην ίδια περίοδο. κατά 30% οι τιμές των γραφείων και καταστημάτων. Και όλα αυτά, σε μια κλασική εκδήλωση φούσκας που στηρίχθηκε εν πολλοίς - όχι μόνο, όμως - στην πρόσβαση στην χρηματοδότηση τα χρόνια του ευρώ. Ξεκινήσαμε με την σοφία Ζολώτα, όμως μέχρι και την δεκαετία του ΄80 ο δανεισμός για τον τομέα αυτό εθεωρείτο (μνήμες Νομισματικής Επιτροπής...) περίπου «μη-παραγωγή επένδυση». Οπότε, όταν άνοιξαν οι κάνουλες...
Όμως, ήδη, εδώ και δυο χρόνια προκύπτει αρχή αναστροφής της τάσης. Το 2017, υπήρξε ήδη αύξηση του αριθμού οικοδομικών αδειών - κατά σχεδόν 20%: σημαντικό, αν και από εξαιρετικά χαμηλή βάση, ενώ κατά 11% ανέβηκε η οικοδομική δραστηριότητα το α' 5μηνο του 2018. Στο μέτωπο των τιμών τα πράγματα είναι λιγότερο εύκολο να κωδικοποιηθούν, καθώς οι τοπικές και μικρο-τοπικές διαφοροποιήσεις προέχουν. Πά-ντως η τάση γίνεται πάλι ανοδική - και, σε ορισμένες περιοχές του κέντρου των πόλεων έντονα ανοδική, με τις βραχυχρόνιες μισθώσεις τύπου AirBnB να έχουν συμβάλει στην πορεία (μέχρι σημείου να έχουν προκύ-ψει προβλήματα στην «κανονική» αγορά στέγης).
Όπως, δε, προέκυψε και με την 20η Prodexpo που έτρεξε την περασμένη εβδομάδα, βρέθηκαν πλέον να συ-ντονίζονται πολλές παράλληλες τάσεις: η ίδια η λογική του υπερσυμπιεσμένου ελατηρίου σε λειτουργία, εδώ εξειδικευμένα. οι αστικές αναπλάσεις αλλά και οι εμβληματικές πρωτοβουλίες (από Ελληνικό μέχρι ΔΕΘ και απο Αστέρα μέχρι Πολυτεχνείο/Μουσείο). η ξενοδοχειακή άνθηση που ξεκίνησε ως άμυνα στην κρίση αλλά εξελίσσεται προς διάφορες ιδιαίτερες κατευθύνσεις . η ωρίμανση των Εταιρειών Επενδύσεων Ακίνητης Περιουσίας η ενσωμάτωση νέων τεχνολογιών, μαζί και με την περιβαλλοντική ευαισθησία νέας φάσης . η επαναφορά του επαγγελματικού ακινήτου . η ιδιαίτερη πορεία των logistics, ως μετεξέλιξη των απο-θηκευτικών χώρων, η αργή αλλά υπαρκτή κίνηση στα χαρτοφυλάκια των Τραπεζών . ο αντίστοιχα αργός εξορθολογισμός των φορολογικών επιβαρύνσεων . το ξεπέρασμα - ήδη από την προηγούμενη Κυβέρνηση, όμως τώρα υποτίθεται λιγότερο ιδειολογικοποιημένα - των αναστολών στην αξιοποίηση της ακίνητης περι-ουσίας του Δημοσίου (που από την πληθωρική υπεράσπιση, απλώς... καταπατάται, βολικά). Όλα αυτά, δίνουν μιαν εικόνα του «ακινήτου σε κίνηση».
Άμα τα σχετικώς χαμηλότονα φορολογικά μέτρα - πάγωμα του ΦΠΑ στα νεόδμητα, αλλά και του σαρκα-στικού φόρου υπεραξίας, ορθολογικοποίηση (να την δούμε) των αντικειμενικών, συγκράτηση του ΕΝΦΙΑ, ενίσχυση των επισκευών και περιβαλλοντικών αναβαθμίσεων - λειτουργήσουν σε τέτοιο περιβάλλον, τότε η παράδοξη αυτή διατύπωση, του «ακινήτου σε κίνηση», μπορεί να αποκτήσει ενδιαφέρον περιεχόμενο. Ακόμη και «να οδηγήσει πολιτική» όπως λεγόταν στην Prodexpo.

*Δημοσιεύτηκε στην "Ναυτεμπορική" στις 25/10/2019. 

Υποκατηγορίες

  • Ο δρόμος χαράζεται περπατώντας


    Δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι ο ΣΥΡΙΖΑ/η Κυβέρνηση Τσίπρα/η διαπραγματευτική προσέγγιση Βαρουφάκη έχει αναζητήσει ρίζες στον ιδιαίτερο συμβολιστή ποιητή Αντόνιο Ματσάδο.


     

    Δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι ο ΣΥΡΙΖΑ/η Κυβέρνηση Τσίπρα/η διαπραγματευτική προσέγγιση Βαρουφάκη έχει αναζητήσει ρίζες στον ιδιαίτερο συμβολιστή ποιητή Αντόνιο Ματσάδο. Όμως, έτσι, όπως επενδύθηκαν - με πολύ σώου, με πληθωρικές δηλώσεις, με πενιχρό πολιτικό περιεχόμενο πλην της διάθεσης κόντρας και τα κάποια στοιχεία αναδίπλωσης - οι ημέρες μετά το ξεκίνημα των Ευρωπαϊκών περιπλανήσεων Τσίπρα και (κυρίως!) Βαρουφάκη, αληθινά θυμίζουν το Se hace camino al andar/ Ο δρόμος χαράζεται περπατώντας.
    Έτσι, με αναζήτηση ενός κάποιου περιεχομένου για την πληθωρική φόρμα, φθάσαμε στις Προγραμματικές Δηλώσεις, που κινδυνεύουν να είναι το πιο αστραπιαία μεταφραζόμενο κείμενο στην διεθνή σκηνή! Με το καημένο το "Πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης" να επιχειρείται να αποκτήσει αποτύπωση που και τους "έξω" να μην συνταράξει περισσότερο, κι εμάς τους "μέσα" να κρατήσει σε ενθουσιασμό.
    Ενώ όμως φαίνεται ότι τελικά θα καταλήξουμε και με Φόρο Επιδεικτικής Κατανάλωσης (αντί του πεζού Φόρου Πολυτελείας: ο Ανδρέας Παπανδρέου θα δάκρυζε, βλέποντας υλοποίηση Thorstein Verblen) και με Ταμείο Εθνικού Πλούτου (αντί για ΤΑΙΠΕΔ: σοφή η ιδέα να συνδυαστεί η εκποίηση/αξιοποίηση με την υπόσχεση για διάσωση του Ασφαλιστικού), συν μια καμπάνια κατά των ολιγαρχών και της ("μεγάλης") φοροδιαφυγής, τα διαβολεμένα τα νούμερα δεν εμφανίζονται στο προσκήνιο. Στο EuroWorkingGroup η εξήγηση ήταν... οι Προγραμματικές που δεν είχαν αναγνωσθεί! Στο δίδυμο Eurogroup της 11ης/16ης Φεβρουαρίου, το ζήτημα κινδυνεύει να είναι σαφώς πιο δυσάρεστο (η Κορυφή της 12ης είναι ούτως ή άλλως "πολιτική"). Στην σταθερή πίεση των "εταίρων" για νούμερα, για ποσοτικοποίηση των πολιτικών όχι απλώς συγκεκριμένη αλλά και πειστική, η Ελληνική στάση είναι Βαρουφακική: "Give us time and give us space". Που στην πραγματικότητα έχει την ακόλουθη απόδοση: "Δώστε μας χρόνο να σκεφθούμε τι θέλουμε/Δώστε μας περιθώρια μέχρις ότου εσείς (οι "εταίροι") σκεφθείτε τι θα μπορούσατε να δώσετε/πού και πώς θα μπορούσατε να χαλαρώσετε ένα κακοσχεδιασμένο και εκ του αποτελέσματος αποτυχημένο Πρόγραμμα, στο οποίο εμείς ζούμε και πνιγόμαστε (και το βλέπετε) εδώ και 5 χρόνια".
    Στην πιεστική απαίτηση των "εταίρων" για νούμερα, για στοιχεία , η Ελληνική πλευρά αντιπαρατάσσει ενδιαφέρουσες διαβεβαιώσεις, όπως για δημοσιονομική ισορροπία, ή πάλι για (ήπιο) πρωτογενές πλεόνασμα. Το πρόβλημα πού είναι; Έρχεται η δική μας διαβεβαίωση, π.χ. του τύπου: "Η αύξηση του κατώτατου μισθού θα διαρρυθμιστεί χρονικά, αλλά δεν έχει και δημοσιονομική επίπτωση, άσε που θα σημάνει πρόσθετες ασφαλιστικές εισφορές, άρα... μείωση των απαιτήσεων του Ασφαλιστικού από τον Προϋπολογισμό". Η άλλη πλευρά σπεύδει να παρατηρήσει: "Ωραία, όμως έχετε υπολογίσει πόσο η αύξηση κατωτάτων θα σημάνει σε αύξηση π.χ. του επιδόματος ανεργίας; Και πόσο στα επιδόματα μητρότητας; Πόσο και πώς θα "περάσει" στον υπολογισμό των συντάξεων; Α, ναι, και με τις υψηλότερες ασφαλιστικές εισφορές, πώς την βλέπετε την εισπραξιμότητα;"
    Αυτού του είδους την προσέγγιση, πάτε την τώρα και απλώστε την σ' όλο το φάσμα των Προγραμματικών όπως θα μεταφράζονται σε Πρόγραμμα - όχι πλέον "Θεσσαλονίκης", αλλά "ηπίως ψαλιδισμένο" ώστε να φαντάζει συμβατό με μια συζήτηση Eurogroup...
    Ή δείτε πάλι, την προσέγγιση να ζητηθεί η συμβολική αντικατάσταση της Τρόικας - η οποία και μισήθηκε, αλλά και απέτυχε ως "ελεγκτής" - με κάτι "άλλο". Σαν στοιχείο αυτού του "άλλου" κάποια στιγμή συζητήθηκε (όχι δε μόνον στην Αθήνα) και ο ΟΟΣΑ. Τον οποίο, βέβαια, γνώρισε πρόσφατα η ελληνική κοινή γνώμη ως εμπνευστή του διαβόητου toolkit/της εργαλειοθήκης: έκανε περισσότερο κακό η συζήτηση γύρω από το ζήτημα αυτό, έτσι όπως έγινε, παρά ο,τιδήποτε άλλο στο μέτωπο των μεταρρυθμίσεων.
    Ο ΟΟΣΑ, οργανισμός με εγγενώς διακρατική υφή, ενώ έχει και γνώση και λόγο - και δεν διστάζει να εκφραστεί με σαφήνεια και ένταση - δεν έχει συσχετισθεί με την γεύση επιβολής του ΔΝΤ και των Βρυξελλών. Εχει δε πρόσφατα "γνωρίσει" (με αφορμή το toolkit) την Ελληνική πραγματικότητα απο κοντά, έχει παίξει ρόλο υποβοήθησης των συνεννοήσεων ο Γενικός Διευθυντής του Ανχελ Γκουρία, που θάναι (στις 11 Φεβρουαρίου, κι αυτός!) στην Αθήνα.
    Όμως , με εμάς να αναζητούμε τον όποιο δρόμο περπατώντας, χρειάζεται παρόμοιες τομές να τις προωθήσει η "άλλη πλευρά". Καθώς και να παρατείνει (με δική της πρωτοβουλία;) τον χρόνο που τελειώνει.
    Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

     

    Το κείμενο του Α.Δ.ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΙΔΗ  δημοσιεύτηκε στη ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ 9.2.2015

    Καταμέτρηση Άρθρων:
    0