Η κοινή γνώμη έχει τους δικούς της κώδικες σχετικά με το πότε ευαισθητοποιείται, το τι θεωρεί σημαντικό και τι την αφήνει αδιάφορη. Το περιστατικό του ναυαγίου και της διαρροής πετρελαίου από το πλοίο ΑΓΙΑ ΖΩΝΗ ΙΙ και η ρύπανση των ακτών του Σαρωνικού ακούμπησε –και δικαίως- τις πιο ευαίσθητες χορδές των ελλήνων πολιτών.
Το άρθρο αυτό γράφεται, ώστε να βγουν ορισμένα συμπεράσματα από το συγκεκριμένο «πάθημα», σύμφωνα πάντα με τις δικές μου αντιλήψεις.
1) Το ναυάγιο και ο συγκεκριμένος τρόπος διαχείρισης της διαρροής του πετρελαίου είναι τελείως απαράδεκτα για μια ευνομούμενη χώρα τη σημερινή εποχή. Από το ποιος χορήγησε τα πιστοποιητικά αξιοπλοΐας και την κατάσταση του πλοίου χωρίς στοιχειώδεις σύγχρονες προδιαγραφές, μέχρι τον τρόπο που βυθίστηκε και την ταχύτητα των αντιδράσεων για να περιοριστεί η διαρροή. Είναι σημαντικό το συντομότερο ν' αποκτήσουμε πλήρη πληροφόρηση για τα αίτια του ατυχήματος, το μέγεθος της διαρροής και να δοθούν απαντήσεις σ' όλα τα καίρια ερωτήματα που προκύπτουν. Είμαι σίγουρος ότι το δημοσιογραφικό ρεπορτάζ θα συμβάλει σημαντικά στο ν' απαντηθούν κρίσιμα ερωτήματα και να φωτισθούν όλες οι γκρίζες πτυχές που συνδέονται με το ναυάγιο.
2) Θα πρέπει να συνεχιστούν εντατικά και να ολοκληρωθούν το ταχύτερο οι εργασίες απορρύπανσης από το πετρέλαιο σε ολόκληρη την περιοχή του Σαρωνικού, με στόχο η περιοχή που πλήγηκε να επιστρέψει το συντομότερο στην κανονικότητα, να υπάρξει πλήρη απάντληση όλου του πετρελαίου που απομένει στο βυθισμένο πλοίο και να προχωρήσει η ανέλκυσή του. Οι υπαίτιοι της καταστροφής είναι αυτονόητο ότι έχουν και την πλήρη ευθύνη για το κόστος αποκατάστασης και αποζημιώσεων. Βέβαια τα μεγάλα ποσά για αποζημιώσεις δεν θα καλυφτούν από τη μικρή ασφάλεια του πλοιοκτήτη προς τρίτους, που είναι 5 εκατ. Ευρώ, αλλά καλό θα ήταν να καλυφθούν από το Διεθνές Ταμείο Αποζημιώσεων από Ρύπανση Πετρελαίου (ΙΟPC Fund), του οποίου η Ελλάδα είναι μέλος εδώ και 40 χρόνια και το διαθέσιμο ποσό που της αναλογεί ανέρχεται στα 900 εκατ. Ευρώ. Αν αυτό δεν συμβεί, λόγω κακών χειρισμών της καταστροφής, τις νόμιμες αξιώσεις θα κληθεί να τις πληρώσει ο έλληνας φορολογούμενος. Σε κάθε περίπτωση είναι σημαντικό να υπάρχει πλήρη διαφάνεια για τη διακίνηση των χρημάτων.
3) Το συγκεκριμένο ατύχημα μας βάζει όλους ενώπιον του ερωτήματος: Αν μια μικρή σχετικά διαρροή, σαν αυτή που συνέβη, δημιουργεί μια τέτοια καταστροφή δίπλα στο μεγαλύτερο λιμάνι της χώρας και στο επιχειρησιακό κέντρο του Υπουργείου Ναυτιλίας, ποια είναι η δυνατότητα της χώρας ν' αντιμετωπίσει διαρροές και ατυχήματα από μεγάλης κλίμακας πετρελαϊκή δραστηριότητα στο Ιόνιο, το Αιγαίο και το Κρητικό Πέλαγος; Η πρόληψη ατυχημάτων και η έγκαιρη και αποτελεσματική αντιμετώπισή τους είναι άμεσα συνδεδεμένα με το μέγεθος της ζημιάς. Μεταξύ των μέτρων που πρέπει να λάβουμε είναι σε πολλά νησιά και σε κομβικά σημεία, με ευθύνη των Λιμενικών Ταμείων και σε συνεργασία με το Λιμενικό, να υπάρχουν διαθέσιμα «φράγματα» μήκους μεταξύ 500 και 1000 μέτρων, να εκπαιδεύσουμε εθελοντές οι οποίοι να μπορούν να κινητοποιηθούν άμεσα, καθώς και να παράσχουμε τα κατάλληλα μέσα ώστε η όποια ρύπανση ν' απομονωθεί και ν' αντιμετωπιστεί τάχιστα. Να το πω και πιο κατανοητά: Όπως για τις πυρκαγιές υπάρχει η Πυροσβεστική και για τα ατυχήματα το ΕΚΑΒ, θα πρέπει να υπάρχουν αντίστοιχες δυνατότητες για την προστασία των θαλασσών μας. Επιπρόσθετα οι τοπικές κοινωνίες, που το βιοτικό τους επίπεδο εξαρτάται άμεσα από το θαλάσσιο περιβάλλον, ν' απαιτούν σταθερά αυξημένη επαγρύπνηση, συμμετοχή και ετοιμότητα και όχι μόνο αφού συμβεί κάποιο ατύχημα.
4) Ακόμα πιο σημαντικό θεωρώ εμείς οι έλληνες πολίτες, που το μεγαλύτερο περιουσιακό μας στοιχείο είναι η φύση, το περιβάλλον και η θάλασσα, να συνειδητοποιήσουμε ότι μια ενεργειακή πολιτική που στηρίζεται στα ορυκτά καύσιμα, τις θαλάσσιες γεωτρήσεις και την πετρελαϊκή εξάρτηση είναι αδιέξοδη. Υποστηρίζω σταθερά ότι τα μεγάλα προβλήματα του περιβάλλοντος δεν είναι μόνο τα αυτονόητα και «μαλακά» θέματα, όπως η καθαριότητα, η ανακύκλωση, η επεξεργασία των αποβλήτων, η προστασία του τοπικού δάσους, η εξοικονόμηση πρώτων υλών και ενέργειας, η ευαισθησία και το μέτρο στις αρχιτεκτονικές κατασκευές και ο σεβασμός του διπλανού μας. Αυτά είναι περισσότερο θέματα παιδείας, αγωγής, πολιτιστικού επιπέδου, δημόσιας υγείας. Υπάρχουν τα «δύσκολα» θέματα, όπου η ανθρώπινη δραστηριότητα έρχεται σε άμεση σύγκρουση με μη αναστρέψιμα περιβαλλοντικά προβλήματα, όπως είναι τα τοξικά, τα πυρηνικά, η αποψίλωση των τροπικών δασών, η υπεραλίευση, η σημασία της βιώσιμης γεωργίας. Στην κορυφή των περιβαλλοντικών θεμάτων από την ανθρώπινη δραστηριότητα είναι οι επιπτώσεις στο κλίμα. Η υπερθέρμανση του πλανήτη, η κλιματική αλλαγή και πληθώρα συναφών θεμάτων είναι άμεσα συνδεδεμένα με τα ορυκτά καύσιμα. Η Ελλάδα πρέπει να είναι πρωτοπόρος στην προσπάθεια προώθησης ανανεώσιμων και ήπιων μορφών ενέργειας. Στη χώρα μας το μέλλον δεν ανήκει στην εξόρυξη υδρογονανθράκων, αλλά ανήκει στη βιώσιμη ανάπτυξη και σ' έναν τουρισμό που θα σέβεται το περιβάλλον, θ' αναδεικνύει τον πολιτισμό και θα στηρίζει την τοπική παραγωγή.
*Δημοσιεύτηκε στο "Πρώτο Θέμα" στις 24/9/2017.
Το να είσαι πολιτικός -πολιτικός από τζάκι- σημαίνει να οραματίζεσαι στοιχειωδώς το πώς επιθυμείς να ζεις, εσύ και η παρέα σου. Το να παραδέχεσαι εκ των προτέρων ότι είναι ανέφικτο το πιο σημαντικό της δουλειάς σου -και εάν δεν είσαι φύλαρχος- σημαίνει ότι παραιτείσαι εκ των προτέρων από τον δυνητικό ή τον υποτιθέμενο σχεδιασμό σου.
Επιπλέον, αυτή η παραδοχή δείχνει ότι από παραναγνώσεις ιδεών διατυπώνεις συγκεκριμένο, προκαθορισμένο όραμα. Διαβάλλεις την έννοια της κοινωνίας στη βάση μιας υποτιθέμενης «πολιτικής φιλοσοφίας» σύμφωνα με την οποία είναι «φυσικό» να υπάρχουν «κερδισμένοι» και «χαμένοι». Και με ένα καλό ξέβγαλμα αποϊδεολογικοποίησης του πολιτικού πεδίου και της πολιτικής ευθύνης σου, οι τελευταίοι, οι χαμένοι, εμφανίζονται να φέρουν ακέραιη την ευθύνη της αποτυχίας και του αποκλεισμού τους.
Το αποτέλεσμα είναι η τηλεπώληση του νεοφιλελεύθερου κράτους (η αντεστραμμένη ουτοπία), που δεν προκύπτει ιστορικά από συμπεράσματα και συνθέσεις πολιτικών ή διανοουμένων, αλλά από συμφέροντα της μισαλλόδοξης τάξης που υπηρετείς και από την υστερική αντίθεσή σου στη «λογική» της υποτιθέμενης Αριστεράς των κυβερνώντων.
Ας κάνουμε το ντεκουπάζ της επίμαχης σύνθεσης. «Δεν τρέφω αυταπάτες για μια κοινωνία χωρίς ανισότητες. Κάτι τέτοιο είναι αντίθετο στην ανθρώπινη φύση και όσοι το επιχείρησαν καταστρατήγησαν τελικά την ίδια τη Δημοκρατία και τα ατομικά δικαιώματα. Ομως το μέρισμα ευημερίας πρέπει να μοιραστεί με όσο το δυνατόν πιο δίκαιο τρόπο. Γιατί για εμάς η αλληλεγγύη είναι η άλλη όψη της ελευθερίας. Δεν είναι μόνο θέμα ανθρωπιάς. Είναι η έμπρακτη αναγνώριση της κοινής μοίρας που δένει όλες τις Ελληνίδες και όλους τους Ελληνες».
Αυτά εκστομίζονται από τον κληρονόμο της πολιτικής ενασχόλησης και τον οπαδό μιας ευρωπαϊκής νεοφιλελεύθερης πολιτικής οικογένειας που -από το 1980- νομίζει ότι η ανεργία είναι το καταφύγιο των ανεπρόκοπων και των τεμπέληδων που τρελαίνονται να ζουν από επιδόματα. Και αποδέκτες, φυσικά -όλοι με ελληνοφιλελέ dress code την μπλε γραβάτα- άνθρωποι άμεσα εμπλεκόμενοι με τη χρεοκοπία της Ελλάδας.
Αυτή η παρέα, που ζει εδώ και πολλά χρόνια με έξοδα του κράτους, νομίζει ότι η δημόσια παιδεία και η δημόσια υγεία είναι βάρος για το κράτος∙ και ότι είναι περιττές οι διδασκόμενες ιδέες της ισότητας και ισοπολιτείας, των θεσμικών θωρακίσεων και συνταγματικών κατακτήσεων, ή το αριστοτελικό «αεί δε το βέλτιον ήθος βελτίονος αίτιον πολιτείας». Γι' αυτούς, η «άλλη όψη της ελευθερίας» δεν είναι η αλληλεγγύη, αλλά η απαξίωση. Γιατί, αν η ελευθερία νοείται ως απουσία εμποδίων, εντέλει, είναι έννοια κενή χωρίς τις δυνατότητες του δημόσιου αγαθού.
Επιπλέον, η όλη σύλληψη δείχνει βαθιά άγνοια στα ζητήματα της ανισότητας όσο και της δημοκρατίας. Π.χ., η ανισότητα δεν έχει να κάνει με το χρήμα αλλά με το όλο πλαίσιο της θέσμισης των δικαιωμάτων στην κάθε κοινωνία. Από τη Γαλλική Επανάσταση έως την Οκτωβριανή και από την κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού έως τα σύγχρονα κύματα των προσφύγων και των μεταναστών, υπάρχει κάτι κοινό που φαίνεται να αγνοεί ο συντηρητισμός της Δεξιάς.
Ολοι αυτοί οι άνθρωποι αρνήθηκαν ή αρνούνται να αποδεχτούν ως «φυσική» τη μοίρα τους. Θέλουν την κοινή μοίρα ως δικαίωμα και όχι ως φιλοδώρημα. Ενώ η ελληνική Δεξιά θέλει πρώτα το λάφυρο: το κράτος της. Περιορισμένο, χωλό ή ανύπαρκτο για τις υποθέσεις των πολλών, πανίσχυρο, βολονταριστικό, ultra large και χλίδα για τις υποθέσεις των λίγων.
Ας θυμηθούμε την αυστηρή προειδοποίηση με την οποία έκλεινε το «Περί ελευθερίας» ο Τζον Στιούαρτ Μιλ, ένας λαμπρός κλασικός φιλελεύθερος του 19ου αιώνα: «Το κράτος που μετατρέπει τους ανθρώπους του σε νάνους ώστε να γίνονται πειθήνια όργανα στα χέρια του -ακόμα και για ωφέλιμους σκοπούς- θα κατανοήσει ότι με γονατισμένους, με ανθρωπάκια δεν επιτυγχάνονται μεγάλα πράγματα· και ότι, στο τέλος, η αρτιότητα του μηχανισμού για τον οποίο θυσίασε τα πάντα, δεν θα το ωφελήσει σε τίποτα, ένεκα της απουσίας της ζωτικής δύναμης την οποία προτίμησε να καταστρέψει, προκειμένου να κάνει περισσότερο ομαλή τη λειτουργία αυτού του μηχανισμού». Αυτά, ως διαφορά.
Οσο για τους φίλους μου που βάζουν τη σκέψη τους και το ταλέντο τους για να εξηγήσουν τα εξηγήσιμα - πραγματικά τους θαυμάζω. Ο Κων. Μητσοτάκης είχε πει μια μεγάλη κουβέντα: «Το παιδί δεν μπορεί». Το είχε πει, βέβαια, για τον Γιωργάκη Παπανδρέου∙ με τη διασταλτική, όμως, ισχύ γιατί το νέο φάντασμα του ασυνάρτητου συντηρητισμού που πλανάται στην Ελλάδα έχει όνομα: Κυριακισμός!
Η αποστολή του; Να μειώσει τον χρόνο αναμονής πριν από το μοιραίο, δηλητηριάζοντας το τελευταίο γεύμα. Βέβαια, οποιαδήποτε σύγκριση με τον άλλο μικρό λαϊκό ήρωα των πολιτικών αποπλανήσεων είναι περιττή. Διότι, κατά τα άλλα... μπου ντουβάρ μπενίμ, μπου ντουβάρ σενίν («αυτός ο τοίχος δικός μου, εκείνος ο τοίχος δικός σου», το οποίο στα τουρκικά περιγράφει το βάδισμα των μεθυσμένων). Αν δεν ήταν σοβαρό το θέμα, θα ήταν πράγματι για γέλια.
*Δημοσιεύτηκε στην "Εφημερίδα των Συντακτών" στις 22/9/2017.
The Andreas Georgiou Affair demonstrates the increasing impact and contestation engendered by the diaspora scholar and technocrat in Greek public affairs. Since 2011 Andreas Georgiou has been sued by ex-staff of the Greek Statistical Agency, by the head of the Athens Lawyers Association and prosecuted by Greek prosecutors. His legal travails in Greece have attracted global media attention and have become a major issue of discord between Greece and its creditors.
Generally speaking, Andreas Georgiou, an ex IMF official who served as the first head of the reconstituted in 2010 Greek Statistical Agency, Elstat, from 2010 to 2015, is seen by Greece's creditors, international media, his international peers and associations of statisticians, as a person of unimpeachable integrity who was instrumental in rendering Greek statistics credible, a sine qua non for Greece's continued membership in the Eurozone and a foundation of Greece's agreed rescue programs.
Within Greece Andreas Georgiou is either seen as (a) a Greek Dreyfus, a patriotic public servant who, as non-Greeks claim, rendered credible Greek statistics and is maligned and persecuted by a populist/nationalist cabal because not despite of this achievement or (b) a Trojan Horse of Greece's international creditors who purposefully inflated the Greek deficit as head of Elstat so that Greece would fall under their dominion (for the record Andreas Georgiou assumed his duties at Elstat three months after the Greek government signed the first MoU with the country's creditors).
As argued above, the Georgiou affair demonstrates a wider trend, accelerated but not created by Greece's fiscal crisis. The forces propelling this trend are multiple:
The global fall in transport costs and the elimination of communication costs facilitating engagement of a Greek living and working abroad with his homeland affairs. It is possible to participate as a non-executive member of a board in a Greek organization, while living abroad, through regular teleconferences. Visits to Greece from Europe and North America are affordable on a middle class budget.
The internet and social media which greatly facilitate interaction between diaspora scholars and the Greek mass media and have created a discursive space on Greek public affairs which is deterritorialised.
Greece's adoption of EU mandated, standards and processes, ranging from the Bologna process in higher education to ECB supervised financial sector reform, which render valuable and relevant diaspora expertise.
The institutional autonomy of the Greek diaspora scholar and technocrat which means that he or she can articulate, adopt, implement and propagate positions that are opposed by powerful vested groups in Greece with no fallout in career and / or financial terms.
The creation over several decades, of a large pool of Greek scholars and technocrats working and living abroad. Paradoxically Greece's institutional failings have helped create outside Greece, through brain drain effects, the intellectual resources and expertise needed to remedy these failings.
This trend in the rise in importance of the diaspora scholar and technocrat was first noted in education and public discourse as well as in the intersection of these two domains.
Indicatively from 2005 onwards a professor of chemistry at City College of New York, Themis Lazaridis, started publicizing the citations records of Greek university deans, exposing the lack of distinction of Greece's then academic leadership as well as cases of academic plagiarism by faculty of Greek state universities which went unpunished. Another case is that of University of Yale Professor Stathis Kalyvas who has popularized through his op-eds in the Greek press, from 2003 onwards, his research on the Greek civil war, research which is widely seen by both friend and foe as undermining the left wing's narrative of that seminal era in Greek history, a narrative with instrumental value in terms of the left's current political legitimacy and influence in Greece.
In institutional terms two seminal events were the creation of the higher education quality assurance agency, ADIP, in 2006 by ND and the creation of the management boards of universities in 2011, by ND and PASOK respectively. Both of these reforms drew in the governance of Greece's higher education numerous diaspora scholars. Both reforms have been fiercely resisted by vested groups, with ADIP reviewers from abroad often been terrorized by radical students while on on-site campus visits and the boards being abolished by subsequent legislation of the SYRIZA/ANEL ruling coalition this August after having attracted in their ranks more than a hundred diaspora academics.
The crisis has acted as an accelerant, although not an originator, of the trend in the rise of the diaspora scholar and technocrat because (a) successive MoUs have mandated a thorough overhaul of the Greek state machinery and have thus created demand for technocratic expertise often not available in Greece (b) creditors have also mandated a preference in non-state activities, as in banking, for the appointments of personnel without any previous connection to the Greek politico-economic nexus, a preference privileging Diaspora Greeks (c) the severity of the crisis and the comprehensiveness of the creditors' prescriptions across all key policy areas has engendered a commensurate policy debate from diaspora scholars, incentivized and enabled by these crisis conditions.
The diaspora technocrat and scholar possesses a number of characteristics that differentiates him from a non-Greek scholar and technocrat engaged with Greece. He has a circle of associates and friends resident in Greece with whom he can strategize. Reputational concerns and commitment to the country - Andreas Georgiou typically has spoken of his desire to 'clear his name' , in Greece of course, as his court travails in Greece have turned him into the rock star of government statisticians the world over - means that engagement can be long lasting with a lesser incentive to cut ones losses due to local opposition and controversy. Engagement by the Greek diaspora actor is often provided at no or little financial cost to Greek entities, with little regard for the opportunity cost of forfeiting engagement with more important jurisdictions. This is the 'patriotic discount' effected observed in the diaspora studies literature, as patriotic and / or reputational motives propelling engagement with the home country are often overwhelmingly compelling for many diaspora scholars and technocrats.
Engagement is also driven by the pull factor of local actors actively soliciting the diaspora scholar's and technocrat's engagement with Greece, appealing to his obligation to his mother country, granting him a venue and / or position through which he can exercise his influence and so on. These local actors also utilise the rhetoric of the 'diaspora coming to Greece's help in the country's hour of need', a powerful trope considering that Greece since even before its foundation as an independent nation-state, and long after that, has received support from its affluent and highly educated diaspora communities. The counter rhetoric is, as noted with the Andreas Georgiou affair, that of the traitor, the 'Trojan Horse', the agent of foreign powers and so on.
It is worth addressing the issue of whether diaspora scholars and actors demonstrate an ideological and policy preference or not. My speculative comment would be that diaspora actors in Greece would tend to represent what is, rightly or wrongly, perceived as best practice, appropriate methodological approach, settled or fairly robust, peer-respected preferences in policy related matters. Moreover such practices, methodological approaches and policy preferences are seen as meriting adoption on a global scale, undercutting claims to Greek exceptionalism. Many of these Greek diaspora scholars and technocrats are accomplished and widely recognized professionals in those western societies and institutions that tend to create, on such a global scale, dominant outlooks, perspectives and policies. Indicatively, Andreas Georgiou, as deputy division chief in the IMF Statistics Department, led the work of the IMF's statistical program for the methodological development and dissemination globally of new indicators of stability of financial systems. Elias Mossialos, another emblematic diaspora scholar and technocrat, has been very active in efforts to revamp the Greek health system, and in Greek politics at large, while also advising numerous countries, most prominently China, on how to reconfigure their health systems though his leadership of LSE Health.
This is not to say that diaspora actors do not count among their ranks influential voices from what we might call the non-orthodox camp. Costas Douzinas from Birckbeck, Costas Lapavitsas from SOAS and Dimitris Papadimitriou from the Levy Institute in New York have been three very high profile leftists scholars who have vigorously advocated, respectively, extra-parliamentary resistance to creditors demands, the return to the drachma and the creation of a parallel currency. Their views have been articulated in such globally influential media outfits as the Guardian, the FT and Bloomberg and they have either been elected MPs and / or become ministers for the ruling Syriza party.
In conclusion, I would argue for the reasons expounded above that now and in the future the Greek diaspora technocrat and scholar will constitute a structural element in the contestability and direction of the reform process in Greece. The centrality of Andreas Georgiou's task, managing national statistics, as much as the controversy engendered by his doing so, is as good a starting point as any to test this proposition.
Εν τέλει, ακόμα και με τους όρους που γίνεται η συζήτηση, δύσκολα θα μπορούσε να φανταστεί κάποιος καθεστώς σταλινικού τύπου – όταν η δημοκρατία προχωράει και όταν δεν είναι φοβική ή ασθενική.
Εξίσου δύσκολα θα μπορούσε να εγκαθιδρύσει ένα φασιστικό καθεστώς. Βασική συνθήκη είναι ο διαθέσιμος πολιτικός χώρος – κάτι που προκύπτει ως χειροπιαστή αποτυχία της δημοκρατίας και επιτυχία της απρονοησίας. Εκτός κι αν η μέριμνα των επιλογών, μέσω των δημοκρατικών θεσμών, είναι ο νεόκοπος αντικομμουνισμός που, για άλλοθι, ταυτίζεται στα πρωτοσέλιδα με τον σταλινισμό και τη σοβιετία.
Σε αυτή την περίπτωση, και προκειμένου να οριοθετηθούν κομματικοί-εκλογικοί χώροι, θεμελιώνεται μια σύμπτωση αντιθέσεων (μια μοχθηρή coincidentia oppositorum): ο αντικομμουνισμός της Δεξιάς, στην προσπάθειά του να υπερασπιστεί τη δημοκρατία, βρίσκει τους φασίστες στρατευμένους πλάι του – ο πυρήνας της ιδέας στο σχέδιο Μπαλτάκου με τη Χρυσή Αυγή.
Ομως, η κατάρρευση του πολιτικού Κέντρου και η ανάδειξη των άκρων ως συγκοινωνούντων δοχείων ήταν συνθήκες Βαϊμάρης. Ενα πλέγμα διεθνών σχέσεων που αφοπλιζόταν φραστικά καθώς εξοπλιζόταν, εκδικητικό, εθνικιστικό∙ χωρίς κανόνες∙ δίχως ιστούς αλληλεγγύης∙ κοινωνίες που έβγαιναν με τραύματα από τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο.
Η μαζική ανεργία και ο υπερπληθωρισμός είχαν αντικαταστήσει τις σφαγές∙ ο όλεθρος είχε τη μορφή μαζικής μετανάστευσης. Η δυστοπία τροφοδοτούσε τον επελαύνοντα φασισμό μαζί με την ιδέα της περιττής ανθρωπότητας. Οι ανέστιοι, οι αποκλεισμένοι, η ανθρωπομάζα των αδυνάτων προοικονομούσαν τα στρατόπεδα συγκέντρωσης και το βιομηχανικό Ολοκαύτωμα.
Το «κοινό κάθαρμα» είχε αναλάβει την εξουσία «συνοδευόμενο από πανηγυριστές»... έγραφε ο Τόμας Μαν στο ημερολόγιό του για ό,τι έβλεπε το 1933. «... Ηταν ενάντια στις ιδέες, ενάντια σε οτιδήποτε ανώτερο, καλύτερο, αξιοπρεπές, ενάντια στην ελευθερία, στην αλήθεια και στη δικαιοσύνη». Αλλά ο δρόμος ήταν ανοιχτός.
Πολλοί, τότε, από την ελίτ των Γερμανών πολιτικών, βιομηχάνων και τραπεζιτών μπορεί να αντιπαθούσαν τους ναζί, αλλά ακόμα περισσότερο φοβούνταν τους κομμουνιστές. Και εφόσον οι νέοι της εποχής προσχωρούσαν είτε στα τάγματα εφόδου είτε στους κομμουνιστές, οι επιχειρηματίες προτιμούσαν τους ναζί επειδή μιλούσαν για «τάξη και πειθαρχία».
Εκ των υστέρων, όλοι έμαθαν τα σχέδια και τη δράση των ναζί. Αλλά το μάθημα ήταν πικρό. Η μεταπολεμική Ευρώπη, με το «ποτέ ξανά» στη φρίκη του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, τουλάχιστον, δεν έδειξε πολεμικό αντικομμουνισμό. Διαχώρισε γρήγορα τα αισθήματα αντισοβιετισμού και αντικομμουνισμού.
Και στον βαθμό που οι δυνάμεις της Αριστεράς στη Δύση –κυρίως αυτές– είχαν συμβάλει στην Αντίσταση, συμμετείχαν στις κυβερνήσεις αποκατάστασης ως παράγοντες διαμόρφωσης του μεγάλου πολιτικού τοπίου μετά τη λήξη του πολέμου: το δυτικό κράτος πρόνοιας (welfare) που προέκυψε από το πολεμικό κράτος (warfare).
Στην Ελλάδα, έγινε το αντίθετο. Το μεταπολεμικό κράτος εξάντλησε τον αντικομμουνισμό του έως το 1974, ενισχύοντας το πνεύμα κάπηλης εθνικοφροσύνης και εκφασισμού του πολιτικού πεδίου – κάτι που είχε ήδη γίνει στο διάστημα 1920-1940.
Η πόλωση αυτή εξυπηρετούσε το πολιτικό και οικονομικό σύστημα αλλά και τους επικυρίαρχους (Αγγλους και Αμερικανούς), που προέβαιναν στην επιβολή αυταρχικών διακυβερνήσεων – και αυτό, όχι μόνο στην Ελλάδα. Μετά το '74 κόπασε η αντικομμουνιστική υστερία χωρίς να εξαλειφθεί, για να επανέλθει σήμερα, αλλά χωρίς ορίζοντα, απέναντι σε μια Αριστερά που επίσης δεν έχει δικό της σχέδιο.
Ετσι, αντί ο δημόσιος διάλογος να γίνεται πάνω στα πραγματικά, την κατάσταση και το μέλλον της χώρας, το χρέος, τους δανειστές, το εύφλεκτο περιφερειακό περιβάλλον, τις ενδημούσες τάσεις ολοκληρωτισμού, τις ισοπεδώσεις της παγκοσμιοποίησης, των αποδόσεων, της ανταγωνιστικότητας, της μεγάλης ανεργίας και της αβεβαιότητας, γίνεται με υστερήσεις 20-30 χρόνων, με όρους ιδεοληψίας και γεροντικής οναγροκρατίας.
Η πόλωση εκφράζεται από τις δυνάμεις ολιγαρχικού τύπου (τραπεζίτες, διαπλεκόμενους, κρατικοδίαιτους, μεγάλους επιχειρηματίες, κομματικά κυκλώματα και λόμπι, μέσα μαζικής «ενημέρωσης» που απευθύνονται ή σε τυχοδιώκτες ή σε αποχαυνωμένους). Αντί η χρεοκοπία να γίνει συλλογικό μάθημα και σημαία ευκαιρίας, οι υπεύθυνοι του ελληνικού κρατισμού και της χρεοκοπίας ανακαλύπτουν στον αντικομμουνισμό τους το μάντρα της αυτοκάθαρσης και της αυτοσυντήρησής τους.
Εν τω μεταξύ, η περιττή ανθρωπότητα έχει επανεμφανιστεί ως νέα «κανονικότητα», σε συνθήκες μη κανονικές. Αλλά γι' αυτό, δεν λένε τίποτα. Η παρατεταμένη ανεργία, η υψηλή ανεργία στους νέους, ο γερασμένος πληθυσμός, οι άρρωστοι, οι κοινωνικά αποκλεισμένοι, οι αδύνατοι, οι μετανάστες και οι πρόσφυγες είναι εδώ, μαζί με την εξάντληση, την οργή, τη μισαλλοδοξία και τον ρατσισμό∙ με άλλες σημαίες, ταμπέλες και συνεπαγωγές.
Λ.χ., η άρνηση ορισμένων Γερμανών τουριστών να πληρώσουν τους ταξιτζήδες, επειδή πιστεύουν ότι οι Ελληνες χρωστάνε στους Γερμανούς, κάτι δείχνει για την προπαγάνδα του Σόιμπλε και το επίπεδο κατανόησης της κατάστασης.
Ο Ουμπέρτο Έκο, μιλώντας κάποτε για το πνεύμα του φασισμού, είχε πει ότι βρίσκεται γύρω μας∙ με πολιτική περιβολή. Είναι αυτό που, σήμερα, λοιδορεί τους περιττούς και τα θύματα της απορρύθμισης. Το ίδιο είχε πει, με άλλα λόγια, η Χάνα Αρεντ. Κρύβεται στην «κανονικότητα» καιροφυλακτώντας, όπως ο βάκιλος της πανούκλας του Καμί, ώστε κάποια στιγμή να ξαναφανεί.
*Δημοσιεύτηκε στην "Εφημερίδα των Συντακτών" στις 2/9/2017.
Η πατρίδα μας βιώνει μια βαθειά και πολυεπίπεδη κρίση. Μια κρίση που δεν περιορίζεται μόνο στην οικονομία, αλλά ενέχει και στοιχεία πολιτισμικής, ηθικής και κοινωνικής παρακμής. Μπροστά σ' αυτή την κατάσταση επιβάλλεται όλοι οι πολίτες να σταθούμε υπεύθυνα, τόσο μεμονωμένα, όσο και μέσα από συλλογικές εκφράσεις και να αναλάβουμε πρωτοβουλίες που θα αποτρέπουν την περαιτέρω διολίσθηση σε εθνική απαξία και ασημαντότητα.
Βασικό προαπαιτούμενο βέβαια, είναι η διαμόρφωση συνθηκών κοινωνικής συνεννόησης και η ύπαρξη διάθεσης δημιουργικής σύνθεσης των αντιτιθέμενων απόψεων. Εμείς, στην Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή (Ο.Κ.Ε.), ως ο συνταγματικός θεσμός για τον οργανωμένο διάλογο, αυτό υπηρετούμε. Δεν είναι εύκολο, γιατί οι συνήθεις πρακτικές διαπραγματευτικής δύναμης θα πρέπει να τεθούν εξ ολοκλήρου στο παρελθόν. Δεν είναι εύκολο, γιατί έχουμε όλοι μας μάθει να μιλάμε και όχι ν' ακούμε. Δεν είναι εύκολο, γιατί οι αλλαγές που συντελούνται σε όλα τα επίπεδα είναι ταχύτατες, γιατί υπάρχουν πολλά αντιτιθέμενα συμφέροντα που συγκρούονται καθημερινά και γιατί οφείλουμε να συνυπολογίζουμε τα νέα δεδομένα, όχι μόνο στην Ελλάδα και την Ευρώπη, αλλά και στο διεθνή χώρο.
Όσο δύσκολο όμως και αν είναι, δεν μπορούμε σε καμία περίπτωση να συμβιβαστούμε με τη περιθωριοποίηση μεγάλου μέρους της ελληνικής κοινωνίας, την ανυπαρξία καινοτόμου οικονομικής και παραγωγικής δραστηριότητας, την υψηλή ανεργία, τη μετανάστευση σημαντικού και ειδικευμένου εργατικού δυναμικού, την απαξία του κράτους δικαίου, την υποβάθμιση του κράτους πρόνοιας και κρίσιμων για κάθε σύγχρονη κοινωνία υπηρεσιών, όπως η παιδεία και η υγεία.
Στην Ο.Κ.Ε. δεν συμφωνούμε σε όλα. Οι κοινωνικοί εταίροι που συμμετέχουν, ως οι εκφραστές διαφορετικών οργανωμένων ομάδων της κοινωνίας, έρχονται πολλές φορές στον διάλογο με θέσεις και απόψεις εκ διαμέτρου αντίθετες, γι' αυτό στην Ο.Κ.Ε. προβλέπεται να συμμετέχουν εκτός των Κοινωνικών Εταίρων και η ευρύτερη κοινωνία των Πολιτών, όπως η Τοπική Αυτοδιοίκηση, τα Επιμελητήρια, οι Επιστημονικοί φορείς. Η ανάγκη όμως για συνεννόηση είναι όλο και πιο επείγουσα και γι' αυτό προσπαθούμε συνέχεια να επιτύχουμε σύγκλιση απόψεων σε μείζονα πεδία οικονομικής και κοινωνικής δραστηριότητας όπως:
1. Την αποτελεσματική λειτουργία του κράτους μέσα από μία ευέλικτη, αποδοτική και σύγχρονη Δημόσια Διοίκηση στην υπηρεσία του πολίτη, και του επιχειρηματία.
2. Την αναλογικότητα και ανταποδοτικότητα του φορολογικού συστήματος, που θα αποφέρει τα σχεδιαζόμενα φορολογικά έσοδα, χωρίς να πλήττει την επιχειρηματική δραστηριότητα και να επιβαρύνει άνισα διάφορες κοινωνικές ομάδες θεμελιώνοντας την αίσθηση της ανταποδοτικότητας του φορολογικού συστήματος.
3. Την διαφάνεια και την ταχεία επίλυση διαφορών και απονομής δικαιοσύνης σαν απαραίτητο γνώρισμα κάθε ευνομούμενης πολιτείας, αλλά και απαραίτητη προϋπόθεση για την ενίσχυση της οικονομικής δραστηριότητας.
4. Την ανταγωνιστική λειτουργία των αγορών προϊόντων και υπηρεσιών, ώστε να γίνεται ελκυστικό το οικονομικό περιβάλλον για νέες και τεχνολογικά προηγμένες επενδύσεις.
5. Την εξυγίανση και αποτελεσματική λειτουργία του κράτους πρόνοιας στη βάση της βιωσιμότητας του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης και κοινωνικής προστασίας.
6. Τη διαμόρφωση υγιούς χρηματοπιστωτικού συστήματος, βασική προϋπόθεση ενίσχυσης της χρηματοδότησης της παραγωγής και στήριξης της αναπτυξιακής διαδικασίας.
7. Την αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας προς όφελος του δημόσιου συμφέροντος.
8. Τη στήριξη των κλάδων της οικονομίας μας, που ως χώρα διαθέτουμε ισχυρό πλεονέκτημα, ώστε να δημιουργηθούν σταθερές και ποιοτικές θέσεις εργασίας.
9. Την ποιότητα στην εκπαίδευση για όλους, που να αναδεικνύει τις ικανότητες κάθε ατόμου και να ανταποκρίνεται στις σύγχρονες ανάγκες του παραγωγικού συστήματος, υπηρετώντας τη μακροχρόνια οικονομική μεγέθυνση και την ευημερία της κοινωνίας.
10. Την προώθηση της έρευνας και της καινοτομίας και τη σύνδεσή της με την επιχειρηματικότητα και την παραγωγή.
11. Την πρόσβαση στις βασικές παροχές υγείας και πρόνοιας από όλους, γνώρισμα κάθε αναπτυγμένης κοινωνίας, ώστε να μην διακυβεύεται η κοινωνική συνοχή.
12. Την αντιμετώπιση του φαινόμενου της «αδήλωτης» εργασίας, ώστε να καταπολεμηθεί η εισφοροδιαφυγή και να δημιουργηθούν συνθήκες ασφάλειας για όλους του εργαζομένους.
Σημαντική προϋπόθεση για την οικονομική ανάπτυξη είναι φυσικά και η εύρυθμη λειτουργία της αγοράς εργασίας, στην οποία παρουσιάζονται οι μεγαλύτερες δυσκολίες σύγκλισης απόψεων, όχι μόνο στη χώρα μας, αλλά τόσο στην Ευρώπη όσο και διεθνώς. Στο πλαίσιο αυτό έχουμε δρομολογήσει σειρά πρωτοβουλιών με επίκεντρο τη σύγκλιση σχετικού Συνεδρίου στην Αθήνα, το Νοέμβριο, με συμμετοχή Εθνικών Ο.Κ.Ε. από διαφορετικά κράτη και του Διεθνούς Ινστιτούτου Εργασίας (I.L.O.).
Οι κοινές μας προτάσεις στα πεδία που υπάρχουν συγκλίσεις αποτελούν έναν ασφαλή οδικό χάρτη για τα κόμματα και τις εκάστοτε κυβερνήσεις. Γιατί η όποια μεταρρύθμιση για να υλοποιηθεί και να έχει αποτέλεσμα χρειάζεται, πρώτα και πάνω από όλα, την κοινωνική αποδοχή. Για τους λόγους αυτούς, όλοι οι κοινωνικοί εταίροι και φορείς, που συμμετέχουμε στην Ο.Κ.Ε., εργαζόμαστε συστηματικά, συζητούμε ανοικτά και με πραγματική διάθεση εύρεσης σημείων συμφωνίας. Η συνεννόηση σε όλα τα κρίσιμα πεδία για την οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη της χώρας είναι ζωτικής σημασίας και μόνο με τον τρόπο αυτό η ελληνική κοινωνία θα μπορέσει να ατενίσει με μεγαλύτερη αισιοδοξία το μέλλον.
Δημοσιεύτηκε στην "Καθημερινή" στις 28/8/2017.
Ανάμεσα στο ετερόκλητο πλήθος των πεδίων του επιστητού που πραγματεύεται ο Μονταίνιος στα τρία βιβλία των Δοκιμίων του (εκδόσεις Εστία), όπως η αρετή, το ρωμαϊκό μεγαλείο, η νήσος Κέα, η αστάθεια των πράξεών μας, οι αντίχειρες κ.ο.κ., βρίσκει κανείς το δοκίμιο «Περί της στοργής των πατέρων προς τα παιδιά», όπου γράφει:
«Δεν μπορώ να δεχτώ αυτό το πάθος με το οποίο σφιχταγκαλιάζουμε τα νεογέννητα. Μια αληθινή και ρυθμισμένη στοργή θα έπρεπε να γεννιέται και στη συνέχεια να μεγαλώνει και κατόπιν να αγαπάμε τα παιδιά με πραγματική πατρική αγάπη, εφόσον έτσι η φυσική μας τάση αναπτύσσεται παραλλήλως προς τη λογική. Στην πραγματικότητα, το ακριβώς αντίθετο συμβαίνει συνήθως: μας συγκινούν περισσότερο τα καμώματα, τα παιχνίδια, τα παιδιαρίσματα των παιδιών μας απ' ό,τι οι δραστηριότητές τους αργότερα, όταν πια η ανάπτυξή τους έχει ολοκληρωθεί, λες και τα είχαμε αγαπήσει για να περάσει η ώρα μας, λες και ήταν πιθηκάκια και όχι άνθρωποι».
Στον αναγνώστη του 21ου αιώνα ίσως φανεί εκ πρώτης όψεως ανοίκεια σκληρή αυτή η παιδαγωγική, που έχει τη ρίζα της στον αναγεννησιακό ουμανιστικό ορθολογισμό του 16ου αιώνα. Κι όμως, θα μπορούσε να αποτελεί οδηγό για να σκεφτούμε προβλήματα πολύ σημερινά, όπως οι υλικές και θεσμικές προϋποθέσεις του απογαλακτισμού των τέκνων.
Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία της Eurostat, η Ελλάδα μαζί με την Ουγγαρία και τη Βουλγαρία βρίσκονται στην κορυφή των χωρών της Ε.Ε. ως προς το ποσοστό νέων 25-34 ετών (τα «παιδιά», όπως χαϊδευτικά συνεχίζουμε να τους αποκαλούμε) που ζουν με τους γονείς τους.
Ο σχετικός δείκτης ανέρχεται στο 51,6% για τη χώρα μας, πολύ παραπάνω από τις άλλες μεσογειακές (Ιταλία 46,6%, Πορτογαλία 44,5%, Ισπανία 37,2%) αλλά και τις χώρες της ανατολικής Ευρώπης (Πολωνία 43,2%, χώρες της Βαλτικής 30%). Και, βέβαια, καμία σύγκριση δεν χωρά με κράτη του ευρωπαϊκού πυρήνα, όπως η Γερμανία (17,3%), η Γαλλία (11,5%), η Ολλανδία (10,6%) –για να μη μιλήσουμε για τα σκανδιναβικά, όπου το ποσοστό μετά βίας ξεπερνά το 4%.
Τα στοιχεία αυτά αποτυπώνουν με ακρίβεια τον χάρτη με τα «καθεστώτα ευημερίας», κοινωνικού κράτους και αγοράς εργασίας, που έχει περιγράψει ο Gosta Esping-Andersen στην κλασική μελέτη του «Οι τρεις κόσμοι του καπιταλισμού της ευημερίας» (Τόπος, 2014): φιλελεύθερο-αγγλοσαξονικό, κορπορατιστικό-κεντροευρωπαϊκό, σοσιαλδημοκρατικό-σκανδιναβικό, συν το «υπολειμματικό» μοντέλο των μεσογειακών χωρών.
Τόσο πειστικότερο είναι ένα καθεστώς ευημερίας όσο πιο καθολικό είναι, όσο καλύτερα προστατεύει από τις επισφάλειες του βίου, όσο παρεμβαίνει διορθωτικά στις δομές ανισότητας αλλά και στην απασχόληση.
Τι συνέβη στη χώρα μας; Από το στρεβλό μοντέλο που επιβάρυνε τις δημόσιες δαπάνες εξασφαλίζοντας παροχές στη γενιά των καθ' ημάς «baby boomers» των ένδοξων χρόνων της ανάπτυξης, σε βάρος των επερχόμενων γενεών, περάσαμε βιαίως σε ένα μοντέλο που και τα προνόμια αυτά εκρίζωσε, ένεκα δημοσιονομικής χρεοκοπίας, αλλά και τις νεότερες γενιές εισάγει σε ολοένα δυσμενέστερες συνθήκες πρόνοιας και απασχόλησης.
Εκεί, λόγου χάριν, που το σύστημα εξασφάλιζε συνταξιοδότηση σε μια μητέρα ηλικίας 45 ετών εφόσον είχε ανήλικο τέκνο (ακόμη και 17 ετών, αρκετά μεγάλο δηλαδή για να χρειάζεται μηχανισμούς διευκόλυνσης της μητρότητας), τώρα δεν παρέχει ούτε το προνόμιο της πρόωρης σύνταξης στη μητέρα αλλά ούτε και θεσμούς που θα τη συνδράμουν κατά την απαιτητική ανατροφή του παιδιού.
Αναλόγως, προϋπόθεση αυτονομίας των τέκνων είναι η υλική απεξάρτηση από την οικογένεια, που περνά μέσα από την αξιοπρεπή εργασία. Και εδώ, η πλήρης ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων στα χρόνια της δημοσιονομικής προσαρμογής δεν ήταν η βασιλική οδός για τον εξορθολογισμό μιας μη παραγωγικής οικονομίας, αλλά ο δύσβατος δρόμος που οδηγεί σε μια γενικευμένη συνθήκη επισφάλειας και κατασπατάλησης ανθρώπινων πόρων –ούτε λόγος, έτσι, για δυνατότητα ενός νέου να ζήσει αυτοδύναμα.
Σε αυτές τις συνθήκες αναπαράγεται η ασφυκτικά προστατευτική και εσωστρεφής εξάρτηση των τέκνων από την οικογένεια. Ενας διηνεκής παιδισμός, που ορισμένοι σχολιαστές αρέσκονται να υποδεικνύουν ως συλλογικό χαρακτηριστικό της ελληνικής κοινωνίας, ξεχνώντας όμως ταυτόχρονα ότι η διάπλαση των παίδων δεν μπορεί να είναι κάτι φτηνό ούτε να γίνεται με όρους εξατομικευμένης διαχείρισης των ρίσκων. Απαιτεί σημαντικούς δημόσιους πόρους (βλ. σκανδιναβικές χώρες) και συναφείς θεσμούς παρέμβασης, καθώς είναι πολύ σοβαρή υπόθεση για να επαφίεται μόνο στην οικογένεια ή στην αγορά.
Ιδού ένα κομβικό πρόβλημα με το οποίο οφείλει να αναμετρηθεί μια πραγματικά προοδευτική πολιτική για τη μεταμνημονιακή εποχή, σε ένα πεδίο όπου η πολιτική λειτουργεί, κατά πώς θα έλεγε ο Γκράμσι, παιδαγωγικά με όλο το νόημα της λέξης –όχι μόνο «λέγοντας» πράγματα αλλά και «φτιάχνοντας» μηχανισμούς για τη διαμόρφωση αυτόνομων υποκειμένων. Αλλωστε, όπως λέει πάλι ο Μονταίνιος, αν μας διακατέχει ο φόβος ότι τα παιδιά «δεν μπορούν να υπάρξουν ούτε να ζήσουν παρά σε βάρος της δικής μας ύπαρξης, θα έπρεπε να είχαμε αποφύγει να είμαστε γονείς».
Δημοσιεύτηκε στην "Εφημερίδα των Συντακτών" στις 31/8/2017.
Το σύνθημα «Ελλάς - Γαλλία, συμμαχία» ακούστηκε κυρίως στα τέλη της δεκαετίας του 1970 όταν η Γαλλία, με πρόεδρο τον Βαλερί Ζισκάρ ντ' Εστέν, συνέδραμε αποφασιστικά την ελληνική κυβέρνηση (Ν.Δ.) ώστε να ενταχθεί η χώρα στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (ΕΟΚ).
Είχε μεσολαβήσει, με την κατάρρευση της χούντας, το 1974, η επιστροφή του Κ. Καραμανλή από το Παρίσι, με το προεδρικό σκάφος του Ντ' Εστέν. Η συμπάθεια για τη Γαλλία είχε τα πάνω της και τα κάτω της.
Στα χρόνια της προεδρίας του Φ. Μιτεράν οι κυβερνήσεις μας, ιδιαίτερα του ΠΑΣΟΚ, επένδυσαν στον γαλλικό παράγοντα, η παρούσα κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛΛ. στηρίχτηκε από τον απερχόμενο πρόεδρο Φ. Ολάντ για να βγει από την ασφυκτική πίεση στις διαπραγματεύσεις για τη δεύτερη αξιολόγηση.
Οι καλές σχέσεις με τη Γαλλία δεν χρονολογούνται από το 1974, ανέρχονται στις απαρχές του νεοελληνικού κράτους.
Ο θαυμασμός για τον αρχαιοελληνικό πολιτισμό από την πλευρά τους, η ισχυρή επίδραση του Διαφωτισμού στα χρόνια του δικού μας ξεσηκωμού, στον οποίο συμμετείχαν και πολλοί Γάλλοι, η δεσπόζουσα πολιτική θέση της Γαλλίας στην ευρωπαϊκή σκηνή στις αρχές του 19ου αιώνα δημιούργησαν ένα πλέγμα καλών ώς αγαστών σχέσεων.
Η σχέση περιορίστηκε όμως κυρίως σε δύο επίπεδα: το πολιτικό και το πολιτισμικό. Μέχρι τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο η γαλλική γλώσσα και ο πολιτισμός δέσποσαν στον ευρωπαϊκό χώρο, κυρίως τον μεσογειακό. Πέρα από τη γλώσσα, βαρύνοντα ρόλο διαδραμάτισαν και τα γαλλικά Πανεπιστήμια που για 30 χρόνια, από το 1900 ώς το 1930, αποτέλεσαν τον κυριότερο πόλο έλξης των αλλοδαπών φοιτητών.
Αυτό ισχύει και για την Ελλάδα. Η πλειονότητα των Ελλήνων φοιτητών εξωτερικού σπούδαζε τότε στη Γαλλία. Εκτοτε, με εξαίρεση τη δεκαετία του 1980, ο αριθμός των Ελλήνων φοιτητών στη Γαλλία παρέμεινε σχετικά μικρός. Αντίστοιχα πολλοί Ελληνες διανοητές έζησαν στη Γαλλία τον 19ο και τον 20ο αιώνα.
Θυμίζω, μεταξύ άλλων, το «Ματαρόα», τη μεταφορά και εγκατάσταση, το 1945, 200 νέων Ελλήνων στη Γαλλία οι οποίοι έμελλαν να διαπρέψουν στα γράμματα και τις τέχνες.
Τα παραπάνω βοήθησαν στη διάχυση του γαλλικού πολιτισμού, αλλά δεν μεταφράστηκαν ανάλογα σε πολιτικό και οικονομικό επίπεδο. Παρά κάποιες συντονισμένες προσπάθειες από τη γαλλική πλευρά (ίδρυση της Γαλλικής Αρχαιολογικής Σχολής το 1846, αξιόλογη δραστηριότητα του Γαλλικού Ινστιτούτου), η συνεργασία των δύο χωρών σε άλλα επίπεδα παρέμεινε σχετικά περιορισμένη.
Αυτό το αποδίδω σε δύο λόγους. Κατά πρώτον, στην εντονότερη οικονομική παρουσία ανταγωνιστών, όπως η Αγγλία αρχικά, η Γερμανία και οι ΗΠΑ στον Μεσοπόλεμο και μεταπολεμικά. Αυτό αποτυπώνεται και στις σπουδές των Ελλήνων επιχειρηματιών.
Μέχρι το 1940 σπούδαζαν κυρίως σε γερμανόφωνα (συχνά ελβετικά) Πανεπιστήμια και κατόπιν σε αγγλόφωνα. Κατά δεύτερον, ο ελληνικός κρατικός μηχανισμός (άμυνα, δικαιοσύνη, εκπαίδευση) στελεχωνόταν μέχρι τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο κυρίως από γερμανοσπουδαγμένους και μεταπολεμικά από αμερικανοσπουδαγμένους. Επιπρόσθετα η Γαλλία δεν αποτέλεσε ποτέ σημαίνοντα τόπο προορισμού για Ελληνες μετανάστες –πέραν λίγων Μικρασιατών.
Οχι πως η γαλλική παρουσία στην Ελλάδα ήταν αμελητέα. Γαλλικές εταιρείες ανέλαβαν μεγάλα δημόσια έργα. Από τον ισθμό της Κορίνθου ώς τη γέφυρα Ρίου-Αντιρρίου. Αντίστοιχα αρκετοί θεσμοί, Πανεπιστήμια, ερευνητικά κέντρα και κέντρα κατάρτισης είναι γαλλικής κοπής.
Από δω έλκουν την καταγωγή τους το σημερινό Πάντειο και τα Πανεπιστήμια Πειραιά και Μακεδονίας. Από δω και το Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών (ΕΚΚΕ) και η Εθνική Σχολή Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης (ΕΣΔΔΑ).
Τα περισσότερο όμως από αυτά είναι παράγωγα προσωπικών πρωτοβουλιών. Λίγα οφείλονται σε συντονισμένα εγχειρήματα της ελληνικής πολιτείας, όπως το ΕΚΚΕ και η ΕΣΔΔΑ. Η επισήμανση έχει νόημα γιατί η δημιουργία των περισσότερων από αυτούς τους θεσμούς, ιδιαίτερα των πρώτων, δεν μεταφράστηκε σε λειτουργία ανάλογη με αυτή των πρωτότυπων γαλλικών. Ούτε ανταλλαγές προσωπικού, ούτε σχετική επιμόρφωση. Γι' αυτό και στο διάβα του χρόνου απομακρύνθηκαν από τους αρχικούς σκοπούς τους.
Εμεινε βέβαια μια αμοιβαία μακρόχρονη συμπάθεια ανάμεσα στους δύο λαούς, η οποία οδήγησε σε εκδηλώσεις αλληλεγγύης, ένθεν και ένθεν, όπως ενδεικτικά η υποστήριξη των Γάλλων την περίοδο της δικτατορίας του 1967.
Να σημειώσω ακόμη ότι υψηλός, ίσως ο υψηλότερος από κάθε άλλη χώρα, είναι ο αριθμός των συμφωνιών συνεργασίας ανάμεσα στα ελληνικά Πανεπιστήμια με τα γαλλικά. Αξιόλογος, τέλος, παραμένει ο αριθμός των μεταφρασμένων γαλλικών βιβλίων στα ελληνικά και, αναλογικά, ελληνικών στα γαλλικά.
Ολα αυτά δεν ακυρώνουν ωστόσο την αρχική διαπίστωση ότι η συνεργασία των δύο χωρών είναι σχετικά περιορισμένη, ότι μπορεί να βελτιωθεί θεαματικά, να γίνει πιο επωφελής για τις δύο πλευρές.
Η επίσκεψη του προέδρου Εμανουέλ Μακρόν στην Ελλάδα αποτελεί εξαιρετική ευκαιρία να ξαναϊδωθούν πράγματα, να γίνει μια νέα αρχή με στόχο να οικοδομηθούν σχέσεις και σχήματα που θα αντέξουν στον χρόνο.
Καταθέτω κάποιες γενικές σκέψεις. Η συνεργασία οφείλει να είναι αμοιβαία, μακριά από ξεπερασμένες πατερναλιστικές συμπεριφορές του παρελθόντος από τη γαλλική πλευρά, αλλά κι από εθελόδουλες πρακτικές τμημάτων των ελληνικών ελίτ που έβλεπαν για χρόνια κάποιες χώρες, και τη Γαλλία, περισσότερο σαν προστάτες και λιγότερο σαν συμμάχους.
Κατά δεύτερον, η συνεργασία προϋποθέτει στέρεες συμπράξεις σε βάθος χρόνου προς όφελος και των δύο με στόχο και την παραγωγική ανάταξη της Ελλάδας. Αυτές μπορεί να είναι πολυποίκιλες, να υπερβαίνουν την απλή εξαγορά επιχειρήσεων ή τραπεζών -όπως έγινε ανεπιτυχώς στο παρελθόν.
Θα μπορούν να είναι σε θέματα που οι Γάλλοι έχουν παράδοση, από την κατάρτιση στη δημόσια διοίκηση μέχρι συμπράξεις στα τρόφιμα, τον αγροτουρισμό, τις ανανεώσιμες μορφές ενέργειας αλλά και σε τομείς τεχνολογικής αιχμής.
Και οι δύο χώρες διαθέτουν εξαιρετικό ανθρώπινο δυναμικό εντός και εκτός ΑΕΙ, που μπορεί να παίξει σημαντικό ρόλο στην κατεύθυνση αυτή με τη συγκρότηση κοινών ερευνητικών ομάδων σε στοχευμένους τομείς. Όλα αυτά βέβαια προϋποθέτουν συνέπεια και διάρκεια, στοιχεία που στο παρελθόν θαρρώ ότι έλειψαν και από τις δύο πλευρές.
Δημοσιεύτηκε στην "Εφημερίδα των Συντακτών" στις 27/8/2017.
Πολλοί έχουν ήδη αρχίσει να διερωτώνται, ενόψει του επικείμενου διαγωνισμού για τις τηλεοπτικές άδειες, αν θα υπάρξουν άλλοι ενδιαφερόμενοι επενδυτές πέρα από τους υπάρχοντες καναλάρχες. Γιατί κάποιος να επενδύσει στο χώρο της τηλεόρασης, όταν η λεγόμενη διαφημιστική αγορά δεν είναι τόσο μεγάλη όσο κατά το παρελθόν και όταν αυξάνεται συνεχώς το μερίδιο της διαφήμισης σε άλλα μέσα εκτός τηλεόρασης; Γιατί κάποιος να επενδύσει σήμερα στην τηλεόραση και μάλιστα στη γραμμική της μορφή στην εποχή του διαδίκτυου και της ψηφιακής επανάστασης; Πώς θα είναι βιώσιμες οι τηλεοπτικές επιχειρήσεις, όταν οι «δικτυωμένες» νεότερες γενιές δεν μπορούν να αποχωριστούν το κινητό τους, έχοντας πλέον μάθει να ζουν χωρίς την τηλεόραση;
Για να απαντήσουμε καλό θα ήταν να κάνουμε ορισμένες διευκρινίσεις, καθώς και μερικές αναφορές στις διεθνείς τάσεις.
Είναι γεγονός ότι η κατανάλωση οπτικοακουστικού περιεχομένου, κυρίως για τις νεότερης ηλικίας ομάδες του πληθυσμού, πραγματοποιείται πλέον μέσω της οθόνης διαφορετικών ηλεκτρονικών συσκευών και του διαδικτύου. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα το τηλεοπτικό προϊόν να μεταδίδεται με πολλούς τρόπους και συνεπώς είναι δυνατόν να πωληθεί σε περισσότερους χρήστες.
Είναι επίσης γεγονός ότι οι παραδοσιακές διακρίσεις και τα εμπόδια που διαχώριζαν τις τηλεοπτικές και κινηματογραφικές σπουδές και τα νέα μέσα ενημέρωσης δεν έχουν πλέον έρεισμα. Γιατί η αποσύνδεση της τηλεοπτικής και κινηματογραφικής θέασης από μια και μοναδική συσκευή ή μόνο από την αγορά εισιτηρίου σε μια κινηματογραφική αίθουσα αλλάζει πλήρως τα δεδομένα. Για παράδειγμα η φιλόδοξη Netflix αναζητεί τρόπους, ώστε η πρώτη προβολή μιας ταινίας να γίνεται ταυτόχρονα στις αίθουσες και στις επιγραμμικές πλατφόρμες.
Η συμφωνία της με την αλυσίδα iPic Entertainment, όπως και η κάθοδός της στις Κάννες (πιθανόν στα βραβεία Όσκαρ στο μέλλον), δικαίως ανησυχούν την παλιά φρουρά. Οι πρόσφατες δραματικές εκκλήσεις της Σοφίας Κόπολα να βλέπει ο κόσμος τις κινηματογραφικές ταινίες στις αίθουσες και όχι στις συνδρομητικές πλατφόρμες ή/ και στο διαδίκτυο απηχούν μια αγωνία με πολύ βάσιμες και υπαρκτές διαστάσεις: Οι λεγόμενοι over-the-top players και οι νέες τεχνολογίες αλλάζουν όχι μόνο το χώρο της παραγωγής και της διανομής περιεχομένου, αλλά και τον τρόπο κατανάλωσης οπτικοακουστικού περιεχομένου.
Τί μπορεί να σημαίνει αυτό; Η απάντηση είναι σαφής. Πρώτον, μιλάμε για μια ιδιαίτερα δυναμική, ταχύτατα αναπτυσσόμενη και παγκόσμια βιομηχανία με έντονο και αμείωτο βαθμό διεθνοποίησης τόσο από την πλευρά της ζήτησης οπτικοακουστικού περιεχομένου όσο και από την πλευρά της προσφοράς. Δεύτερον, παρατηρούνται δομικές αλλαγές στον τρόπο θέασης και κατανάλωσης του περιεχομένου, γεγονός το οποίο ταυτόχρονα δημιουργεί ευκαιρίες, αλλά και απειλές σε όσες επιχειρήσεις δραστηριοποιούνται άμεσα ή έμμεσα στην οπτικοακουστική βιομηχανία.
Συνολικά, η πολιτική οικονομία της ενημέρωσης και της ψυχαγωγίας αλλάζει δραματικά και τα νούμερα είναι σοκαριστικά:
- Περίπου 400 ώρες περιεχομένου ανα λεπτό ή 600.000 ώρες την ημέρα ανεβαίνουν στο YouTube. Θα χρειαζόταν εκατομμύρια χρόνια για να παρακολουθήσει κανείς όλα τα βίντεο που διακινούνται στο διαδίκτυο κάθε μήνα.
- Το 2019 το 30% της παγκόσμιας κατανάλωσης μέσων ενημέρωσης και ψυχαγωγίας θα πραγματοποιείται μέσω διαδικτύου και της χρήσης κινητού τηλεφώνου. Το μεγαλύτερο μέρος του διαδικτυακού bandwidth (εύρους ζώνης) ήδη καταναλώνεται για τη θέαση κινηματογραφικών ταινιών και τηλεοπτικών εκπομπών.
- Από τους 2,5 δισεκατομμύρια περίπου χρήστες έξυπνου κινητού παγκοσμίως το 60% αυτών καταναλώνει βίντεο σε καθημερινή βάση. Το 40% της κατανάλωσης βίντεο από το YouTube γίνεται ήδη μέσω της χρήσης έξυπνου κινητού.
- Μέχρι το 2020, το 75% της παγκόσμιας κυκλοφορίας δεδομένων σε φορητές συσκευές θα είναι βίντεο.
- Η μεγάλη οθόνη δεν είναι τελικά τόσο μεγάλη, αφού η χρήση πολλαπλών οθονών είναι συχνό φαινόμενο για πολλά νοικοκυριά. Το κινητό αποτελεί αυτό που λέγεται πρώτη οθόνη στις ηλικίες 15-35 ετών, σε αντίθεση με τις υπόλοιπες ηλικιακές ομάδες, όπου η κατανάλωση βίντεο πραγματοποιείται κυρίως από την τηλεόραση και δευτερευόντως από υπολογιστές και ταμπλέτες.
- Το 2021 η παγκόσμια αγορά υπηρεσιών βίντεο κατά παραγγελία (video on demand) θα ξεπεράσει τις πωλήσεις στις αίθουσες προβολής ταινιών. Τα μεγαλύτερα studios, όπως η Fox, η Universal και η Warner Bros έχουν ήδη εκδηλώσει το ενδιαφέρον τους να επενδύσουν στο χώρο της τηλεόρασης και να προσφέρουν τις ταινίες τους on-demand μερικές εβδομάδες μετά την πρώτη προβολή στις αίθουσες.
- Οι μεγαλύτεροι και πιο πετυχημένοι παραγωγοί και κινηματογραφιστές από τον Γούντι Άλλεν μέχρι τον Μάρτιν Σκορτσέζε μεταναστεύουν μαζικά στο δυναμικό οικοσύστημα της τηλεόρασης και του streaming. Το ίδιο και οι πολλά υποσχόμενοι και νεότερης ηλικίας ταλαντούχοι δημιουργοί, όπως ο Λάνθιμος.
- Τηλεοπτικοί κολοσσοί, όπως η HBO χρειάστηκαν 25 χρόνια για να λάβουν την πρώτη υποψηφιότητα βραβείων Emmy σε αντίθεση με τη Netflix, η οποία χρειάστηκε μόλις έξι μήνες.
- To 2016 μεταδόθηκαν περισσότερες από 400 original τηλεοπτικές σειρές τύπου House of Cards. Κάθε επεισόδιο του House of Cards και του Game of Thrones κοστίζει 5 έως 10 εκατομμύρια δολάρια αντίστοιχα. Ένα ή δύο επεισόδια δηλαδή κοστίζουν πολύ περισσότερο από πολλές κινηματογραφικές παραγωγές μεγάλου μήκους στην Ευρώπη.
- Ο εθισμός του τηλεοπτικού κοινού στις High-End TV Dramas είναι τόσο μεγάλος, ώστε το φαινόμενο του binge-watch (πέφτω με τα μούτρα μόλις κυκλοφορήσει ο νέος κύκλος επεισοδίων) δεν αποτελεί πλέον είδηση. Για παράδειγμα, πάνω από το 50% των τηλεθεατών παρακολούθησαν όλα τα επεισόδια της τέταρτης σειράς του House of Cards σε λιγότερο από 6 ημέρες.
- Οι νέες τηλεοπτικές συσκευές συνδέονται με το διαδίκτυο και ο χάρτης των χωρών με υβριδικές υπηρεσίες τηλεόρασης (HbbTV) συνεχώς διευρύνεται. Στην Ευρώπη η τεχνολογία αυτή παρέχεται ήδη στους πολίτες 16 χωρών. Ο τηλεθεατής χρησιμοποιώντας το HbbTV αποκτά τη δυνατότητα πλοήγησης σε κατ' απαίτηση εκπομπές μέσω της χρήσης υπηρεσιών catch-up tv και video-on-demand.
Ο κατάλογος των ενδείξεων της μεγάλης αλλαγής που συντελείται στο χώρο της τηλεόρασης είναι ανεξάντλητος. Το πιο σημαντικό όμως είναι ότι η κατανάλωση τηλεοπτικών προγραμμάτων γίνεται πλέον και εκτός του παραδοσιακού χωρικού και χρονικού περιβάλλοντος θέασης και τοποθέτησης της διαφήμισης. Επιπλέον, το τηλεοπτικό προϊόν έχει παγκόσμια ζήτηση και είναι εξαγώγιμο εξαρχής, ειδικά αν η παραγωγή ή συμπαραγωγή του πραγματοποιείται με (υπερ)-υψηλή ευκρίνεια και μπορεί να ντουμπλάρεται εύκολα σε άλλες γλώσσες.
Η επέκταση των βίντεο συνεχούς ροής (streaming video), όπως η Netflix, η Amazon και η Hulu ενθάρρυναν τα τηλεοπτικά δίκτυα στην Αμερική να δημιουργήσουν νέα scripted shows και περισσότερο περιεχόμενο. Το συνεχώς αυξανόμενο online κοινό δημιούργησε μια ζήτηση για περισσότερα τηλεοπτικά προγράμματα με αποτέλεσμα η τηλεοπτική θέαση (viewing) στις ΗΠΑ και σε άλλες χώρες να βρίσκεται σε επίπεδα ρεκόρ.
Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι το CBS για παράδειγμα, ένα από τα πιο παλιά τηλεοπτικά δίκτυα της Αμερικής, εμφανίζει τα υψηλότερα ποσοστά παρακολούθησης των προγραμμάτων του τα δέκα τελευταία χρόνια. Οι Αμερικάνοι βλέπουν 20% περισσότερη τηλεόραση συγκριτικά με το τέλος της δεκαετίας του 1990 φτάνοντας το 2016 τα επίπεδα των 10 ωρών και 39 λεπτών αν συμπεριλάβουμε και το χρόνο που σερφάρουν ή χρησιμοποιούν μια εφαρμογή κινητής τηλεφωνίας. Επιπλέον ο αριθμός των νοικοκυριών στις ΗΠΑ που διαθέτει μια τουλάχιστον τηλεοπτική συσκευή έχει αυξηθεί κατά 15% από το 2000 με το μέσο νοικοκυριό να διαθέτει περισσότερες από 3 οθόνες θέασης τηλεοπτικού περιεχομένου ανά σπίτι.
Η τηλεόραση ταυτίζεται ολοένα και περισσότερο με τη μυθοπλασία και το storytelling, με ήρωες, με εικόνες και χαρακτήρες, οι οποίοι ενδέχεται να μεταφέρονται καλύτερα στην τηλεόραση παρά σε μια μεγάλης διάρκειας κινηματογραφική παραγωγή. Σε αυτό βοηθάει και η συνεχής βελτίωση στο format και στην τεχνολογία μετάδοσης του τηλεοπτικού περιεχομένου. Αν η ποιότητα του περιεχομένου είναι ο βασιλιάς τότε μάλλον η τεχνολογική καινοτομία που συνδέεται με το περιεχόμενο και τη διανομή του είναι η βασίλισσα.
Η νέα μορφή τηλεόρασης διακρίνεται από ταχύτητα, αμεσότητα και εμπλουτισμένο περιεχόμενο εξαιτίας της εισαγωγής νέων τεχνολογιών και γρηγορότερου διαδικτύου. Η νέα μορφή τηλεόρασης συνιστά μια εμπειρία που προσφέρει μεγαλύτερη ευελιξία και προσαρμογή στις ατομικές ανάγκες, αλλά και που χαρακτηρίζεται από μεγαλύτερη κοινωνικότητα και διαδραστικότητα. Τα πιο δημοφιλή hashtags αφορούν τηλεοπτικές εκπομπές ή τηλεοπτικές περσόνες.
Πολλές αθλητικές τηλεοπτικές μεταδόσεις συνοδεύονται από τη χρήση εφαρμογών, όπως το Facebook live και το Instagram stories. Δεν πρέπει να προξενεί έκπληξη το γεγονός ότι η Time Warner πρόσφατα ανακοίνωσε τη δημιουργία μιας νέας streaming πλατφόρμας για την μετάδοση των αγώνων του Champions League και του Europa League μετά από σχετική συμφωνία με την UEFA. Η συγκεκριμένη διαδικτυακή πλατφόρμα θα μεταδίδει ζωντανούς αγώνες και οι συνδρομητές της θα έχουν πρόσβαση σε υπηρεσίες παραγωγής βίντεο με στιγμιότυπα και φάσεις με τη λογική του clipittv.
Ο πλουραλισμός στο περιεχόμενο και η ευκολία διανομής και ενίοτε διαμοιρασμού του περιεχομένου διαιρεί, αλλά και (συν)ενώνει τους ανθρώπους σε κοινότητες. Η παρακολούθηση μιας τηλεοπτικής σειράς τύπου House of Cards ή Game of Thrones δεν αποτελεί απλώς έναν ακόμη τρόπο κατανάλωσης του διαθέσιμου ελεύθερου χρόνου, αλλά ένα κοινωνικό γεγονός και μια συμμετοχική εμπειρία. Οι δημοφιλείς τηλεοπτικές σειρές δημιουργούν επιμέρους συλλογικότητες παγκόσμιας μάλιστα εμβέλειας με ιδιαίτερες θεωρητικές αναζητήσεις, blogs, apps, πιστεύω, ηθική ακόμη και μουσικές ή ενδυματολογικές προτιμήσεις. Για παράδειγμα νέες τηλεοπτικές σειρές, όπως το Orange is the new Black επαναπροσδιορίζουν τη σεξουαλικότητα σε αντίθεση με το αγαπημένο Σπίτι στο Λιβάδι, που αποτέλεσε «Ύμνο εις την Παρθενίαν».
Πρόκειται ίσως για τη χρυσή εποχή της τηλεόρασης με καλύτερα και πιο ποιοτικά προγράμματα και πιο διευρυμένο κοινό παγκοσμίως. Η τηλεόραση συνεχίζει την ανοδική της πορεία και οι καταναλωτές τηλεοπτικού προγράμματος έχουν υψηλότερη και άμεση πρόσβαση σε πολύ περισσότερα τηλεοπτικά προγράμματα. Οι τηλεοπτικοί πάροχοι για να παραμείνουν ισχυροί είναι αναγκασμένοι να επενδύουν συνεχώς σε νέα προγράμματα, καθώς και σε τεχνολογικές καινοτομίες και επιχειρηματικές συνεργασίες προκειμένου να διατηρήσουν ή και να αυξήσουν τα μερίδια τηλεθέασης που έχουν. Υπάρχουν βέβαια και άλλες σημαντικές προκλήσεις που είναι αναγκασμένοι να αντιμετωπίσουν, όπως η πειρατεία, ο έντονος και σχεδόν κανιβαλικός ανταγωνισμός τόσο στην παραγωγή όσο και στη διανομή περιεχομένου, οι απώλειες τηλεθέασης στις νεότερες γενιές (το λεγόμενο cord-cutting), φορολογικά και άλλα ρυθμιστικά ζητήματα και η σταδιακή αύξηση του ειδικού βάρους της διαφήμισης στο διαδίκτυο σε βάρος των παραδοσιακών τηλεοπτικών σταθμών συνδρομητικής ή ελεύθερης λήψης.
Οι παραδοσιακοί τηλεοπτικοί σταθμοί, αλλά και οι δημόσιες ραδιοτηλεοράσεις μπορούν, άραγε, να επιβιώσουν σε ένα τέτοιο ανταγωνιστικό περιβάλλον;
Η απάντηση είναι απολύτως θετική για τρεις κυρίως λόγους: Πρώτον, ο χρόνος θέασης περιεχομένου που μεταδίδεται σε πραγματικό χρόνο είναι κατά 300% μεγαλύτερος σε σχέση με τον κατά παραγγελία χρόνο. Παρά τις πανάκριβες παραγωγές η κατά παραγγελία συνδρομητική τηλεόραση (SVOD) ανέρχεται σε 12 δισεκατομμύρια ώρες θέασης το μήνα, όταν η ελεύθερης λήψης τηλεόραση (FTA) στην Ευρώπη αντιστοιχεί σε 2 δισεκατομμύρια ώρες (!) θέασης σε καθημερινή βάση.
Δεύτερον, η ανάγκη προσφοράς ποικιλίας περιεχομένου στους καταναλωτές από τους συνδρομητικούς παρόχους και τους over-the-top players ενθαρρύνει και ωθεί τις συμπαραγωγές με τους παραδοσιακούς broadcasters. Για παράδειγμα, η Netflix συνεργάζεται με τη RAI, το ITV, το Channel 4, το BBC. Αντίστοιχα το HBO επέκτεινε μάλιστα τη συνεργασία του με παραγωγούς στις βαλκανικές χώρες. Δυστυχώς η Ελλάδα δεν συμπεριλαμβάνεται σε αυτές. Η πρόσφατη ωστόσο εισαγωγή θεσμικού πλαισίου επιδότησης της οπτικοακουστικής παραγωγής και η επικείμενη απλοποίηση των διαδικασιών κινηματογράφησης ίσως την μετατρέψουν σε πιο ελκυστικό τόπο προσέλκυσης σχετικών επενδύσεων στο μέλλον.
Τρίτον, η τηλεθέαση μεγάλων αθλητικών γεγονότων παραμένει προνομιακό πεδίο της παραδοσιακής τηλεόρασης (συνδρομητικής και ελεύθερης). Το ίδιο ισχύει και για πολλά reality shows τύπου Voice. Οι Millenials και οι νεότερης ηλικίας τηλεθεατές μπορεί να έλκονται από τις ακριβές παραγωγές τύπου Game of Thrones και τη θέαση τους χωρίς διαφημιστικά διαλλείματα από την Netflix και την Amazon, αλλά όταν έρχεται η ώρα της English Premier League, του NBA, και του Super Bowl η οθόνη κολλάει στους παραδοσιακούς broadcasters. Οι αθλητικές μεταδόσεις (και τα πιο δημοφιλή reality/adventure shows) είναι συχνά το μήλον της έριδος ανάμεσα στους παρόχους περιεχομένου γιατί εξασφαλίζουν γενναιόδωρα διαφημιστικά πακέτα και αποτελούν τα μοναδικά σχεδόν τηλεοπτικά θεάματα, τα οποία εξακολουθούν να καθηλώνουν στον ίδιο χρονισμό εκατομμύρια τηλεθεατές μπροστά στην οθόνη.
Το γεγονός αυτό εξηγεί γιατί τα παραδοσιακά κανάλια της ελεύθερης και της συνδρομητικής τηλεόρασης και πολλοί τηλεπικοινωνιακοί πάροχοι ανταποκρίνονται θετικά στην απόκτηση των δικαιωμάτων προβολής αθλητικών αγώνων, όταν ειδικά τα τελευταία 3 χρόνια η αξία τους έχει δραματικά αυξηθεί. Η ESPN του ομίλου Disney, η Time Warner, το Sky, η BT, η Deutsche Telekom, η Telefonica, το ABC, το NBC, το CBS, το Fox, το Canal+ δαπανούν δισεκατομμύρια κάθε χρόνο για την μετάδοση αθλητικών αγώνων. Το 2016, οι 92 από τους 100 μεγαλύτερους broadcasters στις ΗΠΑ αφορούσαν κανάλια με 100% αθλητικό πρόγραμμα ή κανάλια με πολύωρες αθλητικές εκπομπές και ποικίλες μεταδόσεις.
Σε γενικές γραμμές, οι παραδοσιακοί broadcasters εξακολουθούν να απευθύνονται σε ένα πιο διευρυμένο κοινό και συνεπώς έχουν ξεκάθαρη θέση στο μελλοντικό τηλεοπτικό τοπίο. Όλες οι διαθέσιμες μετρήσεις δείχνουν ότι η ζωντανή και ελεύθερης λήψης τηλεόραση υπερέχει έναντι της κατά παραγγελίας τηλεόρασης (ελεύθερης ή συνδρομητικής). Η κατά παραγγελία συνδρομητική τηλεόραση αντιπροσωπεύει το 20% της τηλεθέασης στις ΗΠΑ, αλλά μόλις το 5% των εσόδων της τηλεοπτικής αγοράς. Στην Ευρώπη το μερίδιο της συνδρομητικής και κατά παραγγελία τηλεόρασης είναι ακόμη χαμηλότερο και δεν ξεπερνά το 3%.
Και αυτό όχι μόνο γιατί η λεγόμενη παραδοσιακή/ κλασική τηλεόραση έχει συνήθως ζωντανό πρόγραμμα και συχνά μπαίνει δωρεάν ή με χαμηλό κόστος σε κάθε σπίτι, αλλά και γιατί η τηλεοπτική συμπεριφορά των πολιτών παραμένει σε μεγάλο βαθμό εξαρτώμενη από τη συνήθεια (δεν νοούνται Πάσχα χωρίς Φράνκο Τζεφιρέλι και Μουντιάλ ή Ολυμπιακοί Αγώνες χωρίς την ΕΡΤ). Το Eastenders και το Doctor Who εξακολουθούν να «τσιμπάνε» ιδιαίτερα υψηλά νούμερα τηλεθέασης στη Βρετανία.
Τα κύτταρα έχουν μνήμη. Ακριβώς για αυτό οι λεγόμενες «βιβλιοθήκες» των παραδοσιακών broadcasters έχουν εμπορική αξία (υπάρχει καλύτερο παράδειγμα στην Ελλάδα από το άξιο λόγου και «πολύ σκληρό να πεθάνει» Mega;). Το ίδιο ισχύει και για τα πλούσια ιστορικά αρχεία, όπως αυτό της ΕΡΤ, τα οποία όταν ψηφιοποιούνται και εμπλουτίζονται μπορούν να στηρίξουν ισχυρές ζώνες τηλεθέασης ή να παράγουν ιδιαίτερης αξίας τηλεοπτικό προϊόν, όπως η Μηχανή του Χρόνου και το Σαν Σήμερα. Ο πλούσιος κατάλογος οπτικοακουστικών τεκμηρίων που είναι αποθηκευμένα και έτοιμα να προβληθούν και μέσω streaming services ή μπουκέτων HbbTv αποτελεί, συγκριτικά με τους νέους παίχτες της τηλεοπτικής βιομηχανίας, ένα σημαντικό ατού για όλους τους παραδοσιακούς broadcasters.
Τα περιθώρια κέρδους διεθνώς παραμένουν υψηλότερα στη γραμμική τηλεόραση και τη δορυφορική τηλεόραση και ακολουθούν οι πάροχοι καλωδιακής τηλεόρασης, τα καλωδιακά δίκτυα και τα interactive media. Πρόσφατες έρευνες δείχνουν ότι η πλειοψηφία του κοινού συνήθως δεν εγκαταλείπει και δεν υποκαθιστά την ελεύθερης λήψης ή τη συνδρομητική τηλεόραση, αλλά αντίθετα τη συμπληρώνει με streaming υπηρεσίες και νέα προϊόντα διάδρασης σε μια προσπάθεια ικανοποίησης πιο εξατομικευμένων αναγκών τηλεθέασης.
Το HBO δε βγάζει λεφτά από τα δεκάδες διαφορετικά YouTube κανάλια που διαθέτει ή το ένα δις streams, που έχει, αλλά από τις 2700 ώρες scripted πρόγραμμα την ημέρα που μεταδίδει. Η υπηρεσία live streaming iPlayer του BBC δεχόταν 250 εκατομμύρια αιτήματα για μετάδοση περιεχομένου κάθε μήνα το 2016, ενώ τον Μάιο του 2017 το αντίστοιχο μέγεθος αιτημάτων ανήλθε σε 271 εκατομμύρια.
Η παλιά φρουρά της τηλεόρασης δηλαδή αντιστέκεται και όταν αξιοποιεί τις νέες τεχνολογίες καταφέρνει και νικά την ψηφιακή επανάσταση γιατί έχει τις δικές της niche markets, επιτυχημένα brands και κυρίως κοινό, ενίοτε φανατικό, και όχι απλώς traffic. Το γεγονός αυτό δεν επιτρέπει κανενός είδους εφησυχασμού από μέρους της.
Τα μεγαθήρια της FANG (Facebook, Amazon, Netflix, Google) και σύντομα της Disney και της Apple ή των γιγαντιαίων κολοσσών της Κίνας, καθώς και της τεχνολογικά ακμάζουσας Νότιας Κορέας και Ινδίας ένα πράγμα επιδιώκουν να κάνουν στο τέλος: business στο χώρο της τηλεόρασης. Και μάλιστα business σε όλα τα επίπεδα, όπως η μυθοπλασία, τα reality shows και οι ζωντανές μεταδόσεις κορυφαίων αθλητικών γεγονότων.
Η νέα πλατφόρμα Watch, η οποία θα μεταδίδει shows και live events αποκαλύπτει την διόλου τυχαία στροφή της Facebook στο original περιεχόμενο, που προσομοιάζει ως λειτουργία τουλάχιστον με αυτή της συμβατικής τηλεόρασης. Οι πιο ισχυρές εταιρίες στο χώρο των τεχνολογιών πληροφορικής και επικοινωνιών ούτε επιδιώκουν ούτε διαβλέπουν το τέλος της τηλεόρασης, όπως διάφοροι «αναλυτές-νεκροθάφτες» και μελλοντολόγοι διατυμπανίζουν εδώ και 15 τουλάχιστον χρόνια. Αντίθετα βλέπουν στην τηλεόραση την ευκαιρία να βγάλουν κέρδος και μάλιστα με πολλούς τρόπους: από τη διαφήμιση, από την κατασκευή και εμπορία mobile applications, από την πώληση ηλεκτρονικών συσκευών, αλλά και από την πώληση δεδομένων αξιοποιώντας το εξειδικευμένο προσωπικό, την τεχνογνωσία, τους αλγόριθμους και τα big data και analytics που διαθέτουν.
Στο πλαίσιο αυτό, οι ιδιοκτήτες και οι διευθύνοντες των τηλεοπτικών σταθμών θα πρέπει να δουν το θέμα της μέτρησης της τηλεθέασης πιο σοβαρά. Εξάλλου τα κανάλια και οι διαφημιστές είναι αυτοί που λένε στη Nielsen τί να μετρήσει. Έτσι οι μετρήσεις της Nielsen αποτελούν το νόμισμα με το οποίο υπολογίζεται η αξία παραγωγής και πώλησης οπτικοακουστικού περιεχομένου στις περισσότερες χώρες του κόσμου. Και εδώ τίθενται τα σημαντικότερα ερωτήματα.
Η Nielsen είναι μια εταιρία παγκόσμιας εμβέλειας με πολύχρονη εμπειρία, εξακολουθεί όμως να αποτελεί μια λύση one size fits all; Πρέπει να προστεθούν συστήματα μέτρησης εκεί όπου δεν υπάρχουν, και κυρίως στο διαδίκτυο και στην κατανάλωση βίντεο; Μπορούμε να δούμε το ακριβές μέγεθος και την έκταση αύξησης της διαφημιστικής αγοράς με τα υπάρχοντα εργαλεία; Έχουν τόσο μεγάλη αξία τα GRPs σήμερα; Με ποια μεθοδολογία «σπρώχνουν» οι διαφημιστές λεφτά εκτός της τηλεόρασης και της οπτικοακουστικής παραγωγής ενδεχομένως με βάση και τις μετρήσεις της Nielsen;
Στις ΗΠΑ τα ερωτήματα αυτά αποτέλεσαν το πρόταγμα και το αντικείμενο δημόσιας συζήτησης μεταξύ των ενδιαφερόμενων μερών και αναζητήθηκαν λύσεις. Αντίθετα στην Ελλάδα, η όποια αμφισβήτηση στις μετρήσεις της Nielsen λαμβάνει άλλου είδους διαστάσεις και οι φορείς της αγοράς σπεύδουν να τις υπερασπιστούν ως ιερό θέσφατο. Και όμως στις ΗΠΑ και οι φορείς της αγοράς και η ίδια η Nielsen έσπευσαν να υπερασπιστούν τους εαυτούς τους εφαρμόζοντας νέες πρακτικές στην μέτρηση της τηλεθέασης. Για παράδειγμα, οι μετρήσεις της Nielsen περιλαμβάνουν πλέον αρκετούς OTT και VOD players, όπως η Hulu, το YouTubeTV, ενσωματώνοντας το Digital in TV Ratings.
Συνοψίζοντας, ο κόσμος αγαπάει την τηλεόραση και αυτό δεν πρόκειται να αλλάξει όσες ανατρεπτικές τεχνολογίες και αν εμφανιστούν. Η Viacom, η Netflix, η Amazon, η HBO, το BBC δείχνουν πώς η τηλεόραση μπορεί να κερδίζει και τις πιο απαιτητικές νεότερες γενιές που έχουν μάθει να ζουν και να εργάζονται με internet enabled συσκευές: επενδύοντας σε καλό περιεχόμενο, ζωντανό πρόγραμμα και περισσότερα streams. Το μέλλον της τηλεόρασης είναι φωτεινό και δείχνει να μην απειλείται από τη τεχνολογία και το διαδίκτυο.
Αυτό ισχύει και για τους παραδοσιακούς δημόσιους και ιδιωτικούς broadcasters υπο την προϋπόθεση να αποβάλλουν τις τεχνοφοβικές συμπεριφορές και τις ατολμίες στην επένδυση σε πρωτογενές και ανταγωνιστικό περιεχόμενο. Η εμπειρία δείχνει ότι όταν απουσιάζουν τέτοιες συμπεριφορές και κουλτούρες τότε οι παραδοσιακοί broadcasters γίνονται πιο ανταγωνιστικοί οργανισμοί από τους νεότερους παίχτες της τηλεοπτικής βιομηχανίας.
Η μεγάλη μάχη όμως που θα κρίνει το ποιος θα κυριαρχήσει στο χώρο της τηλεόρασης και της ψυχαγωγίας βρίσκεται στην ικανότητα απορρόφησης τεχνολογικής καινοτομίας και κυρίως στη διανομή της διαφήμισης, όπου συχνά more data driven περιβάλλοντα παίρνουν διαφημιστικά έσοδα από την παραδοσιακή τηλεόραση. Επομένως το ζήτημα μέτρησης της τηλεθέασης πρέπει να απασχολήσει πιο σοβαρά όλους όσους δραστηριοποιούνται στην τηλεοπτική αγορά, καθώς και τους εμπλεκόμενους φορείς, την Πολιτεία και τις Ανεξάρτητες Αρχές. Το ίδιο ισχύει για την πειρατεία για την οποία θα έχουμε την ευκαιρία να μιλήσουμε στο μέλλον.
Δημοσιεύτηκε στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων (ΑΠΕ) στις 20/8/2017.
Λέγεται ότι η πρόγνωση είναι φοβερό εργαλείο για διάφορες ανεπιθύμητες καταστάσεις. Αυτό είναι αλήθεια∙ αλλά δεν λειτουργεί πάντα. Λόγου χάριν, γύρω στο 2000 ένας θεωρητικός του χρηματοπιστωτικού συστήματος (νομπελίστας μάλιστα) υποστήριξε ότι είχε βρει μια αξιόπιστη φόρμουλα αποτίμησης κινδύνου για τις επενδύσεις σε χρηματοπιστωτικά προϊόντα (ενυπόθηκα ομόλογα, μετοχές, χρεόγραφα, παράγωγα, δομημένα προϊόντα κ.λπ.).
Ολόκληρη η Wall Street πανηγύριζε, κερδίζοντας δισεκατομμύρια από το χρήμα των άλλων: συμμετείχαν όλοι μα όλοι στο πάρτι, φτωχοί, συνταξιούχοι, πλούσιοι, τα ασφαλιστικά ταμεία μέχρι και οι μεγάλες τράπεζες, οι διαχειριστές επενδυτικών κεφαλαίων και το σκιώδες τραπεζικό σύστημα.
Ο επικεφαλής οικονομολόγος της σχολής του Σικάγου, ο Ρόμπερτ Λούκας Τζούνιορ (νομπελίστας της οικονομικής κι αυτός), δήλωνε με έπαρση το 2003 ότι η μακροοικονομική είχε πετύχει: «Εχουμε λύσει από κάθε πλευρά το βασικό πρόβλημα της πρόληψης μιας ύφεσης».
Και, εις πείσμα όλων των παραπάνω, ύστερα από τέσσερα χρόνια έσκασε η φούσκα! Με την οικονομική κατάρρευση του 2007-2008 ήρθε η μεγαλύτερη καταστροφή από την εποχή της Μεγάλης Κρίσης. Τις συνέπειές της, τις πληρώνουμε ακόμα.
Ο κόσμος είχε φανεί για ακόμα μία φορά απροετοίμαστος, απαράσκευος, απροστάτευτος. Αιφνιδιάστηκαν όλοι∙ και πιο πολύ πόνεσαν οι χαμένοι. Φάνηκε ότι η παραδοσιακή αντίληψη της παραγωγής -με τους επενδυτές και παραγωγούς στη μια πλευρά, τους χρήστες και καταναλωτές στην άλλη και κάπου ανάμεσα τους διαμεσολαβητές, σε κλίμα ελευθερίας και αυτορρυθμιζόμενης αρμονίας- δεν λειτουργεί σωστά και, κυρίως, δεν προλαβαίνει καταστροφές, εμπρησμούς και λοιπές... αστοχίες της αγοράς.
Ομως αν, για ακόμα μία φορά, η τρέχουσα σκέψη πιστεύει ότι η ύφεση ή η καταστροφή είναι αποτέλεσμα ανεύθυνων αποφάσεων των κυβερνητικών υπευθύνων, για ακόμα μία φορά, σε μια παράλληλη κλίμακα, η περιβαλλοντική καταστροφή είναι εγγενές καμπανάτο χαρακτηριστικό αποτυχίας της αγοράς.
Και η τραγωδία των κοινών είναι μια περιεκτική εννοιολογική σύλληψη που δείχνει την αυτοπαγίδευσή μας - αυτά που δεν συζητάμε. Δηλαδή, τη σύγκρουση των ιδιωτικών συμφερόντων και του κοινού καλού σε σχέση με τη διεκδίκηση των κοινών πόρων - όπου ηττώνται πάντα τα κοινά.
Ποια είναι η ατομική συμπεριφορά απέναντι στα κοινά αγαθά; Οταν π.χ. ο αέρας, το δάσος, το καθαρό νερό, οι καθαρές παραλίες, το φυσικό περιβάλλον, δεν ανήκουν σε συγκεκριμένα άτομα, αλλά είναι κοινά (commons), τότε η χρήση τους ή η εκμετάλλευσή τους αποφέρει ατομικά οφέλη ή πλεονεκτήματα, αλλά δημιουργεί κοινά μειονεκτήματα. Τα κοινά μειονεκτήματα κανείς δεν θέλει να τα λάβει υπόψη του. Και όλοι επικεντρώνονται μόνο στα πλεονεκτήματα που αντλούν ως άτομα από τη χρήση του κοινού αγαθού.
Στην 24ωρη τηλεοπτική ηδονοθηρία της καταστροφής των ημερών του Δεκαπενταύγουστου 2017, σχολιάστηκαν τα πάντα: από την απουσία της κυβέρνησης μέχρι τις προγνώσεις ανέμων και τα ρεύματα του θερμού αέρα που μεταφέρουν την κόλαση.
Μάθαμε με ανατριχιαστικές λεπτομέρειες πώς η φωτιά διασχίζει τις εθνικές οδούς, πώς καίγεται το ξενόφερτο πεύκο και πώς το εδώδιμο αρκουδοπούρναρο. Ορισμένα δεν σχολιάστηκαν όσο σχολιάστηκε το μαλλί της Δούρου και ο Ψινάκης που «πήρε ελικόπτερο και τσακίστηκε» να συντονίσει.
Γιατί στους παραθεριστικούς οικισμούς υπάρχουν τόσο στενοί δρόμοι που εμποδίζουν τα σωστικά μέσα στην κατάσταση ανάγκης; Γιατί οι ιδιοκτήτες δεν θέλησαν να παραχωρήσουν ούτε μια σπιθαμή της ιδιοκτησίας τους στο κοινό, αλλά σήκωσαν μαντρότοιχους, κλέβοντας και λίγο από τους κοινοτικούς δρόμους;
Πώς μερικές πολυώροφες ιδιοκτησίες βρέθηκαν καταμεσής του δάσους; Πώς εξηγείται το παράδοξο να θέλουμε -πολλοί μάλιστα πλήρωσαν γι' αυτό- την απουσία του κράτους και των ελεγκτικών μηχανισμών όταν χτίζουμε τις περιουσίες μας, αλλά να θέλουμε την παρουσία του κράτους και των σωστικών μηχανισμών όταν καίγονται οι περιουσίες μας;
Οι πιο ευφάνταστες θεωρίες αλληλεπίδρασης για την πρόγνωση των ανέμων, την πρόγνωση των ορθολογικών υποκειμενικών δράσεων και συμπεριφορών δεν απαντούν. Μόνο δείχνουν την τραγικότητα που προκύπτει από τη διαφορά της προσωπικής ευτυχίας, του μέτρου της συλλογικής ευημερίας και την απουσία περιβαλλοντικής παιδείας.
Οι μετέπειτα υποκρισίες, το κυνήγι των μαγισσών, ο κάματος αναζήτησης και καταλογισμού ευθυνών, οι θεωρίες συνωμοσίας, οι συγκρίσεις των καταστροφών με τις προηγούμενες, τα τουιταρίσματα κ.λπ., δείχνουν κάτι τελείως αντίθετο με την αυταπάρνηση και τις υπερπροσπάθειες των πυροσβεστών και των εθελοντών.
Δείχνουν την ανευθυνότητα και τη ρηχότητα με την οποία κυβερνήσεις, αυτοδιοίκηση και πολίτες αντιμετώπισαν τα περιβαλλοντικά ζητήματα και τα κοινά. Δείχνουν το κάψιμο που προηγείται και έπεται.
Η πρωτιά της Ελλάδας στις παραβιάσεις του περιβαλλοντικού δικαίου της Ε.Ε., η έκταση και οι οικονομικές συνέπειες του περιβαλλοντικού εγκλήματος, η αδιαφάνεια και οι νομοθετικοί στροβιλισμοί εμβόλιμων φωτογραφικών διατάξεων εξυπηρέτησης συμφερόντων και η διαρκής προσπάθεια νομιμοποίησης βεβαιωμένων παρανομιών και άλλα συνήθη, μαζί με τις ευρείες συσκέψεις των αρμόδιων φορέων και παραγόντων για τις θλιβερές αποτιμήσεις και τις αναγκαίες δράσεις, δείχνουν για πολλοστή φορά ότι το περιβάλλον, ως μη όφειλε στην ελληνική κρίση, είναι ένας κρίσιμος επιπλέον παρίας του ελληνικού τρόπου.
Δημοσιεύτηκε στην "Εφημερίδα των Συντακτών" στις 20/8/2017.
Με ευκαιρία την επέτειο από τα 43 χρόνια από τη Μεταπολίτευση, ο Στέλιος Κούλογλου μιλησε στον δημοσιογράφο Περικλή Βασιλόπουλο και το Πρώτο Πρόγραμμα της ΕΡΤ για την εποχή όπως αποτυπώνεται στο νέο του βιβλίο, «Μαρτυρίες από τη δικτατορία και την αντίσταση» και σχολίασε τις φιλοχουντικές θέσεις του Στ. Καλύβα, όπως αυτές παρουσιάστηκαν σε πρόσφατο άρθρο του τελευταίου στην εφημερίδα «Καθημερινή».
Ειδικότερα, με αφορμή τη μαρτυρία του τότε επικεφαλής του γραφείου Κυπριακών υποθέσεων στο Στέητ Ντηπάρτμεντ, Τομ Μπόγιατ, ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ αναφέρθηκε στις επαφές του πρώτου με τον δικτάτορα Ιωαννίδη:
« Όταν η χούντα έκανε το πραξικόπημα στην Κύπρο, ο Μπόγιατ μαζί με τον υφυπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ, τον Τζόζεφ Σίσκο, ήρθαν στην Αθήνα. Πήγαν κατευθείαν στο δικτάτορα Ιωαννίδη, που είχε τότε τον απόλυτο έλεγχο – ούτε στον πρωθυπουργό, ούτε στον πρόεδρο της Δημοκρατίας, που ήταν ανδρείκελα. Προσπαθούν λοιπόν τότε, να πάρουν μια δέσμευση από τον Ιωαννίδη, ότι θα αποκαταστήσει την νόμιμη κυπριακή κυβέρνηση -δηλαδή τον Μακάριο-, ώστε να τη μεταφέρουν στην Άγκυρα και μ' αυτόν τον τρόπο να αποτρέψουν την εισβολή. Αυτό, διότι ήταν βέβαιο, όπως λέει κι ο ίδιος ο Μπόγιατ, ότι και μόνο τοποθετώντας τον Σαμψών ήταν σαν οι πραξικοπηματίες να έλεγαν στους Τούρκους, "ελάτε να εισβάλετε". Εκεί πέφτουν πάνω σ' έναν Ιωαννίδη ο οποίος ήταν εκτός τόπου και χρόνου. Έλεγε ότι "Το πρόβλημα μας είναι η Κωνσταντινούπολη. Αν μας δώσετε πίσω την Κωνσταντινούπολη, το συζητάμε για την Κύπρο". Βεβαίως αυτή η συζήτηση δεν οδήγησε πουθενά».
Για τα τεκταινόμενα τις τελευταίες μέρες της χούντας, όπως τα διηγήθηκε ο ταγματάρχης τότε και αργότερα βουλευτής της ΝΔ, Άγγελος Πνευματικός, που βασανίστηκε απάνθρωπα από τη δικτατορία, ο Στέλιος Κούλογλου αναφέρει:
«Ο Άγγελος Πνευματικός διηγείται τι έχει συμβεί. Απ' τη στιγμή που κάνουν το πραξικόπημα στη Κύπρο, αυτοί που έχουν κάποιο μυαλό από τη χούντα -όπως είναι ο Γκιζίκης που είναι πρόεδρος κι είναι στο γραφείο του και τραβάει τα μαλλιά του γιατί καταλαβαίνει ότι διαλύεται η χώρα- κάνουν κάποιες προσπάθειες μέσω και του Άγγελου Πνευματικού να έρθουν σε συνεννόηση με τους πολιτικούς αρχηγούς – όπως και τελικά έγινε, αλλά έγινε αφού έγινε και η εισβολή. Εκεί λοιπόν, τις τελευταίες μέρες -αφού η επιστράτευση είναι ένα απόλυτο φιάσκο και αποδεικνύεται ότι όχι μόνο πόλεμο δε μπορούμε να κάνουμε αλλά αν τολμήσουμε κάτι τέτοιο, θα έρθουν στον Πειραιά οι Τούρκοι- καλούν τους πολιτικούς αρχηγούς. Αλλά οι σκληροί χουντικοί γύρω από τον Ιωαννίδη δεν έχουν παραιτηθεί από το παιχνίδι.
Στις 23 Ιουλίου 1974 είναι πάρα πολύς κόσμος στο Σύνταγμα. Αυτοί πιστεύουν ότι έχουν κάνει υποχώρηση καλώντας τους πολιτικούς αρχηγούς, αλλά θεωρούν ότι μπορούν να διατηρήσουν τον έλεγχο με μια κυβέρνηση πολιτικών υπό τις διαταγές τους. Και στην περίπτωση που δε γίνει αυτό σκέφτονται ν' ανοίξουν πυρ στο συγκεντρωμένο πλήθος. Ευτυχώς ο κόσμος επέδειξε μια τρομερή αυτοσυγκράτηση και σύνεση γιατί αλλιώς αυτοί είναι βέβαιο ότι θα είχαν απαντήσει με πυροβολισμούς -γιατί φοβόντουσαν και για τη ζωή τους- και θα είχαν σκοτώσει πολύ κόσμο όπως είχαν κάνει και στο Πολυτεχνείο. Αυτό δείχνει πόσο αδίστακτοι κι έξω από την πραγματικότητα ήταν οι ίδιοι, αλλά και πόσο βαθιά βάρβαρη κι αντιδημοκρατική ήταν η χούντα παρά τις προσπάθειες που γίνονται τελευταία για την ωραιοποίηση της».
Τέλος, σχολιάζοντας εκτενώς τις απόψεις που διατυπώνονται στο άρθρο του Στάθη Καλύβα και στο οποίο, ο καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο πανεπιστήμιο Yale αθωώνει τη χούντα, υποστηρίζοντας ότι είχε τη στήριξη του ελληνικού λαού και των ΗΠΑ κι ότι συνέβαλε στον εκδημοκρατισμό της Ελλάδας, ο Στέλιος Κούλογλου είπε τα ακόλουθα:
«Υποστήριξη του κόσμου προς τη δικτατορία δεν υπήρξε. Υπήρξε σοκ και δέος όταν βγήκαν στο δρόμο τα τανκς, υπήρξε παράλυση. Βεβαίως έγιναν εξεγέρσεις και μάλιστα στο βιβλίο έχω τη μαρτυρία ενός ανθρώπου ο οποίος τραυματίστηκε από πυρά του στρατού στο Ηράκλειο γιατί εκεί έγινε σύγκρουση την πρώτη μέρα, την 21η Απριλίου του '67. Τη χούντα όμως δεν την υποστήριξε παρά μόνο ένα μικρό ποσοστο του πληθυσμού, ένα 6-7%. Απλώς υπήρξε μια ανοχή από την πλειοψηφία του κόσμου απέναντι στη δικτατορία. Ανοχή, η οποία ήταν αποτέλεσμα και του φόβου και του ότι δεν υπήρχαν εναλλακτικές λύσεις. Βεβαίως υπήρξαν οι γενναίοι οι οποίοι ξεκίνησαν την αντίσταση. Ήταν μια πολύ δυναμική και ηρωϊκή αντίσταση από λίγους ανθρώπους -οι οποίοι ακριβώς γι΄αυτόν το λόγο είναι άξιοι συγχαρητηρίων και επαίνων- με αποκορύφωμα φυσικά τον Παναγούλη ο οποίος επέδειξε μια αυτοθυσία πρωτοφανή».
«Για το ρόλο του αμερικανικού παράγοντα: Έχω κάνει μια πολύ μεγάλη έρευνα όλα αυτά τα χρόνια. Το βιβλίο είναι αποτέλεσμα έρευνας δεκαοκτώ χρόνων. Έχω μιλήσει με όλους τους Αμερικανούς διπλωμάτες που υπηρετούσαν εκείνη την εποχή στην αμερικανική πρεσβεία στην Αθήνα. Οι Αμερικανοί ετοίμαζαν με τον βασιλιά ένα άλλο πραξικόπημα, στην περίπτωση που ο Γεώργιος Παπανδρέου κέρδιζε τις εκλογές που ήταν να γίνουν στα τέλη Μαίου του 1967, δηλαδή ένα μήνα μετά το πραξικόπημα, αλλά τους πρόλαβαν ο Παπαδόπουλος μαζί με τους συνταγματάρχες. Φυσικά ο Παπαδόπουλος είχε επαφές με τη CIA, αλλά από ένα σημείο και μετά επειδή ο ίδιος ήθελε να καταλάβει την εξουσία για προσωπικό του όφελος, κατάφερε, η CIA για κάποιο διάστημα να χάσει τα ίχνη του κι έτσι έγινε αυτό το πραξικόπημα. Μέχρι την τελευταία στιγμή πάντως, σύμφωνα με όλες τις μαρτυρίες, ο Παπαδόπουλος δεν ξέρει αν πρέπει να περιμένει να κάνει το πραξικόπημα ο βασιλιάς ή αν πρέπει να προχωρήσει. Είναι γνωστό ότι εκείνο το βράδυ, είναι ο Πατακός που τραβάει το πράγμα στα άκρα, λέγοντας, "εγώ έχω ήδη ζεστάνει τα τανκς και δεν κάνω πίσω, όποιος θέλει ας με ακολουθήσει"».
«Το τρίτο επιχείρημα -ότι δηλαδή η χούντα βοήθησε στον εκδημοκρατισμό και τον εκσυγχρονισμό της χώρας-είναι και το πιο εξωφρενικό κι είναι να απορεί κανείς για την ποιότητα των αμερικανικών πανεπιστημίων. Είναι μια τελείως καινοφανής θεωρία. Είναι σα να λέμε ότι ο Χίτλερ βοήθησε στον εξευρωπαϊσμό της Γερμανίας. Πράγματι βοήθησε γιατί προηγούμενως ήταν μια τραγική χώρα που ήθελε να καταλάβει την Ευρώπη με τους δύο πολέμους και πράγματι μετά, η Γερμανία, τουλάχιστον μέχρι την πτώση του Τείχους, είχε ξεχάσει τελείως ότι ήθελε να επιβάλει μια γερμανική Ευρώπη κι ήθελε αντίθετα να γίνει μια ευρωπαϊκή Γερμανία. Σε όλες τις μεγάλες καταστροφές, υπάρχει πάντα κι ένα θετικό στοιχείο. Ουδέν κακόν αμιγές καλού δηλαδή και να ξεχνάμε τους βασανισμούς, τις εξορίες, τις φυλακές – τη μεγάλη σημασία που είχε η δικτατορία για τις μετέπειτα εξελίξεις.
Εγώ πιστεύω ότι ακόμη και σήμερα πληρώνουμε τη δικτατορία. Καταρχήν ας πάρουμε το Κυπριακό, το οποίο περιέργως το «ξέχασε» στο άρθρο του. Η Ελλάδα πλήρωσε το Κυπριακό με έναν εξοπλιστικό ανταγωνισμό με την Τουρκία απ΄το '74 και μετά, ο οποίος συνέβαλε αποφασιστικά στην υπερχρέωση και στη διαφθορά της χώρας.
Αλλά και στους πολιτικούς θεσμούς, η δικτατορία εμπόδισε τη φυσιολογική ανανέωση του πολιτικού συστήματος, η οποία θα συνέβαινε εάν ακολουθείτο ένας δημοκρατικός λόγος. Στην πραγματικότητα η δικτατορία μας γύρισε πολλά χρόνια πίσω. Επανήλθε όλο το παλιό πολιτικό προσωπικό με τις παλιές μεθόδους. Φυσικά ο Καραμανλής είχε αλλάξει, αλλά δεν έφτανε ένα πρόσωπο διότι όλο το προσωπικό που έφερε μαζί του ήταν το παλιό προσωπικό της προδικτατορικής ΕΡΕ. Από την άλλη, ο Ανδρέας πήγε σε ακραίες θέσεις. Δηλαδή όλο αυτό στρέβλωσε την πολιτική ανάπτυξη της χώρας. Για να μην αναφέρω τα οικονομικά σκάνδαλα, τα οποία επίσης, περιέργως τα ξέχασε – αντίθετα μιλάει για οικονομική άνθιση. Θυμίζω, ότι η πρώτη πράξη των δικτατόρων ήταν να διπλασιάσουν τους μισθούς του πρωθυπουργού και των υπουργών γιατί καταλάμβαναν οι ίδιοι αυτές τις θέσεις. Για να μη μιλήσω για την καταστροφή των πόλεων και το χυδαίο λαϊκισμό.
Για την καταστροφή των πόλεων ειδικά: το βιβλίο έχει στο εξώφυλλο μια φωτογραφία της εποχής από την Πάτρα. Όταν πήγα να το παρουσιάσω στην Πάτρα, οι παρευρισκόμενοι, που ήταν αυθεντικοί πατρινοί, δε μπορούσαν να καταλάβουν –η φωτογραφία είχε τραβηχτεί στα Ψηλά Αλώνια, δηλαδή την κεντρική πλατεία της Πάτρας- ποιος δρόμος ήταν. Δηλαδή τόσο μεγάλη καταστροφή έφερε η δικτατορία. Και σκέφτομαι, αν η Πάτρα, που τότε ήταν μια πανέμορφη πόλη -είχε τα περισσότερα νεοκλασικά σε όλη την Ελλάδα-, είχε διατηρηθεί, θα αποτελούσε σήμερα πηγή έλξης τουρισμού. Μόνο αυτό φτάνει, για να καταλάβει κανείς το κακό που έχει γίνει.
Δε θέλω να ασχοληθώ άλλο με τον κ. Καλύβα, ο οποίος αφού εξωράισε και αθώωσε τους ταγματασφαλίτες και τους συνεργάτες των Γερμανών στη διάρκεια της Κατοχής, τώρα αποφάσισε να συνεχίσει το έργο του και να εξωραΐσει και τη δικτατορία».
Δημοσιεύτηκε στην προσωπική ιστοσελίδα του Στέλιου Κούλογλου (stelioskouloglou.gr) στις 25/7/2017.