Friday, 26 April 2024

art-2

 

Τα άρθρα Μελών και Φίλων της Παρέμβασης, όπως δημοσιεύτηκαν στον ελληνικό και διεθνή τύπο.

Για να δείτε τα άρθρα ανά συγγραφέα, πατήστε εδώ .

 

 

 

 

 

Η ΝΕΡΙΤ καταρρέει - Μόνη λύση η επαναλειτουργία της ΕΡΤ

Πριν λίγες ημέρες συμπληρώθηκαν 15 μήνες από το πραξικόπημα του λουκέτου της ΕΡΤ. Μετά το μαύρο που κράτησε μερικούς μήνες, η κυβέρνηση υποκατέστησε τη δημόσια ραδιοτηλεόραση, αρχικά με τη ΔΤ και αργότερα με τη ΝΕΡΙΤ.
Στην άλλη όχθη, οι εργαζόμενοι της ΕΡΤ που αντιτάχθηκαν στο πραξικόπημα του μαύρου, συνεχίζουν να παράγουν τηλεοπτικό και ραδιοφωνικό πρόγραμμα και διατηρούν έναν δημοφιλή διαδικτυακό ιστότοπο, με εθελοντική εργασία.
Είναι ενδιαφέρον, 15 μήνες μετά το μαύρο, να εξετάσουμε σε ποια κατάσταση βρίσκονται οι δύο πλευρές, σε σχέση με τους διακηρυγμένους στόχους τους.
Τα «επιτεύγματα» της ΝΕΡΙΤ...
Ξεκινώντας από την κυβερνητική πλευρά και τη ΝΕΡΙΤ:
Οι αιτίες του λουκέτου της ΕΡΤ και της εγκαθίδρυσης της ΝΕΡΙΤ ήταν η δημιουργία ενός φορέα ανεξάρτητου, που θα ήταν απαλλαγμένος από τον κυβερνητικό εναγκαλισμό, από τις σπατάλες και τη διαφθορά και με προσωπικό που θα προσληφθεί με αξιοκρατικά κριτήρια. Τέλος, θα ήταν ένας Οργανισμός που η τηλεθέαση και η ακροαματικότητά του θα αυξανόταν σημαντικά. Όλα αυτά, κατά την κυβέρνηση, δεν μπορούσαν να γίνουν με την ΕΡΤ σε λειτουργία.
Σήμερα, όλες αυτές οι διακηρύξεις έχουν κουρελιαστεί. Ο κυβερνητικός έλεγχος είναι ασφυκτικός. Δεν είναι μόνον το περιεχόμενο των ειδήσεων και των ενημερωτικών εκπομπών, όπου "οι καθαρίστριες κινήθηκαν κατά των ΜΑΤ", αλλά και το γεγονός ότι είτε οι δικοί τους είτε "φιλικοί" προς αυτούς θεσμικοί παράγοντες καταγγέλλουν το αντίθετο. Η EBU, με επιστολή της στο Σαμαρά, τον κατηγορεί ότι μετέτρεψε τη ΝΕΡΙΤ σε κυβερνητικό μαγαζί, μετά την πρόσφατη τροπολογία, κατά την οποία η Διοίκηση της ΝΕΡΙΤ, διορίζεται ουσιαστικά από τον αρμόδιο Υπουργό. Τα ίδια ψέλλισε και ο κ. Καψής, αφού βεβαίως είχε προηγουμένως στρώσει το χαλί για την εξέλιξη αυτή. Το πιο πρόσφατο σχετικό δείγμα ήρθε προχθές με την παραίτηση των κορυφαίων δύο στελεχών της ΝΕΡΙΤ, του Προέδρου της Αντώνη Μακρυδημήτρη και του αναπληρωτή Διευθύνοντα Συμβούλου Ροδόλφου Μορώνη, οι οποίοι καταγγέλλουν τον ασφυκτικό κυβερνητικό έλεγχο. Όπως αποκάλυψε η Αυγή, η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι, ήταν η παρέμβαση ενός πανικόβλητου Σαμαρά, ώστε να μην μεταδοθεί (για πρώτη φορά στα χρονικά) η πολυαναμενόμενη ομιλία του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης Αλέξη Τσίπρα στη Θεσσαλονίκη από το Βελλίδειο, στο πλαίσιο της ΔΕΘ.
Είναι επίσης πρόσφατη, η παρέμβαση Εισαγγελέα για τη διερεύνηση των πολυάριθμων καταγγελιών για παρανομίες, ρουσφέτια και πλαστά πιστοποιητικά στη διαδικασία των προσλήψεων της ΝΕΡΙΤ. Πριν από τους Μακρυδημήτρη (ο οποίος επίσης προκάλεσε την παρέμβαση Εισαγγελέα, αφού υπήρξε Αντιπρόεδρος ΜΚΟ ελεγχόμενης για απίστευτα σκάνδαλα) και Μορώνη, είχαν παραιτηθεί ή αποπεμφθεί και πάλι τα κορυφαία δύο στελέχη της ΝΕΡΙΤ, ο Πρόεδρος κ. Προκοπάκης και η Αναπληρώτρια Διευθύνουσα Σύμβουλος κ. Ευαγγελάκου, εν μέσω αμφοτέρωθεν κατηγοριών είτε για ανεπάρκεια είτε για οικογενειοκρατία.
Μια ακόμα πρόσφατη αποκάλυψη, προερχόμενη από δύο από τους τελευταίους ανώτατους άρχοντες της ΕΡΤ, τον κ. Θανάση Παπαγεωργίου και τον κ. Νίκο Σίμο, που δημοσιεύθηκε στη στήλη "Τυπολογίες" της εφημερίδας "Το Παρόν", δείχνει ότι η ΕΡΤ ήταν πλεονασματική, έως και την ημέρα του λουκέτου και δεν υπήρχε κανένας λόγος να κλείσει. Αντιθέτως, η ΝΕΡΙΤ, έχει ξεπεράσει κάθε προηγούμενο σε σπατάλες, με σωρεία αργόμισθων, σωρεία απ' ευθείας αναθέσεων και κυρίως με αδυναμία να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της στην ψηφιακή τηλεόραση, αφού κατέληξε να αναθέτει στην Digea την ψηφιακή μετάβαση, έναντι υπέρογκου -όπως γνωρίζουμε- ανταλλάγματος, που όμως παρανόμως δεν δημοσιεύουν στη διαύγεια.
Τέλος, ως προς την τηλεθέαση και την ακροαματικότητα, τα νούμερα είναι καταλυτικά και υποπολλαπλάσια εκείνων της ΕΡΤ. Είναι χαρακτηριστικό ότι "κατόρθωσε" πρωϊνή ενημερωτική εκπομπή της ΝΕΡΙΤ να "πετύχει" ως τηλεθέαση ένα ολοστρόγγυλο μηδέν!
... και οι νίκες της ελεύθερης ΕΡΤ
Από την άλλη πλευρά, οι εργαζόμενοι της ΕΡΤ που στάθηκαν όρθιοι και αρνήθηκαν να νομιμοποιήσουν το μαύρο, μη συμμετέχοντας στα μορφώματα που δημιούργησε η κυβέρνηση, πετυχαίνουν συνεχείς νίκες και όχι μόνον σε ηθικό επίπεδο. Πριν λίγες ημέρες είδε το φως της δημοσιότητας η απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, επί μιας εκ των αγωγών των εργαζομένων της ΕΡΤ κατά του Δημοσίου και της ΝΕΡΙΤ. Η απόφαση αυτή κηρύσσει άκυρες τις απολύσεις και υποχρεώνει το Ελληνικό Δημόσιο, ως διάδοχο της ΕΡΤ, να αποδέχεται τις υπηρεσίες των εναγόντων με τα προ της απόλυσής τους καθήκοντα. Επίσης, επιβάλλει την καταβολή των μισθών υπερημερίας στους ενάγοντες, με τους μισθούς που είχαν τον τελευταίο μήνα και όχι με την αναδρομική ισχύ του ενιαίου μισθολογίου. Είναι χαρακτηριστικό, ότι σε περίπτωση μη συμμόρφωσης του Δημοσίου, το Δικαστήριο του επιβάλλει να καταβάλλει 100 ευρώ για κάθε ημέρα παράλειψης της συμμόρφωσής του, σε κάθε έναν εκ των εναγόντων. Όλα τα καταβλητέα ποσά προσαυξάνονται με τους νόμιμους τόκους υπερημερίας (επιτόκιο 6% ετησίως).
Είναι βέβαιο ότι το Δημόσιο θα ασκήσει έφεση επί της απόφασης αυτής.
Εν τούτοις, όλα τα τελευταία γεγονότα δείχνουν ότι το "χαρτί" ΝΕΡΙΤ που έπαιξε η κυβέρνηση έχει ήδη καταρρεύσει.
Για να σταματήσει ο εξευτελισμός, τόσο της "δημόσιας ραδιοτηλεόρασης", όσο και της χώρας, μία λύση υπάρχει: Να επαναλειτουργήσει η ΕΡΤ τώρα! Και οι όποιες παθογένειες υπήρχαν, θα διορθωθούν με την ΕΡΤ σε λειτουργία. 15 μήνες μετά, υπάρχει τόσο η τεχνογνωσία, όσο και η θέληση.

Δημοσιεύτηκε στην "Εποχή" στις 15/9/2014

Διαχείριση ΥΕΝΕΔ

Είναι σημαντική και πέρα από το περιεχόμενό της -ακόμη περισσότερο, είναι ενδεικτική μέλλοντος- η «διαχείριση ΥΕΝΕΔ» που έκανε στην περίπτωση της τηλεοπτικής κάλυψης Τσίπρα στην ΔΕΘ η κυβέρνηση. (Η δικαιολόγηση ότι ουδέποτε υπήρξε κυβερνητική επέμβαση προς τη ΝΕΡΙΤ Θωμόπουλου να δώσει μόνον μια ημέρα κάλυψη στην Αξιωματική Αντιπολίτευση για «λόγους ίσης μεταχείρισης», σπαρακτικά κωμική. Όλοι ζούμε τους πόνους του δικέφαλου μορφώματος Σαμαρά-Βενιζέλου που έκανε αναγκαίο να έχει από μία κάλυψη ο καθένας τους, αντί για διπλή η κυβέρνηση. Τουλάχιστον έδωσε την ευκαιρία σε δύο ευπρεπείς ανθρώπους, τον Ροδόλφο Μορώνη και τον Αντώνη Μακρυδημήτρη, να προφυλάξουν τον εαυτό τους. Μαζί και κάτι παλιοκαιρινό που λέγεται «αξίες»). Δείχνει πώς στην Ελλάδα μας η νεύρωση αποτελεί κυρίαρχη διαχειριστική πρακτική σ' εκείνο που λέγεται «πολιτική»: όταν εκλαμβάνει διαστάσεις πανικού, τότε αναμένεται αλλαγή βάρδιας. Και πάλι από την αρχή.

Δείχνει ακόμη βαθύτερα το ιδιοκτησιακό αντανακλαστικό που διακατέχει ως προς την «ενημέρωση» τις εξουσίες. Κουβεντιάζαμε, τις μέρες του πολιτικά μεσαιωνικού «μαύρου στην ΕΡΤ», με άνθρωπο που είχε μακρά τηλεοπτική διαδρομή και μας εξηγούσε πώς πριν 4 δεκαετίες η ίδια η Καραμανλική εποχή, που προσπαθούσε με Sir Hugh Green και όνειρα BBC να δώσει μιαν άλλη εικόνα, ταχύτατα ολίσθησε στη λογική «δικό μας το μαγαζί, δικές μας επιλογές»: καρατόμηση Μπακογιάννη, παραίτηση Χορν... Ενώ, για την επόμενη ένδοξη περίοδο, αξίζει να ακούσει κανείς τον Βασίλη Βασιλικό -που τον είχε στρατολογήσει ο ίδιος ο Ανδρέας για ένα αλλιώτικο προφίλ- να αφηγείται το πώς εγκαταστάθηκε η νοοτροπία του meum est.

Ας είναι: οι εξουσίες πάντα τιμωρούνται από τον εαυτό τους, από την απολυτότητά τους. Η προσπάθεια -στην εποχή της ιντερνετικής μετάδοσης!- να μην διαχυθεί η τοποθέτηση Τσίπρα, προσπάθεια που χάρισε στον ΣΥΡΙΖΑ την μαγική ευκαιρία να προβληθεί ο λόγος του στις πλατείες και τα πλατάνια ανά την Ελλάδα ως φιμωμένο μήνυμα, είναι από μόνη της ένα έργο τέχνης επικοινωνιακού αυτοτραυματισμού. Όμως, την επόμενη μέρα της ΔΕΘ θα μένει ένα ζήτημα: την ραδιοτηλεόραση την κάνουν άνθρωποι, δημοσιογράφοι και τεχνικοί, κι αυτούς τους ανθρώπους τα τερτίπια αυτού του είδους κυριολεκτικά τους διαλύουν. Και μάλιστα -ας μας επιτραπεί η επισήμανση- και στις δυο πλευρές της Μεσογείων.

Τι εννοούμε; Στη ΝΕΡΙΤ, υπό συνθήκες ανησυχίας και εργασιακής ανασφάλειας πορεύονταν ούτως ή άλλως όσοι πήγαιναν να βγάλουν, με πυροβολημένο ηθικό, κάτι σαν τηλεοπτικό πρόγραμμα. Μετά και απ' αυτήν τη στροφή, πώς να περιμένει κανείς να «δώσουν τηλεόραση»; Απέναντι, στην ΕRTOPEN, με πρωτόγονα τεχνικά μέσα, με πικρία και... χωρίς αμοιβές, όσοι δεν πέρασαν υπό τα Καυδιανά δίκρανα είχαν ούτως ή άλλως αντανακλαστικά ρεβανσισμού, «θα ξανάρθει η ώρα μας». Τώρα...

Όταν λοιπόν παιχτεί και η τελευταία πράξη του δράματος, εκείνο που μεγαλόστομα αναφέρεται ως «Δημόσια Ραδιοτηλεόραση» (και στήνονται διάφορα αντίστοιχα μεγαλοπρεπή θεσμικά σχήματα, νομοθετήματα Αλιβιζάτου και Μόσιαλου κ.ο.κ, Εποπτικά Συμβούλια, Επιτροπές της Βουλής με αυξημένες πλειοψηφίες) και που επί χρόνια και χρόνια δεν υπήρξε απλώς κρατική, αλλά παρεΐστικη, κινδυνεύει να γυρίσει σε ακόμη μεσαιωνικότερα αντανακλαστικά. Κατά τραγική ειρωνεία, μάλιστα, αποτελεί αντεστραμμένο είδωλο της ολόιδιας κατάστασης -που οδηγεί σε ανάλογο αποτέλεσμα- όπως πάει να κυριαρχήσει και στα ιδιωτικά κανάλια. Το homo homini lupus κυριαρχεί.

Δημοσιεύτηκε στο protagon στις 13/9/2014

Τάνγκο με τον κύριο Πρόεδρο - Ο ανώτατος πολιτειακός παράγων δεν μπορεί να είναι συμβολικό πρόσωπο

Η συζήτηση για τον επόμενο Πρόεδρο της Δημοκρατίας άνοιξε. Ομως, ως συνήθως στην Ελλάδα, έγινε και πρόωρα και σε λάθος βάση. Περίπου όπως τον Μάιο που μας πέρασε: εκλέξαμε ευρωβουλευτές και περιφερειάρχες, με το μυαλό στις εθνικές κάλπες. Σήμερα ξεχάστηκε και το αποτέλεσμα του Μαΐου και ο ρόλος που θα έπαιζε, υποτίθεται, στις εθνικές εκλογές. Τώρα, μας προκύπτει η ονοματολογία με τρόπο ώστε να κυριαρχεί το πρόσωπο του πιθανού υποψηφίου πάνω στην ουσία. Και η ουσία είναι οι αρμοδιότητες του Προέδρου.

Η κυβέρνηση επιδιώκει να συλλέξει ο υποψήφιός της 180 ψήφους, ώστε να εξαντλήσει την τετραετία. Η αντιπολίτευση επιδιώκει να πετύχει τη συσπείρωση 121 βουλευτών που θα πουν «όχι» στον όποιο κυβερνητικό υποψήφιο, ώστε να προκληθούν εκλογές. Το ισχύον Σύνταγμα δίνει στον Πρόεδρο αρμοδιότητες που λόγω του κανόνα της προσυπογραφής αλλά και της μέχρι σήμερα πρακτικής έχουν αποκτήσει συμβολικό χαρακτήρα. Επομένως, τι νόημα έχει να πάμε σε διάλυση της Βουλής και εκλογές, δηλαδή σε κατ' εξοχήν δυναμικές πράξεις του πολιτικού συστήματος;

Το ζήτημα θα ήταν διαφορετικό, βέβαια, αν χανόταν η δεδηλωμένη από την κυβέρνηση. Αλλά το Σύνταγμα λέει: εκλογές κάθε τέσσερα χρόνια, ενδιάμεσα αρκεί η απλή πλειοψηφία για τη βιωσιμότητα της κυβέρνησης.

Εχω επομένως τη γνώμη ότι απαιτείται ν' ανοίξει συζήτηση για την αναθεώρηση του Συντάγματος (στην οποία, φυσικά, θα τεθούν κι άλλα θέματα), διαδικασία πολύ πιο επείγουσα από την προεδρολογία και πολύ πιο ουσιώδης από μια μικροκομματικού χαρακτήρα διάλυση της Βουλής.

Στην αναθεώρηση αυτή θα μπορούσαν να αλλάξουν τα άρθρα που συνδέουν τη μη εκλογή Προέδρου με διάλυση της Βουλής. Η απλή πλειοψηφία μπορεί να προβλέπεται εξαρχής, χωρίς να απαιτείται διάλυση της Βουλής. Η πρόβλεψη για διάλυση της Βουλής αν δεν εκλεγεί Πρόεδρος με 180 ψήφους είναι κατάλοιπο του Συντάγματος του 1975, που ήταν πιο προεδρικό και συνδεόταν με τις λεγόμενες προεδρικές υπερεξουσίες που όμως καταργήθηκαν με την αναθεώρηση του 1986. Αλλά από τότε το Σύνταγμα άλλαξε. Με το τωρινό πρωθυπουργοκεντρικό μας σύστημα, η διάλυση δεν έχει νόημα. Είναι παράλογο να γίνονται εκλογές για να εκλέγουμε έναν αδύναμο Πρόεδρο.

Από την άλλη, θα μπορούσαμε να συζητήσουμε για άμεση εκλογή από τον λαό μόνο αν οι αρμοδιότητες του Προέδρου αυξάνονταν. Kατά την κρατούσα άποψη, οι αυξημένες αρμοδιότητες δεν μπορούν να υπερβαίνουν αυτές που υπήρχαν πριν από το 1986. Δεν μπορούν να είναι περισσότερες, επειδή τότε το πολίτευμα θα γινόταν προεδρικό και αυτό απαγορεύεται από το άρθρο 110 παράγραφος 1 του Συντάγματος. Εκτός κι αν κάναμε συντακτική συνέλευση και άλλο Σύνταγμα. Αν κάνουμε αυτή την επιλογή θα μπορούσαμε να εμπνευσθούμε από άλλα, πιο προεδρικά Συντάγματα. Η κατεύθυνση θα μπορούσε να είναι η χρήσιμη εξισορρόπηση του πρωθυπουργοκεντρικού μας μοντέλου. Για παράδειγμα, θα μπορούσε ο Πρόεδρος να προεδρεύει σ' ένα ολιγομελές σώμα που να επιλέγει τις ηγεσίες των Ανώτατων Δικαστηρίων ή των Ανεξάρτητων Αρχών.

Ωστόσο, ακόμα και η πρόωρη προεδρολογία, έστω κι έτσι, ίσως επιτρέπει μια συζήτηση για το μέλλον. Θέλουμε Πρόεδρο μέσα από το πολιτικό σύστημα ή προτιμάμε μη πολιτικό πρόσωπο που έχει διακριθεί σε άλλον τομέα της κοινωνικής ζωής.

Εχω τη γνώμη ότι ο Πρόεδρος πρέπει να προέρχεται από την πολιτική. Διότι η εκλογή ενός ατόμου εκτός πολιτικού πλαισίου διευκολύνει το πολιτικό σύστημα να μην αλλάξει σε τίποτα. Ολα θα φορτωθούν σ' ένα πρόσωπο κύρους που έχει διακριθεί στον τομέα του, δηλαδή σε μια ωραία βιτρίνα, κι έτσι καμιά αυτοκάθαρση δεν θα προχωρήσει ποτέ. Και επειδή δύσκολα πετυχημένο πρόσωπο θα έμπαινε στην πολιτική με συμβολικό ρόλο.

Τίθεται όμως το ερώτημα: υπάρχουν άξια πρόσωπα στο συγκεκριμένο πολιτικό μας πεδίο; Είμαι βέβαιος. Υπάρχουν στελέχη τίμια, με μεγάλη πολιτική και κοινοβουλευτική εμπειρία, με πείρα των θεσμών και των λειτουργιών της δημοκρατίας. Ανθρωποι αδέκαστοι και αδιάφθοροι, που τους ενδιαφέρει το κοινωνικό καλό και θα ήθελαν να συμβάλουν στη μεταρρύθμιση του πολιτικού συστήματος, ειδικά αν ενισχυθούν οι προεδρικές αρμοδιότητες. Με μια λέξη, υπάρχουν και μη πολιτικάντηδες πολιτικοί.

Ενας τέτοιος μπορεί και πρέπει να είναι ο επόμενος Πρόεδρός μας.

Δημοσιεύτηκε στα ΝΕΑ στις 10/9/2014

Το πειραματόζωο "Ελλάς" σε νέες περιπλανήσεις

Με ελαφρότατα χειρότερα από την αρχική εκτίμηση στοιχεία για την εξέλιξη του ΑΕΠ το β΄ 3μηνο της χρονιάς (-0,3% έναντι της ίδιας περιόδου του καταβυθισμένου 2013, ενώ τον Αύγουστο υπολογιζόταν /flash estimate σε -0,2%) ανέβηκε στην ΔΕΘ ο Αντώνης Σαμαράς. Αλλά και από το Παρίσι, η επιστροφή της αποστολής Χαρδούβελη - Λαζαρίδη - Παπασταύρου (από δίπλα και Πρωτόπαπας - Πιερρακάκης ως "κοινωνική συνείδηση του ΠΑΣΟΚ") δεν συνοδεύτηκε με τα καλούδια που μέχρι και πριν λίγο το πρόθυμο μηντιακό μας σύστημα προεξοφλούσε, από μπαράζ φοροελαφρύνσεων μέχρις άνοιγμα της "μεγάλης διαπραγμάτευσης" για την ελάφρυνση του χρέους - ευτυχώς που είχε φροντίσει ο Γκίκας Χαρδούβελης να προσγειώσει την συζήτηση προς μικρό καλάθι.

Με σχετική, λοιπόν, συμπάθεια προς την σταθερά αυτοτραυματιζόμενη Κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου (γιατί συμπάθεια; διότι λακίζουν από κοντά της οι υποστηρικτές της, ξένοι και εγχώριοι, ακριβώς την στιγμή που εκείνη κάνει τα πιο επικίνδυνα βήματα στα οποία την έσπρωξαν...) θα πούμε ότι αυτή η συγκυρία που επέβαλε αυτοσυγκράτηση ήταν κάτι το θετικό. Βλέπετε, με αναμενόμενη ούτως ή άλλως μεταβολή του τρόπου υπολογισμού του ΑΕΠ φέτος το φθινόπωρο, όλα τα στοιχεία που η Κυβέρνηση στρατολογούσε - βέβαια με την ενθάρρυνση των μελετητικών τμημάτων των Τραπεζών, βέβαια με την πάγια μηντιακή παρότρυνση - προκειμένου να διακηρύξει ότι "βρισκόμαστε πλέον στην φάση ανάκαμψης" και ότι "η οικονομία τραβάει μπρος" (την στιγμή που και οι εξαγωγές πάνε πίσω, και η δημόσια κατανάλωση υποχωρεί, και τα εισοδήματα των νοικοκυριών μπουσουλάνε, και οι επενδύσεις αγκομαχάνε: περίεργη ανάκαμψη!) κινδυνεύουν να την αδειάσουν στην επόμενη στροφή.

Παράλληλα, το ποντάρισμα στο εύρημα "τελειώνει το Μνημόνιο" και συνεπώς "θα υποχρεωθεί η Τρόικα να δει την λογική μας" σε μια πελώρια σειρά ταξιμάτων που σωρεύονταν τον τελευταίο καιρό - ειδάλλως "θα τα περάσουμε μονομερώς, εμείς!" - από τις ρυθμίσεις οφειλών σε 100 δόσεις μέχρι το ευρύτατο φάσμα φοροελαφρύνσεων, από το ξαναγράψιμο του ΕΝΦΙΑ μέχρι το σβήσιμο των κόκκινων δανείων, από το διώξιμο κάθε συζήτησης για το Ασφαλιστικό μέχρι την απόκρουση κάθε νέας μείωσης του Δημοσίου, από την άρνηση των ομαδικών απολύσεων σε επιχειρήσεις που σβήνουν μέχρι την υπαναχώρηση σε πλείστα ζητήματα της (εφαρμοζόμενης, υποτίθεται) εργαλειοθήκης του ΟΟΣΑ, κινδύνευε κι αυτό το εύρημα να γυρίσει μπούμερανγκ. Όχι δε απλώς για τον Αντώνη Σαμαρά ή για τον Βαγγέλη Βενιζέλο (ο οποίος και αυτοτελώς εξελίσσεται σε ισχυρή νάρκη για την Κυβέρνηση...), αλλά και για τις σχέσεις της Ελλάδας με τους "εταίρους" της.

H Ελλάδα ως αντικείμενο ή

ως υποκείμενο των διεθνών σχέσεων

Ολα αυτά, δε, έτρεχαν την ίδια στιγμή που σχεδιάζεται ένα ενδεχόμενο πρωτο βήμα προς σημαντική κατεύθυνση. Άμα επιβεβαιωθούν - ασφαλώς η μόνη επιβεβαίωση που μετράει είναι εκείνη που γίνεται στην πράξη! - οι πληροφορίες που θέλουν διεθνή συνάντηση να οργανώνεται τον Νοέμβριο για το χρέος στην Ουάσιγκτων με "εποικοδομητική αντιπαράθεση" των απόψεων ΔΝΤ και Ευρώπης (=Γερμανών) για το Ελληνικό χρέος, και άμα σ' αυτήν μετάσχει όντως η Ελλάδα ως υποκείμενο και όχι ως αντικείμενο - μόνο! - των διεθνών σχέσεων, τότε το πράγμα αποκτά ενδιαφέρον. Δεν πρόκειται ακριβώς για εκείνο που, π.χ. οι Συριζαίοι εννοούσαν όταν ήθελαν Συνδιάσκεψη για το Ελληνικό Χρέος , όμως είναι κάτι που ξεφεύγει από την απλοϊκή έως τώρα άρνηση της μη-βιωσιμότητας του χρέους. Και πρόκειται - ακόμη πιο σημαντικό - για επανατοποθέτηση του Ελληνικού ζητήματος σε γνήσια διεθνές φόντο.

Ας μας επιτραπεί εδώ να πούμε ότι ενώ ο Αντώνης Σαμαράς (ναι, ναι, και ο Βαγγέλης Βενιζέλος) έγραφαν τις τελευταίες σελίδες τους για ΔΕΘ, το γεγονός ότι στο Forum της Villa d' Este, στο Cernobbio δίπλα στην Λίμνη του Κόμο, και με συνδαιτημόνες Μάριο Μόντι και Γιοργκ Άσμουσσεν, Ζαν-Κλωντ Τρισέ και Μισέλ Μπαρνιέ ο Αλέξης Τσίπρας επιχειρούσε να παρέμβει στην "Ατζέντα για να αλλάξει η Ευρώπη" (η δική του προσέγγιση: "Ο συσχετισμός δυνάμεων στην Νέα Ευρώπη"), ήταν μια ακόμη προσπάθεια να τεθεί το Ελληνικό ζήτημα σε κάτι σαν ευρύτερη προοπτική. Γι αυτό και ήταν μάλλον επαρχιώτικο που τόσο η ενδο-Συριζείϊκη αποστορφή προς τον συναγελασμό Τσίπρα με εκπροσώπους της πλουτοκρατίας, όσο και η αντι-Συριζείϊκη κακεντρέχεια έμεινε στο πόσων αστέρων ήταν το ξενοδοχείο που φιλοξενεί το Ambrosetti Forum (κλείνει 40 χρόνια η διοργάνωση, Ιταλοκεντρική αλλα και "Ευρωπαϊκή") και δεν κατέγραψε π.χ. ότι δίπλα στον Μπερλουσκόνι ή τον Πρόντι, θα συναντούσε εκεί τα τελευταία χρόνια από Χέλμουτ Σμιτ μέχρι Νουριέλ Ρουμπίνι, απο Ζισκάρ Ντ' Εσταιν μέχρι Ερντογάν, απο Καρδινάλιο Ράτσινγκερ (πριν γίνει Πάπας) μέχρι Χένρυ Κίσσινγκερ. Και εδώ, ένα το ζητούμενο: να μην βρεθεί (πάλι) το συμπαθές πειραματόζωο απλό αντικείμενο των συζητήσεων, αλλά να προσέλθει (και να μετάσχει!) ως υποκείμενο των διεθνών σχέσεων. 'Ηταν αρκετή η αψιμαχία με Μπαρρόζο για τις επιλογές των Ευρωπαίων για την κρίση και τα αποτελέσματά τους "για τα οποία κανείς δεν μπορεί να χαίρεται" (Τσίπρας);

Aπο "το μέλλον έχει αργήσει" Σαμαρά

στην ΔΕΘ μέχρι τα βήματα της ΕΚΤ

Σ' αυτό το φόντο, ήταν θετική η επιλογή Σαμαρά στην ΔΕΘ να συγκρατηθεί - πώς; Έθεσε τον εαυτό του - υποθέτει κανείς: και την Κυβέρνηση, αν και άφησε στον Βαγγέλη Βενιζέλο στην συνέντευξη Τύπου την Κυριακής το περιθώριο διαφοροποίησης... - κάτω από την ασπίδα της αλήθειας ("ακατανίκητη για όποιον την τολμάει, ανελέητη για όποιον την αποφεύγει"). Μοίρασε περιορισμένα μόνον απο τα προσδοκώμενα/υπεσχημένα: μείωση 30% στον ΕΦΚ πετρελαίου θέρμανσης, με διατήρηση των επιδομάτων θέρμανσης. διόρθωση του ΕΝΦΙΑ στην επαρχία (αλλά "πλαίσιο" για τα ξενοίκιαστα διαμερίσματα). με τον προϋπολογισμό οι ρυθμίσεις για τις περισσότερες δόσεις στα ληξιπρόθεσμα και για την μείωση στην εισφορά αλληλεγγύης. Χαρακτηριστική η στροφή προς τους ενστόλους: τους τίμησε για την αυταπάρνηση, ανέφερε και την απόφαση του ΣτΕ, αλλά η επαναφορά στο 2012 θα γίνει στα πλαίσια αντοχών του Προϋπολογισμού.

Απ' εκεί και πέρα, σεμνά και ταπεινά αναπτυξιακά, με σχεδιασμούς μέλλοντος και IfG/Επενδυτικό Ταμείο και ρευστότητα μέσω των τραπεζών - συν, καταγραφή της καλύτερης κατάστασης των Ελληνικών ομολόγων στις αγορές. Συν, υπόσχεση για διεθνή σωφροσύνη και πολιτικής μηδενικής ανοχής στο εσωτερικό.

Αν, και, και η ατάκα των ημερών: "Το μέλλον έχει αργήσει".

Πάντως, είτε θέλουμε, είτε όχι, είτε με εκλογική αναμέτρηση ενδιάμεση είτε όχι, η Ελλάδα θα ξαναδεί στο ερχόμενο χρονικό διάστημα την θέση της σ' ένα ευρύτερο πλαίσιο. Είναι το πλαίσιο αυτό ευνοϊκό/ευνοϊκότερο; Είδαμε ότι το διεθνές σύστημα "καλεί" την Ευρώπη να ξαναδεί τα πράγματα - πάντως για το χρέος. Για την ώρα αυτό που λέγεται "Ευρώπη" ψάχνεται! Όμως η περασμένη βδομάδα έφερε τουλάχιστον κάτι.

Τι; Ένα ακόμη βήμα στην αναγνώριση, απο την ΕΚΤ τουλάχιστον, ότι η Ευρωζώνη βρίσκεται στην σκιά της αυτοτροφοδοτούμενης ύφεσης λόγω αποπληθωρισμού. Το πλέγμα μέτρων για πρόσθετη χαλάρωση της πολιτικής επιτοκίων, για αύξηση της παροχής ρευστότητας με αγορές χρεογράφων του ιδιωτικού τομέα (ABS/Asset-covered securities) ή/και καλυμμένων τραπεζικών ομολόγων (covered bonds), μαζί και με το πρόγραμμα στοχευμένης ρευστότητας προς τις επιχειρήσεις (TLTRO) οδηγεί σταθερά την ΕΚΤ στην αποδοχή της ανάγκης αντισυμβατικών μέτρων, του τύπου εκείνων της Fed ή της Bank of England.

Είναι περιττό να προσπαθεί κανείς να περιγράψει πώς θα λειτουργήσει στην πράξη το μείγμα αυτό, πώς δηλαδή το βασικό επιτόκιο αναχρηματοδότησης της ΕΚΤ περικοπτόμενο κατά μιαν ανάσα (από 0,15% σε 0,05%) και το αρνητικό επιτόκιο αποδοχής καταθέσεων βυθιζόμενο λίγο ακόμη (από -0,10% σε -0,20%) θα συνδυαστεί με τα 400 δις ευρώ τα οποία θα δανείζει φέτος το φθινόπωρο η ΕΚΤ (με επιτόκιο-ανάσα 0,25% και με 4ετή διάρκεια, που δεν είναι λίγη) σε τράπεζες που θα αποδεικνύουν ότι έχουν "κλεισμένους" πελάτες προκειμένου να τα δανείσουν παρακάτω, καθώς και με την επέκταση της αγοράς τραπεζικού χαρτιού και ABS. Όμως ευθέως ο Μάριο Ντράγκι δέχθηκε ότι όλα αυτά "θα έχουν μεγάλη επίδραση στο μέγεθος του ισολογισμού μας". Ταυτόχρονα, έκανε σαφή αναφορά στο πώς - συνειδητά - ο Ευρωπαϊκός πληθωρισμός που βρέθηκε τον Αύγουστο στο 0,3% "πρέπει" να επανέλθει ("το ΔΣ της ΕΚΤ έχει δεσμευθεί ομόφωνα") πλησιέστερα προς τον στόχο του 2%. Ενώ δε είπε όλα τα "σωστά" για την συνέχιση της τήρησης του Συμφώνου Σταθερότητας, αναφέρθηκε και πάλι σε ένα "φιλικότερο προς την ανάπτυξη μείγμα δημοσιονομικής πολιτικής" (και τούτο παρόλο που η κυρία Μέρκελ του είχε τραβήξει πρόσφατα το αυτί...).

Είναι όλα αυτά ενδεικτικά ενός διαφορετικού κλίματος που ωριμάζει;

Δημοσιεύτηκε στην Ναυτεμπορική στις 11/9/2014

Βήματα μπρος και βήματα πίσω: το ΕΣΥ και η κατασπατάληση πόρων

Δεν υπάρχει αμφιβολία πως το ΠαΣοΚ, το πρώτο αστικό, μαζικά οργανωμένο κόμμα στη χώρα μας, διαμόρφωσε καθοριστικά τη δομή και λειτουργία του ελληνικού μεταπολιτευτικού συστήματος. Θα εξετάσω με συντομία μερικές πλευρές των μετασχηματισμών που το ΠαΣοΚ επέφερε.

Ξεκινάω με μια σύγκριση. Στον Μεσοπόλεμο ο Ελευθέριος Βενιζέλος αποδυνάμωσε τον «παλαιοκομματισμό» του 19ου αιώνα - ένα σύστημα καθαρά ολιγαρχικό. Ενα σύστημα όπου η πλειοψηφία, παρ' όλη την καθολική ψήφο για άνδρες, ήταν εκτός της ενεργού συμμετοχής στο πολιτικό γίγνεσθαι. Οσο για τα κόμματα, ήταν λέσχες προυχόντων που ενεργοποιούνταν μόνο κατά τη διάρκεια των εκλογών. Στη βενιζελική περίοδο τα λεγόμενα τζάκια έχασαν την παντοδυναμία τους, καθώς νέα άτομα εισήλθαν δυναμικά στην πολιτική αρένα. Επιπλέον ο Βενιζέλος προσπάθησε να αλλάξει τα πελατειακά χαρακτηριστικά των κομμάτων μετατρέποντάς τα σε κόμματα δυτικού τύπου. Απέτυχε βέβαια λόγω της λυσσαλέας αντίδρασης των τοπικών κομματαρχών που ο Βενιζέλος δεν μπορούσε εύκολα να ελέγξει.

Στη συνέχεια ο Ανδρέας Παπανδρέου έκανε τη δεύτερη ριζική τομή στο σχετικά κλειστό μεταπολεμικό κομματικό σύστημα. Δημιούργησε το πρώτο μαζικό αστικό κόμμα στην πολιτική ιστορία του τόπου. Με τη μαζική κινητοποίηση του ανδρεϊσμού, τα λαϊκά στρώματα εισήλθαν ενεργά, για πρώτη φορά, στον πολιτικό στίβο, καθώς νέοι πολιτικοί (κυρίως, αλλά όχι μόνο, άτομα που συμμετείχαν ενεργά στον αγώνα εναντίον της χούντας) άρχισαν να παίζουν σημαντικό ρόλο.

Η πιο θετική πλευρά της παραπάνω μαζικής ένταξης ήταν, ως γνωστόν, η κατάργηση του διαχωρισμού μεταξύ πρώτης και δεύτερης κατηγορίας πολιτών (δηλαδή μεταξύ των νικητών και των ηττημένων του Εμφυλίου). Η ενταξιακή διαδικασία ξεκίνησε από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή αλλά ολοκληρώθηκε με πολύ πιο καθολικό τρόπο από τον αρχηγό του ΠαΣοΚ. Το κομμουνιστικό κόμμα νομιμοποιήθηκε πλήρως, ο έλεγχος των αντιφρονούντων από το αντικομμουνιστικό κράτος αμβλύνθηκε, τα πιστοποιητικά νομιμοφροσύνης εξέπεσαν και μια, σχετική βέβαια, ισονομία των πολιτών επιτεύχθηκε. Ετσι και το άνοιγμα του πολιτικού συστήματος και η κατάργηση των πολιτικών διακρίσεων ενδυνάμωσαν σημαντικά τον ελληνικό δημοκρατικό κοινοβουλευτισμό.

Οι θετικές αλλαγές στις οποίες αναφέρθηκα δεν επεκτάθηκαν όμως στη δομή του κομματικοκρατικού συστήματος. Σε ό,τι αφορά το ΠαΣοΚ η μαζικοποίηση δεν οδήγησε στον εκδημοκρατισμό. Αντίθετα, η πελατειακή κουλτούρα, η ρουσφετολογία και οι υπόγειες σχέσεις μεταξύ κρατικών, κομματικών και οικονομικών ελίτ εντάθηκαν. Πιο συγκεκριμένα, αντίθετα με τη βενιζελική στρατηγική, ο Ανδρέας Παπανδρέου δεν προσπάθησε καν να αμβλύνει τα επιμεριστικά χαρακτηριστικά του κόμματός του. Ετσι, μαζί με τη μαζικοποίηση της κομματικής δομής, βλέπουμε και τη μαζικοποίηση της διαφθοράς σε ένα πλαίσιο όπου οι κρατικοί πόροι ήταν πολλαπλάσιοι των πόρων της προδικτατορικής περιόδου. Δεν χρειάζεται να τονίσω πως και η ΝΔ, το άλλο μεγάλο κόμμα της Μεταπολίτευσης, ακολούθησε πιστά το πρότυπο που εγκαινίασε το ΠαΣοΚ.
Ads by SavePass 1.1Ad Options

Οσο για την εσωτερική οργάνωση του ΠαΣοΚ, μπορούμε να τη χαρακτηρίσουμε «λαϊκίστικη». Από τη μια μεριά η αυτονομία των παραδοσιακών κομματαρχών μειώθηκε. Από την άλλη μεριά όμως τη θέση τους πήραν «στελέχη-υπάλληλοι», στελέχη που ήταν, λίγο-πολύ, πειθήνια όργανα του ανδρεϊκού κομματικού μηχανισμού. Η νομιμοποίησή τους πήγαζε λιγότερο από τα κάτω και περισσότερο εκ των άνω, από τη βούληση του χαρισματικού ηγέτη. Με άλλα λόγια, τα κομματικά στελέχη δεν μπορούσαν να λειτουργήσουν σαν ανάχωμα στην παντοδυναμία του «αρχηγού-δεσπότη». Η επικοινωνία του τελευταίου με τον «λαό» ήταν αδιαμεσολάβητη, αδιαμφισβήτητη. Αυτού του είδους η κομματική οργάνωση θυμίζει βέβαια τα λαϊκιστικά λατινοαμερικανικά κόμματα (από αυτά των Περόν και Βάργκας ως αυτά των Τσάβες και Μοράλες).

Η κοινωνική διάσταση

Η διακυβέρνηση του ΠαΣοΚ στον κοινωνικό χώρο είχε και θετικά και αρνητικά αποτελέσματα. Από μια προοδευτική σκοπιά η βασική τομή ήταν η δημιουργία του ΕΣΥ. Δηλαδή κατόρθωσε να δώσει κοινωνικά δικαιώματα στα λαϊκά στρώματα. Κατόρθωσε επίσης, τουλάχιστον αρχικά, να μειώσει τις κοινωνικοοικονομικές ανισότητες και να αμβλύνει την ανισορροπία μεταξύ πόλης και αγροτικής περιφέρειας. Αυτού του είδους όμως η στρατηγική δεν είχε πάντα τα αναμενόμενα αποτελέσματα. Για παράδειγμα, ευρωπαϊκοί πόροι που προορίζονταν για τον εκσυγχρονισμό της γεωργίας δόθηκαν με τη μορφή παροχών που κατασπαταλήθηκαν. Οι γενναιόδωρες παροχές βοήθησαν το κόμμα και τη δημοφιλία του Ανδρέα αλλά όχι την αλλαγή των απαρχαιωμένων δομών και πρακτικών του αγροτικού τομέα. Οι αγρότες διάλεξαν λιγότερο τον παραγωγικό και περισσότερο τον καταναλωτικό τρόπο ζωής. Αυτού του είδους τα φαινόμενα οδήγησαν στο αγροτικό αδιέξοδο που παρατηρούμε σήμερα.

Βέβαια, επί πρωθυπουργίας Σημίτη ο λαϊκισμός του Τύπου «Τσοβόλα, δώσ' τα όλα» υποχώρησε. Η πιο αυστηρή δημοσιονομική πολιτική, τα μεγάλα έργα, η ένταξη της Ελλάδας στην ΟΝΕ και η επιτυχία των Ολυμπιακών Αγώνων έκαναν τη χώρα πολύ πιο σεβαστή στο ευρωπαϊκό πλαίσιο. Με την οικονομική κρίση όμως, καθώς και με την άνοδο της εξουσίας της ΝΔ, τα πράγματα άλλαξαν προς το χειρότερο. Η περίφημη «επανίδρυση του κράτους» οδήγησε στην παραπέρα διόγκωση της ήδη πληθωρικής δημόσιας διοίκησης, στην πελατειακή κατασπατάληση πόρων και στην εντυπωσιακή εκτίναξη του δημόσιου χρέους. Στη συνέχεια η επιστροφή του ΠαΣοΚ στην εξουσία σε μια περίοδο οικονομικής κρίσης και ημιχρεοκοπίας της χώρας έκανε τους ψηφοφόρους να ξεχάσουν τις τεράστιες ευθύνες της ΝΔ και να θεωρήσουν το ΠαΣοΚ τον κύριο υπεύθυνο για την ελληνική τραγωδία. Ετσι δεν είναι περίεργο το ότι στις τελευταίες βουλευτικές εκλογές το ΠαΣοΚ καταποντίστηκε. Ενώ η ΝΔ μπόρεσε να κρατήσει ένα σημαντικό κομμάτι της εκλογικής πελατείας της.

Η πολιτισμική διάσταση
Ads by SavePass 1.1Ad Options

Τέλος, στο επίπεδο της κουλτούρας οι αλλαγές που επέφερε το ΠαΣοΚ ήταν σημαντικές και ως επί το πλείστον θετικές. Η κυριαρχία της ανδροκρατούμενης κουλτούρας αμβλύνθηκε. Η σχετική νομοθεσία που το ΠαΣοΚ εισήγαγε έδωσε σημαντικά δικαιώματα στη γυναίκα στον χώρο της οικογένειας, της εργασίας, της παιδείας, της διασκέδασης κτλ. Βέβαια οι ανισότητες μεταξύ των φύλων παραμένουν. Σίγουρα όμως η σχέση μεταξύ ανδρών και γυναικών άλλαξε προς το δημοκρατικότερο.

Οσο για την πιο γενική κουλτούρα, δεν υπάρχει αμφιβολία πως διάφορα πολιτισμικά αγαθά και δικαιώματα διαχύθηκαν προς την κοινωνική βάση. Η λαϊκή κουλτούρα έγινε πιο σεβαστή ενώ στον χώρο του θεάτρου, της τέχνης και της λογοτεχνίας τα λαϊκά στρώματα είχαν πολύ περισσότερες ευκαιρίες να συνδεθούν με το καλλιτεχνικό γίγνεσθαι. Ιδίως επί Μελίνας Μερκούρη, ο κόσμος των μουσείων, των φεστιβάλ στην περιφέρεια, των διαλέξεων κτλ. έγινε πολύ πιο προσιτός σε ένα ευρύτερο κοινό. Από την άλλη μεριά όμως, οι πελατειακές σχέσεις μεταξύ κυβερνώντων και αυτών που ήλεγχαν και εξακολουθούν να ελέγχουν τα ΜΜΕ οδήγησαν προς την αντίθετη κατεύθυνση. Οδήγησαν στα αμέτρητα σκουπίδια της ιδιωτικής αλλά και, σε μικρότερο βαθμό, της κρατικής τηλεόρασης, στην ενδυνάμωση του κίτρινου Τύπου και στην άκρατη καταναλωτική νοοτροπία.

Τελειώνω με την προφανή ερώτηση. Ποιο θα είναι το μέλλον του ΠαΣοΚ; Θα παραμείνει συρρικνωμένο και κατακερματισμένο ή θα κατορθώσει να αναζωογονηθεί και να παίξει ξανά έναν κεντρικό ρόλο στο πολιτικό γίγνεσθαι; Η κατάσταση είναι τόσο ρευστή σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο που κάθε πρόβλεψη είναι εξαιρετικά προβληματική.

Δημοσιεύτηκε στο Βήμα στις 31/8/2014

Μετά 40 έτη Συζήτηση για το ΠΑΣΟΚ και τη Μεταπολίτευση

Ασκώντας κριτική στη θεωρητική προσέγγιση του R.Michels για τα πολιτικά κόμματα, ο A.Gramsi γράφει στις σημειώσεις του για το Μακιαβέλι ότι: «Μόνον από τον περίπλοκο πίνακα ολόκληρου του κοινωνικού και κρατικού συνόλου (και συχνά επίσης με διεθνείς επεμβάσεις) θα βγει η ιστορία ενός κόμματος και γι' αυτό μπορεί να πει κανείς ότι γράφω την ιστορία ενός κόμματος δε σημαίνει τίποτε άλλο παρά ότι γράφω τη γενική ιστορία μιας χώρας από μιαν άποψη μονογραφική, για να προβληθεί μια χαρακτηριστική της πλευρά». Και συνεχίζει: «Ένα κόμμα θα έχει μεγαλύτερη ή μικρότερη σημασία και βάρος, στο μέτρο ακριβώς που η ιδιαίτερη δραστηριότητά του θα έχει βαρύνει περισσότερο ή λιγότερο στον καθορισμό της ιστορίας μιας χώρας" (Α.Γκράμσι, Για τον Μακιαβέλι, για την πολιτική και για το σύγχρονο κράτος, εκδ.Ηριδανός, Αθήνα σ.43-44).

Η προηγούμενη παρατήρηση ισχύει ίσως περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο κόμμα της μεταπολίτευσης για το ΠΑΣΟΚ. Η ιστορία του ΠΑΣΟΚ είναι στην ουσία η ιστορία της ίδιας της μεταπολίτευσης. Δεν πρόκειται μόνον για το γεγονός ότι κέρδισε 6 από τις 15 εκλογικές αναμετρήσεις της περιόδου, συγκέντρωσε 4 φορές, πάνω από 3 εκατομμύρια ψήφους (διάγραμμα 1) ή ότι κυβέρνησε (αυτοδύναμα) τη χώρα το μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, συνολικά 20 έτη (239 μήνες). Το ΠΑΣΟΚ συνδέθηκε και εκπροσώπησε διαχρονικά, περισσότερο από κάθε άλλο κόμμα, την ελληνική κοινωνία. Σύμφωνα με μια έρευνα κοινής γνώμης της PublicIssue, στις 13 βουλευτικές εκλογικές αναμετρήσεις που μεσολάβησαν από την ίδρυσή του, το 1974, μέχρι την τελευταία εκλογική του νίκη το 2009, το ΠΑΣΟΚ είχαν ψηφίσει, κάποια φορά, 6 στους 10 ψηφοφόρους (61%), ποσοστό που αντιστοιχεί περίπου συνολικά σε 5,5 εκατομμύρια ψηφοφόρους (διάγραμμα 2Α).

Ο ρόλος του συγκεκριμένου κόμματος υπήρξε παραπάνω από κομβικός. Ηγεμόνευσε στην πολιτική σκηνή της περιόδου αποτελώντας επί μακρόν το επίκεντρο της. Αποτέλεσε το κέντρο βάρους του κομματικού συστήματος που συγκροτήθηκε σταδιακά, τόσο στην περίοδο της ακμής του, κατά τις δεκαετίες '70 και '80, όσο όμως και στην περίοδο της παρακμής του, τις επόμενες δύο δεκαετίες που ακολούθησαν· συνιστώντας, όμως, τώρα χαρακτηριστικό παράδειγμα εκφυλισμού μαζικού αριστερού κόμματος, κοινωνικής αφυδάτωσης, αποϊδεολογικοποίησης, κρατικοποίησης και διαφθοράς.

Μετά το 2012: Το ΠΑΣΟΚ δεν είναι πια εδώ

Με τις διπλές εκλογές του 2012, το ΠΑΣΟΚ τερμάτισε το βιοπολιτικό του κύκλο, που εγκαινιάσθηκε στις 3 Σεπτέμβρη του 1974. Υπό την ηγεσία του τρίτου αρχηγού του, του μοιραίου Γ.Παπανδρέου, τιμωρήθηκε σκληρά -διόλου τυχαία περισσότερο από ό,τι η ΝΔ- για την προσφυγή της Ελλάδας στο ΔΝΤ και την υπογραφή του 1ου Μνημονίου, δύο χρόνια πριν. Το 2010 ήρθε σε ανοικτή και οριστική ρήξη, όχι μόνον με τα κοινωνικά στρώματα τα οποία εξέφραζε επί μακρόν, αλλά και την ιστορικά διαμορφωμένη πολιτική και ιδεολογική του ταυτότητα. Κατάφερε να εξαϋλώσει ολοκληρωτικά την θετική εικόνα που διατηρούσε για το ίδιο, ως κόμματος της διακυβέρνησης, η ελληνική κοινωνία πλειοψηφικά ακόμη και στη δεκαετία του 2000. Το 2000, το 58% των πολιτών αποτιμούσε θετικά τη συνεισφορά του ΠΑΣΟΚ στη διακυβέρνηση της χώρας και μόνον 32% αρνητικά. Μια δεκαετία μετά, η εικόνα αυτή είχε πλήρως αντιστραφεί. Το 2011, τα 2/3 (66%) του εκλογικού σώματος την είχαν πλέον απαξιώσει συνολικά, προαναγγέλλοντας αυτό που θα συμβεί ένα χρόνο μετά (διάγραμμα 2Β, στοιχεία VPRC& PI).

Οι ίδιες οι κοινωνικές δυνάμεις («οι μάζες» για να θυμηθούμε έναν ντεμοντέ όρο), οι οποίες, μετά τη δικτατορία, πίστεψαν σε αυτό, ταυτίστηκαν μαζί του και το στήριξαν πολιτικά-εκλογικά επί 35χρόνια, οι ίδιες το εγκατέλειψαν, διαρρηγνύοντας τη σχέση εμπιστοσύνης που είχε οικοδομηθεί τόσο στην θυελλώδη περίοδο της πρώιμης μεταπολίτευσης, όσο και μετά το 1981, με μοχλό τη διακυβέρνησή του.

Από τις βουλευτικές του Οκτωβρίου του 2009, όταν ο ΓΑΠ επέστρεψε θριαμβευτικά στην εξουσία, με ποσοστό 43,9% και μέσα σε 30 μήνες, απώλεσε 2,2 εκ. ψήφους, αριθμός που αντιστοιχεί στο 31% του εκλογικού σώματος (των ψηφισάντων) του 2009. Ως ποσοστό (13,2%), οι μόλις 756.000 ψήφοι του Ιουνίου (διάγραμμα 1), αποδείχθηκε χαμηλότερο ακόμη και από εκείνο που πήρε όταν πρωτοεμφανίσθηκε το 1974 (13,4%). Πρόκειται για τη μεγαλύτερη εκλογική μετατόπιση που παρατηρήθηκε ποτέ στην μεταπολιτευτική εκλογική ιστορία της χώρας.

Η κοινωνική αποδυνάμωση του συγκεκριμένου κομματικού χώρου δεν τερματίστηκε με τις εκλογές. Αντιθέτως, μετά από αυτές επιταχύνθηκε. Το πολιτικό αποτέλεσμα της ιστορικής εκλογικής συντριβής του ΠΑΣΟΚ, το 2012, αλλά και της συγκυβέρνησης με τη ΝΔ, ήταν η περαιτέρω αποδέσμευση παραδοσιακών ψηφοφόρων του. Η πρωτοφανής απόφαση για κατάργηση της οργανωτικής δομής του κόμματος, που επιβλήθηκε αιφνιδιαστικά λίγες μέρες μετά τις εκλογές, επισφράγισε τον εκφυλισμό και τη διάλυση της ιστορικής μεταπολιτευτικής κομματικής μορφής.

Το κομματικό μόρφωμα που υφίσταται μετά το 2012, το ΠΑΣΟΚ του Ε.Βενιζέλου,διατηρεί μόνον το κέλυφος του ιστορικού κόμματος. Η «ασυνέχεια», σε σχέση με τις προηγούμενες μορφές οργάνωσής του είναι προφανής. Πρόκειται πλέον για έναν περιορισμένο αριθμό στελεχών, τα οποία απασχολούνται στις διάφορες βαθμίδες του κρατικού μηχανισμού και για τους εναπομείναντες παραδοσιακά ταυτισμένους ηλικιωμένους ψηφοφόρους, σε περιοχές προπύργια «εκτός των τειχών»· για ένα ελάχιστο -σε σύγκριση με το ένδοξο κομματικό παρελθόν- ποσοστό κοινωνικής-εκλογικής επιρροής που πιθανότατα θα συμπιεστεί περαιτέρω στις επόμενες βουλευτικές εκλογές. Ταυτόχρονα, σε στοιχειώδες οργανωτικό επίπεδο, εξακολουθεί να κινητοποιεί τοπικά, μερικές δεκάδες χιλιάδες «μέλη και φίλους», όπως συνέβη με την εκλογή των Νομαρχιακών Επιτροπών τον Μάρτιο του 2013. Στη διαδικασία για την ανάδειξη των εκπροσώπων του κόμματος πήραν μέρος μόλις 112.016 μέλη και φίλοι του υπολειπόμενου ΠΑΣΟΚ (διάγραμμα 3) .

Οι πρόσφατες Ευρωεκλογές (Μάιος 2014)έδειξανότι η τάση συνεχίζεται. Το υπό τον διακριτικό τίτλο «Ελιά-Δημοκρατική Παράταξη» ΠΑΣΟΚ έλαβε μόλις 458.403 ψήφους (8% στο συρρικνωμένο λόγω αποχής εκλογικό σώμα). Ο αριθμός αυτός αντιπροσωπεύει μόλις το 15% της δύναμης του 2009! Υπολείπεται δε και κατά 200.000 ψήφους, της απήχησης του 1974!! (διάγραμμα 1).

Η συζήτηση για το ΠΑΣΟΚ

Η θεωρητική συζήτηση σχετικά με τη φύση και το χαρακτήρα του ΠΑΣΟΚ υπήρξε από την αρχή της εμφάνισής του και διαιρεμένη και πολωμένη.

Στη πρώιμη μεταπολιτευτική εποχή, η τάση να αποδοθεί η συγκρότηση του ΠΑΣΟΚ και η απήχηση του στην ηγετική προσωπικότητα του Α.Παπανδρέου κυριάρχησε παραδοσιακά στις αναλύσεις για αυτό. Από εκεί πήγασαν και οι θεωρητικοποιήσεις για τον αυταρχικό και αρχηγικό χαρακτήρα του, αλλά και η τοποθέτηση του στο χώρο των λαϊκίστικων κινημάτων (όπως αυτά της Λ. Αμερικής). Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι πολλά από τα χαρακτηριστικά που του αποδόθηκαν δεν απέχουν από την πραγματικότητα. Οι ερμηνείες όμως που επιβλήθηκαν, παρέμειναν ανεπαρκείς. Υπερτονίζοντας τη χαρισματική προσωπικότητα του Α. Παπανδρέου, υποτίμησαν τις οργανικές σχέσεις που κατέκτησε το ΠΑΣΟΚ στους μισθωτούς εργαζόμενους και σε μεγάλες μερίδες του αγροτικού πληθυσμού της χώρας. Παραγνώρισαν τη μαζική κομματική οργάνωση που συγκρότησε με ταχύτατους ρυθμούς, τη συμπύκνωση στον αρχικό πολιτικό-ιδεολογικό λόγο του ΠΑΣΟΚ των συστατικών στοιχείων της ιδεολογίας των λαϊκών τάξεων στη μετεμφυλιακή Ελλάδα, και τέλος την ιδεολογική-πολιτική διαπάλη για την ηγεμονία στο εσωτερικό του.

Η ανάδυση και η παγίωσή του ΠΑΣΟΚ στη μεταπολίτευση δεν υπήρξε ούτε ευθύγραμμη, ούτε ανώδυνη και χωρίς αντιφάσεις διαδικασία. Ως κόμμα εξέφρασε τα νέα δεδομένα της πολιτικής σκηνής που μετά την πτώση της δικτατορίας είχε μετατοπισθεί αριστερά: διάλυση των παλαιών πολιτικών κομμάτων, κατάργηση της Μοναρχίας, εμπέδωση του κοινοβουλευτισμού και του κράτους Δικαίου, διάσπαση της Αριστεράς, ανάγκη ανανέωσης του πολιτικού προσωπικού, αλλά και σε μία, επίσης, διαφορετική διεθνή συγκυρία: εμφάνιση κινημάτων κοινωνικής αμφισβήτησης, άνοδος της Αριστεράς στην Ευρώπη, προοπτική διακυβέρνησης, άνθηση αντιϊμπεριαλιστικών κινημάτων. Στις νέες συνθήκες της Μεταπολίτευσης, το ΠΑΣΟΚ θα υπάρξει όχι ως "κεντρώο" κόμμα, αλλά ως σοσιαλιστικό και, μάλιστα, ιδιαιτέρως ριζοσπαστικό.

Σήμερα, αντιθέτως, με δεδομένη τη νεοφιλεύθερη μετάλλαξή του ΠΑΣΟΚ –σημείο τομής σε αυτή τη διαδικασία αποτέλεσε η διαδοχή του Α.Παπανδρέου από τον Κ.Σημίτη και η επικράτηση στην εσωκομματική σύγκρουση του εκσυγχρονιστικού ρεύματος (1996)-, την απορρόφηση του από το κράτος, τη διαφθορά του μεγαλύτερου πυρήνα των ηγετικών του στελεχών, τις ευθύνες του για την χρεωκοπία της χώρας και την υπαγωγή της με βασική ευθύνη του στα μνημόνια, η δαιμονοποίησή του γίνεται εύκολα αποδεκτή και η καταδίκη του θεωρείται αυτονόητη.

Η πολιτική εξαφάνιση του ΠΑΣΟΚ που προκάλεσε το Μνημόνιο, δημιούργησε για πρώτη φορά μετά τον Β'Π.Πόλεμο, αντικειμενικές πολιτικές δυνατότητες, για την διαμόρφωση ενός νέου μαζικού κόμματος της Αριστεράς. Η εκλογική ανάδειξη του ΣΥΡΙΖΑ σηματοδότησε το τέλος της εποχής ηγεμονίας του ΠΑΣΟΚ και την πολιτική επανεμφάνιση της Αριστεράς, για πρώτη φορά ύστερα από περιθωριοποίηση πολλών δεκαετιών. Ουσιαστικά, ο ΣΥΡΙΖΑ διαδέχθηκε το ΠΑΣΟΚ στην εκπροσώπηση του μεγαλύτερου τμήματος του λαϊκού κοινωνικού μπλοκ της μεταπολίτευσης.

Ωστόσο, η Αριστερά δεν πρέπει να υποκλιθεί σήμερα στην ιδεολογική επίθεση, που διεξάγεται με όχημα το στρατευμένο σχήμα του «εθνο-λαϊκισμού», κατά της «κληρονομιάς» του ΠΑΣΟΚ· επίθεση, η οποία στοχεύει στη συσκότιση της πραγματικής ιστορίας της μεταπολίτευσης. Ο εκφυλισμός και η οριστική πολιτική χρεωκοπία του ΠΑΣΟΚ εξυπηρετεί τη προσπάθεια ιστορικής αναθεώρησης και παραχάραξης. Χρησιμοποιείται από τους κέρβερους-προπαγανδιστές του νεοφιλελευθερισμού για την απαξίωση συνολικά των μεταπολιτευτικών κομμάτων και του κοινοβουλευτισμού, τη νομιμοποίηση της αυταρχικής αναίρεσης των πολιτικών και κοινωνικών κατακτήσεων, που επέβαλε η «σοσιαλδημοκρατική» διαχείριση του ΠΑΣΟΚ, μετά το 1981.

Η γκραμσιανή ρήση ισχύει και αντίστροφα. Όπως θα (αποδεχθούμε να) «διαβάσουμε» σήμερα την ιστορία του ΠΑΣΟΚ, θα (αποδεχθούμε να) «διαβάσουμε» και την ιστορία της μεταπολίτευσης.

 Δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα των Συντακτών την 1/9/2014

Οι μισές αλήθειες της ευρωκρίσης

Η ​​ αντιμετώπιση της ευρωκρίσης στηρίχθηκε σε μισά μέτρα – γι' αυτό η κρίση συνεχίζεται. Ο διάλογος στην Ευρωζώνη διεξάγεται με μισές αλήθειες – γι' αυτό δυσχεραίνονται οι συναινέσεις για την υπέρβαση της κρίσης.

Η μισή αλήθεια της κυβέρνησης Μέρκελ είναι ότι η ανάπτυξη, ιδίως στις χώρες του Νότου, θα έρθει με εθνικές μεταρρυθμίσεις. Πράγματι, χωρίς διαρθρωτικές αλλαγές, η οικονομική μεγέθυνση δεν θα ήταν διατηρήσιμη. Στην Ελλάδα, μια τόνωση απλώς της καταναλωτικής ζήτησης, χωρίς να έχει αποκτήσει η οικονομία μεγαλύτερη ανταγωνιστικότητα και εξωστρέφεια, θα επέφερε αύξηση των εισαγωγών και διεύρυνση του εξωτερικού ελλείμματος.

Αυτό που η συντηρητική ορθοδοξία παραλείπει να πει είναι ότι οι μεταρρυθμίσεις δουλεύουν μακροπρόθεσμα. Το θέμα είναι τι γίνεται τώρα, που η στάσιμη Ευρωζώνη δείχνει να κυλάει στον τρίτο γύρο ύφεσης. Χρειάζεται άμεσα μια μεγάλη αναπτυξιακή τόνωση, όπως σωστά ζητούν οι Ευρωπαίοι σοσιαλδημοκράτες, ο Ρέντσι, οι Γάλλοι σοσιαλιστές, όπως έχουν δεχτεί ο πρόεδρος Γιουνκέρ και η μεγάλη πλειονότητα των αγγλόφωνων αναλυτών. Μεταρρυθμίσεις σε εθνικό επίπεδο, αναπτυξιακή τόνωση σε ευρωπαϊκό: αυξήσεις μισθών και επενδύσεων στον Βορρά, μαζική διοχέτευση επενδυτικών πόρων στον Νότο, γενναία ποσοτική χαλάρωση νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ. Χρηματοδότηση μέρους της επενδυτικής αυτής τόνωσης από την ίδια την ΕΚΤ με αγορά επενδυτικών ομολόγων.

Μέχρι πρόσφατα, ο πρόεδρος Ολάντ προσδιόριζε το οικονομικό πρόβλημα της Ευρωζώνης αποκλειστικά ως πρόβλημα ζήτησης. Στην τελευταία συνέντευξη στη Monde έκανε ένα βήμα πιο πέρα. Δέχτηκε ότι η Ευρώπη πρέπει να τονώσει τη συνολική ζήτηση, αλλά παράλληλα οι εθνικές πολιτικές να εστιασθούν στην πλευρά της προσφοράς αγαθών και υπηρεσιών, με μεταρρυθμίσεις, βελτίωση των αγορών, φορολογικά κίνητρα, μείωση γραφειοκρατίας. Αυτή τη στροφή σηματοδότησε η αντικατάσταση του υπουργού Οικονομίας. Ο Ολάντ είπε και τα δύο μισά της αλήθειας, και θα έχει αυξημένη διαπραγματευτική ισχύ στη σύνοδο κορυφής της Ευρωζώνης, την οποία ζήτησε.

Ο πρόεδρος της ΕΚΤ Μ. Ντράγκι, δύο χρόνια πριν, έσωσε τις αγορές κρατικού χρέους Ιταλίας και Ισπανίας υποσχόμενος να κάνει «ό,τι χρειαστεί». Η ισχύς της δέσμευσης ήταν τόσο επιβλητική, που η ΕΚΤ δεν χρειάστηκε καν να την υλοποιήσει. Ομως, η αποτελεσματικότητα παρήγαγε επανάπαυση. Σήμερα ο μέσος πληθωρισμός της Ευρωζώνης είναι 0,3% με πρόβλεψη να κλείσει στο 0,7%. Αυτό είναι πολύ μακριά από τον καταστατικό στόχο του 2%. Η ΕΚΤ μέχρι την προηγούμενη εβδομάδα σταθερά επαναλάμβανε τη μισή αλήθεια, ότι οι μακροπρόθεσμες προσδοκίες πληθωρισμού (πληθωρισμός 5+5 χρόνια μπροστά) στην Ευρωζώνη είναι αγκυρωμένες στον στόχο του 2%. Μετάφραση: δεν απαιτούνται ακραίες πρωτοβουλίες. Ομως το φάσμα του αρνητικού πληθωρισμού είναι πλέον εμφανές. Μέσος πληθωρισμός τόσο κοντά ή κάτω από το μηδέν σημαίνει ότι οι οικονομίες της περιφέρειας θα υφίστανται μειώσεις τιμών και μισθών για να αποκτήσουν ανταγωνιστικότητα κόστους. Το χρέος ως ποσοστό του ονομαστικού ΑΕΠ θα μεγαλώνει, αφού ο παρονομαστής θα συρρικνώνεται. Η Ιαπωνία χρειάστηκε δύο δεκαετίες για να βγει από την παγίδα αποπληθωρισμού – κι ακόμα παλεύει. Πολύ επικίνδυνη κατάσταση.

Η συντηρητική ορθοδοξία υποστηρίζει ότι η ευρωκρίση ξεπεράστηκε. Πράγματι, τα Μνημόνια τελειώνουν, οι κυβερνήσεις βγήκαν στις αγορές, τα επιτόκια ομολόγων είναι σε προ κρίσης επίπεδα, οι οικονομίες συνέρχονται από τη βαθιά ύφεση. Ομως, ένα βουνό χρέους σκιάζει την Ευρωζώνη, η μέση ανεργία στο 11,5% και οι πληγές στον Νότο θα πάρουν χρόνια να επουλωθούν. Εξίμισι χρόνια από την αρχή της ευρωπαϊκής ύφεσης, το ΑΕΠ της Ευρωζώνης είναι 2% χαμηλότερο από το σημείο εκκίνησης. (Στη Μεγάλη Υφεση του '30, η Αμερική χρειάστηκε επτά χρόνια για να επιστρέψει στο προ ύφεσης ΑΕΠ.)

Η μισή αλήθεια είναι ότι η ανεργία θα αντιμετωπιστεί με εθνικές προσπάθειες. Η άλλη μισή είναι ότι ανεργία 27% απαιτεί δραστικές δεσμεύσεις ευρωπαϊκών πόρων για την απασχόληση, που θα επικουρήσουν τις εθνικές προσπάθειες, όπως ήδη γίνεται. Μια πραγματική Ενωση χρειάζεται ένα ευρωπαϊκό σύστημα καταπολέμησης της (λόγω ύφεσης) κυκλικής ανεργίας, μαζί με εθνικές μεταρρυθμίσεις για την αντιμετώπιση της διαρθρωτικής ανεργίας. Οι εθνικοί προϋπολογισμοί δεν μπορούν να σηκώσουν τέτοιο βάρος δαπανών όταν πρέπει να πετύχουν υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα. Χωρίς γενναιότερη ενεργοποίηση της Ε.Ε., το χάσμα Βορρά – Νότου θα βαθαίνει, εντείνοντας τη δυναμική κατακερματισμού.

Η πρακτική της Ευρωζώνης έως τώρα είναι να ομνύει στους δημοσιονομικούς κανόνες της ΟΝΕ, αφήνοντας όμως σε αρμόδια θεσμικά όργανα την ευελιξία να δίνουν σιωπηρά τις απολύτως αναγκαίες ανάσες και προσαρμογές. Ο κανόνας της μη διάσωσης κρατών μπήκε στο ντουλάπι, έμμεσες μεταβιβάσεις πόρων από το κέντρο στην περιφέρεια έχουν αθόρυβα συντελεστεί, η ΕΚΤ αφέθηκε να καθαρίσει με ριζοσπαστικές για τα μέτρα της πρωτοβουλίες, η Κομισιόν χαλαρώνει διακριτικά τους δημοσιονομικούς στόχους, η Ελλάδα πήρε δύο χρόνια παράταση στον στόχο του πλεονάσματος, το ίδιο και άλλες χώρες. Και αυξάνεται η πιθανότητα, μετά την ομιλία Ντράγκι στις 22/8, η ΕΚΤ να προχωρήσει και αυτή, εντός του 2014, στην αναγκαία ποσοτική χαλάρωση.

Ναι, η Ευρωζώνη συνηθίζει να μεταβάλλει πορεία σταδιακά, σαν ένα γιγάντιο δυσκίνητο υπερωκεάνιο, που χρειάζεται πολλές μικρές στροφές για να αλλάξει κατεύθυνση. Αρκεί να μην ξεκινήσει να στρίβει πολύ αργά μπροστά από το παγόβουνο...

Δημοσιεύτηκε στην Καθημερινή στις 31/8/2014

Οι ιδιωτικοποιήσεις και οι απολύσεις ως απόρροια της αποτυχίας του εγχώριου πολιτικού προσωπικού

Το θράσος των πολιτικών μας είναι απύθμενο. Κόπτονται για δήθεν «εξυγίανση του δημόσιου τομέα» και για «ιδιωτικοποιήσεις» και ενοχοποιούν γι' αυτό τους πάντες, εκτός από τον εαυτό τους.

Όμως πρόκειται περί ζητημάτων που για την ενδεχόμενη αναγκαιότητά τους ευθύνονται αυτοί πρωτίστως, αν όχι απολύτως. Αντί δηλαδή να αυτοαπολύονται ως απολύτως ανίκανοι και φαύλοι για να διαχειριστούν τα κοινά, ενοχοποιούν άλλους, επικαλούμενοι πραγματικές αλλά και επινοημένες «συγκυρίες», ξεπουλούν και τη χώρα όσο-όσο. Προφανώς και δεν μπαίνουν στον κόπο να αναλύσουν τις πραγματικές διαστάσεις της σημερινής κρίσης: το πρόβλημα σήμερα είναι η έλλειψη ανάπτυξης και αποτελεί πλέον κοινό τόπο πως ανάπτυξη δεν γίνεται με απολύσεις και άκρα λιτότητα ή με «ιδιωτικοποιήσεις» οργανισμών κοινής ωφέλειας. Μόνο οι σημερινοί υπουργοί μας δεν το καταλαβαίνουν αυτό ή κάνουν πως δεν το καταλαβαίνουν, πιστοί στη γερμανική «σχολή» της εσωτερικής υποτίμησης, αν όχι της ενίσχυσης των γερμανικών επιδιώξεων.

Ας αρχίσουμε από τους δημοσίους υπαλλήλους. Το δημόσιο προσλαμβάνει εργαζόμενους για να λειτουργούν καλά οι δημόσιες υπηρεσίες. Αν αυτοί οι υπάλληλοι δεν αποδίδουν, είναι κυρίως γιατί η υπηρεσία τους δεν λειτουργεί σωστά. Στην περίπτωση αυτή, όμως, ευθύνεται πρωτίστως είτε η διεύθυνση της υπηρεσίας αυτής, που δεν μεριμνά προς τούτο, είτε η «άνωθεν» κακή οργάνωσή της. Οι κατ' αρχάς δηλαδή και κύριοι υπεύθυνοι πρέπει να αναζητηθούν στους διευθυντές αλλά και στους γενικούς «μάνατζερ» των υπηρεσιών αυτών, δηλαδή στους εκάστοτε Υπουργούς, Υφυπουργούς και Γενικούς Γραμματείς, που οφείλουν να καταστήσουν το Υπουργείο τους, με όλες τις επί μέρους υπηρεσίες του, λειτουργικό και όχι να φέρνουν μαζί τους εκατοντάδες ακριβοπληρωμένων συμβούλων για να το υποκαταστήσουν και ουσιαστικά να το ακυρώσουν. Τελικώς όμως το ανάθεμα πίπτει στους δυστυχείς δημοσίους υπαλλήλους, που συχνά δεν έχουν στην κυριολεξία τι να κάνουν. Συχνά αυτοί οι (μισθοδοτούμενοι) υπάλληλοι είναι και περισσότεροι από όσους πραγματικά η υπηρεσία χρειάζεται, καθιστώντας έτσι επιπροσθέτως το όλο σύστημα όχι μόνο αντιλειτουργικό, αλλά και υπέρογκα δαπανηρό. Γι' αυτό όμως και πάλι φταίνε οι πολιτικοί που τους διόρισαν πελατειακά και εν πολλοίς εκβιαστικά. Εκβιαστικά, γιατί όταν κάποιος είναι άνεργος και για να εργαστεί πρέπει απαραιτήτως να περάσει από το γραφείο του βουλευτή της περιοχής του, ειδάλλως δεν βρίσκει δουλειά, αυτό λέγεται εκβιασμός. Φταίει βέβαια σε κάποιο βαθμό και ο εκβιαζόμενος, πρωτίστως όμως φταίνε οι εκβιαστές του. Οι οποίοι μάλιστα εκβιαστές επιβάλλουν τώρα να αξιολογούνται οι πρώην πελάτες τους με τρόπο που στερείται στοιχειώδους λογικής (για να εξακολουθήσουν να τους έχουν ακόμα πελάτες μήπως;): υποχρεώνουν τους προϊσταμένους και τους διευθυντές των δημοσίων υπηρεσιών όταν αξιολογούν τους υπαλλήλους τους να εμφανίζουν απαραιτήτως συγκεκριμένο ποσοστό «ανεπαρκών», συγκεκριμένο ποσοστό «ικανών» και συγκεκριμένο ποσοστό «αρίστων». Πρόκειται περί της απόλυτης παράνοιας των ανικάνων ή περί ηθελημένης προσπάθειας διάλυσης των πάντων, αρχής γενομένης από την κοινή λογική; Άραγε στους εμπνευστές αυτής της «νομοθετικής ρύθμισης», στους υπουργούς και στους βουλευτές μας, δηλαδή, τι ποσοστώσεις πρέπει να βάλουμε στην αξιολόγησή τους; Γιατί πρέπει και αυτοί να αξιολογηθούν, υπάλληλοι μισθοδοτούμενοι από εμάς είναι, δημόσιοι υπάλληλοι με χαμηλά και ανέλεγκτα μάλιστα τυπικά προσόντα, αλλά και εκ του αποτελέσματος ανύπαρκτα ουσιαστικά προσόντα. Ας πάψουμε επί τέλους να τους μυθοποιούμε σαν να είναι παλαιού τύπου μονάρχες ή σαν σταρ του σινεμά.

Βεβαίως και πρέπει να υποστούν συνέπειες οι οκνηροί δημόσιοι υπάλληλοι, οι αδιάφοροι και οι φαύλοι, μ' άλλα λόγια αυτοί που επείσθησαν από την περιρρέουσα ατμόσφαιρα πως ο κύριος στόχος είναι η ήσσων προσπάθεια, το αεριτζίδικο κέρδος, η ρεμούλα και η λαμογιά, πρωτίστως όμως φταίνε οι πολιτικοί που δημιούργησαν έναν αντιλειτουργικό και αντιαναπτυξιακό δημόσιο τομέα, καταχρώμενοι της εξουσίας τους και εξαντλώντας τα δημόσια ταμεία για ψηφοθηρικούς λόγους. Οφείλουν οι πολιτικοί αυτοί – δηλαδή σχεδόν το σύνολο του πολιτικού προσωπικού μας – να λογοδοτήσουν για διασπάθιση δημοσίου χρήματος και να υποστούν τις συνέπειες – από τη μη επανεκλογή τους έως την ένδικη δίωξή τους. Με έναν πρόχειρο υπολογισμό εύκολα διαπιστώνουμε πως οι πολιτικοί με τους αθρόους και κυρίως ασύμβατους με τις πραγματικές ανάγκες των επί μέρους δημοσίων υπηρεσιών διορισμούς, προξένησαν στα δημόσια ταμεία μεγαλύτερη ζημιά από αυτήν που προξένησε, λ.χ. ο Τσοχατζόπουλος.

Ακόμα όμως κι έτσι, υπάρχουν τρόποι η δημόσια διοίκηση να γίνει παραγωγική προς όφελος όλων, δηλαδή της ανάπτυξης, της ενίσχυσης της «ιδιωτικής πρωτοβουλίας» συμπεριλαμβανομένης. Κατά πρώτον, ξέρουμε πολύ καλά – ή πρέπει να ξέρουμε – πως σε κάθε απολυμένο του δημόσιου τομέα αντιστοιχούν ίσως περισσότεροι απολυμένοι του ιδιωτικού τομέα, ξέρουμε επίσης ότι ο δημόσιος τομέας στην Ελλάδα δεν είναι ο μεγαλύτερος στην Ευρώπη και άρα κακώς τον λοιδορούμε σαν συνολικά υπερτροφικό. Η απαίτηση της «τρόικας» δεν ήταν αρχικώς η απόλυση υπαλλήλων – το έχουν ευθέως δηλώσει αυτό –, ήταν η εύρεση τρόπων αποπληρωμής των χρεών μας. Οι ανίκανοι όμως πολιτικοί μας το μόνο που βρήκαν να κάνουν γι' αυτό, ήταν να απολύσουν υπαλλήλους για εξοικονόμηση χρημάτων – μέγα μεθοδολογικό λάθος και βαθύτατα αντιαναπτυξιακό, που θα έπρεπε να τους στείλει συλλήβδην σπίτι τους ή στα δικαστήρια. Κατά δεύτερον, υπάρχουν πάμπολλοι τομείς όπου μπορούν οι δημόσιοι υπάλληλοι (και ως δημόσιοι υπάλληλοι) – και συνακολούθως η δημόσια υπηρεσία στην οποίαν υπηρετούν – να αυτοχρηματοδοτούνται. Τα πολλαπλασιαστικά οφέλη θα ήσαν τεράστια. Δεν αναφέρομαι τόσο στην παλαιότερη πρόταση του Θανάση Κανελλοπούλου (στην εποχή που υπήρχαν ακόμα πολιτικοί που σκέπτονταν, προτού ενσκήψει η λαίλαπα των τελευταίων ετών), που πρότεινε δημιουργία δημοσίων εταιριών μιας μετοχής, αναφέρομαι κυρίως σε υπηρεσίες που μπορούν ευθέως να αυτοχρηματοδοτηθούν και που τώρα αποστελεχώνονται δήθεν για να «εξυγιανθούν».

Στα Πανεπιστήμια, π.χ., υπάρχουν οι Ειδικοί Λογαριασμοί Ερευνών, που μέσα στην ανόητη φούρια των απολύσεων αποστελεχώνονται, με συνέπεια να χάνονται πολλά διεθνή προγράμματα και πολλά χρήματα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι και το Υπουργείο Τουρισμού. Τον τελευταίο καιρό δοξολογούμε το Υπουργείο αυτό, λόγω του αυξανόμενου τουριστικού ρεύματος προς τη χώρα μας, τη στιγμή που αυτό δεν κάνει απολύτως τίποτα για τη διάχυση αυτού του τουρισμού στην τοπική οικονομία και όχι στα all inclusive των αόρατων ιδιοκτητών, με τους ανασφάλιστους εργαζόμενους των 300 ευρώ. Αν υπήρχε πολιτική βούληση πραγματικής τοπικής ανάπτυξης μέσω της διακίνησης των τουριστών και σχετικός έλεγχος – από επαρκώς στελεχωμένες υπηρεσίες βεβαίως –, το οικονομικό όφελος για τη χώρα θα ήταν τεράστιο. Το υπουργείο αυτό έχει ακόμα αφήσει τις υπηρεσίες αδειοδοτήσεων των τουριστικών καταλυμάτων με ελάχιστους ή καθόλου εργαζόμενους, με αποτέλεσμα να δυσκολεύεται και να χάνει πολύτιμο χρόνο και χρήμα όποιος επιδιώκει να πάρει άδεια λειτουργίας του τουριστικού καταλύματός του, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την οικονομία της χώρας. Αφήνω κατά μέρος μεγάλες τουριστικές μονάδες που για χρόνια βασανίζονταν με τις αρμόδιες – και υποστελεχωμένες – δημόσιες αρχές.

Υπάρχουν βεβαίως και δημόσιες υπηρεσίες που δεν χρειάζεται να υπάρχουν, πέραν των κακών και διεφθαρμένων δημοσίων υπαλλήλων. Εδώ όμως αφ' ενός οφείλουν οι «μάνατζερ» - υπουργοί να προβούν σε μελέτη ανασύνταξης των υπαλληλικών θέσεων, αφ' ετέρου να εξασφαλιστούν τρόποι ελέγχου των υπαλλήλων από τους προϊσταμένους τους και τους υπουργούς τους, που οφείλουν να οργανώνουν σωστά και να ελέγχουν την αποδοτικότητα των υπηρεσιών των υπουργείων τους. Το αν, π.χ., αυτή τη στιγμή βρέθηκαν υπάλληλοι πολεοδομικών γραφείων με εκατομμύρια, σίγουρα δεν φταίνε μόνο αυτοί: είτε δεν ελέγχθησαν ποτέ, είτε συνεργάστηκαν με υψηλότερα ιστάμενους για προστασία. Ούτε και ο Τσοχατζόπουλος έφταιγε (έκλεβε) μόνο αυτός. Θα πρέπει να το ήξεραν και ενδεχομένως να το εκμεταλλεύονταν και άλλοι, ίσως μάλιστα (και) οι ανώτεροι αυτού στην ιεραρχία (αν δεν το ήξεραν σημαίνει πως αποδέχονται την ηλιθιότητά τους).
Α
ς έρθουμε τώρα στις ιδιωτικοποιήσεις. Γιατί αναγκαζόμαστε – αν αναγκαζόμαστε και δεν εντελλόμαστε – να αλλάξουμε το ιδιοκτησιακό καθεστώς μιας δημόσιας υπηρεσίας ή δημόσιας επιχείρησης; Μα προφανώς γιατί δεν λειτουργεί σωστά. Γιατί όμως η ΔΕΗ, π.χ., δεν λειτουργεί σωστά; Μα προφανώς γιατί είναι λάθος οργανωμένη. Γιατί δεν την οργανώνουμε καλύτερα και αποδοτικότερα για το δημόσιο συμφέρον και παραγωγικότερα, δηλαδή για να προσφέρει ανάπτυξη και άρα εμμέσως κερδοφορία; Προφανώς γιατί είμαστε ανίκανοι να το κάνουμε και προτιμούμε την εύκολη λύση της πώλησής της, γιατί άλλοι θα το κάνουν καλύτερα από εμάς. Ομολογούν δηλαδή οι πολιτικοί μας ότι αδυνατούν να οργανώσουν καλά μια επιχείρηση – το κλειστό και λειτουργικά ακριβό club της ΔΕΗ εν προκειμένω – και εμείς τους ξαναψηφίζουμε, αντί να τους στείλουμε, αν όχι στη δικαιοσύνη, ως καταχραστές δημοσίου χρήματος και τροχοπέδη της παραγωγής και της ανάπτυξης, τουλάχιστον σπίτι τους. Ακόμα και το επιχείρημα ότι επιδιώκουμε να «ανοίξουμε» τις δημόσιες επιχειρήσεις στην «ιδιωτική πρωτοβουλία» είναι ψεύδος.

Περισσότερο ενισχύουμε την ιδιωτική πρωτοβουλία στην προσπάθειά της να επινοήσει, να επιχειρήσει και να παράξει, αποκλείοντας εγκλωβισμό της σε ενδεχόμενη μέγγενη κερδοσκόπων, παρά παραδίδοντας την παραγωγή και την εμπορία της ηλεκτρικής ενέργειας και των αγαθών που αποτελούν προϋπόθεση τόσο για την πολυπόθητη ανάπτυξη όσο και την ίδια την ύπαρξη της κοινωνίας (νερό, επικοινωνίες), σε μεμονωμένους ιδιοκτήτες, εν πολλοίς μάλιστα ανώνυμους. Λιγότερο κράτος δεν σημαίνει αντικατάστασή του με ιδιωτικές εταιρίες του μεγάλου και ανώνυμου κεφαλαίου. Στην περίπτωση αυτή πάλι περισσότερο «κράτος» θα έχουμε, κράτος που αντί να (νομίζουμε πως) το ελέγχουμε μέσω των εκλογών, θα καθορίζει τις βασικές παραμέτρους της καθημερινής μας ζωής, χωρίς να δίνει λόγο σε κανέναν, κράτος που θα ελέγχει απολύτως και κατά το δοκούν κάθε ιδιωτική πρωτοβουλία.

Λιγότερο κράτος δεν σημαίνει αντικατάστασή του με ένα άλλο ολιγαρχικό κράτος ανώνυμων κεφαλαιούχων. Λιγότερο κράτος σημαίνει πέρασμα μέρους της κεντρικής εξουσίας και των αποφάσεων που αφορούν στα κοινά προς τους πολίτες του, υπό το κλεισθενικό τρίπτυχο της ισονομίας, ισηγορίας και ισοπολιτείας. Λιγότερο κράτος σημαίνει θέσπιση περισσότερων ατομικών ελευθεριών και δυνατοτήτων των ατόμων – όλο και περισσότερων ατόμων – να παράγουν, να δημιουργούν και να συμμετέχουν στα κοινά. Λιγότερο κράτος σημαίνει σταδιακή θέσπιση Νέου Κοινωνικού Συμβολαίου, με επαναπροσδιορισμό των όρων «δημοσίου» και «ιδιωτικού» και επαναπροσδιορισμό των λειτουργικών τους σχέσεων, έως συνταύτισής του.

Δημοσιεύτηκε στο Ποντίκι στις 30/6/2014

Η περίπτωση Μόσιαλου

Όχι, δεν ενδιαφέρει ιδιαιτέρα το τι διδάσκει η περίπτωση Μόσιαλου για τη λειτουργία (καλά, λέμε!) του ύστερου ΠΑΣΟΚ και των μηχανισμών του: βρήκε παγωμένους τους προσωπικούς του τραπεζικούς λογαριασμούς επειδή είχε οφειλές στο ΙΚΑ το ΙΣΤΑΜΕ, του οποίου υπήρξε ο Μόσιαλος Πρόεδρος το 2010-12. Έκτοτε, επί μήνες και μήνες προσπαθούσε να παραιτηθεί αλλά χωρίς να αντικαθίσταται. Το ΙΣΤΑΜΕ «ανήκε» (ως «αστική, μη-κερδοσκοπική εταιρεία») κατά 90% στον... Ροβέρτο Σπυρόπουλο, όταν (εκείνος) ήταν διευθυντής του ΠΑΣΟΚ. Ναι, τον ίδιο Ροβέρτο Σπυρόπουλο που τώρα βαδίζει τον Γολγοθά ως Διοικητής του ΙΚΑ. Ήδη βγαίνει το ΠΑΣΟΚ με δήλωσή του να «λευκάνει» τον Ηλ. Μόσιαλο, αλλά... η δέσμευση των καταθέσεων παραμένει δέσμευση! Η μπαχαλοποίηση ανήκει στην καθημερινότητά μας, ούτως ή άλλως, τα χρόνια του χαρατσιού Βενιζέλου και του ΕΝΦΙΑ και του Ασφαλιστικού και...

Όμως, εκείνο που σοβαρά θα 'πρεπε να ενδιαφέρει είναι πώς - με αφορμή την περίπτωση Μόσιαλου - αναδεικνύεται η αποθάρρυνση, η ακραία αποθάρρυνση εκείνων των περιπτώσεων ανθρώπινου δυναμικού που κατά τεκμήριο θα είχαν να «δώσουν», να προσέρχονται στην πολιτική. Ψέματα! Ακόμη και να πλησιάσουν στον δημόσιο βίο. Καθηγητής Οικονομικών της Υγείας στο LSE, διοργανωτής/σκηνοθέτης του μεγάλου συνεδρίου για τον Εκσυγχρονισμό στο Λονδίνο αρχές δεκαετίας του΄90 (από εκεί εκπήγασε η θεωρητική νομιμοποίηση των ετών Σημίτη...). Ούτε τηλεφώνημα, όμως, όταν ο Εκσυγχρονισμός κυβερνά! Ύστερα, σύμβουλος στον μεταρρυθμιστή Αλέκο Παπαδόπουλο στο Υγείας, έως ότου και ο Αλέκος και οι μεταρρυθμίσεις του ξηλώνονται. Ύστερα, «ανακάλυψη» Μόσιαλου από τον ΓΑΠ, εκεί μπαίνει στη μέση το ΙΣΤΑΜΕ, καταλήγει υπουργός Επικρατείας και πάει να εκφράσει κάτι διαφορετικό ως ύφος, καταλήγει να διαμορφώσει νομικό πλαίσιο για μια μη-κρατική αλλά και (ίσως, μπορεί, ενδεχομένως...) μη-παρεοκρατική ΕΡΤ, βλέπει τους πάντες να εναντιώνονται.

Δεν βάζει μυαλό. Καθώς διατηρεί μια κάποια στήριξη/εμβέλεια στους μιντιακούς χώρους, δημιουργεί κάτι σαν κίνηση ή πρόπλασμα κόμματος («Δυναμική Ελλάδα» ή κάπως έτσι). Μπαίνει στον πειρασμό συνεργασιών τύπου «ΕΛΙΑΣ» (εκείνο με τα διάφορα σηματάκια, υπό την κυρίαρχη μαγνητική έλξη Βενιζέλου...), αλλά όχι και μέχρι να γίνει «58». Κάποια στιγμή καταλαβαίνει τι παίζεται, αποστασιοποιείται - και προσγειώνεται στη γοητευτική μας βαλκανική πραγματικότητα (στην οποία, μην γκρινιάζουμε, όλοι έχουμε επιλέξει να είμαστε...) με το πάγωμα των λογαριασμών του λόγω ΙΣΤΑΜΕ. Αν αυτή η διαδρομή δεν είναι διδακτική, τότε τι είναι;

Δημοσιεύτηκε στο protagon στις 27/8/2014

Μόσιαλος και ΙΣΤΑΜΕ: Μια παρανοϊκή ιστορία

Θα μπορούσε να είναι απλά ένας ακόμη καφκικός παραλογισμός εξαιτίας της γνωστής διαλυτικής αδιαφορίας που ενδημεί εδώ και χρόνια στην καρδιά του κατεστημένου κομματικού συστήματος που βρίσκεται ανοικτά σε παρακμή. Πρόκειται όμως για μια ιστορία με πολλαπλές συμβολικές απολήξεις. Στις 7 Απριλίου 2012 ο Ηλίας Μόσιαλος Καθηγητής Οικονομικών της Υγείας στο London School of Economics με το τέλος της θητείας του ως Πρόεδρος του ΔΣ του ΙΣΤΑΜΕ έστειλε συμπληρωματικά και μία επιστολή παραίτησης στον Πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ και τον κύριο μέτοχο, κάτοχο του 90% των μεριδίων στην αστική μη κερδοσκοπική εταιρεία με την επωνυμία ΙΣΤΑΜΕ που αποτελεί το επίσημο «Ινστιτούτο Ιδεών» του ΠΑΣΟΚ ( το Ινστιτούτο Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Καραμανλής είναι το αντίστοιχο της ΝΔ). Ο πλειοψηφών εταίρος ήταν ο κ. Ροβέρτος Σπυρόπουλος τότε ταμίας του ΠΑΣΟΚ και νυν Διοικητής του ΙΚΑ. Σε ένα κανονικό κόμμα, σε μία κανονική χώρα αυτές οι δύο συνθήκες θα ήταν υπεραρκετές για την πλήρη τυπική και ουσιαστική απεμπλοκή του παραιτηθέντος από μία θέση που έτσι κι αλλιώς έχει περισσότερο έναν επιστημονικό ρόλο κύρους και εποπτείας για τη γενική νόμιμη λειτουργία του οργανισμού και για την -υποτιθέμενη- παραγωγή ιδεών και στρατηγικής κατεύθυνσης της χώρας. Ο Ηλίας Μόσιαλος που βρίσκεται 35 χρόνια στην Μεγάλη Βρετανία δεν θα μπορούσε ποτέ να φανταστεί το τι σημαίνει ότι εδώ είναι ΠΑΣΟΚ, δεν είναι «παίξε γέλασε». Ακολούθησαν 6 επιστολές, μία εξώδικος διαμαρτυρία, δεκάδες τηλέφωνα, πεντάδες διαβεβαιώσεις του τύπου «την επόμενη εβδομάδα διορίζουμε νέο Διοικ. Συμβούλιο» και άλλα πολλά. Την προηγούμενη εβδομάδα, Τετάρτη 20 Αυγούστου 2014 έφτασε στο σπίτι του επιστολή τράπεζας που τον ενημέρωνε ότι ο λογαριασμός του έχει δεσμευθεί ύστερα από εντολή κατάσχεσης του ΙΚΑ για μη καταβολή ασφαλιστικών εισφορών προς τους εργαζόμενους του ΙΣΤΑΜΕ ύψους 170 χιλ. ευρώ. Δηλαδή σε απλά ελληνικά ο κ. Ροβέρτος Σπυρόπουλος, Διοικητής του ΙΚΑ αντί να κάνει δέσμευση στους δικούς του λογαριασμούς ως κύριος εταίρος του ΙΣΤΑΜΕ που ελλείψει Διοικητικού Συμβουλίου είναι και ο αποκλειστικά υπεύθυνος έκανε δέσμευση στους λογαριασμούς του Ηλ. Μόσιαλου. Βεβαίως ο κ. Σπυρόπουλος δήλωσε ότι δεν είχε γνώση για την εντολή κατάσχεσης και δεν υπάρχει κανένας λόγος να μην τον πιστέψουμε. Όμως για δυόμιση ολόκληρα χρόνια οι εταίροι του ΙΣΤΑΜΕ και συνακόλουθα η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ δεν μπόρεσαν να διορίσουν νέο ΔΣ παρότι ανακοίνωσαν ενδιαμέσως δύο άλλους Προέδρους (Κ. Σκανδαλίδης, Χρ. Δερβένης). Έτσι με ακέφαλο το Ίδρυμα και αδιάφορα αδρανείς τους εταίρους υπεύθυνος απέναντι στην εφορία και το ΙΚΑ παραμένει ο προ διετίας παραιτηθείς Πρόεδρος. Πρόκειται για μία εξωφρενική ιστορία που αναδεικνύει συμπληρωματικά μερικά κρίσιμα ζητήματα που μας αφορούν όλους. Καταρχήν το γεγονός ότι συνέβη στον Ηλία Μόσιαλο πρώην υπουργό με ευρύτερη και μάλιστα διεθνή επιστημονική και κοινωνική καταξίωση που έχει επιπλέον σχετικά υψηλή διείσδυση στα ΜΜΕ σπέρνει μία γενικότερη ανασφάλεια στους πολίτες για τις πρακτικές κατασχέσεων του ΙΚΑ και του Δημοσίου κατά «δικαίων και αδίκων» χωρίς σταθερούς και τεκμηριωμένους κανόνες. Ο κάθε πολίτης θα σκεφτεί ότι «αν συμβαίνει αυτός ο παραλογισμός στον Μόσιαλο, τι θα μπορούσε να συμβεί σε μένα». Προσωπικά γνωρίζω τέσσερεις εργαζόμενους στελέχη σε επιχειρήσεις και οργανισμούς οι οποίοι διώκονται αδίκως από το ΙΚΑ την ίδια στιγμή που οι πραγματικοί υπεύθυνοι και οι επιχειρηματίες έχουν «τακτοποιήσει» τις υποθέσεις τους. Βεβαίως υπάρχουν και αρκετοί «ατσίδες» μεγαλοεπιχειρηματίες και οι στενοί συνεργάτες τους που διώκονται δικαίως. Σε μία εποχή όμως γενικευμένης υπερχρέωσης και ληξιπρόθεσμων οφειλών χρειάζονται σαφείς και δίκαιοι κανόνες για όλους με προσεκτική εφαρμογή σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση. Δεύτερον, η περιπέτεια Μόσιαλου με το ΙΣΤΑΜΕ και η με το ζόρι προσκόλληση του σ' αυτό δυόμιση χρόνια μετά την παραίτηση του αναδεικνύει την αδιαφορία και την υποτίμηση που δείχνουν οι ηγεσίες των κατεστημένων κομμάτων –στην περίπτωση μας το ΠΑΣΟΚ- για τα επίσημα κομματικά Ινστιτούτα που θα έπρεπε να λειτουργούν ως «Δεξαμενές Σκέψης» και παραγωγής λύσεων ιδίως σήμερα που η χώρα βρίσκεται ακόμη στο χείλος του γκρεμού. Παρότι χρηματοδοτούνται από τον Προϋπολογισμό του κράτους λειτουργούν συνήθως ως διοργανωτές εκδηλώσεων δημοσίων σχέσεων, προώθησης και τακτοποίησης των εκλεκτών της εκάστοτε ηγεσίας. Ιδέες, λύσεις και προώθηση του Δημοσίου Διαλόγου, σπανίως. Το παράδοξο στην όλη υπόθεση είναι ότι ο Μόσιαλος ήταν ο πρώτος που προσπάθησε να αναδιοργανώσει το ΙΣΤΑΜΕ σε ευρωπαϊκές βάσεις. Εμπνεόμενος από το επιτυχημένο ινστιτούτο IPPR του Εργατικού Κόμματος προχώρησε σε εκδηλώσεις τεκμηρίωσης πολιτικής, σε έρευνες Public Policy Transfer, σε συζητήσεις για την νέα Σοσιαλδημοκρατία κάτι βεβαίως που οι διψασμένοι για πρακτικό κομματισμό πασόκοι τα θεώρησαν περιττή πολυτέλεια και τα έγραψαν στα παλαιότερα των υποδημάτων τους. Άσε που μείωσε 40% τις δαπάνες του ΙΣΤΑΜΕ, κάτι πρωτοφανές για οργανισμό του ΠΑΣΟΚ που συνήθως διαμέσου εύκολου τραπεζικού δανεισμού (βλέπε χρέος 160 εκατ. ευρώ) αύξανε θεαματικά τις δαπάνες του. Δεν είναι επίσης τυχαίο ότι ο Ηλ. Μόσιαλος ήταν ο ένας και μόνος βουλευτής από τους 300 στο Κοινοβούλιο του 2009-2012 που αποποιήθηκε όλα τα βουλευτικά προνόμια (γραφεία, συνεργάτες, δωρεάν πτήσεις, δωρεάν τηλεφωνικά τέλη κ.α.). αντιμετωπίζοντας ολική σχεδόν «συντεχνιακή» απομόνωση από τους συναδέλφους στου στη Βουλή. Όπως ακριβώς επίσης και με την υπόθεση της ΕΡΤ όπου πρότεινε μία ριζική μεταρρύθμιση εν λειτουργία με στόχο την πραγματική αναβάθμιση και ανεξαρτητοποίηση της Δημόσιας Ραδιοτηλεόρασης και στην αρχή αντιμετώπισε την έχθρα του συνόλου σχεδόν των βουλευτών ΠΑΣΟΚ και ΝΔ, οι οποίοι στη συνέχεια υποστήριξαν τη σπασμωδική διάλυση της ΕΡΤ, υποκρινόμενοι ότι υιοθετούν ένα σκέλος των προτάσεων της Επιτροπής Αλιβιζάτου το οποίο πριν λίγες ημέρες σθεναρώς απέρριψαν αποκαλύπτοντας τον πλήρη κυβερνητικό έλεγχο στον διορισμό του Εποπτικού Συμβουλίου. Ο Ηλίας Μόσιαλος με την πρόσφατη περιπέτεια του ΙΣΤΑΜΕ αναδεικνύει ένα άκρως επικίνδυνο φαινόμενο, με βαρύτατες αρνητικές επιπτώσεις για την αναγκαία ανανέωση του πολιτικού δυναμικού της χώρας. Κάθε αξιοπρεπής και έντιμος πολίτης από την Ελλάδα ή τη Διασπορά που θέλει να προσφέρει έστω και προσωρινά στην πολιτική και τον Δημόσιο βίο πρέπει να προσέχει τριπλά στην οποιαδήποτε συμμετοχή του στο σημερινό ζουγκλοειδές κατεστημένο κομματικό σύστημα και αν δεν το κάνει κινδυνεύει να «τιμωρηθεί» πολλαπλά τη στιγμή που οι «εσωτερικοί» του συστήματος παραμένουν αλώβητοι και προστατευόμενοι με ελάχιστες ως τώρα εξαιρέσεις. Το μήνυμα που στέλνει το σημερινό ολιγαρχικό σύστημα της συγκυβέρνησης είναι σαφές: Πας μη πλήρως υποτασσόμενος ΕΚΤΟΣ. Και αυτό είναι τριπλό Κρίμα γιατί αυτό που χρειάζεται περισσότερο από οτιδήποτε άλλο η χώρα είναι η ριζική ανασύνθεση του κομματικού συστήματος και η σύνθεση του έντιμου παλιού με το δημιουργικά νέο έτσι ώστε να υποστηριχθεί σωστά η εφαρμογή μιας πραγματικά νέας πολιτικής Αναγέννησης της χώρας.

Δημοσιεύτηκε στο tvxs στις 26/8/2014