Την περασμένη βδομάδα το Κοινοβούλιο, η χώρα, έζησαν στιγμές αθλιότητας. Για την ακρίβεια, ξανάζησαν την περίοδο των πρώτων δύο μνημονίων. Μόνο με τους ρόλους αντεστραμμένους.
Η μία όψη της παρακμής ήταν στο Κοινοβούλιο των παλαιοκομματικών μεταγραφών. Βουλευτές της εθνικολαϊκιστικής Δεξιάς, που έχτισαν καριέρες στην πατριδοκαπηλία και στα συλλαλητήρια για τη Μακεδονία, αίφνης ανακάλυψαν τη γοητεία των Πρεσπών και της Αριστεράς, ως μετωνυμία για τη γοητεία της εξουσίας. Πηδώντας σαν μελισσούλες από κόμμα σε κόμμα.
Η δεύτερη όψη ήταν ορισμένα ΜΜΕ. Με υστερικούς συλλήβδην χαρακτηρισμούς για «αλήτες», «πουλημένους» και «προδότες», ακόμα και τάχα ευπρεπή ΜΜΕ του σύγχρονου αυριανισμού παραβίασαν τη λεπτή γραμμή που χωρίζει την οξεία κριτική από τη χυδαία ανθρωποφαγία.
Στο κλίμα της εξαλλοσύνης προσαρμόστηκε ενθουσιωδώς το πεζοδρόμιο. Φωτογραφίες βουλευτών κρεμάστηκαν στις κολόνες της ΔΕΗ με τη λεζάντα «προδότες». Αλλοι προπηλακίζονται τακτικά από θυμωμένους πολίτες στις πλατείες και στις ρούγες της βόρειας Ελλάδας.
Οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, που σήμερα υφίστανται τις επιπτώσεις της πολιτικής εχθροπάθειας, ήταν προφανώς οι πρώτοι διδάξαντες. Το 2010-11 ανακοίνωναν τις μετακινήσεις βουλευτών του ΠΑΣΟΚ σε περιφερόμενους τραμπούκους «για να τους την πέσουν». Κρεμούσαν στα μανταλάκια πολιτικούς των μνημονίων, τους φώναζαν «ναζί» και «Τσολάκογλου».
Δικαιολογούσαν τις επιθέσεις ως «δίκαιη οργή του λαού» ή σχετικοποιούσαν την πολιτική βία με το εξίσου άθλιο «και το μνημόνιο βία είναι». Με το δημοψήφισμα του 2015 έφεραν την κοινωνία σε προεμφυλιακή ρήξη προκειμένου να δραπετεύσουν από τα βαθιά κομματικά και προγραμματικά τους αδιέξοδα.
Οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ διέπρεψαν στον πολιτικό κυνισμό και αμοραλισμό. Η θητεία τους εξακολουθεί επιμόνως να διακινεί ένα θηριώδες ψέμα. Οτι τάχα η χώρα καταστράφηκε από τις πολιτικές των δύο μνημονίων και σώθηκε από τον Τσίπρα. Οι Ροβεσπιέροι της αριστερής ηθικής κυβέρνησαν αρμονικά, αδελφικά, επί τέσσερα χρόνια με τους ψεκασμένους της Ακροδεξιάς. Το ύφος του πολιτικού κουτσαβακισμού το ανέχθηκαν, το αγκάλιασαν και το αξιοποίησαν εναντίον των πολιτικών τους αντιπάλων. Τώρα (ω της ειρωνείας) το εισπράττουν στον σβέρκο τους.
Επομένως, «τα 'θελαν και τα 'παθαν», θα μπορούσε κάποιος να πει, και χαμογελώντας να προσπεράσει. Ελκυστική η λογική των συμψηφισμών. Αλλά και επικίνδυνη. Το τζίνι του πολιτικού φανατισμού δεν μαζεύεται εύκολα, όπως οι ίδιοι οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ ανακάλυψαν. Η ιστορία των εθνικών διχασμών και των εμφύλιων συγκρούσεων δείχνει ότι ο φανατισμός και η μισαλλοδοξία είναι ένα τοξικό εκκρεμές, όπου οι ρόλοι εναλλάσσονται. Το σημερινό θύμα είναι ο χθεσινός θύτης, πιθανόν κι ο αυριανός. Οταν η πολιτική αντιπαράθεση μετατρέπεται σε λασπομαχία δεν κερδίζουν τα πειστικότερα επιχειρήματα αλλά τα δυνατότερα κροσέ. Είναι εξαιρετικά αμφίβολο εάν η ακραία πόλωση εξυπηρετεί την αντιπολίτευση ή, αντιθέτως, θα καταλήξει να συσπειρώσει τη βάση του ΣΥΡΙΖΑ και να ενισχύσει τα άκρα. Οι άνεμοι της εχθροπάθειας επιστρέφουν ως θύελλες.
Στο κλίμα του πολωμένου φανατισμού υπάρχουν και ορισμένες φωτεινές εξαιρέσεις πολιτικού θάρρους και ευθυκρισίας. Οι βουλευτές του Ποταμιού που καταψήφισαν την κυβέρνηση και θα ψηφίσουν τις Πρέσπες συνιστούν ένα τέτοιο παράδειγμα. Ακόμη κι αν διαφωνήσει κανείς με την επιλογή τους, η στάση τους είναι πεντακάθαρη και τολμάει να πηγαίνει κόντρα στο ρεύμα. Θα είναι ένας τιμητικός επίλογος, πριν από τη διάλυση.
Είναι ξεκάθαροι οι λόγοι για τους οποίους η κυβέρνηση Τσίπρα πρέπει να ηττηθεί πολιτικά. Για το μέγεθος της εξαπάτησης, για την έκταση της ζημιάς. Διότι η παραμονή τους στην εξουσία παρατείνει την παραλυτική εκκρεμότητα και αδράνεια στην οικονομία, επισωρεύοντας νέους κινδύνους. Αλλά η ήττα τους δεν πρέπει να συντελεστεί στα ερείπια ενός νέου διχασμού, με το πλήθος να κραυγάζει εν χορώ: «Προδότες».
Στην Πολωνία, ένας μετριοπαθής δήμαρχος έπεσε θύμα του πολιτικού μίσους. Η Βρετανία ζει τον δικό της εθνικό διχασμό, πληρώνοντας το βαρύ τίμημα του εθνικισμού και του φανατισμού. Βουλευτές υποστηρικτές του Remain απειλούνται και προπηλακίζονται σε κάθε ευκαιρία. Στη Γαλλία, κάθε Σάββατο εκατοντάδες αγανακτισμένοι με κίτρινα γιλέκα σπάνε, δέρνουν και καταστρέφουν. Στη Θεσσαλονίκη, πέρυσι, είδαμε όλοι στις οθόνες τον ξυλοδαρμό του δημάρχου Μπουτάρη από έναν φασίζοντα μαινόμενο όχλο. Η δυστοπική βία δεν είναι τόσο μακριά μας.
Οι αντίπαλοι των Πρεσπών, η πλειοψηφία, πρέπει να κάνουν ένα βήμα πίσω. Να δεχθούν ότι υπάρχουν Έλληνες που υπερασπίζονται τη συμφωνία χωρίς να είναι ούτε προδότες, ούτε εθνομηδενιστές, ούτε εξωνημένοι, με την ίδια λαχτάρα να δουν την πατρίδα τους να προκόβει, αλλά με μια διαφορετική στάθμιση του τι συνιστά εθνικό συμφέρον. Εάν δεν μπορούν να συνδιαλλαγούν μαζί τους, τουλάχιστον ας τους σεβαστούν ως αντιπάλους.
Το ύφος στην πολιτική είναι ήθος και μήνυμα. Οι λέξεις χτυπάνε, πονάνε, δέρνουν, διαιρούν, φανατίζουν. Ας κάνουμε όλοι ένα βήμα πίσω, πριν η κατάσταση ξεφύγει.
*Δημοσιεύτηκε στην "Καθημερινή" στις 20/1/2019.