Ανάπτυξη άνω του 4% μπορεί να επιτύχει φέτος η ελληνική οικονομία υπό προϋποθέσεις, ανέφερε ο υποδιοικητής της τράπεζας της Ελλάδος και καθηγητής του Πανεπιστημίου Πειραιά Θεόδωρος Πελαγίδης, σε συνέντευξή του στο πρώτο πρόγραμμα της ΕΡΤ.
Μιλώντας στην εκπομπή «Ασκώ τα δικαιώματά μου» και στον Περικλή Βασιλόπουλο ο κ. Πελαγίδης προσδιόρισε ως απαραίτητες προϋποθέσεις την ακύρωση της εκλογολογίας αλλά και της αβάσιμης κινδυνολογίας για ενδεχόμενο ενεργειακού μπλακ άουτ. Η κινδυνολογία αυτή είναι αβάσιμη, είπε χαρακτηριστικά, αλλά είναι δολιοφθορά στην ανάπτυξη, γιατί μπορεί να φρενάρει τη δαπάνη και ιδίως την καταναλωτική δαπάνη η οποία προς το παρόν, παρά τις αντιξοότητες, συνεχίζει να υποστηρίζει την ελληνική οικονομία.
Είπε, μάλιστα ότι ο ρυθμός μεγέθυνσης του ΑΕΠ μπορεί να αποτελέσει έκπληξη και να είναι μεγαλύτερος εάν ο τουρισμός υπερ-αποδώσει φέτος φτάνοντας στα 20 δισεκατομμύρια ευρώ ετήσιας έσοδα.
Σε ερώτηση για τη σημαντική διαφορά ανάμεσα στο 12% του ελληνικού πληθωρισμού και στο 8% της ευρωζώνης ο υποδιοικητής της τράπεζας της Ελλάδος τόνισε ότι αυτό οφείλεται κυρίως στην αυξημένη εγχώρια δαπάνη, δηλαδή στη ζήτηση που εξακολουθούν να συντηρούν νοικοκυριά, επιχειρήσεις και αλλοδαποί, παρά την κάποια κόπωση που δείχνουν τα στοιχεία.
Τόνισε επίσης ότι οι καταθέσεις που έχουν αυξηθεί πάνω από 40 δις από το 2019, συνεχίζουν ταυτοχρόνως να έχουν θετικό αυξητικό πρόσημο και το 2022 με αποτέλεσμα να βρίσκονται περίπου στα 180 δις.
Τέλος απέκλεισε το να βρεθεί η ελληνική οικονομία σε συνθήκες στασιμοπληθωρισμού καθώς υποστηρίζεται για τα επόμενα χρόνια με ευρωπαϊκά κεφάλαια ενώ τα τουριστικά έσοδα είναι και θα είναι εφεξής ισχυρά και ανερχόμενα.
Για το δημόσιο χρέος τόνισε ότι μπορεί να πέσει και κάτω από 180 τοις 100 του ΑΕΠ φέτος και ότι δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα στη χρηματοδότηση του Δημοσίου, χάρη σε όλα όσα έχουν γίνει τα τελευταία 10 χρόνια, εκφράζοντας τη συμφωνία του με όσα είπε σχετικά ο Κλάους Ρέγκλινγκ.
Ωσόσο, επισήμανε ότι η χρηματοδότηση όμως του ιδιωτικού τομέα θα υποστεί επιπτωσεις λόγω των αναμενόμενων αυξήσεων επιτοκίου της ΕΚΤ και στο σημείο αυτό χρειάζεται προσοχή.
Για το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών ανέφερε ότι χρειάζεται μεγάλη προσοχή για να μη ξεφύγει πάνω από το 6-7% του ΑΕΠ όμως ταυτόχρονα ανέφερε για την κάλυψη του ότι μόνο για το πρώτο τετράμηνο του 2022 οι ξένες άμεσες επενδύσεις ξεπέρασαν τα 3 δις ενώ οι επενδύσεις χαρτοφυλακίου μη κατοίκων ξεπέρασαν για την ίδια περίοδο τα 2.6 δις.
Μπορεί να είναι νωρίς να βγάλουμε τελικά συμπεράσματα αλλά υπάρχουν σημάδια που αναγγέλλουν σημαντικές ιστορικές αποφάσεις στον «Δυτικό Κόσμο». Μετά τον πόλεμο της Ουκρανίας οι καλοπροαίρετες πολιτικές κατευνασμού κατά των αυταρχικών καθεστώτων και η προσήλωση στην ειρήνη με μια αισιόδοξη προσμονή ότι μακροπρόθεσμα αυτή η πολιτική θα αποδώσει δεν αποτελούν πλέον αυτονόητες αρχές.
Σχεδόν σύσσωμος ο Δυτικός Κόσμος τάχθηκε, έμπρακτα πλέον, υπέρ της Ουκρανίας. Το δόγμα ότι μια κατά μέτωπο σύγκρουση με αυταρχικά και αναθεωρητικά καθεστώτα θα είχε μεγάλο οικονομικό κόστος και ότι αυτό δεν θα δικαιολογούσε μια αντιπαράθεση φαίνεται να εγκαταλείπεται. Οι ΗΠΑ, σύσσωμη η ΕΕ αλλά και άλλα κράτη όπως το Ηνωμένο Βασίλειο, ο Καναδάς κ.α. προμηθεύουν με όπλα την Ουκρανία. Οι οικονομικές κυρώσεις κατά της Ρωσίας είναι πρωτόγνωρες. Αλλά το σημαντικότερο είναι ότι αυτά τα μέτρα πάρθηκαν με γνώση ότι θα έχουν αρνητικές οικονομικές συνέπειες και για τον ίδιο τον Δυτικό Κόσμο.
Δηλαδή η Δύση αποφάσισε να αλλάξει πολιτική γνωρίζοντας ότι αυτή η κίνηση κοστίζει. Οι μνήμες του λάθους (της προδοσίας) που έγινε το 1939 στο Μόναχο τρομάζουν πολλούς. Η Γερμανία με μια στροφή εκατόν ογδόντα μοιρών στέλνει όπλα σε μια εμπόλεμη χώρα και αποφασίζει για εξοπλισμούς εκατό δισεκατομμυρίων ευρώ. Με μεγάλο οικονομικό κόστος και ρίσκο αποφασίζεται να μην χρησιμοποιηθεί ο αγωγός Nord Stream 2. Αυτά σηματοδοτούν αλλαγή υποδείγματος.
Βλέπουμε μεγάλα συλλαλητήρια κατά της εισβολής των Ρωσικών δυνάμεων σε πολλές χώρες. Στην ίδια την Ρωσία αναφέροντα χιλιάδες συλλήψεις διαδηλωτών που διαμαρτύρονται για την εισβολή. Είναι χαρακτηριστικό ποιες είναι οι χώρες που υποστήριξαν την Ρωσία με δηλώσεις ή με την σιωπή τους: Λευκορωσία, Αζερμπαϊτζάν, Συρία, Κούβα, Βενεζουέλα, Κίνα, Ιράν, Πακιστάν. Όλες χώρες που δεν φημίζονται για την δημοκρατικότητά τους.
Αυτές είναι οι πολιτικές των κρατών. Αλλά μεγάλες μερίδες των λαών μπορεί να διατηρούν τις προκαταλήψεις τους οι οποίες υπαγορεύουν διαφορετικές αναγνώσεις των γεγονότων. Στην γειτονική Τουρκία, η οποία μας ενδιαφέρει να ξέρουμε τι εισπράττει από τις τελευταίες πολιτικές εξελίξεις, η συνωμοσιολογία κατά της Δύσης είναι αισθητή. Πολλοί βλέπουν «τον προκλητικά επεκτατισμό του ΝΑΤΟ» ή μια παγίδα που έστησαν οι ΗΠΑ στην Ρωσία. Τα στερεότυπα προδικάζουν αυτές τις αναγνώσεις. Η κοινή γνώμη στην Τουρκία, γνωστή για την ξενοφοβία και τον αντιδυτικισμό της, σε μεγάλο βαθμό βλέπει «ιμπεριαλιστικά σχέδια» των ΗΠΑ.
Μια δημοσκόπηση μεταξύ 20 χωρών σχετικά με το πώς κρίνεται η εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ, η Τουρκία κατατάσσεται τέταρτη (με 72%) με αρνητικές κρίσεις μετά από την Ιορδανία (86%), το Πακιστάν (80%) και την Αίγυπτο (79%). (Ακολουθεί η Ελλάδα με 61%) Μια άλλη δημοσκόπηση μεταξύ 38 χωρών σχετικά με την θετική εκτίμηση που εισπράττουν οι ΗΠΑ, η Τουρκία (με 21%) είναι πέμπτη με τις λιγότερες θετικές απόψεις μετά από το Πακιστάν (11%), την Ιορδανία (14%), την Αίγυπτο (16%) και την Παλαιστίνη (16%). (Ακολουθεί η Ελλάδα με 39%).
Έτσι δεν εκπλήσσει ότι η κοινή γνώμη στην Τουρκία διαφοροποιείται από την υπόλοιπη Ευρώπη και δεν βλέπουμε μαζικά συλλαλητήρια κατά της Ρωσίας. Αλλά ειδικά στην Τουρκία οι θέσεις του «κράτους» έχουν βαρύνουσα σημασία. Τι βλέπει και τι εκλαμβάνει η ηγεσία της Τουρκίας;
Η επίσημη Τουρκία προσπαθεί να ισορροπήσει μεταξύ δύο κακών: φοβάται ότι θα δυσαρεστήσει τον έναν από τους δύο συμμάχους της, μπορεί και τους δύο, τη Δύση και την Ρωσία. Ταυτόχρονα βλέπει ότι ο κυνικός κόσμος στον οποίο τόσα είχε επενδύσει αλλάζει. Μπορεί και να μην υπάρχει πλέον. Η «Δύση» θέτει κάποιες κόκκινες γραμμές και δεν υποχωρεί με γνώμονα μόνο το οικονομικό της συμφέρον. Αυτό που η Δύση δεν δέχτηκε αυτήν την φορά ήταν ο «συμβιβασμός» για να μην προκληθούν χειρότερες καταστάσεις.
Με γνώμονα τις τελευταίες εξελίξεις ο Ρ.Τ. Ερντογάν θα πρέπει να προσπαθεί να καταλάβει πώς βλέπουν πλέον οι Δυτικοί την Τουρκία η οποία κάποτε απειλεί, άλλοτε κάνει επίδειξη ισχύος ή προβάλλει εδαφικές διεκδικήσεις ή δεν ακολουθεί την κλασσική διπλωματική γλώσσα. Θέλει να δει την εικόνα της στα νέα μάτια του Άλλου. Θα πρέπει να ανησυχεί ότι βλέπουν συμπεριφορές "à la Poutin" και σ'αυτόν. Δεν είναι πλέον το ίδιο το έδαφος κάτω από τα πόδια του. Θα σκεφτεί δύο φορές όταν θα σκανδαλιστεί να μιμηθεί τον Πούτιν.
Η εισβολή έφερε στην επιφάνεια νέες αξίες πέρα από την «ρεάλ πολιτίκ». Και αυτό εν μέρει είναι απόρροια των εικόνων του πολέμου στην τηλεόραση. Δεν μπορεί να μην συγκινούν τα μωρά και τα γατιά στις αγκαλιές των μανάδων και των παιδιών. Οι ανταποκριτές των TV ακύρωσαν τον κυνισμό.
Βλέπουμε και για πρώτη φορά ότι Τούρκοι αναλυτές χαρακτηρίζουν με τέτοια σαφήνεια την εισβολή της Τουρκίας στην Συρία και στην Κύπρο ως πράξεις όμοιες με αυτό που κάνει σήμερα ο Πούτιν. O Τζενγκήζ Ακτάρ χαρακτηρίζει την τουρκική στρατιωτική επιχείρηση στην Συρία «μια άδικη και ακριβώς όμοια με αυτήν της Ρωσίας στην Ουκρανία». Και προσθέτει: «Μπορεί πλέον το καθεστώς της Άγκυρας και ο ηγέτης του να μην ευνοηθούν και να μην αντιμετωπιστούν με κατανόηση. Μπορεί [η Δύση] να υποχρεωθεί να τον θυσιάσει.»
Ο Χασάν Καχβετζίογλου γράφει σχετικά με την Κύπρο: «Εισβάλλεις με το έτσι θέλω, καθορίζεις τα νέα σύνορα και φτιάχνεις ένα κράτος με το πρόσχημα μιας δήθεν γενοκτονίας. Ο Πούτιν τα ακύρωσε όλα αυτά. Αυτά πλέον δεν έχουν πέραση.»
Αυτά είναι σημάδια που δείχνουν ότι τα γεγονότα της Ουκρανίας ταρακούνησαν λιμνάζοντα βρόμικα νερά και ότι κάτι μπορεί να αλλάζει. Ανεξάρτητα από την έκβαση αυτής της εισβολής στην Ουκρανία το υπόδειγμα του κατευνασμού, της υπομονής, της δήθεν κατανόησης, του οικονομικού κόστους και της φοβίας της σύγκρουσης αντικαθίσταται με δηλωμένες αλλά ξεχασμένες και παραγόμενες αξίες: Αυτές των Ηνωμένων Εθνών, γνωστά πράγματα, ο σεβασμός της κυριαρχίας των εθνικών κρατών και των συνόρων.
Μπορεί με τα γεγονότα της Ουκρανίας να γεννιέται ένας πιο θαρραλέος κόσμος. Ας ελπίζουμε ότι δεν θα επικρατήσει ξανά το πνεύμα του Μονάχου 1939.
*Δημοσιεύτηκε στα "Νέα" την 1/3/2022.
Πώς θα είναι άραγε η Ελλάδα το 2030, όταν εορτασθούν τα 200 χρόνια από την αναγνώριση ανεξάρτητου κράτους; Θα έχουμε περάσει στη μετά-τη-μεταπολίτευση εποχή ή θα έχουμε ακόμη μείνει δέσμιοι στο κλέος αυτής της λαμπρής επιτυχίας του ελληνικού έθνους, της επί 46 ήδη χρόνια θεσμικής ομαλότητας, με τον ίδιο τρόπο που μας χαρίζει αυταρέσκεια η απρόσμενη επιτυχία της ελληνικής επανάστασης του 1821 και η παγκόσμιας εμβέλειας λάμψη της ελλαδικής αρχαιότητας;
Πράγματι, η πρωτόγνωρη ακώλυτη λειτουργία των δημοκρατικών θεσμών είναι η μεγάλη κατάκτηση της μεταπολίτευσης. Η επί επτά χρόνια σε «γύψο» ελληνική πολιτική κοινωνία, με τη μακρά εμπειρία εμφύλιων διχασμών και βασιλικών υπερβάσεων εξουσίας, ωρίμασε απότομα διασφαλίζοντας τις προϋποθέσεις μίας σύγχρονης κοινοβουλευτικής δημοκρατίας.
Η καταστατική πράξη της μεταπολίτευσης δεν είναι ίσως η ψήφιση του νέου Συντάγματος αλλά δύο θεσμικές επαναστάσεις: Πρώτον, η νομιμοποίηση του ΚΚΕ και η ελεύθερη πλέον λειτουργία όλων των πολιτικών κομμάτων με το ν.δ. 59/1974 και, δεύτερον, το συντακτικό δημοψήφισμα της 8ης Δεκεμβρίου 1974, υπέρ της προεδρευόμενης δημοκρατίας. Οι δύο απόλυτα θετικές αυτές εξελίξεις δεν στερούνταν αρνητικών αντηχήσεων. Η ελεύθερη λειτουργία κατέληξε εν πολλοίς σε κομματοκρατία, με επεκτατική κατάληψη από τα κόμματα και άλλων σφαιρών της δημόσιας (ακόμη ενίοτε και ιδιωτικής) ζωής που δεν τους ανήκαν. Και η απομείωση και των τελευταίων εξουσιών του Προέδρου της Δημοκρατίας στην αφαίρεση, στο πλαίσιο ενός δικομματισμού, κάθε αντιβάρου απέναντι σε έναν ολοένα και περισσότερο ενισχυόμενο Πρωθυπουργό.
Η υποχώρηση της μαζικότητας των κομμάτων, κατά το δεύτερο μισό της μεταπολίτευσης, που σηματοδοτείται από την τελευταία πρωθυπουργική θητεία του Ανδρέα Παπανδρέου, ακολούθησε, ίσως όχι τυχαία, την επανάσταση του ΑΣΕΠ, αφήνοντας πίσω της ένα πολιτικό τοπίο με λιγότερη συμμετοχή και λιγότερα πάθη. Ήταν όμως η εύτακτη χρεωκοπία του 2009-10. που μας εισήγαγε στο επίμετρο της μεταπολίτευσης, με τα πολιτικά πάθη να ξαναφουντώνουν και τον πολιτικό διχασμό να αναζωπυρώνεται. Η μακρά διαπάλη μεταξύ παράδοσης και νεωτερικότητας, εμφανής ήδη στην Επανάσταση για την ανεξαρτησία της Ελλάδας στις αρχές του 19ου αιώνα, άσβεστη διαρκώς, και διαρρηγνύουσα τις κομματικές γραμμές, πήρε και πάλι απτά χαρακτηριστικά: οι «πατριώτες» εναντίον των «γερμανοτσολιάδων», οι δυτικότροποι, φιλοευρωπαίοι εναντίον της «καθ' ημάς Ανατολής». Η σύγκρουση του «αντιστασιακού» ΟΧΙ με το «μένουμε-ευρωπαϊκό» ΝΑΙ στο δημοψήφισμα του Ιουλίου 2015 ήταν η κορωνίδα αυτού του πανταχού παρόντος κοινωνικο-πολιτικού ρήγματος.
Μια (άνω;) τελεία μπαίνει σε αυτούς τους επανερχόμενους μικρότερους ή μεγαλύτερους εμφυλίους με την υπογραφή του τρίτου μνημονίου στις 13 Ιουλίου του 2015. Με την έμπρακτη αναγνώριση ότι η δημοσιονομική προσαρμογή της χώρας, με ορόσημα την κατάθεση του προϋπολογισμού του 2010 και την υπογραφή του πρώτου και του δεύτερου μνημονίου, ήταν πράγματι εν τέλει μονόδρομος, όσο και αν αμφισβητήθηκε και λοιδορήθηκε τόσο από τη δεξιά, αρχικά, όσο και από την αριστερή παράταξη. Η διάρρηξη των διαχωριστικών γραμμών, εμφανής στις συμμαχικές κυβερνήσεις από το 2011, καθρεφτίστηκε στην υπογραφή της συμφωνίας των Πρεσπών και επιστεγάστηκε στις εκλογές του 2019, όταν, για πρώτη φορά μετά το 1974, η ΝΔ, το κόμμα της παραδοσιακής δεξιάς, έγινε ο κύριος πόλος έκφρασης ιδεών εκσυγχρονισμού, κινητοποιώντας αλλότριες πολιτικές δυνάμεις.
Χωρίς να εκλείψουν, βέβαια, οι πολιτικές διαμάχες και η σύγκρουση μεταξύ παράδοσης και νεωτερικότητας, ενόψει και των τεχνολογικών εξελίξεων, με τις αφίσες, τις ντουντούκες και τις μεγάλες πολιτικές συγκεντρώσεις να έχουν προ πολλού μπει στο χρονοντούλαπο της ιστορίας, η ενοποιητική λειτουργία των κομμάτων εξέλειψε εντελώς, η πολιτική σφαίρα κατέστη διαδικτυακή, η πολιτική κοινωνία πολυδιασπασμένη, όπως, εξάλλου, και πέραν των εθνικών συνόρων.
Αν η νομιμοποίηση του ΚΚΕ από την εκτελεστική εξουσία είναι η συμβολική στιγμή για μετάβαση στο μεταπολιτευτικό πολιτικό γίγνεσθαι, ίσως η καταδίκη της ηγεσίας της Χρυσής Αυγής ως μελών εγκληματικής οργάνωσης από τη δικαστική εξουσία, τον Οκτώβριο του 2020, να συμβολίζει την ωρίμανσή του, την άρση κάποιων ταμπού, όπως η συζήτηση για απαγόρευση πολιτικού κόμματος, ως εργαλείου υπεράσπισης της δημοκρατίας.
Η αλλαγή μοντέλου αντιμετώπισης κομματικών υπερβάσεων αφορά, εξάλλου, και τα, διαφορετικής έντασης και ποιότητας, βεβαίως, φαινόμενα άσκησης βίας, για παράδειγμα, στα πανεπιστήμια, διαρρηγνύοντας ένα άλλα ταμπού της μεταπολίτευσης, το πανεπιστημιακό άσυλο.
Αν όμως κάτι αναντικατάστατο ακόμη μας κληροδότησε η μεταπολίτευση, εκτός από τη θεσμική ομαλότητα, είναι η ένταξη στην Ευρώπη, η παραμονή στην Ένωση, και δη στον πυρήνα της, την ΟΝΕ. Είναι αυτή που εξασφαλίζει τα ελλείποντα αντίβαρα στον πρωθυπουργοκεντρισμό, στην ελλειμματική υλοποίηση της αρχής κράτους δικαίου και της προστασίας των ατομικών δικαιωμάτων, στις άφρονες οικονομικές πολιτικές του παρελθόντος. Και αν κάτι αξίζει για το μέλλον είναι η προσπάθεια να μείνουμε στον πυρήνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, (ότ)αν αρχίσει η διαδικασία της μετάλλαξής της σε μια ένωση ομόκεντρων κύκλων.
*Δημοσιεύτηκε στα "Νέα" στις 22/5/2021.
Είναι πολύ δύσκολο να μιλάς για τη μειονότητα στη Θράκη σε μια συγκυρία έντασης στις σχέσεις Ελλάδας και Τουρκίας. Είναι επίσης πολύ δύσκολη η συνθήκη της ίδιας της μειονότητας διότι «όταν παλεύουν τα βουβάλια, την πληρώνουν τα βατράχια». Η ζωή των εδαφικών μειονοτήτων δεν είναι ποτέ εύκολη. Το ίδιο ισχύει και για τη μειονότητα της Θράκης, προϊόν προπατορικού αμαρτήματος της βάρβαρης εθνικής μηχανικής της ανταλλαγής/και μη ανταλλαγής των πληθυσμών τον 20ο αιώνα. Υπερπροσδιορίζεται έτσι η μειονότητα από την ιστορία και τη γεωγραφία, και βρίσκεται παγίως στριμωγμένη ανάμεσα σε εθνικιστικές επιδιώξεις της χώρας της οποίας είναι πολίτες και του συγγενικού κράτους με το οποίο οπωσδήποτε έχουν δεσμούς. Κυρίαρχη είναι η πολιτική διάσταση εκατέρωθεν των συνόρων, αδιαφορώντας για την καθημερινή ζωή των ανθρώπων που παλεύουν για ισότιμες σχέσεις στην ελληνική κοινωνία, παραγνωρίζοντας την τεράστια εξέλιξη που έχει επιτευχθεί μέσα στο χρόνο, και παραμένοντας προσκολλημένη σε παρωχημένα κλισέ και στερεότυπα.
Η πορεία της μειονότητας στα σχεδόν 100 χρόνια της θεσμικής ζωής της σημαδεύτηκε από πολλές δύσκολες στιγμές, όπως εξάλλου και η πορεία της ελληνικής μειονότητας στην Πόλη, η οποία μέσα από βάρβαρα μέτρα συρρικνώθηκε μέχρι εξαφάνισης. Το μέτρημα των πληγών και η ισοσκέλιση του πόνου δεν οδηγούν πουθενά. Απλώς ανακυκλώνουν τα δίκαια και τα άδικα του παρελθόντος. Σημασία έχει να σταθεί κανείς στα σημερινά διακυβεύματα. Καθώς η μοίρα της μιας ομάδας είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με της άλλης, η επικέντρωση στα προβλήματα του παρόντος θα προάγει την ευζωΐα ολόκληρου του πληθυσμού της Θράκης, θα αποκαταστήσει αδικίες, και θα συμβάλει στην εμβάθυνση της δημοκρατίας.
Αυτή η αναγκαία διαδικασία παρεμποδίζεται από εθνικιστικές δυνάμεις που ανήκουν και στις δύο πλευρές και αλληλοτροφοδοτούνται. Εκπέμπουν δύο παράλληλες και μονομερείς ερμηνείες του συνόλου των προβλημάτων, παλιών και σύγχρονων, με μορφή μονολόγων που κατέχουν την αλήθεια και έτσι αποδίδουν όλα τα αυτονόητα δίκαια στη δική τους πλευρά και όλα τα αρνητικά στους άλλους. Όσο παραμένουν οι κοινωνικές ομάδες οχυρωμένες η κάθε μια στη δική της αλήθεια, ανακυκλώνουν ένα είδος σιωπής. Διότι στη Θράκη η σύγκρουση είναι σιωπηλή. Αυτές όμως οι μονομερείς αλήθειες, τυφλές και κουφές, σίγουρα δεν πείθουν το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού που επιθυμεί ηρεμία, προκοπή και κοινωνική άνοδο.
Η παράμετρος που κάνει τη συνθήκη στη Θράκη ακόμη πιο πολύπλοκη είναι η ανομοιογενής εθνοτική σύνθεση του μειονοτικού πληθυσμού και η εργαλειακή χρήση αυτής της ανομοιογένειας. Η μεν Τουρκία, όσο και θεσμικοί παράγοντες της μειονότητας αρνούνται την πολλαπλότητα υποστηρίζοντας την ανύπαρκτη εθνοτική ομοιογένεια του μειονοτικού πληθυσμού, ενώ η ελληνική πολιτεία επιδίδεται σε έναν ασφυκτικό εναγκαλισμό των Πομάκων και των Ρομά, αρνούμενη την τουρκική ταυτότητα μεγάλου μέρους της μειονότητας. Έτσι φτιάχνονται στο εσωτερικό της μειονότητας ταξινομήσεις, ιεραρχήσεις και καταπίεση πανταχόθεν. Όλες οι παραπάνω διαστρεβλώσεις που καταργούν την κοινή λογική, δεν τίθενται ποτέ σε δημόσιο διάλογο και οι απολιθωμένες θέσεις δεν γίνονται αντικείμενο αντιπαράθεσης ιδεών.
Ωστόσο, στα πάνω από είκοσι χρόνια που έχω άμεση γνώση της περιοχής, έχω δει να συντελούνται τεράστιες αλλαγές που ακολουθούν μια δυναμική των πολιτών/μελών της μειονότητας. Έχω δει να βελτιώνονται εντυπωσιακά οι δείκτες της εκπαίδευσης: η διαρροή από το υποχρεωτικό σχολείο να μειώνεται κατά 300%, η πρόσβαση στο νηπιαγωγείο να αυξάνεται πάνω από 750%, στο λύκειο πάνω από 450%, και η φοίτηση των κοριτσιών να πλησιάζει τον εθνικό μέσο όρο. Έχω δει η εισαγωγή στα ιδρύματα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, μετά τη θέσπιση της ευνοϊκής ρύθμισης το 1997, να αυξάνεται κατά 600%. Νέοι και νέες της μειονότητας φοιτούν σε πανεπιστήμια όλης της χώρας, κάποιοι προχωρούν σε μεταπτυχιακές σπουδές και προσπαθούν να υπερβούν τις κοινωνικές ανισότητες που αντιμετωπίζουν, κατακτώντας μια ισότιμη σχέση στην εκπαίδευση. Έχω δει ο Σύλλογος Επιστημόνων Μειονότητας της Δυτικής Θράκης εκεί που μετρούσε μερικές δεκάδες μέλη, τώρα να στεγάζει πλήθος νέων επιστημόνων. Έχω δει τις κλειστές κοινότητες των απομονωμένων μειονοτικών χωριών να ανοίγουν, τον συμπαγή χαρακτήρα της ξεχωριστής διαβίωσης να αμβλύνεται, τους νέους και νέες της μειονότητας να μετακινούνται εκτός Θράκης υιοθετώντας χειραφετικές τακτικές, να μεταναστεύουν σε ευρωπαϊκές χώρες αναζητώντας δουλειά και να επιστρέφουν φέρνοντας πίσω νέες συνήθειες. Έχω δει να αυξάνονται τα μέλη της μειονότητας που γυρνάνε την πλάτη στην αναχρονιστική Σαρία επιλέγοντας τον αστικό κώδικα για να λύσουν τις οικογενειακές τους διαφορές. Έχω δει φωτισμένους πολιτικούς (η αλήθεια είναι λίγους) από τη μειονότητα και την πλειονότητα να πηγαίνουν αντίθετα στο ρεύμα.
Είναι αυτές οι πρακτικές αρκετές ώστε να εφησυχάσουμε ότι τα δικαιώματα αυτής της ομάδας Ελλήνων πολιτών διασφαλίζονται, ότι προωθείται με τρόπο υπεύθυνο η συμπερίληψη, ότι η μειονότητα έχει την ελευθερία να κατασκευάζει ταυτότητες όπου συντίθεται το διπλό ή και πολλαπλό ανήκειν, και ότι οι δημοκρατικές αρχές κυριαρχούν; Η απάντηση δεν μπορεί να είναι καταφατική όσο οι ομάδες που απαρτίζουν την θρακική κοινωνία δεν αναγνωρίζουν το δικό της η καθεμιά μερίδιο ευθύνης, όσο η διαβούλευση για τα θέματα που αφορούν τη μειονότητα δεν την περιλαμβάνει ισότιμα, όσο οι αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για παραβίαση της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου μένουν ανεκτέλεστες, είτε όταν εδώ και 24 χρόνια δεν έχει κυρωθεί η Σύμβαση-Πλαίσιο για την προστασία των εθνικών μειονοτήτων.
*Δημοσιεύτηκε στα "Νέα" στις 5/6/2021.
Μόνο η πολυπλοκότητα μπορεί να δαμάσει την πολυπλοκότητα (W. Ross Ashby).
Η επιχειρηματική λειτουργία είναι στενά συνυφασμένη με τη διαχείριση του ρίσκου, ο δε επιχειρηματικός σχεδιασμός είναι από τη φύση του μια πολυσύνθετη και επίπονη διαδικασία, που επηρεάζεται αποφασιστικά από την παράμετρο αβεβαιότητα. Σύμφωνα με αναλυτές του ΔΝΤ o Παγκόσμιος Δείκτης Αβεβαιότητας (World Uncertainty Index) σήμερα βρίσκεται 50% πάνω από τα ιστορικά υψηλά της περιόδου 1996-2010.
Η ανατροπή που επέφερε η κρίση της πανδημίας ανέδειξε, μεταξύ των άλλων, την ανθεκτικότητα εκείνων των οργανισμών που διαχειρίζονται γρήγορα και αποτελεσματικά δεδομένα και διαδικασίες, λαμβάνουν εγκαίρως αποφάσεις και προσαρμόζονται ταχύτατα στο νέο περιβάλλον. Σε έναν ανοικτό, διασυνδεδεμένο κόσμο με πολλαπλές εισροές και εκροές δεδομένων, η επιχειρηματική ευφυία που συνδέεται με την ευφυή διαχείριση των δεδομένων, καθίσταται πλέον βασική προϋπόθεση για επιβίωση και ανάπτυξη. Έχει λεχθεί και σωστά ότι τα δεδομένα είναι το πετρέλαιο του 21ου αιώνα. Με βάση πρόσφατες μελέτες, οι άνθρωποι παράγουν παγκοσμίως 2.5 quintillion bytes (2,5 πεντάκις εκατομμύρια) δεδομένων την ημέρα. Σύμφωνα με την πρόσφατη μελέτη του Ψηφιακού Παρατηρητήριου του ΣΕΒ, οι επιχειρήσεις που αναπτύσσουν μεθοδολογίες και εργαλεία για την ανάλυση των δεδομένων τους αλλά και την αξιοποίηση των Big Data αποκτούν σημαντική ικανότητα καλύτερης κατανόησης της λειτουργίας τους καθώς και τη δυνατότητα εξαγωγής χρήσιμων συμπερασμάτων και προβλέψεων.
Τα σύγχρονα εργαλεία τεχνητής νοημοσύνης απογειώνουν την αξία των δεδομένων
Γενικά, η ανάλυση δεδομένων (analytics) με σκοπό την καλύτερη παροχή πληροφορίας και την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας δεν είναι καινούργιες έννοιες. Αντιθέτως εξελίσσονται ολοένα, με τις τεχνολογίες ανάλυσης δεδομένων να είναι σε υψηλή ζήτηση και τους οργανισμούς να διερευνούν συνεχώς νέες δυνατότητες. Η αλλαγή παραδείγματος σήμερα προκαλείται από την χρήση των σύγχρονων εργαλείων τεχνητής νοημοσύνης, τα οποία έχουν την ικανότητα να επεξεργάζονται τεράστιες ποσότητες δεδομένων και να δημιουργούν έτσι υπεραξία για τις επιχειρήσεις και τους οργανισμούς που προσεγγίζουν τον τομέα με στρατηγική και ανοικτό ορίζοντα. Οι οργανισμοί με ισχυρή κουλτούρα πληροφόρησης και λήψης αποφάσεων βασισμένες σε αυτήν, έχουν διπλάσια πιθανότητα να υπερβούν σημαντικά τους επιχειρηματικούς τους στόχους. Σύμφωνα με έρευνα της Deloitte, από το 39% των εταιρειών που δηλώνουν ότι διαθέτουν ισχυρή κουλτούρα analytics, το 48% ξεπέρασε σημαντικά τους επιχειρηματικούς στόχους τους τελευταίους 12 μήνες, γεγονός που τις καθιστά δυο φορές πιο πιθανό να το επιτύχουν σε σχέση με το 61% των εταιρειών που υστερεί σε κουλτούρα analytics.
Κλειδί ο μετασχηματισμός προς έναν Insight-Driven Organization
Πλέον, δημιουργείται μια νέα τύπου επιχειρηματική οργάνωση, όπου η λειτουργία της βασίζεται όλο και περισσότερο στην έξυπνη διαχείριση των δεδομένων/πληροφοριών, δομημένων και μη δομημένων. Η επιχείρηση αυτή είναι ένας οργανισμός που μετασχηματίζεται όχι απλά σε μια ψηφιοποιημένη οργάνωση (Data Driven) αλλά σε μια Insight-Driven Organization. Κλειδί για το μετασχηματισμό αυτό είναι η αξιοποίηση των σύγχρονων εργαλείων τεχνητής νοημοσύνης που ανοίγουν κυριολεκτικά νέους δρόμους στην ανταγωνιστικότητα. Η αλλαγή της διοικητικής κουλτούρας είναι το πρώτο βήμα για τη μετάβαση σε ένα επιχειρηματικό μοντέλο βασισμένο σε δεδομένα. Αυτή με τη σειρά της μετασχηματίζει τις διαδικασίες λειτουργίας ώστε να αξιοποιούν σε καθημερινή βάση ψηφιακά εργαλεία συλλογής και ανάλυσης δεδομένων. Το Παρατηρητήριο Ψηφιακού Μετασχηματισμού του ΣΕΒ, με τη συνεργασία της Deloitte, προτείνει μάλιστα έναν οδικό χάρτη για την επιτάχυνση της ψηφιακής μετάβασης και την επιτυχημένη αξιοποίηση των εργαλείων αυτών από κάθε επιχείρηση, που θέλει να κτίσει ένα ισχυρό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στη νέα ψηφιακή εποχή.