Δευτέρα, 29 Απρίλιος 2024

Αμέρικα, Τραμπ και τα λόμπι της Ουάσινγκτον

Για ακόμη μία φορά ο κόσμος δείχνει ότι δεν είναι αυτός που ξέραμε∙ και δείχνει ξανά αιφνιδιασμένος. Πρόσφατα, το διεθνές πολιτικό, οικονομικό, μιντιακό αλλά και, εν μέρει, το ακαδημαϊκό σύστημα αιφνιδιάστηκε από το Brexit.

Ομοίως, το ίδιο σύστημα απευχόταν νίκη Τραμπ. Αλλά εφόσον επρόκειτο για υποκρισίες και προσευχές, ο Ντόναλντ Τραμπ είναι ο 45ος πρόεδρος των ΗΠΑ – της χώρας που δίνει παγκόσμιο ρυθμό. Το παράδοξο, έως γελοίο, είναι ότι περισσότερο έκπληκτοι (μουδιασμένοι, δυσαρεστημένοι, σοκαρισμένοι κ.λπ.) εμφανίστηκαν να είναι αυτοί που δεν θα έπρεπε∙ αυτοί που, ενώ μπορούσαν, δεν προέβαλαν καμιά αντίσταση στην υπερσυντηρητική στροφή.

Δεν εννοώ μόνον τους politically correct Δημοκρατικούς και τη μερίδα των Ρεπουμπλικανών των ΗΠΑ, ούτε την ομόλογή τους ελίτ της Ε.Ε.

Υπονοώ το όλον παγκόσμιο σύστημα που –με δεδομένη την πολιτική δυσανεξία της σοσιαλδημοκρατίας και της Αριστεράς, τη διαρκή υπονόμευση κάθε εναλλακτικού εφικτού κόσμου– επέβαλε την προσέγγιση των διαφορών και συμφερόντων «στεγανοποιημένων κόσμων» προκαλώντας οικονομικοπολιτικούς και κοινωνικούς αποκλεισμούς, διαδοχικές κρίσεις, απίστευτα δεινά, διαρκείς πολέμους και ακραία φτώχεια.

Και αυτά, σε πλήρη αντίθεση με τη θεωρία της αγοράς και την υποτιθέμενη επαγγελία της ευημερίας, της καταπολέμησης κρίσεων και φτώχειας.

Συνεπώς, μπορούμε να μιλάμε ευκολότερα για ήττα της αυτοκαταστροφικής Αμέρικα που εξέφρασε η Χίλαρι –η κατ' εξοχήν «αντιπαθής σκύλα» για τον μέσο ψηφοφόρο– και δυσκολότερα για νίκη του «εναλλακτικού», ακραίου και απρόβλεπτου Τραμπ. Ο Ντόναλντ Τραμπ υπήρξε γέννημα του συστήματος που –ενώ τον δημιούργησε– λέει ότι τον φοβάται.

Ποιες είναι οι κοινωνικές δομές της Αμερικής που αγνόησε η Χίλαρι Κλίντον και συσκότισε ο Τραμπ;

Πρώτον, η υπερβολικά πλούσια καπιταλιστική και διευθυντική τάξη με υπερβολική συσσώρευση πλούτου (το περίφημο 1%), με μεγάλη επιρροή στο πολιτικό σύστημα (Βουλή, Γερουσία και Λευκό Οίκο), με ελάχιστους περιορισμούς στην άσκηση οικονομικής ελευθερίας κ.λπ. Αντίθετα, το σύστημα στήριξε αυτή την αρπακτική ταξική πόλωση – τη μεγαλύτερη σε ολόκληρο τον αναπτυγμένο καπιταλιστικό κόσμο.

Δεύτερον, η πολιτική Κλίντον αγνόησε την οργή των πληττόμενων μεσοστρωμάτων. Δηλαδή, δεν είδε την πιεστική αβεβαιότητα και ανασφάλεια της διαχρονικά ευρείας, συντηρητικής και σχετικά σταθερής μεσαίας τάξης που, ιστορικά τουλάχιστον, στηρίχθηκε στο ευέλικτο σύστημα ανώτατης και τεχνολογικής εκπαίδευσης που ήταν συνδεδεμένο με την αγορά εργασίας που χάνεται.

Τρίτον, αγνόησε επιθετικά την εργατική τάξη, ως επί το πλείστον οργανωμένη σε σωματεία, που είχε καταφέρει να αποκτήσει ένα επίπεδο ζωής και ασφάλειας παρόμοιο με εκείνο της μεσαίας τάξης. Αυτή η τάξη, μαζί με τη μεσαία, σήμερα έχοντας χάσει κάθε ασφαλιστική δικλίδα για τη ζωή, γίνεται λεία του υπερσυντηρητισμού και της Ακροδεξιάς.

Τέταρτον, δεν είδε σοβαρά το ποικιλόχρωμο αμερικανικό μωσαϊκό, το φτωχό και ευάλωτο τμήμα της χαμηλόμισθης και ανασφαλούς εργατικής τάξης με επισφαλή απασχόληση και αδυσώπητο ανταγωνισμό στην αγορά εργασίας, χωρίς ομπρέλα κρατικής πρόνοιας.

Πέμπτον, αγνόησε το μεγάλο, περιθωριοποιημένο και εξαθλιωμένο αμερικανικό πολιτικό trash: τη μεγάλη υπο-τάξη του πληθυσμού, η οποία δεν έχει –και είναι αδύνατον να αποκτήσει– την απαιτούμενη μόρφωση και δεξιότητες για να διεκδικήσει θέσεις απασχόλησης που θα τη βγάλουν από τη διαρκή φτώχεια. (Για όλα τα παραπάνω βλ. τη μελέτη των Erik Olin Wright και Joel Rogers, «American Society: How It Really Works», 2011.)

Ο κόσμος του προεκλογικού Τραμπ ήταν ο επίπεδος, απλοποιημένος κόσμος ενός αριστοτέχνη του τρόμου που απευθύνθηκε σε αφελείς (;) θιασώτες πολεμοχαρών εθνικιστικών ταυτοτήτων. Προεκλογικά προέκρινε «πολιτικές των διαφορών».

Και φοβίζει, τώρα, γιατί υπήρξε ομιχλώδης ως προς την αντίληψη τόσο της πραγματικότητας όσο και της πρόσφατης παγκόσμιας ιστορίας. Μέσω ρητορείας κατευθυνόμενων βλημάτων (κατά Μεξικανών, κατά μεταναστών και προσφύγων και άλλοτε κηρύσσοντας οικονομικό πόλεμο κατά της Κίνας), υποθάλπει συγκρούσεις, απομονωτισμούς και προνεωτερική βία.

Φουντώνει την ψευδαισθησιακή αντίληψη που παράγει αδέξιες απαντήσεις στις παγκόσμιες συγκρούσεις, την τρομοκρατία, τους σοβινισμούς, τους φονταμενταλισμούς και τη μισαλλοδοξία.

Αν ο Μπους ο νεότερος παρέδωσε χειρότερο τον μονοπολικό του κόσμο στήνοντας την «America for 21th century», αν η ήπια διακυβέρνηση του Μπαράκ Ομπάμα δεν αντέστρεψε τη μεγάλη εικόνα της «Αμέρικα στον 21ο αιώνα» παρότι αντιστάθηκε στις πολιτικές της ταυτότητας, ο Τραμπ βρίσκει και ανακινεί ιδέες Αγριας Δύσης και «εθνικών πεπρωμένων», επινοεί εχθρούς και διαφορές.

Αν υλοποιήσει τα σχέδια προστατευτισμού και την αντισυστημική ρητορική του, θα αυξηθούν οι μελλοντικές υφεσιακές καταστάσεις, με ενδεχόμενους παγκόσμιους νομισματικούς πολέμους.

Από την άλλη, υπάρχει ένα πραγματιστικό ανάχωμα, μια σταθερή αμερικανική παράδοση που κινείται αυτόνομα: οι «Washingtonians». Ο πρόεδρος μπορεί να ονομάζεται Κένεντι, Ομπάμα ή Μπους, Κλίντον ή, εν τέλει, Τραμπ, αλλά τα πιο σημαντικά στη δημόσια πολιτική ή την παγκόσμια σφαίρα είναι ανεξάρτητα και ασυσχέτιστα με την ιδιαίτερη προσωπικότητα και το θυμικό του.

Βέβαια, μιλάμε για τις «αόρατες» πτυχές της εξουσίας, για ζητήματα ελέγχου της δημόσιας ζωής, για έκπτωση της διαφάνειας και της δημοκρατίας στην πολιτική. Σε κάθε περίπτωση, αυτός ήταν πάντα ο ατλαντικός κίνδυνος: οι δημιουργικές παρερμηνείες των προέδρων και των εντολών (με τρόπους που να ισοδυναμούν με ανυπακοή) από τα λόμπι και τις φυλές των Washingtonians.

Πιο αμφιλεγόμενο, πιο μετανεωτερικό και πιο απροσδιόριστο δεν υπάρχει από «αυτό» που θα καθορίσει τις τελικές επιλογές και την «εικόνα» του προέδρου: ήτοι, τα κέντρα «χειραγώγησης και αυθεντίας» και, μάλιστα, νοούμενα ως ανάχωμα στις προεδρικές εξουσίες. Αμέρικα...

Δημοσιεύτηκε στην "Εφημερίδα των Συντακτών" στις 11/11/2016.

Προσθήκη νέου σχολίου


Κωδικός ασφαλείας
Ανανέωση