Πέμπτη, 18 Απρίλιος 2024

"Από τους Ολυμπιακούς στο Ευρωαδιέξοδο"

Είτε ξεκινήσει κανείς με την αποδοχή ότι η πολιτική είναι η διαχείριση των συμβόλων, είτε καταλήξει ότι η πολιτική αποτελεί τη θεσμική πλαισίωση της βίας, δεν βρίσκεται πολύ μακριά από το συμπέρασμα ότι οι Ολυμπιακοί Αγώνες είναι πολιτική.

Το πόσο όλη η υπόθεση των Ολυμπιακών αποτελεί διαχείριση των συμβόλων, το είδαμε, όταν, π.χ., η Τουρκία θεώρησε καλό, ένα ακόμη βήμα στην κατεύθυνση προβολής ήπιας ισχύος της, να διεκδικήσει ακόμη και την Ολυμπιακή Φλόγα. Που, κατά τη νεοΟθωμανική λογική, θα μπορούσε να ξεκινάει από το μικρασιατικό όρος Ολυμπος -ποια Ολυμπία και ποια Αλτις και ποιος Κρόνιος Λόφος;- ως αναγνώριση ότι το βάθος των αιώνων έρχεται να συμβαδίσει με τη σημερινή διεκδίκηση παγκόσμιου ρόλου/τοπικής κυριαρχίας της Αγκυρας.

Πιο σημαντικό, όμως, υπήρξε το πόσο λίγο αποκρούστηκε η σουρεαλιστική αυτή προβολή συμβολικής διεκδίκησης από τους ίδιους τους θεματοφύλακες των Ολυμπιακών συμβόλων (τη ΔΟΕ εννοούμε, και τα διεθνή media, φυσικά: εμείς έχουμε αυτοτοποθετηθεί σε περιθωριακό ρόλο -απλώς ενθυμούμενοι «πολιτικά» την πρόταση για... μόνιμη τέλεση των Αγώνων εδώ κ.λπ.).

Το πόσο, πάλι, η σύγχρονη αθλητική αναμέτρηση συγγενεύει με τη βία το διαπιστώνει κανείς συνεχώς. Η ευγενική διάσταση είναι ότι ο αθλητισμός αποτελεί βαλβίδα εκτόνωσης της έντασης, των ανταγωνισμών, της εκρηκτικότητας στις κοινωνίες. (Εν τέλει, όμως, ο πρωταθλητισμός όπως ασκείται δεν αποτελεί και βία του αθλητή προς τον εαυτό του, με την απαίτηση να ξεπεράσει τα όρια του ανθρώπινου;). Πάντως σε στιγμιότυπα των Αγώνων του Λονδίνου, από την έντονη αμφισβήτηση των ρεκόρ της 16άχρονης Κινέζας κολυμβήτριας Σίβεν Γιέ (από τους Αμερικανούς συναθλητές της) μέχρι τη μόλις συγκαλυμμένη προσπάθεια του Ζακ Ρογκ να υποτιμήσει τον Τζαμαϊκανό σούπερ σταρ Ουσέιν Μπολτ, η διάσταση της επιβολής υπήρξε διάχυτη.

Ομως, το καταστάλαγμα των Αγώνων προκύπτει πάντα μετά τη λήξη. «Αφού σβήσει η Φλόγα». Αφήστε κατά μέρος τις μνήμες του Βερολίνου -ή και του Μονάχου... Στην περίπτωση του Πεκίνου το καταστάλαγμα ήταν η διεκδίκηση της κεντρικότητας της Κίνας στην παγκόσμια σκηνή. η επιβεβαίωση του «μεγάλου», πολλαπλά. με ταυτόχρονη προβολή εξωστρέφειας και αυτάρκειας, «με τους δικούς μας όρους» για τους Κινέζους. Στην περίπτωση της Βαρκελώνης είχε υπάρξει μια διεκδίκηση ανοίγματος ενός μικρού εντέλει τόπου στην παγκόσμια προσοχή. ένα χτίσιμο του σύγχρονου επάνω στη φθορά του παλιού. μιας στράτευσης των ανθρώπων σε νέα «ανάγνωση» του τόπου τους.

Και στο Λονδίνο; Το Λονδίνο, φρονούμε, έδειξε κάτι περίεργο. Από την τελετή έναρξης, με την περιδιάβαση στη βρετανική σύγχρονη εμπειρία, με την ειδυλλιακή ύπαιθρο που γέννησε βιομηχανική επανάσταση, την ανάπτυξη που γέννησε κοινωνικές αντιπαραθέσεις, τις αντιπαραθέσεις που έφεραν την αναζήτηση του συλλογικού (με... προεκλογική καμπάνια του ΝΗS/του βρετανικού ΕΣΥ!) συν λίγο από βασίλισσα και λίγο από Τζέιμς Μποντ, συν τα βασιλικά σκυλάκια, και ύστερα με όλη την κινηματογραφική και λογοτεχνική και μουσική/ποπ κουλτούρα, μέχρι και την τελετή λήξης, εκείνο που έδειξε ήταν η ήπια αλλά σαφής πρόθεση των Αγγλων, να μιλήσουν προπαντός στον εαυτό τους, για τον εαυτό τους. Εντάξει, με κάποιες εκατοντάδες χιλιάδες προσκεκλημένους. Εντάξει, με δισεκατομμύρια θεατές από την υφήλιο -όμως για τον εαυτό τους μίλησαν και τον εαυτό τους είχαν ακροατήριο. (Σκύβοντας, όπως πάντα, στους ισχυρούς η ΔΟΕ -διά του Ζαγκ Ρογκ- έσπευσε να δηλώσει ότι... οι Αγώνες επέστρεψαν «σπίτι τους»/home. Για να επεξηγήσει, όταν δημιουργήθηκε μίνι σάλος, ότι εννοούσε πως στη σύγχρονη Αγγλία είναι που κωδικοποιήθηκαν και τέθηκαν οι κανόνες για τα περισσότερα αθλήματα, άρα...). Και έζησαν έτσι, για τον εαυτό τους, οι Αγγλοι, μιαν αίσθηση συλλογικότητας -θερμή, ευρύτατη και οργανικά εκλυόμενη, για να δανειστούμε την σοφή διατύπωση του Economist.

Μια πικρά διδακτική εμπειρία: η περιφρονημένη ελληνική συλλογικότητα

Το ακριβώς αντίθετο, προς εκείνο που συνέβη μ' εμάς! Που -στους ήδη λησμονημένους Αγώνες της Αθήνας- την ίδια αυτή συλλογικότητα, η οποία βέβαια εδώ χτίστηκε με μεσογειακή λογική και υλικά, σπεύσαμε να τη διαλύσουμε. Να την ξηλώσουμε. Να την αφανίσουμε. Σχεδόν την ίδια στιγμή που έσβησε η Φλόγα.

Είναι πολύ χαρακτηριστικό ότι (και) αυτήν τη φορά, η τωρινή αναφορά στη συλλογική εμπειρία των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 -σε μια εμπειρία που χαρακτηρίστηκε από αποτελεσματικότητα και εξωστρέφεια. Σε μια εμπειρία που έφερε ακόμη και τους Ελληνες που δυσπιστούσαν ή διαφωνούσαν σε εκούσια συνεργασία για ένα σκοπό. σε μια εμπειρία, που δημιούργησε πρωτόγνωρες καταστάσεις π.χ. στον εθελοντισμό, αλλά και στην αυτοπειθαρχία. σε μια εμπειρία δημιουργίας υποδομής χωρίς το συνηθισμένο «αυτό δεν γίνεται» και χωρίς την απώλεια κάθε προθεσμίας. σε μια εμπειρία όπου οι Ελληνες μίλησαν στον κόσμο με αυτοπεποίθηση (και ας αμφισβητούνταν μέχρι την τελευταία στιγμή από τα διεθνή media) και όπου οι Αθηναίοι, κυρίως, ζήσαμε σε μια διαφορετική, μεταμορφωμένη πραγματικότητα της πόλης -υπήρξε μια αναφορά απώλειας, χαμένης ευκαιρίας, αρνητισμού.

Πέρα από κάποιες συγκρίσεις με την τελετή έναρξης και με τα «επεισόδια διαδρομής» του Λονδίνου, τι είχαμε; Αναφορές στην εγκατάλειψη των Ολυμπιακών εγκαταστάσεων, είχε και φωτογραφικό ενδιαφέρον βλέπετε, χωρίς κανείς να ανασύρει στη μνήμη το πείσμα με το οποίο όλα έγιναν με δημόσιους πόρους (ώστε να μην ωφεληθούν ιδιώτες επενδυτές...) ή και να συνειδητοποιήσει ότι η συντήρησή τους εγκαταλείφθηκε έως την κατάρρευση (επειδή, εδώ, την είχε αναλάβει αρχικά «βαρύς» ξένος ανάδοχος, αφέθηκε... απλήρωτος: μέχρι σε επίπεδο Αγκελας Μέρκελ ήρθε το θέμα και επί Κ. Καραμανλή και επί ΓΑΠ, να δούμε αν θα τα ακούσει τώρα και ο Αντώνης Σαμαράς!).

Ακόμη πιο αυτοτιμωρητικό, ξανάρχισε η κολοκυθιά με το κόστος των Αγώνων: στο Λονδίνο έφθασε, λέει, τα 9 ή 11 δισ. στερλίνες. σ' εμάς τα 6 δισ. ευρώ, που επισήμως καταγράφηκαν, αναφέρονταν 8, ή 12 ή 20τόσα- όσα θέλει να επικαλείται ο καθένας. Πώς αυτό; Μα, «φορτώνεται» στο Ολυμπιακό κόστος το σύνολο των υποδομών της εποχής: και η Αττική Οδός και το Ελ. Βενιζέλος και η ολοκλήρωση του Μετρό και το τραμ και ο Προαστιακός, πέρα από τα στάδια και την διαμόρφωση χώρων. Α, ναι, και ξανάρθε στην επιφάνεια το επιχείρημα ότι το κόστος των Αγώνων φταίει για τη χρεοκοπία της χώρας, το 2010: ούτε η απλή σύγκριση των 365 δισ. συνολικού δημόσιου χρέους με τα 6-8-12 ή 20 δισ. θρυλούμενου κόστους των Αγώνων αρκεί για να προσγειώσει!

Αλλωστε, εδώ φτάσαμε να ακουστεί ότι ακόμη και η μεταναστευτική πλημμυρίδα οφείλεται στην εικόνα ακμής της Ελλάδας που δόθηκε το 2004 -το 'λεγε εμβριθώς δημοσιογράφος-αναλυτής, χωρίς να προσέχει ότι τα ίδια του τα στοιχεία αναφέρονταν στην απογείωση του ρεύματος από το 2007. χωρίς να αναλογίζεται ότι μάλλον οι Μπανγκλαντεσιανοί και Αιγύπτιοι απόκληροι δεν πέρασαν τον Αύγουστο του 2004 μπροστά σε οθόνες plasma, να θαυμάζουν την Αθήνα/Γη της Επαγγελίας...

Οι ερμηνείες δεν αρκούν: από δω και πέρα, τι κάνουμε;

Ας είναι. Πώς εξηγείται αυτή η υπερπροθυμία στρεβλής ανάγνωσης; Για να μη φθάσουμε στην εθνική ψυχανάλυση -μην κλείνουμε βέβαια τα μάτια στο πώς ο Εμφύλιος μάς διέλυσε την ηρωική εικόνα του Πολέμου ή τη διεθνή συμπάθεια για την τραγωδία της Κατοχής. ούτε, τώρα, στο πώς το βίωμα του Ευρωαδιεξόδου οδηγεί την Ελλάδα σε νέο πείραμα πολιτικού/κοινωνικού διχασμού -ας μείνουμε στο πώς το εγχείρημα των προ 8ετίας Αγώνων πήγε να ανοίξει μια χαραμάδα προς μια λογική αποτελεσματικότητας, «can-do», «γίνεται κι αλλιώτικα».

Η λογική αυτή, που μάλιστα εκφράστηκε με μια ιδιότυπα εξωσυστημική φιγούρα η οποία -για ένα μικρό διάστημα, έστω- κατόρθωσε να τιθασεύσει «το σύστημα», τη Γιάννα Αγγελοπούλου δραστηριοποιούμενη στην φάση φθοράς του άλλου ιδιότυπου πειράματος, του Εκσυγχρονισμού-Σημίτη-που-δεν-ολοκληρώθηκε, λες και μας τρόμαξε. Το πώς κινητοποιείται ο κόσμος. το πώς κόβονται οι διαδικασίες. το πώς από τα πολιτικά/κομματικά φέουδα μέχρι τη Δικαιοσύνη ή τις Βρυξέλλες, από το μαγικό κόσμο των media μέχρι το σαυρικό εγκέφαλο της δημόσιας διοίκησης ή το καθεστώς των εργολάβων, πειθαναγκάζονται όλοι στο «γίνεται κι αλλιώτικα» - αυτού του είδους τα πράγματα τρομάζουν. Το πολιτικό προσωπικό, πρόδηλα. Τις πλέον πρακτικές συνιστώσες του «συστήματος», ασφαλώς. Ε, και εμάς τους ίδιους όπως αποδείχθηκε! Είδαμε το πρόσωπό μας αλλιώς στον καθρέφτη, ενθουσιασθήκαμε, ύστερα κάναμε πίσω - «οίκαδε», στο γνώριμο αυτοπεριορισμό της εσωστρεφούς μιζέριας.

Ομως, οι ερμηνείες δεν αρκούν: από δω και πέρα τι κάνουμε; Πέρα, εννοείται, από το να περιμένουμε τις συνέπειες του τυχαίου, τις ημέρες του Ευρωαδιεξόδου. Αλλωστε, και η άτυχη συμμετοχή στην Ευρωζώνη, ένα «γίνεται κι αλλιώς» δεν ήταν;

Αρθρο του Α.Δ. ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΙΔΗ - Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

Προσθήκη νέου σχολίου


Κωδικός ασφαλείας
Ανανέωση