Μία από τις πιο ευχάριστες ειδήσεις των τελευταίων εβδομάδων ήταν και η αναγγελία της επανακυκλοφορίας του ένθετου «Ενθέματα» στην «Αυγή» της Κυριακής. Η στήλη, που ξεκίνησε το ταξίδι της στα «Ενθέματα» τον Σεπτέμβριο του μακρινού 2008, τότε με προτροπή του Στρατή Μπουρνάζου, με χαρά αποδέχεται την πρόσκληση να πάρει μέρος και στη νέα περίοδο του εγχειρήματος. Όπως και πριν, θα έχουμε το ραντεβού μας την πρώτη Κυριακή του μήνα και θα σχολιάζουμε μία ή περισσότερες λέξεις που ακούστηκαν και απασχόλησαν την επικαιρότητα τον μήνα που πέρασε.
Για τούτο το πρώτο άρθρο τής νέας περιόδου διάλεξα μία λέξη που είχε ακουστεί πολύ πριν από μερικούς μήνες, τον καιρό που η στήλη δεν δημοσιευόταν, και που ακούστηκε και πάλι πριν από μερικές μέρες: τη λέξη «κλήρωση», αφού με απόφαση του υπουργείου Παιδείας η επιλογή των σημαιοφόρων στις μαθητικές παρελάσεις κατά τις εθνικές γιορτές θα γίνεται πλέον με κλήρωση ανάμεσα στους μαθητές της Ε ΄και της ΣΤ΄ Δημοτικού, μια απόφαση που προκάλεσε συντεταγμένες και ενορχηστρωμένες αντιδράσεις από τους λαθρέμπορους της αριστείας. Και τώρα, στην παρέλαση της 28ης Οκτωβρίου τις προάλλες, υλοποιήθηκε (ή δεν υλοποιήθηκε) για πρώτη φορά η απόφαση αυτή.
Θα μιλήσουμε λοιπόν για την κλήρωση, που είναι λέξη αρχαία (κλήρωσις), της κλασικής αρχαιότητας και βέβαια ανάγεται στο ρήμα κληρώ (σήμερα κληρώνω) κι αυτό στο ουσιαστικό κλήρος. Ο κλήρος είναι λέξη ομηρική και αρχικά πρέπει να σήμαινε το αντικείμενο (κομμάτι ξύλο, πετραδάκι) που χρησιμοποιούσαν στην κλήρωση - στο Η της Ιλιάδας, όπου γίνεται κλήρωση για να επιλεγεί εκείνος που θα πολεμήσει με τον Έκτορα, βάζουν λαχνούς μέσα στο κράνος του Αγαμέμνονα και τελικά έθορε κλήρος κυνέης ... Αίαντος, από το κράνος ξεπήδησε ο λαχνός του Αίαντα. Ο κλήρος ανήκει στην οικογένεια του ρήματος κλάω-κλω, από όπου και το κλάσμα ή ο κλάδος.
Οι αρχαίοι μας πρόγονοι χρησιμοποιούσαν συχνότατα την κλήρωση ως μέθοδο επιλογής για αξιώματα. Στην αθηναϊκή δημοκρατία με κλήρο επιλέγονταν οι 500 βουλευτές και οι δικαστές, ενώ άλλα αξιώματα ήταν αιρετά (με μυστική ψηφοφορία) ή χειροτονητά (με ανάταση της χειρός). Μάλιστα, στα «Πολιτικά» ο Αριστοτέλης θεωρεί πως η κλήρωση είναι ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά της δημοκρατίας, «Το κληρωτάς είναι τας αρχάς», αφήνοντας ενδεχομένως περιθώριο να εξαιρούνται κάποια αξιώματα που απαιτούν πείρα ή ειδικές γνώσεις (ή πάσας ή όσαι μη εμπειρίας δέονται και τέχνης). Πολύ περίτεχνες ήταν οι πιρουέτες των αρχαιολάγνων της αντιπολίτευσης, της σχολής Άδωνη, που προσπάθησαν με διάφορες σοφιστείες να ξεπεράσουν αυτή την πασίγνωστη αλήθεια.
Ωστόσο, η λέξη «κλήρος» πήρε κι άλλες πολύ ενδιαφέρουσες σημασίες στη συνέχεια· κατ' αρχάς, επειδή συχνά η διανομή γης γινόταν με κλήρωση, επικράτησε να ονομάζεται κλήρος το αγροτεμάχιο, το κτήμα, το οικόπεδο και στη συνέχεια η κληρονομούμενη ακίνητη περιουσία, η οποία άλλωστε κληροδοτείται και κληρονομείται. Από τον κλήρο μάλλον προέρχεται και η λέξη «ολόκληρος», αυτός που έχει όλα τα μερίδια ενός συνόλου.
Με τον ερχομό του χριστιανισμού, η λέξη «κλήρος» πήρε τη σημασία του συνόλου των ιερωμένων. Η εντυπωσιακή αυτή σημασιολογική εξέλιξη μάλλον έχει την αφετηρία της σε μια φράση της μετάφρασης των Εβδομήκοντα, όπου για τους Λευίτες, που εκτελούσαν ιερατικά καθήκοντα, χρησιμοποιήθηκε η λέξη κλήρος, «Κύριος αὐτὸς κλῆρος αὐτοῦ», κι έτσι η λέξη πήρε τη σημασία του ιερατικού αξιώματος και πέρασε και στους ιερείς του Χριστιανισμού.
Οι ιερείς, ως ανήκοντες στον κλήρο, ονομάστηκαν λοιπόν κληρικοί, λέξη που πέρασε και στα λατινικά clericus. Και επειδή στα μεσαιωνικά χρόνια κυρίως οι ιερείς και οι μοναχοί ήσαν εγγράμματοι και μπορούσαν να ασχολούνται με γραφική εργασία, από τη μετεξέλιξη του clericus προέκυψαν οι τύποι clerc (γαλλ.) και clerk (αγγλικά), που χρησιμοποιούνται σήμερα για τους υπαλλήλους γραφείου - και η δουλειά του υπαλλήλου γραφείου χαρακτηρίζεται clerical work. Η λέξη επέστρεψε ως αντιδάνειο εκείνα τα χρόνια, αφού κλέρης ονομάστηκε ο γραμματικός, αλλά σήμερα μόνο ως επίθετο διασώζεται. Μεσαιωνική λέξη από τον κλήρο είναι η κλήρα, που σημαίνει, ανάμεσα στα άλλα, και τον απόγονο κάποιου.
Στα νεότερα ελληνικά κληρωτός ονομάζεται ο στρατεύσιμος, λέξη που απηχεί την εποχή όπου οι στρατεύσιμοι επιλέγονταν με κλήρωση· άλλωστε κληρουχία λέγεται η σειρά κατάταξης στο Ναυτικό – εξ ου και η προσφώνηση «ρε κληρούχα!» προς ναύτη της ίδιας σειράς.
Κι έτσι, φέτος παρέλασαν σημαιοφόροι που είχαν επιλεγεί με κλήρωση - όχι παντού όμως. Σε σχολείο της Δάφνης, ο διευθυντής αυθαίρετα αντικατέστησε το αγόρι που κληρώθηκε, επειδή είχε σκούρο δέρμα, λεγόταν Αμίρ και ήταν προσφυγάκι από το Αφγανιστάν. Από την άλλη, όταν σε ένα Γυμνάσιο της Σαντορίνης ορίστηκε σημαιοφόρος, όχι με κλήρωση, αλλά με βάση τις μαθητικές της επιδόσεις, μια μαθήτρια αλβανικής καταγωγής, οι ακροδεξιοί προσπάθησαν με τραμπουκισμούς να ματαιώσουν την παρέλαση - δεν είναι η αριστεία το ζητούμενο, βλέπετε, αλλά η εθνική καθαρότητα.
*Δημοσιεύτηκε στην "Αυγή" στις 6/11/2017.
Ο πρόεδρος της Ανεξάρτητης Επιτροπής Δεοντολογίας, καθηγητής Νίκος Αλιβιζάτος εξέφρασε την πεποίθησή ότι θα προκύψει κάτι κανούργιο στην Κεντροαριστερά μέσα από εκλογική διαδικασία για την ανάδειξη ηγεσίας του νέου ενιαίου προοδευτικού φορέα.
Σε συνέντευξη Τύπου με μέλη της Επιτροπής όπου παρουσιάστηκε η διαδικασία της ψηφοφορίας ο κ. Αλιβιζάτος τόνισε ότι κλειδί για την επιτυχία του εγχειρήματος είναι η όσο το δυνατόν μεγαλύτερη συμμετοχή.
Ταυτόχρονα κατέστησε σαφές πως όποιος δεν θα πάει να ψηφίσει στο πρώτο γύρο δεν θα έχει το δικαίωμα να ψηφίσει στον δεύτερο και πως έχει συμφωνηθεί να γίνει μία ακόμα τηλεμαχία ανάμεσα στους δύο υποψηφίους που θα περάσουν στο δεύτερο γύρο.
Ο Νίκος Αλιβιζάτος διευκρίνισε ότι στον νέο αρχηγό θα δοθεί η λίστα όσων δηλώσουν μέλη, ενώ ο κατάλογος όσων δηλώσουν φίλοι θα καταστραφεί γιατί αυτό αναφέρει η γνωμάτευση της Αρχής Προσωπικών Δεδομένων. Όπως είπε ο πρόεδρος της Επιτροπής Δεοντολογίας θα δοθεί μόνο σε όσους καταθέσουν ουσιαστικές ενστάσεις για το αποτέλεσμα είτε του πρώτου είτε του δεύτερου γύρου.
Ο Νίκος Αλιβιζάτος διατύπωσε και τις προσωπικές του κρίσεις, λέγοντας ότι το έργο της Επιτροπής ολοκληρώνεται με την εκλογή του αρχηγού, ο οποίος θα έχει την ευθύνη για την ίδρυση του νέου κόμματος. Ακόμη τόνισε την αναγκαιότητα επιτυχίας του εγχειρήματος καθώς, όπως είπε, «όλες οι μεγάλες τομές και μεταρρυθμίσεις στη χώρα είναι ιστορικά συνδεδεμένες με την προοδευτική παράταξη, ενώ οι αποτυχίες με τη συντηρητική παράταξη πλην της περιόδου του Κωνσταντίνου Καραμανλή».
Επίσης ανέφερε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν επιθυμεί τις μεταρρυθμίσεις και κατά βάθος επιδιώκει τη ρήξη, ενώ ο Κυριάκος Μητσοτάκης θέλει να γίνουν μεταρρυθμίσεις, αλλά δεν το επιτρέπουν οι δομές της συντηρητικής παράταξης. «Αυτό το κενό πρέπει να καλύψει η προοδευτική παράταξη, παρά τον κατακερματισμό και τις διαφωνίες, κι όποτε το έκανε η χώρα πήγε μπροστά», υπογράμμισε ο Νίκος Αλιβιζάτος.
*Δημοσιεύτηκε στην "Καθημερινή" στις 8/11/2017.
Για τον Βάλτερ Μπένγιαμιν πρωτεύουσα της Ευρώπης ήταν το Παρίσι, για τον πείσμωνα και είρωνα Ρόμπερτ Μενάσε πρωτεύουσα πρέπει να γίνουν οι Βρυξέλλες. Εύθραυστη ελπίδα. Ο τελευταίος, που πρόσφατα τιμήθηκε με το Γερμανικό Βραβείο Λογοτεχνίας, μετριάζει τις υψηλές προσδοκίες σε μια συνέντευξή του στη γερμανική εφημερίδα TAZ, με μια ιστορία για ένα βράδυ που πέρασε μαζί με κάποιον Γερμανό ανταποκριτή στις Βρυξέλλες, σε ένα καπνισμένο καφέ όπου συχνάζουν δημοσιογράφοι. Ηταν λοιπόν παρών όταν η αρχισυνταξία στη Φρανκφούρτη επέστρεψε ένα άρθρο του ανταποκριτή από το διαστημόπλοιο των Βρυξελλών με την παρατήρηση: «Μη γράφεις τόσο περίπλοκα. Αρκεί να γράψεις τι θα κοστίσει αυτό σ' εμάς τους Γερμανούς».
Το μειωμένο ενδιαφέρον που δείχνουν οι Γερμανοί πολιτικοί, μάνατζερ και δημοσιογράφοι για τον σχηματισμό μιας Ευρώπης που να είναι ικανή να δρα πολιτικά δεν θα μπορούσε να βρει πιο μεστή έκφραση. Εδώ και χρόνια, εφημερίδες φοβισμένες και πειθήνιες είναι πρόθυμες να βοηθήσουν τους πολιτικούς μας, ώστε η ευρεία κοινή γνώμη στη Γερμανία να μην επιβαρύνεται με το θέμα της Ευρώπης. Η απαξίωση του κόσμου δεν θα μπορούσε να προβληθεί καλύτερα απ' ό,τι με τον προσεκτικά προετοιμασμένο περιορισμό της βεντάλιας των θεμάτων για τη μοναδική «τηλεμαχία» ανάμεσα στη Μέρκελ και τον Σουλτς λίγο πριν από τις ομοσπονδιακές εκλογές. Αλλά και την τελευταία δεκαετία που σοβεί η οικονομική κρίση, η καγκελάριος και ο υπουργός Οικονομικών της θεωρούσαν σωστό να αυτοπροσδιορίζονται ως οι πραγματικοί «Ευρωπαίοι» – σε μια οφαλμοφανή αντίθεση με τα γεγονότα.
Τώρα όμως εμφανίζεται στη σκηνή ο Εμανουέλ Μακρόν και θα μπορούσε να διαλύσει το πέπλο αυτής της ευχάριστης αυταπάτης, παρά τις κολακείες του προς την ηττημένη καγκελάριο, η οποία δέχεται πιέσεις από το ίδιο της το κόμμα, με στόχο μια συνεργασία με αλληλοσεβασμό. Τα κεφάλια με «ρεαλιστική» σκέψη στις μεγάλες γερμανικές εφημερίδες φαίνεται να φοβούνται πως τα λόγια του Γάλλου προέδρου για τα καινούργια ρούχα του αυτοκράτορα θα μπορούσαν να ανοίξουν επιτέλους τα μάτια στο γερμανικό κοινό και να το κάνουν να δει ότι η γερμανική κυβέρνηση, με τον στιβαρό οικονομικό της εθνικισμό, είναι μάλλον γυμνή.
Ο Γκέοργκ Μπλούμε, στο πρώτο κεφάλαιο του βιβλίου του που κυκλοφόρησε πρόσφατα, με υπότιτλο «Πώς η Γερμανία ρισκάρει μια φιλία», συλλέγει θλιβερές αποδείξεις από τον Τύπο και την πολιτική για τον νεογερμανικό υπεροπτικό τόνο απέναντι στη Γαλλία και τους Γάλλους.
Από την αρχή κιόλας, ορισμένα σχόλια για τον Μακρόν κινούνταν ανάμεσα στην αδιαφορία, την αλαζονεία και μια εσπευσμένα αμυντική στάση. Και εκτός από ένα πρωτοσέλιδο του Spiegel, η ανταπόκριση στον προσεκτικά δομημένο λόγο του Γάλλου προέδρου για την Ευρώπη ήταν από άνευρη έως αδύναμη. Από αυτό το υλικό, που είναι κατάλληλο για κωμωδία, ο διαφαινόμενος κυβερνητικός συνασπισμός «Τζαμάικα» (σ.σ.: Χριστιανοδημοκράτες, Πράσινοι, Φιλελεύθεροι) θα μπορούσε να κατασκευάσει μια πειστική τραγωδία – εάν λόγου χάρη γινόταν υπουργός Οικονομικών ο Κρίστιαν Λίντνερ και εφάρμοζε την παρακαταθήκη του Σόιμπλε.
Ο τέως υπουργός Οικονομικών, σε ένα non-paper για το Eurogroup, είχε σχεδιάσει ένα πρόγραμμα το οποίο θα μπλόκαρε οποιονδήποτε συμβιβασμό με την πρωτοβουλία του Γάλλου προέδρου. Στο πρόγραμμα αυτό ο Σόιμπλε συνδυάζει τη δημιουργία ενός Ευρωπαϊκού Νομισματικού Ταμείου με την αγαπημένη ιδέα του ορντοφιλελευθερισμού (Οrdoliberalismus), ο οποίος θέλει να προλάβει τη δημοκρατική συμμετοχή, που τον φοβίζει, απογυμνώνοντας την πολιτική εξουσία από τις αποφάσεις σχετικά με την οικονομία και τα δημοσιονομικά, και μεταφέροντάς τες σε μια τεχνοκρατική διοίκηση.
Ωραία θα ήταν αν ξεμπέρδευα εδώ με τις αγωνίες μου. Η κατάσταση όμως είναι πολύ σοβαρή και δεν το επιτρέπει. Γιατί η επόμενη γερμανική κυβέρνηση (εάν βέβαια έχει πια κανείς όρεξη να συμμετάσχει) πρέπει να σηκώσει το γάντι που πέταξε ο Γάλλος πρόεδρος. Θα αρκούσε μια πολιτική αναβολών και παραλείψεων ώστε να χαθεί μια ιστορική ευκαιρία.
Οι ενδεχομενικότητες της Ιστορίας σπάνια εμφανίζονται τόσο καθαρά όσο στην αναπάντεχη άνοδο αυτού του γοητευτικού, εκθαμβωτικού ίσως, και πάντως ασυνήθιστου ατόμου. Κανείς δεν περίμενε ότι ένας υπουργός της κυβέρνησης Ολάντ δίχως κόμμα, ο οποίος κατά τα φαινόμενα έκανε μια εγωκεντρική κούρσα και έφτιαξε από το μηδέν ένα πολιτικό κίνημα, θα υπερσκέλιζε ένα ολόκληρο κομματικό σύστημα.
Αντίθετα σε κάθε δημοσκοπική εμπειρία, ένα μοναδικό άτομο, χωρίς ακολουθία, κατάφερε μέσα στη σύντομη περίοδο ενός προεκλογικού αγώνα να κερδίσει την πλειοψηφία με ένα επιθετικό πρόγραμμα για την εμβάθυνση της συνεργασίας στην Ευρώπη, έχοντας απέναντί του έναν αυξανόμενο δεξιό λαϊκισμό στον οποίο ένας στους τρεις Γάλλους εμπιστεύτηκε την ψήφο του. Ηταν εντελώς απίθανο ότι κάποιος σαν τον Μακρόν θα εκλεγόταν πρόεδρος σε μια χώρα της οποίας ο πληθυσμός ήταν από πάντα πιο ευρωσκεπτικιστής από τους Λουξεμβούργιους και τους Βέλγους, από τους Γερμανούς, τους Ιταλούς, τους Ισπανούς και τους Πορτογάλους.
Με μια ψύχραιμη εκτίμηση, είναι εξίσου απίθανο ότι η επόμενη γερμανική κυβέρνηση θα έχει τη διορατικότητα να δώσει μια γόνιμη απάντηση, δηλαδή μια απάντηση με μέλλον, στην ερώτηση που της έθεσε ο Μακρόν. Και τη σημασία της ερώτησης απλώς να καταλάβαινε, εγώ θα ανακουφιζόμουν.
Είναι επίσης αρκετά απίθανο ότι μια κυβέρνηση συνασπισμού που σπαράσσεται από εσωτερικές εντάσεις θα βρει το κουράγιο να αναθεωρήσει τις δύο βασικές θέσεις που επέβαλε η Μέρκελ από την πρώτη κιόλας μέρα της οικονομικής κρίσης: τον διακυβερνητισμό, ο οποίος εξασφαλίζει στη Γερμανία ηγετικό ρόλο στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, και την πολιτική λιτότητας, την οποία επέβαλε, χάρη στον ρόλο της αυτόν, η Γερμανία στον ευρωπαϊκό Νότο, με δυσανάλογα οφέλη για την ίδια. Και είναι εντελώς απίθανο ότι η καγκελάριος δεν θα χρησιμοποιήσει ως δικαιολογία την αδύναμη θέση της στο πολιτικό σκηνικό της χώρας της για να ξεκαθαρίσει στον γοητευτικό της εταίρο ότι δυστυχώς δεν θα μπορέσει να υιοθετήσει αυτή την προοπτική μεταρρύθμισης – εξάλλου δεν είχε ποτέ καλή σχέση με τις προοπτικές.
Από την άλλη μεριά, υπάρχει ένα ερώτημα, αυτό που προσωπικά με τρώει: Είναι δυνατόν αυτή η αξιοσημείωτα έξυπνη και ευσυνείδητη πολιτικός, που προέρχεται από σπίτι προτεστάντη ιερέα και ώς τώρα έχει κακομάθει με την επιτυχία της, αλλά είναι ταυτόχρονα και σκεπτική (προσωπικά δεν την έχω συναντήσει ποτέ), να προσβλέπει στο να αναλάβει έναν τόσο άχαρο ρόλο στο τέλος μιας ενεργής δεκαεξάχρονης θητείας;
Θα θελήσει να αποχωρήσει έπειτα από τέσσερα ακόμη χρόνια που θα βγουν με το ζόρι, με την εξουσία της να θρυμματίζεται; Ή θα θελήσει, σε πείσμα όλων αυτών που ψιθυρίζουν κιόλας ότι έρχεται το τέλος της, να επιδείξει μεγαλοθυμία και να κάνει το μεγάλο βήμα, ξεπερνώντας τον εαυτό της;
Το ξέρει και η ίδια ότι η ευρωπαϊκή νομισματική ένωση, που αποτελεί βασικό ενδιαφέρον της Γερμανίας, δεν μπορεί να σταθεροποιηθεί μακροπρόθεσμα όσο βαθαίνουν ακόμη περισσότερο, όπως συμβαίνει υπό το τωρινό καθεστώς, οι μεγάλες διαφορές στο εθνικό εισόδημα, στην ανεργία και τα δημόσια χρέη μεταξύ των εθνικών οικονομιών στον Βορρά και τον Νότο της Ευρώπης, οι οποίες εδώ και καιρό ακολουθούν αποκλίνουσες τροχιές.
Το φάντασμα της «μεταβατικής ένωσης» αποπροσανατολίζει από αυτή την καταστροφική δυναμική, η οποία μπορεί να αναχαιτιστεί μόνον εάν δημιουργηθεί ένας πραγματικά δίκαιος ανταγωνισμός πέρα από τα εθνικά σύνορα και εάν εφαρμοστεί μια πολιτική ενάντια στον επελαύνον έλλειμμα αλληλεγγύης – τόσο ανάμεσα στους εθνικούς πληθυσμούς όσο και μέσα στα ίδια τα έθνη.
Ο όρος «ανεργία των νέων» είναι εδώ ενδεικτικός. Ο Μακρόν δεν φτιάχνει μόνον ένα όραμα, αλλά ζητάει, πολύ συγκεκριμένα, να προχωρήσει η ευρωζώνη στην εξομοίωση των φόρων επιχειρήσεων, ζητάει αποτελεσματική φορολόγηση των συναλλαγών, την προοδευτική σύγκλιση των διαφορετικών καθεστώτων για την κοινωνική πολιτική, τη θέσπιση του αξιώματος του Ευρωπαίου εισαγγελέα για τους κανόνες του διεθνούς εμπορίου κ.λπ.
Από την άλλη πλευρά, οι μεμονωμένες αυτές προτάσεις, που στο κάτω κάτω είναι εδώ και καιρό γνωστές, δεν είναι αυτές που κάνουν τη διαφορά σε σχέση με αυτά που έχουμε συνηθίσει ώς τώρα στη στάση, στην πρωτοβουλία και στον λόγο αυτού του πολιτικού. Τρία είναι τα χαρακτηριστικά που ξεφεύγουν από τα συνηθισμένα:
Διαλέγοντας έναν πολύ γαλλικό όρο απευθύνεται ο Μακρόν στις 26 Σεπτεμβρίου στο φοιτητικό του κοινό και στην πολιτική ελίτ στη Γερμανία εξίσου, όταν αναφέρεται επανειλημμένα στην «κυριαρχία» (souveraineté), την οποία δεν μπορεί πλέον να την εξασφαλίσει το εθνικό κράτος, αλλά μόνον η Ευρώπη για τους πολίτες.
Μόνον υπό την προστασία και με τη δύναμη της ενωμένης Ευρώπης μπορούν αυτοί οι πολίτες να υπερασπιστούν τα κοινά τους συμφέροντα και τις αξίες τους, σ' έναν κόσμο που έχει έρθει τα πάνω κάτω. Ο Μακρόν τονίζει την «πραγματική» κυριαρχία σε σχέση με τη χιμαιρική κυριαρχία των Γάλλων «κυριαρχιστών». Λέει με τ' όνομά του το αναξιοπρεπές παιχνίδι του κυβερνητικού προσωπικού, το οποίο όταν βρίσκεται στη χώρα του αποστασιοποιείται από τους νόμους που το ίδιο έχει αποφασίσει στις Βρυξέλλες, και δεν ζητάει τίποτε λιγότερο από την εκ νέου ίδρυση μιας Ευρώπης που θα είναι ικανή να δρα πολιτικά τόσο στο εσωτερικό της όσο και προς τα έξω: αυτό εννοεί με τον όρο «κυριαρχία», την αυτοεξουσιοδότηση των Ευρωπαίων πολιτών.
Ως σταθμούς στον δρόμο προς τη θεσμοθέτηση της δυνατότητας κοινής δράσης, ο Μακρόν ονοματίζει τη στενότερη συνεργασία στην ευρωζώνη στη βάση ενός κοινού προϋπολογισμού. Η κεντρική και επίμαχη πρότασή του: «Ενας (τέτοιος) προϋπολογισμός μπορεί μόνο να συνοδεύεται από μια ισχυρή πολιτική καθοδήγηση μέσω ενός κοινού υπουργού και ενός κοινοβουλευτικού ελέγχου αξιώσεων σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Η ευρωζώνη με ένα κοινό διεθνές νόμισμα αρκεί για να προσφέρει στην Ευρώπη το πλαίσιο ώστε να αναπτυχθεί σε παγκόσμια οικονομική δύναμη».
Εχοντας την αξίωση να διαμορφώσει με πολιτικό τρόπο τα προβλήματα μιας ολοένα και πιο αλληλοεξαρτώμενης παγκόσμιας κοινωνίας, ο Μακρόν ξεχωρίζει όσο ελάχιστοι άλλοι από το στρώμα των πολιτικών στελεχών που έχουν χρόνια υπερφόρτωση, προσαρμόζονται καιροσκοπικά και αντιδρούν μονάχα από μέρα σε μέρα, χωρίς καμιά προοπτική.
Είναι να τρίβουμε τα μάτια μας: Υπάρχει κάποιος που θέλει να αλλάξει κάτι στο status quo; Υπάρχει κάποιος που έχει το επιπόλαιο θράσος να σταθεί απέναντι στη μοιρολατρική συνείδηση των φελάχων, οι οποίοι υποκύπτουν στις δήθεν επιτακτικές επιταγές μιας παγκόσμιας οικονομικής τάξης που έχει ενσωματωθεί σε μεγάλους διεθνείς οργανισμούς; Αν τον καταλαβαίνω σωστά, ο Μακρόν επιδεικνύει ένα καινούργιο ενδιαφέρον που δεν έχει ενταχθεί στο κομματικό μας σύστημα και ως εκ τούτου δεν εκπροσωπείται: ανάμεσα στον καθημερινό νεοφιλελευθερισμό του Κέντρου, στον αυτάρεσκο αντικαπιταλισμό των αριστερών εθνικιστών και στην μπαγιάτικη ταυτοτική ιδεολογία των δεξιών λαϊκιστών.
Είναι κομμάτι της αποτυχίας της σοσιαλδημοκρατίας το γεγονός ότι μια πολιτική κατά βάση φιλική προς την παγκοσμιοποίηση και στραμμένη προς την Ευρώπη, η οποία παράλληλα λαμβάνει υπόψη της τις κοινωνικές ζημίες και τις καταστροφές που προκαλεί ο αχαλίνωτος καπιταλισμός και ως εκ τούτου πιέζει επίσης προς την απαραίτητη διακρατική επαναρύθμιση των σημαντικότερων αγορών, δεν έχει κατορθώσει να αποκτήσει ένα διακριτό προφίλ, παρά τις προσπάθειες του Ζίγκμαρ Γκάμπριελ.
Την ελευθερία δράσης για μια τέτοια πολιτική δεν θα μπορούσε να τη διαθέτει ο Γκάμπριελ παρά μόνον ως υπουργός Οικονομικών ενός μεγάλου συνασπισμού με προοπτική να διαρκέσει και αποφασισμένου να συνεργαστεί με τον Μακρόν.
Το δεύτερο στοιχείο που διαφοροποιεί τον Μακρόν από άλλες πολιτικές προσωπικότητες είναι η ρήξη με μια σιωπηρή συναίνεση. Στην πολιτική τάξη, μέχρι στιγμής υπήρξε αυτονόητο ότι η Ευρώπη των πολιτών είναι μια υπερβολικά πολύπλοκη οντότητα και ότι ο στόχος της ευρωπαϊκής ενοποίησης είναι ένα ζήτημα πολύ περίπλοκο για να επιτραπεί στους ίδιους τους πολίτες να ασχοληθούν μαζί του.
Τα τρέχοντα θέματα της πολιτικής των Βρυξελλών αφορούν μόνο τους εμπειρογνώμονες και τους καλά ενημερωμένους εκπροσώπους συμφερόντων, ενώ οι αρχηγοί των κυβερνήσεων διευθετούν ανάμεσά τους τις πιο σοβαρές συγκρούσεις μεταξύ αντιφατικών εθνικών συμφερόντων, συνήθως αναβάλλοντας ή αποκλείοντάς τες.
Πάνω απ' όλα, ωστόσο, τα πολιτικά κόμματα συμφωνούν ότι τα ευρωπαϊκά ζητήματα θα πρέπει να αποφεύγονται στο μέτρο του δυνατού κατά τις εθνικές εκλογές, εκτός εάν τα τοπικά προβλήματα μπορούν να μετατεθούν στις πλάτες των γραφειοκρατών των Βρυξελλών. Και τώρα ο Μακρόν θέλει να καθαρίσει αυτή την κακοπιστία. Εχει ήδη σπάσει ένα ταμπού τοποθετώντας τη μεταρρύθμιση της Ευρώπης στο επίκεντρο της εκστρατείας του και καταφέρνοντας να κερδίσει, έναν χρόνο μετά το Brexit, αυτή την επίθεση ενάντια στα «θλιβερά πάθη της Ευρώπης».
Αυτό το δεύτερο στοιχείο προσδίδει, μέσα από τις δηλώσεις του Μακρόν, αξιοπιστία στη φράση που κατά τα άλλα ακούγεται συχνά: ότι η δημοκρατία είναι η ουσία του ευρωπαϊκού σχεδίου. Δεν μπορώ να κρίνω την εφαρμογή πολιτικών μεταρρυθμίσεων που έχει προεξαγγείλει για τη Γαλλία.
Μένει να αποδειχτεί αν εκπληρώνει την «κοινωνικά φιλελεύθερη» υπόσχεση να διατηρήσει τη δύσκολη ισορροπία μεταξύ κοινωνικής δικαιοσύνης και οικονομικής παραγωγικότητας. Ως αριστερός δεν είμαι «μακρονιστής» – εάν υπάρχει κάτι τέτοιο. Αλλά το πώς μιλάει ο Μακρόν για την Ευρώπη κάνει τη διαφορά. Μας ζητάει να κατανοήσουμε τους θεμελιωτές της Ενωσης, οι οποίοι θα είχαν δημιουργήσει μια Ευρώπη χωρίς τον πληθυσμό, επειδή ανήκαν σε μια φωτισμένη πρωτοπορία.
Ωστόσο, θέλει τώρα να μετατρέψει το σχέδιο της ελίτ σε σχέδιο των πολιτών και προωθεί προφανή βήματα προς την κατεύθυνση της δημοκρατικής αυτοδιάθεσης των Ευρωπαίων πολιτών έναντι των εθνικών κυβερνήσεων, οι οποίες αλληλοεξουδετερώνονται στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Γι' αυτό ζητεί όχι μόνον καθολικό δικαίωμα ψήφου στις ευρωπαϊκές εκλογές, αλλά και κατάρτιση υποψηφίων στα κόμματα με διακρατικές λίστες. Αυτό προωθεί τη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού κομματικού συστήματος, χωρίς το οποίο το Κοινοβούλιο του Στρασβούργου δεν είναι δυνατό να γίνει ένας τόπος όπου τα κοινωνικά συμφέροντα μπορούν να υπερβούν τα σύνορα κάθε κράτους και να γενικευτούν.
Εάν κάποιος θέλει να αξιολογήσει σωστά τη σημασία του Εμανουέλ Μακρόν, τότε προκύπτει μια τρίτη πτυχή, ένα προσωπικό χαρακτηριστικό: ξέρει να μιλάει. Ο Γιούργκεν Κάουμπε εντυπωσιάστηκε από τη διανοητική μορφή τού καλά διαβασμένου φιλοξενούμενου μετά την αυτοσχέδια ομιλία του προέδρου κατά τη διάρκεια της έκθεσης βιβλίου. Ωστόσο, επειδή το άρθρο του στη συντηρητική εφημερίδα FAZ ήταν σε συγκεκριμένο πλαίσιο, παρέλειψε ένα σημείο που θεωρώ πολύ σημαντικό.
Δεν έχουμε να κάνουμε μόνο με έναν πολιτικό που κερδίζει την προσοχή, το κύρος και την επιρροή μέσω των ρητορικών ικανοτήτων του και της ευαισθησίας του στα γραπτά κείμενα. Μάλλον η ακριβής επιλογή των εμπνευσμένων προτάσεών του και η δύναμη άρθρωσης του λόγου δίνουν στην ίδια την πολιτική σκέψη μια αναλυτική οξύτητα και μια προωθητική δυναμική.
Ο Νόρμπερτ Λάμερτ ήταν ο τελευταίος που ξυπνούσε τις μνήμες των μεγάλων κοινοβουλευτικών αγορεύσεων του Γκούσταβ Χάινεμαν, του Αντολφ Αρντ και του Φριτς Ερλερ στην πρώιμη Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας. Φυσικά, η ποιότητα της άσκησης του επαγγέλματος του πολιτικού δεν μετριέται από το ρητορικό ταλέντο. Αλλά οι αγορεύσεις μπορούν να αλλάξουν την αντίληψη του κοινού για την πολιτική, να ανυψώσουν το επίπεδο και να διευρύνουν τους ορίζοντες της δημόσιας συζήτησης. Και μ' αυτόν τον τρόπο να βελτιώσουν την ποιότητα όχι μόνο της διαμόρφωσης της πολιτικής βούλησης, αλλά και της ίδιας της πολιτικής δράσης.
Εκεί όπου η αμορφία των τοκ σόου καθίσταται μέτρο της πολυπλοκότητας και της διάρκειας της δημόσιας επιτρεπτής πολιτικής σκέψης, ο Μακρόν ξεχωρίζει με τη μορφή των ομιλιών του. Προφανώς μας λείπει η ικανότητα να αντιλαμβανόμαστε τέτοιες ποιότητες, ακόμη και για το πότε και το πού μιας ομιλίας.
Ετσι, ο λόγος που εκφώνησε πρόσφατα ο Μακρόν στο δημαρχείο του Παρισιού με την ευκαιρία της επετείου της Μεταρρύθμισης δεν ήταν μόνο ενδιαφέρων από πλευράς περιεχομένου• δεν ήταν απλώς μια επιδέξια προσπάθεια να επανεξετάσουμε την ιστορία των θρησκευτικών συγκρούσεων στη Γαλλία ώσπου να προσαρμοστούν σε ένα κρατικό δόγμα, το αυστηρό γαλλικό κοσμικό κράτος, στις απαιτήσεις μιας πλουραλιστικής κοινωνίας. Αφορμή και θέμα για την ομιλία ήταν ταυτόχρονα μια χειρονομία προς τον προτεσταντικό πολιτισμό της γειτονικής χώρας – και την προτεστάντρια συνάδελφό του στο Βερολίνο.
Φυσικά, η απαίτηση και το στιλ εκπροσώπησης της κρατικής εξουσίας μάς έχουν γίνει ξένα τουλάχιστον από τη νοσταλγική άποψη του Καρλ Σμιτ για τον γαλλικό Αντιδιαφωτισμό τον 19ο αιώνα. Μπορεί να μην έχουμε την αίσθηση της βαρύτητας μιας ζωής στο παλάτι των Ηλυσίων, την οποία ο Μακρόν έχει περί πολλού αναδείξει στη συνέντευξή του στο περιοδικό Spiegel. Ομως, η βαθιά εξοικείωσή του με τη φιλοσοφία της ιστορίας του Χέγκελ, με την οποία αποκρίνεται σε μια ερώτηση σχετικά με τον Ναπολέοντα ως το «έφιππο παγκόσμιο πνεύμα», είναι ούτως ή άλλως εντυπωσιακή.
(Το άρθρο δόθηκε για δημοσίευση στο γερμανικό περιοδικό «Ντερ Σπίγκελ», το γαλλικό «Λ' Ομπς» και την ιταλική εφημερίδα «Ρεπούμπλικα»).
*Δημοσιεύτηκε στην "Εφημερίδα των Συντακτών" στις 30/10/2017.
«Ο φασισμός αρχίζει με τη σκέψη ότι όλοι οι άλλοι είναι ανόητοι», είχε πει ο Γάλλος ποιητής Πολ Βαλερί - ένας βαθύς στοχαστής της εποχής του. Την ίδια άποψη είχε ο στρατηγός Γιούργκεν Στρόοπ, ο δήμιος που, κατ' εντολή του Χίτλερ, είχε αναλάβει την εκκαθάριση του Γκέτο της Βαρσοβίας, στέλνοντας ψύχραιμα χιλιάδες να βρουν τον θάνατο στα στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Ο Στρόοπ υποστήριζε -πριν από τον απαγχονισμό του- πως «τους βλάκες πρέπει να τους κάνεις ευτυχισμένους όποια κι αν είναι η αρχική τους βούληση... Τους κάνεις ευτυχισμένους με εντολές για βία στο όνομα των "σωστών ιδεών"».
Ο Στρόοπ εφάρμοσε τις «σωστές ιδέες» στην Πολωνία και, μετά, στην Ελλάδα της Κατοχής. Κατά τη διάρκεια της εδώ θητείας του, το 1943, κατάφερε να οργανώσει πολύ πιο σκληρά την Γκεστάπο των Αθηνών και ήταν αυτός που απέσπασε από την ιταλική διοίκηση το στρατόπεδο συγκέντρωσης Χαϊδαρίου. Οι άνθρωποί του έστειλαν στην Πολωνία πάνω από 10.000 Ελληνοεβραίους, οι περισσότεροι από τους οποίους θανατώθηκαν στο στρατόπεδο του Αουσβιτς
Οταν ο Ιταλο-εβραίος χημικός, Πρίμο Λέβι, επιζών του Αουσβιτς, έγραφε το συγκλονιστικό «Εάν αυτό είναι ο άνθρωπος» στο μακρινό 1946, τόνιζε τον στόχο της ηθικής αντίστασης στο ανθρώπινο κακό. Μιλώντας για τη μνήμη σε μέλλοντα χρόνο έλεγε:
Πολλοί λαοί ή άτομα συμβαίνει να θεωρούν περισσότερο ή λιγότερο συνειδητά ότι "κάθε ξένος είναι εχθρός"... Οταν αυτή η ανομολόγητη αλυσίδα αποτελέσει τη μείζονα πρόταση ενός συλλογισμού, τότε, στο τέλος της αλυσίδας βρίσκονται τα στρατόπεδα. Αυτό είναι το αποτέλεσμα μιας σύλληψης του κόσμου οδηγημένης στην έσχατη συνέπειά της. Οσο υπάρχει αυτή η αντίληψη, τα αποτελέσματά της θα μας απειλούν. Η ιστορία των στρατοπέδων εξόντωσης θα έπρεπε να ερμηνευτεί από όλους σαν ένα δυσοίωνο σημάδι κινδύνου
Τόσα χρόνια μετά, φαίνεται πως τίποτα από όλα αυτά δεν ήταν αιφνιδιαστικό. Ο όλεθρος ήταν απότοκο της διδασκαλίας του μίσους∙ της κατασκευής του «εχθρού» που πήρε, μαζί με τον ευρωπαϊκό χάρτη των τρένων του θανάτου, τη μορφή χιονοστιβάδας γεγονότων που συνοψίζονται στη λέξη «Ολοκαύτωμα». Φαινόταν αδιανόητο. Αλλά έγινε.
Η Ευρώπη τα βίωσε. Μάλιστα, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η Ελλάδα, μαζί με την Πολωνία, την Ιταλία και την ίδια τη Γερμανία, κατατάχθηκε μεταξύ των χωρών που υπέστησαν τα μεγαλύτερα δεινά του πολέμου. Αλλά γιατί επανεµφανίζονται στην Ευρώπη σήμερα τα χαρακτηριστικά του φασισμού; Πώς αντιμετωπίζουμε την εξάπλωσή τους; Συνήθως στα κείμενα, που μας αρέσει να τα λέμε μανιφέστα, απαντάει ο χρόνος και ακόμα καλύτερα οι αναγνώστες τους, που κι αυτοί μπαίνουν στη διαδικασία να συμφωνούν ή να διαφωνούν.
Ο Γκράμσι, ο Μπένγιαμιν, η Χάνα Αρεντ, ο Καµί, ο Τόµας Μαν, ο Αντόρνο, ο Βαλερί, ο Εκο, όλοι τους στοχαστές της γένεσης του φασισμού στον 20ό αιώνα, συµφωνούν, ο καθένας µε τον τρόπο του, στο εξής: ο φασισµός βασίζεται στην απουσία της ιδεολογίας και στην άρνηση ανθρώπινων, πνευµατικών αξιών· ευδοκιµεί όταν οι άνθρωποι παύουν να σκέφτονται και γίνονται αδιάφοροι. Πρόσφορο έδαφος για τον φασισµό είναι η υλική αβεβαιότητα, η δυσαρέσκεια, η σιωπή και η ακηδία των ελίτ κάθε είδους - φαινόµενα που δεν λείπουν από τη σημερινή Ευρώπη, από τη σημερινή Ελλάδα.
Κάθε χρόνο, την 28η Οκτωβρίου, γιορτάζουμε την είσοδό μας στον πόλεμο και όχι το τέλος του πολέμου. Γιορτάζουμε παραμορφώσεις. Στον απόηχο του τορπιλισμού της «Ελλης», το πνεύμα της «γιορτής» το είχαν εκφράσει πολύ καλά οι εφημερίδες της εποχής και οι ειδήσεις για το Επος του '40, μαζί με τα προσωπικά ημερολόγια. Ο Γ. Θεοτοκάς έγραφε τον Νοέμβριο του 1940: «Κόσμος πολύς χυμένος στους δρόμους, κίνηση εξαιρετική. Περνούν μονάδες του στρατού που πηγαίνουν στο μέτωπο. Οι φαντάροι τραγουδούν, το πλήθος χειροκροτεί και ζητωκραυγάζει.
»Αξίζει να είναι κανείς Ελληνας τις μέρες αυτές». Οπως είχε γίνει, πράγματι άξιζε. Το ίδιο πνεύμα είχε εκφράσει ο Σικελιανός στην κηδεία του Κωστή Παλαμά το 1943. Πάνω από τον ανοιχτό τάφο του Παλαμά, είχε απαγγείλει το φοβερό επικήδειο ποίημά του «Ηχήστε οι σάλπιγγες».
Εχουν περάσει 74 χρόνια από εκείνη την ημέρα του Φλεβάρη, που για μια στιγμή η Αθήνα και ολόκληρη η χώρα τόλμησε να ελπίσει πως θα έβλεπε τις σημαίες να ξεδιπλώνονται στον αέρα και τα βούκινα να προαναγγέλλουν την έλευση της λευτεριάς. Ομως, το κακό δεν σταμάτησε με το τέλος του πολέμου και, για μια φορά ακόμα, φαινόταν σαν να είναι (με τα λόγια του Παλαμά) «σβησμένες όλες οι φωτιές οι πλάστρες μες στη χώρα...»
Στον καιρό της ειρήνης, πολλά πνεύματα γύρεψαν να θάψουν νεκρούς και φαντάσματα, με ποίηση αποχαιρετισμού ή με πραγματείες χαμένων ευκαιριών. Πράγματι, γράφτηκαν πολλά. Ομως, το αδιανόητο είχε συμβεί: το δυναμικό, προηγμένο κράτος του 1900 είχε οδηγήσει την Ευρώπη στον ηθικό, φυσικό και πολιτισμικό όλεθρο. Αυτά τα σκεφτόμαστε στη γιορτή και στην ειρήνη;
*Δημοσιεύτηκε στην "Εφημερίδα των Συντακτών" στις 28/10/2017.
Εάν η ευημερία συνδέεται με επίλυση προβλημάτων, τότε το βασικό ερώτημα είναι τo είδος του οικονομικού συστήματος που –με δημοκρατικές ωθήσεις– θα λύσει τα προβλήματα, για τους περισσότερους, το γρηγορότερο δυνατό.
Η Ελλάδα έχει τέτοια επείγουσα ανάγκη. Υπάρχουν στην ιστορική εμπειρία αποδεικτικά πολιτικών που, όταν δεν είναι αυτοαναφορικές και αυτοθαυμαζόμενες, που όταν –αντίθετα– είναι στραμμένες σε προβλήματα που απασχολούν την πλειονότητα, συμβάλλουν καλύτερα στην επίτευξη υψηλών προτύπων και αποτελεσματικότερων δεικτών ζωής. Λόγου χάρη, αν σήμερα φθίνει η επιρροή της ευρωπαϊκής ιδέας, αυτό οφείλεται ακριβώς στην απουσία τέτοιων πολιτικών.
Επιπλέον, υπάρχει η επίγνωση πως οι πολιτικές δυνάμεις στον πραγματικό κόσμο δεν είναι τα απλά μηχανιστικά συστήματα που πετάγονται από εργαστήρια πολιτικών στοχαστών. Πολύ δε περισσότερο, δεν είναι δυνάμεις που κατασκευάζονται σε γραφεία δημοσκόπων, ευφάνταστων διαφημιστών και ανόητων του πολιτικού μάρκετινγκ. Θα πρέπει να τα φανταστούμε σαν μάλλον πολύπλοκα, προσαρμοστικά κοινωνικά-πολιτικά συστήματα που κάνουν επιλογές, που παίρνουν θέση πάνω στα σημαντικά εγχώρια, περιφερειακά και υπερεθνικά-παγκόσμια ζητήματα.
Στην ευρωπαϊκή εμπειρία, το «ποτέ ξανά» στη φρικωδία του πολέμου και της μεσοπολεμικής Μεγάλης Κρίσης οδήγησε σε συναινέσεις. Σημειώστε, και σε ταξικές συναινέσεις, με τις οποίες ξεπεράστηκαν πολλά στοιχεία της προπολεμικής δυσανεξίας. Και ο ρόλος της Σοσιαλδημοκρατίας και των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων που –σε πολλές χώρες– βρέθηκαν στην εξουσία ήταν μεγάλος.
Το υπόδειγμα αυτό της συναίνεσης, ήδη από τη δεκαετία του '80, κατηγορήθηκε ως αντιπαραγωγικό και επικίνδυνο. Η ευρωπαϊκή Σοσιαλδημοκρατία στον 21ο αιώνα στράφηκε σε πολιτικές νεοφιλελεύθερης κοπής και νεοσυντηρητισμού.
Κράτησε την εξουσία, αλλά ωσάν να όφειλε να εκπληρώσει συμβόλαια νεοφιλελεύθερου φονταμενταλισμού. Το αποτέλεσμα: στα χρόνια της ευρωπαϊκής κρίσης, εξαερώθηκε και κατέρρευσε πολιτικά (στη Γαλλία, την Αγγλία, την Ιταλία, την Ολλανδία, την Αυστρία, τη Γερμανία, την Ισπανία, αλλά και στην Ελλάδα κ.α.), προς όφελος της Ακροδεξιάς και της συντηρητικής Δεξιάς.
Οπως πριν, έτσι και σήμερα, η Σοσιαλδημοκρατία-Κεντροαριστερά στέκεται κάπως αμφίθυμη στον ρόλο του κράτους, δίχως να συζητάει κανένα από τα ιδρυτικά της κοινωνικά ζητήματα, αλλά και το δικαίωμα στην εθνική κυριαρχία. Δεν διερευνά καν το περιθώριο της κοινωνικής δημοκρατίας από την πλευρά της Αριστεράς.
Κι αν πράγματι δεν υπάρχει οικονομία χωρίς πολιτική, τότε ποια είναι η πολιτική της Σοσιαλδημοκρατίας στον καπιταλισμό; Αν δούμε τις μορφές οργάνωσης της εξουσίας, τότε κάτι λείπει από την άποψη ότι η δύναμη του εθνικού κράτους, όπως έχει οικοδομηθεί ιστορικά, μειώνεται από την εμβάθυνση και την ορμή της παγκοσμιοποίησης.
Αλλά, σε τι δεν απαντά η Σοσιαλδημοκρατία; Αν ο στόχος είναι να βαδίσουμε πέρα από τον κατακερματισμό κάθε είδους διαμαρτυρίας και να οικοδομήσουμε, εν κοινωνία και δημοκρατία, μια εναλλακτική λύση στη νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση, τότε δεν το κάνει. Αν όντως χρειάζεται κάποια ρύθμιση ο καπιταλισμός, θα πρέπει κανείς να λάβει υπόψη κυρίως τα κοινωνικά συμφέροντα της εργασίας και των αδύναμων. Δεν έχουμε δει κάτι πάνω σ' αυτό.
Αντίθετα, επέμεινε στη διάχυση των οφελών της αγοράς από πάνω προς τα κάτω, διεύρυνε τις κοινωνικές ανισότητες αντί να τις μειώσει. Και αν υποθέσουμε ότι η παγκόσμια στρατιωτικοποίηση συνδέεται στενά με τη νεοφιλελεύθερη, διακρατική στρατηγική, τότε, δεν είναι ορατή κάποια στράτευση ενάντια στον πόλεμο ως μέρος κάποιου προγράμματος ενάντια στον νεοφιλελευθερισμό και τις νεοαποικιοκρατίες. Αυτά είναι ορισμένα μόνο ζητήματα στα οποία δεν υπάρχουν απαντήσεις.
Η οικοδόμηση συγκλίσεων με την ποικιλομορφία, με κινήσεις (τοπικές, περιφερειακές και άλλες) που αντιπροσωπεύουν διαφορετικούς τύπους αντίστασης και διαμαρτυρίας, θα μπορούσε να είναι μια ατζέντα πολιτικής και όχι φαντασίας. Το ίδιο και η κριτική στάση στην Ευρώπη, η κριτική του καπιταλισμού, η κριτική στην ιμπεριαλιστική διάστασή του, όπως και η ριζοσπαστικοποίηση της δημοκρατίας. Αυτά τα τελευταία αφορούν εξίσου την Αριστερά.
Στην ουσία –όπως εξελίσσεται η συζήτηση για την αναθέρμανση της Κεντροαριστεράς στην Ελλάδα– πρόκειται μάλλον για μια λιτανεία κάποιου σοσιαλιστικού πράγματος που δεν καταλήγει σε μια αντίληψη για τον καπιταλισμό και την κυριαρχία της αγοράς. Ούτε καν σε μια θέση για την ελληνική κοινωνία∙ το μέλλον.
Η ελληνική Κεντροαριστερά δυσκολεύεται να βρει την κοινωνική δοσολογία ανάμεσα στην υπεροψία της δικής της ελίτ –των πολλών υποψηφίων– και στην προσήνεια των ισότιμων.
Τι είπε δηλαδή ο καθηγητής Νίκος Μουζέλης που προκάλεσε μύριες αντιδράσεις; Στην ουσία μίλησε για τις πολιτικές φιλοδοξίες μερικών ως νόσο των χορτάτων, για το κάλπικο πολιτικό φλουρί που διώχνει το καλό∙ προειδοποίησε για τον χειμώνα της Ευρώπης∙ μίλησε για στοιχειώδεις πολιτικές ευαισθησίες.
Είπε ότι «η Κεντροαριστερά, επειδή εξακολουθεί να δαιμονοποιεί τον ΣΥΡΙΖΑ, είναι πιθανό πως αργά ή γρήγορα θα αναγκαστεί να συνεργαστεί με τη Ν.Δ. Αν γίνει κάτι τέτοιο, θα έχει την ίδια τύχη με τα περισσότερα ευρωπαϊκά σοσιαλδημοκρατικά κόμματα, που σήμερα έχουν καθοδική πορεία» και ότι αυτό θα είναι κακό για την Ελλάδα και για την ευρωπαϊκή ιδέα.
*Δημοσιεύτηκε στην "Εφημερίδα των Συντακτών" στις 15/10/2017.
Από πολλές απόψεις, οι πρόσφατες κρίσεις της ΕΕ αποτελούν µια κρίση στη σχέση µεταξύ του πυρήνα και της περιφέρειάς της. Η περιφέρεια της ΕΕ εξακολουθεί να αποτελείται από ανοµοιογενή κοµµάτια που δεν έχουν καταφέρει να οµογενοποιηθούν και να αφοµοιωθούν πλήρως, παρότι βασικό όραµα της ΕΕ ήταν - και παραµένει - η µείωση των οικονοµικών και κοινωνικών ανισοτήτων και η επίτευξη σύγκλισης. Οι αναδιανεµητικές και αντισταθµιστικές πολιτικές της ΕΕ, που θα έπρεπε να θωρακίσουν τις περιφέρειες και να δηµιουργήσουν τις προϋποθέσεις για µια πραγµατική σύγκλιση, οικονοµική και κοινωνική, αλλά και µια σύγκλιση ταυτοτήτων, έχουν αποδειχθεί αδύναµες. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο οι πολλαπλές κρίσεις της ΕΕ γίνονται περισσότερο αισθητές στην περιφέρεια - είτε αυτές έχουν προκληθεί από λάθος εθνικούς ή ευρωπαϊκούς χειρισµούς και πολιτικές είτε οφείλονται σε εξωγενείς παράγοντες και στη δυναµική των παγκόσµιων εξελίξεων. Είτε, τέλος, συχνά σε έναν συνδυασµό και των δύο (π.χ. κρίση της ευρωζώνης, µεταναστευτική κρίση). Αυτό που έχει υποτιµηθεί, όµως, είναι ότι οποιαδήποτε αρνητική εξέλιξη στην περιφέρεια επηρεάζει άµεσα τον πυρήνα, τη συνοχή του, την εικόνα του και εντέλει τη γεωπολιτική σηµασία της ΕΕ. Γι' αυτό άλλωστε και µια λύση που θα βασίζεται µόνο στην επίτευξη συµφωνίας εντός του γαλλο-γερµανικού άξονα και που δεν θα αφουγκράζεται την ανησυχία και την αλλαγή του κλίµατος στην περιφέρεια θα είναι επισφαλής και βραχυχρόνια.
Δύο είναι τα ενδεχόµενα σενάρια για το µέλλον της Ευρώπης στην παρούσα χρονική στιγµή. Το ένα αισιόδοξο και το άλλο απαισιόδοξο, αλλά και τα δύο εξίσου πιθανά. Το πρώτο είναι ότι οι πρόσφατες κρίσεις της ΕΕ θα οδηγήσουν σε περαιτέρω ολοκλήρωση, µέσω µεταρρυθµίσεων των θεσµών της ΕΕ αλλά και µέσω της ταυτόχρονης µείωσης των ανισοτήτων εντός και µεταξύ των κρατών-µελών της. Η κατεύθυνση θα πρέπει να είναι η οµοσπονδιοποίηση της ΕΕ. Μια οµόσπονδη Ευρώπη όµως δεν µπορεί να είναι µια συγκεντρωτική και υδροκέφαλη ΕΕ, αλλά µια ΕΕ που θα επιτρέπει τη διαφορετικότητα των µερών της και ταυτόχρονα θα τους δίνει τα απαραίτητα εργαλεία για µια κοινωνικοοικονοµική και πολιτική σύγκλιση. Ενα τέτοιο σενάριο δεν θα πρέπει να θεωρείται εντελώς απίθανο καθώς τα µεγάλα βήµατα ολοκλήρωσης των ευρωπαϊκών κοινοτήτων συχνά προέκυπταν µέσα από κρίσεις. Οι πρόσφατες συζητήσεις για τη νέα αρχιτεκτονική της ευρωζώνης καθώς και το όραµα Γιούνκερ για το µέλλον της Ευρώπης, που παρουσιάστηκε στα µέσα Σεπτεµβρίου, κινούνται προς αυτήν την κατεύθυνση. Για να έχουν όµως αποτέλεσµα οποιεσδήποτε θεσµικές µεταρρυθµίσεις και να υπάρξει αλλαγή κλίµατος έναντι της ΕΕ, θα πρέπει η περιφέρεια της Ευρώπης να νιώσει ότι η λύση τη συµπεριλαµβάνει και καταλήγει και σε αυτή. Θα πρέπει, δηλαδή, το όραµα που παρουσίασε ο Γιούνκερ να είναι οικουµενικό µε την πλήρη έννοια του όρου και να αντιµετωπίζει τις περιφέρειες όχι µόνο ως πρόβληµα, αλλά και ως συστατικό της λύσης.
Το δεύτερο σενάριο είναι ότι η ΕΕ θα οδηγηθεί σε περαιτέρω αποδυνάµωση και πιθανή αποσύνθεση. Οι συζητήσεις για µια Ευρώπη πολλαπλών ταχυτήτων και «συµµαχίες προθύµων» σε τοµείς όπως η άµυνα, που συχνά προωθούνται από ισχυρά κράτη-µέλη όπως η Γερµανία και η Γαλλία, µπορεί να προσφέρουν µια πρόσκαιρη «ανακούφιση» σε κάποιους τοµείς. Είναι πιθανό όµως εντέλει να ενισχύσουν τις φυγόκεντρες δυνάµεις στην περιφέρεια της Ευρώπης, καθώς η παραµονή στην ΕΕ θα µοιάζει όλο και περισσότερο ως µια αναγκαστική συµβίωση παρά ως µια περιπόθητη συνύπαρξη στην οποία αξίζει να επενδύσουν οι εθνικές κυβερνήσεις. Αλλωστε, µια επόµενη κρίση, που και πάλι είναι πιθανό να γίνει πιο αισθητή στην περιφέρεια, δεν θα είναι εύκολο να αποφευχθεί. Μια τέτοια κρίση θα µπορούσε για παράδειγµα να προκληθεί από την περαιτέρω ένταση στις σχέσεις Μαδρίτης - Καταλωνίας. Οι φυγόκεντρες δυνάµεις µπορεί να φτάσουν ακόµα και στον ίδιο τον πυρήνα των ιδρυτικών µελών της ΕΕ, όπου τότε θα µιλάµε πλέον για φαινόµενα απο-ευρωπαϊσµού και για µια πιθανή αποσύνθεση της ΕΕ. Κάτι τέτοιο αναπόφευκτα θα σήµαινε µια νέα τάξη πραγµάτων τόσο για την Ευρώπη όσο και για τον πλανήτη.
*Δημοσιεύτηκε στα "Νέα" στις 7/10/2017.
Η κυβέρνηση δημιούργησε μεγάλες προσδοκίες ανοίγοντας την ΕΡΤ μετά το "μαύρο", αλλά δυστυχώς η συνέχεια είναι απογοητευτική: η δημόσια ραδιοτηλεόραση παραμένει στο ίδιο ή και χειρότερο σημείο από αυτό που ήταν την ημέρα του κλεισίματος. προς μεγάλη ικανοποίηση των εχθρών της.
Κανονικά ο νέος ιδρυτικός νόμος θα έπρεπε να κατοχυρώνει την ανεξαρτησία της ΕΡΤ από την πολιτική εξουσία, όπως συμβαίνει σε όλες τις ανεπτυγμένες χώρες. Ενα τέτοιο νομικό καθεστώς θα έκανε δυσκολότερη την άλωση της από επόμενες κυβερνήσεις που θα ήθελαν να την ελέγξουν ή να την κάνουν να σιωπήσει, όπως έκανε η κυβέρνηση Σαμαρά το 2013.
Αν και κάτι τέτοιο θα ήταν μια σημαντική συμβολή στην εγκαθίδρυση στη χώρα δημοκρατικών κανόνων, η σημερινή κυβέρνηση επέλεξε τη πεπατημένη των τελευταίων 45 χρόνων. Και αναπόφευκτα πληρώνει το πολιτικό κόστος για την επιλογή της, να διοικήσει δηλαδή ένα χώρο που ούτε γνωρίζει ούτε μπορεί απολύτως να ελέγξει.
Η κυβέρνηση δεν έχει το παραμικρό όραμα για το τι θα έπρεπε να είναι μια δημόσια ραδιοτηλεόραση στη σημερινή εποχή. Και δικαιολογημένα, γιατί δεν είναι δικιά της δουλειά να σχεδιάσει την ραδιοτηλεοπτική στρατηγική. Χωρίς σχέδιο και όραμα, η επιλογή των διοικήσεων γίνεται με άγνωστα κριτήρια και προσωπικά παιχνίδια. Και όταν οι διοικήσεις αποχωρούν, κανείς δεν ξέρει τους λόγους της αποχώρησης.
Γιατί επελέγη ως διευθύνων σύμβουλος και αποχώρησε ο κ. Ταγματάρχης και με ποια κριτήρια βρέθηκε ο αντικαταστάτης του; Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, ο πρόεδρος της ΕΡΤ κ. Τσακνής αποχώρησε καταγγέλλοντας την συνδιοίκηση της ΕΡΤ με συνδικαλιστές. Υποστηρίζεται επίσης ότι του δόθηκαν υποσχέσεις τόσο από τον αρμόδιο υπουργό όσο και από τον ίδιο τον πρωθυπουργό, που δεν τηρήθηκαν. Η κυβέρνηση θα πρέπει να δώσει εξηγήσεις, εκτός και αν πιστεύει ότι ένα δημόσιο αγαθό αποτελεί προσωπική της ιδιοκτησία.
Η ΕΡΤ είναι σήμερα μια Α.Ε που λειτουργεί με κανόνες ΔΕΚΟ και κουβαλά τις παθογένειες του παρελθόντος, θυμίζοντας στιγμές του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ. Με αυτούς τους όρους δεν θα γίνουν ποτέ οι ριζοσπαστικές κινήσεις που απαιτούνται για την εξυγίανση της, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τις αγκυλώσεις και τις φοβερές στρεβλώσεις που διέπουν τα προσόντα και τα καθήκοντα του προσωπικού. Που είτε αδιαφορεί, είτε δεν έχει πια το κουράγιο για να ανατρέψει τους συσχετισμούς .
Στα δύο χρόνια που επαναλειτουργεί, η δημόσια ραδιοτηλεόραση έχασε την τρομερή υποστήριξη του κόσμου που είχε μετά το κλείσιμο της, Δίνει το «πάτημα» σε μια επόμενη κυβέρνηση να καταργήσει ή να συρρικνώσει εκ νέου την ΕΡΤ, όπως προαναγγέλλεται με εμμονή, φτιάχνοντας μια νέα ΝΕΡΙΤ για λίγους«κολλητούς» της.
Αλλά τότε, αν η σημερινή κυβέρνηση δεν κινηθεί επιτέλους σοβαρά και θεσμικά, δεν θα υπάρχει κανείς να διαμαρτυρηθεί.
*Δημοσιεύτηκε στο tvxs.gr στις 6/10/2017.
Πριν από μερικές ημέρες η «Εφ.Συν.» δημοσίευσε τα δημοσκοπικά ευρήματα της ProRata που κατέγραψαν απογοήτευση, θυμό και φόβο. Οι περισσότεροι (80%) δεν πιστεύουν στην «καθαρή έξοδο» από τα μνημόνια το 2018. Αντίθετα, πιστεύουν ότι θα αργήσει πολύ η ανάκαμψη της οικονομίας. Ενώ οι πολίτες σαφώς ενδιαφέρονται για το πoια θα είναι η επόμενη κυβέρνηση, το 75% είναι απογοητευμένοι από όλα τα κόμματα. Αμφισβητούνται τα αποτελέσματα της δημοσιονομικής προσαρμογής και της επιτήρησης.
Η αξιολόγηση της πολιτικής και οικονομικής κατάστασης στη μεταδημοκρατία συνοψίζεται στη φράση «δυσπιστία στις ελίτ». Παρότι δεν πρόκειται για ελληνική πρωτοτυπία, σε εμάς η κρίση της δημοκρατικής νομιμοποίησης είναι μία μόνον από τις ζημιές που προκάλεσε η κρίση∙ και στο μέτρο που εκτρέφει απογοητευμένους, θυμωμένους, φοβισμένους τόσο από την Αριστερά όσο και από τη Δεξιά, είναι μια ύπουλη κληρονομιά.
Το άλλο σημαντικό που συνδέεται με τη «δυσπιστία στις ελίτ», είναι ο μεγάλος χρονικός ορίζοντας της προβλεπόμενης ανάκαμψης – κάτι που έρχεται σε ευθεία αντίθεση με θεσμικές εκτιμήσεις και προβολές για άμεση βελτίωση των οικονομικών επιδόσεων. Η διάρρηξη της σιωπηρής συμφωνίας μεταξύ ελίτ και κοινωνίας (εμείς αποδεχόμαστε τη δύναμή σας, το κύρος και την καλοπέρασή σας, αλλά μόνον αν ευημερούμε και εμείς), εκτός από πίεση στον πολιτικό χρόνο της παρούσας ή της όποιας μελλοντικής ελληνικής κυβέρνησης, αν μη τι άλλο, δείχνει και ένα ακόμη πιο σημαντικό.
Δείχνει ότι η επαγγελλόμενη ανάκαμψη προϋποθέτει κάτι περισσότερο από την κοινοτοπία της αύξησης των εθνικών λογαριασμών και ένα χειροπιαστό success story για την αποκατάσταση της κοινωνικής συνοχής. Μετά τα αλλεπάλληλα οκταετή σοκ, προϋποθέτει τα δύσκολα: άρση χρόνιων στρεβλώσεων, αδικιών και μείωση κοινωνικών ρηγματώσεων.
Αλλά, για τι πράγμα μιλάμε; Ποιες ήταν οι αποτυχίες; Η ελίτ (πολιτική, επιχειρηματική, διανοητική, τραπεζική και η μιντιακή ελίτ) σε παγκόσμιο επίπεδο υποτίμησε τις συνέπειες της κρίσης αλλά και της μονόδρομης οικονομικής φιλελευθεροποίησης. Το στοίχημα που έπαιξαν οι αγορές με τα δημόσια χρέη στην Ευρώπη, το κρέμασαν στις κυβερνήσεις και το κέρδισαν. Η αντίδραση της ευρωπαϊκής πολιτικής, λόγου χάρη, απέτρεψε τον κίνδυνο μιας συστημικής κατάρρευσης, χωρίς όμως να αποτρέψει φυγόκεντρες δυνάμεις, εθνικισμούς, μηδενισμούς που ανατροφοδοτούν την κρίση.
Η διανοητική-πνευματική ελίτ απαξιώθηκε ένεκα της αποτυχίας της να προβλέψει την κρίση ή, έστω, να συμφωνήσει και να αξιώσει τις δράσεις μετά τη βίαιη εκδήλωσή της. Στην Ελλάδα, λόγου χάρη, η αυτοαναφορική πολιτική ελίτ απαξιώθηκε από την απροθυμία της να αναγνωρίσει τις ευθύνες της, από την προθυμία της να διασωθεί με κάθε κόστος, όμως χρεώνοντας τις δικές της ανικανότητες σε αυτούς που έφεραν τη μικρότερη ευθύνη.
Επιπλέον, η Ευρώπη εκτός από τη θεοποιημένη ελεύθερη αγορά αδυνατεί να κατασκευάσει άλλη λατρευτική εικόνα. Με την αγορά να γίνεται βορά μιας παγκοσμιοποιημένης χρηματοοικονομικής ελίτ όλο και πιο ανεξάρτητης, όλο και πιο κυνικής στις αξιώσεις της (βλέπε πολυεθνικές, βλέπε μεγάλες επενδύσεις), τα μετεκλογικά μοντάζ περί νίκης της δημοκρατίας έναντι των ακροδεξιών δύσκολα γεφυρώνουν τη λογική με το συναίσθημα∙ ούτε ενσαρκώνουν κάποια υπόσχεση αλλαγής.
Η Ευρώπη κινείται στο αυταπόδεικτο της δημοκρατίας, την οποία όμως δείχνει σαν να μην την έχει ανάγκη. Στην ευρωζώνη, η εξουσία συγκεντρώνεται στα χέρια των κυβερνήσεων των πιστωτριών χωρών, κυρίως της Γερμανίας, και σε μία τριάδα μη εκλεγμένων γραφειοκρατών, ήτοι, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Το αργό, ανομικό σύστημα ανταμοιβών απογοητεύει τους λαούς∙ οι πολιτικοί δείχνουν ανίσχυροι και αναξιόπιστοι.
Και η Ευρώπη πορεύεται με διαβαθμίσεις «περισσότερης ένωσης» η οποία ανάγεται σε αυτόνομο «πολιτικό αγαθό» δίχως πολιτεία και κλείνοντας τα μάτια στις σκανδαλώδεις ατέλειές της, αγγίζοντας τα όρια της πολιτικής εξαπάτησης.
Στην ομηρική έκβαση, ο Οδυσσέας είχε διαλέξει τη Σκύλλα. Είχε απώλειες. Αλλά το «χειρότερα δεν γίνεται» έχει μια νότα αισιοδοξίας. «Οι απαισιόδοξοι έχουν συνήθως δίκιο. Αν όμως η ανθρωπότητα έφτασε ώς εδώ, αυτό το χρωστάει στους αισιόδοξους», έλεγε ο φιλόσοφος Καρλ Πόπερ. Οχι με την έννοια ότι υπάρχει κάποιος μαγικός τρόπος εξάλειψης των δεινών, αλλά ως δυνατότητα ταχείας άμβλυνσης των προβλημάτων και βελτίωσης της ευημερίας. Αλλωστε, η Ιστορία ουδέποτε περιέγραψε οριστικές λύσεις παρά μόνο ακμές και παρακμές. Είναι καλό να ξέρουμε τα όρια, τις αδυναμίες και το μη περαιτέρω των μηχανισμών του φαύλου συστήματος.
Στην Ελλάδα απαιτούνται μεγάλες συναινέσεις και όχι στρατηγικές μη συνεργασίας που ευνοούν κόμματα και βλάπτουν το σύνολο. Οι δημοκρατικές δυνάμεις πρέπει να αφήσουν τα πολιτικάντικα παιχνίδια, να αρθούν στο ύψος των περιστάσεων και ν' ανταποκριθούν στις ανησυχίες των πολιτών, πριν να είναι αργά. «Πρέπει να συνυπάρχει η απαισιοδοξία της γνώσης με την αισιοδοξία της θέλησης», έλεγε ο Αντόνιο Γκράμσι, δείχνοντας ταυτόχρονα εκείνες τις πολιτικές οντότητες που έχουν τη μεγαλύτερη ευθύνη στις κοινωνικές διεργασίες αντιστροφής απογοήτευσης και απαισιοδοξίας των δημοσκοπικών υποδειγμάτων και της καθημερινότητας.
*Δημοσιεύτηκε στην "Εφημερίδα των Συντακτών" στις 6/10/2017.
Με ειδικότητα στην Νευρολογία και Ψυχιατρική από το Αιγινήτειο Νοσοκομείο φεύγει το 1974 για μετεκπαίδευση και εξειδίκευση στο Λονδίνο. Παρότι στην Ελλάδα τότε, η νευρολογία και η ψυχιατρική δεν είχαν ακόμη χωριστεί στην Βρετανία ήταν δύο διαφορετικές ειδικότητες: η νευρολογία κλάδος της κλινικής παθολογίας ενώ η ψυχιατρική ήταν ανεξάρτητη. Η δεκαετία του ΄70 μπορεί να χαρακτηριστεί ως «η χρυσή εποχή της Βρετανικής ψυχιατρικής». Τα αποτελέσματα κλασικών πλέον ερευνητικών εργασιών υποστήριξαν την αξία της κινητοποίησης και κοινωνικής ενσωμάτωσης των ψυχικά ασθενών μέσω εντατικών προγραμμάτων αποκατάστασης. Ο Νίκανδρος Μπούρας συμμετέχει ενεργά στην δημιουργία του πρώτου Κοινοτικού Κέντρου Ψυχικής Υγείας στη Βρετανία, στην περιοχή του ΝΑ Λονδίνου – μια πρωτοποριακή μονάδα παροχής υπηρεσιών ψυχικής υγείας που συγκέντρωσε μεγάλο ενδιαφέρον και επηρέασε την πολιτική ψυχικής υγείας τόσο στη Βρετανία όσο και στον διεθνή χώρο. Με το κλείσιμο των μεγάλων ιδρυμάτων και την ανάπτυξη εναλλακτικών μορφών θεραπείας στην κοινότητα – το μεγαλύτερο ίσως κοινωνικό πείραμα της εποχής εκείνης – ο Έλληνας επιστήμονας με τους συνεργάτες του πρωτοστατεί στην δημιουργία πολλών, από τις νέες δομές, παροχής υπηρεσιών ψυχικής υγείας στην Αγγλία. Αναπτύσσει ένα ευρύ εκπαιδευτικό και διδακτικό πρόγραμμα για τους ασχολούμενους με την ψυχική υγεία όπως ψυχιάτρους, ψυχολόγους, νοσηλευτές, διοικητικό προσωπικό αλλά και για τις οικογένειες των ασθενών. Mε πρωτοβουλία του, ιδρύεται το Κέντρο " Εστία " που ανήκει στο Ιnstitute of Psychiatry του King's College London και στο Maudsley NHS Foundation Trust για να προωθήσει τις κλινικές, ερευνητικές και εκπαιδευτικές δραστηριότητές του. Ο οργανισμός παροχής υπηρεσιών ψυχικής υγείας Maudsley NHS Foundation Trust απασχολεί 4.800 άτομα προσωπικό και προσφέρει τυπηρεσίες σε περίπου 45.000 ασθενείς το χρόνο σε 125 περιοχές του Νοτιοανατολικού Λονδίνου. Ενώ συνεργάζεται με 40 χώρες ανά τον κόσμο.
Γιατί οι Έλληνες διακρίνονται;
Συνήθως οι Έλληνες διακρίνονται από τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας τους όπως η δημιουργικότητα, η δυναμικότητα, η επιμονή, η όρεξη για μάθηση και η απόκτηση νέων εμπειριών. Αυτά τα χαρακτηριστικά όταν βρεθούν στο κατάλληλο περιβάλλον, και αυτό είναι πολύ σημαντικό, συνθέτουν ένα πολύπλευρο σύνολο που δεν διστάζει να ριψοκινδυνεύσει σε νέες καταστάσεις και δεδομένα.
Πόσο διεθνής είναι η σύγχρονη Ελλάδα;
Η σύγχρονη Ελλάδα είναι γνωστή στους καιρούς μας στον διεθνή χώρο. Ποτέ άλλοτε η Ελλάδα δεν διέθετε τόσο πλούσιο ανθρώπινο δυναμικό και μέσα και έξω από την χώρα. Δεκάδες Έλληνες επιστήμονες και ερευνητές σ΄ όλο τον κόσμο χαίρουν κορυφαίων διακρίσεων και πολλά άτομα προωθήθηκαν σε επιτελικές θέσεις μεγάλης επιρροής σε όλους τους τομείς.
To έργο σας και η πρωτοπορία του.
Από τα μέσα της δεκαετίας του 1970 που ζω και εργάζομαι στη Μεγάλη Βρετανία έχω ασχοληθεί ως κλινικός ψυχίατρος στην επίδραση των κοινωνικών παραγόντων στην ψυχική υγεία. Αρχικά με τα πρώτα προγράμματα αποασυλοποίησης τα οποία θεωρούνται από τα μεγαλύτερα κοινωνικά πειράματα του περασμένου αιώνα. Στη συνέχεια επικέντρωσα το ενδιαφέρον μου στην ανάπτυξη και την τεκμηρίωση της αποτελεσματικότητας ψυχιατρικών υπηρεσιών στην κοινότητα. Η εποχή μας χαρακτηρίζεται από περίοδο μεγάλων κοινωνικών αλλαγών και προκλήσεων με προφανείς επιπτώσεις στην ψυχική υγεία κυρίως με αύξηση των αυτοκτονιών, της κατάθλιψης και των διαταραχών συμπεριφοράς σε παιδιά και νέους. Η σημασία των κοινωνικών προκλήσεων στη σύγχρονη ψυχιατρική αναγνωρίστηκε με την ενσωμάτωση της ψυχικής υγείας για πρώτη φορά στους Νέους Στόχους Αειφόρου Ανάπτυξης των Ηνωμένων Εθνών που θα καθορίσουν την παγκόσμια ανάπτυξη έως το 2030 με στόχο την προώθηση του προσδόκιμου ζωής για όλους.
Ο πολιτισμικός παράγοντας, σε μια εποχή που χαρακτηρίζεται από οικονομικές πολιτικές.
Περισσότερο σημαντικός από ποτέ άλλοτε ακόμη και σαν πόλος αισιοδοξίας για το μέλλον.
Η ελληνικότητα είναι συνείδηση ή τρόπος αντίληψης;
Είναι συνείδηση και τρόπος αντίληψης. Συνείδηση, η οποία αποκτάται από τον τρόπο που μεγαλώνουμε, από τις σχέσεις μας με το περιβάλλον, την οικογένεια, τις παραδόσεις και την ιστορική μας διαχρονικότητα. Αυτές οι διεργασίες συμβάλλουν στη διαμόρφωση του τρόπου αντίληψης της ελληνικότητας.
Ποιά πρέπει να είναι η δημόσια εικόνα του επιστήμονα;
Εγκυρότητα, εμπιστοσύνη, μετριοπάθεια, προσήνεια, έλλειψη υπεροψίας και αλαζονείας.
Η Ελλάδα σήμερα καινοτομεί;
Υπάρχουν ενδιαφέρουσες εστίες καινοτομίας σε διάφορους τομείς αλλά πρέπει και μπορούν να γίνουν πολύ περισσότερες. Είναι κρίμα να υπάρχει τόσο αξιόλογο ανθρώπινο δυναμικό και να βρίσκεται κάτω από ασφυκτικές συνθήκες και αντιξοότητες. Θα πρέπει να προωθήσουμε την Ελλάδα της γνώσης και της καινοτομίας και όχι την διαστρέβλωσης της σκληρής πραγματικότητας με διάφορες επικοινωνιακές τεχνικές στη δημόσια ζωή.
Δέχεται εκείνους που ξεχωρίζουν;
Αμφιβάλω. Πρόσφατα οι Έλληνες πανεπιστημιακοί της διασποράς ανταποκρίθηκαν με προθυμία στην πρόσκληση για συμμετοχή τους στην αξιολόγηση των Ελληνικών πανεπιστημίων που είχε σχετική επιτυχία, εάν αφαιρέσουμε τις ακρότητες που εμφανίστηκαν σε ορισμένα περιστατικά. Άδοξο τέλος είχε όμως η συμμετοχή τους στα συμβούλια των Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων της Ελλάδας όπου επίσης ανταποκρίθηκαν με προθυμία.
Τι σας έδωσε η Αγγλία στην 40χρονη διαδρομή σας;
Tο τι σημαίνει να ζεις σε μια οργανωμένη και αξιοκρατική κοινωνία. Ότι πρέπει να σέβεσαι τους άλλους για να σε σέβονται και αυτοί. Ότι το κράτος δεν είναι εχθρός σου αλλά σύμμαχος. Ότι υπάρχει δεκτικότητα νέων ιδεών, διάλογος και παρότρυνση για δημιουργικότητα, που επαυξάνεται με την ανοχή και αποδοχή της πολυπολιτισμικότητας της κοινωνίας. Ταυτόχρονα ότι πρέπει να τηρείς τις υποχρεώσεις σου και να απαιτείς τήρηση των κανόνων από τους άλλους.
Τι απαιτεί τελικά από έναν επιστήμονα η διάκριση του στην διεθνή πλατφόρμα;
Ασφαλώς μεγάλη προσπάθεια, σκληρή αλλά ποιοτική και συστηματική δουλειά. Γερές βάσεις, επιμονή και υπομονή. Τήρηση των κανόνων του παιχνιδιού αλλά και δημιουργική σκέψη. Eπίσης, ως ένα σημείο, ευνοϊκές συγκυρίες και καταστάσεις, αλλά αναμφισβήτητα όχι μόνον το τελευταίο, γι'αυτό αποδέχθηκα την θέση που μου προσφέρθηκε και εξακολουθώ ακόμη μετά από 40 χρόνια να ζω και να εργάζομαι στο Λονδίνο. Η ένταξη ήταν φυσιολογικό επακόλουθο της επιστημονικής και επαγγελματικής εξέλιξης. Κατά κανόνα, η κοινωνική ένταξη ακολουθεί την επαγγελματική.
Έχετε ασχοληθεί και με την συμπεριφορά ατόμων που έχουν εξουσία. Η εξουσία πόσο αλλοιώνει; Τι είδους επιρροή και 'μέθη' προκαλεί στις προσωπικότητες -κυρίως ηγετικές που την ασκούν;
Άτομα που ασκούν κάθε είδους εξουσία μπορεί να γίνουν επιρρεπή σε «μέθη». Ο γνωστός Βρετανός πολιτικός Λόρδος Όουεν στο βιβλίο του Ασθενείς Ηγέτες στην Εξουσία, έχει κυκλοφορήσει και στα ελληνικά, εξετάζοντας την συμπεριφορά μερικών από τους σύγχρονους πολιτικούς ηγέτες, ισχυρίζεται ότι μετά από ορισμένο χρονικό διάστημα μπορεί να εμφανίσουν χαρακτηριστικά συμπτώματα που τα αποκαλεί «σύνδρομο της ύβρεως» (Hubris Syndrome). Ο Όουεν, με σαφείς αναφορές στην ελληνική αρχαιότητα, χρησιμοποιεί τον όρο "σύνδρομο της ύβρεως" περιγράφοντας συμπεριφορές που απορρέουν από τη «μέθη της εξουσίας». Ισχυρίζεται ότι μερικοί ηγέτες εμφανίζουν μεγάλη οίηση, γίνονται αλαζονικοί, αυθάδεις και περιφρονητικοί, θεωρώντας τους εαυτούς τους υπεράνω κάθε εξουσίας. Τα κύρια χαρακτηριστικά είναι έντονη αίσθηση σπουδαιότητας και μεγαλείου που έχουν αυτά τα άτομα για τον εαυτό τους μαζί με την έντονη ανάγκη τους να θαυμάζονται. Επίσης, αδυναμία να αναγνωρίσουν και να αποδεχθούν τις επιθυμίες, τις ανάγκες και τα αισθήματα των άλλων ενώ φαντασιώνονται ιδιαίτερη επιτυχία, δύναμη, εξυπνάδα και ομορφιά για τον εαυτό τους. Οι αλλαγές αυτές της προσωπικότητας μπορεί να εμφανιστούν εκτός από πολιτικούς και σε διοικητές μεγάλων τραπεζών, οργανισμών και επιχειρήσεων, στρατιωτικούς, δικαστές, ιατρούς κα.
Και τι είναι το Daedalus Trust – ποιός ο σκοπός του;
Το Daedalus Trust ιδρύθηκε πριν από λίγα χρόνια στο Λονδίνο με πρωτοβουλία του Λόρδου Όουεν, με όνομα του από τον Δαίδαλο του ελληνικού μύθου και με σκοπό να προωθήσει την επιστημονική έρευνα για την ύπαρξη ή μη του συνδρόμου της ύβρεως και να καταλήξει σε συμπεράσματα για τη φύση του, τα συμπτώματα και την αντιμετώπισή του. Συμμετέχουν πολιτικοί, νευρο-επιστήμονες, συμπεριλαμβανομένων ψυχιάτρων και ψυχολόγων, διοικητές επιχειρήσεων, ιστορικοί, ανθρωπολόγοι και άλλοι κοινωνικοί επιστήμονες. Ο ρόλος μου είναι η οργάνωση και ο συντονισμός του ερευνητικού προγράμματος.
Τι μπορεί να κάνουν οι επιφανείς Έλληνες του εξωτερικού για την χώρα;
Οι Έλληνες της διασποράς αποτελούν το μυστικό όπλο του ελληνισμού το οποίο παραμένει ανεκμετάλλευτο. Δεν ακολουθούμε το παράδειγμα άλλων μικρών χωρών. Οι λίγες προσπάθειες οι οποίες έγιναν κατά καιρούς από το Κράτος υπήρξαν πολυδάπανες αποτυχίες. Τελευταία παρατηρείται κάποια κινητικότητα από ενδιαφέρουσες πρωτοβουλίες ομάδων του εξωτερικού, αλλά και αυτές είναι ακόμη ασυντόνιστες. Κάτω από τις παρούσες κρίσιμες συνθήκες που βρίσκεται η Ελλάδα πιστεύω ότι πρέπει να υπάρξει άμεση και συντονισμένη κινητοποίηση όλων των δυνάμεων της ελληνικής διασποράς. Είχα προτείνει τα μεγάλα χρηματοδοτικά ιδρύματα που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα να προκηρύξουν ανοικτό διαγωνισμό για προτάσεις στρατηγικού σχεδιασμού για την αξιοποίηση του ελληνικού δυναμικού της διασποράς, απευθυνόμενοι σε υπεύθυνους φορείς και οργανισμούς.
Η νέα επιχειρηματικότητα συνεπάγεται και μια καινούργια άποψη της κοινωνίας;
Θα πρέπει να προσαρμόζεται η νέα επιχειρηματικότητα στις διαμορφούμενες συνθήκες της κοινωνίας οι οποίες δεν παραμένουν στάσιμες αλλά μεταβάλλονται με τον καιρό.
Η ιδέα που αγαπήσατε.
Αξιοκρατία.
Να μιλήσουμε λοιπόν για τις αξίες σας-ποιες δεν θα διαπραγματευόσαστε;
Πίστη στον άνθρωπο, αγάπη, δικαιοσύνη, ελευθερία, ισότητα, αλληλεγγύη, αλληλοβοήθεια, αυτοθυσία για το συνάνθρωπο, σεβασμός της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, αναγνώριση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, φιλία.
Τι κάνουν οι επιτυχημένοι σε μια αποτυχία;
Επανεξέταση και εκτίμηση των συνθηκών της αποτυχίας πριν επανέλθουν.
Μια νοσταλγία σας. Και η ταινία που είδατε πάνω από μια φορά.
Ηλιοβασίλεμα στις Κυκλάδες! Έχω δει πολλές ταινίες αλλά ποτέ κάποια δυο φορές!
Το περιεχόμενο της προσδοκίας που μεγαλώνει με εσάς.
Ειρηνική συνύπαρξη και μείωση των ανισοτήτων. Παρά το μείζον μέγεθος του προβλήματος υπάρχει σήμερα παγκοσμίως ένα τεράστιο θεραπευτικό κενό στην αντιμετώπιση της ψυχικής υγείας. Υπολογίζεται ότι περίπου τα 2/3 των ατόμων που πάσχουν από ψυχικές διαταραχές δεν έχουν πρόσβαση σε θεραπεία. Ακόμη και στις ΗΠΑ το 67% αυτών που έχουν κάποιο ψυχικό πρόβλημα δεν λαμβάνει θεραπευτική αγωγή, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στην Ευρώπη είναι 74%. Στη Βρετανία, για παράδειγμα, έχει υπολογιστεί ότι περίπου 91 εκατομμύρια εργάσιμες ημέρες χάνονται κάθε χρόνο εξ αιτίας ψυχικών διαταραχών και 50% από αυτές οφείλονται σε στρες και άγχος. Όλα αυτά σε εποχή που διαθέτουμε θεαματικές διαγνωστικές και θεραπευτικές μεθόδους για την ψυχική υγεία με την χρήση νέων φαρμάκων, αποτελεσματικών ψυχοκοινωνικών παρεμβάσεων και την σημαντική ανάπτυξη παροχής υπηρεσιών στην κοινότητα Η μεγάλη αλληλεπίδραση που υφίσταται μεταξύ ψυχικών και σωματικών ασθενειών καθιστά επιτακτική την αποδοχή του γεγονότος ότι δεν νοείται Υγεία χωρίς Ψυχική Υγεία.
*Η συνέντευξη του Νίκανδρου Μπούρα στην Άννα Γριμάνη δημοσιεύτηκε στο blog του Μιχάλη Ιγνατίου (mignatiou.com) στις 9/10/2017.
Το 1998 η πρώην επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματίας, Μαντλίν Ολμπράιτ, είχε μιλήσει για το «απαραίτητο έθνος» - μιλώντας βέβαια για τις ΗΠΑ. Στην Ευρώπη το «απαραίτητο έθνος» είναι η Γερμανία και η καγκελάριος ο «απαραίτητος Ευρωπαίος». Παρότι η Ε.Ε. στηρίζεται στον γαλλογερμανικό άξονα, η ευρωπαϊκή ισορροπία είναι σαν ζυγαριά που γέρνει υπερβολικά προς την πλευρά του Βερολίνου, όπου η οικονομική επιτυχία ακολουθείται από μια ιδιαίτερη μορφή πολιτικής σταθερότητας.
Το «φτωχό και σέξι Βερολίνο» της περιόδου της πτώσης του Τείχους, είναι σήμερα το κέντρο της ισχυρής Γερμανικής Λέσχης∙ και είναι αυτό που υποδεικνύει τον ρυθμό στην Ευρώπη και στις Βρυξέλλες. Ο «μεγάλος ασθενής» της δεκαετίας του 1990 επαίρεται σήμερα για το οικονομικό θαύμα και επιβάλλει την πολιτική του - όχι πάντα με τον καλύτερο τρόπο για τις διεθνείς σχέσεις.
Οι Γερμανοί έδωσαν ξανά τη νίκη στη Μέρκελ. Αλλά στον βαθμό που μας αφορά, η επιτυχία του «συστήματος Μέρκελ» αυτή τη φορά θα είναι δυσμενέστερη για την Ελλάδα χωρίς τους σοσιαλδημοκράτες στην κυβέρνηση. Επιπλέον, είναι εύλογο οι ηγέτες, Ευρωπαίοι πολιτικοί, μέσα ενημέρωσης και πολίτες να αγωνιούν για την Ευρώπη βλέποντας την επιβράβευση της προσπάθειας της καγκελαρίου να μετατρέψει το κοινό οικοδόμημα σε γερμανικό λατιφούντιο.
Από την αρχή κιόλας της ευρωπαϊκής κρίσης, όλοι οι πρώην καγκελάριοι της Γερμανίας, οι Σμιτ, Κολ και Σρέντερ, ήδη από το 2011 είχαν επικρίνει τη διάδοχό τους. Ο Χέλμουτ Σμιτ είχε μιλήσει για μελλοντική γεωγραφική συρρίκνωση του ευρώ... Θεωρούσαν την πολιτική Μέρκελ ως την κύρια πηγή των προβλημάτων στην ευρωζώνη... «Αυτή η πολιτική οδηγεί την Ευρώπη σε εθνικιστική διάλυση». Το ίδιο την επέκριναν και οι νομπελίστες οικονομολόγοι για την ευρωπαϊκή της πολιτική.
Η μεγάλη κεντροδεξιά εφημερίδα «Die Welt», μιλούσε για τον Γερμανό που πειθαναγκάζει ολόκληρη την Ευρώπη... «Προωθείται η εικόνα του μισητού Γερμανού που δεν διστάζει να υποτάξει μικρά κράτη, που αψηφά τις ειρηνευτικές συνθήκες με τον εθνικισμό του και γεμίζει ανυπεράσπιστες οικονομίες με τον στρατιωτικό του εξοπλισμό», εξηγούσε η «Welt» το 2015.
Όλες αυτές οι επικρίσεις, ανοιχτές ή κρυφές, γερμανικές ή διεθνείς γκρίνιες, δεν φάνηκε να επηρεάζουν την καγκελάριο. Ο Γερμανοαμερικανός κοινωνιολόγος Χέλμουτ Ανχάιερ, σε πρόσφατο άρθρο του με τίτλο «Η κρίση εφησυχασμού της Γερμανίας», επανέφερε την υπόθεση της πολιτικής του τεφλόν. Ο όρος είχε καθιερωθεί στη δεκαετία του '80 από τον αμερικανικό Τύπο για τον Ρόναλντ Ρέιγκαν, στον οποίο δεν «κολλούσε» καμία επίκριση. «Σήμερα -γράφει ο Ανχάιερ- οι Γερμανοί φαίνεται να έχουν υιοθετήσει αυτόν τον τίτλο για τη χώρα τους και, σίγουρα, για την καγκελάριο. Κάθε κριτική που μπορεί να εκτοξευτεί για τις πολιτικές της Γερμανίας, δεν κολλάει ποτέ. Τα πάντα, όλα, είναι πρόβλημα κάποιου άλλου».
Εδώ μάλλον εντοπίζεται το μεγαλύτερο ζήτημα στο «σύστημα Μέρκελ». Τα άλματα από τη μία επιφύλαξη στην άλλη, το «Νo commitment - καμία δέσμευση», είχε γίνει κρατική λογική∙ η ιστορία των τελευταίων ετών δείχνει ότι οι Γερμανοί έχουν γίνει οι σπεσιαλίστες της αυτοπροστασίας. Το γερμανικό πολιτικό σύστημα αποφεύγει κάθε εγχώριο πρόβλημα που μπορεί να διαταράξει τη συλλογική αμνησία τους, και αγνοεί τα έξωθεν μηνύματα δυσαρέσκειας και, ειδικά, της δυσαρέσκειας των άλλων μελών της Ε.Ε.
Κοντολογίς, Ευρώπη και καγκελαρία τού τεφλόν είναι δύο πραγματικότητες που κινούνται προς αντίθετες κατευθύνσεις. Οι ρίζες του αντιευρωπαϊσμού θα πρέπει να ανιχνευθούν στον «φιλοευρωπαϊσμό» της γερμανικής «σταθερότητας über Alles». Ολοι ξέρουν, εκτός ίσως από τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, ότι μακροπρόθεσμα αυτή η κατάσταση δεν έχει μέλλον ούτε καν για τη Γερμανία.
Η σημαντικότερη διαδικασία του κοινωνικοπολιτικού και υπερεθνικού συστήματος του 20ού αιώνα, που άρχισε με τη Συνθήκη της Ρώμης, μετεξελίχθηκε -μέσω λαθών, εθνικιστικών εντάσεων και ογκούμενου ευρωσκεπτικισμού- σε ένα εργαστήριο που, αν δεν είναι έτοιμο να εκραγεί, κάθε άλλο παρά σταθερό είναι αφού κινείται, χωρίς αλληλεγγύη, εις βάρος των αδύνατων κρατών και ομάδων. Μπορεί να σπάσει το πολιτικό καλούπι τού τεφλόν στη Γερμανία, και εις πείσμα της εμφάνισης της γερμανικής Ακροδεξιάς; Ας σκεφτούμε τον στίχο του Χέλντερλιν σαν επικαιροποιημένη παρηγορία και σαν δική μας θωράκιση: «Οπου υπάρχει κίνδυνος, φυτρώνει και η σωτηρία».
*Δημοσιεύτηκε στην "Εφημερίδα των Συντακτών" στις 25/9/2017.