Η κακή συνταγή, τα προαπαιτούμενα και οι δυσκολίες κομμάτων και στελεχών
Η τρέχουσα αναδιαπραγμάτευση του δεύτερου Μνημονίου (της πολιτικής προσαρμογής) και οι οικονομικές εξελίξεις έδειξαν καθαρά, πρώτον, τις ατέλειες της αρχικής συνταγής. Το ίδιο το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ), κάνοντας αυτοκριτική, αναγνώρισε ότι είχε εκτιμήσει λανθασμένα τις επιπτώσεις των μέτρων δημοσιονομικής λιτότητας σε ΑΕΠ (και ανεργία) και στη δημόσια οικονομία. Το λάθος του μοντέλου ήταν στον πολλαπλασιαστή: Δεχόταν δηλαδή ότι 1% μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος δεν οδηγεί σε μείωση του ΑΕΠ κατά 0,5%. Τώρα αναγνωρίζει ότι αυτή η μείωση του ΑΕΠ μπορεί να είναι... τετραπλάσια! Το λάθος αυτό συμπαρασύρει και άλλα κρίσιμα δημοσιονομικά μεγέθη. Επίσης και συναφώς, το ΔΝΤ υπενθύμισε ότι πρέπει να γίνει νέα περικοπή του ελληνικού δημοσίου χρέους και η προσαρμογή οφείλει να είναι σταδιακή και σε μεγαλύτερο βάθος χρόνου.
Όμως η αναδιαπραγμάτευση ανέδειξε, δεύτερον, τις δυσκολίες των ελλήνων πολιτικών να τηρήσουν δεσμεύσεις που αναλαμβάνουν ιδίως όταν πρόκειται να εφαρμόσουν μεταρρυθμίσεις. Οι υστερήσεις κληροδότησαν τα «89 προαπαιτούμενα» για να εκταμιευθεί η επόμενη δόση, τα οποία πρέπει τώρα να εκπληρωθούν σε απίθανα σύντομο χρονικό διάστημα. Σημειώνω ότι σε αυτά ανήκουν μερικές μεγάλες μεταρρυθμιστικές εκκρεμότητες από τις οποίες εξαρτάται η ανάκαμψη της οικονομίας.
Σίγουρα οι δυσκολίες οφείλονται σε πολλούς παράγοντες όπως η μεγάλη κλίμακα της προσαρμογής που μοιάζει με καθεστωτική αλλαγή, δυσλειτουργικοί θεσμοί που εγείρουν οδοφράγματα, οργανωμένα συμφέροντα που δρουν ως αρνησίκυροι παίκτες, ιδεοληψίες. Οπως διατυπώθηκε προσφυώς, κακοί πολιτικοί θεσμοί συνοδεύονται από κακούς οικονομικούς θεσμούς και ανάλογες συμπεριφορές. Η πολιτική ηγεσία, στην περίπτωση που θέλει μεταρρυθμίσεις, βρίσκει αυτούς τους θεσμούς απέναντί της.
Πρέπει να βλέπουμε όχι μόνο θεσμούς και δομές αλλά και τους πρωταγωνιστές. Οι συνθήκες, λοιπόν, επιβάλλουν αλλαγή του ρόλου των πολιτικών. Πριν από την κρίση, λειτουργούσαν (με εξαιρέσεις όμως) ως διαμεσολαβητές σε ένα αναπτυγμένο πελατειακό και προσοδοθηρικό σύστημα. Αυτό πια είναι κοινός τόπος στην ακαδημαϊκή έρευνα. Διένειμαν επιλεκτικά οφέλη με αντάλλαγμα την εκλογική υποστήριξη ομάδων ή ατόμων. Ασκούσαν πολιτική με συνεχείς δαπάνες και αν δεν επαρκούσαν οι φόροι και οι εισροές από την ΕΕ απλώς αναλάμβαναν νέα δάνεια. Φόρτωναν δηλαδή βάρη στις επόμενες γενιές (που δεν ψηφίζουν). Ολα αυτά συμβάδιζαν με εκτεταμένη ανομία, ανοχή στην κακοδιαχείριση, εν μέρει συνένοχη διαφθορά και σπατάλη.
Εν πολλοίς λειτουργούσαν ως «εξορυκτικές ελίτ» (για να χρησιμοποιήσω έναν όρο των Robinson και Acemoglou). Ως τέτοιες, καθιέρωσαν θεσμούς που προκαλούν οικονομική αναποτελεσματικότητα. Δημιούργησαν ένα αντιπαραγωγικό σύστημα και αξιοποίησαν τα περιθώρια που τους έδωσε για να εξυπηρετούν τα συμφέροντα των ίδιων και των ευνοούμενων ομάδων ή ατόμων. Ακόμα και μέσα στην κρίση διαχειρίσθηκαν διάφορες λίστες με φοροφυγάδες και δωροδοκημένους από ξένες εταιρείες, στις οποίες περιλαμβάνονται και προβεβλημένα πρόσωπα της πολιτικής και οικονομικής ελίτ. Αυτή είναι η εμφανέστερη ένδειξη συμπεριφοράς αμοιβαίας συγκάλυψης συνενόχων εις βάρος του γενικού συμφέροντος.
Τώρα η πολιτική ηγεσία και τα δίκτυα εξουσίας καλούνται να πράξουν το ακριβώς αντίθετο - να αλλάξουν τους κανόνες αυτοπροστασίας (π.χ. το κομματικοκρατούμενο ΣΔΟΕ και την υπουργική ασυλία), να αφαιρέσουν προνόμια, να εξαλείψουν εύνοιες, να καταργήσουν εξαιρέσεις, να συμμαζέψουν και να συμπτύξουν το σκόρπιο Δημόσιο, να ελέγξουν τη σπατάλη (και τις προσόδους) στον μηχανισμό της υγείας, να καταπολεμήσουν τη φοροδιαφυγή κ.λπ. Γενικά, καλούνται να αυτοπεριορισθούν καθιερώνοντας σταθερούς κανόνες του παιχνιδιού που δίνουν ευκαιρίες σε όλους, ενθαρρύνουν τις επενδύσεις, τη σοβαρή επιχειρηματικότητα, την καινοτομία. Οι ίδιοι θα πρέπει να φροντίζουν για την τήρηση των κανόνων!
Οι αλλαγές που επιβάλλει το γράμμα και το πνεύμα του δεύτερου Μνημονίου ανατρέπουν πρακτικές που είχαν επιτευχθεί στο παρελθόν ανάμεσα σε πολιτική και οργανώσεις συμφερόντων, άτομα και μεμονωμένες επιχειρήσεις και είχαν σφυρηλατήσει ένα εκτεταμένο σύστημα προσοδοθηρίας. Συνεπώς θίγουν ιστορικά διαμορφωμένες ισορροπίες, καθιερωμένους τρόπους σκέψης και πελατειακές συμπεριφορές. Ολα αυτά εξηγούν την αναβλητικότητα και τις αντιφάσεις της πολιτικής πράξης που κατέληξε να βρίσκεται τώρα υπό ασφυκτική ξένη εποπτεία. Επίσης, ο τρόπος με τον οποίο επιχειρήθηκε έως τώρα η προσαρμογή της χώρας στα νέα δεδομένα είναι άδικος, έχει τεράστιο κοινωνικό κόστος και παραμέλησε την ανάπτυξη. Οι τελευταίες κυβερνήσεις μας προτιμούσαν να αυξάνουν φορολογικούς συντελεστές και να κόβουν μισθούς και συντάξεις ενώ συχνά κάλυπταν προνομιούχους.
Ποιο μήνυμα έστειλαν έτσι στην κοινωνία;
*Ο Πάνος Καζάκος είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών.
**Δημοσιεύτηκε στα Νέα στις 22-10-2012.