Παρασκευή, 26 Απρίλιος 2024

Συμφωνία για την ίδρυση ερευνητικού κέντρου, για την έρευνα του συστήματος υγείας της Κίνας.

Παρουσία των υπουργών Υγείας της Μεγάλης Βρετανίας και της Κίνας υπογράφουμε εδώ τη συμφωνία για την ίδρυση ερευνητικού κέντρου, για την έρευνα του συστήματος υγείας της Κίνας. Το κέντρο θα έχει παραρτήματα στο Λονδίνο και στο Πεκίνο και θα αποτελεί μια συνεργασία του LSE και των Tsinghua (το καλύτερο κινέζικο πανεπιστήμιο) και Peking Union Medical College που είναι η ιατρική σχολή του Tsinghua. To PUMC φιλοξενεί την China Biobank, που είναι η μεγαλύτερη του κόσμου με δείγματα από 5 εκατομμύρια Κινέζους –η αντίστοιχη βρετανική έχει μόλις 500.000 δείγματα. Από τη συνεργασία των δύο πλευρών θα εγκαινιαστεί εντός του 2017 η μεγαλύτερη προοπτική μελέτη στον κόσμο με συμμετοχή 4 εκατομμυρίων Κινέζων και σύνδεση των αποτελεσμάτων της με τα δεδομένα της Biobank. Θα είναι με διαφορά η μεγαλύτερη μελέτη στον κόσμο ως τώρα. Η συνεργασία θα εστιάσει σε αρκετές νόσους, αλλά με ιδιαίτερη έμφαση στα καρδιαγγειακά, τον καρκίνο, τον διαβήτη, την νεφρική ανεπάρκεια και την ψυχική υγεία. Το ερευνητικό κέντρο θα στηριχθεί τόσο από την Κίνα όσο και από τη Βρετανία. Το κέντρο θα συμβουλεύει την κινεζική κυβέρνηση σε θέματα προγραμματισμού, έρευνας και ανάπτυξης στον τομέα της υγείας.moss

Συμφωνία για την ίδρυση ερευνητικού κέντρου, για την έρευνα του συστήματος υγείας της Κίνας.

moss

Είμαστε η πληγή και το μαχαίρι

Η Αθήνα το βράδυ της 17ης Νοεμβρίου 2016 ήταν έρημη πόλη. Το ιστορικό κέντρο δίχως ίχνος ζωής, με έναν κόσμο φοβισμένο, ταπεινωμένο, έτοιμο να αναγνωρίσει στους 50-100 μόνιμους «γνωστούς άγνωστους» τους προαιώνιους εχθρούς.

Τα μπαχαλάκια έπαιζαν on camera την εθιμοτυπική δραματουργία τους και οι συνήθεις τηλε-εισαγγελείς -στα δελτία ειδήσεων- απαιτούσαν από τους πρυτάνεις άδεια για είσοδο της αστυνομίας στο κέλυφος, στο μνημειακό-συμβολικό Πολυτεχνείο.

Η ρηχότητα ανάλυσης και -τόσα χρόνια μετά- η αδυναμία διαχείρισης της μνήμης και του εξεγερσιακού των νέων παιζόταν μπροστά στα μάτια μας.

«Δεν ξεύρω εάν ανελύσατε το φαινόμενον. Δεν ξεύρω εάν ανεζητήσατε την αιτίαν. Εν πάση περιπτώσει, από οπουδήποτε και εάν εξετάσωμεν τo θέμα, θα αχθώμεν εις το ίδιον συμπέρασμα: Την αιχμήν του δόρατος της αναρχίας σήμερον διά τους αναρχικούς, ως εξεγειρομένης ομάδος της κοινωνίας, την αποτελούν οι επιστήμονες, οι φοιτηταί, με συνεπίκουρους τους εργάτες».

Ο δικτάτορας Γ. Παπαδόπουλος στο «Πιστεύω μας» τα είχε πει όλα σε μία αράδα. Εδειχνε ως εχθρούς της Ελλάδας τους νέους και τα αμφιθέατρα -ούτε καν τις μαρξιστικές, προυντονικές ή, έστω, τις γραφές του Μπακούνιν. Αυτός ο κάματος κατανόησης των εξεγερσιακών-συγκρουσιακών νεολαιίστικων ταυτοτήτων ενσωματώθηκε αυτούσιος, με την ανάδυση του «αναρχικού» των Εξαρχείων, στη μεταπολιτευτική ερμηνευτική που έσπευδε να στιγματίζει ακριβώς ό,τι δεν έλεγχε.

Αυτό που συμβαίνει στην Αθήνα –ένα υπόβαθρο ταξικής, διαγενεακής αδικίας και αποκλεισμού πάνω σε οικονομικά και κοινωνικά συντρίμμια, με ένα συγκρουσιακό νεολαιίστικο υποκείμενο, το οποίο η παρασιτική και αντικομμουνιστική αστική συντήρηση ουδέποτε αναγνώρισε– είναι μια μικρογραφία αυτού που συμβαίνει ιστορικά στον κόσμο.

Οι σύνοδοι του G8, του G20, του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, των πλούσιων και ισχυρών του πλανήτη γίνονται σε βουνά, σε απίθανους περίκλειστους εξωτικούς προορισμούς, γιατί δεν θέλουν να έχουν απέναντι καμία αντίδραση, την παραμικρή διατύπωση εναλλακτικής. Οι νέοι, οι αμφισβητίες, ναι και οι φτωχοδιάβολοι, οι σκεπτόμενοι ασύνταχτοι και οι σαλοί, οι κάθε λογής «αντι-», πάντα ενοχλούσαν∙ ενοχλούσαν τα στέκια, οι εστίες, τα άβαταρ του γονιμοποιού Λόγου.

Από την εποχή του 1830 και του 1848, η ενάντια φωνή των εξαθλιωμένων, των ζητιάνων ήταν ενοχλητική, όσο ενοχλητικό ήταν το λατρεμένο προλεταριάτο∙ η φτώχεια ήταν ντροπή για την αστική κοινωνία, οι αμόρφωτοι, η «κόκκινη απειλή»... οι καταληψίες της Βαστίλης.

Ο Ναπολέων Γ', ο Λουδοβίκος Ναπολέων Βοναπάρτης της «18ης Μπρυμαίρ» του Μαρξ, για να αποφύγει τα οδοφράγματα του 1830 και του 1848 που στήνονταν στις δαιδαλώδεις φτωχογειτονιές του Παρισιού, ανέθεσε στον George-Eugène Haussmann (έμεινε γνωστός στην πολεοδομία ως βαρόνος Οσμάν) την ανάπλασή του.

Αμέσως, στο όνομα της προόδου, εξαφανίστηκε η Βαστίλη, εξαφανίστηκαν οι φτωχογειτονιές, σβήστηκαν όλα τα ριζώματα της πόλης. Ο Haussmann έκανε το Παρίσι μια υπέροχη πόλη με φαρδιές λεωφόρους και βουλεβάρτα, με τους φτωχούς και τους εξεγερμένους να είναι αόρατοι... και πέτυχε απόλυτα.

Στην Αθήνα, εφόσον οι νέοι αποτελούσαν εκ των προτέρων κινδύνους κοινωνικής ανάφλεξης και στο μέτρο που τα πανεπιστημιακά κτίρια αποτελούσαν τις εστίες του κακού, τρόπον τινά, έπρεπε να εξαφανιστούν.

Την αποριζοσπαστικοποίηση του φοιτητικού κινήματος την ανέλαβαν οι πολιτικές-κομματικές οργανώσεις και την αποκέντρωση-εκκένωση των μνημειακών κτιρίων του Πολυτεχνείου, του Χημικού, της Νομικής ανέλαβαν οι κυβερνώσες ελίτ, οι οποίες αναδείχτηκαν πρώτες στις δαπάνες και τελευταίες στον σχεδιασμό και στη διαχείριση του δημόσιου χώρου και της μνήμης, καταλείποντας κελύφη –όπως το πέτυχαν με τα Ολυμπιακά ακίνητα.

Και ξανά στα Εξάρχεια. Ο κ. Μητσοτάκης θέλει να τα καθαρίσει. Από τι ακριβώς; Από τις συμμορίες και τις μαφίες του λαθρεμπορίου, των ναρκωτικών, του trafficking στα στενά γύρω από το Πολυτεχνείο; Μήπως να τα καθαρίσει από το εξεγερσιακό;

Τους καλλιτέχνες, τους δημοσιογράφους, τους συγγραφείς, τους διανοούμενους, τους ποιητές, τους εκδότες, τους νέους, τα βιβλιοπωλεία και τα εναλλακτικά στέκια της νεολαίας, από τα ορφανά του Μαρκούζε και τους λαθραναγνώστες του Γκι Ντεμπόρ; Εννοεί το δεύτερο και, όπως όλοι -μέσα και η παρούσα κυβέρνηση-, εγκαταλείπει την περιοχή στη διαβρωτική δράση των πρώτων, για να τα κατηγορήσει έπειτα ως μήτρα «εγκληματικότητας» μαζί με το Πολυτεχνείο.

Είμαι ο τελευταίος που συμφωνώ με τις καταστροφές του δημοσίου χώρου, του μνημείου και των λεωφορείων. Θλίβομαι με ακέφαλη τη Λέλα Καραγιάννη στην Τοσίτσα και την μπίχλα των Εξαρχείων. Αλλά θα είμαι και ο τελευταίος που θα πει ότι οι νέοι, αυτοί οι θερμοκέφαλοι, αποτελούν εθνικό κίνδυνο. Απεναντίας. Χώρα που σέβεται τον εαυτό της, σήμερα, θα έπρεπε να προστατεύει τα «Εξάρχειά» της∙ όχι να τα αφήνει έρμαιο -επίτηδες- των συμμοριών.

Πράγματι, ιστορικοί του 20ού αιώνα, όπως ο Λιούις Μάμφορντ στο «The City in History: Its Origins, Its Transformations, It's Prospects» (1961), υποστήριξαν ότι ο πραγματικός σκοπός των λεωφόρων του βαρόνου Οσμάν ήταν να καταστεί ευκολότερο για τον στρατό να συντρίψει την Κομμούνα του Παρισιού το 1871.

Ομως, η μαρτυρία ανήκει στον αντιρρησία Σαρλ Μποντλέρ: «... Το παλιό Παρίσι δεν υπάρχει πια... Το Παρίσι άλλαξε... Αλλοτε εδώ απλωνόταν ένα θηριοτροφείο... Παλιά προάστια, όλα μια αλληγορία, κι οι μνήμες μου, πιο βαριές κι από τις πέτρες...». Με τα λόγια του Μποντλέρ, «Είμαστε η πληγή και το μαχαίρι...». Ούτε ανθοί, ούτε ανθόκηποι και τέτοια στα Εξάρχεια...

Δημοσιεύτηκε στην "Εφημερίδα των Συντακτών" στις 25/11/2016.

Ανάγκη προστασίας της πρώτης κατοικίας για όλους

Στο πλέον φλέγον ζήτημα της ελληνικής κοινωνίας αναμένεται να αναδειχθεί το ζήτημα των πλειστηριασμών το επόμενο χρονικό διάστημα. Είναι, δε, πασιφανές ότι αν δεν μπει άμεσα νομοθετικός φραγμός στους πλειστηριασμούς και δη τους πλειστηριασμούς πρώτης κατοικίας, θα ζήσουμε όλοι μας μία πρωτοφανή κοινωνική εξέγερση.

Παρά την ύπαρξη ιδιωτικού πιστωτικού δικαίου με αρκετές προστατευτικές διατάξεις για την πρώτη κατοικία των οφειλετών μέσω του Ν. 3869/2010 όπως αυτός ισχύει μετά τις τροποποιήσεις του 2011, του 2013 και του 2015, υπάρχουν αρκετές περιπτώσεις οφειλετών που δεν δύνανται να υπαχθούν στο ρυθμιστικό πλαίσιο του εν λόγω νόμου.

Ειδικότερα και εφόσον κάποιος οφειλέτης προϋπήρξε έμπορος και όχι φυσικό πρόσωπο και η αδυναμία πληρωμής των οφειλών του ξεκινάει από την περίοδο της εμπορικής ιδιότητάς του, δεν μπορεί να υπαγάγει τις οφειλές του στον νόμο Κατσέλη, ακόμη και εάν έχει παύσει να είναι έμπορος. Παρά το γεγονός ότι αυτός ο οφειλέτης μπορεί να είναι σήμερα άνεργος ή ιδιωτικός υπάλληλος, δεν μπορεί με βάση την πάγια νομολογία των δικαστηρίων να υπαχθεί στον εν λόγω νόμο, ο οποίος θα προστάτευε την πρώτη κατοικία του έως την έκδοση της αποφάσεως και θα την εξαιρούσε από την εκποίηση κατά μέγιστη πιθανότητα.

Στερείται με άλλα λόγια ένας άνθρωπος που προσπάθησε σε κάποιο χρονικό σημείο της ζωής του να ασχοληθεί με το εμπόριο και δεν τελεσφόρησαν οι προσπάθειές του, την προστασία της κύριας κατοικίας του, με αποτέλεσμα να κινδυνεύει να βρεθεί στον δρόμο. Με δεδομένο ότι μετά την αναθεώρηση του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας συντμήθηκε η διαδικασία της αναγκαστικής εκτελέσεως εις βάρος κυρίως της άμυνας των οφειλετών, είναι πασίδηλο ότι ο προαναφερθείς κίνδυνος μόνο θεωρητικός δεν είναι.

Επιπροσθέτως και ανεξαρτήτως κατηγορίας οφειλετών (φυσικά πρόσωπα ή έμποροι) είναι πρόδηλη η ανάγκη για αναθεώρηση συγκεκριμένων διατάξεων του Κώδικα Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων, στην κατεύθυνση της αλλαγής του πλαισίου εκκίνησης της διαδικασίας αναγκαστικής είσπραξης κατά των οφειλετών. Δεν είναι μόνο κοινωνικά και ηθικά άδικο να βγαίνει σε πλειστηριασμό η πρώτη κατοικία ενός οφειλέτη για 500 ευρώ(!), είναι και προδήλως αντισυνταγματικό καθότι προσκρούει στη συνταγματική αρχή της αναλογικότητας, αλλά και στο πνεύμα του Συντάγματος όσον αφορά το πλαίσιο προστασίας των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων.

Ως εκ τούτου και με δεδομένη την κατ' αρχήν συμφωνία κυβέρνησης – κουαρτέτου στη νομοθέτηση ενός μηχανισμού εξωδικαστικής αναδιάρθρωσης για τα χρέη επιχειρήσεων και ελευθέρων επαγγελματιών η οποία κινείται στη σωστή κατεύθυνση, είναι κρίσιμη η παράλληλη νομοθέτηση ενός πλαισίου προστασίας της πρώτης κατοικίας από τους πλειστηριασμούς για όσους είναι εκτός πλαισίου του νόμου Κατσέλη αλλά και μία επί τα βελτίω αναθεώρηση του ΚΕΔΕ. Η επαναφορά του γενικού πλαισίου οριζόντιας προστασίας της πρώτης κατοικίας θα μπορούσε να επανανομοθετηθεί με συγκεκριμένη χρονική ισχύ και έως ότου ξεκαθαρίσει το νομοθετικό πλαίσιο προστασίας της πρώτης κατοικίας από τους πλειστηριασμούς.

Υπό αυτές τις συνθήκες και σε ένα πλαίσιο προστασίας των πιο αδύναμων στρωμάτων της κοινωνίας μας, είναι αναγκαία μία νέα άτυπη «συμφωνία» κράτους – πολιτών ερειδόμενη στο Σύνταγμα, στη μετριοπάθεια και στην κοινωνική ασφάλεια.

Δημοσιεύτηκε στην "Καθημερινή" στις 19/11/2016.

Υγεία: Έξι συγκεκριμένα πεδία για βελτιώσεις

Τα τελευταία χρόνια, ταυτόχρονα με τις γνωστές παθογένειες του Συστήματος Υγείας, ζούμε κάποιες προσπάθειες βελτίωσης. Νομίζω ότι οι είναι αποσπασματικές και όχι ενταγμένες σε συνολικό σχεδιασμό. Έχω τη γνώμη ότι οι αναγκαίες αλλαγές αφορούν έξι πεδία:
Πρώτο, άρση του πελατειακού - κομματικού χαρακτήρα του συστήματος. Είναι απόλυτη ανάγκη να επιβληθεί «πολιτική αχρωματοψία». Οι διοικητές των νοσοκομείων και των μεγάλων οργανισμών να επιλέγονται με αξιοκρατικά κριτήρια. Τα εποπτικά όργανα του υπουργείου Υγείας να γίνουν ανεξάρτητα από την κυβέρνηση και τα κόμματα. Ειδικά το Κεντρικό Συμβούλιο Υγείας θα μπορέσει να παίξει πλήρως το θεσμικό του ρόλο (σύμβουλος της πολιτείας και, έμμμεσα, των πολιτών, αδέκαστος αξιολογητής των υπηρεσιών υγείας, των νοσοκομείων), μόνο αν ξεφύγει από τις πολιτικές, αλλά και τις συνδικαλιστικές επεμβάσεις. Το ίδιο ισχύει για τις προσλήψεις γιατρών στο ΕΣΥ.
Δεύτερο, άμεση συγχώνευση των νοσοκομειακών μονάδων. Είναι παράλογο να έχουμε χιλιάδες κλινικές σε σχεδόν 120 νοσοκομεία. Εξίσου παράλογο είναι να υπάρχουν 3 και 4 μικρά νοσοκομεία σ΄ ένα νομό, αλλά το 80% των περιστατικών να φεύγει και να πηγαίνει σε πανεπιστημιακά νοσοκομεία άλλων περιοχών. Δε βρισκόμαστε στη δεκαετία του ΄50, τότε που δεν υπήρχαν δρόμοι και οι αποστάσεις ήτα τεράστιες. Η συγχώνευση των νοσοκομειακών μονάδων είναι απαραίτητη όχι τόσο για δημοσιονομικούς, όσο για ιατρικούς λόγους. Θα εξασφαλίσει καλύτερη παροχή θεραπευτικού έργου, αποτελεσματικότερη εκπαίδευση γιατρών - νοσηλευτών και πολύ πιο ορθολογικές εφημερίες. Για το τελευταίο, ας τονιστεί ότι -με εξαίρεση δυσπρόσιτες και απομονωμένες περιοχές- πρέπει να πάψουν άμεσα οι εφημερίες στα Κέντρα Υγείας. Ας καθοριστεί επιτέλους ποια είναι η «ασφαλής εφημερία» (δηλαδή ποιες ειδικότητες είναι ανάγκη να εφημερεύουν) και ας πάψει η πολυδιάσπαση των Μονάδων Υγείας και των εφημεριών. Τα Κέντρα Υγείας και τα νοσοκομεία θα πρέπει να στηρίζονται στην ποιότητα, ενώ τώρα το σύστημα λειτουργεί σαν τροχονόμος της ποσότητας και της πολλαπλής διασποράς. Γενικότερα, θα έλεγα ότι πρέπει, το γρηγορότερο, να σχεδιαστεί ο «νοσοκομειακός χάρτης της χώρας» για τα ερχόμενα 20 χρόνια.
Τρίτο, συνολικότερη αλλαγή στο φάρμακο. Δεν αρκεί η παρέμβαση στις τιμές, αν δεν ελέγχεται η κατανάλωση. Η ηλεκτρονική συνταγογράφηση είναι σημαντική πρόοδος, όμως απουσιάζει ένα Κέντρο Ελέγχου, που θα δίνει οδηγίες στους γιατρούς και θα ομαδοποιεί τις συνταγές ανά φάρμακο, ασθένεια και γιατρό. Όσο αυτό δε γίνεται, τόσο συχνότερα ο εκάστοτε υπουργός Υγείας θα περιορίζεται να «τσιμπάει» κάθε εξάμηνο ένα γιατρό που εκτελεί υπερσυνταγογράφηση, και θα τον δίνει βορά στα πρωτοσέλιδα. Εξάλλου, η τιμολόγηση του φαρμάκου είναι σήμερα ασαφής στην πιστοποίησή της. Για τον καθορισμό της τιμής ενός φαρμάκου, θα μπορούσαν να ισχύσουν ως κριτήρια οι τιμές σε δύο βόρειες και δύο νότιες χώρες, συν στάθμιση οικονομικών δεικτών στη Ελλάδα.
Τέταρτο, Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας. Εδώ, από τη πλήρη πολυδιάσπαση περάσαμε στον απόλυτο συγκεντρωτισμό: με τη μεταφαρά του συνόλου των γιατρών του ΙΚΑ στο νέο οργανισμό (στις αρχές του 2011), ο ΕΟΠΥΥ έγινε ταυτόχρονα και χρηματοδότης και πάροχος υπηρεσιών. H Πρωτοβάθμια Υγεία καλείται ν΄ αντιμετωπίσει ένα πολύ σημαντικό νέο δεδομένο: ότι σήμερα υπάρχουν πολύ περισσότεροι πολλοί ηλικιωμένοι ασθενείς, με πολλαπλά νοσήματα, σε σύγκριση με 30 χρόνια πριν. Επειδή λοιπόν πάρα πολλοί ασθενείς είναι δύσκολο να μετακινούνται, απαιτούνται πολλές μικρές ιατρικές «επιχειρήσεις» πολλαπλών ειδικοτήτων. Έτσι ο κάθε ηλικιωμένος ασθενής θα βρίσκει συγκεντρωμένες τις ειδικότητες που χρειάζεται, δε θα μετακινείται αενάως από τον Άνα στον Καϊάφα.
Πέμπτο, ανθρώπινο δυναμικό. Είναι ανάγκη ν΄ ανακοπεί ο υπερπληθωρισμός στις Σχολές Υγείας με μείωση των εισακτέων. Στη συνέχεια, μπορούν να θεσπιστούν εξετάσεις για τους πτυχιούχους γιατρούς, ώστε οι καλύτεροι να ξεκινάνε πρώτοι ειδικότητα. Οι γιατροί του ΕΣΥ θα μπορούν ν΄ ασκούν ιδιωτική ιατρική μόνο εφόσον δίνουν εγγυημένα προτεραιότητα στο ΕΣΥ. Πχ. ένας χειρουργός θα χειρουργήσει ιδιωτικά έναν ασθενή του, μόνο αν έχει πρώτα χειρουργήσει ορισμένο αριθμό ασθενών στο ΕΣΥ.
Έκτο, σχέση δημόσιου - ιδιωτικού τομέα. Στο λεπτό αυτό ζήτημα, ούτε ο δημόσιος τομέας είναι λογικό να προγραμματίζει ανεξάρτητα από τη δυνατότητα του ιδιωτικού τομέα, ούτε όμως και ο ιδιωτικός να προκαλεί τεχνητή ζήτηση στο δημόσιο, ώστε ν΄ αμείβεται κερδοσκοπικά απ΄ αυτόν (παράδειγμα: οι τομογραφίες, όπου ξεπερνάμε κατά πολύ τον μέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ). Από την άλλη, όλα ανεξαιρέτως τα νοσοκομεία, δημόσια και ιδιωτικά, πρέπει ν΄ αξιολογούνται με τα ίδια κριτήρια. Έχοντας τις ίδιες τιμές και παρέχοντας τις ίδιες υπηρεσίες. Τέλος, στην περίπτωση οποιασδήποτε σύμβασης μεταξύ των δύο τομέων πρέπει να επικρατεί η διαφάνεια.
Τα παραπάνω αφορούν το οργανωτικό - κλινικό κομμάτι. Προφανώς μπορούν να υπάρξουν κι άλλες προτάσεις, που μπορεί να είναι καλύτερες ή από καλύτερους, στα ίδια ή και σε άλλα πεδία. Προϋποθέσεις: τεκμηρίωση, ανάλυση των αναγκών του ελληνικού λαού και, συνεργασία με όσους εργαζόμενους πονάνε το σύστημα και είναι άμεμπτοι. Το βέβαιο είναι ότι θέλουμε σχέδιο αναδιάρθωσης του ΕΣΥ, όχι μόνο δημοσιονομικό, αλλά διαρθρωτικό. Διαφορετικά, τα ίδια αίτια θα επισωρεύσουν, μελλοντικά, τα ίδια αρνητικά αποτελέσματα.