Δευτέρα, 17 Φεβρουάριος 2025

Ο λαϊκισμός θα ηττηθεί με επαναπροσέγγιση των αδύναμων

Όταν μετά τα γεγονότα του '89-'90 ο Φουκουγιάμα επανερχόταν στο αξίωμα του "τέλους της Ιστορίας", οι δυτικές μυωπικές ελίτ, που επαφίενται στη φιλελεύθερη πίστη και την προκαθορισμένη αρμονία μεταξύ της δημοκρατίας και της οικονομίας της αγοράς, εκφράστηκαν διθυραμβικά. Δημοκρατία και οικονομία της αγοράς διαμορφώνουν τη δυναμική του κοινωνικού εκσυγχρονισμού, αλλά κάνουν αναφορά σε αξιώματα λειτουργικά που τείνουν να βρίσκονται σε διαρκή αντιπαράθεση. Η επίτευξη μιας ισορροπημένης συμμετοχής του λαού στις οικονομίες με υψηλό δείκτη ανάπτυξης έγινε εφικτή μόνο χάρη στην ύπαρξη ενός δημοκρατικού κράτους.

Σήμερα, προκαλούν ανησυχία η παγκόσμια αταξία και αδυναμία των Ηνωμένων Εθνών και της Ευρώπης απέναντι στην αύξηση των διεθνών συρράξεων. Είναι προφανές ότι Τουρκία και Ρωσία δεν συνιστούσαν πρότυπα δημοκρατίας και πριν από τον Ερντογάν και τον Πούτιν. Εάν η πολιτική στάση της Δύσης ήταν πιο οξυδερκής, ίσως να είχε διαμορφωθεί ένα διαφορετικό πλαίσιο σχέσεων που να στήριζε και τον εκεί φιλελεύθερο πληθυσμό.

Είναι προφανές ότι η Δύση, και εξαιτίας των αποκλινόντων συμφερόντων της, δεν ήταν εύκολο να αναμετρηθεί αποτελεσματικά και έγκαιρα με τις γεωπολιτικές φιλοδοξίες της ρωσικής υπερδύναμης ή με τις ευρωπαϊκές αναμονές της ευερέθιστης τουρκικής κυβέρνησης. Με εντελώς διαφορετικά χαρακτηριστικά εμφανίζεται η περίπτωση του εγωκεντρικού Τραμπ. Με την άθλια εκλογική του εκστρατεία, ο Τραμπ διαμόρφωσε συνθήκες ακραίας πόλωσης, μιας πόλωσης που οι Ρεπουμπλικανοί σχεδίαζαν από τη δεκαετία του '90 και που τώρα έχει ξεφύγει από τον έλεγχο του κομματικού κατεστημένου, ενός κόμματος που δεν έπαψε να είναι το κόμμα του Αβραάμ Λίνκολν. Αυτή η ενεργοποίηση της απαρέσκειας εξέφρασε και τις κοινωνικές εντάσεις που έχουν εκδηλωθεί σε αυτή την παρακμάζουσα υπερδύναμη. Εκείνο που με ανησυχεί δεν είναι τόσο η υπό διαμόρφωση αυταρχική διεθνής όσο η πολιτική αποσταθεροποίηση όλων των ευρωπαϊκών χωρών.

Η παγκοσμιοποίηση είχε αποτέλεσμα την παρακμή της Ευρώπης σε σχέση με την Κίνα και τις ανερχόμενες χώρες της BRICS. Οι κοινωνίες μας πρέπει να εξοικειωθούν με την πορεία παρακμής και ταυτόχρονα με την εκρηκτική συνθετότητα της καθημερινότητάς μας εξαιτίας της τεχνολογικής ανάπτυξης. Οι εθνικιστικές αντιδράσεις ενισχύονται στα κοινωνικά στρώματα που δεν επωφελούνται από την κοινωνική ευμάρεια ή επωφελούνται ελάχιστα.

Πριν από κάθε αντίδραση τακτικισμού, πρέπει να δώσουμε απάντηση στο ερώτημα: Πώς συνέβη ο λαϊκισμός της Δεξιάς να αποστερεί την Αριστερά από τα θέματα τα οποία την καθόριζαν; Πρέπει να αναρωτηθούμε γιατί τα κόμματα της Αριστεράς δεν θέλουν να ηγηθούν μιας αποφασιστικής πάλης ενάντια στην κοινωνική ανισότητα. Κατά την άποψή μου, η μοναδική εναλλακτική τόσο στο υφιστάμενο καθεστώς του άγριου χρηματοπιστωτικού καπιταλισμού όσο και της υποτιθέμενης ανάκαμψης του εθνικού κράτους, που στην πραγματικότητα είναι διάτρητη από καιρό, είναι μια υπερεθνική συνεργασία η οποία θα είναι ικανή να δώσει μια διαφορετική πολιτική απάντηση, κοινωνικά αποδεκτή, στην παγκοσμιοποίηση της οικονομίας. Καταρχάς, αυτό ήταν όραμα και στόχος της Ευρωπαϊκής Ένωσης· η ευρωπαϊκή πολιτική ένωση μπορεί ακόμα να είναι η πρόταση.

Το λάθος των παραδοσιακών κομμάτων συνίσταται στην αποδοχή του μετώπου μέσω του οποίου το δεξιό λαϊκίστικο μέτωπο προσδιορίζεται ως μέτωπο κατά του συστήματος. Το έδαφος κάτω από τα πόδια του δεξιού λαϊκισμού μπορεί να χαθεί μόνο μέσα από την απόρριψη της θεματικής του. Θα έπρεπε εκ νέου να καταστούν σαφείς οι πολιτικές αντιθέσεις, καθώς επίσης και η διαφορά ανάμεσα στον αριστερό κοσμοπολιτισμό και στην εθνικιστική δυσοσμία της δεξιάς κριτικής στην παγκοσμιοποίηση.

Εν κατακλείδι, η πολιτική πόλωση μεταξύ των παραδοσιακών κομμάτων θα πρέπει ξανά να εστιάσει στις πραγματικές διαφορές. Τα κόμματα τα οποία εντρυφούν περί τον δεξιό λαϊκισμό, αντί να τον απαξιώνουν, δεν πρέπει να θεωρούν πως η κοινωνία των πολιτών από μόνη της θα απορρίψει τη δεξιά βία και θεματολογία.

Δημοσιεύτηκε στην "Αυγή" στις 3/5/2017.

Η ελευθερία των ΜΜΕ είναι το βαρόμετρο της δημοκρατίας και της ευημερίας

Με ευκαιρία τον εορτασμό της Παγκόσμιας Ημέρας Ελευθερίας του Τύπου (3 Μαϊου), ο Στέλιος Κούλογλου συμμετείχε ως κεντρικός ομιλητής σε ανοιχτή συζήτηση στην έδρα των Ηνωμένων Εθνών στη Γενεύη, την οποία διοργάνωσαν ο ΟΗΕ και η UNESCO με πρωτοβουλία της Μόνιμης Αντιπροσώπου της Ελλάδας στον ΟΗΕ, κυρίας Κόρκα.

Με τίτλο, «Ο ρόλος των ΜΜΕ στην προώθηση ειρηνικών και δίκαιων κοινωνιών χωρίς αποκλεισμούς», η συζήτηση πραγματοποιήθηκε με τη συμμετοχή διπλωματών, στελεχών διεθνών οργανισμών, δημοσιογράφων και επαγγελματιών των μέσων ενημέρωσης.

Στο πλαίσιο της ομιλίας του, ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ μίλησε για την ελευθερία των μέσων ενημέρωσης η οποία στις μέρες μας απειλείται εξαιτίας μιας σειράς λόγων, όπως η συγκέντρωση της ιδιοκτησίας των μέσων ενημέρωσης σε όλο και λιγότερα χέρια, η διάβρωση της δημοκρατίας, η νομιμοποιημένη πλέον παρακολούθηση των δημοσιογράφων, ο εκφοβισμός τους και οι φυσικές επιθέσεις εναντίον τους, η στοχοποίηση των πληροφοριοδοτών δημοσίου συμφέροντος και η άνοδος της ρομποτικής δημοσιογραφίας και των ψευδών ειδήσεων.

Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της ομιλίας:

«Η συζήτηση για την ελευθερία του Τύπου θέτει από μόνη της ένα παράδοξο. Ποτέ στην ιστορία της ανθρωπότητας δεν έχει υπάρξει τόση αφθονία πληροφοριών και μέσων μαζικής ενημέρωσης όση σήμερα, αν ληφθούν υπόψη οι ιστοσελίδες ειδήσεων και τα κοινωνικά μέσα ενημέρωσης.

Όχι για όλους και όχι για κάθε χώρα φυσικά. Περίπου το ένα τρίτο του παγκόσμιου πληθυσμού - 2,3 δισεκατομμύρια - δεν έχει πρόσβαση στο Διαδίκτυο. Και δεν μπορούμε να τους ξεχνούμε.

Παρόλα αυτά, η γενική τάση είναι πως σήμερα έχουμε περισσότερες ειδήσεις απ' ό, τι παλιότερα. Και όμως, σύμφωνα με την τελευταία έκθεση της ΜΚΟ Δημοσιογράφοι χωρίς Σύνορα για το 2016, η ελευθερία των μέσων ενημέρωσης απειλείται πλέον, περισσότερο από ποτέ. «Έχουμε φθάσει στην εποχή της μετα-αλήθειας, της προπαγάνδας και της καταπίεσης των ελευθεριών σε έναν κόσμο στον οποίο οι επιθέσεις στα μέσα ενημέρωσης αποτελούν πια κοινοτοπία», καταλήγει η έκθεση.

Ας ρίξουμε μια ματιά στους πέντε βασικούς λόγους αυτής της καταστροφικής εξέλιξης.

1. Κατά τις τελευταίες δεκαετίες, παρατηρείται μια αυξανόμενη τάση για συγκέντρωση της ιδιοκτησίας των μέσων ενημέρωσης σε όλο και λιγότερα χέρια

Η εξάρτηση των μέσων ενημέρωσης από πολιτικά και οικονομικά κέντρα ισχύος διαρκώς αυξάνεται. Τα οικονομικά προβλήματα του παραδοσιακού Τύπου, τόσο των έντυπων όσο και των ραδιοτηλεοπτικών μέσων, καθιστούν τους δημοσιογράφους πιο ευάλωτους στη λογοκρισία και στην αυτολογοκρισία.

2. Η διάβρωση της δημοκρατίας μέσω των αντιτρομοκρατικών νόμων που θεσπίστηκαν μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου και η άνοδος των δημαγωγών

Από αυτή την άποψη, η εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ αποτελεί σημείο καμπής. Ας παρατηρήσουμε μόνο τη σχέση του με την εφημερίδα που θεωρείται η πιο σημαντική στον κόσμο, τους New York Times. Από τότε που ανακοίνωσε την υποψηφιότητά του, το καλοκαίρι του 2015, ο τότε υποψήφιος και σήμερα πρόεδρος Τραμπ έχει αναρτήσει τουλάχιστον 70 tweets αναφερόμενος στην εφημερίδα, αποκαλώντας την «αηδιαστική» και «ανέντιμη», μια «εφημερίδα που πεθαίνει» και «γράφει μυθεύματα». Η εφημερίδα υπέστη απαγόρευση της πρόσβασης στις ενημερώσεις δημοσιογράφων του Λευκού Οίκου. Αποτελεί, εν ολίγοις, "τον εχθρό του Αμερικανικού Λαού", όπως τη χαρακτήρισε ο Τραμπ. Ποτέ στην ιστορία των ΗΠΑ δεν έχουν σημειωθεί παρόμοιες ρητορικές μίσους. Και η άνοδος των δημαγωγών δεν είναι ίδιο μονάχα της Βόρειας Αμερικής. Τη βλέπουμε επίσης στην Ουγγαρία, στη Ρωσία ή στην Τουρκία, η οποία έχει καταστεί η μεγαλύτερη φυλακή δημοσιογράφων.

3. Η παρακολούθηση των δημοσιογράφων, ακόμη και στις πιο προηγμένες δημοκρατίες και η στοχοποίηση των πληροφοριοδοτών δημοσίου συμφέροντος

Πέρυσι, η γερμανική Μπούντεσταγκ ψήφισε νόμο που επεκτείνει τις εξουσίες μαζικής παρακολούθησης της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Πληροφοριών (BND) χωρίς να κάνει καμία εξαίρεση για τους δημοσιογράφους. Οι λόγοι που αναφέρθηκαν για την εφαρμογή του νέου νόμο ήταν κυρίως η ανάγκη καταπολέμησης της τρομοκρατίας. Η BND μπορεί πλέον να κατασκοπεύει βάσει νόμου όλους τους μη Γερμανούς και τους μη υπηκόους της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων των δημοσιογράφων και των δικηγόρων. Όπως αποδεικνύεται, παρά τις επικρίσεις που δέχτηκε, ο νόμος αυτός συνέβαλε στη νομιμοποίηση των υφιστάμενων πρακτικών. Σύμφωνα με έγγραφα που δημοσίευσε το περιοδικό Spiegel, ανάμεσα στους στόχους παρακολούθησης συγκαταλέγονταν το βρετανικό BBC στο Αφγανιστάν και στο Λονδίνο, οι New York Times στο Αφγανιστάν, καθώς και τα κινητά και δορυφορικά τηλέφωνα του πρακτορείου ειδήσεων Reuters σε διάφορες χώρες. Μπορείτε να φανταστείτε τι θα συμβεί με τους Βρετανούς δημοσιογράφους μετά το Brexit.

Στα τέλη του 2016, το Ηνωμένο Βασίλειο ενέκρινε νέο νόμο που επεκτείνει τις αρμοδιότητες επιτήρησης των βρετανικών υπηρεσιών πληροφοριών, ο οποίος θεωρήθηκε "το πιο ακραίο νομοθέτημα που σχετίζεται με τις πρακτικές παρακολούθησης στην ιστορία του Ηνωμένου Βασιλείου". Στις αρχές του 2017, ο προτεινόμενος νέος «νόμος περί κατασκοπείας» προέβλεπε να δοθεί το δικαίωμα στα δικαστήρια, να καταδικάζουν σε φυλάκιση έως και 14 ετών δημοσιογράφους που χρησιμοποιούν πληροφορίες οι οποίες έχουν διαρρεύσει.

Τον Νοέμβριο, στον Καναδά, ανακαλύφθηκε ότι τουλάχιστον έξι δημοσιογράφοι είχαν πέσει θύματα υποκλοπής από την επαρχιακή αστυνομία του Κεμπέκ, η οποία, μόλις λίγες εβδομάδες πριν, είχε κατασχέσει τον υπολογιστή ενός δημοσιογράφου στο πλαίσιο επιδρομής που πραγματοποίησε στην εφημερίδα του. Σκοπός αυτής της πράξης ήταν να εντοπιστούν πηγές, τις οποίες οι δημοσιογράφοι έχουν καθήκον να προστατεύουν.

Σίγουρα, μετά τις αποκαλύψεις του Σνόουντεν σχετικά με το παγκόσμιο σύστημα παρακολούθησης της Εθνικής Υπηρεσίας Ασφαλείας των ΗΠΑ, όλοι γνωρίζουμε ότι αποτελούμε εν δυνάμει στόχους παρακολούθησης. Όμως, ο Σνόουντεν, τα Wikileaks και οι πληροφοριοδότες δημοσίου συμφέροντος καταδιώκονται και απειλούνται. Η τιμωρία των δύο πληροφοριοδοτών του σκανδάλου LuxLeaks, που αποκάλυψαν ότι το Λουξεμβούργο αποτελούσε φορολογικό παράδεισο στην καρδιά της ΕΕ, καθώς και η δίκη του δημοσιογράφου που δημοσίευσε τις διαρροές, ήταν το πράσινο φως για να καταδιώκεται κάθε άτομο το οποίο προσπαθεί να πει την αλήθεια που δε βολεύει τις αρχές.

4. Οι φυσικές επιθέσεις και ο εκφοβισμός των δημοσιογράφων

Το 2016, 74 δημοσιογράφοι σκοτώθηκαν σε συνθήκες που σχετίζονταν με τη δουλειά τους. Κάποιοι σκοτώθηκαν επί τω έργω, ενώ έκαναν ρεπορτάζ. Οι περισσότεροι ήταν, ξεκάθαρα, τα σκοπίμως στοχευμένα θύματα μιας θανατηφόρας βίας.

Τις τελευταίες δύο δεκαετίες, οι δημοσιογράφοι σε εμπόλεμες ζώνες αποτελούν πλέον στόχο. Το σημείο καμπής υπήρξε ο βομβαρδισμός της Σερβικής Τηλεόρασης το 1999, όταν η διοίκηση του ΝΑΤΟ χαρακτήρισε τις κεντρικές εγκαταστάσεις της, στρατιωτικό στόχο. Κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας, 827 δημοσιογράφοι και εργαζόμενοι στα μέσα ενημέρωσης σκοτώθηκαν.

Σε παγκόσμιο επίπεδο, τα δύο τρίτα των δημοσιογράφων που σκοτώθηκαν το 2016 βρίσκονταν σε εμπόλεμες ζώνες. Αλλά δεν πρόκειται μόνο για τις εμπόλεμες ζώνες -- στις 21 Απριλίου, το Συμβούλιο της Ευρώπης δημοσίευσε τα αποτελέσματα που εξάγονται από την πρώτη μεγάλης κλίμακας έρευνα με αντικείμενο τους δημοσιογράφους σε ολόκληρη την Ευρώπη. Περισσότερα από τα δύο τρίτα των 940 δημοσιογράφων που συμμετείχαν, δήλωσαν ότι αντιμετώπισαν φυσικές επιθέσεις, εκφοβισμό ή παρενόχληση λόγω της εργασίας τους τα τελευταία τρία χρόνια.

Κι αυτό συμβαίνει στην Ευρώπη μας, δεν αναφερόμαστε στον λυπηρό κατάλογο από το Μεξικό ως το Μπαχρέιν.

5. Η άνοδος της ρομποτικής δημοσιογραφίας και των ψευδών ειδήσεων, αλλά και η διαστρέβλωση του προβλήματος

Πρόσφατη έρευνα του Ινστιτούτου Reuters έδειξε ότι στη συντριπτική πλειοψηφία των 26 χωρών που αναλύθηκαν, οι περισσότεροι άνθρωποι εμπιστεύονται περισσότερο ως πηγή ειδήσεων τα κοινωνικά μέσα ενημέρωσης απ' ότι τις εφημερίδες. Αλλά οι ειδήσεις στα κοινωνικά μέσα δεν παράγονται από επαγγελματίες. Οι δημοσιογράφοι κάνουν λάθη και μερικές φορές διαδίδουν ψέματα και προπαγάνδα, αλλά υπάρχουν περισσότεροι μηχανισμοί για τον έλεγχό τους από ό, τι για τα «αθώα» κοινωνικά μέσα μαζικής ενημέρωσης.

Η κατανάλωση πληροφοριών στο διαδίκτυο δημιουργεί ένα άλλο πρόβλημα. Τα ρομπότ συχνά υπαγορεύουν ποιες είναι οι κύριες ειδήσεις. Χρησιμοποιούν τον περίφημο αλγόριθμό τους γι' αυτό. Οι άνθρωποι έχουν την τάση να πιστεύουν ότι όσο περισσότεροι άνθρωποι διαβάζουν, κάνουν like ή κοινοποιούν (share) μια είδηση, τόσο πιο αξιόπιστη είναι.

Αλλά μια ανάλυση από την αμερικανική ιστοσελίδα ειδήσεων Buzzfeed, η οποία πραγματοποιήθηκε τον Νοέμβριο του 2016, διαπίστωσε ότι κατά τους τελευταίους μήνες της προεκλογικής περιόδου των προεδρικών στις ΗΠΑ, οι ψευδείς ειδήσεις υπερέβησαν τις πραγματικές στα κοινωνικά μέσα, κατορθώνοντας μάλιστα περισσότερες κοινοποιήσεις (share) και μεγαλύτερη αναγνωσιμότητα απ' ότι το ειδησεογραφικό περιεχόμενο κυρίαρχων μέσων ενημέρωσης. Κατ' αναλογία, μια πρόσφατη έρευνα έδειξε ότι σχεδόν το ένα τέταρτο των Αμερικανών ενηλίκων κοινοποίησαν ψευδείς ειδήσεις, εν γνώσει ή εν αγνοία τους.

Αυτή όμως, είναι η μία πλευρά του νομίσματος. Από την άλλη, μια μελέτη που δημοσιεύτηκε από την επιθεώρηση Columbia Journalism Review το 2017, διαπίστωσε ότι το αναγνωστικό κοινό των ιστοχώρων ψευδών ειδήσεων είναι περίπου 10 φορές μικρότερο από αυτό των ιστοχώρων αληθών ειδήσεων. Ακόμη ένα πρόβλημα που τίθεται για την αντιμετώπιση των ψευδών ειδήσεων είναι ότι ο όρος συχνά χρησιμοποιείται από τους άμεσα εμπλεκόμενους για να καταγγείλουν μη κολακευτικές ή «άβολες» αναφορές στο πρόσωπό τους, όπως για παράδειγμα, ο Αμερικανός Πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ, που συχνά κατηγορεί έγκριτα ΜΜΕ ως φορείς ψευδών ειδήσεων. Στην Αίγυπτο, για παράδειγμα, ένας δημοσιογράφος του Al Jazeera που συνελήφθη τον Δεκέμβριο του 2016 εξακολουθεί να βρίσκεται στη φυλακή με την κατηγορία ότι μετέδιδε ψευδείς ειδήσεις.

Ελλοχεύει λοιπόν ο κίνδυνος της υπερβολής.

Ποια είναι η απάντηση σε όλα αυτά;

- Προώθηση και προστασία της επαγγελματικής δημοσιογραφίας.

- Χρειαζόμαστε μια διεθνή συμφωνία που θα ορίζει ότι οι δημοσιογράφοι πρέπει να προστατεύονται από όλες τις πλευρές σε έναν πόλεμο.

- Οι δημοκρατίες πρέπει να βρουν τρόπους για να βοηθούν τα μέσα ενημέρωσης που βρίσκονται σε κίνδυνο, είτε γιατί δραστηριοποιούνται σε χώρες με απολυταρχικά καθεστώτα είτε λόγω οικονομικών προβλημάτων. Η ερευνητική δημοσιογραφία διαδραματίζει καίριο ρόλο, αποκαλύπτοντας πολιτικές και οικονομικές παρατυπίες.

- Εκπαίδευση: Τα σχολεία πρέπει να διδάσκουν στους νέους πώς να διακρίνουν τις πραγματικές από τις ψευδείς ειδήσεις. Στη σημερινή εποχή της πληροφορίας, είναι τόσο σημαντικό όσο ήταν στους προηγούμενους αιώνες το να μάθει κανείς το αλφάβητο.

- Δεν πρέπει να ξεχνάμε τα 2,3 δισεκατομμύρια που δεν έχουν πρόσβαση στο διαδίκτυο. Τις γυναίκες και τις μειονότητες που υπο-εκπροσωπούνται στον τομέα των μέσων ενημέρωσης.

- Όταν τα μέσα είναι ελεύθερα και ανεξάρτητα, μπορούν να διασφαλίσουν ότι το κράτος δικαίου εφαρμόζεται και γίνεται απολύτως σεβαστό. Δεν αφορά μόνον την ελευθερία της έκφρασης. Αφορά επίσης την καταπολέμηση της διαφθοράς και της φοροδιαφυγής και την προώθηση της κοινωνικής δικαιοσύνης.

Η ελευθερία των μέσων ενημέρωσης είναι το βαρόμετρο της δημοκρατίας και της ευημερίας».

Δημοσιεύτηκε στο tvxs στις 3/5/2017.

ΟΚΕ: «Εχουμε ευθύνη όλοι να μάθουμε να ακούμε»

Η συμπλήρωση 60 χρόνων από τη Συνθήκη της Ρώμης αποτελεί και συμβολικά καμπή για την πορεία της Ευρώπης των «27». Η ΟΚΕ θεωρεί εξαιρετικά σημαντική την υπογραφή της διακήρυξης της Ρώμης από τους Ευρωπαίους ηγέτες σε μια περίοδο μεγάλων δυσκολιών και έντονων αμφισβητήσεων της διαδικασίας της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Μια υπογραφή που επιβεβαίωσε τη βούληση των λαών για βελτίωση της Ε.Ε., η οποία αποτελεί τολμηρό και μακρόπνοο σχέδιο, μοναδικό στην Ιστορία. Η ΟΚΕ χαιρετίζει και τη ρητή δέσμευση ότι σε αυτήν την πορεία θα ακούγονται περισσότερο και αποτελεσματικότερα οι ανησυχίες που εκφράζουν οι πολίτες και τα θεσμικά όργανα. Σκοπεύει δε να συμμετάσχει με την ευρωπαϊκή ΟΚΕ και τις εθνικές ΟΚΕ σε κάθε συζήτηση που αφορά την κοινωνική διάσταση της Ευρώπης, την εμβάθυνση της οικονομικής και νομισματικής ένωσης, το μέλλον της ευρωπαϊκής άμυνας και ασφάλειας. Είναι γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια η Ε.Ε., αλλά και τα κράτη-μέλη χωριστά, ειδικά του Νότου, βιώνουν έντονη κρίση η οποία έχει οδηγήσει τα πράγματα σε σημείο στρατηγικής ακινησίας. Κακά τα ψέματα: Υπάρχει αδυσώπητος ανταγωνισμός των εθνικών παραγωγικών συστημάτων και σειρά βαθέων διαρθρωτικών προβλημάτων που ταλανίζουν το ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Και δυστυχώς, σ' ένα τέτοιο περιβάλλον ο κοινωνικός διάλογος ακούγεται συχνά σαν είδος ξεπερασμένο, είδος πολυτελείας.

Τώρα είναι, όμως, που ο επαναπροσδιορισμός του ρόλου και της δράσης της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών καθίσταται περισσότερο αναγκαίος από ποτέ, ώστε ν' αντιμετωπισθούν οι νέες προκλήσεις στο κοινωνικό, πολιτικό και οικονομικό γίγνεσθαι, και να οικοδομηθούν πολιτικές με βάση τη βιώσιμη ανάπτυξη και την αμοιβαία αλληλεγγύη παντού στην Ευρώπη. Τώρα είναι που οι ανάγκες, ιδίως των νέων ανθρώπων, για επικοινωνία, συμμετοχή, ελπίδα, εργασία, για δικαιότερη διανομή του οικονομικού αποτελέσματος και έναν καλύτερο κόσμο γίνονται ολοένα και πιο επιτακτικές. Εχουμε ευθύνη όλοι να μάθουμε ν' ακούμε και να συνθέτουμε, και όχι μόνο να μιλάμε.

Σε κάθε περίπτωση, η ΟΚΕ θα είναι εδώ και θα αποτελεί σταθερό σημείο πρωτοβουλιών διαλόγου, σύνθεσης ιδεών και απόψεων για κάθε ζήτημα μείζονος κοινωνικού και οικονομικού ενδιαφέροντος. Θα είναι σύμμαχος σε κάθε προσπάθεια μετάβασης από την Ελλάδα με τις παθογένειες του χθες, σε μια σύγχρονη αναγεννημένη Ελλάδα που θα κρατάει τα παιδιά της. Θα είναι αρωγός σε κάθε προσπάθεια αντιμετώπισης των αλλαγών που προκύπτουν σ' έναν ταχέως μεταβαλλόμενο κόσμο, για μια Ευρώπη ανταγωνιστική, ασφαλή και δίκαιη. Μια Ευρώπη «μεγάλη στα μεγάλα ζητήματα και μικρή στα μικρά». Η Επιτροπή μας εργάζεται μεθοδικά ώστε να πετύχει ευρείες συναινέσεις σε ζητήματα αιχμής και θέματα καίρια για την οικονομία μας, όπως το μέλλον της εργασίας, οι προκλήσεις για τη δημιουργία και τη διατήρηση ποιοτικής απασχόλησης και ένα εθνικό σχέδιο βιώσιμης ανάπτυξης, ενώ καλεί τους κοινωνικούς εταίρους και την κοινωνία των πολιτών να καταθέσουν τις προτάσεις τους με υπευθυνότητα και ειλικρίνεια. Γιατί μόνο μέσα από την καθαρή ματιά, τη διάθεση συνεργασίας και την κοινωνική συναίνεση μπορούμε να μιλάμε για δημοκρατία και να ελπίζουμε σε καλύτερες ημέρες.

Δημοσιεύτηκε στην "Καθημερινή" την 1/5/2017.

Το υπόδειγμα καταπίνει την οικονομία

Αμνησία για το παρελθόν, δυστοκία για το παρόν, δυστοπία για το μέλλον. Το υπόδειγμα της «ενάρετης οικονομίας», με τις ενδογενείς αντιφάσεις του και με αντιστροφές της αιτιότητας (τι έφταιξε, τι φταίει, πώς φτάσαμε ώς εδώ;), καταλήγει πάντοτε μοιραία στην αυτοϋπονόμευσή του∙ στον κοινωνικό κατακερματισμό.

Και, φυσικά, δεν είναι η πρώτη φορά που εμφανίζεται παρόμοιος κάματος υποβάθμισης της πραγματικότητας στο όνομα κάποιας άλλης που δεν υπάρχει παρά μόνο στη φαντασία των εμπνευστών της. Αυτά για το ΔΝΤ, για τον Σόιμπλε, αυτά για τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα, αυτά για τον Κυριάκο Μητσοτάκη και τα επιτελεία.

Διαβάζοντας το τελευταίο βιβλίο του Κώστα Βεργόπουλου «Η νέα παγκόσμια αναταραχή» (Gutenberg, 2017), καταλαβαίνει κάποιος πως ό,τι μας συμβαίνει έχει μια ιστορία που -αν ιδωθεί στις πολλές διαστάσεις της (εθνικές, ευρωπαϊκές, παγκόσμιες)- υπάρχει μια πιθανότητα να ερμηνευτεί η εξάντληση της εποχής.

Αλλά κι αν η μετάβαση στη νέα εποχή δεν έχει πάρει συγκεκριμένη μορφή, «αν η σύγχυση των από πάνω τροφοδοτεί τη σύγχυση των από κάτω... γιατί είναι υποχρεωτικό να συνοδεύεται από όλεθρο και εκατόμβες για τους "αμάχους", τους πιο αδύναμους της αλυσίδας;» Κι όμως, γίνεται ακριβώς αυτό: η εποχή γεννάει τέρατα.

Ο Βεργόπουλος μιλά για τις εμμονές της Ευρώπης, για την κρατούσα γερμανική αντίληψη που αποδίδει τις απειλές και τους κινδύνους όχι στις «μεταρρυθμίσεις» που περιθωριοποιούν εκατομμύρια πληθυσμών, αλλά αντιθέτως στην καθυστέρηση της εφαρμογής τους.

Μιλά για τον αντι-ελιτισμό και τον λαϊκισμό, για την Αργεντινή, τη Βραζιλία, για τα κινήματα της Αριστεράς, αλλά και για τη χρηματιστικοποίηση των τροφίμων και την πλανητική κρίση διατροφής.

Ομως, εδώ, η ελληνική κρίση γίνεται ένα αναλυτικό παράδειγμα που δείχνει πώς συνδέονται οι οικονομικές, οι ιδεολογικές και οι πολιτισμικές αλλαγές με τα πολιτικά γεγονότα και πώς ένα κατ' εξοχήν εθνικό ζήτημα εμπλέκεται με τις ετερογονίες των διεθνών εξελίξεων.

Και τα ενδιαφέροντα: Κατά την επίμαχη τελευταία επταετία, σύμφωνα με τα στοιχεία του Βεργόπουλου, η Ελλάδα κατέγραψε σωρευτική απώλεια εθνικού εισοδήματος 31%, ενώ αντιθέτως η Ιρλανδία αύξησε το εθνικό της εισόδημα κατά 31%, η Ισπανία κατά 3,8%, η Πορτογαλία κατά 3,4% και η Κύπρος έχει ήδη σταθεροποιήσει το δικό της.

Κι ακόμη, κατά την τελευταία τριετία, 2014-2016, ενώ η Ελλάδα καταγράφει συρρίκνωση του εθνικού της εισοδήματος κατά 2,4%, η Ισπανία σημειώνει συνολική αύξηση κατά 8,3%, η Πορτογαλία κατά 10,6%, η Ιρλανδία κατά 25,6%, η Κύπρος έχει ήδη εισέλθει σε θετικούς ρυθμούς, ενώ η Ιταλία κινείται στο όριο της στασιμότητας.

Γιατί άραγε η χώρα μας παραμένει σε κατάσταση σοκ, ενώ οι άλλες ομόλογες χώρες φαίνεται να το έχουν ξεπεράσει; Γιατί στην Ελλάδα, κατά την επίμαχη επταετία, οι μισθοί και συντάξεις περικόπηκαν κατά 50%, ενώ αυτό δεν συνέβη σε καμιά από τις ομοιοπαθείς χώρες;

Οι βίαιες περικοπές εισοδημάτων και η υπερφορολόγηση στάθηκαν οι κύριες αιτίες για την κατάρρευση όχι μόνον της εσωτερικής αγοράς, αλλά και των τραπεζικών καταθέσεων, εφόσον οι φορολογούμενοι αναπληρώνουν τις απώλειες εισοδήματος αντλώντας αποταμιεύσεις.

Για τη σύγχρονη ελληνική τραγωδία η ευθύνη προσάπτεται στους αρχιτέκτονες της ελληνικής συνταγής και, όχι λιγότερο, στις ελληνικές κυβερνήσεις της επταετίας, που όχι μόνο δεν ανέδειξαν επαρκώς τις καταστροφικές συνέπειές της, αλλά και σπεύδουν μέχρι σήμερα να διαβεβαιώνουν ότι με την υποδειγματική και σχολαστική τήρησή της, με ακόμη περισσότερο πλεόνασμα, ανοίγει ο δρόμος προς τις αγορές, τις επενδύσεις, την ανάπτυξη. Μακάρι.

Ομως, στις μέρες μας θυσιάζεται το μείζον. Κάποτε η ατομική αποτυχία θεωρούνταν απώλεια για το σύνολο. Σήμερα θεωρείται κέρδος, αφού έτσι υποτίθεται ότι το σύνολο απαλλάσσεται από τα παράσιτά του για να βαδίσει, οψέποτε, προς υψηλότερες επιδόσεις. Το παράδοξο είναι ότι οι «χαμένοι» και «ξοφλημένοι» επανέρχονται σήμερα στο προσκήνιο διεκδικώντας με οργή το δικαίωμα στην ύπαρξη.

Οι πρώτες δεκαετίες του 21ου θυμίζουν τις τελευταίες του 19ου αιώνα, όπως αποτυπώθηκαν στους νεκροζώντανους «Βρυκόλακες» και στον «Εχθρό του Λαού» από τον Ιψεν, στους «Δανειστές» και στη «Σονάτα των φαντασμάτων» από τον Στρίντμπεργκ, στο «Χρήμα» από τον Εμίλ Ζολά ή στο «Μπελ-Αμί» (Φιλαράκος) του Γκι ντε Μοπασάν. Τότε, η υπερχρέωση και η αρπακτικότητα των πιστωτών προοικονομούσαν την ποιότητα των κοινωνιών και ό,τι ακολούθησε το 1914-1918 και μετά.

Τελικά, υπάρχει «ενάρετη οικονομία» χωρίς κυβερνητικές αρετές και δίχως δίκαιη κατανομή εισοδημάτων; Αυτά ρωτάει, αυτά υπερασπίζεται ο Κώστας Βεργόπουλος για το σήμερα και το αύριο.

Και επειδή ο λόγος για τον Βεργόπουλο, εκτός από τις όποιες επισημάνσεις σχετικά με το θέμα του, οφείλω και μία τελευταία: δεν είναι το θέμα που δίνει αξία στη σκέψη και στο επιχείρημα, αλλά η ειλικρίνεια, η καθαρότητα και η αλήθεια που κομίζει στα δημόσια.

«Σε όλες τις ιστορικές περιπτώσεις, η εμμονή στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα έναντι οποιουδήποτε τιμήματος κατέληξε στην αποσάθρωση των ελάχιστων αναγκαίων προϋποθέσεων για την εσωτερική οικονομική και κοινωνική σταθερότητα».

Δημοσιεύτηκε στην "Εφημερίδα των Συντακτών" στις 27/4/2017.

Η χώρα χρειάζεται, η χώρα ζητάει

Στα αρχεία των Δημοσίων Εγγράφων των προέδρων των Ηνωμένων Πολιτειών υπάρχει ένα έγγραφο με μια ομιλία του Φραγκλίνου Ρούζβελτ.

Ο Ρούζβελτ στις 22 Μαΐου του 1932, μιλώντας στους αποφοίτους του Πανεπιστημίου Oglethorpe της Ατλάντα, είχε τονίσει αρκετά πράγματα σε σχέση με την πραγματικότητα της ύφεσης στη χώρα του.

Αναγνώριζε πως όλοι βρίσκονταν «στο κατώφλι μιας θεμελιώδους αλλαγής στη γνωστή οικονομική μας σκέψη...» ∙ έδειχνε πεπεισμένος πως «ό,τι μπορούμε να πετύχουμε με μια ένεση ζωής στην προβληματική οικονομική μας τάξη, δεν θα διαρκέσει για πολύ, παρά μόνον αν μπορέσει να επιφέρει μια σοφότερη, δικαιότερη κατανομή του εθνικού εισοδήματος».

Βέβαια, διαισθητικά ο Ρούζβελτ δούλευε πάνω στους βασικούς κανόνες του Νιου Ντιλ που από τις ΗΠΑ μεταφέρθηκε στη Βρετανία και στην ηπειρωτική Ευρώπη δίνοντας τη δυνατότητα, αφενός, να στηθούν όρθιοι οι άνθρωποι και οι χώρες από τον όλεθρο του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και, αφετέρου, να βιωθεί το κράτος πρόνοιας και η μεταπολεμική ευημερία που διήρκεσε έως τη δεκαετία του '70.

Είχε πει κι άλλα: «...Δεν πρέπει να συγχέουμε τους στόχους με τις μεθόδους. (...) Η χώρα, εκτός από ψυχραιμία, χρειάζεται τολμηρό, επίμονο πειραματισμό. Η κοινή λογική απαιτεί να βρούμε μία μέθοδο και να τη δοκιμάσουμε. Αν αποτύχει, να το παραδεχτούμε με ειλικρίνεια και να δοκιμάσουμε μιαν άλλη. Αλλά πάνω απ' όλα, επιτέλους να δοκιμάσουμε κάτι. (...)

Χρειαζόμαστε ενθουσιασμό, φαντασία και ικανότητα για να μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε με γενναιότητα τα γεγονότα, ακόμα και τα δυσάρεστα. Πρέπει να διορθώσουμε, με δραστικά μέσα αν είναι απαραίτητο, τα λάθη του οικονομικού μας συστήματος, που τώρα μας κάνει και υποφέρουμε.

Χρειαζόμαστε το θάρρος της νεολαίας. Εσείς οι νέοι δεν έχετε να διαλέξετε μόνο τον προσωπικό σας δρόμο στον κόσμο, αλλά έχετε το καθήκον να ξαναφτιάξετε τον κόσμο σας!».

Πού είναι όλα αυτά, εδώ; Ας κάνουμε ορισμένες γενικές επισημάνσεις.

Το Νιου Ντιλ ήταν σαν αυτό που είχε πει με άλλα λόγια ο Καποδίστριας: «εις δεινά ελληνικά, θεραπεία ελληνική». Ηταν μια συμφωνία των βασικών κοινωνικών εταίρων εντός της χώρας: των επιχειρήσεων, των εργαζομένων και των θεσμικών μηχανισμών του κράτους.

Και στόχους το Νιου Ντιλ είχε αυτό που συχνά οι ιστορικοί αποκαλούν «3 Rs» (Relief, Recovery, Reform): ανακούφιση αδυνάτων, ανάκαμψη της οικονομίας και αναμόρφωση του χρηματοπιστωτικού συστήματος της χώρας ώστε να μην επαναληφθεί παρόμοια ύφεση. Αυτά χρειάζεται η χώρα.

Υπάρχει κάτι τέτοιο; Οι ανακεφαλαιοποιημένες τράπεζες γυρίζουν την πλάτη στην πραγματική οικονομία∙ οι επιχειρήσεις γυρίζουν την πλάτη στην εργασία –κάτι που μακροπρόθεσμα πλήττει και τις τράπεζες και τις επιχειρήσεις. Οι επιχειρηματίες δεν πληρώνουν καν τους ελάχιστους μισθούς που έχουν υποχρέωση να καταβάλλουν στους εργαζομένους.

Σήμερα το Νιου Ντιλ μεταφράζεται από τους περισσότερους σαν αίτημα: «Πρέπει να μας χαρίσετε το χρέος για να προχωρήσουμε» -κάτι, βεβαίως, που δεν ισχύει.

Ο κλήρος, τότε, έπεφτε στους νέους. Οι νέοι σήμερα νιώθουν ματαιωμένοι∙ βιώνουν την περιθωριοποίησή τους∙ οι πιο ταλαντούχοι εγκαταλείπουν τη χώρα. Οσοι από τους πολιτικούς έχουν μιλήσει στη νεολαία έχουν αρθρώσει λόγο αυτάρεσκο, διχαστικό, κομματικό, αγνοώντας το κοινό καλό. Λ.χ., θεωρείται τύχη και όχι σπατάλη πόρων όταν οι πτυχιούχοι δουλεύουν σερβιτόροι ή απασχολούνται σε πεντάμηνα ΕΣΠΑ της περιφέρειας.

Η χώρα παραπαίει μέσω ενός συστήματος που επίσης παρασιτεί εις βάρος των θυμάτων που δημιούργησε. Το πολιτικό σύστημα, ταυτισμένο με το κράτος, αφού ικανοποίησε όλες τις απαιτήσεις τραπεζών, κρατικοδίαιτων επιχειρηματιών, ομάδων συμφερόντων, κομματικών στρατοπέδων, ομίλων ενημέρωσης κ.ά., κατηγορεί τώρα το κράτος ως σπάταλο και διεφθαρμένο.

Και οι κατηγορίες εκτοξεύονται με ιδεολογική πολιτική απόχρωση, ακριβώς από εκείνους που επωφελήθηκαν από τη συμμετοχή τους στη σπατάλη και τη διαφθορά των μηχανισμών του αναποτελεσματικού ελληνικού κράτους.

Προφανώς αυτό το σύστημα ζει τελείως ανυπόληπτο, αναπαράγοντας τις εγγενείς δυσπλασίες του, χωρίς να σχεδιάζει. Οι πολιτικές ελίτ δεν βλέπουν τα στοιχειώδη. Για να σωθεί η χώρα, κάποιοι ήδη έχουν θυσιαστεί, έχουν εξοντωθεί και κάποιοι έχουν γίνει αθέατοι. Οι άνεργοι είναι σαν να μην υπάρχουν.

Η ομιλία του Ρούζβελτ στα Δημόσια Εγγραφα των ΗΠΑ είχε καταχωρισθεί με τον υπότιτλο «Η χώρα χρειάζεται, η χώρα ζητάει ανθεκτικούς πειραματισμούς».

Τι χρειάζεται η χώρα; Χρειάζεται καλά σχολεία και πανεπιστήμια. Χρειάζεται καλά νοσοκομεία. Καλούς δρόμους και καλά αποχετευτικά∙ πολιτισμό∙ εντιμότητα∙ καινοτομίες. Χρειάζεται ηγεσίες που να ταξιδεύουν μαζί με τους πολίτες στο ίδιο βαγόνι.

Δεν χρειάζεται τους πειραματισμούς των πολιτικών delivery.

Και τι θέλουν οι πολίτες; Θέλουν την αλήθεια. Θέλουν να βρίσκουν μια θέση εργασίας και να ζουν από τη δουλειά τους. Θέλουν μια ζωή χωρίς την «κανονικότητα» της κρίσης. Χωρίς ειδήσεις για νέα μέτρα, για νέες «μεταρρυθμίσεις» που δεν μεταρρυθμίζουν.

Οι νέοι θέλουν τη μοίρα τους. Θέλουν μια δίκαιη ζωή και τον απλό στόχο: συνολική ευημερία και αξιοπρέπεια. Αυτά είναι που θέλουν και είναι ακριβώς αυτά που μερικοί τους τα αρνούνται.

Δημοσιεύτηκε στην "Εφημερίδα των Συντακτών" στις 21/4/2017.

Η ώρα της διαμεσολάβησης για τον εξωδικαστικό;

Αναμενόταν από καιρό, τέθηκε πρόσφατα σε διαβούλευση που έληξε στις αρχές του εκπνέοντος μήνα και εισήχθη εχθες στην κεντρική νομοπαρασκευαστική επιτροπή. Πράγματι το σχέδιο νόμου του υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης σχετικά με την εφαρμογή του Εξωδικαστικού Μηχανισμού Ρύθμισης Οφειλών, δηλαδή της διαμεσολάβησης, της διαπραγμάτευσης των επιχειρηματικών δανείων, γρήγορα και μόνιμα, αποτελούσε αίτημα τουλάχιστον από την αρχή της κρίσης.

Οι επιχειρήσεις διακρίνονται σε δύο κατηγορίες (μεγάλες και μικρές) με κριτήριο τον κύκλο εργασιών και επίσης αριθμητικό είναι και το όριο υπαγωγής στις διατάξεις της νομοθετικής πρωτοβουλίας του υπουργείου Οικονομίας, υπό την έννοια ότι μπορούν να χαίρουν των περιλαμβανομένων ρυθμίσεων όλες οι επιχειρήσεις που έχουν ληξιπρόθεσμες οφειλές από 20.000 ευρώ.

Επιπλέον, δεν γίνεται διάκριση σε ατομικές ή εμπορικές επιχειρήσεις. Στον νόμο θα υπάγονται α) κάθε φυσικό πρόσωπο με πτωχευτική ικανότητα, καθώς και β) κάθε νομικό πρόσωπο το οποίο αποκτά εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα. Ως απαραίτητη προϋπόθεση τίθεται μόνο η φορολογική κατοικία του αιτούντος να είναι στην Ελλάδα. Αξίζει εδώ να σημειωθεί ότι σύμφωνα με το ισχύον θεσμικό πλαίσιο, ο ασκών εμπορική δραστηριότητα, ελεύθερος επαγγελματίας/έμπορος, που δεν έχει συστήσει εταιρεία, θεωρείται ότι έχει ατομική επιχείρηση.

Βασική αρχή των προωθούμενων λύσεων είναι η καθολικότητα αντιμετώπισης των ληξιπρόθεσμων οφειλών, υπό την έννοια ότι προκρίνεται η ρύθμιση οφειλών προς οποιονδήποτε πιστωτή, δηλαδή και το Δημόσιο, και συμπεριλαμβάνονται και υποχρεώσεις που δεν είναι αμιγώς επιχειρηματικές, υπό την προϋπόθεση όμως ότι έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμες μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2016.

Επιπλέον περιλαμβάνεται και η προστασία και εγγυητών/συνοφειλετών, οι οποίοι συνυποβάλλουν αίτηση μαζί με τον επιχειρηματία φυσικό ή νομικό πρόσωπο. Για την έναρξη της διαδικασίας πρέπει να συμμετέχουν οι πιστωτές που αντιπροσωπεύουν τουλάχιστον το πενήντα τοις εκατό των απαιτήσεων κατά του οφειλέτη. Η αίτηση υποβάλλεται μόνο ηλεκτρονικά ώς την 31η Δεκεμβρίου 2018, είτε αυτοβούλως από τον ίδιο τον οφειλέτη ή ύστερα από πρόσκληση των πιστωτών του προς τον οφειλέτη που κοινοποιείται και στην Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους, προκειμένου η επιχείρηση να καταθέσει εντός διμήνου τη σχετική αίτηση/σχέδιο εξυγίανσης.

Ιδιαίτερη σημασία πρέπει να δοθεί στο γεγονός ότι εκτός από την περιγραφή των υποχρεώσεων του αιτούντος, αυτός ο τελευταίος οφείλει να αιτιολογήσει επαρκώς τους λόγους της οικονομικής του αδυναμίας. Προκρίνεται λοιπόν κι εδώ το κριτήριο της μη υπαίτιας περιαγωγής σε αδυναμία πληρωμών, αλλά και της επαρκούς αιτιολόγησης της κατάστασης αυτής. Εξάλλου υπογραμμίζεται και η υποχρέωση αναλυτικής αναφοράς των πλήρων στοιχείων κάθε συνοφειλέτη. Η αίτηση πρέπει επίσης να περιέχει και όλα τα ονόματα των υπαλλήλων της επιχείρησης καθώς και της αναλυτικής κατάστασης των αμοιβών τους. Σημειώνεται επίσης ότι και προκειμένου για τον υπολογισμό της αξίας των παγίων και συγκεκριμένα των ακινήτων που ενδεχομένως να ρευστοποιηθούν, κρίνεται υποχρεωτική η έκθεση εκτιμητή ακινήτων, ή ελλείψει αυτής ως αξία των ακινήτων στην αίτηση δηλώνεται η αξία που λαμβάνεται υπ' όψιν για τον υπολογισμό του Ενιαίου Φόρου Ιδιοκτησίας Ακινήτων. Η αίτηση περιλαμβάνει και τη ρητή συγκατάθεση του δανειολήπτη για άρση του τραπεζικού και φορολογικού του απορρήτου.

Σύμφωνα με το σχέδιο νόμου, κεντρικό ρόλο λαμβάνουν οι διαπιστευμένοι διαμεσολαβητές του Ν.3898/2010, υπό την «αιγίδα» της Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης του Ιδιωτικού Χρέους. Ο διαμεσολαβητής ενεργεί εδώ ως εγγυητής της όλης διαδικασίας. Και αυτός ο κεντρικός ρόλος του φαίνεται κατ' αρχάς τυπικά, αφού με την ανάληψη της υπόθεσης, εξετάζει την πληρότητα του φακέλου και στην περίπτωση διαπίστωσης ελλείψεων καλεί τον δανειολήπτη να τον συμπληρώσει. Αν ο φάκελος είναι πλήρης, εκδίδεται από τον διαμεσολαβητή βεβαίωση που πιστοποιεί ακριβώς την πληρότητα και εκκινεί την κατ' ουσίαν διαδικασία, όπου τυγχάνουν εφαρμογής όλες οι βασικές αρχές της διαμεσολάβησης. Ετσι επιβάλλονται ως βασικές αρχές αυτή της εχεμύθειας του συνόλου των συμμετεχόντων μερών, η αντικειμενικότητα και η αμοιβαιότητα της ωφέλειας από τη συμφωνία των μερών.

Η νομοθετική αυτή πρωτοβουλία εξυπηρετεί δύο βασικούς στόχους. Από τη μια μεριά, την ενίσχυση της οικονομικής ανάπτυξης, μέσα από την απαγκίστρωση των επιχειρήσεων από τις λιμνάζουσες και εκκρεμείς ληξιπρόθεσμες οφειλές τους, ρυθμίζοντάς τες ορθολογικά και από την άλλη, αποτελεί την πρώτη επίσημη και ρητή ευκαιρία της αποκλειστικής εφαρμογής της διαμεσολάβησης. Αν επιτύχει στο πεδίο της επιχειρηματικής υπερχρέωσης, τότε άμεσα θα αποτελέσει τον προνομιακό τρόπο επίλυσης σχεδόν όλων των διαφορών και θα αποσυμφορήσει τα δικαστήρια από ατελέσφορες διαμάχες, υπηρετώντας έτσι την ουσιαστική δικαιοσύνη.

Δημοσιεύτηκε στην "Καθημερινή" την 1/4/2017.

Να συμμετέχει κανείς ή να μην συμμετέχει; Ιδού τα ερωτήματα

Πριν την έναρξη οιασδήποτε διαδικασίας συμμετοχής των πολιτών, απαιτούνται εγγυήσεις τήρησης της σαφήνειας, της διαφάνειας, της ισηγορίας και της αρτιότητας ενημέρωσης, καθόλη τη διάρκεια και σε όλα τα στάδια του σχεδιασμού και της σύνταξης του Συντάγματος. Καθώς οι αξίες αυτές ισχύουν μόνον στον βαθμό και όπως συγκεκριμενοποιούνται από την επιλεγμένη πολιτική ή μεθοδολογία, είναι καθοριστικής σημασίας να δοθεί ακριβής και λεπτομερής περιγραφή του συνόλου των προβλεπόμενων διαδικασιών και η ρητή δέσμευση της κυβέρνησης για την τήρηση αυτών.

Είναι λοιπόν απαραίτητο να γνωρίζουν οι πολίτες, πριν ανταποκριθούν σε κάλεσμα της κυβέρνησης για συμμετοχή ή κινητοποίηση, την επίσημη τοποθέτησή της στις κάτωθι ερωτήσεις :

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ Ή ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
Πρόκειται για αναθεωρητική ή για συντακτική διαδικασία;

1.1. Η αναθεωρητική αποτελεί έργο της συντεταγμένης πολιτείας και εκφράζει τη θέληση της υπάρχουσας κρατικής εξουσίας. Σε αυτή τη περίπτωση η συμμετοχή των πολιτών έχει κυρίως συμβουλευτικό χαρακτήρα καθώς δεν υπάρχει μεταφορά πολιτικής ισχύος και η δύναμη απόφασης παραμένει στα χέρια των κρατικών οργάνων. Η ενσωμάτωση των προτάσεων των πολιτών στο τελικό κείμενο του νέου συντάγματος είναι επιθυμητή όχι απαραίτητα δεσμευτική.

Ο θεσμός του υποχρεωτικού συνταγματικού δημοψηφίσματος θα αποτελούσε μια μορφή άμεσης έκφρασης της λαϊκής βούλησης με δεσμευτικό χαρακτήρα για την συντεταγμένη εξουσία. Το άρθρο 110 που αφορά την διαδικασία αναθεώρησης του Ελληνικού Συντάγματος δεν προβλέπει συντακτικό δημοψήφισμα.

Η συμμετοχή των πολιτών μπορεί επίσης να έχει εποπτικό χαρακτήρα ως κοινωνικός έλεγχος της συντεταγμένης εξουσίας χωρίς ωστόσο δύναμη επιβολής.

1.2. Η συντακτική διαδικασία αντιθέτως, εκφράζει θέληση πρωτογενή, που προϋπάρχει του κράτους και επιτάσσει την συμμετοχή των πολιτών, των οποίων η βούληση είναι δεσμευτική για τη σύνταξη του νέου Συντάγματος.

1.3. Η συντακτική διαδικασία απαιτεί τη διασφάλιση της ακριβούς καταγραφής των προτάσεων των πολιτών και τη σύνταξη του Συντάγματος βάσει αυτών χωρίς αλλοιώσεις.

ΠΛΑΙΣΙΟ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗΣ ΠΟΛΙΤΩΝ
Ποιο είναι το πλαίσιο εντός του οποίου καλούνται να συμμετάσχουν οι πολίτες;

2.1. Εγγράφεται η προαναγγελθείσα διαδικασία διαβούλευσης, σε ένα ευρύτερο σχέδιο οικοδόμησης ουσιαστικής και διευρυμένης συμμετοχής των πολιτών, στις πολιτικές αποφάσεις σε όλα τα επίπεδα διακυβέρνησης (τοπικό, περιφερειακό, εθνικό), τόσο στην εκτελεστική, όσο και στην νομοθετική, και την αναθεωρητική εξουσία, με κατάλληλη νομοθετική κατοχύρωση – όπως άλλωστε προτείνει η ειδική επιτροπή του Συμβουλίου της Ευρώπης για όλα τα κράτη μέλη (1);

Υπάρχει η πολιτική βούληση όχι μόνον νομοθετικής ρύθμισης αλλά και συνταγματικής κατοχύρωσης των ανωτέρω, στο πλαίσιο της δηλωμένης ως "επανάστασης δημοκρατίας" και της "ενίσχυσης θεσμών άμεσης δημοκρατίας" (2);

2.2. Μέσα από ποιες διαδικασίες (αποφάσεις βουλής, τροποποιήσεις νόμων) θα εξασφαλιστεί η πλήρης κατοχύρωση της νομιμότητας και συνταγματικότητας της ουσιαστικής συμμετοχής των πολιτών στη συντακτική διαδικασία, ώστε να αποσοβηθεί ο κίνδυνος υποβάθμισης ή ακύρωσης της συμβολής των πολιτών;

2.3. Με ποιο τρόπο θα αποφασιστεί η σύνθεση, οι αρμοδιότητες και ο τρόπος λειτουργίας της "οργανωτικής επιτροπής"; Θα εμπλακούν οι πολίτες στην απόφαση αυτή; Θα προβλέπεται η συμμετοχή πολιτών κατόπιν κλήρωσης ή εκλογής, ως ισότιμων μελών;

2.4. Ποιοι θα είναι οι στόχοι της δημόσιας διαβούλευσης : α) διατύπωση ερωτημάτων για διεξαγωγή δημοψηφίσματος, β) συλλογή προτάσεων για τη συγγραφή του νέου Συνταγματος, γ) σχολιασμός προτάσεων κυβέρνησης και κομμάτων;

2.6. Προβλέπεται πλαίσιο (σε φυσικό ή/και διαδικτυακό χώρο) όπου η συμμετοχή θα είναι ανοιχτή προς όλους; Προβλέπεται πλαίσιο διαμόρφωσης αντιπροσωπευτικού δείγματος του πληθυσμού με κλήρωση και σε ποια φάση της διαδικασίας, οργανωμένη από ποιον φορέα;

2.7. Πως θα εξασφαλιστούν οι απαραίτητοι οικονομικοί πόροι και το κατάλληλα εκπαιδευμένο ανθρώπινο δυναμικό για τη διοργάνωση και το συντονισμό (facilitation) των συναντήσεων διαβούλευσης;

2.8. Σε περίπτωση ανάληψης της ευθύνης διοργάνωσης από την τοπική αυτοδιοίκηση, πως θα διασφαλιστεί η απαραίτητη ευαισθητοποίηση και η κατάλληλη εκπαίδευση των αρμόδιων δημόσιων λειτουργών σε ένα άγνωστο μέχρι ώρας αξιακό σύστημα, που επιχειρεί να θέσει τον πολίτη στο κέντρο του σχεδιασμού των θεσμών;

2.9. Πως θα σχεδιαστεί η συμμετοχή σε φυσικό και διαδικτυακό χώρο, ώστε να διασφαλιστούν, η ισηγορία, η συμπερίληψη, η ισότιμη πρόσβαση των πολιτών και ειδικότερα των ευπαθών ομάδων, και η τήρηση λογικού χρονικού πλαισίου;

ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗΣ
Ποιος θα αναλάβει τη διαχείριση και πως θα γίνει η επεξεργασία των δεδομένων από την συμμετοχή των πολιτών;

3.1. Πως θα συσταθεί (κλήρωση, εκλογή, διορισμό) ο φορέας που θα αναλάβει την επεξεργασία της δημόσιας διαβούλευσης και με ποια σύνθεση (ειδικοί, ειδικοί και πολίτες);

3.2. Βάσει ποιων κριτηρίων θα γίνει η επιλογή των δεδομένων(input); Ποιο σύστημα κατηγοριοποίησης και επισήμανσης (labelling) θα εφαρμοστεί;

3.3. Πως θα εξασφαλιστεί ικανοποιητική αποκρισιμότητα του φορέα, με διαρκή ενημέρωση του κοινού σχετικά με το ποιες καταχωρήσεις υιοθετούνται και ποιες αποκλείονται, με επαρκή αιτιολόγηση;

ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΣΤΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑ – ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ
Πως θα διασφαλιστεί η άρτια ενημέρωση και ανεμπόδιστη πρόσβαση στη πληροφορία;

4.1. Πως θα διασφαλιστεί καθόλα τα στάδια της διαδικασίας η έγκαιρη, επίκαιρη, ακριβής δημοσιότητα της διαδικασίας και του παραγόμενου περιεχομένου της, διατυπωμένη σε σαφή και κατανοητή γλώσσα και δημοσιοποιημένη με κατάλληλο, εύκολα προσβάσιμο τρόπο (format).

4.2. Θα υπάρξει εγγύηση ανοιχτής και ελεύθερης πρόσβασης (open και free) σε όλα τα σχετικά έγγραφα και δεδομένα μέσω άρτια οργανωμένης πλατφόρμας και κατάλληλων ιστοσελίδων με λειτουργική μηχανή αναζήτησης;

4.3. Θα υπάρξει καμπάνια ευαισθητοποίησης (awareness-raising) και ενημέρωσης για την προώθηση του πολιτισμού της συμμετοχής και τη διεύρυνση δυνατότητας πρόσβασης;

4.4. Πως θα αξιοποιηθούν τα Μ.Μ.Ε. για την αποτελεσματικότερη διάχυση της πληροφορίας και την προώθηση της σημασίας της λαϊκής συμμετοχής;

ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ – ΛΟΓΟΔΟΣΙΑ
Υπάρχει σαφής πρόβλεψη για την αποτελεσματική εποπτεία του συνόλου της διαδικασίας;

5.1. Πως διασφαλίζεται ο κοινωνικός έλεγχος καθόλα τα στάδια της διαδικασίας; Προβλέπεται π.χ. παρατηρητήριο πολιτών ή διαδικασία citizen auditing;

5.2. Προβλέπονται, αποτελεσματικές διαδικασίες για κατάθεση παραπόνων, εύκολη πρόσβαση στη δικαιοσύνη και μηχανισμοί επανόρθωσης (redress mechanisms) σε περίπτωση που η συμμετοχή των πολιτών δεν πραγματοποιήθηκε σύμφωνα με το προβλεπόμενο ρυθμιστικό πλαίσιο;

5.3. Στο πλαίσιο της διαδικτυακής συμμετοχής θα διασφαλίζεται η διαφάνεια ως προς την ταυτότητα των συμμετεχόντων (επώνυμη κατάθεση απόψεων) και τη σχέση τους με ειδικά συμφέροντα; Επίσης, θα προβλέπεται η μη κατάχρηση συστήματος ψήφισης (ένας συμμετέχων, μια ψήφος);

ΥΠΑΡΧΟΝΤΑ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ – ΤΕΧΝΟΓΝΩΣΙΑ
Προβλέπεται πλαίσιο συνεργασίας και αξιοποίηση υπάρχουσας τεχνογνωσίας;

6.1. Πως θα αξιοποιηθούν παραδείγματα συμμετοχικής προσέγγισης στη συνταγματική αναθεώρηση, όπως π.χ. εκείνα της Ισλανδίας και του διαδικτυακού πληθοπορισμού από το παν/μιο LSE;

6.2. Ποια σχέση θα αναπτυχθεί με φορείς χωρών εξωτερικού που την τρέχουσα περίοδο βρίσκονται σε αντίστοιχη πορεία μελέτης και σχεδιασμού σύνταξης Συντάγματος με τη συμμετοχή των πολιτών, όπως Χιλή, Αγγλία;

6.3. Ποια σχέση θα αναπτυχθεί με φορείς κορυφαίων παραδειγμάτων σχεδιασμού θεσμών από τους πολίτες, όπως G 1000 (Βέλγιο, Ολλανδία), Citizen's Assembly (Καναδάς), κλπ;

Δημοσιεύτηκε στο portal.politeia2.org στις 30/10/2016.

Σαν να μη συνέβη ποτέ ο 20ός αιώνας

Θα αρχίσω με την αποστροφή του ιστορικού Τόνι Τζαντ όταν μιλούσε για μερικούς ηγέτες της Δύσης: «Ανεξάρτητα από τις πολιτικές τους πεποιθήσεις, ο Λεόν Μπλουμ και ο Ουίνστον Τσόρτσιλ, ο Λουίτζι Εϊναούντι και ο Βίλι Μπραντ, ο Λόιντ Τζορτζ και ο Φραγκλίνος Ρούζβελτ αντιπροσώπευαν μια πολιτική τάξη που αντιμετώπιζε με βαθιά ευαισθησία τις ηθικές και κοινωνικές της ευθύνες.

Παραμένει ανοιχτό το ερώτημα αν ήταν οι περιστάσεις που γέννησαν τους πολιτικούς ή αν ήταν η κουλτούρα της εποχής που ώθησε ανθρώπους τέτοιου αναστήματος να μπουν στην πολιτική. Σήμερα κανένα από τα δύο κίνητρα δεν ισχύει. Οσον αφορά την πολιτική, η εποχή μας είναι εποχή πυγμαίων» (Τόνι Τζαντ, «Τα δεινά που μαστίζουν τη χώρα», Αλεξάνδρεια, 2012).

Ενδεχομένως, τα ίδια θα λέγαμε για τους ηγέτες που ακολούθησαν το ευρωπαïκό όραμα του Ρομπέρ Σουμάν και του Ζαν Μονέ και έμειναν στην ιστορία ως οι «Πατέρες της Ε.Ε.»: Κόνραντ Αντενάουερ (Γερμανία), Γιόζεφ Μπεχ (Λουξεμβούργο), Αλτσίντε ντε Γκάσπερι και Αλτιέρο Σπινέλι (Ιταλία), Πολ Ανρί Σπάακ (Βέλγιο) κ.ά. Στην εποχή τους, ίσχυε η αρχή του Σπινόζα: «Η διά της λογικής κατανόηση της ζωής και του κόσμου».

Θα μπορούσαν να ισχύουν τα ίδια για τους ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ενωσης στη σύνοδο κορυφής της Ρώμης της 25ης Μαρτίου 2017; Θα γιορταστούν τα 60 χρόνια της Συνθήκης της Ρώμης, χωρίς την πρωθυπουργό της Βρετανίας Τερέζα Μέι. Καθώς δείχνουν τα πράγματα, θα είναι μια γιορτή για μια παλιά υπόθεση, με αναπολήσεις, αυτοεπιβεβαιώσεις, ανέκδοτα και αυτοσυγχαρητήρια και όχι ευκαιρία να σκεφτούν αυτό που πραγματικά χάνεται.

Ποιες είναι οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Ε.Ε.;

Η αβεβαιότητα των ευρωατλαντικών σχέσεων με την έλευση του Τραμπ. Η αντιμετώπιση του προσφυγικού-μεταναστευτικού αλλά και οι σχέσεις με την Τουρκία του νεο-σουλτάνου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Ο πόλεμος στη Μέση Ανατολή και η εξαγωγή της ισλαμιστικής τρομοκρατίας. Η διαχείριση του Brexit που ήδη έχει κατεδαφίσει μια από τις ιδρυτικές υποθέσεις της Ευρώπης. Η έξαρση του ακροδεξιού εθνικισμού και του ευρωσκεπτικισμού που διχάζει την Ευρώπη και απειλεί το έργο των προηγούμενων έξι δεκαετιών.

Η γήρανση του πληθυσμού, δεδομένου ότι η μεταπολεμική έκρηξη των γεννήσεων (baby boom) αντικαθίσταται από μείωσή τους (baby crash), με μελλοντικά δημοσιονομικά ζητήματα σχετικά με τη χρηματοδότηση των συντάξεων – χώρια η μεγάλη ανεργία. Η εξωτερική πολιτική στο ασταθές παγκόσμιο περιβάλλον, η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, αλλά και η αντιμετώπιση ανθρωπιστικών ζητημάτων. Οι εκλογές στη Γαλλία και τη Γερμανία. Οι σχέσεις ευρωπαϊκού Βορρά και Νότου.

Αφήνω τελευταίο το θέμα της Ελλάδας και τον κίνδυνο του Grexit που -τόσα χρόνια μετά- βρίσκεται σε εκκρεμότητα όχι μόνο με ευθύνη των ελληνικών κυβερνήσεων.

Ηδη η «Λευκή Βίβλος για το Μέλλον της Ευρώπης» του προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ με πέντε πιθανά σενάρια για την Ευρώπη: από μια απλή τελωνειακή ενιαία αγορά μέχρι την ολοκλήρωση της ομοσπονδοποίησης.

Σε κάθε περίπτωση, προοικονομεί μια -φαινομενικά αναπόφευκτη (;)- οικοδόμηση Ευρώπης πολλών ταχυτήτων. Εδώ, συμφωνούν οι τέσσερις στις Βερσαλλίες (Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία και Ισπανία), με την Ομάδα Βίζεγκραντ (Τσεχία, Ουγγαρία, Πολωνία και Σλοβακία) να αισθάνεται παραγκωνισμένη και τις χώρες της Μπενελούξ (Βέλγιο, Ολλανδία, Λουξεμβούργο) να εκφράζουν επιφυλάξεις για ένα μέλλον που θα τις αφήνει έξω από διαδικασίες λήψης αποφάσεων - φοβούμενες επανάληψη μιας γερμανικής Ευρώπης.

Με τα παραπάνω σε εκκρεμότητα, η Ε.Ε. φαντάζει «χώρα» χωρίς πολιτική και σοφία, με συμπιεσμένους ανθρώπους, ανίσχυρους ηγέτες, ανασφαλείς. Δείχνει σαν να μετεωρίζεται ανάμεσα στο εθνικό κράτος και την εποχή του παγκόσμιου διακυβερνητισμού. Ομως, με τα λόγια του Αντόνιο Γκράμσι, «... οι εποχές που το παλιό δεν μπορεί ακόμη να πεθάνει και το νέο δεν μπορεί ακόμη να προκύψει είναι οι χρόνοι των τεράτων».

Αυτή είναι περίπου η κατάσταση της Ε.Ε. σήμερα. Για τους περισσότερους Ελληνες, η Ευρώπη της κρίσης είναι ένα αργοκίνητο γραφειοκρατικό τέρας που κατοικεί στις Βρυξέλλες: ένα υβριδικό πλάσμα σαν χίμαιρα, που συνεπικουρείται από τις Ευμενίδες.

Η γραφειοκρατία των Βρυξελλών ασκεί μια απρόσωπη, αποξενωμένη, εν πολλοίς αντιδημοκρατική ηγεμονία, σιτίζεται με ντροπιαστικά υψηλούς μισθούς και έχει μεγαλύτερη εξουσία από τα εθνικά κοινοβούλια. Και όσο αποσιωπά τα λάθη, φαίνεται πως τα χρειάζεται.

Η ιδέα της Ευρώπης στη Ρώμη θα κινηθεί ανάμεσα σε δύο υπερβολές - χαρακτηριστικές της πολιτικής ιστορίας, της νοοτροπίας, των αγκυλώσεων, των δογμάτων και της ιδεολογίας της: να αποκλείει τον Λόγο και να αποδέχεται μόνον τον Λόγο. Οι Βρυξέλλες βρίσκονται μεν στην Ευρώπη, αλλά η Ευρώπη δεν βρίσκεται μόνον στις Βρυξέλλες.

Η Ευρώπη θέλει να ξεπεράσει την κρίση της, αλλά, από την άλλη, είναι σαν να επιλέγει μόνιμη κρίση, ευρισκόμενη στο εξωφρενικό σημείο να καταστρέφει τους λαούς της με πρόσχημα τη διάσωσή τους.

Πολλά αποσιωπούνται και τίποτα δεν είναι σίγουρο πως θα προκύψει σε ένα υποθηκευμένο μέλλον.

Δημοσιεύτηκε στην "Εφημερίδα των Συντακτών" στις 23/3/2017. 

Αντιπολίτευση χτισμένη στην άμμο

Ο αντιπολιτευόμενος ΣΥΡΙΖΑ διακήρυσσε, σε μια συγκυρία εξαιρετικά δυσχερή για τη χώρα και επώδυνη για πολλούς από τους ανθρώπους της, ότι ερχόμενος στα πράγματα θα καταργούσε το Μνημόνιο και θα επανέφερε πράγματα στην πρότερή τους μορφή.

Απευθυνόταν σε όλους εκείνους που εναντιώνονταν στο Μνημόνιο, την πλειονότητα των Ελλήνων, ιδιαίτερα όσους το πλήρωσαν ακριβά.

Ετσι, προσέλκυσε υποστηρικτές κυρίως από τα λαϊκά στρώματα και έχασε για ψηφοφόρους κυρίως μεσοαστικά στρώματα, που προσέλαβαν τη ρητορική του ως απεχθή λαϊκισμό.

Η σημερινή αντιπολίτευση, πιο συγκεκριμένα η Ν.Δ., λάνσαρε μετά την εκλογή στη ηγεσία της του Κυριάκου Μητσοτάκη νέα τακτική.

Ζητάει να κλείσουν άμεσα όλες οι εκκρεμότητες με τους δανειστές και να κλείσουν όπως πρέπει.

Η τακτική αυτή μεταφράζεται σε μια διπλή πρακτική.

Στο αίτημα να κλείσει άμεσα η αξιολόγηση. Και, ταυτόχρονα μια θορυβώδη κριτική προς την κυβέρνηση ότι ακόμη κι αν κλείσει η αξιολόγηση δεν θα κλείσει όπως πρέπει γιατί εκ προοιμίου δεν κάνει τίποτε καλά, είναι ανίκανη και ιδεοληπτική, η ίδια θα τα έκανε πολύ καλύτερα.

Η κριτική προς τους κυβερνώντες, κάθε κριτική, έχει νόημα, είναι συστατικό του κομματικού ανταγωνισμού και συχνά της βελτίωσης της ποιότητας της Δημοκρατίας.

Κάθε κόμμα μπορεί να υποστηρίξει ότι θα χειριζόταν καλύτερα τα πράγματα αν ασκούσε τη διακυβέρνηση.

Οφείλει, ωστόσο, για να γίνει πιστευτό, όχι να το αποδείξει, καθώς βρίσκεται εκτός κυβέρνησης, αλλά να δημοσιοποιήσει ιδέες και προτάσεις.

Με γενικόλογες προτάσεις στις οποίες συμφωνούν όλες ανεξαιρέτως οι πολιτικές δυνάμεις (όπως αυτή για τη μείωση των φόρων και των φορολογικών συντελεστών) πολύ δύσκολα μπορεί να κερδηθεί η εμπιστοσύνη των πολιτών ιδιαίτερα όταν πρόκειται για κόμματα που λίγο καιρό κυβερνούσαν.

Πώς μπορεί να εκληφθεί η προαναφερθείσα τακτική;

Το αίτημα για άμεσο κλείσιμο της αξιολόγησης απευθύνεται στους δανειστές και σε όλους όσοι συνθλίβονται από την αιωρούμενη αβεβαιότητα και την οικονομική ασφυξία.

Η κριτική στην κυβέρνηση ότι δεν τα κάνει καλά απευθύνεται κυρίως σε εκείνους, συνταξιούχους κυρίως και χαμηλομισθωτούς, που δεν έχουν λόγο ιδιαίτερο να βιάζονται για το κλείσιμο της αξιόλογης καθώς θα κληθούν να πληρώσουν περισσότερους φόρους και να δουν άμεσα ή έμμεσα τα εισοδήματά τους να συρρικνώνονται κι άλλο.

Η τακτική αυτή μοιάζει σε πρώτη ματιά σοβαρή. Το κόμμα που διεκδικεί την εξουσία δεν φαίνεται να υπόσχεται τίποτε σε κανέναν και καθησυχάζει εκείνους που θέλουν με το κλείσιμο της αξιολόγησης να αρθεί η αβεβαιότητα.

Ετσι φαίνεται να αγγίζει όλα τα τμήματα της κοινωνίας, εκείνα που υποφέρουν από τα μνημόνια (άνεργους, μισθωτούς, συνταξιούχους) και εκείνους, αστικά κυρίως στρώματα των μεγάλων πόλεων, που χωρίς να βρίσκονται στην ίδια κατάσταση με τους πρώτους, βλέπουν την Εφορία να μειώνει σοβαρά τα εισοδήματά τους.

Κι όμως πρόκειται για την κλασική τακτική διγλωσσίας, συνηθισμένη στην Ελλάδα στο παρελθόν, απώτερο και πρόσφατο.

Στόχος της είναι να κολακεύσει τα δύο προαναφερθέντα ακροατήρια, εφόσον τα καθένα από αυτά προσδοκά να γίνει αυτό που υπόσχεται η Ν.Δ.

Θα μπορούσε να ρωτήσει κανείς: Οι δύο υποσχέσεις είναι ασύμβατες; Δεν μπορεί μια κυβέρνηση να τις υλοποιήσει τώρα ή στο άμεσο μέλλον;

Θα μπορούσαν να είναι συμβατές υπό δύο όρους: να μην είμαστε σε Μνημόνιο και η οικονομία να κατέγραφε υψηλές ρυθμούς ανάπτυξης.

Ο Αλ. Τσίπρας δήλωσε ότι οι κυβερνήσεις του υπερεκτίμησαν τους συσχετισμούς δύναμης.

Στην περίπτωση της Νέας Δημοκρατίας έχουμε να κάνουμε με αγνόηση, ηθελημένη φαντάζομαι, της κατάστασης της χώρας και των σκληρών όρων των μνημονίων.

Αγνόηση γιατί η προαναφερθείσα τακτική στηρίζεται στην υπόθεση ότι για εύλογο χρονικό διάστημα οι μνημονιακές δεσμεύσεις θα εξαφανιστούν, η οικονομία θα αναπτυχθεί γοργά και θα μπορέσει έτσι η νέα κυβέρνηση να μην περικόψει μισθούς και συντάξεις, να μειώσει φόρους και, ταυτόχρονα, να εκπληρώσει τα κριτήρια που θέτουν οι δανειστές.

Τα κυβερνώντα σήμερα κόμματα έμαθαν ότι οι δανειστές δεν χαρίζονται σε κανέναν, δεξιό, αριστερό.

Η Ν.Δ. θα μάθει ότι οι ισχυρές οικονομικά χώρες κοιτάνε το συμφέρον των ελίτ τους (το ταυτίζουν με το εθνικό) αδιαφορώντας αν ο συνομιλητής τους καμώνεται τον αρεστό.

Ετσι, η συζητούμενη από ΔΝΤ και κυβερνήσεις μελών της ευρωζώνης δέσμευση και της αντιπολίτευσης στα συμφωνημένα σηματοδοτεί δύο πρόσθετα πράγματα.

Δίνεται, δυστυχώς, ένα πρόσθετο γερό χτύπημα στη Δημοκρατία και τη λαϊκή κυριαρχία και, ταυτόχρονα, αναδεικνύεται μεγαλοπρεπώς ότι σημαντικά πολιτικά κόμματά μας συνεχίζουν να χτίζουν στην άμμο.

Δημοσιεύτηκε στην "Εφημερίδα των Συντακτών" στις 29/3/2017.

Μπορεί να είναι ευτυχισμένος ο Σίσυφος;

Ξέρουμε την ιστορία του τρελού που ψάρευε στην μπανιέρα. Ενας γιατρός με προχωρημένες ιδέες τον είχε ρωτήσει: «Τσιμπάει τίποτα;» και είχε δεχτεί την αυστηρή απάντηση: «Οχι, ανόητε, αφού ψαρεύω σε μπανιέρα».

Θα μπορούσε να είναι η επιτομή του παραλογισμού, όπως τη δίνει ο Αλμπέρ Καμί∙ αυτού που επανέκαμψε κυκλικά μετά τον πόλεμο – τέλη της δεκαετίας του 1970, αρχές του 1980. Από την παγκόσμια αρχιτεκτονική άρχισαν να λείπουν τα στοιχειώδη: ελπίδα, πίστη στην κοινωνική αλληλεγγύη, συνεννόηση, δίκαιη κατανομή βαρών, δημοκρατία.

Το 1989 ο οικονομολόγος Τζον Ουίλιαμσον είχε καταρτίσει έναν κατάλογο συνταγών πολιτικής που υπαγόρευαν το ΔΝΤ, η Παγκόσμια Τράπεζα (τα παιδιά του Κέινς) και το υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ.

Οι μεταρρυθμίσεις αυτές θεωρούνταν αναγκαίες για να προωθηθεί ένα πακέτο υποχρεωτικού δάνειου χρήματος και οικονομοτεχνικών –πολιτικών το δίχως άλλο– συμβουλών που έπρεπε να υιοθετήσουν, τότε, οι χώρες της Λατινικής Αμερικής και ο υπερχρεωμένος Τρίτος Κόσμος για να μπουν στον παράδεισο της αρετής και της εξυγίανσης. Πρόκειται για τη «Συναίνεση της Ουάσινγκτον».

Ο όρος, έκτοτε, χρησιμοποιήθηκε στις αναλύσεις, πολλές φορές ως συνώνυμο του νεοφιλελευθερισμού, ως καταγγελτικός μιας «ανάπτυξης» προς όφελος των πλουσίων και εις βάρος των φτωχών. Είναι ακριβώς αυτό το μοντέλο που εγκαταστάθηκε στην Ευρώπη μέσω της «ειδικής περίπτωσης» της Ελλάδας. Ενα σύνολο νεοφιλελεύθερων πολιτικών που παράγουν ύφεση και παγίδες που αυξάνουν τη φτώχεια.

Στην ουσία, επρόκειτο για απόλυτο οικονομισμό, με ισχυρές δόσεις οπορτουνισμού και πολυεθνικής σπέκουλας και έμμονο αντικομμουνισμό made in USA. Πάνω απ' όλα επρόκειτο για κάματο εκδίωξης των ακαδημαϊκών νεομαρξιστικών και κεϊνσιανών οικονομικών και παγκόσμια διάχυση της νέας μονεταριστικής-νεοφιλελεύθερης οικονομικής ορθοδοξίας.

Στη δεκαετία του 1990, οι διεθνείς οικονομικοί οργανισμοί (ΔΝΤ, Παγκόσμια Τράπεζα, ΟΟΣΑ, ΠΟΕ κ.λπ.) συνέβαλαν στη στερέωση των απόψεων της «νέας οικονομίας» και στην επιβολή του θεσμικού πλαισίου για τους πρωταρχικούς στόχους της νέας οικονομικής πολιτικής.

Οι χώρες υποτίθεται ότι θα μπορούσαν να πετύχουν καλύτερα την οικονομική ανάπτυξη μέσω των ελεύθερων αγορών, των ιδιωτικοποιήσεων των δημόσιων επιχειρήσεων, της κυριαρχίας του ιδιωτικού τομέα, της συμπίεσης του εργατικού κόστους, του περιορισμού του κράτους πρόνοιας, των μεταρρυθμίσεων στα συστήματα ασφάλισης και, το τελευταίο, της δημοκρατικής διακυβέρνησης. Ο στόχος ήταν να ανοίξει ο κόσμος κατά το δυνατόν περισσότερο στις ροές κεφαλαίου και να διεξάγονται ανεμπόδιστα οι συναλλαγές.

Βεβαίως, όταν γινόταν η προσπάθεια να ξανασταθεί στα πόδια της η Ευρώπη μετά τον Β΄ Παγκόσμιο, τα μελήματα ήταν άλλα. Μαζί, και τα μείγματα πολιτικών.

Παραδείγματος χάριν, στην Αγγλία, η «Εκθεση Μπέβεριτζ» του 1942 ήταν περιεκτικό και συνεπές μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα που έψαχνε τρόπους για να καταπολεμήσει τις μεγάλες μάστιγες: στερήσεις, αρρώστιες, αναλφαβητισμό, εξαθλίωση και ανεργία. Την ίδια χρονιά, το 1942, ο Αλμπέρ Καμί στην κατοχική Γαλλία έβλεπε τον δικό του Σίσυφο να σέρνει το φορτίο του και να ανυψώνει τους βράχους του, με πίστη που αρνιέται τις ματαιότητες.

Τον έβλεπε να πλάθει με την πέτρα του, μέσα στην όλη παραλογιά του πολέμου, τη μορφή ενός νέου κόσμου. «Ακόμα κι ο ίδιος ο αγώνας προς την κορυφή», έγραφε ο Καμί, «φτάνει για να γεμίσει μια ανθρώπινη καρδιά. Οφείλουμε να φανταστούμε τον Σίσυφο ευτυχισμένο».

Ο Ουίλιαμ Χένρι Μπέβεριτζ είχε προτείνει ένα διευρυμένο σύστημα πρόνοιας, νέα ερμηνεία στα δικαιώματα του πολίτη, το δικαίωμα στην απασχόληση, την κοινωνική ασφάλιση, την εκπαίδευση που οδήγησε στο μεταπολεμικό ευρωπαϊκό θαύμα.

Αυτή η εξέλιξη, μαζί με τη θεωρία του Κέινς και τις πολιτικές Νιου Ντιλ επέτρεψαν στους πολιτικούς να δουν τον ρόλο της πλήρους απασχόλησης και να διαπιστώσουν το αυτονόητο: ότι, δίχως την τελευταία, είναι αδύνατον να υπάρξει αποτελεσματικό σύστημα ευημερίας και κοινωνικής ασφάλισης. Προφανώς, σε φάση οκταετούς ύφεσης στην οποία βρίσκεται η Ελλάδα, θα όφειλε να είναι διαφορετικό το μείγμα πολιτικής που προτάθηκε ως θεραπεία. Αλλά, ακόμα, δεν είναι.

Αυτό, με τη σειρά του, δείχνει λειτουργία μηχανών που συνεχίζουν να εκκρίνουν επίπλαστο περιεχόμενο του κόσμου. Δείχνει φοβισμένους πολιτικούς στην Ε.Ε. να δηλώνουν ανακούφιση και να πανηγυρίζουν για τη νίκη της Κεντροδεξιάς του Μαρκ Ρούτε στην Ολλανδία. Πρόσκαιρα!

Γιατί το κύμα του εθνικισμού και της μισαλλοδοξίας έχει εγκατασταθεί στην Ευρώπη, μαζί με τη δυστοπία, το παράλογο και την οργή. Τα ταξικά στοιχεία, φαινομενικά, μπορεί να φαντάζουν απολιτικά. Και στο μέτρο που παρερμηνεύεται το ταξικό περιεχόμενό τους από την Αριστερά, ο καζινοκαπιταλισμός και το πλαίσιο του νεοφιλελευθερισμού θα σώζονται από την πίσω πόρτα μέσω της Ακροδεξιάς, του εθνικισμού, του αυταρχισμού που εμφανίζονται, α λα Τραμπ, με τη μάσκα του λαϊκού σωτήρα.

Οταν γεννιόταν η Ε.Ε. τα ερωτήματα ήταν, λίγο-πολύ, διαφορετικά. Και ο Αλμπέρ Καμί, ένας κατά κοινή ομολογία υπερασπιστής της μέσης οδού για την Ευρώπη, αν ξαναέγραφε τον «Μύθο του Σίσυφου», θα κατέληγε σε τελείως διαφορετικό συμπέρασμα: ο Σίσυφος, σήμερα, δεν μπορεί να είναι ευτυχισμένος.

Δημοσιεύτηκε στην "Εφημερίδα των Συντακτών" στις 17/3/2017.