Wednesday, 04 December 2024

art-2

 

Τα άρθρα Μελών και Φίλων της Παρέμβασης, όπως δημοσιεύτηκαν στον ελληνικό και διεθνή τύπο.

Για να δείτε τα άρθρα ανά συγγραφέα, πατήστε εδώ .

 

 

 

 

 

Τράπεζα της Ελλάδος. Κοιτώντας μπροστά

Η κυβέρνηση σύντομα θα λάβει μία σημαντικότατη πολιτική επιλογή που είναι καίριας σημασίας για όλους μας. Την επιλογή του νέου Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας (αλλά και την θέση του υποδιοικητή).
Εξουσίες
O Διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας βρίσκεται στο κέντρο του πολιτικο-οικονομικού συστήματος, κατοχυρωμένος με καταστατική ανεξαρτησία και σημαντικότατες (και λόγω κρίσης διευρυμένες) αρμοδιότητες για ιδιαιτέρως σημαντικά ζητήματα. Μερικές μόνο από τις αρμοδιότητες της ΤτΕ (δες αναλυτικότερα εδώ).
Εποπτεία του εγχώριου τραπεζικού συστήματος (αλλά και των ασφαλιστικών εταιρειών), η οποία όπως τουλάχιστον φάνηκε σε κάποιες περιπτώσεις υπήρξε ελλιπής κατά την τελευταία δεκαετία.
Έλεγχο της διαδικασίας ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών (σε συνεργασία με το Ελληνικό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας), κατά την οποία οι Έλληνες πολίτες –και ιδιαίτερα οι νεότερες γενιές- επωμίστηκαν ένα χρέος περίπου 40-45 δισεκατομμυρίων ευρώ για να διασώσουν τις τράπεζες.
Εκπροσώπηση της χώρας στο διοικητικό συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) που χαράζει τη νομισματική πολιτική της ευρωζώνης, λαμβάνοντας υψίστης σημασίας αποφάσεις για τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά, όπως το ύψος των επιτοκίων, η παροχή ρευστότητας στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, κ.λπ.
Συμβολή στον σχεδιασμό και εφαρμογή της Τραπεζικής Ένωσης, στην οποία η ΕΚΤ θα έχει κεντρικό ρόλο. Η Τραπεζική Ένωση (Banking Union) είναι ίσως το πιο μεγαλεπήβολο πρόγραμμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης την τελευταία δεκαετία, καθώς θα σχεδιαστούν και εφαρμοστούν πολιτικές (α) για την εγγύηση των καταθέσεων μέσω ενός Ευρωπαϊκού Συνεγγυητικού Ταμείου (η σύσταση του οποίου έχει μετατεθεί για το μέλλον) , (β) την διαδικασία πτώχευσης και αναδιάρθρωσης τραπεζών, (γ) τον ρόλο κρατών και τραπεζών, (δ) του ρίσκου των καταθέσεων (μέσω την μόχλευσης των τραπεζών), και πολλά άλλα. Επιπλέον, η ΕΚΤ σύντομα αναλαμβάνει τον έλεγχο και την εποπτεία των μεγάλων (συστημικών) τραπεζικών ιδρυμάτων της Ευρώπης.
Εξαιτίας της κρίσης, της αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους μέσω του PSI και της ανακεφαλαιοποίησης του εγχώριου τραπεζικού συστήματος, οι αρμοδιότητες της ΤτΕ έχουν επεκταθεί και σε τομείς που δεν άπτονται των παραδοσιακών αποστολών των κεντρικών τραπεζών και είναι ιδιαιτέρως πολιτικές.
Το Απευκταίο
Η επιλογή του επόμενου διοικητή της ΤτΕ δεν θα πρέπει να γίνει ούτε με τη λογική του μοιράσματος θέσεων 4-2-(1), ούτε ως αποκατάσταση (μερικά ή ολικά) αποτυχημένων πολιτικών. Και φυσικά ούτε βάσει κομματικών ενσήμων ή εντοπιότητας («το ίδιο ή το απέναντι χωριό», Καλαμάτα ή Θεσσαλονίκη...).
Ίσως το πιο σημαντικό, η επιλογή δεν θα πρέπει να γίνει από τους ίδιους τους ελεγχόμενους, δηλαδή τους τραπεζίτες, ούτε όμως και από τα ΜΜΕ, στα οποία η ΤτΕ ασκεί πλέον έμμεσα έλεγχο καθώς βασίζονται σε διαρκή αναχρηματοδότηση από τις τράπεζες. Ο νέος διοικητής (και υποδιοικητής) της ΤτΕ οφείλει να είναι πρόσωπο «εκτός συστήματος», ιδεατά κάποιος επιφανής, πετυχημένος και με αποδοχή τόσο στο εξωτερικό όσο και στο εσωτερικό Έλληνας. Επιπλέον, η επιλογή πρέπει να γίνει με έναν τρόπο διαφανή, ανοικτό και όχι κρυφά στο παρασκήνιο. Ο έλεγχος των υποψηφίων απαιτείται να είναι ενδελεχής, αξιοκρατικός και ανοικτός.
Πρόταση
Καταθέτω λοιπόν μία –πιστεύω- ρεαλιστική πρόταση για την επιλογή του Διοικητού της Τράπεζας της Ελλάδας, που θα μπορούσε να υιοθετηθεί -τουλάχιστον ως βάση- τόσο από τον κυβερνητικό συνασπισμό όσο και από τα τμήματα της αντιπολίτευσης που διακηρύσσουν την αξιοκρατία και την αντίθεσή τους στην διαπλοκή.
Η πρόταση είναι απλή. Ανοικτός διεθνής διαγωνισμός για την επιλογή του επόμενου Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας με ανεξάρτητους (Έλληνες και αλλοδαπούς) κριτές.[1]
Η πρόταση αυτή μπορεί να αποτελέσει τη βάση και για άλλες επιλογές στο δημόσιο, όπως για παράδειγμα στις Ανεξάρτητες Αρχές (λ.χ. Επιτροπή Ανταγωνισμού, Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς) καθώς και για το Ελληνικό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας. Και η πρόταση αυτή θα πρέπει να εφαρμοστεί και για τις θέσεις των υποδιοικητών της ΤτΕ,.[2] Η διαδικασία αξιολόγησης αφορά και τους εν ενεργεία διοικητές-υποδιοικητές σε περίπτωση που επιθυμούν την ανανέωση της θητείας τους ή την «προαγωγή» τους.

Διαδικασία και Επιτροπή Αξιολόγησης.
Το Υπουργείο Οικονομικών συστήνει (τριμελή) επιτροπή που θα δεχθεί και θα αξιολογήσει προτάσεις για τη θέση του διοικητού της ΤτΕ. Στη επιτροπή μετέχει (ex officio) ο Υπουργός των Οικονομικών, στην παρούσα δηλαδή συγκυρία ο κύριος Γιάννης Στουρνάρας.[3] Για τις άλλες δύο θέσεις δεν υπάρχουν καλύτερες επιλογές από τον καθηγητή Sir Χριστόφορο Πισσαρίδη της London School of Economics and Political Science (εδώ), κάτοχο του βραβείου Νόμπελ Οικονομικής Επιστήμης το 2010 (βλέπε την ανακοίνωση εδώ) και τον καθηγητή Λουκά Παπαδήμο, πρώην διοικητή της ΤτΕ και υποδιοικητή για οκτώ χρόνια της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ). Ο κύριος Παπαδήμος και ο κύριος Πισσαρίδης έχουν ιδιαίτερο κύρος στο εξωτερικό (σημαντικότατες επιστημονικές δημοσιεύσεις ο πρώτος, τεράστια εμπειρία στην κεντρική τραπεζική και στη διαχείριση κρίσεων ο δεύτερος), βαθιά γνώση της εγχώριας και παγκόσμιας οικονομικής συγκυρίας και των προκλήσεων που θα αντιμετωπίσει τόσο η Ελλάδα όσο και η ΕΚΤ, είναι ανεξάρτητοι από το εγχώριο πολιτικό, τραπεζικό και μιντιακό κατεστημένο, και μπορούν σαφέστατα να εγγυηθούν το αδιάβλητο της διαδικασίας. Μια άλλη πρόταση για την Επιτροπή Αξιολόγησης είναι ο καθηγητής Βασίλειος Ράπανος, με τεράστια προσφορά στην πατρίδα από διάφορες θέσεις, γνώση του εγχώριου τραπεζικού συστήματος, εμπειρία των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων και βαθιάς εντιμότητας, κάτι ιδιαίτερα σπάνιο για το τωρινό οικονομικο-πολιτικό προσωπικό (βλ. το άρθρο των Financial Times εδώ).
Αφού εξετάσει τα βιογραφικά και τις συστατικές επιστολές (που θα κληθούν να προσκομίσουν οι ενδιαφερόμενοι), η επιτροπή θα προχωρήσει στη σύνταξη της μικρής λίστας (short list) των υποψηφίων τους οποίους και θα καλέσει για συνέντευξη. Οι υποψήφιοι θα πρέπει να προσκομίσουν δηλώσεις που θα εξηγούν λεπτομερώς την προϋπηρεσία τους στον χρηματοπιστωτικό τομέα, λ.χ. παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών, σχέση εξαρτημένης εργασίας, ώστε να καταδεικνύεται ότι δεν υπάρχει σύγκρουση συμφερόντων (conflict of interest). Η λίστα αυτή θα πρέπει να ανακοινωθεί δημοσίως, πιθανόν με μια σύντομη επεξήγηση της προεπιλογής.
Για τους επιλεγμένους υποψήφιους η επιτροπή θα ζητήσει επιπλέον γράμματα αξιολόγησης από διεθνώς αναγνωρισμένους οικονομολόγους, τόσο από τον ακαδημαϊκό όσο και τον τραπεζικό χώρο, Έλληνες και αλλοδαπούς. Για παράδειγμα, η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει γράμματα αξιολόγησης από καταξιωμένους πρώην Κεντρικούς Τραπεζίτες και ακαδημαϊκούς, όπως ο Ben Bernanke, ο Sir Mervyn King, τους προέδρους της Ευρωπαϊκής, της Βασιλικής-Βρετανικής και της Αμερικανικής Οικονομικής Εταιρείας, νομπελίστες οικονομολόγους με ειδίκευση στην μακρο-οικονομία και την χρηματο-οικονομική (όπως τον Robert Shiller, τον George Akerlof, τον Robert Lucas). [Σημειώνω εδώ ότι η διαδικασία αξιολόγησης από εξωτερικούς κριτές υψηλοτάτου κύρους, αν και απουσιάζει στη χώρα μας, είναι συνηθισμένη στα κορυφαία ακαδημαϊκά ιδρύματα όταν οι καθηγητές πρωτοβάθμιας βαθμίδας κρίνονται για την μονιμότητα (tenure) και την προαγωγή τους στον βαθμό του τακτικού καθηγητή]. Με την ολοκλήρωση των συνεντεύξεων και της αξιολόγησης των βιογραφικών και των «εξωτερικών» γραμμάτων αξιολόγησης, η επιτροπή συντάσσει έκθεση αξιολόγησης, στην οποία τεκμηριώνει την πρότασή της προς την κυβέρνηση και το Κοινοβούλιο.
Η πρότασή μου αυτή βασίζεται στον τρόπο επιλογής της διοίκησης (διοικητού και υποδιοικητών) της Τράπεζας της Αγγλίας, αλλά και άλλων κεντρικών τραπεζών. Αξίζει να σημειωθεί ότι με μια παραπλήσια διαδικασία η κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου επέλεξε πρόσφατα έναν Καναδό υπήκοο, τον Μαρκ Κάρνεϋ (Mark Carney), για τη θέση του διοικητή της Τράπεζας της Αγγλίας. Ο Carney, με προπτυχιακές σπουδές στο Harvard και διδακτορικό τίτλο από την Οξφόρδη ήταν ιδιαίτερα πετυχημένος υποδιοικητής και μετέπειτα διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας του Καναδά (σημ. Ο Κάρνεϋ ανέλαβε τα ηνία της Τράπεζας του Καναδά σε ηλικία 43 ετών).. Η κρίση του 2007-2009 είχε περιορισμένες επιπτώσεις στον Καναδά, καθώς οι Καναδικές τράπεζες ήταν ιδιαίτερα θωρακισμένες λόγω αυστηρού εποπτικού ελέγχου. Καθώς η επιλογή ήταν αδιάβλητη και η προϋπηρεσία του Carney ιδιαίτερα πετυχημένη, η αντιπολίτευση των Εργατικών συνεχάρη ανοικτά την κυβέρνηση Κάμερον και τον υπουργό οικονομικών Όζμπορν και δέχτηκε να αυξηθούν οι αποδοχές του κατά περίπου 100,000 λίρες σε σχέση με τον προκάτοχό του, Sir Mervyn King. [Οι αποδοχές του Mark Carney είναι περίπου 600,000 λίρες (725,000 ευρώ) με φορολογία περίπου 44%)].[4]
Παραδείγματα
Τόσο οι ανεπτυγμένες όσο και οι αναπτυσσόμενες-αναδυόμενες χώρες επιλέγουν μη κομματικά χρωματισμένους, ανεξάρτητους από τα εποπτευόμενα τραπεζικά ιδρύματα και γνώστες των μαθηματικών-οικονομετρικών υποδειγμάτων που χρησιμοποιούνται στην διεθνή μακρο-οικονομική υποψηφίους για τις Κεντρικές Τράπεζες. Μερικά παραδείγματα.
α) Η Τζάνετ Γέλλεν (Jannet Yellen), κορυφαία οικονομολόγος σε ζητήματα εργασίας και απασχόλησης, πρώην καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας στο Μπέρκλεϋ (και νωρίτερα στο Harvard) επελέγη ως διάδοχος του Ben Bernanke για την ηγεσία της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ, της Federal Reserve.
β) Ο ίδιος ο Μπεν Μπερνένκε Ben Bernanke επελέγη για την ηγεσία της Ομοσπονδιακής Τράπεζας ως ανεξάρτητος από το αμερικανικό τραπεζικό σύστημα και ως ο πιο διακεκριμένος οικονομολόγος νομισματικής θεωρίας της εποχής μας. Ο Bernanke έχει δημοσιεύσει σημαντικότατη έρευνα για τις (λανθασμένες) πολιτικές της Fed κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Ύφεσης μετά το κραχ της Wall Street το 1929, ενώ έχει συμβάλλει καθοριστικά στην ανάπτυξη των στοχαστικών δυναμικών υποδειγμάτων γενικής ισορροπίας (stochastic dynamic general equilibrium) και των οικονομετρικών τεχνικών πρόβλεψης που χρησιμοποιούν εκατοντάδες χρονοσειρές (dynamic factor models). Κατά γενική ομολογία, η βαθιά γνώση του Bernanke τόσο της οικονομικής ιστορίας όσο και των μαθηματικών και οικονομετρικών υποδειγμάτων που χρησιμοποιούν οι κεντρικές τράπεζες, υπήρξαν οι πλέον καθοριστικοί παράγοντες που οδήγησαν την Ομοσπονδιακή Τράπεζα στον περιορισμό της πρόσφατης οικονομικής κρίσης μέσω επιθετικής-επεκτατικής και ιδιαιτέρως δημιουργικής νομισματικής πολιτικής και παροχής ρευστότητας.
γ) Πρόσφατα η κυβέρνηση της Ινδίας κατάφερε να επαναπατρίσει τον πιο διακεκριμένο (και ιδιαιτέρως νέο) Ινδό οικονομολόγο για την διοίκηση της Κεντρικής Τράπεζας, τον Ραγκού Ρατζάν (Raghu Rajan), τακτικό καθηγητή στο Πανεπιστήμιο του Σικάγο από την ηλικία των 32. Ο Rajan, όντας ο νεότερος επικεφαλής οικονομολόγος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ), υπήρξε ίσως ο μόνος που προέβλεψε με ακρίβεια την κρίση του 2007-2008 σε μία διάσημη ομιλία του στο Jackson Hall μπροστά στον Alan Greenspan και άλλους τραπεζίτες, που τότε είτε τον επέπληξαν είτε τον αγνόησαν. Όντας στις ΗΠΑ ο Rajan συνέταξε μία ενδελεχή πρόταση για την αναμόρφωση του Ινδικού οικονομικού υποδείγματος -ιδιαίτερα στον τραπεζικό τομέα- μέσω ενός πλέγματος 100 «μικρών» μεταρρυθμίσεων (100 Small Steps). [5]
Δύο Συστάσεις ως Παραδείγματα
Ας γίνουμε ακόμα πιο συγκεκριμένοι με δύο προτάσεις Ελλήνων που τιμούν την χώρα στο εξωτερικό και στους οποίους η Επιτροπή θα πρέπει να εξετάσει -κάτι το οποίο φυσικά δεν συνεπάγεται ότι και θα επιλέξει-προτείνει. Τον Μάριο Αγγελέτο, καθηγητή Οικονομικών στο Τεχνολογικό Ινστιτούτο της Μασαχουσέτης (ΜΙΤ) και τον Δημήτρη Βαγιανό, καθηγητή Χρηματοοικονομικής στην London School of Economics and Political Science (LSE). [Σημείωση. Θεωρώ φίλους, αν και όχι πολύ στενούς, και τους δύο. Οι προτάσεις αυτές είναι ενδεικτικές και έχουν στόχο να παρουσιάσουν το προφίλ, τις επιτυχίες και τα προσόντα που ιδεατά θα πρέπει να έχει ο διοικητής και οι υποδιοικητές της ΤτΕ.
Τόσο ο Μάριος όσο και ο Δημήτρης εκφράζουν την «άλλη» (από αυτή που παρουσιάζουν τα τηλεοπτικά μέσα) Ελλάδα. Αυτή που με μόχθο, ταλέντο, δημιουργία και ιδιαιτέρως σκληρή δουλειά κατάφεραν να διαπρέψουν. Ο Μάριος τελείωσε το Οικονομικό Πανεπιστήμιο με τον υψηλότερο βαθμό στην ιστορία. Ο Δημήτρης τελείωσε πρώτος την φημισμένη Ecole Polytechnique στην Γαλλία. Και οι δύο μετανάστευσαν στις Η.Π.Α για διδακτορικές σπουδές στα καλύτερα πανεπιστήμια του κόσμου, ο Μάριος στο Harvard και ο Δημήτρης στο MIT. (σημ. για την επιλογή διδακτορικών φοιτητών αυτά τα πανεπιστήμια δέχονται γύρω στις 1200 αιτήσεις για την επιλογή 25 περίπου φοιτητών). Και οι δύο συμμετείχαν στην ιδιαιτέρως ανταγωνιστική αγορά εργασίας για οικονομολόγους με διδακτορικό (job market for academic economists), όπου για μία θέση βοηθού καθηγητή (assistant professor) τα κορυφαία τμήματα λαμβάνουν εκατοντάδες αιτήσεις για μία θέση. Ο Μάριος επιλέχθηκε αρχικά από το ΜΙΤ, ενώ ο Δημήτρης από το Stanford. Και οι δύο διέπρεψαν στον ακαδημαϊκό στίβο δημοσιεύοντες πολλές και ιδιαιτέρως σημαντικές εργασίες στα πιο έγκυρα και με prestige επιστημονικά περιοδικά με κριτές (peer-refereed journals) και μετά από εξονυχιστική εξωτερική αξιολόγηση προήχθησαν στην βαθμίδα του τακτικού καθηγητή (απ΄ όσο γνωρίζω ζητήθηκαν περισσότερα από 15 γράμματα από εξωτερικούς κριτές οι οποίοι αξιολόγησαν την ποιότητα και τις αναφορές στο έργο τους).[6]
Η έρευνά τους έχει εξετάσει ιδιαιτέρως σημαντικά ζητήματα της μακρο-οικονομίας και της χρηματοοικονομικής, που είναι καίριας σημασία για την Ελλάδα, όπως κερδοσκοπικές πιέσεις σε νομίσματα, πτωχεύσεις τραπεζών, ρόλος ασύμμετρης πληροφορίας στον οικονομικό κύκλο και σε χρηματιστηριακές «φούσκες», διαφθορά και θεσμοί, και πολλά άλλα. Εκτός από τις σημαντικότατες δημοσιεύσεις και τη μεγάλη επιρροή του έργου τους,[7] και οι δύο έχουν εκπαιδεύσει πολλούς ταλαντούχους φοιτητές που εργάζονται τώρα σε φημισμένα πανεπιστήμια, επενδυτικές και κεντρικές τράπεζες (λ.χ. στην Federal Reserve και στην Τράπεζα της Αγγλίας). Επιπλέον, έχουν εργασθεί ως εξωτερικοί, ανεξάρτητοι σύμβουλοι σε διάφορες κεντρικές τράπεζες και το έργο τους εφαρμόζεται στην πράξη από φημισμένους επενδυτικούς οίκους.
Εκτός του πλούσιου βιογραφικού τους ο Μάριος και ο Δημήτρης έχουν κάποια επιπλέον χαρακτηριστικά που θεωρώ ότι η θα πρέπει να αξιολογηθούν θετικά. Όχι μόνο είναι και οι δύο εκτός του εγχώριου πολιτικο-τραπεζικού συστήματος, αλλά μετά την (τυχόν) ολοκλήρωση της θητεία τους δεν θα χρειαστεί ούτε να βρουν εργασία στις τράπεζες που εποπτεύουν, ούτε να πολιτευτούν με τα κόμματα που τους επέλεξαν.
Επίλογος
Η κυβέρνηση συνεχώς διακηρύσσει την ανάγκη διαρθρωτικών μεγάλων μεταρρυθμίσεων. Η αντιπολίτευση διακηρύσσει ότι εναντιώνεται στο τραπεζικό κατεστημένο και στην πρακτική μοιράσματος θέσεων σε ημετέρους. Τι καλύτερο λοιπόν από το να προχωρήσει η χώρα μέσω ενός διεθνούς, ανοικτού και αξιοκρατικού διαγωνισμού για τη διοίκηση της Τράπεζας της Ελλάδας; Όπως ανέφερε πρόσφατα ο πρωθυπουργός «η χώρα διαθέτει έμψυχο δυναμικό πολύ μεγάλης ακτινοβολίας». Ας περάσουμε, λοιπόν, από τα λόγια στις πράξεις.

Δημοσιέυτηκε στο protagon στις 22/4

Μανιφέστο για μια πολιτική ένωση του ευρώ

Το παρακάτω μανιφέστο δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Le Monde στις 16.2.2014 και υπογράφηκε αρχικά από τους: Φλοράνς Οτρέ, Αντουάν Μποζιό, Ζυλιά Καζέ, Ντανιέλ Κοέν, Αν-Λορ Ντελάτ, Μπριζίτ Ντορμόν, Γκυγιόμ Ντυβάλ, Φιλίπ Φρεμώ, Μπρυνό Παλιέ, Τιερρύ Πες, Τομά Πικετύ, Ζαν Κατρεμέρ, Πιερ Ροζανβαλόν, Ξαβιέ Τεμπώ και Λοράνς Τυμπιανά.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση βιώνει μια υπαρξιακή κρίση, κάτι που θα μας υπενθυμίσουν σύντομα, με βίαιο τρόπο, οι ευρωεκλογές. Αυτή η κρίση αφορά πρωτίστως τις χώρες της ευρωζώνης, που πλήττονται από ένα κλίμα δυσπιστίας και μια κρίση χρέους που απέχει πολύ από το να έχει αποσοβηθεί, την ίδια στιγμή που η ανεργία παραμένει στα ύψη και ο αποπληθωρισμός καραδοκεί. Θα ήταν τεράστιο σφάλμα να θεωρήσουμε ότι τα χειρότερα πέρασαν.
Γι' αυτό και στην παρούσα συγκυρία, υποδεχόμαστε με μεγάλο ενδιαφέρον τις προτάσεις που διατύπωσαν στα τέλη του 2013 οι γερμανοί φίλοι μας από τον όμιλο Γκλίνικερ για την ενίσχυση της πολιτικής και δημοσιονομικής ένωσης των χωρών της ευρωζώνης. Μόνες, οι δύο χώρες σύντομα δεν θα βαραίνουν πολύ στη σημερινή παγκόσμια οικονομία. Αν δεν ενώσουμε εγκαίρως τις δυνάμεις μας ώστε να προσαρμόσουμε το κοινωνικό μοντέλο μας στα πρότυπα της παγκοσμιοποίησης, θα επικρατήσει τελικά ο πειρασμός της αναδίπλωσης στα εθνικά μας σύνορα, που θα πυροδοτήσει ενορμήσεις και εντάσεις συγκριτικά με τις οποίες οι δυσκολίες της Ένωσης θα ωχριούν. Στη χώρα μας ο προβληματισμός για το μέλλον της ευρωπαϊκής δημοκρατίας δεν έχει ωριμάσει όσο στη Γερμανία. Εντούτοις, όλοι εμείς, οικονομολόγοι, πολιτικοί επιστήμονες, δημοσιογράφοι, και πρωτίστως γάλλοι και ευρωπαίοι πολίτες, δεν δεχόμαστε την παραίτηση που παραλύει σήμερα τη χώρα μας. Με αυτό το μανιφέστο θα θέλαμε να συνεισφέρουμε στον διάλογο για το δημοκρατικό μέλλον της Ευρώπης, και να πάμε ένα βήμα παραπέρα τις προτάσεις του ομίλου Γκλίνικερ.
Ευρωζώνη: το αδιέξοδο της ουδετερότητας
Ήρθε η ώρα να αναγνωρίσουμε ότι οι υπάρχοντες ευρωπαϊκοί θεσμοί είναι δυσλειτουργικοί και ότι πρέπει να ανοικοδομηθούν. Το κεντρικό διακύβευμα είναι απλό: τόσο η δημοκρατία όσο και οι δημόσιες αρχές πρέπει να ανακτήσουν τον έλεγχο, ώστε να ρυθμισθεί αποτελεσματικά ο παγκοσμιοποιημένος χρηματιστικός καπιταλισμός του 21ου αιώνα και να υλοποιήσουν τις πολιτικές κοινωνικής προόδου που απουσιάζουν εντελώς από τη σημερινή Ευρώπη. Το σύστημα του ενιαίου νομίσματος σε συνδυασμό με 18 διαφορετικά δημόσια χρέη, με τα οποία κερδοσκοπούν ανεμπόδιστα οι αγορές, και δεκαοκτώ διαφορετικά και συγχρόνως ανταγωνιστικά φορολογικά συστήματα, δεν λειτουργεί και δεν θα λειτουργήσει ποτέ. Οι χώρες της ευρωζώνης επέλεξαν να μοιραστούν τη νομισματική τους κυριαρχία, και επομένως να παραιτηθούν από το όπλο της μονομερούς υποτίμησης, χωρίς ωστόσο να εφοδιαστούν με νέα και κοινά οικονομικά, κοινωνικά, φορολογικά και δημοσιονομικά μέσα. Αυτή η ενδιάμεση κατάσταση είναι ό,τι χειρότερο.
Ζητούμενο δεν είναι η συνδιαχείριση του συνόλου των φορολογικών εσόδων και των δημόσιων δαπανών. Η σύγχρονη Ευρώπη έχει φανεί πολλές φορές αναίτια παρεμβατική σε δευτερεύοντα ζητήματα (όπως η μείωση του ΦΠΑ για τα κομμωτήρια και τους ιππικούς ομίλους) και παθητικά αμέτοχη σε σημαντικά ζητήματα (όπως οι φορολογικοί παράδεισοι και οι δημοσιονομικοί κανονισμοί). Οι προτεραιότητες της ευρωζώνης πρέπει να ανατραπούν: χρειάζεται λιγότερη Ευρώπη στα θέματα που διευθετούν πολύ καλά από μόνα τους τα κράτη-μέλη, και περισσότερη Ευρώπη εκεί που η συμβολή της είναι απαραίτητη.
Ένας κοινός φόρος για τις επιχειρήσεις
Συγκεκριμένα, η πρώτη πρότασή μας είναι να συνδιαχειρίζονται οι χώρες της ευρωζώνης ‒αρχίζοντας από τη Γαλλία και τη Γερμανία‒ τον φόρο εισοδήματος των νομικών προσώπων (ΦΕΝΠ). Μόνη της, κάθε χώρα εξαπατάται από τις πολυεθνικές της, που εκμεταλλεύονται τα «παραθυράκια» και τις διαφορές στις εθνικές νομοθεσίες για να φοροδιαφύγουν. Ως προς αυτό, η εθνική κυριαρχία είναι πλέον μύθος. Για να καταπολεμήσει αυτήν τη «φορολογική βελτιστοποίηση», μια κυρίαρχη ευρωπαϊκή αρχή θα πρέπει να μπορεί να εδραιώσει μια κοινή φορολογική βάση, όσο το δυνατόν πιο ευρεία και αυστηρά ελεγχόμενη. Σε αυτό το πλαίσιο, κάθε χώρα θα εξακολουθεί να ορίζει τον δικό της ΦΕΝΠ σύμφωνα με την καθορισμένη κοινή βάση, με ελάχιστο ποσοστό περίπου 20% και ένα επιπρόσθετο ποσοστό της τάξης του 10% που θα επιβάλλεται σε ομοσπονδιακό επίπεδο. Με αυτόν τον τρόπο, η ευρωζώνη θα αποκτήσει έναν προϋπολογισμό της τάξης του 0,5% με 1% του ΑΕΠ.
Όπως πολύ σωστά επισημαίνουν οι φίλοι μας από τον όμιλο Γκλίνικερ, ένας τέτοιος προϋπολογισμός θα βοηθήσει την ευρωζώνη να υλοποιήσει προγράμματα τόνωσης και επενδύσεων, ιδίως στους τομείς του περιβάλλοντος, των υποδομών και της παιδείας. Ωστόσο, αντίθετα από τους γερμανούς φίλους μας, εμείς προτείνουμε αυτός ο προϋπολογισμός να μην προέρχεται από τις συνεισφορές των κρατών-μελών, αλλά απευθείας από έναν κοινό ευρωπαϊκό φόρο. Σε μια εποχή ισχνών προϋπολογισμών, η ευρωζώνη πρέπει να αποδείξει ότι μπορεί να επιβάλλει φόρους πιο δίκαια και πιο αποτελεσματικά από τα κράτη-μέλη. Ειδάλλως οι πολίτες δεν θα της επιτρέψουν να κάνει δαπάνες. Πέραν τούτου, είναι επιτακτική ανάγκη να γενικευθεί άμεσα εντός της ευρωζώνης η αυτόματη ανταλλαγή τραπεζικών πληροφοριών και να τεθεί σε εφαρμογή μια ευρέως αποδεκτή πολιτική που θα επαναφέρει την αρχή της προοδευτικότητας στη φορολόγηση του εισοδήματος και του πλούτου. Συγχρόνως, είναι απαραίτητη η εφαρμογή μιας δραστικής πολιτικής καταπολέμησης των φορολογικών παραδείσων εκτός της ευρωζώνης. Η Ευρώπη πρέπει να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις ώστε η φορολογική δικαιοσύνη και η πολιτική βούληση να επικρατήσουν στη διαδικασία της παγκοσμιοποίησης: αυτή είναι ουσιαστικά η πρώτη πρότασή μας.
Ένα κοινοβουλευτικό σώμα για την ευρωζώνη
Η δεύτερη και πιο σημαντική πρότασή μας απορρέει από την πρώτη. Για να ψηφιστεί η κοινή βάση του ΦΕΝΠ, και γενικότερα για να εγκαθιδρυθεί ένας δημοκρατικός διάλογος που θα οδηγεί στη δημοκρατική υιοθέτηση από μια κυρίαρχη πλειοψηφία των φορολογικών, χρηματοοικονομικών και πολιτικών αποφάσεων που θα τεθούν μελλοντικά από κοινού στο τραπέζι, θα πρέπει να θεσμοθετηθεί ένα κοινοβουλευτικό σώμα για την ευρωζώνη. Συμφωνούμε και ως προς αυτό το σημείο με τους γερμανούς φίλους μας από τον όμιλο Γκλίνικερ, οι οποίοι διχάζονται ωστόσο ανάμεσα σε δύο πιθανές επιλογές: είτε ένα κοινοβούλιο της ευρωζώνης που θα απαρτίζεται από τα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου από τις ενδιαφερόμενες χώρες (ένας επιμέρους σχηματισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου αποκλειστικά για τις χώρες της ευρωζώνης) ή ένα νέο σώμα που θα βασίζεται στη συγκέντρωση μιας μερίδας των μελών των εθνικών κοινοβουλίων (π.χ. 30 γάλλοι βουλευτές της Εθνοσυνέλευσης, 40 γερμανοί βουλευτές της Μπούντεσταγκ, 30 ιταλοί βουλευτές, κ.λπ., ανάλογα με τον πληθυσμό κάθε χώρας και σύμφωνα με την απλή αρχή: ένας πολίτης, μία ψήφος). Η δεύτερη λύση, που αναπαράγει την ιδέα του «ευρωπαϊκού κοινοβουλευτικού σώματος», την οποία είχε διατυπώσει ο Γιόσκα Φίσερ ήδη από το 2001, είναι κατά την άποψή μας, η μόνη λύση που μπορεί να οδηγήσει στην πολιτική ένωση. Είναι αδύνατον να αφαιρεθεί πλήρως από τα εθνικά κοινοβούλια η δυνατότητα να ψηφίζουν τους φόρους. Αντιθέτως, η ευρωπαϊκή κοινοβουλευτική κυριαρχία δεν μπορεί παρά να βασίζεται στην εθνική κοινοβουλευτική κυριαρχία.
Μια γνήσια δημοκρατική αρχιτεκτονική
Σε αυτό το σχήμα, η Ευρωπαϊκή Ένωση θα έχει δύο κοινοβούλια: το υπάρχον Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, που τα μέλη του θα εκλέγονται κατευθείαν από τους πολίτες των 28 χωρών, και το ευρωπαϊκό κοινοβουλευτικό σώμα, όπου τα κράτη-μέλη θα εκπροσωπούνται μέσω των εθνικών κοινοβουλίων τους. Αρχικά, το ευρωπαϊκό κοινοβουλευτικό σώμα θα αφορά μόνο τις χώρες της ευρωζώνης που επιθυμούν να κινηθούν προς μια πιο εκτεταμένη πολιτική, φορολογική και δημοσιονομική ένωση. Όμως θα σχεδιαστεί έτσι ώστε να μπορεί να υποδεχθεί όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης που θα επιλέξουν αυτόν τον δρόμο. Ο υπουργός Οικονομικών της ευρωζώνης και τελικά μια επί της ουσίας ευρωπαϊκή κυβέρνηση θα είναι υπόλογοι σε αυτό το ευρωπαϊκό κοινοβουλευτικό σώμα.

Μια τέτοια καινοτόμα δημοκρατική αρχιτεκτονική της Ευρώπης θα μας επιτρέψει να βγούμε από τη σημερινή αδράνεια και να ξεφύγουμε από τον μύθο σύμφωνα με τον οποίο το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο μπορεί να αποτελέσει το δεύτερο σώμα που θα αντιπροσωπεύει τα κράτη. Αυτός ο ψευδής μύθος αντανακλά την πολιτική αδυναμία της ηπείρου μας: είναι αδύνατον μία χώρα να εκπροσωπείται από ένα άτομο, εκτός αν παραδοθούμε στο μόνιμο αδιέξοδο της ομοφωνίας. Για να επιβάλουμε τελικά τον κανόνα της πλειοψηφίας στις φορολογικές και δημοσιονομικές αποφάσεις που θα λάβουν από κοινού οι χώρες της ευρωζώνης, πρέπει να δημιουργηθεί ένα γνήσιο ευρωπαϊκό κοινοβουλευτικό σώμα, στο οποίο κάθε χώρα θα εκπροσωπείται από βουλευτές που θα εκφράζουν όλες τις πολιτικές απόψεις, και όχι μόνο από τον αρχηγό του κράτους.
Η μερική αμοιβαιοποίηση του χρέους
Η τρίτη πρότασή μας αφορά ακριβώς την κρίση χρέους. Είμαστε πεπεισμένοι ότι ο μόνος τρόπος να ξεπεράσουμε οριστικά το πρόβλημα είναι να μπουν σε μια κοινή δεξαμενή τα χρέη των χωρών της ευρωζώνης. Χωρίς αυτό, η κερδοσκοπία με τα επιτόκια θα συνεχίζεται ες αεί. Είναι ακόμα ο μόνος τρόπος για να μπορέσει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να εφαρμόσει μια αποτελεσματική και υπεύθυνη νομισματική πολιτική, όπως κάνει η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (που κι εκείνη θα δυσκολευόταν να επιτελέσει σωστά το έργο της αν κάθε πρωί έπρεπε να ενεργεί ως διαιτητής για τη ρύθμιση του χρέους του Τέξας, του Γουαϊόμινγκ και της Καλιφόρνιας). Η ομαδοποίηση του χρέους ξεκίνησε de facto με τον Ευρωπαϊκό μηχανισμό σταθερότητας, την επικείμενη τραπεζική ένωση, και το πρόγραμμα ΟριστικώνΝομισματικών Συναλλαγών(Outright Monetary Transactions, ΟΜΤ) της ΕΚΤ, που επηρεάζουν με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο τους φορολογούμενους της ευρωζώνης. Ωστόσο, πρέπει να γίνουν τώρα κι άλλα βήματα προς αυτήν την κατεύθυνση, και, συγχρόνως, να αποσαφηνιστεί η δημοκρατική νομιμότητα αυτών των μηχανισμών.
Πρέπει να εξελίξουμε την πρόταση για ένα «ευρωπαϊκό ταμείο εξαγοράς χρέους» (Europeandebt-redemptionfund) και να της προσδώσουμε πολιτική διάσταση. Αυτήν την πρόταση την υπέβαλε στα τέλη του 2011 το συμβούλιο των οικονομικών εμπειρογνωμόνων της γερμανικής κυβέρνησης και στόχος της ήταν να συγκεντρωθούν όλα τα χρέη που υπερέβαιναν το όριο του 60% του ΑΕΠ μιας χώρας. Είναι αδύνατον να προβλέψουμε με τι ρυθμούς θα μπορούσαν να μηδενιστούν τα αποθέματα ενός τέτοιου ταμείου σε έναν ορίζοντα εικοσαετίας. Μόνο ένα δημοκρατικό σώμα, και συγκεκριμένα το ευρωπαϊκό κοινοβουλευτικό σώμα που θα το συνέθεταν τα εθνικά κοινοβούλια, θα μπορούσε να ορίζει κάθε χρόνο το επίπεδο του κοινού ελλείμματος, με βάση επακριβώς την κατάσταση της οικονομίας.
Οι αποφάσεις που θα λαμβάνει ένα τέτοιο σώμα θα είναι άλλοτε πιο συντηρητικές απ' ό,τι θα θέλαμε, και άλλοτε πιο φιλελεύθερες. Όμως θα έχουν προκύψει με δημοκρατικές διαδικασίες, βάσει του κανόνα της πλειοψηφίας, χωρίς σκοτεινά σημεία και παρασκηνιακές διαδρομές. Ορισμένοι προσκείμενοι στη δεξιά πτέρυγα θα ήθελαν αυτές οι δημοσιονομικές αποφάσεις να ανήκουν αποκλειστικά σε μεταδημοκρατικά σώματα ή να είναι χαραγμένες στις μαρμάρινες πλάκες του συντάγματος. Άλλοι, προσκείμενοι στην αριστερή πτέρυγα, θα ήθελαν να έχουν την εγγύηση ότι η Ευρώπη θα εφαρμόζει ες αεί την προοδευτική πολιτική των ονείρων τους, για να αποδεχθούν κάθε τρόπο ενίσχυσης της πολιτικής ένωσης. Θα πρέπει να ξεπεράσουμε αυτούς τους δύο σκοπέλους αν θέλουμε να βγούμε από τη σημερινή κρίση.
Πώς να προχωρήσουμε ακόμη παραπέρα
Ο διάλογος για τους πολιτικούς θεσμούς της Ευρώπης μπήκε πολλές φορές σε δεύτερο πλάνο ως «τεχνικός» ή «δευτερεύων». Ωστόσο, αρνούμενοι να συζητήσουμε το θέμα της οργάνωσης της δημοκρατίας, παραδεχόμαστε ουσιαστικά την παντοδυναμία των παραγόντων της αγοράς και του ανταγωνισμού, και εγκαταλείπουμε κάθε ελπίδα ότι η δημοκρατία μπορεί να ανακτήσει τον έλεγχο του καπιταλισμού στον 21ο αιώνα. Αυτός ο νέος πολιτικός χώρος είναι θεμελιώδους σημασίας για το μέλλον της ευρωζώνης. Πέρα από τα μακροοικονομικά και τα δημοσιονομικά ζητήματα, τα κοινωνικά μοντέλα μας είναι ένα κοινό αγαθό που πρέπει να διαφυλάξουμε και να διατηρήσουμε. Συγχρόνως, πρέπει να τα χρησιμοποιήσουμε για να αντεπεξέλθουμε με επιτυχία στη διαδικασία της παγκοσμιοποίησης. Αναφορικά με τη σύγκλιση των φορολογικών συστημάτων στον ολοένα πιο επιτακτικό στόχο της κοινωνικής επένδυσης, τόσο οι πρωτοβουλίες του ζεύγους Γαλλία-Γερμανία όσο και οι προσπάθειες ενισχυμένης συνεργασίας είναι πλέον ανεπαρκείς. Σε αυτά τα θέματα, η Ευρώπη των «28» αργεί να μεταφράσει τη συναίνεση σε νόμους, και πέφτει σε αντιφάσεις όταν καλείται να κινητοποιήσει οικονομικούς πόρους. Ένα ευρωπαϊκό κοινοβουλευτικό σώμα μπορεί να αποτελέσει τον τόπο λήψης τέτοιων αποφάσεων, αφού θα είναι ξεκάθαρα τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις που αυτές οι αποφάσεις θα συνεπάγονται.
Το εύρος αυτών των αποφάσεων είναι μεγάλο και υπάρχει μια πληθώρα ζητημάτων που μπορούν να διευθετηθούν: το γερμανικό μοντέλο της εταιρικής συνδιαχείρισης (co-determination), που με την αυξημένη εκπροσώπηση των εργαζομένων, κατάφερε να διατηρήσει έναν συνεκτικό παραγωγικό ιστό παρά την κρίση, οι προσιτές σε όλους και ποιοτικές υπηρεσίες παιδικής φύλαξης και αγωγής, η δια βίου εκπαίδευση και κατάρτιση για όλους, η εναρμόνιση των κοινωνικών νομοθεσιών, η καταπολέμηση των κλιματικών αλλαγών με την επιβολή σημαντικού προστίμου για τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, κ.λπ
Οι συνθήκες αλλάζουν
Οι περισσότερες αντιδράσεις στο εγχείρημά μας πηγάζουν από την άποψη ότι είναι αδύνατο να τροποποιήσουμε τις συνθήκες και ότι ο γαλλικός λαός δεν επιθυμεί την εμβάθυνση της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Αυτή η άποψη είναι λανθασμένη και επικίνδυνη. Οι συνθήκες τροποποιούνται διαρκώς. Η τελευταία τροποποίηση έγινε το 2012, χρειάστηκε λίγο παραπάνω από έξι μήνες και αποτέλεσε δυστυχώς μια κακή μεταρρύθμιση που ενίσχυσε περαιτέρω τον τεχνοκρατικό και αναποτελεσματικό φεντεραλισμό. Το να ισχυριζόμαστε από τη μία ότι η κοινή γνώμη δυσφορεί με τη σημερινή κατάσταση στην Ευρώπη, και από την άλλη να αποφαινόμαστε ότι δεν θα πρέπει να επέλθει αλλαγή στη βασική λειτουργία και στους υπάρχοντες ευρωπαϊκούς θεσμούς είναι μια καταστροφική αντίφαση. Όταν η γερμανική κυβέρνηση θα υποβάλει τις νέες προτάσεις για τη μεταρρύθμιση των συνθηκών στους επόμενους μήνες, κανείς δεν εγγυάται ότι αυτές οι μεταρρυθμίσεις θα έχουν πιο ικανοποιητικά αποτελέσματα από εκείνες του 2012. Όμως, αντί να καθόμαστε με σταυρωμένα χέρια, αυτό που πρέπει να κάνουμε είναι να αρχίσουμε σήμερα κιόλας έναν εποικοδομητικό διάλογο στη Γαλλία, ώστε να χτίσουμε τελικά μια Ευρώπη με κοινωνικό και δημοκρατικό χαρακτήρα.
Πρώτες υπογραφές
Florence Autret, συγγραφέας και δημοσιογράφος
Antoine Bozio, διευθυντής του Ινστιτούτου Δημόσιων Πολιτικών
Julia Cagé, οικονομολόγος στο Χάρβαρντ και στη Σχολή Οικονομικών Επιστημών του Παρισιού
Daniel Cohen, καθηγητής στην Ανωτάτη Σχολή Εκπαιδευτικών (École normale supérieure) και στη Σχολή Οικονομικών Επιστημών του Παρισιού
Anne-Laure Delatte, οικονομολόγος στο CNRS, στο Πανεπιστήμιο Paris X και στο Γαλλικό Παρατηρητήριο Οικονομικών Συγκυριών (OFCE)

Brigitte Dormont, καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Paris Dauphine
Guillaume Duval, αρχισυντάκτης του μηνιαίου περιοδικού Alternatives Economiques
Philippe Frémeaux, πρόεδρος του Ινστιτούτου Veblen
Bruno Palier, διευθυντής έρευνας του CNRS στο Ινστιτούτο Πολιτικών Σπουδών του Παρισιού (Κέντρο Ευρωπαϊκών Μελετών)
Thierry Pech, γενικός διευθυντής της Terra Nova
Thomas Piketty, διευθυντής μελετών στην Ανωτάτη Σχολή Κοινωνικών Επιστημών του Παρισιού (EHESS), καθηγητής στη Σχολή Οικονομικών Επιστημών του Παρισιού
Jean Quatremer, δημοσιογράφος
Pierre Rosanvallon, καθηγητής στο Κολλέγιο της Γαλλίας, διευθυντής μελετών στο EHESS
Xavier Timbeau, διευθυντής του Τμήματος Ανάλυσης και Πρόβλεψης του OFCE (Κέντρο Οικονομικών Ερευνών του Ινστιτούτου Πολιτικών Επιστημών του Παρισιού)
Laurence Tubiana, καθηγήτρια Πολιτικών Επιστημών, πρόεδρος τουΙνστιτούτουΒιώσιμης Ανάπτυξης και Διεθνών Σχέσεων (IDDRI).

Το γαλλικό Μανιφέστο, ο Όμιλος Γκλίνικερ και η Ελλάδα

Οι κρίσεις είναι αιτίες αλλαγών, βάσεις για αναθεώρηση των πάντων. Ετσι ήταν στην ιστορία και έτσι θα γίνεται πάντα. Σε καιρούς ήρεμους, ευμάρειας και ευδαιμονίας, έστω πλαστής, όλα μοιάζουν απλά. Οι πολίτες ασχολούνται με τα προσωπικά τους, οι κυβερνήσεις με το πώς θα ξανακερδίσουν στις εκλογές, οι επιχειρήσεις με το πώς θα αυξήσουν την κερδοφορία τους, κοκ. Kαι η Ευρώπη; Κι αυτή ακολούθησε την πεπατημένη, αλλοιώς δεν θα βρίσκονταν σήμερα σε κατάσταση βαθιάς κρίσης. Κάποιες προειδοποιήσεις, ναι υπήρξαν, αλλά χωρίς δραστικά μέτρα, χωρίς επίγνωση των κινδύνων, και χωρίς αλλαγή πορείας. Μέχρι που ήρθε η συστημική κρίση που ζούμε και μετά το 2008 ήρθαν τα πάνω-κάτω.
Η Ευρώπη ωστόσο προκαλεί πάντα το ενδιαφέρον των πολιτών. Παρά τις ατέλειές της. Με την πρόσφατη σηματικότατη πρωτοβουλία τους οι 11 κορυφαίοι γερμανοί διανοοούμενοι θέτουν αρκετά ζητήματα και μας θυμίζουν τα βασικά:(http://www.hertie-school.org/fileadmin/images/Downloads/enderlein_glienickergruppe/Towards_a_Euro_union__English_.pdf). Η επιθεώρηση Athens Review of Books είχε την καλή ιδέα να παρουσιάσει το κείμενο αυτό στα ελληνικά και εκεί διαβάζουμε: «Κανείς δεν πρέπει να υποπέσει στο ολίσθημα να πιστέψει ότι η κρίση θα περάσει και ότι οι μηχανισμοί σταθεροποίησης που τέθηκαν βιαστικά σε εφαρμογή αρκούν για να εγγυηθούν την μακροπρόθεσμη επιτυχία του ευρώ. Ο Ζαν Μονέ, ένας εκ των ιδρυτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είπε κάποτε: «L'Europe se fera dans les crises» (σε ελεύθερη μετάφραση: η Ευρώπη θα πραγματωθεί μέσα από τη διαχείριση των κρίσεων). Η σημερινή κρίση είναι πιθανότατα η πιο σοβαρή που αντιμετώπισε ποτέ η Ευρωπαϊκή Ένωση. Το πώς θα αξιοποιήσουμε αυτήν την ιστορική ευκαιρία εξαρτάται πλέον από εμάς» (http://athensreviewofbooks.com/?p=1001).
Τί προτείνουν όμως οι γερμανοί διανοούμενοι (Glienicker Gruppe (Όμιλος Γκλίνικερ); Προτείνουν μια ευρω-ένωση, μια ένωση της ζώνης ευρώ, με νέα Συνθήκη, μέ όργανα της ευρω-ζώνης, π.χ. ευρω-κοινοβούλιο, ξεχωριστό προϋπολογισμό για την ευρω-ζώνη, διασφάλιση των δημόσιων αγαθών και εκτιμούν επίσης ότι «η Ένωση του Ευρώ χρειάζεται μια οικονομική κυβέρνηση με ουσιαστική δυνατότητα δράσης». Πιό συγκεκριμένα προτείνουν ακόμα μια θεμελιωμένη τραπεζική ένωση κι όχι απλή τραπεζική εποπτεία, έναν ελεγχόμενο μηχανισμό μεταβιβάσεων πόρων για σταθερότητα και αλληλεγγύη, ένα κοινό σύστημα ασφάλισης ανέργων, οργανωμένη κινητικότητα εργατών, ειδικό μηχανισμό κυρώσεων και μια «ευρω-κυβέρνηση» οικονομικής μάλλον φύσης.
Κι εδώ αρχίζουν τα δύσκολα: μόνο με οικονομική διακυβέρνηση, με τραπεζική ένωση και μηχανισμού για αδύνατους ή απείθαρχους, δεν λύνεται το πρόβλημα. Πρέπει θαρρετά να πούμε ότι χρειάζεται Πολιτική Ενωση, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Η σημερινή αμηχανία και τα πολλά προβλήματα της ΕΕ αγγίζουν ένα ευρύ φάσμα θεμάτων όπως έλλειψη σύγχρονων θεσμών και κατάλληλων πολιτικών, αλλά και ζητήματα που άπτονται της ταυτότητας, της συμμετοχής, της ισοτιμίας.
Και καταλήγουν ότι «για να υλοποιηθεί αυτή η πολιτική ατζέντα, η Ευρωζώνη πρέπει να θεμελιωθεί σε μια νέα συμφωνία. Το ζητούμενο είναι να καταρτιστεί μια Ευρωσυνθήκη που θα αντικαταστήσει τις προηγούμενες αποσπασματικές μεταρρυθμίσεις. Μια τέτοια συνθήκη θα αποτελέσει ισόβια παρακαταθήκη συλλογικών εμπειριών και εκτιμήσεων από την περίοδο της κρίσης».
Οι γάλλοι διανοούμενοι δεν άργησαν να απαντήσουν στη γερμανική πρωτοβουλία. Χαιρετίζουν την γερμανική πρωτοβουλία και διαπιστώνουν ότι «το κεντρικό διακύβευμα είναι απλό: τόσο η δημοκρατία όσο και οι δημόσιες αρχές πρέπει να ανακτήσουν τον έλεγχο, ώστε να ρυθμισθεί αποτελεσματικά ο παγκοσμιοποιημένος χρηματιστικός καπιταλισμός του 21ου αιώνα και να υλοποιήσουν τις πολιτικές κοινωνικής προόδου που απουσιάζουν εντελώς από τη σημερινή Ευρώπη». (http://athensreviewofbooks.com/?p=1024)
Προτείνουν ωστόσο να πάμε δυό βήματα πιο πέρα και να δημιουργήσουμε ένα κοινό φόρο για τις επιχειρήσεις, ένα δεύτερο κοινοβουλευτικό σώμα όπου θα εκπροσωπούνται αποκλειστικά και για ευνόητους λόγους τα κράτη-μέλη της ευρωζώνης, μέσα από εθνικά τους κοινοβούλια. (βλ. επίσης http://www.lemonde.fr/idees/article/2014/02/16/manifeste-pour-une-union-politique-de-l-euro_4366865_3232.html) και προτείνουν κι άλλα εργαλεία στον τομέα της οικονομικής διαχείρισης όπως είναι η μερική αμοιβαιοποίηση του χρέους. Ωστόσο παρά το ότι το κείμενό τους είναι περισσότερο συνολικό και πολιτικό, δεν απαντούν κι αυτοί στο επίμαχο θέμα της πραγματικής πολιτικής ένωσης, αφού η οικονομική διακυβέρνηση δεν λύνει τα γνωστά προβλήματα, κι είναι σαφές ότι εντός της ευρωζώνης παρατηρείται ασύμμετρη ανάπτυξη.
Πώς θα εκφραστεί τελικά η βούληση των λαών της Ευρώπης, αφού χωρίς αυτή όλα μοιάζουν ως ένα σύστημα κλασσικής φιλελεύθερης οικονομικής διαχείρισης; Πώς θα πεισθούν οι πολίτες ειδικά σήμερα, με την εμπειρία της κρίσης, την υψηλή ανεργία και το ψυχολογικό χάσμα που αυτή προκάλεσε ανάμεσα στον βορρά και στο νότο; Πώς θα επιστρέψει η πολιτική σε μια κοινωνία που έχει εθιστεί στη λογική της αναγωγής των πάντων σε θέματα ανταγωνιστικότητας....Πώς θα προκύψει μια νέα ισορροπία ανάμεσα στο πολιτικό, στο κοινωνικό, στο οικονομικό και πολιτιστικό στοιχείο;
Είναι κρίσιμο και χρήσιμο συνεπώς να συζητήσουμε το θέμα της πολιτικής ένωσης, και στην Ελλάδα, όπου η κρίση αφήνει πίσω της κοινωνικά συντρίμια. Η ΕΕ χρειάζεται σήμερα μια ριζική αναθεώρηση τόσο της λειτουργίας, όσο και των στόχων της. Παραδόξως, χρειαζόμαστε περισσότερη Ευρώπη, αλλά χρειαζόμαστε μια άλλη Ευρώπη. Μια Ευρώπη που θα απαντά στις προκλήσεις της εποχής:μετανάστευση, δημογραφικό, ανεργία, επιχειρηματικότητα και πραγματική οικονομία, σύγκλιση των οικονομιών, κοινωνική συνοχή, νέα εργαλεία οικονομικής παρέμβασης. Κι όλα αυτά σημαίνουν ανοιχτή συζήτηση γι αυτό που ηθελημένα ξεχάστηκε, την πολιτική ενοποίηση. Η οικονομική ενοποίηση, είναι λειψή, έφτασε το αποκορύφωμά της και τώρα οπισθοχωρεί: η κρίση κατέδειξε ότι η ΕΕ δεν ήταν έτοιμη για δύσκολες αποφάσεις, δεν είχε τις κατάλληλες πολιτικές ή τα εργαλεία και δεν είχε κυρίως την πολιτική βούληση να κάνει την ριζική αλλαγή. Νομίζει ότι κερδίζει χρόνο με την αδράνεια ή με ημίμετρα, αλλά η κρίση προχωρά ακάθεκτη. Παράλληλα ο κόσμος αλλάζει γρήγορα, η τεχνολογία δρα καταλυτικά σε όλα τα επίπεδα και η ΕΕ πρέπει να βρει ένα νέο εσωτερικό και διεθνή ρόλο.
Πρότεινα σχετικά τα εξής: «...επειδή η ΕΕ δεν μπορεί να γίνει υπερκράτος είναι καιρός να επεξεργαστούμε σχέδιο ευρωπαϊκής συνεργασίας ρεαλιστικό και βιώσιμο για την πολιτική, την οικονομία και την κοινωνία. Σε πρακτικό επίπεδο αυτό σημαίνει ότι χρειαζόμαστε μια νέα Συνθήκη και ένα νέο σχέδιο, την Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία των κρατών-εθνών του 21ου αιώνα. Μια ομοσπονδία που θα εκφράζει μια νέα σύνθεση και θα δώσει ένα νέο ρόλο στο κύριο συστατικό της στοιχείο, στο κράτος-έθνος και κατ'επέκταση στον πολίτη, στην περιφέρεια. Ενδεχομένως μια Ομοσπονδία νέου τύπου, δηλαδή βασισμένη κυρίως στα κράτη-έθνη κι όχι αναγκαστικά μια ομοσπονδία κλασσικού τύπου, ένα απρόσιτο υπερκράτος». (βλ. Αθ. Θεοδωράκη «Σ'ευχαριστούμε Αριστείδη», από τις Μεταμεσονύκτιες εκδόσεις. Αθήνα 2013).
Για την Ελλάδα η πολιτική ενοποίηση και συγκεκριμένα η Πολιτική Ενωση της ευρωζώνης σημαίνει πρώτα απόλα μια ευρωπαϊκή ομοσπονδία με κοινή εξωτερική και αμυντική πολιτική. Σήμερα, παρά τα σχέδια και διακηρύξεις, δεν υπάρχει τέτοια πολιτική κι έτσι, η δημιουργία κοινής αμυντικής βιομηχανίας όπως προτείνεται, χωρίς κοινή αμυντική πολιτική, δεν έχει για τη χώρα μας ειδικό ενδιαφέρον. Αυτό όμως είναι ένα κεντρικό ζήτημα, σχετίζεται με την προστασία των εξωτερικών συνόρων, με θέματα εθνικής ασφάλειας και πρέπει να απαντηθεί καθαρά.
Η ευκαιρία των ευρω-εκλογών του Μαίου 2014 είναι μοναδική. Τα κόμματα αλλά και οι πολίτες, τα κράτη και τα θεσμικά όργανα της ΕΕ πρέπει να αρχίσουν έναν έντονο, ειλικρινή διάλογο πάνω στα ουσιαστικά θέματα. Οι πολίτες θέλουν διάλογο ουσίας, επιχειρήματα, προτάσεις, λύσεις. Θεωρώ ότι η αναγκαιότητα προώθησης της ευρωπαϊκής ενοποίησης ως απάντησης στην βαθιά και συστημική κρίση είναι πασιφανής, υπό τον όρο της πολιτικής ενοποίησης. Το ζήτημα σήμερα είναι να δημιουργηθεί μια άλλη Ευρώπη, αφού το υπάρχον οικοδόμημα δεν έχει απάντηση. Εκφράζει μια κατάσταση πραγμάτων, ακολουθεί μια ξεπερασμένη αντίληψη, αλλά δεν έχει προοπτική. Το εύρος της οικονομικής κρίσης ανέδειξε την ανάγκη ουσιαστικής αλλαγής των ρόλων ανάμεσα στο κράτος και στις αγορές, ανάμεσα στην ίδια την ΕΕ και τα κράτη-μέλη,στους θεσμούς και τις πολιτικές της.
Η οικονομική κρίση ανέδειξε επίσης κι ένα νέο, πολιτικής φύσεως, ευρωπαϊκό έλλειμμα: η «κοινοτική μέθοδος» έχει εγκαταλειφθεί στην πράξη, οδηγούμαστε προς μια «μετα-κοινοτική» Ευρώπη, με λειτουργία πολλαπλών ταχυτήτων και έντονο το διακυβερνητικό σύστημα λήψης αποφάσεων. Εχει όμως νόημα για τους πολίτες που βιώνουν την ανεργία, την ανασφάλεια, την απογοήτευση να συνεχισθούν οι σημερινές πολιτικές; Δεν πρέπει να τεθούν στο νέο ευρω-κοινοβούλιο θέματα ουσίας, όπως είναι η πολιτική ενοποίηση, το νέο οικονομικό μοντέλο, οι ισότιμοι όροι ανάπτυξης, η διασφάλιση πρόσβασης στα δημόσια αγαθά;
Ενόψει των ευρωεκλογών του 2014, ας ανοίξει κι εδώ ένας διάλογος ουσίας, για το ποιά Ευρώπη θέλουμε, ποιά Ευρώπη προτείνουμε. Αυτό που έχει τώρα σημασία είναι η υπέρβαση της κρίσης, κι αυτό απαιτεί τη σύλληψη ενός νέου μοντέλου της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Μιας ενοποίησης που είτε θα είναι πολιτική, είτε δεν θα υπάρξει. Γι αυτό θεωρώ ότι χρειάζεται μια νέα ισορροπία ανάμεσα στο κοινό ευρωπαϊκό οικοδόμημα και τα κράτη-έθνη. Αν το νέο ζητούμενο είναι η πολιτική εμβάθυνση και ενοποίηση της ΕΕ κι όχι η ατέρμονη διεύρυνση ως φυγή προς το άγνωστο, αυτό μας οδηγεί σε μια Πολιτική Ενωση, σε μια «νέου τύπου ευρωπαϊκή ομοσπονδία των κρατών-εθνών», (Ζακ Ντελόρ). Μια νέα σχέση μεταξύ μας, ένα νέο αποτελεσματικό και λειτουργικό μοντέλο πρέπει να προκύψει, ώστε το ισχυρό κοινοτικό οικοδόμημα να στηρίζεται πρωτίστως στα ίδια τα δημοκρατικά κράτη-έθνη που το απαρτίζουν. Να τα εκφράζει αλλά και να αντλεί από αυτά γενεσιουργό δύναμη. Να τα στηρίζει στο νέο τους ρόλο και όχι να επιζητεί την υπέρβασή τους. Δεν πρόκειται για επιστροφή στο κράτος-έθνος. Ούτε πρόκειται για δημιουργία υπερκράτους, η Ευρώπη εξάλλου δεν θα γίνει ποτέ ένα υπερκράτος που θα αφομοιώσει και θα εξαφανίσει τα μικρά ή μεγάλα, περήφανα όμως, ιστορικά, έθνη της. Η νέα Ευρώπη πρέπει να στηριχθεί ταυτόχρονα στα κράτη-έθνη και στους ευρωπαίους πολίτες, να στηριχθεί σε αυτούς που πραγματικά και βιωματικά συμμετέχουν, για να ενδυναμωθεί τόσο προς τα έξω (με κοινή άμυνα, με κοινή εξωτερική πολιτική), όσο και προς τα μέσα (ποιότητα ζωής με στροφή στον άνθρωπο, στήριξη της πραγματικής οικονομίας, μικρή και μεσαία επιχειρηματικότητα). Αυτή η επιλογή σημαίνει και εξεύρεση των μέσων, δηλαδή ομοσπονδιακό προϋπολογισμό με ισχυρές αναδιανεμητικές πολιτικές.
Χρειάζεται λοιπόν μια νέα ομοσπονδιακή μέθοδος, μια νέα λογική. Εδώ το πολιτικό στοιχείο θα είναι καθαρό και κυρίαρχο: Ευρωπαϊκή Πολιτική Ένωση, Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με ουσιαστικές αρμοδιότητες, Ευρωπαϊκή Επιτροπή με ρόλο κεντρικής κυβέρνησης, Ευρωπαϊκό Συμβούλιο για χάραξη στρατηγικών επιλογών και ενεργοί ευρωπαίοι πολίτες με αποφασιστικό ρόλο (τοπικές, εθνικές, ευρωπαϊκές εκλογές, γενικά και ειδικά δημοψηφίσματα, πρωτοβουλίες, αναφορές). Η νέα έννοια της κυριαρχίας θα είναι διττή και συμμετοχική, θα αφορά τόσο το εθνικό όσο και το ευρωπαϊκό πλαίσιο. Το ίδιο θα πρέπει να γίνει με τη δημοκρατία: τόσο σε εθνικό όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο δεν νοείται υποχώρηση της δημοκρατίας, όπως είδαμε να γίνεται στη διάρκεια της κρίσης (έκθεση DEMOS). Η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση με βάση την αγορά απέτυχε, ευνοεί λίγους, υποσκάπτεται από τις πολυεθνικές. Η πολιτική έχει πλέον τον λόγο.
Η κρίση που ζούμε είναι πράγματι ευκαιρία που πρέπει αξιοποιήσουμε για να βγούμε σε μια άλλη λεωφόρο. Η Ευρώπη χρειάζεται τώρα μια νέα δυναμική και όχι γραφειοκρατική μέθοδο λειτουργίας, χρειάζεται δηλαδή την πολιτική, αφού η επιστροφή της πολιτικής στη δημόσια σφαίρα είναι προϋπόθεση υπέρβασης του αδιεξόδου. Το νέο όραμα, αυτό του «ευρωπαϊκού κοινωνικού συμβολαίου» ( Ulrich Beck) είναι υπό εκκόλαψη και πάνω σε αυτό θα χτιστεί η νέα Ευρώπη. Θα προσέθετα εδώ και το πολιτικό στοιχείο, δηλαδή το νέο «ευρωπαϊκό πολιτικό και κοινωνικό συμβόλαιο». Αυτό θα είναι το νέο ευρωπαϊκό πλαίσιο, μια βιώσιμη οικονομία σε μια βιώσιμη ευρωπαϊκή δημοκρατία, όπου τα κράτη και οι πολίτες θα έχουν λόγο.
Ο έλεγχος της κρίσης, η δημιουργία νέου θεσμικού πλαισίου, οι νέες προτεραιότητες, η επιστροφή της πολιτικής, όλα αυτά αφορούν ταυτόχρονα την Ελλάδα και την Ευρώπη. Με την έννοια αυτή αναπόφευκτα η αλλαγή θα είναι διπλή. Δεν γίνεται σήμερα διαφορετικά, κράτη-μέλη και ΕΕ, ειδικά στην ευρωζώνη, είμαστε αλληλοεξαρτώμενοι. Θα προχωρήσουμε μαζύ, αλλά ως ισότιμοι εταίροι, αυτή είναι η μοίρα μας κι αυτή είναι και η επιλογή μας. Μπορούμε να δημιουργήσουμε αυτή την άλλη Ευρώπη, μπορούμε να ελπίζουμε σε ένα καλύτερο αύριο. Αλλά η πολιτική πρέπει να επιστρέψει, η δημοκρατία να ενδυναμωθεί, η αλληλεγγύη να γίνεται πράξη στα μεγάλα, όπως και στα μικρά θέματα. Προτού λοιπόν μιλήσουμε για ένα « ελληνικό μανιφέστο για την Ευρώπη», προτού συλλέξουμε υπογραφές, ας κάνουμε έναν ουσιαστικό διάλογο. Τα ερωτήματα είναι αμείλικτα: τί Ευρώπη θέλουμε, πόσο μακρυά είμαστε διατεθειμένοι να πάμε, πως συνδέονται με σημαντικά θέματα περαιτέρω εκχώρησης εθνικής κυριαρχίας. Κι επειδή δεν πρόκειται μόνο για θέματα κοινής αγοράς, αύξησης εισροής πόρων ή δανείων, κοκ, τα θεσμικά, πολιτικά και στρατηγικά ανταλλάγματα της συμμετοχής αυτής πρέπει να είναι καθαρά και σημαντικά.
Ετσι μόνο έχει νόημα ο στόχος της Πολιτικής Ενωσης της Ευρωζώνης.

Ελπίδα πρώτης Ανάστασης για την Ευρώπη Η σημασία του γαλλικού «Μανιφέστου για πολιτική ένωση του ευρώ»

Οι επερχόμενες ευρωεκλογές θα αναδείξουν με κάθε βεβαιότητα το βαρύ δίλημμα της Ευρώπης. Είτε η Ευρωπαϊκή Ένωση θα προχωρήσει σε ριζικές αλλαγές που σε μια πρώτη φάση θα είναι η πολιτική ένωση του ευρώ με κοινωνικό πρόσωπο, είτε θα μπει σε πορεία επανόδου προς μια χαλαρή ενιαία αγορά με αναδυόμενους νεοεθνικισμούς και κραυγαλέα υποβάθμιση του διεθνούς ρόλου της. Οι μεθεπόμενες ευρωεκλογές τον Ιούνιο του 2019 θα δώσουν την δημοκρατική απάντηση στο δίλημμα και θα είναι οι σημαντικότερες στην πορεία της Ε.Ε. Η πενταετία 2014-2019 θα είναι μία καυτή περίοδος σε όλες τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες και αν δεν υπήρχε η Μεγάλη Κρίση 2008-9 που «διάλυσε» κυριολεκτικά τον ανέτοιμο και υπερχρεωμένο Ευρωπαϊκό Νότο και γονάτισε την Ελλάδα θα μπορούσαμε να πούμε γι 'αυτήν το γνωστό μαοϊκό απόφθεγμα «Μεγάλη Αναταραχή, Θαυμάσια Κατάσταση». Ουσιαστικά αυτό που διακυβεύεται ξεπερνά κατά πολύ το ευρωπαϊκό πλαίσιο και έχει παγκόσμιες διαστάσεις. Θα βρεθεί άραγε μία δημοκρατική νέα ρύθμιση του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού καπιταλισμού που θα εγγυάται τη διατήρηση του ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου ενώ θα απαντά με επιτυχία στις προκλήσεις της παγκοσμιοποίησης τιθασεύοντας παράλληλα τις άγριες ανισότητες και την ανεργία; Το «Μανιφέστο για μία πολιτική ένωση του ευρώ» 250 Γάλλων πολιτών και προσωπικοτήτων που δημοσιεύουμε σήμερα από το Athens Review of Books χτυπάει δυνατά την καρδιά του προβλήματος και αποτελεί συνέχεια και επέκταση αντίστοιχης γερμανικής πρωτοβουλίας του Ομίλου Γκλίνικερ. Είναι ένα εξαιρετικό κείμενο άμεσης δράσης. Σε συνδυασμό με την πρόταση του οικονομολόγου Thomas Piketty- που υπογράφει το κείμενο- για την καθιέρωση ενός παγκόσμιου φόρου για το μεγάλο Κεφάλαιο με συμφωνία Ε.Ε. και ΗΠΑ το κείμενο προδιαγράφει έναν από τους δύο ρεαλιστικά δυνατούς δρόμους για την Ε.Ε. την προσεχή πενταετία. Ο άλλος είναι η διατήρηση με μικρές προσαρμογές του σημερινού status quo με την κυριαρχία του «εθνικού» νεοφιλελευθερισμού γερμανικής έμπνευσης που βεβαίως θα οδηγήσει την Ε.Ε. στον τελικό διχασμό με έναν προσωρινά ευημερούντα Βορρά και έναν Νότο με μακρόχρονη στασιμότητα «ιαπωνικού» τύπου, ύφεση, αποπληθωρισμό και την Ελλάδα σε πιθανή κατάρρευση. Βάσιμες ενδείξεις για την ανάδειξη αυτών των δύο κατευθύνσεων που κονταροχτυπιούνται ήδη στην Ευρώπη έχουμε από την σημερινή διαμάχη για τον κίνδυνο του Αποπληθωρισμού (deflation) στην Ευρωζώνη. Ενώ η Eurostat κατέγραψε αρνητικό πληθωρισμό σε 8 χώρες της ευρωζώνης (η Έλλάδα στην δεύτερη θέση) και μέσο πληθωρισμό 0,5% την στιγμή που ο στόχος «λογικού» πληθωρισμού της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας βρίσκεται «περίπου στο 2% ετησίως», τη στιγμή που οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις ασφυκτιούν από έλλειψη ρευστότητας- οι ελληνικές «στραγγαλίζονται» καθημερινά- γιατί οι τράπεζες «παρκάρουν» τα διαθέσιμα στην ΕΚΤ παρότι το επιτόκιο είναι μόνον 0,25%, την στιγμή που η ύφεση καραδοκεί ο Jürgen Stark,γερμανός πρώην μέλος της ΕΚΤ σε πρόσφατο άρθρο του «Ο Μάριο Ντράγκι να μην ακούσει τα γεράκια του Αποπληθωρισμού» (Financial Times 14/4/2014) θεωρεί ότι δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα, όλα βαδίζουν σύμφωνα με το πρόγραμμα και ότι είμαστε σε μία περίοδο γενικής σταθερότητας των τιμών. Υπάρχει απλά ένας «Ενάρετος Αποπληθωρισμός» στις χώρες της περιφέρειας (Ελλάδα, Πορτογαλία, Κύπρος) που ολοκληρώνει την λογική της «εσωτερικής υποτίμησης» και των διαρθρωτικών αλλαγών, ίσως και η τεχνολογία που μειώνει τις τιμές και αύριο πιθανά να έχουμε στην ευρωζώνη πρόβλημα πληθωρισμού και όχι αποπληθωρισμού. Πολλοί αναλυτές τονίζουν ότι αυτά που λέει ο Jürgen Stark εκπροσωπούν με κρυστάλλινη σαφήνεια τις απόψεις της σημερινής γερμανικής ελίτ και ισχύουν εν μέρει σχεδόν μόνο για την Γερμανία και για κανέναν άλλο στην ευρωζώνη. Σίγουρα όχι για τον ευρωπαϊκό Νότο και απολύτως όχι για την Ελλάδα που δεν έχει απλά ύφεση και αποπληθωρισμό (deflation) αλλά βρίσκεται στα όρια της εξουθενωτικής ύφεσης (depression) με στοιχεία εξόδου από καταστάσεις τύπου Μεγάλης Ύφεσης του 1929, με βαριά σωρευτική πτώση του ΑΕΠ κατά 25%, ανεργία 27%, χρέος 177% του ΑΕΠ, συνεχιζόμενη πτώση της βιομηχανικής παραγωγής και σταμάτημα της προσωρινής ανόδου των εξαγωγών. Το όποιο πρωτογενές πλεόνασμα, η μερική έξοδος στις διεθνείς αγορές με το πενταετές ομόλογο, κάποια στοιχεία προσέλκυσης ιδιωτικών κεφαλαίων στις τράπεζες με προσδοκία βεβαίως θεαματικών αποδόσεων σε προοπτική εξαμήνου (και πιθανή έξοδο μετά;;) αποτελούν κάποια θετικά βήματα αλλά η «μεγάλη εικόνα» για την ελληνική πραγματική οικονομία είναι ότι βρίσκεται ακόμα στο χείλος του γκρεμού.
Η αξία των απόψεων του Jürgen Stark έγκειται στο ότι ξεκαθαρίζει με σαφήνεια τις απόψεις και τις διαθέσεις του σημερινού κυρίαρχου δρόμου στην ευρωζώνη και την Ε.Ε. διευκολύνοντας έτσι και την ανάπτυξη του εναλλακτικού δρόμου που μια εκδοχή του αποτελεί το «Μανιφέστο για την πολιτική ένωση του ευρώ». Δημιουργούνται έτσι εξίσου σταδιακά οι νέες προδιαγραφές για την εναλλαγή της Δεξιάς με την Αριστερά σε ευρωπαϊκό επίπεδο πέρα και πάνω από τα σημερινά πολιτικά κόμματα που είναι σχεδόν στο σύνολό τους ανέτοιμα να συνθέσουν με έναν νέο τρόπο το εθνικό με το ευρωπαϊκό. Η βοή των επερχόμενων γεγονότων στην Ευρώπη την προσεχή πενταετία είναι βέβαια ακόμα ασαφής. Αλλά στο βάθος όλοι το διαισθάνονται και προετοιμάζονται γι αυτό. Αυτό φαίνεται καθαρά στην ελληνική περίπτωση. Στην ουσία σ' αυτές τις ευρωεκλογές μπορεί τα καθαυτό ευρωπαϊκά θέματα να μην φαίνονται με την πρώτη ματιά αλλά υπάρχουν στο βάθος παντού. Μία από τις αιτίες που δεν είναι ορατά βρίσκεται στο ότι η ελληνική κοινωνία με αφορμή τις ευρωεκλογές αναζητά επειγόντως νέα πρόσωπα (όχι αναγκαστικά νεαρά στην ηλικία), νέους σχηματισμούς ή κυρίως νέες συνθέσεις πολιτικών σχηματισμών που θα ανταγωνιστούν για την ψήφο στις αναγκαστικά επερχόμενες εθνικές εκλογές. Με καθυστέρηση έξη ετών μπαίνουμε αργά, σταδιακά, με σύγχυση μέσα από ένα μάλλον «δημιουργικό χάος» σε μια νέα περίοδο. Γι αυτό ας ελπίσουμε ότι θα έχουμε μία διπλή πρώτη Ανάσταση σε Ελλάδα και Ευρώπη. Για την μεγάλη και πραγματική Ανάσταση μάλλον θα περιμένουμε κάποια χρόνια. Η ομάδα ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ 2021 και η ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ φιλοδοξούν πέρα και πάνω από τους σημερινούς κομματικούς ανταγωνισμούς να συντελέσουν στην συναινετική επιτάχυνση αυτής της αλλαγής σε Ελλάδα και Ευρώπη. Γι αυτό θα αναλάβουν πρωτοβουλίες μαζί με άλλους ανεξάρτητους φορείς, δίκτυα, περιοδικά και κινήσεις να πλαισιώσουν και να συνεισφέρουν σε μία δυνατή ελληνική συμμετοχή στη λογική του «Μανιφέστου για μια πολιτική ένωση του ευρώ». Τα μέλη της ομάδας Π2021 Θανάση Θεοδωράκης και Αντώνης Παπαγιαννίδης συνεισφέρουν με τα άρθρα τους που ακολουθούν στην ανάπτυξη ενός πρώτου προβληματισμού.


Περικλής Βασιλόπουλος
Συντονιστής ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ 2021
Α/δρος Ένωσης Πολιτών για την ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ

Ο μίτος της ανασυγκρότησης της χώρας

Τα σημεία συναίνεσης για το
"Εθνικό Σχέδιο Ανασυγκρότησης"

Αθήνα, 5 Μαρτίου 2014

Ενότητες - Ομιλητές ημερίδας:
«Ο Μίτος της Ανασυγκρότησης της Χώρας»

1η Ενότητα
Η βιωσιμότητα του χρέους και οι προτάσεις για την επίτευξή της
• Zsolt Darvas - Ερευνητής Bruegel Institut
•Παναγιώτης Λιαργκόβας, Επικεφαλής του γραφείου προϋπολογισμού της Βουλής
•Χριστόφορος Σαρδελής, π. Γ. Διευθυντής του Οργανισμού Δημοσίου Χρέους
Εισαγωγή: Ζώης Τσώλης, δημοσιογράφος
2η Ενότητα
Η θεσμική αναγέννηση
Το πολιτικό σύστημα, το φορολογικό σύστημα, η δημόσια διοίκηση, το ασφαλιστικό σύστημα, η αυτοδιοίκηση
•Σταύρος Τσακυράκης, Καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου
•Γιώργος Κορομηλάς, Πρόεδρος Ινστιτούτου Οικονομικών και Φορολογικών Μελετών
•Πλάτων Τήνιος, Καθηγητής Στατιστικής και Ασφαλιστικής Επιστήμης
•Λεωνίδας Χριστόπουλος, Πτυχιούχος Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης
•Αντώνης Καμάρας, Πολιτικός Επιστήμονας, σύμβουλος Δημάρχου Θεσσαλονίκης
Άννα Διαμαντοπούλου, Πρόεδρος του Δικτύου
3η Ενότητα
Οι τομείς-προτεραιότητες ανάπτυξης της χώρας & η χρηματοδότησή τους
•Γιώργος Τσόπελας, Διευθύνων Σύμβουλος McKinsey& Company Ελλάς
•Πλούταρχος Σακελλάρης, Οικονομολόγος, πρώην Αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, καθηγητής Ο.Π.Α.
•Γιάννης Τσαμουργκέλης, Οικονομολόγος, επίκουρος καθηγητής Πανεπιστημίου Αιγαίου
•Αρίστος Δοξιάδης, Οικονομολόγος, Σύμβουλος Επιχειρήσεων
•Βασίλης Καρατζάς , Οικονομολόγος
Εισαγωγή: Αργύρης Παπαστάθης, Δημοσιογράφος
Ενότητες – Περιεχόμενα της Ημερίδας

Από την ιδεοληψία στην ανάγκη και από εκεί στο μέλλον.

«Ο μίτος της ανασυγκρότησης της χώρας»

ΕΘΝΙΚΟ ΣΧΕΔΙΟ ΑΝΑΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗΣ

ΣΗΜΕΙΑ ΣΥΝΑΙΝΕΣΗΣ

Α. Η βιωσιμότητα του χρέους και οι προτάσεις για την επίτευξή της

Β. Η θεσμική αναγέννηση (Το πολιτικό σύστημα, το φορολογικό σύστημα, η δημόσια διοίκηση, το ασφαλιστικό σύστημα, η αυτοδιοίκηση)

Γ. Οι τομείς-προτεραιότητες ανάπτυξης της χώρας & η χρηματοδότησή τους

Α. Η βιωσιμότητα του χρέους και οι προτάσεις για την επίτευξή της

 Προϋποθέσεις για νέα επιμήκυνση
 Ανάληψη του κόστους ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών από τον ESM
 Διαγραφή του επιτοκίου από τα επίσημα δάνεια, εφόσον τα επίπεδα του δημοσίου χρέους αποδειχθούν μη βιώσιμα παρά τις αποδεδειγμένες προσπάθειες της Ελλάδας
 Διαγραφή τμημάτων του χρέους μετά από συγκεκριμένες μεταρρυθμίσεις

Β. Η θεσμική αναγέννηση

 Φορολογικό σύστημα

 Αλλαγή στόχου
 Εμπιστοσύνη
 Απλό, σαφές και κατανοητό
 Διοικητική οργάνωση του συστήματος
 Εθνική συνεννόηση

 Σύστημα Δικαιοσύνης

 Χρονικοί και Ποσοτικοί Στόχοι

 Κοινωνικό Κράτος

 Τα δημόσια αγαθά δεν είναι δωρεάν
 Το κόστος τους επιβαρύνει το σύνολο της κοινωνίας
 Η κοινωνική προστασία είναι το μεγαλύτερο και πιο δαπανηρό τμήμα του κράτους

 Δημόσια Διοίκηση

 Αξιολόγηση
 Εξορθολογισμός του μεγέθους του ελληνικού δημοσίου
 Βάρος η τεράστιου μεγέθους ελληνική έντυπη γραφειοκρατία
 Άνοιγμα της διοίκησης σε στελέχη του ιδιωτικού τομέα

Γ. Οι τομείς-προτεραιότητες ανάπτυξης της χώρας

 Τουρισμός
 Ναυτιλία
 Πολιτισμός
 Αγροτικός τομέας
 Βιομηχανία τροφίμων
 Ενέργεια

& η χρηματοδότησή τους

 Οι Ελληνικές Τράπεζες και οι αντίστοιχοι Ευρωπαϊκοί Θεσμοί
 Η ΕΚΤ
 Η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων

ΠΕΡΙΛΗΨΗ - ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Από την ιδεοληψία στην ανάγκη και από εκεί στο μέλλον.

«Ο μίτος της ανασυγκρότησης της χώρας»

Από το 1974 ως το annus mirabilis της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας, το 2010, η χώρα κινούνταν ράθυμα στο εκκρεμές της ιδεοληψίας και της ανάγκης. Εν μέρει, αυτή η κίνηση συνεχίζεται ακόμα και σήμερα με διάφορες αφορμές που προσφέρει πότε η Τρόικα και πότε οι αγκυλώσεις του πολιτικού παρελθόντος.

Αληθινόν ήταν ό,τι το ιδεοληπτικόν θα έλεγε κανείς, ενώ σήμερα πολλές φορές εθνικόν είναι το κάθε κατεπείγον νομοσχέδιο.
Ύστερα, όμως, από 4 χρόνια η χώρα αποκτά ξανά μία ισχνή δυνατότητα ανάνηψης. Κάτι η αποδοχή πρωτογενούς πλεονάσματος, κάτι η απομάκρυνση της εξόδου από το ευρώ, κάτι η συνειδητοποίηση της ανάγκης να υπερβούμε την από το κράτος εξαρτημένη οικονομία, τείνουν να διαμορφώσουν ένα καλύτερο κλίμα.
Η λυδία λίθος όμως, είναι η εθνική αυτοσυνείδηση.
Οι πολίτες σε μεγάλο βαθμό έχουν κατανοήσει – πολλές φορές καλύτερα και πιο γρήγορα από τα κόμματα – ότι η χώρα έχει ανάγκη από αλλαγή παραδείγματος:

Νέα παραγωγική πρόταση.
Νέα δημόσια διοίκηση.
Νέοι θεσμοί.
Νέα σχέση με τους εταίρους μας.
Νέα νοοτροπία.

Αυτή η νέα συλλογική διάσταση πρέπει να είναι Εθνική και Συναινετική. Αν όχι σε όλα τουλάχιστον στα περισσότερα. Αυτό δηλαδή, που δεν πετύχαμε σε καμία ιστορική στιγμή, θα πρέπει να γίνει το θετικό αποτέλεσμα της βαθειάς κρίσης που συντάραξε τη χώρα και τον κάθε πολίτη.

Είναι λάθος και ίσως παράτολμο να λέει κανείς, ότι οι ιδεολογίες είναι πρόβλημα ή ότι τα προβλήματα δεν έχουν ανάγκη από ιδεολογίες για να λυθούν.
Οι ιδεολογίες είναι συνεκτικοί αρμοί στα θεμέλια του αντιπροσωπευτικού μας συστήματος. Είναι το πεδίο για να χτιστούν οι συναινέσεις που δεν προκύπτουν εν κενώ. Δεν έρχονται μόνες τους από το πουθενά.
Η συναίνεση είναι το σημείο τομής του διαφορετικού με γνώμονα το καλύτερο για όλους. Η συναίνεση χτίζεται πάνω στο κοινωνικό συμφέρον των επιμέρους αντιλήψεων. Η άκαμπτη ιδεολογία είναι το πρόβλημα, όχι η παραγωγική ιδεολογία που δύναται να φτάσει στη συναίνεση.

Σκοπός του ΔΙΚΤΥΟΥ για τη μεταρρύθμιση στην Ελλάδα και την Ευρώπη, ήταν να προκαλέσει ένα δημόσιο διάλογο για την ανίχνευση των τομέων και των περιθωρίων συναίνεσης επ΄αυτών που υπάρχουν μέσα σε ένα πολυκερματισμένο και ευμετάβλητο πολιτικό σκηνικό.
Σκοπός του ΔΙΚΤΥΟΥ δεν είναι να προτείνει το εθνικό σχέδιο ούτε να υποδείξει στα κόμματα και τους φορείς τι πρέπει να κάνουν, αλλά να ανευρεθεί ο ελάχιστος κοινός παρανομαστής που θα αποτελέσει τον καμβά για να πέσουν μετά πάνω τα διαφορετικά χρώματα, από όπου και αν προέρχονται. Ο καμβάς, όμως, πρέπει να είναι ίδιος και συναινετικός. Και είναι αυτός που θα μας βγάλει από το λαβύρινθο της κρίσης ως άλλος μίτος.

Για το λόγο αυτό επιλέγησαν 3 μείζονες ενότητες που η καθεμία ξεχωριστά συμπλέκεται με την άλλη, ώστε και οι 3 μαζί να συναποτελέσουν το πρόπλασμα του Εθνικού Σχεδίου Ανασυγκρότησης, για τα επόμενα χρόνια ώστε να θέσουμε το 2020 ως ένα έτος αφετηρίας για αλλαγή σελίδας για την Ελλάδα:

1η Ενότητα: Η βιωσιμότητα του χρέους και οι προτάσεις για την επίτευξή της
2η Ενότητα: Η θεσμική αναγέννηση (Το πολιτικό σύστημα, το φορολογικό σύστημα, η δημόσια διοίκηση, το ασφαλιστικό σύστημα, η αυτοδιοίκηση)
3η Ενότητα: Οι τομείς - προτεραιότητες ανάπτυξης της χώρας & η χρηματοδότησή τους

Το πρόβλημα του χρέους
Μια κοινή πρόταση των κομμάτων προς τις χώρες της ΕΕ δίνει αξιοπιστία κα σοβαρές πιθανότητες επιτυχίας.

Το έλλειμμα και το χρέος είναι δύο συγκοινωνούντα δοχεία σε μία οικονομία, που διαθέτουν ακόμα πιο ιδιαίτερα χαρακτηριστικά όταν μιλάμε για μία Νομισματική Ένωση όπως αυτή του Ευρώ από την οποία ούτε πρέπει, ούτε μπορούμε, ούτε μας συμφέρει να αποχωρήσουμε.
Το μέγεθος του χρέους (και του λόγου χρέους) επηρεάζει αρνητικά τους ρυθμούς μεγέθυνσης, καθιστά επιφυλακτικές τις αγορές και αποτρέπει όσους σχεδιάζουν να επενδύσουν στην πραγματική οικονομία.
Υπάρχουν αρκετά διαφορετικές προσεγγίσεις τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο για το τι μπορούμε να κάνουμε με το υπερβολικό μας χρέος.
Ως συνήθως, υπάρχει ένα εκκρεμές. Από τη μία πλευρά εκείνοι που ισχυρίζονται ότι πρέπει να μας διαγράψουν το χρέος και από την άλλη εκείνοι που υποστηρίζουν ότι μπορούμε να συνεχίσουμε ως έχουμε. Το να συνεχίσουμε ως έχουμε όμως, είναι μία ουτοπική χίμαιρα.
Άρα, το ζητούμενο είναι αν θα μπορέσουμε να συνθέσουμε μία πρόταση με ελληνικά χαρακτηριστικά, να την καταθέσουμε στο τραπέζι, παίρνοντας βεβαίως υπόψιν και την εμπειρία και την υποστήριξη ινστιτούτων και διεθνών οικονομολόγων, ώστε να έχει τα ρεαλιστικά χαρακτηριστικά που θα την καταστήσουν αποδεκτή και από τους εταίρους μας. Γιατί βεβαίως στο χρέος δεν είμαστε μόνοι μας για να κάνουμε αυτό που εμείς φανταζόμαστε.
Όλοι συμφωνούν ότι το μέγεθος του χρέους, αν δεν είναι αμιγώς εσωτερικό χρέος όπως πχ της Ιαπωνίας, συνιστά αγκάθι στην προσπάθεια για την ανάκαμψη μίας οικονομίας, καθώς αν αυτό συνδυάζεται με δημοσιονομικό εκτροχιασμό, οδηγεί στο snowball effect που θα παρασύρει, όπως έγινε στην περίπτωση της Ελλάδας, στο διάβα του κάθε οικονομικό υποστύλωμα. Αυτό ακριβώς το πρόβλημα καθιστά – μεταξύ άλλων – και βασικό εμπόδιο στην προσέλευση επενδύσεων.
Το πώς θα γίνει η σταδιακή μείωση του χρέους της Ελλάδας έτσι ώστε ούτε η αξιοπιστία της χώρας να θιγεί περαιτέρω, ούτε οι εταίροι μας να το αρνηθούν, αλλά κυρίως να χαλαρώσει ο βρόχος στο λαιμό της ελληνικής οικονομίας, είναι ζήτημα για το οποίο υπάρχουν διαφορετικά εργαλεία και προσεγγίσεις. Όμως, είναι αυτονόητο και σημείο συναίνεσης, ότι δεν χωρούν μονομερείς ενέργειες και ότι δεν γίνεται να ζητάμε μείωση του χρέους χωρίς να τηρούμε τις δεσμεύσεις μας, αλλά και χωρίς οι εταίροι να ενεργοποιούν προς όφελος της ανάπτυξης τα σημαντικά εργαλεία που διαθέτουμε ως Ένωση για την προάσπιση του κοινού αγαθού που λέγεται Ευρώ και δεν είναι άλλα από την Ευρωπαϊκή τράπεζα Επενδύσεων και την ΕΚΤ. Και κυρίως αν δεν κοιτάξουμε το δάσος που είναι η αύξηση του ΑΕΠ.
Από εκεί και πέρα το πρόβλημα του χρέους γίνεται μία εξίσωση με πολλές λύσεις και αρκετούς συντελεστές.
Η παραδοχή ότι το χρέος με οποιοδήποτε ρεαλιστικό σενάριο δεν είναι βιώσιμο μπορεί να οδηγήσει σε μία εθνική πρόταση που συνδυάζει:

 προϋποθέσεις για νέα επιμήκυνση,
 ανάληψη του κόστους ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών από τον ESM,
 διαγραφή του επιτοκίου από τα επίσημα δάνεια, εφόσον τα επίπεδα του δημοσίου χρέους αποδειχθούν μη βιώσιμα παρά τις αποδεδειγμένες προσπάθειες της Ελλάδας,
 διαγραφή τμημάτων του χρέους μετά από συγκεκριμένες μεταρρυθμίσεις,
Είναι μερικά από τα εργαλεία διευκόλυνσης που αν παρουσιαστούν με διακομματική συναίνεση εγγυώνται την σταθερή πορεία της χώρας.

Η θεσμική αναγέννηση της χώρας

Κανονικά, θα έπρεπε οι θεσμοί να αποτελούν τα εργαλεία που θα εξυπηρετούν συγκεκριμένους σκοπούς. Αυτό έγινε και στην Ελλάδα μόνο που οι σκοποί δεν ήταν γενικού συμφέροντος, αλλά συντεχνιακού. Πρώτος θύτης και θύμα εκ των υστερών αποδείχτηκε το πολιτικό σύστημα. Αυτό το καθιστά θριαμβευτικά και πρώτο ως προς το βαθμό συναίνεσης στην ανάγκη της εκ βάθρων αλλαγής του.
Είναι κοινός τόπος ότι η Συνταγματική Αναθεώρηση πρέπει να αποτελέσει την εμπροσθοφυλακή των αυτονόητων αλλαγών που έχει ανάγκη ο τόπος. Χρειάζεται με θάρρος μία νέα θέσμιση του πολιτικού περιβάλλοντος, όπου η κοινωνία και οι 3 διακριτές εξουσίες θα συμβαδίζουν ως προς το βαθμό της συνεχούς εξέλιξης, που καθιστά αναγκαία την προσαρμογή στις σύγχρονες συνθήκες. Υπάρχει συμφωνία στην αλλαγή του ακραίως πρωθυποκεντρικού μοντέλου, στην ενδυνάμωση του κοινοβουλίου και στους θεσμούς που θα εγγυώνται την απρόσκοπτη λειτουργία των τριών εξουσιών.
Είναι δύσκολο να χτιστούν απόλυτες συναινέσεις σε καθένα από τους βασικούς θεσμούς της χώρας. Οι διαφορετικές ιδεολογικές καταβολές, οι χαραγμένες μνήμες των διχασμών και η παραδοσιακή πελατειακή μας κακοδαιμονία, δεν συνηγορούν σε μία συναινετική αντίληψη για το δέον γενέσθαι. Είναι όμως μεγάλη κατάκτηση να υπάρξει σύμπνοια ως προς τις προτεραιότητες.
Πρώτο και κύριο μεταρρυθμιστικό στοίχημα για την κοινωνία μας και την οικονομία μας που αναζητά οξυγόνο, είναι το φορολογικό σύστημα.

Το φορολογικό σύστημα της Ελλάδας, ακόμα και ύστερα από 47 «μεταρρυθμίσεις», αποτελεί το πιο πολύπλοκο στον κόσμο και αυτό γιατί καμία δεν ήταν μεταρρύθμιση, αλλά απλή συνάθροιση μέτρων.
Μπορεί να διαμορφωθεί συναίνεση σε 5 σημεία;

1. Αλλαγή στόχου. Στην εποχή του ανταγωνισμού των κρατικών φορολογικών συστημάτων (ένα από τα θέματα που πρέπει να αντιμετωπίσει η ΕΕ) το ΕΦΣ (εθνικό φορολογικό σύστημα), πρέπει να υπηρετεί ένα εθνικό σχέδιο για τη χώρα. Δηλαδή, να υποστηρίζει τις βασικές επιλογές για την προσέλκυση ξένων επενδύσεων για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, για την αντιμετώπιση του δημογραφικού, για την ενεργειακή και περιβαλλοντική πολιτική. Η αντιμετώπιση των ανισοτήτων πρέπει να συμπληρώνονται από την πολιτική δαπανών του προϋπολογισμού. Το φορολογικό σύστημα στις σημερινές συνθήκες παγκοσμιοποίησης πρέπει να δημιουργεί συγκριτικά πλεονεκτήματα και κίνητρα για την αύξηση του εθνικού και ατομικού πλούτου, ο οποίος με τη σειρά του θα δώσει τα αναγκαία έσοδα.

2. Εμπιστοσύνη. Η έλλειψη εμπιστοσύνης ανάμεσα στο κράτος και τους πολίτες έχει υπαγορεύσει το σημερινό αδιέξοδο σύστημα. Χιλιάδες σελίδες κρατικών εγγράφων, πολύπλοκες, λεπτομερείς και περιπτωσιολογικές ρυθμίσεις επιχειρούν να προβλέψουν κάθε κοινωνική ιδιαιτερότητα και κάθε παράβαση. Αυτό με τη σειρά του έχει οδηγήσει σε ένα δαιδαλώδες διοικητικό σύστημα με πολλαπλά επίπεδα ελέγχου και συνεχή εμπλοκή της δικαιοσύνης σε ατελέσφορες διαδικασίες. Το αποτέλεσμα γνωστό, φοροδιαφυγή, γραφειοκρατία, διαφθορά. Ας σκεφτούμε αλλιώς. Το κράτος εμπιστεύεται τον πολίτη και αποδέχεται ηλεκτρονικά την κατάθεση της δήλωσης του, έχοντας ο ίδιος την απόλυτη ευθύνη απόδειξης της αλήθειας των όσων δηλώνει. Αλλαγή του συστήματος δειγματοληπτικών ελέγχων με συνεχώς εναλλασσόμενους ελεγκτές και τιμωρία άμεση και «χωρίς έλεος» στους καταχραστές της εμπιστοσύνης του δημοσίου. Από την αντίληψη του «δεν σε εμπιστεύομαι και δεν με αναγνωρίζεις», στη λογική του «σε εμπιστεύομαι και έχεις την ευθύνη».

3. Απλό, σαφές και κατανοητό. Το φορολογικό νομοσχέδιο πρέπει να είναι λιτό με φορολόγηση των εισοδημάτων με ενιαία, προοδευτική κλίμακα, προσδιορισμό του αφορολόγητου με βάση τον κατώτατο βασικό μισθό και κατάργηση των αυτοτελών φορολογιών. Η συμμετοχή μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και οι φορολογικοί ανταγωνισμοί περιορίζουν τον αναδιανεμητικό ρόλο της φορολογίας. Οι ανισότητες, που σαφώς υπάρχουν, είναι πιο εφικτό, πλέον, να αντιμετωπιστούν μέσα από πολιτικές χρηματοδοτούμενες από τον προϋπολογισμό. Η σημερινή πολυπλοκότητα, (πχ.33 συντελεστές στην ακίνητη περιουσία) οδήγησαν και σε τεράστιες αδικίες και σε τεράστια φοροδιαφυγή. Από το πολύπλοκο και μη εφαρμόσιμο στο απλό και εφαρμόσιμο.

4. Η διοικητική οργάνωση του συστήματος: αξιοκρατία, αξιοποίηση της τεχνολογίας και αξιολόγηση βάση στόχων. Επί δεκαετίες αποτύχαμε και στα τρία. Αλλαγή του μηχανογραφικού συστήματος και επιλογή στελεχών με διεθνείς προκηρύξεις από τον δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, ένα στοιχείο που είναι η πιο τυπική περίπτωση αναμέτρησης με το «βαθύ» σύστημα της μεταπολίτευσης.

5. Εθνική συνεννόηση. Το ΕΦΣ για να έχει διάρκεια προϋποθέτει δέσμευση των κομμάτων που έχουν αίσθημα εθνικής ευθύνης σε βασικές αρχές που δεν θα αλλάξουν για 10 τουλάχιστον χρόνια. Μέσα σε αυτές θα πρέπει να είναι η απόλυτη δέσμευση για την μη ύπαρξη «φορολογικής αμνηστίας»! Τα τελευταία 30 χρόνια ο μέσος όρος ρυθμίσεων ήταν μία κάθε δυόμιση χρόνια.

Ίδιας σημασίας μεταρρυθμιστικό στοίχημα για τη χώρα και τους πολίτες είναι φυσικά και το σύστημα Δικαιοσύνης.
Οι πολίτες, οι επιχειρήσεις, οι επενδυτές ένιωσαν πολλές φορές το αίσθημα της έλλειψης δικαιοσύνης.

Χρονικοί και Ποσοτικοί Στόχοι στη Δικαιοσύνη
Η υπερσυσσώρευση εκκρεμών υποθέσεων στην Ελληνική Δικαιοσύνη θυμίζει το πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας με το έλλειμμα και το χρέος. Χρόνο με το χρόνο προστίθενται ελλείμματα τα οποία διογκώνουν το συνολικό χρέος εξαϋλώνοντας τις δυνατότητες της οικονομίας και της κοινωνίας. Ένας φαύλος κύκλος που πρέπει να σπάσει. Τα Δικαστήρια έχουν πνιγεί από εκκρεμείς υποθέσεις και βρίσκονται σε πλήρη αδυναμία εκδίκασής τους. Πρόκειται για αρνησιδικία ευρύτατης κλίμακας.
Η εφαρμογή του νέου θεσμικού πλαισίου για τη γρήγορη απονομή δικαιοσύνης θα συμβάλει, εφόσον συνοδευτεί άμεσα από την υλική και τεχνική υποστήριξη των δικαστηρίων και την πλήρη εισαγωγή της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης, στην ελληνική Δικαιοσύνη. Μεταξύ των προτάσεων που δύσκολα θα έβρισκε κανείς αντίλογο είναι: να περιοριστεί το Δημόσιο ή τα ΝΠΔΔ να προσφεύγουν στα δικαστήρια χωρίς λόγο και να απαγορευθεί η αλόγιστη άσκηση ενδίκων μέσων από το δημόσιο, να προχωρήσει η αξιολόγηση κάθε δικαστή τόσο για την ποιότητα των αποφάσεών του όσο και για την αποδοτικότητά του, καθώς και το αυτονόητο που είναι να εφαρμόζονται οι αποφάσεις των Δικαστηρίων.
Η απονομή δικαιοσύνης αποτελεί και αναπτυξιακό πυλώνα μιας χώρας – «καρδιά» των ποσοτικών στόχων στην προσέλκυση επενδύσεων, καθιστά τη μεταρρύθμιση για την ταχεία απονομή της δικαιοσύνης, επιτακτική.

Τρίτη σημαντική μεταρρύθμιση που απαιτεί συναίνεση στις βασικές της αρχές είναι το κοινωνικό κράτος

Τα τελευταία 40 χρόνια η χώρα υπό το βάρος του πολιτικού κόστους και του πελατειακού συστήματος, μοίραζε αφειδώς προνόμια που τα βάφτιζε «κοινωνικό κράτος».
Το κεντρικό δίλημμα στο οποίο όλοι συμφωνούν ότι πρέπει να απαντήσουμε είναι απλό: Οι ανάγκες αυξάνονται, ενώ η διαθέσιμη χρηματοδότηση μειώνεται. Με ποιον τρόπο τα λιγότερα διαθέσιμα χρήματα θα μπορούν αποδίδουν περισσότερο έργο;

Η κρίση έχει αλλάξει τη ζωή των ανθρώπων και τη σύνθεση της ελληνικής κοινωνίας. Η μεγάλη και ευημερούσα μεσαία τάξη συρρικνώθηκε απότομα, ενώ οι ομάδες αποκλεισμένων μεγαλώνουν καθημερινά.
Χρειάζεται πολύ διαφορετικός πολιτικός σχεδιασμός σε σχέση με το παρελθόν. Η Πολιτεία οφείλει να προσφέρει ίσες ευκαιρίες και δυνατότητες σε όλους, αλλά να εστιάζει την παρέμβασή της πρώτα στους μη προνομιούχους, ώστε να δοθεί η δυνατότητα ένταξης και μετά στις υπόλοιπες ομάδες του πληθυσμού. Οι οικονομικοί πόροι είναι περιορισμένοι και σε αυτή τη μεταβατική φάση πρέπει να έχουν πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα μακριά από τις πελατειακές λογικές που ακόμα επικρατούν.
Σε αυτό το πλαίσιο πρέπει να γίνει σαφές ότι τα δημόσια αγαθά δεν είναι δωρεάν. Το κόστος τους επιβαρύνει το σύνολο της κοινωνίας.
Τα δημόσια αγαθά δεν ανήκουν σε αυτούς που φέρουν την ευθύνη παραγωγής και διανομής τους, αλλά στο σύνολο του ελληνικού λαού.
Τα δικαιώματα δεν υφίστανται εν κενώ αλλά συνδέονται με υποχρεώσεις, που ο καθένας από εμάς φέρει ως πολίτης.
Πολίτης όμως, που ζει σε κλίμα ανασφάλειας και φόβου, με τη δαμόκλειο σπάθη της απόλυσης, της ανεργίας και της μείωσης του εισοδήματος και της σύνταξής του να επικρέμεται, δεν είναι ελεύθερος πολίτης. Εκεί όπου υπάρχει φόβος και ανασφάλεια δεν υπάρχει ψύχραιμη κρίση.
Κάθε ευρώ στο κοινωνικό κράτος πρέπει να αφορά πρωτίστως ένα δίκτυ δημογραφικής ασφάλειας και αξιοπρεπούς διαβίωσης.

Οι απαντήσεις ποικίλουν, άλλα συναινούν στην παραδοχή ότι το θέμα της κοινωνικής συνοχής απαιτεί στην Ελλάδα επείγουσα και σε βάθος επανεξέταση. Ο λόγος είναι ότι η κοινωνική προστασία είναι το μεγαλύτερο και πιο δαπανηρό τμήμα του κράτους.

Οι αναγκαίες αλλαγές στο πυρήνα της Δημόσιας Διοίκησης

Στο 2014 για να εξηγήσουμε την ελληνική δημόσια διοίκηση πρέπει να γυρίσουμε στο 1651 και τον Χόμπς με το περίφημο έργο του Λεβιάθαν. Δεν θα χρειαστούμε γνώσεις και μεθοδολογικά εργαλεία απαιτητικά, αρκεί μόνο να μεταφέρουμε την εικόνα της χομπσιανής κοινωνίας του πολέμου όλων εναντίον όλων, που υπάρχει στο ελληνικό δημόσιο.
Αυτή η εικόνα απεικονίζεται καθημερινά μέσα από την ελληνική δημόσια διοίκηση και όλοι συμφωνούν ότι πρέπει να εργάζονται οι καλύτεροι και οι πιο άξιοι.
Υπάρχει ευρεία αποδοχή της αξιολόγησης,
ευρεία αποδοχή για τον εξορθολογισμό του μεγέθους του ελληνικού δημοσίου,
ευρεία αποδοχή του συνεπαγόμενου τεράστιου μεγέθους της ελληνικής έντυπης γραφειοκρατίας που συνιστούν βάρος,
ευρεία αποδοχή το άνοιγμα της διοίκησης σε στελέχη του ιδιωτικού τομέα.
Υπό αυτό το πρίσμα και χωρίς κοινωνικούς και ταξικούς αφορισμούς διχασμού της κοινωνίας ανάμεσα σε εργαζόμενους στον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα, με ίδιο πλαίσιο , κίνητρα και αξιολόγηση, η ελληνική δημόσια διοίκηση μπορεί να αλλάξει άρδην.

Οι τομείς - προτεραιότητες ανάπτυξης της χώρας & η χρηματοδότησή τους

Ας συμφωνήσουμε που και πως θα προσελκύσουμε επενδύσεις δηλ. ΔΟΥΛΕΙΕΣ.

Στη σύγχρονη εποχή καμία χώρα, ακόμα και εκείνες που διαθέτουν πλεονέκτημα επειδή διαθέτουν πλούσιο υπέδαφος ή εταιρίες υψηλής τεχνολογίας, δεν μένει απαθής στην ανάδειξη νέων αναπτυξιακών ευκαιριών και αυτό γιατί μία χώρα η οποία δεν επενδύει δεν αναπτύσσεται.
Η Ελλάδα παραδοσιακά διαθέτει συγκεκριμένους τομείς προνομιακής οικονομικής ανάπτυξης και προσέλκυσης επενδύσεων:
Τουρισμό,
Ναυτιλία,
Πολιτισμό,
Αγροτικό τομέα,
Βιομηχανία τροφίμων,
Ενέργεια,
Είναι οι τομείς για τους οποίους έχουν διατυπωθεί συγκεκριμένες προτάσεις για υποδομές και κίνητρα ανάπτυξης τους.
Είναι όμως κοινό αποδεκτό ότι ο βασικότερος συντελεστής οικονομικής ανάπτυξης είναι ο άνθρωπος και η επένδυση στον άνθρωπο θα γεννήσει τομείς ανάπτυξης που σήμερα δεν τους φανταζόμαστε...
Όσο και αν προκαλεί θυμηδία λεφτά που περιμένουν για την ανάπτυξη...υπάρχουν!
Αυτό που θα πρέπει να μας προβληματίσει, όμως, είναι ότι ακόμα και προ κρίσης το επίπεδο της επένδυσης στην Ελλάδα ήτανε πολύ περιορισμένο σε σχέση με αυτό που θα ήταν σε άλλες χώρες.
Στο σημείο αυτό είναι που οι αριθμοί αρχίζουν να λειτουργούν από μόνοι τους ως συναινετικοί μαγνήτες. Αν αποφασίσουμε τους τομείς, τότε το ΕΣΠΑ, οι ιδιωτικοποιήσεις και οι νέες επενδύσεις που θα έρθουν ως αποτέλεσμα της μεγάλης αλλαγής αλλά και των μικρών επιμέρους αλλαγών στη χώρας, θα τροφοδοτήσουν αυτό που όλοι λένε 'ανάπτυξη'. Αυτό ως προς το δικό μας εθνικό σκέλος.
Υπάρχει, όμως, ευρύτατος χώρος και περιθώριο δημιουργίας επενδυτικών ιμάντων σε διεθνές επίπεδο, αρκεί η χώρα να γίνει πόλος έλξης επενδύσεων, γιατί οι ευρωπαϊκοί πόροι από μόνοι τους προφανώς δεν αρκούν. Μόνο με την προσέλκυση ξένων κεφαλαίων, μπορούμε να επιτύχουμε την δραματική αύξηση των επενδύσεων που χρειάζεται η χώρα μας.
Στη μάχη αυτή των επενδύσεων σημαίνοντα ρόλο πρέπει να παίξουν:

 Οι Ελληνικές Τράπεζες και οι αντίστοιχοι Ευρωπαϊκοί Θεσμοί
 Η ΕΚΤ και
 Η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων

Πρέπει να στηρίξουν την ελληνική οικονομία, να αποκτήσουν μεγαλύτερη ευελιξία στη χρηματοδότηση των επιχειρήσεων, ενώ και η ΕΚΤ από μέρους της πρέπει να δεσμευθεί ότι πέρα από τη νομισματική πολιτική θα βάλει μέσα στους στόχους της και τη στήριξη των οικονομιών που πλήττονται ραγδαία. Και αυτό είναι ένα σημαντικό στοίχημα των ευρωπαϊκών κομμάτων και των θέσεων τους ενόψει των ευρωεκλογών.

Κανείς δεν πρόκειται και -αυτό το γνωρίζουν και το αποδέχονται όλοι - να δώσει χρήματα σε μία οικονομία που δεν τα αναζητά μέσα από τις αναγκαίες διαρθρωτικές αλλαγές που είναι διατεθειμένη να κάνει.
Η ανάπτυξη χρειάζεται ευλυγισία. Βασικούς κανόνες υπό την κρατική επίβλεψη ως κατώφλι κάτω από το οποίο δεν θα επιτρέπεται να περάσει κανείς, ελευθερία επιλογής από εργαζόμενους και εργοδότες, κίνητρα, επένδυση στο ανθρώπινο κεφάλαιο, δικαιοσύνη και σταθερότητα στους κρίσιμους τομείς που επηρεάζουν τις ευαίσθητες και καραδοκούσες αγορές, ουσιαστική αποκέντρωση πόρων και αποφάσεων.

Συμπέρασμα

Ένα μικρό φως αχνοφαίνεται στην έξοδο του τούνελ για τη χώρα, Αυτό προς το παρόν δεν αφορά τους πολίτες. Αυτό που χρειαζόμαστε τώρα για να μη προσφέρουμε θετική αλλαγή στους πολίτες είναι ένα μίτος, που με ασφάλεια μετά τη μάχη θα μας οδηγήσει στο επόμενο βήμα.
Η ιδεοληψία ευθύνεται για πολλά από αυτά που πληρώσαμε με βαρύ τίμημα ως κοινωνία, η ανάγκη είναι πολλές φορές η αιτία για όσα έπρεπε να πληρώσουμε.
Αυτό το δίπολο τέλειωσε.
Τώρα, η χώρα ανεξαρτήτως κομματικών επιλογών και ιδεολογικών προσεγγίσεων, έχει τη μεγάλη ευκαιρία να συντονίσει πολίτες, φορείς και κόμματα υπό την αναγκαία συναίνεση ενός εθνικού σχεδίου ανασυγκρότησης. Ενός δικού μας ελληνικού σχεδίου.
Το πιο δύσκολο και απαιτητικό κομμάτι είναι οι μεταρρυθμίσεις που πρέπει να κάνουμε εμείς μόνοι μας. Είναι εκεί που εμείς πρέπει να αντιμετωπίσουμε τη χώρα μας και τους εαυτούς μας. Γιατί στο τέλος το συμπέρασμα είναι ότι το υποκείμενο είμαστε πρώτα εμείς και μετά όλοι οι άλλοι.

...κι άφησε τα κούτσουρα να κυλάνε στο ποτάμι

Πάμε απο την αρχή, προσεκτικά αλλά και ειλικρινά. Ήρθε τελικώς στην υπεσχημένη της επίσκεψη στήριξης της Κυβέρνησης Σαμαρά/Στουρνάρα (άντε, και Βενιζέλου...) η Καγκελάριος Μέρκελ - και είπε διάφορα θετικά ως αναγνώριση και των προσπαθειών και της απαρχής επιτυχίας του Προγράμματος. Αυτά, την επόμενη της ημέρας που η Ελλάδα έκανε τελικώς το πολυσυζητημένο βήμα της επανόδου στις αγορές, σηκώνοντας 3 δις (από βιβλίο προσφορών κάπου 20 δις) για 5ετές χαρτί, με κουπόνι στο 4,75% , απόδοση στο 4,95%.
Και την επίσκεψη Μέρκελ με το πλέγμα δηλώσεών της, και την διαβόητη "έξοδο στις αγορές" νομιμοποιείται η Κυβέρνηση να την καταγράψει στο σκέλος των επιτυχιών της πολιτικής που - με πελώριο κοινωνικό κόστος. με μια οικονομία ξέπνοη που δεν είναι έξυπνο να μιλάει κανείς για επανεκκίνησή της πριν πυκνώσουν κι άλλο τα σημάδια (θα επανέλθουμε). και με σημαντικό πολιτικό κόστος - επέλεξε απο το 2012 να εφαρμόσει.
Αξίζει να σημειώσει κανείς ότι, χωρίς βέβαια να αποφευχθεί μια δόση φλύαρης και υπερφίαλης αυτεπιβράβευσης από π.χ. τον Κυβερνητικό Εκπρόσωπο ή τον Αντιπρόεδρο της Κυβέρνησης, και στα δυο μέτωπα τόσον ο Πρωθυπουργός όσο και ο (αρχιτέκτονας και σέρπα, συνάμα, αυτής της υπόθεσης) Γιάννης Στουρνάρας κατέβαλαν κάθε προσπάθεια ώστε να διευκρινίσουν ότι πρόκειται μεν για σημαντικά βήματα - μετά το Πρωτογενές Πλεόνασμα η έξοδος στις αγορές, μετά και τα δυο η αναγνώριση και η πολιτική στήριξη - αλλά που με τίποτε δεν σημαίνουν τέλος της διαδρομής. Άλλωστε και η ίδια η Ανγκελα Μέρκελ σε κάθε στροφή του λόγου της τόνιζε ότι η συνέχεια είναι που μετράει, αλλά και ο Αντώνης Σαμαράς της κρατούσε το ίσο με τις δικές του τοποθετήσεις. Απο δίπλα παραδίπλα ο Πρόεδρος του Eurogroup Γερούν Ντάϊσσελμπλουμ δεν έχανε την ευκαιρία να υποστηρίξει ότι δεν είναι διόλου βέβαιο ότι η Ελλάδα δεν θα χρειαστεί πρόσθετη οικονομική στήριξη (φυσικά, με περισσότερο Μνημόνιο), απηχώντας Βόλφγκανγκ Σώύμπλε λίγες μέρες νωρίτερα. Ενώ και το ΔΝΤ έπαιξε τον ρόλο του spoilsport, ενημερώνοντας την δική του εκτίμηση για ανάγκη κάλυψης χρηματοδοτικού κενού το 2015-16.
Κινδυνεύει να γίνει κουραστική αυτή η ιστορία της εναλλαγής ζεστού-κρύου, αναγνώρισης/έπαινου και επισημάνσεων/προειδοποιήσεων. Στην κατακουρασμένη Ελληνική κοινή γνώμη - και σ' εμάς, τα αντίστοιχα αλαφιασμένα Μέσα Ενημέρωσης.... - η ανάγκη για ένεση αισιοδοξίας εναλλάσσεται με την ανάγκη για "οπαδική τοποθέτηση". Καθώς την δεύτερη επέλεξε χωρίς δισταγμό η Αξιωματική Αντιπολιτευση, διεκτραγωδώντας και παραμερίζοντας ακόμη και την τεχνική επιτυχία του ομολόγου των 3 δις, έχουμε στρωμένο - μόλις 5 βδομάδες πριν τις Ευρωεκλογές - το γνώριμο γήπεδο αντιπαράθεσης. Πάλι...

Μια τεχνική επιτυχία που σέρνει
πίσω της σημαντικά προβλήματα...
Μαντεύουμε την αντίδραση του αναγνώστη: "Μην υπεκφεύγεις! Πες μας ευθέως την γνώμη σου!".
Λοιπόν: το σημαντικό δεν είναι ότι 4 χρόνια μετά τον αποκλεισμό της Ελλάδας απο τις διεθνείς αγορές, επανέρχεται σ' αυτές και γίνεται (θετικά) πρωτοσέλιδο μ' ένα επιτόκιο που είναι δίπλα σ' εκείνο που πετύχαινε πριν αποκλεισθεί. Το σημαντικό είναι ότι η επάνοδος αυτή - δοκιμαστική, περιορισμένη, πάντως χωρίς άμεσο "δίχτυ ασφαλείας" αν και βέβαια υπάρχει μια σιωπηρή εγγύηση ότι το Ελληνικό χαρτί θα στηριχθεί ... κάπου εκεί, στο περιθώριο του ΟΜΤ της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας - πραγματοποιήθηκε μόλις 2 χρόνια μετά τν οργανωμένη, μερική χρεοκοπία (αυτό ήταν το "εθελοντικό" haircut, ύστερα η "ανταλλαγή ομολόγων") του 2012. Δηλαδή μόλις 2 χρόνια, αφότου σφαγιάσθηκαν κατά κάποιο 70% του κεφαλαίου τους ομολογιούχοι που βρέθηκαν με κάποια 100 δις ευρώ Ελληνικά ομόλογα στα χέρια τους. [Εμείς μάθαμε να θρηνούμε για τους μικροομολογιούχους και για τα Ασφαλιστικά Ταμεία που διαλύθηκαν. μερικοί θυμούνται και τις Ελληνικές τράπεζες που επίσης "εθελοντικά" αυτοχειριάσθηκαν επειδή είχαν φορτώσει χαρτί του Ελληνικού Δημοσίου και του ευρύτερου δημόσιου τομέα. όμως οι διεθνές αγορές είχαν γράψει την δική τους ζημιά. Ε, την προσπέρασαν και μας ξαναδοκιμάζουν!].
Τεχνική επιτυχία, λοιπόν, της Κυβέρνησης Σαμαρά/Στουρνάρα Συν, όσων την στήριξαν/όσων της συμπαραστάθηκαν. (Είναι αυτός ένας πρόσθετος λόγος, όχι ασήμαντος, που λένε τα καλά τους λόγια οι Γερμανοί και οι Βρυξέλλες κοκ. Κρινόταν και αυτών η "συνταγή", απο την δική τους κοινή γνώμη - στις δικές τους Ευρωκάλπες). Το σωστό και δίκαιο θα ήταν να θυμηθεί κανείς και την Κυβέρνηση Παπαδήμου, που σήκωσε το πιο άχαρο μέρος της διαδρομής. Την προηγηθείσα φάση καλύτερα να την αφήσουμε στην σκιά: οι στιγμές φρίκης που έζησαν οι άνθρωποι της εποχής ΓΑΠ με τον Τιτανικό τους μόνον από την μακρά Ιστορία θα αποτιμηθούν χρήσιμα.
Όμως, μην φεύγουμε άλλο πίσω: τώρα, τι δίνει/τι κοστίζει η έξοδος στις αγορές. Πρώτον, τι κοστίζει. Αλμυρούτσικο το επιτόκιο - προσοχή: όχι μονο σε σχέση με το γύρω στο 2% του επίσημου χρέους , που όμως "έχει Μνημόνιο και Τρόικα", αλλά και σε σχέση με τα κατακρημνισμένα διεθνώς επιτόκια της άνοιξης του 2014 μπροστά στην πλημμυρίδα ρευστότητας. Συν, ακόμη και το 4,75% ξεπερνάει τον όποιο ρυθμό ανάπτυξης βλέπει η Ελληνική οικονομία μπροστά: άρα, οριακά βαραίνει το ήδη ασήκωτο χρέος του 175+% του ΑΕΠ. Ύστερα, "μετά την επιτυχή επανάκαμψη στις αγορές", γιατί οι χώρες που μας δανείζουν (και που θα συνεχίσουν να καλύπτουν τα χρηματοδοτικά κενά μας) να συμφωνήσουν, αύριο, στην επαναδιαπραγμάτευση του χρέους με ουσιαστική αναδιευθέτηση του χρόνου πληρωμής των τόκων και της αποπληρωμής του κεφαλαίου; Δεν θα τεθεί ξανά - ό,τι κι αν πει η Γερμανία και ο κ. Σώϋμπλε - το ζήτημα των φτωχότερων χωρών που δάνεισαν και θα συνεχίσουν να στηρίζουν Ελλάδα με κεφάλαια τα οποία σηκώνουν ακριβότερα οι ίδιες στις αγορές, όταν θα χρειαστεί να "δώσουν" πρόσθετη μείωση επιτοκίου στην Ελλάδα;
Αυτή είναι η βασική ορθολογική αντίρρηση που (υποθέτουμε πως) είχε ο ΣΥΡΙΖΑ, όταν τοποθετήθηκε εναντίον της εξόδου στις αγορές όπως αυτή έγινε (κυρίως: στον χρόνο που έγινε, δηλαδή προτού ξεκινήσει η όποια ουσιαστική συζήτηση για το Ελληνικό χρέος). Βέβαια ο τρόπος με τον οποίο έγινε η αμφισβήτηση της εξόδου στις αγορές, - η πρακτική της γενικής και ξεθεμελιωτικής κριτικής - φρονούμε ότι θα κοστίσει στους ίδιους τους Συριζαίους, πολιτικά. Άλλωστε, μέσα στην απορριπτική τους φούρια σχεδόν παρέβλεψαν ότι... το ίδιο το Χρηματιστήριο Αθηνών μετά την περίπυστο έξοδο στις αγορές δεν πολυενθουσιάστηκε. χώρια που το φρέσκο Ελληνικό χαρτί στο ξεκίνημά του έδειξε σημάδια να σκοντάφτει....

...ή μια πολιτική ευκαιρία που
είναι ζητούμενο ποιος/πως θα αξιοποιήσει
Πάμε τώρα στο τι όντως δίνει/τι υπόσχεται να δώσει η επάνοδος στις αγορές. Κυρίως δυνατότητες. Ασφαλώς, "καβαλώντας" τώρα στο benchmark του χαρτιού του Ελληνικού Δημοσίου, θα μπορέσουν ευκολότερα και οι ανακεφαλαιοποιημένες Ελληνικές τράπεζες να βγουν και να ζητήσουν κεφάλαια (γι αυτό, άλλωστε, καθυστέρησε ομολογιακή έκδοση της η Alpha ενώ έσπευσε η Πειραιώς: γι αυτό και επείγει να τελειώσουν οι διστακτικότητες και οι χειρισμοί Eurobank και Εθνικής ώστε να προχωρήσουν τις δικές τους κινήσεις), ανοίγοντας έτσι γνήσια την στρόφιγγα της ρευστότητας. Το ίδιο θα ισχύσει και για ομολογιακές εκδόσεις Ελληνικών επιχειρήσεων - αλλά αυτές είναι μια ντουζίνα, άντε δυο. Πέραν τούτου, η αποκλιμάκωση του κόστους των βραχυπρόθεσμων κεφαλαίων που σηκώνει το Δημόσιο μέσω των εντόκων, όπως ήδη έχει καταγραφεί, και (κυρίως!) η προσέλευση ξένων παικτών σ' αυτήν την αγορά που μέχρι τώρα κυριαρχούνταν απο τις Ελληνικές τράπεζες (οι οποίες έτσι στέρευαν ακόμη περισσότερο απο πόρους...) δημιουργεί ένα δεύτερο loop ενίσχυσης της ρευστότητας.
Άλλωστε, αν δεν ήταν όλοι "κολλημένοι" στην πολιτική διάσταση της επίσκεψης Μέρκελ, θα είχαν σημειώσει την έμφαση που η ίδια έδωσε (α) στην συνάντηση με τις ελληνικές start-ups και (β) στην επιτάχυνση των εργασιών για το Institution for Growth/το Επενδυτικό Ταμείο, που ακριβώς στόχο θα έχει να φέρει ρευστότητα σε μεσαίες επιχειρήσεις (μικρομεσαίες για τους Γερμανούς), μήπως και ξεκολλήσει η πραγματική οικονομία. (Ο Αντώνης Σαμαράς περιορίσθηκε σε γλωσσολογικές παρατηρήσεις για τις "νεοφυείς" επιχειρήσεις. Συν σε υπόσχεση ότι το Επενδυτικό Ταμείο θα μετεξελιχθεί σε Τράπεζα - φρικάροντας, έτσι ΔΝΤ και ΕΚΤ...).
Και έτσι, καταλήγουμε σ' εκείνο που ήδη πριν την "έξοδο στις αγορές" και την επίσκεψη Μέρκελ διαφαινόταν. Πρόκειται για αγορά χρόνου και για εξαγορά περιθωρίων πολιτικών χειρισμών. Το ζήτημα είναι, τώρα, τι θα τον κάνουν και τον χρόνο και το περιθώριο χειρισμών.
Όπως θάλεγε και μια παραφθορά του Ηρακλείτειου ποταμιού, "κάνε την προσπάθειά σου κι άσε τα κούτσουρα να κυλάνε στο ποτάμι". Αφιερώνεται στον Γιάννη Στουρνάρα και τον ΟΔΔΗΧ "του".

Δημοσιέυτηκε στην Ναυτεμπορική στις 14/4

Μελέτη Analysys Mason Limited:Δικαιώματα στην κυριότητα του φάσματος των UHF και των 2.6GHz

1 Εισαγωγή
Το παρόν κείμενο είναι μια σύνοψη της τελικής έκθεσης της μελέτης που εκπονήθηκε από την Analysys Mason Limited (Analysys Mason) για λογαριασμό της Ελληνικής Κυβέρνησης ( Υπουργείο Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων -ΥπΥΜεΔι), και η οποία εξετάζει την κατανομή των δικαιωμάτων στην κυριότητα (property rights) του φάσματος των UHF (470-862MHz) και των 2.6GHz στην Ελλάδα. Ειδικότερα, η μελέτη λαμβάνει υπόψη τη δυνητική αξία του «ψηφιακού μερίσματος» από την απελευθέρωση του φάσματος υπερυψηλών συχνοτήτων (UHF), και κατά πόσον αυτό θα πρέπει να διατεθεί για χρήση κινητής ευρυζωνικότητας, ή για επίγεια ψηφιακή τηλεόραση (ΕΨΤ). Εξετάζει επίσης εναλλακτικές επιλογές για την εκχώρηση του φάσματος στη ζώνη των UHF και των 2.6GHz, καθώς και τις πιθανές επιλογές αδειοδότησης για εκχώρηση φάσματος προς χρήση κινητών υπηρεσιών και ΕΨΤ.
2 Υπόβαθρο
Μέχρι το 2007, η φασματική περιοχή UHF, στις ζώνες IV και V, διετίθετο διεθνώς σε υπηρεσίες ψηφιακής τηλεόρασης, ενώ παράλληλα στην Ευρώπη ο σχεδιασμός για την ΕΨΤ γινόταν βάσει της Συνθήκης της Γενεύης 2006 (GE-06), της Διεθνούς Ένωσης Τηλεπικοινωνιών (ITU-R).
Ωστόσο, το 2007, η Παγκόσμια Διάσκεψη Ραδιοεπικοινωνιών της ITU (WRC-07) διέθεσε τη ζώνη των 790-862MHz (ή τμήματά αυτής σε ορισμένες χώρες) κατά κύριο λόγο για την παροχή υπηρεσιών κινητών επικοινωνιών σε επιλεγμένες χώρες της Ευρώπης, Αφρικής και Μέση Ανατολή, συμπεριλαμβανομένων όλων των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η διάθεση αυτή ήταν σύμφωνη και με την υποσημείωση υπ'αριθμόν 5.316A των Κανονισμών Ραδιοεπικοινωνιών της ITU.
Το φάσμα που προσδιορίστηκε προς χρήση υπηρεσιών κινητών επικοινωνιών στην Περιφέρεια 1 της ITU, στα 790-862MHz, περιλαμβάνει τα υψηλότερα οκτώ κανάλια της ζώνης UHF, όπως φαίνεται στο Σχήμα 1.

Σχήμα 1: Ζώνες UHF IV και V – ζώνη 800MHz [Πηγή: Analysys Mason, 2012]

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή (ΕΕ) στη συνέχεια εξέδωσε την Απόφαση 2010/267/ΕΕ με σκοπό την εναρμόνιση της χρήσης της ζώνης των 790-862MHz (η αναφερόμενη και ως υπο-ζώνη των 800MHz) από τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες, όπως αυτές των κινητών ευρυζωνικών επικοινωνιών .
Κατά συνέπεια, πολλές Ευρωπαϊκές χώρες έχουν πλέον επανασχεδιάσει -ή βρίσκονται στη διαδικασία επανασχεδιασμού- των εκχωρήσεων συχνοτήτων ΕΨΤ, προκειμένου να καταστεί εφικτή η απελευθέρωση της ζώνης των 790–862MHz για χρήση από υπηρεσίες κινητών επικοινωνιών. Η απελευθέρωση του συγκεκριμένου φάσματος αναφέρεται συχνά ως το 'ψηφιακό μέρισμα'.
Στο πλαίσιο αυτής της μελέτης, το ψηφιακό μέρισμα αναφέρεται γενικά στο φάσμα που απελευθερώνεται λόγω της μετάβασης από την αναλογική στην επίγεια ψηφιακή τηλεόραση.
Οι αποφάσεις που σχετίζονται με τη μετάβαση από την αναλογική στην επίγεια ψηφιακή τηλεόραση (Ψηφιακή Μετάβαση - ΨΜ) καθώς και με την εκχώρηση των συχνοτήτων του ψηφιακού μερίσματος δεν έχουν ακόμη οριστικοποιηθεί στην Ελλάδα.. Επομένως, ένας από τους κύριους στόχους της παρούσας μελέτης είναι η οριστικοποίηση της μελλοντικής χρήσης των ζωνών IV και V των UHF στην Ελλάδα. Στα υπό εξέταση ζητήματα περιλαμβάνεται το αν η ζώνη των 800MHz πρέπει να χρησιμοποιηθεί για υπηρεσίες κινητών επικοινωνιών, σε συμφωνία και με την απόφαση 2010/267/EΕ της ΕΕ, ή για ΕΨΤ. Σύμφωνα με το ΥΠΥΜΕΔ, θεωρείται ότι είναι τεχνικά και λειτουργικά εφικτό να ολοκληρωθεί στην Ελλάδα η Ψηφιακή Μετάβαση στο τέλος του 2013. Ωστόσο, η Ελληνική Κυβέρνηση δεν έχει ακόμη επισημοποιήσει τις αποφάσεις της όσον αφορά την αδειοδότηση των υπηρεσιών ΕΨΤ και την κατανομή του φάσματος UHF, συμπεριλαμβανομένου του ψηφιακού μερίσματος.
Μας ζητήθηκε να εξετάσουμε κατά πόσο το γειτονικό φάσμα (698–790MHz, που αναφέρεται ως ζώνη των 700 MHz) θα πρέπει να διατηρηθεί προς χρήση από την ΕΨΤ, ή θα πρέπει να δεσμευθεί για μελλοντικές χρήσεις όπως υπηρεσίες κινητών επικοινωνιών 3G/4G. Αυτό διότι, αν και δεν έχει προς το παρόν οριστικοποιηθεί, είναι πιθανό να υλοποιηθεί μελλοντικά στην Ευρώπη μια επιπρόσθετη διάθεση φάσματος UHF για χρήση από τις κινητές επικοινωνίες. Eνδεχομένως αυτό να συμβεί στη ζώνη των 700MHz (δηλαδή 698-790MHz), δεδομένου ότι έτσι η διάθεση φάσματος UHF στις κινητές επικοινωνίες στην Ευρώπη θα εναρμονιστεί με τις άλλες Περιοχές του κόσμου .που έχουν γίνει από την ITU.
Τέλος, μας ζητήθηκε να προσδιορίσουμε τις βέλτιστες στρατηγικές αξιοποίησης για την εκχώρηση του φάσματος στη ζώνη των 2.6 GHz (2500-2690MHz), ζώνη συχνοτήτων που όπως και η ζώνη των 800MHz, έχει εναρμονιστεί για τη χρήση κινητών ευρυζωνικών υπηρεσιών στην Ευρώπη, σύμφωνα με την Απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής 2008/4776/ΕΕ.
Προκειμένου να παράσχουμε μια εκτίμηση για τις επιπτώσεις των διαφορετικών επιλογών εκχώρησης του φάσματος UHF στην Ελληνική αγορά, περιγράψαμε στην έκθεσή μας τα αποτελέσματα του μοντέλου που αναπτύξαμε για την εκτίμηση της οικονομικής αξίας (που αναφέρεται επίσης ως κοινωνική ωφέλεια από τη χρήση των υπηρεσιών) από εναλλακτικά σενάρια εκχώρησης διαφόρων τμημάτων φάσματος UHF για διάφορες χρήσεις – ειδικότερα για κινητή ευρυζωνικότητα και ΕΨΤ.
Σε παρακάτω ενότητα αυτής της συνοπτικής έκθεσης παρουσιάζεται μια σύνοψη των βασικών συμπερασμάτων του μοντέλου μας.
3 Μετάβαση στην ψηφιακή τηλεόραση
Η επίγεια τηλεοπτική αγορά στην Ελλάδα αποτελείται από δημόσιους και ιδιωτικούς (εμπορικούς) τηλεοπτικούς σταθμούς, όπως ομοίως συμβαίνει και σε πολλές άλλες Ευρωπαϊκές χώρες. Λειτουργούν 8 ιδιωτικοί τηλεοπτικοί σταθμοί εθνικής εμβέλειας (Antenna, Mega, Star, Alpha, Alter, ΣΚΑΪ, Μακεδονία και 902). Την παρούσα χρονική στιγμή, ο σταθμός 902 δεν εκπέμπει φηφιακό σήμα, αλλά έχει αδειοδοτηθεί για αυτό. Επιπρόσθετα, λειτουργούν 74 τηλεοπτικοί σταθμοί περιφερειακής εμβέλειας, και 52 τηλεοπτικοί σταθμοί τοπικής εμβέλειας.
Όπως και άλλες Ευρωπαϊκές χώρες, η Ελλάδα προτίθεται να αντικαταστήσει τις υπηρεσίες της αναλογικής επίγειας τηλεόρασης με ψηφιακή, σύμφωνα με τις ρυθμίσεις της Συνθήκης Geneva-06 της ITU-R (GE-06)σχετικά με τις απονομές ή εκχωρήσεις των συχνοτήτων και με τον συντονισμοό για την ΕΨΤ, . Η ΕΡΤ, ο δημόσιος τηλεοπτικός σταθμός, ξεκίνησε δοκιμές μετάδοσης ΕΨΤ κατά τη διάρκεια του 2006 και η δοκιμή αυτή στη συνέχεια μετατράπηκε σε εμπορική υπηρεσία.
Η υπουργική απόφαση για την Ψηφιακή Μετάβαση (Digital Switchover), βάσει του Νόμου 3592/2007, περιγράφει την προγραμματισμένη μετάβαση από την αναλογική στην επίγεια ψηφιακή τηλεόραση, προτείνοντας το δίκτυο ΕΨΤ να χρησιμοποιήσει 23 σημεία, δηλαδή 23 ψηφιακά κέντρα εκπομπής. Οι πληροφορίες που διατέθηκαν από το ΥΠΥΜΕΔ στο πλαίσιο της παρούσας μελέτης επιβεβαιώνουν ότι, επί του παρόντος, 12 από τα 23 κέντρα μεταδίδουν ήδη ψηφιακές εκπομπές. Εξ αυτών, οι δύο μεταδίδουν ψηφιακό σήμα με ταυτόχρονη εκπομπή (simulcast) αναλογικού σήματος. Εντός της περιοχής μετάδοσης του ενός, υπάρχει παύση αναλογικής εκπομπής ενώ για τις υπόλοιπες περιοχές, κάποιοι σταθμοί που εκπέμπουν αναλογικό σήμα θα παύσουν να εκπέμπουν όταν ξεκινήσει στις περιοχές αυτές η ψηφιακή εκπομπή . Αντιλαμβανόμαστε πως η πρόθεση και για τα υπόλοιπα σημεία είναι να μεταβούν σε ψηφιακή μετάδοση πρό της παύσης της αναλογικής εκπομπής (ΠΑΕ) και ότι η μετάβαση αυτή είναι δυνατό να ολοκληρωθεί, τεχνικά και λειτουργικά, μέχρι το τέλος του 2013.
Τον Αύγουστο του 2008, εκδόθηκε η Κοινή Υπουργική Απόφαση (ΚΥΑ) 21161 βάσει του Νόμου 3592, με σκοπό την περιγραφή της μετάβασης από την αναλογική στην ψηφιακή τηλεόραση. Το σχέδιο της μετάβασης προβλέπει επίσης την παροχή της παρακάτω χωρητικότητας:
• οκτώ διαθέσιμοι πολυπλέκτες (MUX) για τις περιοχές της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης
• επτά πολυπλέκτες για την υπόλοιπη Ελλάδα
• τέσσερα προγράμματα ανά πολυπλέκτη.
Οι ψηφιακοί πολυπλέκτες θα μεταδίδονται χρησιμοποιώντας 23 23 κέντρα εκπομπής τα οποία θα χρησιμοποιούν τις απονομές φάσματος (allotments) που έχουν χορηγηθεί στην Ελλάδα στο πλαίσιο της Συνθήκης GE-06. Συνολικά, στην Ελλάδα έχουν αποδοθεί 34 απονομές (allotments) εντός της Συνθήκης GE-06, και υπάρχουν 357 εκχωρήσεις (στις ζώνες VHF και UHF), οι οποίες χρησιμοποιούν συχνότητες στις ζώνες UHF IV και V (μέχρι και το κανάλι 66 των UHF, δεδομένου ότι τα κανάλια πάνω από αυτό χρησιμοποιούνται από το στρατό) .
Σημειώνεται ότι τυχόν απόφαση από την Ελληνική Κυβέρνηση για την απόδοση συχνοτήτων στην υποζώνη των 800MHz για χρήση κινητών επικοινωνιών θα έχει επίδραση στις ανωτέρω θυρίδες που έχουν αποδοθεί στην Ελλάδα στη συμφωνία GE-06 και οι οποίες κάνουν χρήση των καναλιών ΕΨΤ 61 έως 66 (τα οποία δεν θα είναι πλέον διαθέσιμα ως αποτέλεσμα της διάθεσης της ζώνης των 800MHz για χρήση υπηρεσιών κινητών επικοινωνιών). Το παραπάνω θα έχει εν δυνάμει επιπτώσεις σε 20 από τις 34 θυρίδες που έχουν αποδοθεί στην Ελλάδα με βάση τη συμφωνία GE-06.
Αν και η ψηφιακή εκπομπή έχει πλέον ξεκινήσει στην Ελλάδα και οι άδειες εκπομπής είναι σε λειτουργία, αντιλαμβανόμαστε ότι η χορήγηση αδειών συχνοτήτων για τις εν λόγω υπηρεσίες δεν έχει ακόμη οριστικοποιηθεί.
4 Οι ζώνες των 700MHz και 800MHz
Η απόφαση 2010/267/EE της Ευρωπαϊκής Επιτροπής συστήνει η ζώνη των 800MHz να διατεθεί για υπηρεσίες κινητών επικοινωνιών σε ένα εναρμονισμένο σχέδιο συχνοτήτων, που να αποτελείται από 60MHz φάσματος χωρισμένο σε δύο τμήματα συζευγμένου (paired) φάσματος των 30MHz, όπως φαίνεται στο Σχήμα 2.
Σχήμα 2: Εναρμονισμένο Ευρωπαϊκό σχέδιο συχνοτήτων για τη ζώνη 800MHz [Πηγή: Analysys Mason, 2012]

Είναι πιθανό πως μια μελλοντική Παγκόσμια Διάσκεψη Ραδιοεπικοινωνιών να προβεί σε περαιτέρω αλλαγές στην κατανομή του UHF φάσματος. Πιο συγκεκριμένα, υπάρχει η πιθανότητα να ληφθεί μια απόφαση για την εναρμόνιση της κατανομής για κινητές επικοινωνίες της Περιοχής 1 της ITU με τον υπόλοιπο κόσμο, η οποία θα οδηγούσε σε διάθεση για χρήση κινητών επικοινωνιών μιας ευρύτερης υποζώνης φάσματος, στα 698-862MHz. Μία τέτοια απόφαση θα έδινε τη δυνατότητα χρήσης από τις κινητές επικοινωνίες μιας επιπλέον υποζώνης: αυτή των 700MHz, στα 698-790MHz. Ωστόσο, επειδή η απόφαση αυτή δεν έχει ληφθεί ακόμη, δεν υπάρχει προς το παρόν καμία κατανομή για κινητές επικοινωνίες στα 700MHz εντός του Ευρωπαϊκού πίνακα κατανομής συχνοτήτων, και κανένα εναρμονισμένο Ευρωπαϊκό σχέδιο συχνοτήτων για χρήση κινητών επικοινωνιών στη ζώνη των 700MHz. (Την περίοδο ολοκλήρωσης του παραδοτέου δεν είχε ακόμα τελειώσει η Παγκόσμια Διάσκεψη Ραδιοεπικοινωνιών 2012.)
Σημειώνεται πως οι αποφάσεις για την κατανομή των 700MHz και 800MHz σε υπηρεσίες κινητών επικοινωνιών δε θα συμπεριλαμβάνουν τα τμήματα της ζώνης των UHF που χρησιμοποιούνται προς το παρόν από δευτερεύοντες χρήστες UHF συχνοτήτων, όπως για την κάλυψη ειδικών γεγονότων (Programme Making and Special Events - PMSE). Ωστόσο, στο μοντέλο μας, δεν έχει ληφθεί υπόψη η οικονομική επίπτωση που θα είχε το γεγονός τα PMSE να μην έχουν πρόσβαση σε ολόκληρο το φάσμα στο οποίο έχουν πρόσβαση σήμερα.
Αναμένεται ότι, εάν ληφθεί μια τέτοια απόφαση σε κάποια μελλοντική Παγκόσμια Διάσκεψη Ραδιοεπικοινωνιών για τη δημιουργία υποζώνης στα 700MHz για χρήση κινητών επικοινωνιών στην Ευρώπη, θα ακολουθήσει περαιτέρω λεπτομερής μελέτη στη CEPT ώστε να αναπτυχθεί ένα κατάλληλο εναρμονισμένο σχέδιο συχνοτήτων.
Ελλείψει μιας τέτοιας απόφασης, και για να μπορέσουμε να εκτιμήσουμε στην παρούσα μελέτη την αξία του φάσματος των 700MHz, χρειάστηκε να γίνουν κάποιες υποθέσεις σχετικά με το πόσο συζευγμένο εύρος ζώνης μπορεί να είναι διαθέσιμο στη ζώνη των 700MHz. Η υπόθεση που έχει γίνει συνεπώς είναι πως η συγκεκριμένη ζώνη ενδεχομένως να διαμορφωθεί με παρόμοιο τρόπο όπως με την ζώνη των 800MHz, δηλαδή να υπάρξουν δύο τμήματα συζευγμένου φάσματος με ένα αμφίδρομο διάκενο (duplex gap) 11MHz. Αν και δεν επιβεβαιώνεται σε αυτό το στάδιο, μια πιθανή διάρθρωση μπορεί να είναι η εξής:
• Ανερχόμενη μετάδοση (upstream) 698-738 και κατερχόμενη μετάδοση (downstream) 749-789MHz
• Αμφίδρομο διάκενο (duplex gap) 738-749MHz
• Προστατευτική ζώνη (guard band) 789-790MHz
5 Η ζώνη των 2.6GHz
Η ζώνη των 2.6GHz αποτελείται από 190MHz φάσματος μεταξύ των 2500MHz και 2690MHz. Σε διεθνές επίπεδο, η ζώνη κατανέμεται και στις τρεις Περιοχές της ITU σε υπηρεσίες κινητών επικοινωνιών, και έχει προσδιοριστεί για χρήση από IMT συστήματα – ο ορισμός της ITU για 3G/4G τεχνολογίες - στην Παγκόσμια Διάσκεψη Ραδιοεπικοινωνιών το 2000 (WRC-2000). Η ζώνη γειτνιάζει με το φάσμα για Βιομηχανικές, Επιστημονικές και Ιατρικές εφαρμογές (ISM) των 2.4GHz, το οποίο χρησιμοποιείται ευρέως σε όλο τον κόσμο για ασύρματα συστήματα, που εξαιρούνται της αδειοδότησης, όπως το WiFi. Τα 2690MHz, είναι γειτονικά με τη διεθνή ζώνη ραδιοαστρονομίας. Σε Ευρωπαϊκό επίπεδο, οι αποφάσεις της CEPT και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σχετικά με την εναρμονισμένη χρήση του ραδιοφάσματος στη ζώνη συχνοτήτων 2500-2690MHz αποτυπώνονται στην Απόφαση της Επιτροπής Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών (05) 05 και στην Απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής 2008/477/ΕΕ , αντίστοιχα.
Η Απόφαση 2008/477/ΕΕ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής συστήνει προς τα Κράτη Μέλη την έκδοση αδειών στη ζώνη των 2.6 GHz, σύμφωνα με το εναρμονισμένο σχέδιο συχνοτήτων όπως περιγράφεται στην Απόφαση της Επιτροπής Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών (05) 05. Το συγκεκριμένο σχέδιο συχνοτήτων διαχωρίζει το φάσμα σε 14 συζευγμένα ζεύγη των 5MHz, που χωρίζονται μεταξύ τους κατά 120MHz, ενώ η υποζώνη 2570-2620MHz χωρίζεται σε δέκα τμήματα ασύζευκτου φάσματος (unpaired spectrum) των 5MHz, όπως φαίνεται παρακάτω.
Πηγή 3: Εναρμονισμένο Ευρωπαϊκό σχέδιο συχνοτήτων για τη ζώνη 2.6GHz [Πηγή: Analysys Mason, 2012]

Σε αντιστοιχία με το Ευρωπαϊκό σχέδιο συχνοτήτων, η ζώνη των 2.6GHz είναι κατάλληλη τόσο για τεχνολογίες FDD όσο και για TDD, καθώς το σχέδιο συχνοτήτων αποτελείται από ένα συνδυασμό συζευγμένου και ασύζευκτου φάσματος.
Παρά το ότι το φάσμα διαχωρίζεται ονομαστικά σε τμήματα συζευγμένου και ασύζευκτου φάσματος των 5MHz, η Απόφαση της ΕΕ επιτρέπει στις ρυθμιστικές αρχές να απονείμουν φάσμα σε τμήματα πολλαπλάσια των 5MHz, κάτι το οποίο οδήγησε μερικές Ευρωπαϊκές ρυθμιστικές αρχές στην απόφαση να προσφέρουν φάσμα στα 2.6GHz σε τμήματα των 10MHz, ή και μεγαλύτερα.
6 Προσέγγιση για τη μοντελοποίηση της αξίας του UHF φάσματος για διαφορετικές χρήσεις
Έχει διεξαχθεί ένα πλήθος μελετών (συμπεριλαμβανομένων και ορισμένων από την Analysys Mason) με θέμα τα σχετικά οφέλη που προκύπτουν για την οικονομία της Ευρώπης μέσω των εναλλακτικών επιλογών διάθεσης του φάσματος UHF που απελευθερώνεται από τη μετάβαση από την αναλογική στην ψηφιακή τηλεόραση. Αυτές οι επιλογές λαμβάνουν υπόψη τις πιθανές ρυθμίσεις του φάσματος μεταξύ δικτύων κινητών επικοινωνιών και δικτύων ΕΨΤ. Σε κάθε μία από αυτές τις μελέτες, ο στόχος ήταν να προσδιοριστεί η κατάλληλη κατανομή του φάσματος μεταξύ κινητών επικοινωνιών και επίγειας ψηφιακής τηλεόρασης στη ζώνη των UHF, ώστε να μεγιστοποιηθεί η γενική ωφέλεια .
Μια παρόμοια προσέγγιση ακολουθήσαμε και στην παρούσα μελέτη για το ΥΠΥΜΕΔ,, στα πλαίσια της οποίας αναπτύξαμε μοντέλα για την εκτίμηση της οικονομικής αξίας (που αναφέρεται επίσης ως κοινωνική ωφέλεια από τη χρήση των υπηρεσιών) από εναλλακτικά σενάρια εκχώρησης διαφόρων τμημάτων φάσματος UHF για διάφορες χρήσεις – ειδικότερα για κινητή ευρυζωνικότητα και ΕΨΤ.
Για τον υπολογισμό του κόστους και του οφέλους εκχώρησης φάσματος UHF σε διαφορετικές υπηρεσίες, έχουμε θεωρήσει το όφελος σε όρους ιδιωτικής αξίας (private value), που ορίζεται ως το όφελος που λαμβάνουν οι χρήστες από μια υπηρεσία, αφαιρούμενου του κόστους παροχής της υπηρεσίας, και προσθέτοντας οποιεσδήποτε εξωτερικότητες (externalities) . Η ιδιωτική αξία συχνά διαμοιράζεται μεταξύ του πλεονάσματος του καταναλωτή (όφελος για τους καταναλωτές αφαιρούμενης της τιμής που πληρώνουν) και του πλεονάσματος του παραγωγού (έσοδα των παραγωγών αφαιρούμενου του κόστους παροχής της υπηρεσίας). Το Σχήμα 4 παρουσιάζει την τυπική προσέγγιση για τον υπολογισμό του πλεονάσματος καταναλωτή και παραγωγού.
Σχήμα 4: Απεικόνιση υπολογισμού της ιδιωτικής αξίας [Πηγή: Analysys Mason, 2012]
Πλεόνασμα καταναλωτή (Consumer surplus)
Το πλεόνασμα του καταναλωτή αντιπροσωπεύει την άμεση αξία για τον καταναλωτή πέρα και πάνω από αυτό που πληρώνει για την υπηρεσία. Το Σχήμα 5 που ακολουθεί απεικονίζει, σε μακροσκοπικό επίπεδο, πώς το μοντέλο κινητών επικοινωνιών που αναπτύξαμε υπολογίζει το πλεόνασμα του καταναλωτή για κάθε υπηρεσία και σε κάθε σενάριο. Αρχικά, έχουμε προβάλει τη ζήτηση, σε όρους συνδρομητών και Μέσης Δαπάνης Ανά Χρήστη - ΜΔΑΧ (Average Spend Per User- ASPU), επιπροσθέτως της «τιμής στραγγαλισμού» (η τιμή στην οποία η ζήτηση είναι μηδενική - choke price), σε κάθε έτος του μοντέλου.
Το πλεόνασμα του καταναλωτή υπολογίζεται, στη συνέχεια, σύμφωνα με τον τύπο:
Πλεόνασμα καταναλωτή = (Ετήσια τιμή στραγγαλισμού – ετήσια ΜΔΑΧ)*(μέσος ετήσιος αριθμός συνδρομητών)/2
Σχήμα 5: Σύνοψη του υπολογισμού του πλεονάσματος καταναλώτη, μοντέλο κινητών επικοινωνιών [Πηγή: Analysys Mason, 2012]

Οι λεπτομερείς παράμετροι εισόδου και οι υπολογισμοί για το πλεόνασμα του καταναλωτή για κάθε υπηρεσία παρουσιάζονται στο πλήρες κείμενο της μελέτης μας.
Πλεόνασμα παραγωγού (Producer surplus)
Το πλεόνασμα του παραγωγού αντιπροσωπεύει την άμεση αξία για τον καταναλωτή από τη λήψη μιας υπηρεσίας (που αντικατοπτρίζεται σε αυτό που πληρώνει) αφαιρούμενου του κόστους για την παροχή της υπηρεσίας. Το πλεόνασμα του παραγωγού περιλαμβάνει επίσης κάθε πρόσθετη οικονομική αξία για τον κλάδο, αλλά όχι για τους καταναλωτές, όπως για παράδειγμα τα διαφημιστικά έσοδα. Αυτή η πρόσθετη οικονομική αξία μερικές φορές αναφέρεται με τον όρο του έμμεσου οφέλους.
Το Σχήμα 6 παρακάτω, απεικονίζει πώς στο μοντέλο κινητών επικοινωνιών που χρησιμοποιήσαμε γίνεται η εκτίμηση του πλεονάσματος του παραγωγού, σε μακροσκοπικό επίπεδο, για κάθε υπηρεσία και σενάριο. Οι συνδρομητές και οι προβλέψεις του Μέσου Εσόδου Ανά Χρήστη – ΜΕΑΧ (Average Revenue Per User - ARPU) που καθορίσθηκαν για τον υπολογισμό του πλεονάσματος του καταναλωτή χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό των εσόδων των παραγωγών, από τα οποία αφαιρείται το κόστος παραγωγής (δηλαδή το Κόστος Πωληθέντων Προϊόντων – Cost of Goods Sold, COGS, κεφαλαιακές και λειτουργικές Δαπάνες). Οι ελεύθερες ταμειακές ροές αποτελούν το πλεόνασμα του παραγωγού για κάθε έτος.

Σχήμα 6: Σύνοψη του υπολογισμού του πλεονάσματος παραγωγού, μοντέλο κινητών επικοινωνιών [Πηγή: Analysys Mason, 2012]

Οι λεπτομερείς παράμετροι εισόδου και οι υπολογισμοί για το πλεόνασμα του παραγωγού για κάθε υπηρεσία παρουσιάζονται στο πλήρες κείμενο της μελέτης μας.
Εξωτερικότητες
Εκτός από την ιδιωτική αξία μιας υπηρεσίας, πρέπει να ληφθούν υπόψη και τα ευρύτερα κοινωνικά και οικονομικά οφέλη που μπορεί να προκύψουν. Τα οφέλη αυτά μπορεί να περιλαμβάνουν τη διάδοση πληροφόρησης, την ποικιλομορφία, την πρόσβαση και την κοινωνική ένταξη.
Τα σημεία αναφοράς για το επίπεδο των εξωτερικών ωφελειών που αναφέρονται σε κινητές ευρυζωνικές υπηρεσίες και τηλεοπτικές υπηρεσίες κυμαίνονται μεταξύ 5% και 10%. Για τους σκοπούς της παρούσας μελέτης, έχουμε εφαρμόσει ένα επιπλέον 10% σε εξωτερικά οφέλη τόσο για τα έσοδα από ευρυζωνικές συνδέσεις όσο και για τα έσοδα από τηλεοπτικές υπηρεσίες.
Σενάρια μοντελοποίησης
Για να υπολογιστεί η σχετική αξία των διαφορετικών τρόπων διάθεσης φάσματος, σχεδιάστηκε μια σειρά από σενάρια καθένα από τα οποία θεωρεί ένα διαφορετικό καταμερισμό του φάσματος μεταξύ υπηρεσιών ΕΨΤ και κινητών ευρυζωνικών υπηρεσιών. Για τις υπηρεσίες ΕΨΤ, υποθέσαμε ότι οι πολυπλέκτες μπορούν είτε να χρησιμοποιηθούν για να φιλοξενήσουν συμβατικής ευκρίνειας (ΣΕ – Standard Definition) προγράμματα ή υψηλής ευκρίνειας (ΥΕ – High Definition) προγράμματα. Παρά το γεγονός ότι στην πράξη ένας πολυπλέκτης μπορεί να φιλοξενήσει κανάλια ΣΕ και ΥΕ, για λόγους απλοποίησης του μοντέλου έγινε σύγκριση της αξίας που προκύπτει από πολυπλέκτες που φιλοξενούν είτε κανάλια ΣΕ, είτε κανάλια ΥΕ. Στο βασικό σενάριο μας, έχουμε θεωρήσει ότι ανά πολυπλέκτη μπορούν να συμπεριληφθούν 6 ΣΕ προγράμματα ή 3 ΥΕ προγράμματα.
Αυτά τα σενάρια περιγράφονται παρακάτω. Οι βασικές παραδοχές σε κάθε σενάριο σε σχέση με το φάσμα που κατανέμεται για χρήση ΕΨΤ και χρήση κινητών επικοινωνιών περιγράφονται στο πλήρες κείμενο της μελέτης μας.
Σχήμα 7: Περιγραφές των σεναρίων μοντελοποίησης [Πηγή: Analysys Mason, 2012]
Σενάριο Επιλογή ΕΨΤ Κινητές Επικοινωνίες
1 – Βασική περίπτωση:
470–830MHz χρησιμοποιούνται για ΕΨΤ 1α – Ο πολυπλέκτης ΕΨΤ προγράμματα σε SD 1α – 10 πολυπλέκτες, προγράμματα σε SD Απουσία διαθέσιμου φάσματος στα 800MHz, επιταχύνεται o αναδασμός φάσματος (spectrum refarming) στα 900MHz

1β – Ο πολυπλέκτης ΕΨΤ προγράμματα σε HD 1β – 10 πολυπλέκτες, προγράμματα σε HD
2 – Οι κινητές επικοινωνίες χρησιμοποιούν την υποζώνη των 800MHz 2α – Τρεις πάροχοι κινητών επικοινωνιών όπου στον κάθε ένα εκχωρούνται 2×5MHz φάσματος στη ζώνη των 800MHz (το φάσμα που απομένει χρησιμοποιείται από τον στρατό) 2α – 8 πολυπλέκτες, προγράμματα σε SD
2α – 2×5MHz ανά πάροχο

2β – Τρεις πάροχοι κινητών επικοινωνιών όπου στον κάθε ένα εκχωρούνται 2×10MHz φάσματος στη ζώνη των 800MHz (ο στρατός μεταφέρεται σε άλλη φασματική ζώνη) 2β – 8 πολυπλέκτες, προγράμματα SD και HD 2β – 2×10MHz ανά πάροχο

Και το παρόν να μην κανιβαλίζει το μέλλον

Είναι στην ανθρώπινη φύση να αναβάλλει τα δυσάρεστα. Να υπερτιμά το παρόν, να υποτιμά μελλοντικές ωφέλειες και κινδύνους. Είναι δουλειά του κράτους να καλύπτει το κενό. Να είναι προβλέψιμο και να προβλέπει, να προετοιμάζεται και να προετοιμάζει για τα χειρότερα. Να πείθει για τις αναγκαίες θυσίες, και στο τέλος να απορροφά και το πολιτικό κόστος.
Ο κανιβαλισμός του παρόντος εις βάρος του μέλλοντος μας οδήγησε σε αυτή την κρίση. Η αποκατάσταση μιας ισορροπημένης σχέσης του παρόντος με τον μέλλοντα χρόνο θα μας βοηθήσει να περάσουμε στην ανάκαμψη.
Πάρτε δύο παραδείγματα. Η ολλανδική κοινωνία έμαθε ιστορικά να προετοιμάζεται για τη διαρκή απειλή πλημμυρών, δουλεύοντας συλλογικά στη συντήρηση φραγμάτων. Το περίφημο polder model αναδεικνύει την αναζήτηση συναινέσεων στο όνομα του κοινού απώτερου συμφέροντος. Επέτρεψε στην Ολλανδία να μεταρρυθμίσει από νωρίς το ασφαλιστικό της σύστημα, που αποτελούσε και τη μεγαλύτερη μελλοντική απειλή στο κοινωνικό της κράτος. Η Γερμανία, «ο μεγάλος ασθενής της Ευρώπης» τη δεκαετία του '90, μία δεκαετία αργότερα περνούσε ξανά στην ανάπτυξη και την πλήρη απασχόληση. Με πολιτική και κοινωνική συναίνεση ανέκτησε ανταγωνιστικότητα, που οι ευεργετικές της συνέπειες στην απασχόληση εκδηλώθηκαν μερικά χρόνια αργότερα. Ωριμες κοινωνίες προετοιμάζονται στο φάσμα μελλοντικών προκλήσεων.
Αντίθετα, το σύνδρομο της υποτίμησης του μέλλοντος έριξε την Ελλάδα στα βράχια το 2010. Αναβάλλαμε διαρκώς τις μεταρρυθμίσεις που έπρεπε να γίνουν, παραπέμπαμε στις ελληνικές καλένδες την προσαρμογή, τα δυσάρεστα για αργότερα. Από τις αρχές της δεκαετίας του '90 οι εκθέσεις έδειχναν ότι το ασφαλιστικό σύστημα θα σκάσει με μαθηματική βεβαιότητα γύρω στο 2020. Δεν κάναμε τίποτα. Κοινωνία, κυβέρνηση, αντιπολίτευση, συνδικάτα, αριστερά, απέρριπταν μετά βδελυγμίας τη μία μεταρρυθμιστική απόπειρα μετά την άλλη. Μέχρι που η έλευση της τρόικας το 2010 μάς υποχρέωσε να αναπληρώσουμε με πολλαπλάσιο κόστος την τρυφηλή αδράνεια δεκαετιών. Ο καλπασμός μας στη «φούσκα» του 2007-08 είχε όλη την αναιδή περιφρόνηση προς την επόμενη μέρα. Ακριβά αυτοκίνητα, εισαγωγές, διακοποδάνεια, υπερχρέωση, ανεξέλεγκτα ελλείμματα. Η χώρα είχε επιλέξει την αμεριμνησία, τη μυωπία, τη συλλογική εθελοτυφλία. Σύμπαν το πολιτικό μας σύστημα τότε αναφωνούσε: «Γιατί να νοιαστώ για τους μεταγενέστερους; Τι έχουν κάνει ποτέ εκείνοι για μένα;»
Η υποτίμηση του μέλλοντος συνδέεται με τη χαμηλή εμπιστοσύνη στο κράτος και στους θεσμούς. Αυτοί εγγυώνται την οργανωμένη, συλλογική μετάβαση στο μέλλον. Η αξιοπιστία τους αυξάνει την προβλεψιμότητα, μας υποχρεώνει να πάρουμε το μέλλον σοβαρά. Ημασταν πάντοτε μια κοινωνία χαμηλής κοινωνικής εμπιστοσύνης. Γι' αυτό ένα από τα χειρότερα πράγματα που συνέβησαν τα τελευταία τέσσερα χρόνια ήταν η διάρρηξη της, ούτως ή άλλως, χαμηλής εμπιστοσύνης προς το κράτος. Η αθέτηση υποχρεώσεών του (προς συνταξιούχους, προμηθευτές, επιχειρήσεις που διεκδικούσαν επιστροφή ΦΠΑ, ομολογιούχους, καλόπιστους συναλλασσόμενους και φορολογούμενους) ήταν βάναυσο πλήγμα. Αναπόφευκτο ίσως, προκειμένου να αποτραπεί η εθνική καταστροφή μιας άτακτης χρεοκοπίας. Ομως, δεν πρέπει ποτέ να ξανασυμβεί.
Εκτός από την υποτίμηση του μέλλοντος υπάρχει και η υποτίμηση των παρελθόντων κινδύνων. Ξεχάσαμε ήδη την αγωνία των καταθετών και των μεσαίων στρωμάτων το 2010, 2011, 2012; Ξεχάσαμε την απειλή εξόδου από το ευρώ; Τις τραπεζικές αναλήψεις πανικόβλητων νοικοκυραίων, τα χαρτονομίσματα που κρύβονταν κάτω από στρώματα και μέσα σε χύτρες; Το Grexit, που αναλυτές και ΜΜΕ έγραφαν δεκάδες φορές την ημέρα, και που έχει πια σχεδόν ξεχαστεί; Τα χειρότερα ήσαν πράγματι εκεί, και πράγματι αποτράπηκαν. Και αυτό από μόνο του είναι ένα μεγάλο πρώτο βήμα στην αποκατάσταση στοιχειώδους εμπιστοσύνης.
Τελευταία φορά που η Ελλάδα εξέδωσε μακροχρόνιο κρατικό ομόλογο ήταν τον Απρίλιο του 2010. Ηταν η τελευταία φορά που το ελληνικό κράτος είχε «πρόσωπο» να απευθυνθεί στους διεθνείς επενδυτές. Σήμερα, τέσσερα χρόνια αργότερα, η Ελλάδα ετοιμάζεται να στραφεί ξανά στις αγορές, διεκδικώντας την εμπιστοσύνη τους στην προοπτική της οικονομίας. Με δεδομένα τα τεράστια κοινωνικά προβλήματα, δεν πρέπει κανείς να φουσκώνει τη σημασία της επικείμενης εξόδου στις αγορές. Θα ήταν όμως μεγάλο λάθος να την υποτιμήσει.
Η κρίση ξεκίνησε από τους αριθμούς και μεταφέρθηκε στην κοινωνία. Την ίδια σειρά θα ακολουθήσει η ανάκαμψη. Πριν ακόμα πληγεί η κοινωνία και κλονισθούν τα εισοδήματα, η κρίση είχε ήδη ξεσπάσει στις αρχές του 2010, ως κρίση εμπιστοσύνης των αγορών, ως κρίση των αριθμών, όταν ελλείμματα και χρέος αποκαλύφθηκαν και οι αγορές έπαθαν σοκ. Από τότε και για τέσσερα χρόνια, οι κάτοχοι κεφαλαίου ξέγραψαν οποιαδήποτε προοπτική της ελληνικής οικονομίας.
Με την ίδια σειρά αρχίζει σιγά σιγά η έξοδος από την κρίση. Πρώτα εξυγιαίνονται οι αριθμοί, εξαλείφονται τα ελλείμματα, γίνεται εξυπηρετήσιμο το χρέος. Επειτα η βελτίωση θα γίνεται αισθητή στην οικονομία και την κοινωνία.
Η υποτίμηση του μέλλοντος μας έριξε στην παρούσα κρίση, η αποκατάστασή του θα αρχίσει να μας βγάζει από αυτήν.

Δημοσιέυτηκε στην Καθημερινή στις 6/4

Καθηγητής Αιμίλιος Αυγουλέας: «Να γίνει ανοιχτός Διεθνής Διαγωνισμός για τον νέο Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος»

Στην εκπομπή «Ασκώ τα δικαιώματα μου, στην Ευρώπη του Αύριο», την Παρασκευή 4/4, 1-2μμ που παρουσιάζει ο Περικλής Βασιλόπουλος μαζί με τον Αντώνη Παπαγιαννίδη από το ertopen.com ο Αιμίλιος Αυγουλέας Καθηγητής Διεθνούς Τραπεζικού Δικαίου στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου δήλωσε: « Το εποπτικό τοπίο για τις τράπεζες θα γίνει σε ευρωπαϊκό επίπεδο πολύ πιο αυστηρό από τον Ιούνιο του 2014 και το ελληνικό τραπεζικό τοπίο χρειάζεται ριζική αναπροσαρμογή. Όπου νάναι τελειώνει η θητεία του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος. Γιατί να μην γίνει λοιπόν ένας ανοιχτός Διεθνής Δημόσιος Διαγωνισμός για τον νέο Διοικητή; Αυτό έκανε προσφάτως η Μεγάλη Βρετανία και επέλεξε τον Καναδό Mark Carney ως Διοικητή της Τράπεζας της Αγγλίας ενώ τον έχουν τιμήσει και άλλες χώρες. Η χώρα χρειάζεται έναν Διοικητή χωρίς ισχυρές επαφές στους ελληνικούς πολιτικοοικονομικούς κύκλους. Υπάρχουν πολλοί διακεκριμένοι πρώην Κεντρικοί Τραπεζίτες που θα μπορούσαν να ενδιαφερθούν. Ο Ben Bernanke της FED ασχολείται με τη συγγραφή ερευνητικών papers, υπάρχει ο Stanley Fisher, o Paul Tucker πρώην Υποδιοικητής της Τράπεζας της Αγγλίας.
Ερ: Και τα ελληνικά δεν θα είναι πρόβλημα;
Απ: Όχι δεν θα είναι. Γιατί ήδη όλα τα έγγραφα και οι συνεννοήσεις γίνονται στα Αγγλικά. Άλλωστε υπάρχουν και πολλοί διακεκριμένοι Έλληνες της Διασποράς. Επιπλέον με μια τέτοια ενέργεια θα δοθεί ένα ισχυρό μήνυμα Διαφάνειας και Αξιοκρατίας και κυρίως αξιοπιστίας μέσα και έξω από την Ελλάδα».
Δείτε εδώ το σχετικό άρθρο του Αντώνη Παπαγιαννίδη «Διεθνής διαγωνισμός για την Τράπεζα της Ελλάδος» που δημοσιεύτηκε στο protagon στις 5/4 και www.paremvassi.gr.

700 εκατομμύρια ευρώ έχασε το δημόσιο από την ανάθεση των συχνοτήτων ψηφιακής τηλεόρασης στην Digea

Έχουμε επανειλημμένως καταγγείλει ότι οι συχνότητες της ψηφιακής τηλεόρασης παραδόθηκαν μονοπωλιακά στην κοινοπραξία των μεγάλων ιδιωτικών τηλεοπτικών σταθμών, την Digea, με έναν φωτογραφικό «διαγωνισμό» ο οποίος ονομάστηκε κατ' ευφημισμόν δημοπρασία. Στη «δημοπρασία» αυτή, όπως είχε εξασφαλιστεί από τις προδιαγραφές του, δεν εμφανίστηκε ανταγωνιστής της Digea, η οποία κέρδισε «εν ου παικτοίς» την εκμετάλλευση του πολύτιμου αυτού δημόσιου πόρου για τα επόμενα 15 έτη έναντι του ευτελούς ποσού της τιμής εκκίνησης, δηλαδή 18,39 εκ. ευρώ.
Σήμερα αποκαλύπτουμε τα διαφυγόντα έσοδα του δημοσίου από την εγκληματική αυτή ανάθεση, όπως είχαν προϋπολογιστεί από έρευνα που είχε παραγγείλει το ίδιο το (αρμόδιο) Υπουργείο Υποδομών Μεταφορών και Δικτύων (Υπ. Υ.Με.Δι.) σε εταιρεία που είχε διενεργήσει ανάλογες έρευνες σε ολόκληρη την Ευρώπη.
Όπως προκύπτει από τα αποτελέσματα της έρευνας αυτής, που είχε παραδοθεί στο Υπ. Υ.Με.Δι. στις 23 Φεβρουαρίου 2012 από την εταιρεία Analysys Mason, τα προσδοκώμενα έσοδα του ελληνικού δημοσίου από τη διάθεση – πώληση των συχνοτήτων ψηφιακής τηλεόρασης στην Ελλάδα για τα επόμενα 15 χρόνια ανήρχοντο στα 715 εκατομμύρια ευρώ, αντί των 18 εκατομμυρίων που «εξασφάλισε» με την ανάθεση στην Digea!
Η έρευνα της Analysys Mason ζητήθηκε από το Υπ. Υ.Με.Δι. προκειμένου να υπολογιστούν τα προσδοκώμενα έσοδα από τη διεξαγωγή δύο διαφορετικών δημοπρασιών που προετοίμαζε τότε το δημόσιο:
1. Η πρώτη αφορούσε την προαναφερθείσα 15ετή παραχώρηση των συχνοτήτων ψηφιακής τηλεόρασης, που αφορά το φάσμα συχνοτήτων 470 – 792 MHz.
2. Η δεύτερη αφορούσε τη 15ετή παραχώρηση στις εταιρείες κινητής τηλεφωνίας του λεγομένου ψηφιακού μερίσματος, δηλαδή του φάσματος συχνοτήτων 792 – 864 MHz, που συχνά αναφέρεται και ως «ζώνη των 800 MHz». Η δημοπρασία αυτή αναμένεται να προκηρυχθεί τον προσεχή Ιούνιο.
Η μέθοδος υπολογισμού των προσδοκώμενων εσόδων του ελληνικού δημοσίου έγινε από την εταιρεία Analysys Mason βάσει δύο παραμέτρων:
• Των συγκριτικών στοιχείων με άλλες ευρωπαϊκές χώρες που έχουν ήδη δημοπρατήσει τις δύο αυτές περιοχές συχνοτήτων
• Μιας οικονομικής ανάλυσης μέσω της οποίας υπολογίζεται η συνολική αξία της αγοράς που θα αναπτυχθεί από τις υπηρεσίες που θα προσφερθούν στις δύο αυτές περιοχές συχνοτήτων τα 15 – 20 επόμενα έτη. Είναι προφανές ότι όσο μεγαλύτερη είναι η αξία της αγοράς που θα αναπτυχθεί, τόσο μεγαλύτερα θα είναι και τα προσδοκώμενα έσοδα από την αντίστοιχη δημοπρασία.
Ας δούμε, λοιπόν, τα συμπεράσματα της έρευνας της εταιρείας Analysys Mason.
Ως προς τη δεύτερη παραχώρηση που προαναφέρθηκε, δηλαδή εκείνην του ψηφιακού μερίσματος (ζώνη των 800 MHz) τα συμπεράσματα είναι σαφή: Τα προσδοκώμενα έσοδα από τη δημοπρασία είναι σε εκατομμύρια €: «Έως 406.8 εάν βασιστούμε στις μέσες τιμές των ευρωπαϊκών δημοπρασιών ή έως 291.5 με βάση την περίπτωση της Πορτογαλίας» (σελ. 18 του Summary Report της έρευνας). Από τα δύο αυτά ποσά η ελληνική πολιτεία επέλεξε το δεύτερο (291,5 εκ. €) για τη δημοπρασία του ψηφιακού μερίσματος, εκείνου δηλαδή που βασίζεται στην περίπτωση της Πορτογαλίας και όχι τον μέσο όρο των ευρωπαϊκών δημοπρασιών. Το ποσό αυτό, με απαίτηση της τρόϊκας έχει εγγραφεί στον προϋπολογισμό του ελληνικού κράτους του 2014 και αναμένεται να εισπραχθεί έως το τέλος του 2014. Πρόκειται για τα περίφημα 300 εκ. € που αναμένει να εισπράξει η τρόϊκα μέσω του ΤΑΙΠΕΔ για την πώληση του ψηφιακού μερίσματος.
Ως προς την πρώτη παραχώρηση των συχνοτήτων ψηφιακής τηλεόρασης που τελικώς δόθηκαν στην Digea, ο υπολογισμός των προσδοκώμενων εσόδων προκύπτει με έμμεσο αλλά σαφή τρόπο, από τη σύγκριση της αξίας των δύο αγορών.
Η αξία της αγοράς που θα αναπτυχθεί από την παραχώρηση των συχνοτήτων ψηφιακής τηλεόρασης για τα επόμενα 15-20 έτη υπολογίζεται στα 10,3 δισεκατομμύρια € (σελ. 16 του Summary Report).
Αντιστοίχως η αξία της αγοράς που θα αναπτυχθεί από την παραχώρηση του ψηφιακού μερίσματος στο ίδιο χρονικό διάστημα υπολογίζεται στα 4,2 δισεκατομμύρια €, αναφέροντας ότι η διάθεση της ζώνης των 800 MHz θα αυξήσει την αξία της αγοράς της κινητής τηλεφωνίας από 11,7 σε 15,9 δισεκατομμύρια €. (σελ. 17 του Summary Report).
Από τα παραπάνω προκύπτει ότι η αξία της αγοράς των συχνοτήτων ψηφιακής τηλεόρασης είναι υπερδιπλάσια εκείνης του ψηφιακού μερίσματος με μια αναλογία 10,3 προς 4,2.
Η ίδια αναλογία ισχύει και για τα προσδοκώμενα έσοδα. Αφού λοιπόν για το ψηφιακό μέρισμα προσδοκώνται έσοδα 291,5 εκατομμυρίων €, από τις συχνότητες της ψηφιακής τηλεόρασης θα έπρεπε να εισπραχθούν υπερδιπλάσια και συγκεκριμένα 715 εκατομμύρια €, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Analysys Mason και την αναλογία που προαναφέραμε.
Δεν θα σχολιάσουμε περαιτέρω, αλλά θα θέσουμε τα παρακάτω ερωτήματα:
- Θα απολογηθεί κανείς για αυτό το οικονομικό έγκλημα των 700 εκατομμυρίων εις βάρος του ελληνικού δημοσίου;
- Τι έχει να πει επ' αυτού ο αρμόδιος Γενικός Γραμματέας Επικοινωνιών του Υπ. Υ.Με.Δι. κ. Μεν. Δασκαλάκης, που γνώριζε πολύ καλά την έρευνα της Analysys Mason;
- Είναι τυχαίος ο διορισμός του κ. Λουρόπουλου, ως Προέδρου της Εθνικής Επιτροπής Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (ΕΕΤΤ), λίγο πριν την προκήρυξη του φωτογραφικού διαγωνισμού από την υπηρεσία του, όταν ο ίδιος λίγους μήνες πριν «είχε φέρει σε πέρας» την πώληση του ΟΠΑΠ, επίσης έναντι πινακίου φακής;
- Ποια συνδιαλλαγή κρύβει η περίεργη σιωπή της τρόϊκας στο συγκεκριμένο θέμα παράδοσης των συχνοτήτων στους μεγαλοκαναλάρχες ουσιαστικά δωρεάν, όταν σε άλλα ζητήματα διεκδικεί με λύσσα ακόμα και λίγες χιλιάδες ευρώ;